ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή, Τετάρτη καί Παρασκευή

Σχετικά έγγραφα
ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Σάββατο, 17 Μάρτιος :35 - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 18 Μάρτιος :57

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή, Τετάρτη καί Παρασκευή

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

Study of the Book of James. Lorin L Cranford. Interlaken 2012

Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή, Τετάρτη καί Παρασκευή

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΠΙΣΤΟΛΗ Α - The Letter of James, Chapter One

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας):

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ.

Κατωτέρου Κατηχητικού Ιεραποστολικού Έτους Συνάντηση 1: Σαββατοκύριακο 13 και : Η αποστολή των δώδεκα μαθητών

Το κήρυγμα και τα θαύματα του Χριστού μέσα από τη λατρεία. Διδ. Εν. 9

5 Μαρτίου Το μυστήριο της ζωής. Θρησκεία / Θεολογία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979)

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

(άγιο μύρο / τριήμερη / ολόλευκα / κολυμβήθρας / κατάδυση) «Στο χρίσμα, ο ιερέας χρίει τον.. σ όλα τα μέρη του σώματός του με

Την περασμένη Κυριακή αρχίσαμε τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή με το Γάμο της Κανά, όπου το νερό μετατράπηκε σε κρασί.

Κυριακή 29η Σεπτεμβρίου 2019 (Κυριακή Β Λουκᾶ).

Ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα

1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου.

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

1. Η «Λειτουργία των πιστών» αφορά μόνο τους βαπτισμένους χριστιανούς. 4. Στη Θεία Λειτουργία οι πιστοί παρακαλούν τον Θεό να έχουν ειρηνικό θάνατο.

Iωάννης ο Πρόδρομος, αυτός που δεν υπέκυψε στον πειρασμό

1 ο - ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

α. αποτελούνταν από τους Αποστόλους και όσους βαπτίστηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής.

Ο Τριαδικός Θεός: οι γιορτές της Πεντηκοστής και του Αγίου Πνεύματος. Διδ. Εν. 14

Θεία Λειτουργία. Ο λαός προσφέρει τα δώρα Συμμετέχει ενεργητικά Αντιφωνική ψαλμωδία. Δρώμενο: Η αναπαράσταση της ζωής του Χριστού

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ!

Κυριακή 27 Ἰανουαρίου 2019

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες, σύμφωνα. με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, γράφοντας δίπλα στον αριθμό κάθε πρότασης τη

Κυριακή 14 Ἀπριλίου 2019.

Κυριακή 13 Αὐγούστου 2017

Κυριακή 30 Ἰουνίου 2019.

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Τυρινῆς.

Η Παύλεια Θεολογία. Σωτηριολογία. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἀσώτου.

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38)

Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2017

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

Να ξαναγράψετε το κείμενο που ακολουθεί συμπληρώνοντας τα κενά με τις

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Γ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Τι είναι το Άγιο Πνεύμα. Διδ. Εν. 8

Ομιλία εις την Δ Κυριακή των νηστειών

Η βάπτιση του Ιησού και η σημασία της

Να ιεραρχήσετε τα παρακάτω στάδια από τις φάσεις της θείας οικονομίας

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ (Ματθ. 4, 12-17)

ΑΓΙΑΣ ΦΙΛΟΘΕΗΣ 19-21, ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ FAX: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

Λίγα λόγια για την προσευχή με το κομποσχοίνι.

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019.

ΔΕ 5. Ο Ευαγγελισμός της Μαρίας για τη γέννηση του Μεσσία

Παραμονή Χριστουγέννων φέτος ἡ Κυριακή πρό τῆς

Οι Καθολικές επιστολές

Εἰς τήν Κυριακήν μετά τά Φῶτα.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

Εἰς τόν Ἅγιον Ἰωάννην τόν Πρόδρομον.

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναῒτου, συγγραφέως τῆς Κλίμακος. (Δ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Αι ιστορικαί χειροτονίαι των Γ.ΟΧ. υπό του αειμνήστου Επισκόπου Βρεσθένης κυρού Ματθαίου του Α’ το έτος 1948

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το Άγιο Πνεύμα και Πνευματικότητα

Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

1. Η Αγία Γραφή λέει ότι ο Χριστός είναι η μόνη δυνατότητα σωτηρίας. 2. Ο Θεός φανερώνεται στην Παλαιά Διαθήκη πάντα με κεραυνούς και αστραπές.

1. Ποιος μαθητής πήγε στους Αρχιερείς; Τι του έδωσαν; (Μτ 26,14-16) Βαθ. 1,0 2. Πόσες μέρες έμεινε στην έρημο; (Μκ 1,12)

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, και 3 επιλέγοντας τη σωστή

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_10296 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

Παντί τῷ πληρώματι τῆς καθ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἀττικῆς καί Βοιωτίας.

Η Παύλεια Θεολογία. Πνευματολογία. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογία

Κυριακή 14 Ἰουλίου 2019.

Κυριακή 10 Μαρτίου 2019.


Nηπτική λύσις στο πρόβλημα της κατανοήσεως και της μεταφράσεως των Λειτουργικών Κειμένων (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)

Ποιος φταίει; (Κυριακή του Τυφλού)

3. Ο Χριστός εγκαινιάζει την αληθινή λατρεία

11. Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ 36. ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ E34ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Η Παύλεια Θεολογία. Χριστολογία. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογία

«Αν είσαι συ ο βασιλιάς των Ιουδαίων, σώσε τον εαυτό σου». Υπήρχε και μια επιγραφή από επάνω του: «Αυτός είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων».

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

ΤΟ ΚΉΡΥΓΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΘΑΎΜΑΤΑ ΜΈΣΑ ΑΠΌ ΤΗ ΛΑΤΡΕΊΑ

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή, Τετάρτη καί Παρασκευή

Μητρ. Λαγκαδά: Θα πρέπει να κάνουμε βήματα «ασκήσεως» για να αλλάξει η ζωή μας

4. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

Να ξαναγράψετε το κείμενο που ακολουθεί συμπληρώνοντας τα κενά με τις

Κυριακή 28 Ἰανουαρίου 2018

«Προσκυνοῦμεν σου τά πάθη Χριστέ» Οδοιπορικό στη Μεγάλη Εβδομάδα. Διδ. Εν. 10

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019.

Εἰς τήν Κυριακήν τῶν Μυροφόρων.

Transcript:

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΡΟΥΣΙΩΤΙΣΣΑ Περιοδικό ἐκδιδόμενο κάθε Κυριακή, Τετάρτη καί Παρασκευή Ὑπό Ἐπισκόπου Ἰερεμίου, Μητροπολίτου Ἱ. Μ. Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως «Εἰς πόλιν ἤ εἰς Ρούμελην, ὅπου περιπατήσεις, παντοῦ ἀκούεις ὄνομα τό τῆς Προυσιωτίσσης» (Ἆσμα τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ) Κυριακή 1 Ἰανουαρίου 2012 Ἡ Περιτομή τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, Μεγάλου Βασιλείου Ἀπολυτίκιον Παναγίας Προυσιωτίσσης Ἦχος α Τῆς Ἑλλάδος ἁπάσης Σύ προΐστασαι πρόμαχος καί τερατουργός ἐξαισίων τῇ ἐκ Προύσσης εἰκόνι Σου. Πανάχραντε Παρθένε Μαριάμ καί γάρ φωτίζεις ἐν τάχει τούς τυφλούς δεινούς τε ἀπελαύνεις δαίμονας καί παραλύτους δέ συσφίγγεις, Ἀγαθή, κρημνῶν τε σῴζεις καί πάσης βλάβης τούς Σοί προσφεύγοντας. Δόξα τῷ Σῷ ἀσπόρῳ τοκετῷ, δόξα τῷ Σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά Σοῦ τοιαῦτα θαύματα. Α ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ 2012 Ἀδελφοί μου χριστιανοί, 1. Πρώτη τοῦ νέου ἔτους 2012 σήμερα. Ἄς εὐχαριστήσουμε πρῶτα τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν Θεό μας, γιατί φθάσαμε στήν ἀρχή τοῦ ἔτους αὐτοῦ καί ἄς Τόν παρακαλέσουμε ἔπειτα νά μᾶς δώσει τήν Χάρη Του, ὥστε ὅλοι μας, κλῆρος καί λαός καί πολιτικοί ἄρχοντες, νά φωτιστοῦμε καί νά μετανοήσουμε.ἔτσι κατά τό ἔτος αὐτό θά δοῦμε νά γλυκοχαράζουν καλύτερες ἡμέρες γιά τήν ἀγαπημένη μας πατρίδα τήν Ἑλλάδα.

2. Ναί, ἀδελφοί μου! Βουλιάζουμε σάν ἔθνος. Ἄν παραστήσουμε τήν πατρίδα μας σάν ἕνα σῶμα, ἁρμόζει νά ποῦμε τά λόγια τοῦ προφήτου Ἠσαΐου, πού εἶπε στά χρόνια του γιά τήν Ἰουδαία: «Ὅλο τό κεφάλι (τοῦ ἔθνους) εἶπε ὁ προφήτης νοσεῖ καί ὅλη ἡ καρδιά (του) εἶναι καχεκτική. Ἀπό τά πόδια μέχρι τό κεφάλι δέν εἶναι τίποτε τό γερό. Παντοῦ τραύματα, κτυπήματα καί ἀνοιχτές πληγές» (Ἠσ. 1,5-6)!... Αὐτές οἱ μελανές ἐκφράσεις, ἀγαπητοί μου, εἶναι ὅ,τι πρέπει γιά νά ἐκφράσει κανείς καί τήν εἰκόνα τῆς σημερινῆς γλυκυτάτης πατρίδος μας. Ποιό εἶναι τό «κεφάλι» τοῦ ἔθνους, γιά τό ὁποῖο μιλάει ὁ προφήτης ὅτι δέν εἶναι καλά; Εἶναι ἡ κρατική ἐξουσία. Καί ποιά εἶναι ἡ «καρδιά» του; Εἶναι ἡ ἱερατική ἐξουσία. Καί ἄν αὐτές οἱ δύο κύριες ἐξουσίες δέν εἶναι εὐσυνείδητες καί θυσιαστικές στήν ἀποστολή τους, τό ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι ὅλο τό σῶμα τοῦ ἔθνους, ὅλος ὁ κρατικός ὀργανισμός, καταρρέει. 3. Μέ ὅλη μας τή καρδιά, ἀδελφοί χριστιανοί, εὐχόμαστε τούτη τήν νέα χρονιά νά δοθεῖ λύση στήν ὑπάρχουσα «κρίση». Ἀλλά ἡ λύση θά ἔλθει ἀπό μᾶς. Ἐμεῖς ὅλοι, ἄρχοντες καί λαός, ἐμεῖς προκαλέσαμε κρίση, ἐμεῖς λοιπόν καί θά τήν θεραπεύσουμε. «Ὁ πταίσας καί ἰάσεται»! Πρῶτα - πρῶτα, γιά νά ἐξηγούμεθα, ὅταν λέμε «κρίση» ἐννοοῦμε «κριτή», πού ἔφερε τήν κρίση. Καί ὁ Κριτής αὐτός εἶναι ὁ Θεός. Παλαιότερα οἱ χριστιανοί, πού εἶχαν θεολογική ἀντίληψη καί γλῶσσα, ὅταν συνέβαινε ἕνα γενικό κακό, μιά πλημμύρα ἤ μιά ἐπιδημία, ἔλεγαν τήν φράση «ὀργή Θεοῦ», «κρίση». Ἐμεῖς σήμερα μιλᾶμε γιά «κρίση», ἀλλά δέν δίνουμε τό νόημα αὐτό πού ἔδιναν οἱ παποῦδες μας. Δέν νοοῦμε, δηλαδή, ὅτι ἡ οἰκονομική κρίση μᾶς συμβαίνει ἐπειδή ὁ Θεός, λόγω τῶν ἁμαρτιῶν μας, πῆρε τήν Χάρη Του ἀπό μᾶς καί γι αὐτό πᾶμε κατά κρημνοῦ. Καί δέν τό λέμε αὐτό, ἐπειδή δέν τό πιστεύουμε. Καί ὅμως, χριστιανοί μου, ἡ Ἐκκλησία στή λατρεία της εὔχεται νά σωθοῦμε ἀπό τήν «ὀργή τοῦ Θεοῦ». Ὄχι ὅτι ὁ Θεός θυμώνει καί ὀργίζεται, ἀλλά μέ τήν ἔννοια πού τό εἶπα παραπάνω: Ὅτι, δηλαδή, γιά τά ἄνομα ἔργα μας ὁ Θεός παίρνει ἀπό μᾶς τήν Χάρη Του, πού εἶναι φῶς, καί λοιπόν πέφτουμε στό σκοτάδι. Αὐτό εἶναι «κρίση». 4. Ἄς τό παραδεχθοῦμε, ἀδελφοί, ὅτι ἁμαρτήσαμε καί ἀνομήσαμε, καί ἄς μετανοήσουμε γιά τά ἔργα μας, γιά νά σωθοῦμε ἀπό τήν κρίση, πού μᾶς ταλαιπωρεῖ. Οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔπειτα καί οἱ ἅγιοι Πατέρες στήν συνέχεια, κήρυτταν ὅτι γιά τά συμβαίνοντα κακά στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους αἰτία εἶναι ἡ ἀποστασία τους ἀπό τόν Θεό. Γι αὐτό, ὡς φάρμακο θεραπείας, κήρυτταν τήν μετάνοια. Ἐμεῖς οἱ κληρικοί, ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς, γιά νά εἴμαστε σωστοί ποιμένες τοῦ λαοῦ, πάντοτε, ἀλλά ἰδιαίτερα αὐτά τά χρόνια τῆς φοβερῆς Θεο-ἀποστασίας, πρέπει νά κηρύττουμε αὐτό τό βιβλικό καί πατε- 2

ρικό κήρυγμα περί μετανοίας. Καί ὡς ποιμένες καλοί, γιά καλό παράδειγμα στόν λαό, ἐμεῖς οἱ κληρικοί πρῶτα πρέπει νά βιώνουμε τήν μετάνοια. Γι αὐτό καί ψάλλουμε τό τροπάριο «εὕρω κἀγώ τήν ὁδόν διά τῆς μετανοίας», καί γι αὐτό φορᾶμε τό ἱερό ἔνδυμα, τό τιμημένο ράσο, πού εἶναι τό ἀπό τριχῶν καμήλου ἔνδυμα τοῦ Προδρόμου (βλ. Ματθ. 3,4), τοῦ ὁποίου τό κήρυγμα ἦταν μετανοίας κήρυγμα. 5. Αὐτό δέ τό κήρυγμα περί μετανοίας ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς καί ἀρχιερεῖς πρέπει νά τό ἀπευθύνουμε ὄχι μόνο στόν λαό, ἀλλά καί στούς ἄρχοντες, στούς ἀξιωματούχους πολιτικούς μας, γιατί αὐτοί κυρίως ὑπῆρξαν οἱ αἴτιοι γιά τήν συμβᾶσα τελευταία κρίση στήν πατρίδα μας. Ἀλλά ποῦ μετάνοια τῶν ἀρχόντων μας; Ἐνῶ οἱ μισθοί τῶν πολιτῶν τῆς χώρας περιορίστηκαν ἄγρια καί ὁ λαός πεινάει, ἀκοῦμε ὅτι οἱ ἀπολαβές τῶν βουλευτῶν μας ἀνέρχονται σέ τριάντα πέντε ἑκατομμύρια εὐρώ. Καί ἀκόμη ἀκοῦμε γιά καταθέσεις τους στήν Ἑλβετία!..Ἐντελῶς ἀσυγκίνητοι γιά τήν οἰκονομική ἐξαθλίωση τοῦ λαοῦ μας οἱ κυβερνῶντες μας πολιτικοί. Καί ἄν ἔρθουμε στόν λαό, ποῦ μετάνοια καί σ αὐτόν; Καί μετά τήν κρίση, ἀπό τήν ὁποία ὑποφέρουμε, πάλι εἴμαστε οἱ ἴδιοι. Πάλι στήν πατρίδα μας οἱ βλαστήμιες τῶν θείων καί πάλι οἱ ἀνηθικότητες καί τά ὄργια. Ἀκόμη πολλοί δέν πῆγαν νά ἐξομολογηθοῦν, οὔτε ἔκαναν τήν καλή ἀρχή νά μελετήσουν τό ἅγιο Εὐαγγέλιο, πού ἔχει τά λόγια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. 6. Κρίση καί ἀνεμοζάλη, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε στήν πατρίδα μας. Καί «μέσ στήν ἀνεμοζάλη οἱ λύκοι χαίρονται», λέγει ὁ λαός μας. Καί ποιοί εἶναι οἱ λύκοι; Λύκοι μέ ἒνδυμα προβάτου, ὅπως εἶπε ὁ Κύριός μας (βλ. Ματθ. 7,15), εἶναι οἱ αἱρετικοί. Στήν ἐποχή μας κινδυνεύουμε περισσότερο ἀπό δύο αἱρέσεις. Ἀπό τόν παπισμό καί τόν οἰκουμενισμό. Ὑποχρεοῦμαι, χριστιανοί μου, σάν ποιμένας σας, νά σᾶς ἐνημερώσω καθαρά καί νά σᾶς πῶ: Ὁ παπισμός εἶναι αἵρεση καί ὁ οἰκουμενισμός εἶναι παναίρεση. Ἀδελφοί μου, σάν εὐχή τό νέο ἔτος σᾶς εὔχομαι νά κρατήσουμε σταθερά τήν ὀρθόδοξη πίστη μας, πού μᾶς παρέδωκαν οἱ ἅγιοι πατέρες μας, νά κάνουμε σταθερή ἀρχή μετανοίας καί ἡ Καλή μας Παναγία δέν θά μᾶς ἀφήσει. Θά κάνει τό θαῦμα καί θά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τό κακό πού μᾶς θλίβει καί μᾶς συντρίβει σάν ἔθνος. Καλή καί εὐλογημένη χρονιά. Μέ πολλές εὐχές, Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας 3

Β ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ (Ἀπό τόν Νέο Συναξαριστή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Ἱερά Μονή Σίμωνος Πέτρας) 1. ΠΕΡΙΤΟΜΗ: (α) Παραλληλισμός τῆς περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ μέ τήν Σταύρωση: Οἱ λίγες σταγόνες αἵματος πού χύθηκαν κατά τήν περιτομή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἦταν προμήνυμα γιά τό Αἷμα πού θά ἔχυνε πάνω στόν Σταυρό. Γι αὐτό μαζί μέ τήν περιτομή τοῦ Χριστοῦ στήν πραγματικότητα ἑορτάζουμε ὁλόκληρο τό μυστήριο τῆς σωτηρίας μας (Ἰανουάρ. Α, σελ. 9). (β) Μέ τήν περιτομή τοῦ Χριστοῦ λαμβάνει τέλος ἡ σαρκική περιτομή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί ἐγκαινιάζεται μέ τό Αἷμά Του (πού χύθηκε κατά τήν περιτομή) ἡ πνευματική περιτομή τῆς Καινῆς Διαθήκης (Ἰανουάρ. Α, σελ. 10). (γ) Τό χριστιανικό βάπτισμα συνιστᾶ τήν ἀληθινή πνευματική περιτομή (Ἰαουάρ. Α, σελ. 10). 2. ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ: (α) Ὁ Χριστός βυθίστηκε στά βάθη τῶν ὑδάτων, κατῆλθε στόν «ὑδατόστρατο τάφο», ἐκεῖ πού εἶχε ἀποτραβηχθεῖ ὁ Σατανᾶς, γιά νά συντρίψει τήν δύναμή του (Ψαλμ. 73,13), καί ἀναδύεται ἀπό ἐκεῖ νικητής. (β) Ἡ βύθιση τοῦ Χριστοῦ στό νερό καί ἡ ἀνάδυσή Του ἀπ αὐτό εἶναι σύμβολο τοῦ θανάτου Του καί τῆς Ἀναστάσεώς Του. Ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί καί ἐφανερώθη ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι Ἁγία Τριάς. Αὐτό δηλώνει ὅτι μέ τό Βάπτισμά Του ὁ Χριστός προανήγγειλε ὅτι θά λυτρώσει τήν ἀνθρωπότητα μέ τόν θάνατό Του καί τήν Ἀνάστασή Του ἀνοίγοντας γι αὐτήν τούς οὐρανούς καί θά τήν ὁδηγήσει στήν ἐπίγνωση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἐπειδή οἱ Ἰουδαῖοι ἔκλιναν στήν πολυθεΐα, γι αὐτό καί δέν εἶχε ἀποκαλυφθεῖ στήν Π.Δ. τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τονιζόταν πολύ ὅτι ὁ Θεός «εἷς ἐστι» (Δευτ. 6,4). Τώρα ὅμως, ἐδῶ στήν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ στόν Ἰορδάνη, «ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις». «Ὁ Πατήρ ἐν οὐρανῷ εὐλογῶν, ὁ Υἱός ἐπί γῆς βαπτιζόμενος καί τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς φανερούμενον». Ὁ Πατήρ καί τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀποκαλύπτουν ὅτι ὁ βαπτιζόμενος εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ. Κατά τήν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ ἔλαμψε Φῶς. Εἶναι τό ἴδιο Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως, τό ἀπαστράπτον Φῶς τῆς θεωμένης ἀνθρωπίνης φύσης τοῦ Χριστοῦ καί τό ὁποῖο μᾶς μυσταγωγεῖ στό Φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γι αὐτό καί ἡ Ἑορτή τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ λέγεται καί ἑορτή τῶν Φώτων. Ὁ ἄνθρωπος διά τῆς σωματώσεώς του ἐν Χριστῷ στό μυστήριο 4

τοῦ Βαπτίσματος, πού καθιερώνεται μέ τήν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ στόν Ἰορδάνη, γίνεται «χριστός» καί μέτοχος τοῦ Τριαδικοῦ Φωτός. Τά νερά τῆς κολυμβήθρας ταυτίζονται μέ τά νερά τοῦ Ἰορδάνου καί οἱ νεοφώτιστοι βυθιζόμενοι σ αὐτήν γίνονται μέτοχοι τοῦ θανάτου καί τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ (βλ. Ρωμ. 6,3-4) καί εἰσέρχονται στήν Ἐκκλησία. Ἀλλά καί ἡ κτίση ἀνακαινίζεται. Γιατί βαπτιζόμενος ὁ Χριστός ὁ «Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τά ὀπίσω» (Ψαλμ. 113,3). Ἀνατράπηκαν δηλαδή οἱ νόμοι τῆς φύσεως, οἱ μολυσμένοι ἀπό τήν ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ. Ὁ Χριστός μέ τό Βάπτισμά Του ἀνέλκυσε τήν βυθισμένη στήν σκιά τοῦ θανάτου (πού συμβόλιζαν τά ὕδατα) ἀνθρωπίνη φύση καί τήν ὁδήγησε στήν ἐπίγνωση τοῦ Τριαδικοῦ Φωτός. Μέ αὐτό δέ κατά βάθος ὁ βαπτιζόμενος Κύριος ἀνέτρεψε καί μεταμόρφωσε τούς νόμους τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου καί τοῦ σύμπαντος. Αὐτό εἶχε προαναγγείλει ὁ προφήτης Ἠσαΐας λέγων «εὐφράνθητι ἔρημος διψῶσα καί ἀγαλλιάσθω ἔρημος...» (Ἠσ. 35,1-2. 12,3-4). Τό νερό πού ἁγιάζεται τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων γίνεται «ὕδωρ ζῶν» (Ἰωάν. 4,10), ἀποκτᾶ θεία δύναμη, ἰαματική ψυχῶν καί σωμάτων. Τό πίνουν οἱ πιστοί, ἀλλά μόνο τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων. Τό κρατοῦν στό σπίτι, καί ὅταν σέ ψυχική καί σωματική ἀνάγκη τό χρησιμοποιοῦν γιά πόση, πρέπει νά εἶναι νῆστες (Ἰανουαρ. ΣΤ, σελ. 74-80). (γ) Τά νερά ἦταν φορεῖς τοῦ θανάτου καί τῆς φθορᾶς, κατοικητήρια πνευμάτων ἀκαθάρτων, ἀλλά μετά τήν κάθοδο τοῦ Χριστοῦ σ αὐτά, μέ τό Βάπτισμά Του στόν Ιορδάνη ποταμό, αὐτά ἔγιναν φορεῖς θείου φωτός (τῆς θείας Χάριτος) καί καθάρσεως τῶν ἁμαρτημάτων. Αὐτό συμβολίζει τό προφητικό συμβάν τοῦ γλυκασμοῦ τῶν πικρῶν ὑδάτων τῆς Μερρᾶ ἀπό τόν Μωϋσῆ, πού ἔρριψε σ αὐτά ἕνα τεμάχιο ξύλου, σύμβολο τοῦ Σταυροῦ, Ἔξ. 15 (Ἰανουαρ. Ε, σελ. 78). 3. ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: (α) Στόν ἅγιο Ὀνούφριο ἐμφανίστηκε ἀνήμερα τήν πρωτοχρονιά ὁ ἅγιος Βασίλειος καί τοῦ εἶπε νά μείνει σταθερός στήν ἀπόφαση τοῦ μαρτυρίου (Ἰανουάρ. Δ, σελ. 62). (β) Ὁ Θεός ἀπεκάλυψε στόν ἅγιο Ἐφραίμ σέ ὅραμα ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Καισαρείας Βασίλειος ἔμοιαζε μέ πύρινη στήλη πού ἕνωνε τήν γῆ μέ τόν οὐρανό (Ἰανουαρ. ΚΗ, σελ. 31). (γ) Ὅποιος ἐπίκοπος εἶναι κριτήριο Ἀληθείας ἔχει συνείδηση τῆς καθολικότητας τῆς ἀποστολῆς του. Ἔτσι ὁ ἅγιος Βασίλειος (Ἰανουάρ. Α, σελ. 19). (δ) Ἡ ἐπιτυχία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὡς ἐπισκόπου ὀφείλεται στό ὅτι γνώρισε πρῶτα τόν μοναχικό βίο (Ἰανουάρ. Α, σελ. 14.15). (ε) Ὁ ἅγιος Βασίλειος πρότυπο ἐπισκόπου (Ἰανουαρ. Α, σελ. 20). 4. ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ: (α) Ὁ ἅγιος Πλάτων, ἐπίσκοπος Ταλλίν Ἐσθονίας, στήν 5

σύντομη ποιμαντορία του ἔκανε αὐτό τό σοβαρό: Ἐπεσκέφθηκε ἑβδομῆντα μία ἐνορίες τῆς Μητροπόλεώς του γιά νά ἀποκαταστήσει τήν λατρευτική ζωή καί νά ἐνισχύσει μέ τό κήρυγμά του θλιβόμενες ψυχές (Ἰανουαρ. Α, σελ. 26). (β) Ὁ ἅγιος Φουλγέντιος, ἐπίσκοπος Ρουσπῶν, ποθοῦσε νά μιμηθεῖ τίς ἀρετές τῶν ἀναχωρητῶν τῆς Αἰγύπτου (Ἰανουαρ. Α, σελ. 27). (γ) Σχετικά μέ τήν ἡλικία τοῦ Ἐπισκόπου: Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἦταν σέ ἡλικία ἐνενήντα ἐτῶν ὅταν ἐξελέγη ὡς πατριάρχης (Ἰανουαρ. Β 31). (δ) Ὁ ἅγιος Εὐστάθιος τῆς Σερβίας ἀπό ἀσκητής Ἀρχιεπίσκοπος (Ἰανουάρ. Δ, σελ. 63). 5. ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ: (α) Γιά τόν ἀγώνα μας κατά τῶν αἱρετικῶν πρέπει πρῶτα νά συμφιλιωνόμεθα οἱ Ὀρθόδοξοι. Γιά σωστό ἀντιαιρετικό ἀγώνα νά κάνουμε σφαιρική κατήχηση τοῦ λαοῦ. Ἔτσι ὁ ἅγιος Βασίλειος, στόν καιρό πού ὁ λαός τῆς Καισάρειας ἀπειλεῖτο ἀπό τόν ἀρειανισμό, αὐτός δίδασκε τόν λαό νά θαυμάζουν τόν Θεό στήν κτίση μέ τίς Ὁμιλίες του στήν Ἑξαήμερο καί τούς μιλοῦσε γιά τό μεγαλεῖο πού νοιώθει ἡ ψυχή ἀσκώντας τίς ἀρετές καί μελετώντας τήν Ἁγία Γραφή μέ τίς Ὁμιλίες του στούς Ψαλμούς (Ἰανουαρ. Α, σελ. 17). (β) Ὁ ὀρθόδοξος ἀντιαιρετικός ἀγώνας ὄχι μόνο μέ παράθεση βιβλικῶν χωρίων, ἀλλά καί μέ ἐνέργειες στίς ὁποῖες φαίνεται δυνατά ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἅγιος Βασίλειος, γιά νά δείξει τήν ἀλήθεια τῆς ὀρθόδοξης πίστης ἐφήρμοσε ἕνα τέτοιο τρόπο στήν πολεμική του πρός τούς ἀρειανούς (Ἰανουαρ. Α, σελ. 18). (γ) Ὁ ὅσιος Φωστήρας κατεδείκνυε τήν ἀλήθεια τῆς ὀρθόδοξης πίστης καί μέ θαύματα (Ἰανουαρ. Ε, σελ. 71). 6. ΑΡΡΩΣΤΙΑ: (α) Ἡ ἁγία Συγκλητική ἔλεγε: «Νά ἡ μεγάλη ἄσκηση: Νά ὑπομένεις τήν ἀρρώστεια καί νά ἀναπέμπεις στόν Θεό εὐχαριστηρίους ὕμνους» (Ἰανουαρ. Ε, σελ. 69). (β) Ἡ ἁγία Συγκλητική ἔλεγε: «Ὅταν μᾶς ἐξουθενώνει ἡ ἀρρώστια, νά μήν καταθλιβόμεθα, ὡσάν ἐξαιτίας τῆς σωματικῆς μας κατάπτωσης νά μήν μποροῦμε νά δοξολογοῦμε τόν Θεό» (Ἰανουαρ. Ε, σελ. 69). 6

Γ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ Χαιρετισμός (1,1) Τήν ἐπιστολή αὐτή ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος τήν ἀπευθύνει στούς Ἰσραηλῖτες, πού πίστευσαν στόν Χριστό καί ἦταν διασκορπισμένοι σ ὅλο τόν κόσμο. Τούς εὔχεται τήν χριστιανική χαρά. 1, 1 Ἰάκωβος, Θεοῦ καὶ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ δοῦλος, ταῖς δώδεκα φυλαῖς ταῖς ἐν τῇ διασπορᾷ χαίρειν. 1, 1 Ἐγώ ὁ Ἰάκωβος, ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπευθύνομαι σέ σᾶς τίς δώδεκα φυλές τοῦ Ἰσραήλ, πού ζεῖτε στήν διασπορά. Χαίρετε! 1,1. Δοῦλος. Ὅπως ὁ Παῦλος (Ρωμ. 1,1. Φιλ. 1,1) καί ἄλλοι συντάκτες τῶν ἐπιστολῶν τῆς Καινῆς Διαθήκης (Β Πέτρ. 1,1 Ἰούδ. 1), ὁ Ἰάκωβος τιτλοφορεῖται «Ἰησοῦ Χριστοῦ δοῦλος», χωρίς νά προσθέτει τήν λ. «ἀπόστολος» (βλ. Α Κορ. 15,7). Διαφορετικά ἀπό τόν Ἰούδα, ὁ Ἰάκωβος δέν καθορίζει τήν ταυτότητά του, ἡ ὁποία, χωρίς ἀμφιβολία ἦταν πασίγνωστη. Κυρίου. Φαίνεται ἀμέσως ἡ χριστιανική προέλευση τῆς ἐπιστολῆς, μέ τόν τίτλο «Κύριος», ὁ ὁποῖος ἀποδίδεται στόν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ ἴδιος τίτλος ἀναφέρεται σαφῶς στόν Ἰησοῦ Χριστό εἰς 2,1 βλ. 5,14-15, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ἰσχυροί πάλι τίτλοι εἰς 1,7. 3,9. 4,10.15. 5,4.10.11 ἀναφέρονται στόν Θεό Πατέρα. Ἐν τῇ διασπορᾷ. Ἡ ἔκφραση αὐτή ἐδῶ ἔχει μία εὐρύτερη ἔννοια ἀπό αὐτή πού ἔχει εἰς Α Πέτρ. 1,1. Ἐδῶ ἡ ἔκφραση ἀφορᾶ τούς χριστιανούς πού ἀνήκουν στίς ἰουδαϊκές συναγωγές τίς ἔξω ἀπό τήν Παλαιστίνη, ἀλλά ἴσως ἀναφέρεται ἐπίσης καί σέ μερικούς Ἰουδαίους τῶν χωρῶν τῆς Παλαιστίνης, χριστιανούς πάντως. Στήν συνέχεια τῆς Ἐπιστολῆς παραλῆπτες εἶναι οἱ ἀδελφοί, πού ἑνώθηκαν στίς συναγωγές (2,1.2) καί ἀποτελοῦν Ἐκκλησίες (5,14). Ἡ εὐεργεσία τῶν δοκιμασιῶν (1,2-4) Ἐδῶ ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος μιλάει γιά τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς, τίς δοκιμασίες καί τίς θλίψεις μας, καί μᾶς λέγει ὅτι πρέπει νά χαιρόμαστε γι αὐτές (στίχ. 2), γιατί γυμνάζουν τήν πίστη μας καί αὐτό τό γύμνασμα δημιουργεῖ ἀντοχή στόν ἄνθρωπο, τοῦ φέρει ὑπομονή (στίχ. 3). Ἐκεῖνος δέ πού ἔχει ὑπομονή ζεῖ ἀπό τώρα τόν παράδεισο, γιατί ἔχει ἀταραξία καί εἰρήνη στήν ψυχή του, εἶναι τέλειος, δέν τοῦ λείπει τίποτε (στίχ. 4). 1, 2 Πᾶσαν χαρὰν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις, 3 γινώσκοντες ὅτι τὸ δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως κατεργάζεται ὑπομονήν 4 ἡ δὲ ὑπομονὴ ἔργον τέλειον ἐχέτω, ἵνα ἦτε τέλειοι καὶ ὁλόκληροι, ἐν μηδενὶ λειπόμενοι. 7

1, 2 Νά θεωρεῖτε, ἀδελφοί μου, ὡς μεγάλη χαρά, ὅταν δοκιμάζεστε ἀπό διάφορες θλίψεις. 3 Γιατί πρέπει νά ξέρετε ὅτι μέσα ἀπό τήν δοκιμασία τῆς πίστης σας γεννιέται ἡ ὑπομονή. 4 Ἡ ὑπομονή σας ὅμως πρέπει νά εἶναι τέλεια, γιά νά γίνετε τέλειοι καί ὁλοκληρωμένοι καί νά μήν ὑστερεῖτε σέ τίποτε. 1,2. Πειρασμοῖς. Στόν στίχ. 2 καί 12 οἱ «πειρασμοί» σημαίνουν τίς συγκρούσεις καί τίς διενέξεις τίς προερχόμενες ἀπ ἔξω, τίς θλίψεις γενικά, ἐνῶ στούς στίχ. 13-14 οἱ λέξεις τῆς ἰδίας ρίζης δηλώνουν τόν πειρασμό τόν προερχόμενο ἀπό τήν ἐσωτερική ἐπιθυμία. Ἡ μέν δοκιμασία εἶναι θεία παιδαγωγία πρός τόν χριστιανό (βλ. στίχ. 4.2,21. 5,11), δέν μπορεῖ ὅμως ποτέ ὁ Θεός νά βάλει σέ κάποιον ἁμαρτωλό πειρασμό (βλ. Ματθ. 6,13). 1,3. Ἡ ἀκολουθία τῶν στίχ. 3 καί 4 παρουσιάζει συγχρόνως συγγένειες καί διαφορές μέ τό Ρωμ. 5,3-4 (βλ. Β Πέτρ. 1,5-7). Ὁ Ἰάκωβος, χωρίς ἀμφιβολία, ἐπαναλαμβάνει ἕνα κοινό χωρίο ἰουδαϊκῆς καί χριστιανικῆς παροτρύνσεως. Ἡ δοκιμασία εἶναι ἕνα δοκίμιον, ἕνα τέστ, πού ἀποκαλύπτει στόν καθένα τήν ποιότητα τῆς πίστης του. Ὁ χριστιανός, πού ὑφίσταται πειρασμό, ὅταν τόν ὑπομείνει μέ καρτερικότητα, παράγει ἕνα τέλειο καρπό (βλ. 12. 5,11. Λουκ. 8,11-15). 1,4. Ἵνα ἦτε τέλειοι. Βλ. 3,2. Ἡ προσευχή νά γίνεται μέ πίστη (1,5-8) 1. Ὁ προηγούμενος λόγος τοῦ ἀδελφοθέου, τό νά χαιρόμαστε γιά τίς θλίψεις, εἶναι «σοφία». Δέν γνωρίζουν ὅμως ὅλοι οἱ χριστιανοί τήν σοφία αὐτή, γι αὐτό καί τώρα ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος προτρέπει αὐτούς νά τήν ζητήσουν ἀπό τόν Θεό καί θά τήν λάβουν (στίχ. 5). Μόνο νά τήν ζητήσουν μέ σταθερή πίστη, χωρίς καμμιά ἀμφιβολία, γιατί ἐκεῖνος πού ταλατεύεται στήν πίστη ἔχει τήν ψυχή του ταραγμένη σάν τήν τρικυμισμένη θάλασσα (στίχ. 6) καί ἡ προσευχή αὐτοῦ δέν εἰσακούεται ἀπό τόν Θεό (στίχ. 7). 2. Σ αὐτόν, πού ἄλλοτε μέν ἐπιθυμεῖ τήν σοφία πού δίνει ὁ Θεός καί ἄλλοτε τήν καταφρονεῖ καί τήν θεωρεῖ μωρία, σ αὐτόν τόν «δίψυχο» ἄνθρωπο, ὁ Θεός ἀρνεῖται νά δώσει τήν σοφία του, γιατί εἶναι «ἀκατάστατος» σ ὅλα τά ἔργα του (στίχ. 8). 1, 5 Εἰ δέ τις ὑμῶν λείπεται σοφίας, αἰτήτω παρὰ τοῦ διδόντος Θεοῦ πᾶσιν ἁπλῶς καὶ οὐκ ὀνειδίζοντος, καὶ δοθήσεται αὐτῷ 6 αἰτείτω δὲ ἐν πίστει, μηδὲν διακρινόμενος ὁ γὰρ διακρινόμενος ἔοικε κλύδωνι θαλάσσης ἀνεμιζομένῳ καὶ ριπιζομένῳ. 7 Μὴ γὰρ οἰέσθω ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ὅτι λήψεταί τι παρὰ τοῦ Κυρίου. 8 Ἀνὴρ δίψυχος ἀκατάστατος ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ. 1, 5 Ἐάν κάποιος ἀπό σᾶς ὑστερεῖ σέ σοφία, ἄς τήν ζητήσει ἀπό τόν Θεό καί θά τοῦ τήν δώσει. Γιατί ὁ Θεός δίνει σέ ὅλους πλούσια καί χωρίς νά προσβάλλει κανένα. 6 Ἀλλά νά ζητάει μέ πίστη, χωρίς νά ἔχει καμμία ἀμφιβολία. Γιατί, ὅποιος ἀμφιβάλλει μοιάζει μέ τό κῦμα τῆς θάλασσας, πού κινεῖται ἀπό τόν ἀέρα καί πάει ἐδῶ καί ἐκεῖ. 7 Ἄς μή νομίζει ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ὅτι θά λάβει κάτι ἀπό τόν Κύριο. 8 Ἄνθρωπος δίγνωμος εἶναι ἀκατάστατος σέ ὅ,τι κάνει. 8

1,5. Σοφίας. Βλ. 3,13. Γιά νά κρατήσουμε συνεχόμενο τό νόημα μέ τά προγούμενα περί δοκιμασιῶν, θά πρέπει νά ἑρμηνεύσουμε: Πολλοί νεοφώτιστοι χριστιανοί δέν εἶχαν ἐννοήσει ἀκόμη τήν ἀλήθεια ὅτι ἡ πίστη στόν Χριστό δίνει χαρά στίς θλίψεις. Αὐτοί «λείπονται σοφίας». Αἰτήτω. Βλ. 4,2-3. Τοῦ διδόντος... πᾶσιν ἁπλῶς. Ὁ Θεός δίδει μέ ἁπλότητα, δηλαδή, χωρίς νά θέτει ὅρους (βλ. Ρωμ. 12,8. Β Κορ. 11,3. Κολ. 3,22), ἤ δίνει μέ γενναιοδωρία (Vulgata). Αὐτή ἡ ἁπλότητα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀντίθετη πρός τόν δίψυχο ἄνθρωπο, τόν ἄνθρωπο ἐκεῖνο πού ἔχει μοιρασμένη καρδιά (βλ. στίχ. 8. Σ. Σειρ. 20,14-15). Γενικά, τό ἐπίρρημα «ἁπλῶς», ὅπως καί τό ἐπίθετο «ἁπλοῦς» στήν κοινή γλῶσσα ἔχει τήν ἔννοια ὅτι «δέν συμβαίνει τίποτε». Χρησιμοποιοῦνται ὡς στερητικά καί ἀντίθετα πρός τό νοούμενο, τό ὁποῖο ἐδῶ εἶναι τό «ὀνειδίζων». Ἔτσι τό «ἁπλῶς» τοῦ στίχ. μας ἔχει τήν ἔννοια τῆς ἑπομένης φράσεως «οὐκ ὀνειδίζοντος», κατά τό ἰδίωμα τῆς ἑβραϊκῆς νά ἐκφράζει διττῶς τό αὐτό νόημα. 1,6. Μηδέν διακρινόμενος. Τό «διακρίνομαι» ἐδῶ ἔχει τήν ἔννοια τοῦ «ταλαντεύομαι», «ὀλιγοπιστῶ». 1,8. Δίψυχος. Βλ. 4,8. Ὁ ἀκατάστατος ἄνθρωπος. Ὁ πτωχός καί ὁ πλούσιος (1,9-11) 1. Στήν περικοπή μας αὐτή ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος στόν πτωχό χριστιανό, πού ταλαιπωρεῖται στήν ζωή του, τοῦ λέγει νά καυχᾶται γιά τό «ὕψος» του καί στόν πλούσιο χριστιανό τοῦ λέγει νά καυχᾶται καί αὐτός γιά τήν «ταπείνωσή» του (στίχ. 9.10). 2. Ποιό εἶναι τό «ὕψος» τοῦ πτωχοῦ καί ποιά ἡ «ταπείνωση» τοῦ πλουσίου; «Ὕψος» τοῦ πτωχοῦ εἶναι ἡ «σοφία» του ὅτι μέ τίς θλίψεις καί τίς ταλαιπωρίες πού ὑφίσταται στήν ζωή του γυμνάζεται ἡ πίστη του καί τοῦ φέρνει ὑπομονή (στίχ. 2.3). Καί «ταπείνωση» γιά τόν πλούσιο εἶναι τό ὅτι δέν καυχᾶται γιά τά πλούτη του ἤ τήν κοσμική δόξα του, ἀλλά τά θεωρεῖ ὅλα αὐτά μάταια (στίχ. 11) καί ἄχρηστα γιά τήν πνευματική του πρόοδο. 1, 9 Καυχάσθω δὲ ὁ ἀδελφὸς ὁ ταπεινὸς ἐν τῷ ὕψει αὐτοῦ, 10 ὁ δὲ πλούσιος ἐν τῇ ταπεινώσει αὐτοῦ, ὅτι ὡς ἄνθος χόρτου παρελεύσεται. 11 Ἀνέτειλε γὰρ ὁ ἥλιος σὺν τῷ καύσωνι καὶ ἐξήρανε τὸν χόρτον, καὶ τὸ ἄνθος αὐτοῦ ἐξέπεσε, καὶ ἡ εὐπρέπεια τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἀπώλετο. Οὕτω καὶ ὁ πλούσιος ἐν ταῖς πορείαις αὐτοῦ μαρανθήσεται. 1, 9 Ὁ πτωχός καί ἄσημος ἀδελφός ἄς καυχιέται γιά τήν κατά Θεόν σοφία του 10 καί ὁ πλούσιος ἄς καυχιέται γιά τό ταπεινό του φρόνημα, γιατί ξέρει ὅτι θά μαραθεῖ σάν τό ἄνθος τοῦ χορταριοῦ. 11 Ὅπως ξέρουμε, ἀνατέλλει ὁ ἥλιος μέ τήν καυστική του θερμότητα καί ξεραίνει τό χορτάρι καί πέφτει τό ἄνθος του καί χάνεται ἡ ὀμορφιά του. Ἔτσι καί ὁ πλούσιος θά ἀφανιστεῖ μέσα στίς ἐπιχειρήσεις του. 1,9-10. Οἱ στίχ. αὐτοί ὑπενθυμίζουν τούς ἄνισους κοινωνικούς ὅρους στό ἐσωτερικό τῶν χριστιανικῶν κοινοτήτων (βλ. 2,1-7. 5,1-6. Α Κορ. 1,26-29. Τό «ὕψος» τοῦ ταπεινοῦ καί πτωχοῦ ἀδελφοῦ, γιά τό ὁποῖο αὐτός πρέπει νά καυχᾶται, εἶναι τό νά πιστεύει ὅτι ἡ ταπεινή του κατάσταση στήν ὁποία βρίσκεται τοῦ δοκιμάζει καί τοῦ καταρτίζει τήν πίστη, τοῦ ἐξασκεῖ ὑπομονή. Αὐτό πραγματικά, τό νά θεωρεῖ ὁ 9

πιστός τίς δοκιμασίες του ὡς ἀνώτερες καί προτιμώτερες ἀπό τόν πλοῦτο, γιατί τοῦ στερεώνουν τήν πίστη καί τήν ὑπομονή, αὐτό εἶναι σοφία (βλ. στίχ. 2-5), καί «ὕψος». Ἡ ὑποβάθμιση τοῦ πλουσίου («ὁ πλούσιος ἐν τῇ ταπεινώσει αὐτοῦ», στίχ. 10) ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι μέ τήν μεταστροφή του δέν χαίρει πλέον τῆς ἰδίας ὑπολήψεως στό δικό του περιβάλλον καί ὅτι ἡ εἴσοδός του στήν ἐκκλησιαστική κοινότητα τόν ὑποχρεώνει νά θυσιάσει ἕνα μέρος ἀπό τά ἀγαθά του. Ἡ ἐκφρασθεῖσα ἀνατροπή μέ τήν ἀντίθεση «ἐν τῷ ὕψει ἐν τῇ ταπεινώσει» φαίνεται καλύτερα σέ ἕνα ἐσχατολογικό ὁρίζοντα: Ἐνῷ ὁ ταπεινός πτωχός θά δοξασθεῖ μέ μία ὑποσχεθεῖσα κληρονομία ἐν οὐρανοῖς, ὁ πλούσιος δέν θά μπορέσει νά δοξασθεῖ στά πρόσκαιρα ἀγαθά του (5,1-3). Ἀμοιβή τῆς ὑπομονῆς (1,12) Σάν συμπέρασμα ὅλων τῶν παραπάνω λέγει ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος ὅτι εἶναι μακάριος ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος πού δέχεται μέ καρτερία τίς θλίψεις καί δοκιμασίες του, γιατί μέ αὐτές γυμνάζεται καί ἄν κριθεῖ βραβεύσιμος θά πάρει ὡς στεφάνι τήν αἰώνιο ζωή. Αὐτό τό βραβεῖο τό ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος σέ ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦν (στίχ. 12). 1, 12 Μακάριος ἀνὴρ ὃς ὑπομένει πειρασμόν ὅτι δόκιμος γενόμενος λήψεται τὸν στέφανον τῆς ζωῆς, ὃν ἐπηγγείλατο ὁ Κύριος τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν. 1, 12 Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ὑπομένει τήν δοκιμασία του. Γιατί, ἀφοῦ κριθεῖ ἄξιος, θά λάβει τό στεφάνι τῆς αἰώνιας ζωῆς, πού ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος σ αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν. 1,12. Αὐτός ὁ μακαρισμός εἶναι μία μορφή παραδοσιακῆς παροτρύνσεως στήν Παλαιά Διαθήκη. Ὑπόσχεται εὐτυχία σ αὐτόν πού θά ἀκολουθεῖ τήν ὁδό τοῦ Θεοῦ (βλ. στίχ. 25). Στήν Καινή Διαθήκη ὁ μακαρισμός αὐτός εἶναι ἐσχατολογικός διδόμενος ἰδιαίτερα σέ ἐκείνους πού ὑπομένουν τίς δοκιμασίες (βλ. 5,11. Ματθ. 5,10-12. Λουκ. 12,37-38. Α Πέτρ. 3,14. 4,14. Ἀποκ. 2,10. 14,13. 16,15). Ἀνθρώπινος πειρασμός καί δῶρον Θεοῦ (1,13-18) 1. Καί τώρα ὁ ἅγιος Ἰάκωβος μᾶς μιλάει περί τῶν ἐσωτερικῶν πειρασμῶν, τῶν ἁμαρτωλῶν κλίσεων. Ἐνῶ οἱ πρῶτοι, οἱ ἐξωτερικοί πειρασμοί, μᾶς παραχωροῦνται ἀπό τόν Θεό γιά νά τελειοποιηθοῦμε, οἱ ἐσωτερικοί πειρασμοί δέν προέρχονται καθόλου ἀπό τόν Θεό, γιατί Αὐτός εἶναι «ἀπείραστος κακῶν» (στίχ. 13). Δηλαδή ὁ Θεός δέν ὑπόκειται σέ πειρασμούς, δέν ἐνοχλεῖται ἀπό κακούς λογισμούς καί γι αὐτό εἶναι ἀδύνατο νά ἐκπορεύεται ἀπ Αὐτόν κακό καί νά πειράζει τούς ἀνθρώπους. Καθένας πειράζεται, γιατί δελεάζεται ὁ ἴδιος ἀπό τό κακό πειράζεται δηλαδή ἀπό τήν ἴδια του τήν κακή ἐπιθυμία (στίχ. 14). Τήν δέ κακή ἐπιθυμία ὁ ἅγιος Ἰάκωβος τήν παριστάνει ἐδῶ σάν μιά γυναίκα, πού συλλαμβάνει καί γεννάει τήν ἁμαρτία καί ἡ ἁμαρτία ἔπειτα φέρνει τόν θάνατο (στίχ. 15), τόν πνευματικό θάνατο, ἀπό τόν ὁποῖο προῆλθε καί ὁ σωματικός θάνατος (βλ. Γεν. κ. 3). 2. Μέ αὐτά πού λέγει ὁ ἀδελφόθεος καί μέ τά ἄλλα πού θά πεῖ παρακάτω θέλει νά ἀναιρέσει τήν πλάνη ὅτι τά κακά καί οἱ πειρασμοί προέρχονται ἀπό τόν Θεό. «Μήν πλανᾶσθε, ἀδελφοί μου», τούς λέγει (στίχ. 16). Ὄχι! Μόνο ἀγαθά καί τέλειες δωρεές προέρχονται ἀπό τόν Θεό στούς ἀνθρώπους. Ὁ 10

Θεός λέγεται «πατέρας τῶν φώτων» (στίχ. 17). Ἀδύνατο νά προέρχεται ἀπό τόν Θεό πειρασμός. Οὔτε μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι μέν τώρα καλός, ἀλλά μπορεῖ ἀργότερα νά ἀλλάξει, γιατί στόν Θεό δέν ὑπάρχει «παραλλαγή», μετάπτωση, δηλαδή, ἀπό μιά κατάσταση σέ ἄλλη, οὔτε «ἀποσκίασμα τροπῆς» (στίχ. 17), οὔτε, δηλαδή,σκιά καί ἴχνος μεταβολῆς (στίχ. 18). 1, 13 Μηδεὶς πειραζόμενος λεγέτω ὅτι ἀπὸ Θεοῦ πειράζομαι ὁ γὰρ Θεὸς ἀπείραστός ἐστι κακῶν, πειράζει δὲ αὐτὸς οὐδένα. 14 Ἕκαστος δὲ πειράζεται ὑπὸ τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας ἐξελκόμενος καὶ δελεαζόμενος 15 εἶτα ἡ ἐπιθυμία συλλαβοῦσα τίκτει ἁμαρτίαν, ἡ δὲ ἁμαρτία ἀποτελεσθεῖσα ἀποκύει θάνατον. 16 Μὴ πλανᾶσθε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί 17 πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἀπὸ τοῦ πατρὸς τῶν φώτων, παρ ᾧ οὐκ ἔνι παραλλαγὴ ἢ τροπῆς ἀποσκίασμα. 18 Βουληθεὶς ἀπεκύησεν ἡμᾶς λόγῳ ἀληθείας εἰς τὸ εἶναι ἡμᾶς ἀπαρχήν τινα τῶν αὐτοῦ κτισμάτων. 1, 13 Κανείς, ἀπ ὅσους ἔχουν ἕνα πειρασμό, νά μήν λέγει ὅτι «ὁ Θεός μέ βάζει σέ πειρασμό». Γιατί ὁ Θεός δέν μπαίνει σέ πειρασμό καί γι αὐτό δέν βάζει κανένα σέ πειρασμό. 14 Ἀλλά ὁ καθένας πειράζεται ἀπό τήν δική του ἐπιθυμία, πού τόν παρασύρει καί τόν ἐξαπατάει. 15 Ἔπειτα, αὐτή ἡ ἐπιθυμία συλλαμβάνει καί γεννάει τήν ἁμαρτία, ἡ δέ ἁμαρτία, ὅταν ὁλοκληρωθεῖ, γεννάει θάνατο. 16 Μή πλανᾶστε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. 17 Κάθε καλή προσφορά καί κάθε τέλειο δῶρο ἔρχεται ἀπό ψηλά, ἀπό τόν πάμφωτο Πατέρα. Σ Αὐτόν δέν ὑπάρχει ἀλλοίωση, ἀλλά οὔτε καί ἴχνος μεταβολῆς. 18 Ἐπειδή ἐκεῖνος τό θέλησε, μᾶς ἔφερε σέ νέα ζωή μέ τόν λόγο τῆς ἀλήθειας, γιά νά εἴμασε σάν μιά ἀπαρχή (= στήν πρώτη θέση) τῶν δημιουργημάτων του. 1,13. Ἀπείραστος. Ἐκλαμβάνεται καί μέ παθητική ἔννοια (ὅτι δηλαδή ὁ Θεός δέν ὑπόκειται εἰς πειρασμό), ἀλλά καί μέ τήν ἐνεργητική (οὔτε βάλει τινά εἰς πειρασμό), ὅπως ὁ ἱερός συγγραφεύς τό βεβαιώνει αὐτό ἀμέσως λέγων «πειράζει δέ αὐτός [ὁ Θεός]οὐδένα». «Ἡ θεία φύσις μήτ αὐτή οἷά τέ ἐστι πειράζεσθαι, μήτ ἄλλοις τοῦτο παρέχει» (Οἰκουμένιος). 1,14. Ἕκαστος πειράζεται...ὁ Θεός εἶναι ἀδύνατο νά προκαλέσει σέ κάποιον πειρασμό ἁμαρτίας. Ἀφοῦ τό κακό εἶναι ξένο πρός τόν Θεό καί μισητό σ Αὐτόν, δέν μπορεῖ ὁ Θεός νά ὠθήσει τινα σ αὐτό (βλ. Σοφ. Σειρ. 15,11-13). Ὁ ἄνθρωπος δελεάζεται καί παρασύρεται στήν ἁμαρτία ἀπό τήν «ἰδία (του κακή) ἐπιθυμία». Αὐτή ἐδῶ ἡ ἐπιθυμία πρέπει νά συγκριθεῖ μέ τά πάθη πού στρατεύονται στά μέλη μας (βλ. 4,1-2). Εχει τόν ἴδιο ρόλο μέ τήν «κακή κλίση», πού λέγει ὁ Ἰουδαϊσμός ἤ ἀκόμη μέ τό «πνεῦμα τῆς διαφθορᾶς καί τοῦ σκότους» στά γραπτά τοῦ Qumran (Regle 3,18 4,26 Α Ἰωάν. 2,16-17). 1,15. Παρά μιᾶς κάποιας ὁμοιότητας στήν σχέση τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου μέ τά χωρία Ρωμ. 5,12. 6,23. 7,13, ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι ἐδῶ μία ἐξωτερική δύναμη στόν ἄνθρωπο, ἀλλά τό ἴδιο τό ἁμάρτημα, τό ἴδιο τό λάθος (βλ. 2,9. 4,17. 5,15-16.20). Ὅταν φθάσει στήν ὡριμότητα ἡ ἁμαρτία γεννᾶ τόν θάνατο. Ἡ ἴδια σχέση μεταξύ ἁμαρτίας καί θανάτου ξαναβρίσκεται εἰς 5,20. Δέν πρόκειται ἁπλᾶ γιά τόν φυσικό θάνατο, ἀλλά γιά τόν ἐσχατολογικό, πού ἀντιτίθεται στήν ζωή τήν ἤδη δημιουργηθεῖσα στόν πιστό μέ τόν λόγο τῆς ἀληθείας (στίχ. 18) καί τήν ὁποία ὑπόσχεται ὁ Θεός σ ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦν (στίχ. 12). 1,17. Οἱ πρῶτες λέξεις τοῦ στίχ. αὐτοῦ σχηματίζουν ἕνα ἑξάμετρο ὁ ἱερός συγγραφεύς παραθέτει ἴσως μία παροιμιώδη ἔκφραση γιά τήν 11

ἀξία τοῦ δώρου, ἀλλά προσθέτοντας ὅτι τό τέλειο δῶρο προέρχεται μόνο ἀπό τόν Θεό. Τοῦ πατρός τῶν φώτων. Ὁ Θεός εἶναι Κύριος (βλ. 1,1) καί Πατέρας (1,27. 3,9), ὁ μοναδικός Θεός τῆς ἰουδαϊκῆς πίστεως (2,19 βλ. 4,12). Εἶναι ὁ Πατέρας τῶν Φώτων, γιατί αὐτός δημιούργησε τούς ἀστέρας (βλ. Γεν. 1,14-18 ὁ τίτλος ὅμως δέν ἐμφανίζεται περί τοῦ Θεοῦ παρά μόνο στήν ἀρμενική μετάφραση τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Μωυσέως 36,38 στό Qumran, στό Regle 3,20, ὁ πρίγκιπας τῶν φώτων ἀντιτίθεται στόν ἄγγελο τῶν σκοταδιῶν). Ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι ὁ Πατέρας τῶν φώτων, εἶναι αὐτός ὁ Ἴδιος φῶς (βλ. Α Ἰωάν. 1,5). Ὁ ἱερός συγγραφεύς θέλει νά ἀποκλείσει κάθε δυαλισμό στόν Θεό καί στά ἔργα του (βλ. στίχ. 13) καί νά ἀφαιρέσει ἀπ αὐτόν τόν διχασμό καί τήν ἐνοχή πού χαρακτηρίζει τόν ἁμαρτωλό (βλ. 1,8. 4,4). Ὁ Θεός εἶναι αὐτός πού δίνει σ αὐτόν πού τοῦ ζητάει (βλ. στίχ. 5. 5,15), πάντοτε ἕτοιμος νά συγχωρεῖ (5,11). Ἀλλά εἶναι ἐπίσης ὁ κριτής (5,8-10 βλ. 4,12), πού δίνει τήν βασιλεία στούς δοκιμαζομένους πτωχούς καί καλεῖ σέ ἀπολογία τούς παραβάτες τοῦ νόμου του πλουσίους. Οὔκ ἔνι παραλλαγή ἤ... Τά χειρόγραφα κατασκευάζουν τήν φράση αὐτή μέ τέσσερες διαφόρους τρόπους, ἀπό τούς ὁποίους κανένας δέν εἶναι ἱκανοποιητικός. Τό κείμενο εἶναι ἴσως ἐλαφρά ἐφθαρμένο. Ἡ ἔννοια τῆς φράσεως εἶναι κατ οὐσίαν ἡ αὐτή πρός τό χωρίον Α Ἰωάν. 1,5: «Ὁ Θεός φῶς ἐστι καί σκοτία οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῷ οὐδεμία». Τό φῶς τοῦ ἡλίου παραλάσσει τό φῶς του, ἀλλά τό φῶς τοῦ Θεοῦ λάμπει πάντοτε, χωρίς ποτέ νά ἐπισκιάζεται. Ὁ Θεός εἶναι πάντοτε ὁ αὐτός (βλ. Ὑπόμνημα Τρεμπέλα). 1,18. Ἀπεκύησεν ἡμᾶς λόγῳ εἰς τό εἶναι... Ὁ στίχ., ὅπως ἡρμήνευσαν μερικοί, μπορεῖ νά ἀναφέρεται καί στόν δημιουργικό λόγο καί ἄρα πρόκειται γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα ἀλλά μᾶλλον ἐδῶ πρόκειται γιά τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγγελίου καί ὁ στίχος λοιπόν ἀφορᾶ μόνο τούς χριστιανούς, πού δέχθηκαν τόν εὐαγγελικό λόγο, πού τούς ὁδήγησε στήν σωτηρία. Πραγματικά, ὁ λόγος τῆς ἀληθείας, πού μᾶς δόθηκε μέ τήν θέληση τοῦ Θεοῦ («βουληθείς»), χωρίς ἀμφιβολία εἶναι τό Εὐαγγέλιο (βλ. Α Πέτρ. 1,23-25. Κολ. 1,5. Ἐφεσ. 1,13. Β Τιμ. 2,15), ἀλλά ἐπίσης μία σοφία ζωῆς (βλ. 3,14. 5,19), τήν ὁποία ὁ ἀδελφόθεος ὀνομάζει καί «νόμον τῆς ἐλευθερίας» (στίχ. 25. 2,12). Ἐνῶ ἡ κακή ἐπιθυμία γεννᾶ τόν θάνατο (στίχ. 15), αὐτός ὁ λόγος μᾶς χαρίζει ζωή, μᾶς κάνει ὡς «ἀπαρχή» μιᾶς νέας δημιουργίας. Ἀπαρχήν. «Ἀπαρχαί» ἦταν τά πρωτογεννήματα τῆς γῆς καί τῶν κτηνοτροφικῶν προϊόντων, τά ὁποῖα οἱ Ἰσραηλῖτες προσέφεραν στόν Θεό γιά ἀφιέρωση. Ἔχει ὅμως ἡ ἔκφραση τήν ἔννοια τοῦ ἐκλεκτοῦ. Κτισμάτων. Δέν πρόκειται μόνο περί τοῦ ὁρατοῦ κόσμου, γιατί ὁ ἄνθρωπος ἐπλάσθη ἀπ ἀρχῆς ὡς κορωνίς τῆς δημιουργίας. Μέ τήν ἐν Χριστῷ ὅμως ἀναγέννησή του ὁ ἄνθρωπος ἔγινε «ἀπαρχή» καί τῆς ἀοράτου κτίσεως καί τῶν ἀγγέλων δηλαδή. Ἀκοῦστε καί ἐφαρμόστε τόν λόγο (1,19-27) 1. Στήν διδαχή του αὐτή ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος μιλάει γιά τήν ἔμπρακτη θρησκευτικότητα, αὐτή πού εἶναι δεκτή καί εὐάρεστη στόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει τέτοια θρησκευτικότητα ἔχει κατά πρῶτον αὐτοκυριαρχία. Ἔχει ἡγεμονικό νοῦ, πού τοῦ δίνει τήν δύναμη νά προσέχει καί νά ἀκροάζεται, νά μήν εἶναι φλύαρος καί νά συγκρατεῖ τήν ὀργή του (στίχ. 19). Αὐτός πραγματικά ὁ ἄνθρωπος ἔχει βάθος πνευματικό. Ἀντίθετα, ὅποιος ὀργίζεται δέν μπορεῖ νά προκόψει πνευματικά, δέν μπορεῖ νά πετύχει τήν τελείωσή του (στίχ. 20), γιατί καί ἄν ἔκανε ἀγώνα νά πετύχει κάτι τό καλό, ἡ ὀργή τοῦ τό καταστρέφει. Γιά νά ριζώσει στήν ψυχή μας ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πού σπάρθηκε γιά νά φυτευθεῖ σ αὐτή, γι αὐτό καί λέγεται «ἔμφυτος», πρέπει ἡ ψυχή νά τόν δέχεται μέ πραότητα καί νά εἶναι καθαρή ἀπό τά πάθη (στίχ. 21). 2. Δέν φτάνει μόνο νά ἀκοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί νά τόν ἐφαρμόζουμε γι αὐτό ὁ Ἀδελφόθεος μᾶς λέγει τώρα νά μήν εἴμαστε μόνο ἀκροατές τοῦ θείου λόγου, ἀλλά καί ποιητές, γιατί διαφορετικά 12

«παραλογιζόμεθα ἑαυτούς» (στίχ. 22). Αὐτό τό «παραλογιζόμεθα» σημαίνει ὅτι δέν κάνουμε καλό λογαριασμό γιά τήν σωτηρία μας. Ἐνῶ γιά τήν σωτηρία μας ἀπαιτεῖται ὄχι μόνο ἡ ἀκρόαση, ἀλλά πρό πάντων ἡ ἐφαρμογή τοῦ θείου λόγου, ἐμεῖς καταβάλλουμε γι αὐτήν μόνο τήν ἀκρόαση. Γιά νά δείξει δέ ὁ ἅγιος Ἰάκωβος πόσο ἀνούσιο εἶναι τό νά ἀκούει κανείς μόνο τόν λόγο τοῦ Θεοῦ χωρίς νά προχωρεῖ στήν ἐφαρμογή του, ἀναφέρει τό ἑξῆς παραστατικό παράδειγμα: Ἄς φανταστοῦμε κάποιον πού στέκεται μπροστά στόν καθρέπτη καί βλέπει μέσα σ αὐτόν τήν καμωσιά του, ἀλλά αὐτό πού βλέπει μέσα στόν καθρέπτη στήν πραγματικότητα δέν εἶναι τίποτα, εἶναι ἕνα φάσμα, γι αὐτό καί ἐξαφανίζεται ὅταν ἀπομακρυθεῖ ἀπό τόν καθρέπτη. Λοιπόν: Ὅσο διαφέρει ἕνα πραγματικό ἀντικείμενο ἀπό τό φάσμα του στόν καθρέπτη, πού εἶναι ψεύτικο, τόσο διαφέρει αὐτός πού ἐφαρμόζει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπ αὐτόν πού ἁπλᾶ τόν ἀκούει (στίχ. 23-24). Ἕνας ἀκροατής μόνο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ὄχι καί ποιητής δέν νοιώθει χαρά στήν ψυχή του ἀντίθετα, ἐκεῖνος πού ἐφαρμόζει τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, πού εἶναι ὁ «τέλειος νόμος ὁ τῆς ἐλευθερίας», ὅπως τόν λέγει ἐδῶ ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος, αἰσθάνεται μακάριος γι αὐτό (στίχ. 25). 3. Μέ τήν εὐκαιρία τοῦ χριστιανοῦ, πού «παραλογίζει ἑαυτόν» νομίζοντας ὅτι θά πετύχει τήν σωτηρία του ἀκούγοντας μόνο τόν λόγο τοῦ Θεοῦ χωρίς καί νά τόν ἐφαρμόζει, ὁ ἀδελφόθεος θυμᾶται τούς «θρήσκους». Αὐτοί ἦταν μέν ζηλωτές καί τηρητές τῶν λατρευτικῶν ἰουδαϊκῶν τύπων, ἀλλά ἦταν ἄτακτοι στήν ζωή τους. Καυχόνταν δέ αὐτοί οἱ θρῆσκοι γιά τήν τήρηση τῶν θρησκευτικῶν τύπων, γιά τήν «θρησκεία» τους. Ἀλλά τούς λέγει ἐδῶ ὁ ἀδελφόθεος ὅτι εἶναι μάταιη αὐτή τους ἡ θρησκεία, ἀφοῦ ἡ ζωή τους δέν εἶναι σωστή καί σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καί ὡς κύριο γνώρισμα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ἀναφέρει ὁ Ἰάκωβος τό νά μποροῦμε νά χαλιναγωγοῦμε τήν γλώσσα μας. Ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος πού καυχᾶται μέν ὅτι εἶναι «θρῆσκος», ἀλλά δέν ἔχει τόν ἔλεγχο τῆς γλώσσας του, αὐτός «ἀπατάει τήν καρδία του», λέγει ὁ ἀδελφόθεος, δηλαδή, ἐξαπατάει τήν συνείδησή του καί εἶναι «μάταιη», δηλαδή, ἀνώφελη ἡ «θρησκεία» του (στίχ. 26). 4. Στήν συνέχεια ὁ ἅγιος Ἰάκωβος μᾶς λέγει ποιά εἶναι ἡ καθαρή θρησκεία, ὅπως τήν θέλει ὁ Θεός. Εἶναι αὐτή: «Ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανούς καί χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν, ἄσπιλον ἑαυτόν τηρεῖν ἀπό τοῦ κόσμου» (στίχ. 27). Αὐτό πού ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἰς Ρωμ. 12,1 τό λέγει «λογική λατρεία», ὁ Ἀδελφόθεος ἐδῶ τό λέγει «καθαρά θρησκεία». Αὐτά τά δύο, στό νά ἀγωνιζόμεθα νά ζοῦμε ἁγνά καί νά μήν ἐπηρεαζόμεθα ἀπό τά μιάσματα τοῦ κόσμου, τό πρῶτον, καί τό νά ἐλεοῦμε τούς πτωχούς καί νά παρηγοροῦμε τούς θλιμμένους, ἔπειτα, αὐτά εἶναι ὅλη ἡ χριστιανική ἠθική. 1, 19 Ὥστε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, ἔστω πᾶς ἄνθρωπος ταχὺς εἰς τὸ ἀκοῦσαι, βραδὺς εἰς τὸ λαλῆσαι, βραδὺς εἰς ὀργήν 20 ὀργὴ γὰρ ἀνδρὸς δικαιοσύνην Θεοῦ οὐ κατεργάζεται. 21 Διὸ ἀποθέμενοι πᾶσαν ρυπαρίαν καὶ περισσείαν κακίας ἐν πραΰτητι δέξασθε τὸν ἔμφυτον λόγον τὸν δυνάμενον σῶσαι τὰς ψυχὰς ὑμῶν. 22 Γίνεσθε δὲ ποιηταὶ λόγου καὶ μὴ μόνον ἀκροαταί, παραλογιζόμενοι ἑαυτούς. 23 Ὅτι εἴ τις ἀκροατὴς λόγου ἐστὶ καὶ οὐ ποιητής, οὗτος ἔοικεν ἀνδρὶ κατανοοῦντι τὸ πρόσωπον τῆς γενέσεως αὐτοῦ ἐν ἐσόπτρῳ 24 κατενόησε γὰρ ἑαυτὸν καὶ ἀπελήλυθε, καὶ εὐθέως ἐπελάθετο ὁποῖος ἦν. 25 Ὁ δὲ παρακύψας εἰς νόμον τέλειον τὸν τῆς ἐλευθερίας καὶ παραμείνας, οὗτος οὐκ ἀκροατὴς ἐπιλησμονῆς γενόμενος, ἀλλὰ ποιητὴς ἔργου, οὗτος μακάριος ἐν τῇ ποιήσει αὐτοῦ ἔσται. 26 Εἴ τις δοκεῖ θρῆσκος εἶναι ἐν ὑμῖν μὴ χαλιναγωγῶν γλῶσσαν αὐτοῦ, ἀλλ ἀπατῶν 13

καρδίαν αὐτοῦ, τούτου μάταιος ἡ θρησκεία. 27 Θρησκεία καθαρὰ καὶ ἀμίαντος παρὰ τῷ Θεῷ καὶ πατρὶ αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανοὺς καὶ χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν, ἄσπιλον ἑαυτὸν τηρεῖν ἀπὸ τοῦ κόσμου. 1, 19 Λοιπόν, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, κάθε ἄνθρωπος ἄς εἶναι πρόθυμος στό νά ἀκούει, νά μή βιάζεται στό νά μιλάει καί νά μή βιάζεται στό νά ὀργίζεται. 20 Γιατί ἡ ὀργή τοῦ ἀνθρώπου δέν φέρνει τήν δικαίωσή του (δηλαδή, τήν σωτηρία του) ἀπό τόν Θεό. 21 Γι αὐτό, διῶξτε ἀπό πάνω σας κάθε ἀνηθικότητα καί πληθώρα κακίας καί δεχθεῖτε μέ ταπεινοφροσύνη τόν λόγο, πού σπάρθηκε στήν ψυχή σας καί πού μπορεῖ νά τήν σώσει. 22 Νά γίνετε δέ ποιητές τοῦ λόγου καί ὄχι μόνο ἀκροατές ξεγελῶντας τόν ἑαυτό σας. 23 Γιατί, ἄν κανείς εἶναι ἀκροατής τοῦ λόγου καί ὄχι τηρητής, αὐτός μοιάζει μέ ἐκεῖνον, πού βλέπει τό φυσικό του πρόσωπο στόν καθρέπτη. 24 Εἶδε δηλαδή τόν ἑαυτό του καί ἔφυγε καί ἀμέσως λησμόνησε πώς ἦταν. 25 Αὐτός ὅμως πού ἔσκυψε πάνω στόν τέλειο νόμο, τόν νόμο πού χαρίζει ἐλευθερία, καί παρέμεινε σ αὐτόν, αὐτός, ἐπειδή δέν ἔγινε ἀκροατής πού ξεχνάει, ἀλλά ἐφαρμόζει στήν πράξη, αὐτός θά εἶναι μακάριος γιά τήν ἔμπρακτη αὐτή ἐφαρμογή. 26 Ἄν κανείς ἀπό σᾶς νομίζει ὅτι εἶναι θρῆσκος καί δέν χαλιναγωγεῖ τήν γλῶσσα του, ἀλλά ξεγελάει τήν συνείδησή του, αὐτοῦ ἡ θρησκεία δέν ἔχει νόημα. 27 Θρησκεία καθαρή, καί πού δέν μπορεῖ νά μιανθεῖ, γιά τόν Θεό καί Πατέρα εἶναι αὐτή: Νά φροντίζει κανείς γιά τά ὀρφανά καί τίς χῆρες στήν ἀνάγκη τους καί νά διατηρεῖ τόν ἑαυτό του ἀμόλυντο ἀπό τόν κόσμο. 1,19. Ὥστε. Συμπέρασμα τῶν προηγουμένων: Ἀφοῦ ὁ Θεός μᾶς ἀναγέννησε διά τοῦ λόγου του, ἄς εἴμαστε πρόθυμοι νά τόν ἀκούσουμε καί νά τόν ἐφαρμόσουμε. 1,20. Δικαιοσύνη Θεοῦ. Ἡ ἔκφραση αὐτή ἐδῶ δέν ἔχει τήν παύλειο σημασία τῆς ἀποκαλύψεως τῆς σωτηρίας (βλ. Ρωμ. 1,17. 3,24), ἀλλά σημαίνει τό σύνολο τῶν ἀπαιτήσεων τοῦ λόγου ἤ τῆς θείας σοφίας (βλ. 3,18) καί ἰδιαίτερα τήν ἐντολή τοῦ βασιλικοῦ νόμου τῆς ἀγάπης (βλ. 2,8), τήν ὁποία παραβιάζει ἡ ὀργή. Ἐφαρμόζοντας αὐτές τίς ἀπαιτήσεις ὁ ἄνθρωπος γίνεται δίκαιος (βλ. 2,21-25) καί τότε ἔχει δύναμη ἡ προσευχή του (βλ. στίχ. 5,16). Αὐτή ἡ ἔννοια τῆς δικαιοσύνης ὡς πηγάζουσα ἀπό τήν πίστη ἔχει τούς καλύτερους παραλληλισμούς στόν Ματθ. (βλ. 5,6.10.20. 6,33. 12,36-37). Ἡ ἔκφραση ὀργή γάρ ἀνδρός δικαιοσύνη Θεοῦ οὐ κατεργάζεται θέλει νά πεῖ γενικά ὅτι ἐάν ἕνας ἔχει ὀργή αὐτό δέν συντελεῖ στήν τελειότητά του. 1,21. Ἀποθέμενοι πᾶσαν ρυπαρίαν. Αὐτός ὁ τύπος προέρχεται ἀπό τόν ἐξοσκισμό στόν βαπτιζόμενο (βλ. Α Πέτρ. 2,1. Ρωμ. 13,12. Ἐφ. 4,22.25. Κολ. 3,8. Ἑβρ. 12,1). Περισσείαν κακίας. «Ρυπαρία» εἶναι τά γενετήσια πάθη καί «κακία» τά ψυχικά πάθη. Λέγει «περισσείαν» κακίας γιατί πραγματικά ἡ ἐκδήλωση τῆς κακίας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἐκχείλισμα τοῦ βρασμοῦ τῆς καρδιᾶς του. Κατά τόν στίχ. μας ἀπαραίτητος προϋπόθεση γιά νά καρποφορήσει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή μας εἶναι αὐτή νά καθαρεύει ἀπό τά δύο αὐτά πάθη. 2,22. Παραλογιζόμενοι ἑαυτοῖς. Τό ῥ. «παραλογίζομαι» σημαίνει ἀπατῶ στόν λογαργιασμό. Κατά τόν ἀδελφόθεο αὐτός πού ἀκούει μόνο τόν θεῖο λόγο, ἀλλά δέν ἀγωνίζεται νά τόν ἐφαρμόσει «παραλογίζει ἑαυτόν», ἐξαπατᾶ τόν ἑαυτό του στό θέμα τῆς σωτηρίας. 2,23. Τό πρόσωπον τῆς γενέσεως αὐτοῦ. Γενικά, τό πρόσωπο τῆς κατασκευῆς του, τῆς 14

«καμωσιᾶς» του. 1,25. Τόν τῆς ἐλευθερίας. Βλ. 2,12. Τό Εὐαγγέλιο λέγεται «τέλειος νόμος τῆς ἐλευθερίας», γιατί ὁ παλαιός νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν ἀτελής καί ἦταν νόμος δουλείας ἐξέφραζε τήν ἀνοχή τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τό θέλημά του, ὅπως ὁ εὐαγγελικός νόμος. Ὁ Θεός στήν Παλαιά Διαθήκη ὑποχωροῦσε σέ συμβιβασμούς, παραχωροῦσε γιά παράδειγμα τήν ἐκδίκηση ἤ τήν πολυγαμία στήν Καινή Διαθήκη ὅμως θέσπισε ἀκριβῶς τό θέλημά του, γι αὐτό καί εἶναι τέλειος. Ποιητής ἔργου. Βλ. 2,14. 1,26. Θρῆσκος - θρησκεία. Σήμερα ὡς «θρησκεία» νοοῦμε τόν χριστιανισμό ἤ ἕνα ἄλλο ἀπό τά λεγόμενα θρησκεύματα. Στήν ἀρχαιότητα ὅμως θρησκεία ἐλέγοντο τά διάφορα τυπικά ἔθιμα, τά ὁποῖα συγροτοῦν τό ὅλο σύστημα τῆς λατρείας. Ὁ χριστιανισμός δέν εἶναι θρησκεία, γι αὐτό καί δέν καλεῖται ἔτσι στήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά πίστις, βασιλεία, ἐκκλησία. «Θρῆσκος» εἶναι ὁ ζηλωτής τῶν λατρευτικῶν ἰουδαϊκῶν τύπων. Ὁ ἀδελφόθεος στρέφεται ἐδῶ κατά τῶν Ἰουδαϊζόντων, οἱ ὁποῖοι περιόδευαν τίς Ἐκκλησίες τῆς διασπορᾶς καί μιλοῦσαν γιά τήν περιτομή καί τίς ἄλλες Μωσαϊκές διατάξεις, ἦταν δέ αὐτοί κατά τό ἦθος τους ἀξιοθρήνητοι. 1,27. Θρησκεία. Ξαναβρίσκουμε ἐδῶ τό κήρυγμα τῶν προφητῶν, οἱ ὁποῖοι δέν νοοῦσαν τήν σωστή λατρεία χωρίς τήν δικαιοσύνη πρός τούς πτωχούς (βλ. Ἠσ. 1,11-17.23. Ἰερ. 5,28. Ἰεζ. 22,7. Ζαχ. 7,10). Ἡ λατρεία εἶναι καθαρή ὅταν ἐξασκεῖται μέ καθαρότητα καί ἀγάπη (βλ. 4,8. Μάρκ. 7,1-25). Ἀμίαντος, δηλαδή, πού δέν μπορεῖ νά μιανθεῖ, διότι ἡ Μωσαϊκή θρησκεία ἦταν «μιαντή», ἠδύνατο νά μιανθεῖ, ὅπως τό ἔκανε ὁ Ναβουχοδονόσορ, ὁ ὁποῖος ἤρπασε τά ἱερά σκεύη ἀπό τόν ναό καί τά ἐμόλυνε. Τοῦ χριστιανοῦ ὅμως πού ἀγωνίζεται νά ζεῖ ἁγνά καί νά φέρεται μέ εὐσπλαχνία πρός τούς πτωχούς, δέν δύναται νά μιάνει κανείς τήν πίστη του (βλ. ὑπόμνημα Σ. Σάκκου). Ἄσπιλον ἑαυτόν... Βλ. 4,4. Κόσμου. «Κόσμον ἐνταῦθα τόν δημώδη καί συρφετόν ὄχλον ἀκουστέον, τόν κατά τάς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης αὐτοῦ φθειρόμενον» (Οἰκουμένιος, MPG 119,472D). 15