η οικογενεια μου τα πετρινα χρονια 9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η οικογένειά μου τα πέτρινα χρόνια «θέλουμε μια Ελλάδα ελεύθερη και δημοκρατική» Πρωί, Ιανουάριος του 1945. Ολόγυρά μου βλέπω άμμο μόνο άμμο, χωρίς κανένα δέντρο, και στο βάθος αμμόλοφους. Πάνω στην άμμο στημένες αμέτρητες σκηνές με χιλιάδες αιχμαλώτους και πολιτικούς ομήρους, και γύρω από τις σκηνές συρματοπλέγματα που τα φρουρούν Ινδοί και Αφρικανοί στρατιώτες του αγγλικού στρατού, έτοιμοι να πυροβολήσουν όποιον κρατούμενο πλησίαζε. Σήμερα όμως, εκτός από τους μόνιμους φρουρούς, έχουμε γύρω μας τανκς και θωρακισμένα αυτοκίνητα με στραμμένα τα πολυβόλα τους εναντίον μας. Χιλιάδες Έλληνες βρισκόμαστε στην Ελ Ντάμπα, στην έρημο μεταξύ Αιγύπτου και Λιβύης, όπου μας είχαν φυλακισμένους οι... σύμμαχοί μας, οι Άγγλοι. Με τα τανκς απαντούσαν στην απεργία πείνας που είχαμε κηρύξει με αίτημα την αναγνώριση των δικαιωμάτων μας ως αιχμαλώτων πολέμου. Όλοι εμείς δεν γνωρίζαμε γιατί μας είχαν φέρει στην Αίγυπτο και με ποιο δικαίωμα μας κρατούσαν. Ήμασταν αιχμάλωτοι πολέμου ή πολιτικοί όμηροι; Το διεθνές δίκαιο δεν επιτρέπει καθεστώς ομηρίας, επομένως έπρεπε ν αναγνωρίσουν και σε μας τα δικαιώματα που είχαν οι Γερ
10 για μια ανθρωπινη πολη μανοί αιχμάλωτοι στο ίδιο στρατόπεδο. Γι αυτό από το πρωί είχαμε αρνηθεί να παρουσιαστούμε στο καθημερινό προσκλητήριο, δηλώσαμε αποχή από το συσσίτιο και φωνάζαμε συνθήματα κατά της παράνομης κράτησής μας. Η μαζική διαμαρτυρία μας ξάφνιασε τους Άγγλους, που έστειλαν τα τανκς, και το μεσημέρι ήλθε στο στρατόπεδο ο ίδιος ο διοικητής ένας στρατηγός που τον βλέπαμε πρώτη φορά. Ως τότε γνωρίζαμε μόνο τον Άγγλο λοχία που έκανε το καθημερινό προσκλητήριο και την καταμέτρησή μας. Ο στρατηγός, με ύφος υπεροπτικό, μας είπε ότι εφαρμόζει τις αποφάσεις της κυβέρνησής του και δεν μπορεί να ικανοποιήσει τα αιτήματά μας. Υποσχέθηκε όμως ότι θα τα διαβιβάσει στην πολιτική ηγεσία. Δεν το χωρούσε το μυαλό μου ήμουν αιχμάλωτος των Άγγλων, τους οποίους τόσα χρόνια περιμέναμε στην Ελλάδα ως ελευθερωτές από τους Γερμανούς κατακτητές! Ήμουν αιχμάλωτος εγώ, που μαζί με τις άλλες χιλιάδες κρατουμένους ήθελα την πατρίδα μου ελεύθερη από ξένους κατακτητές και είχα παλέψει ενάντια στους Γερμανούς και τους Έλληνες συνεργάτες τους! Τώρα όμως που εκδιώχθηκαν οι Γερμανοί από τη χώρα μας, οι Άγγλοι με είχαν φέρει σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αφρική, γιατί το όραμά μου ήταν «μια Ελλάδα ελεύθερη και δημοκρατική». Και ενώ εμείς ήμασταν στα σύρματα της Ελ Ντάμπα, στην Ελλάδα κυκλοφορούσαν ελεύθεροι οι δωσίλογοι και οι συνεργάτες των Γερμανών αυτοί που στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής μάς σκότωναν και μας βασάνιζαν... η Κατοχή Το Έπος της Αλβανίας και την ήττα των Ιταλών ακολούθησε στις 6 Απριλίου του 1941 η εισβολή στην Ελλάδα των Γερμανών, που
η οικογενεια μου τα πετρινα χρονια 11 σε 20 μέρες μπήκαν στην Αθήνα. Ο πόλεμος συνεχίστηκε στην Κρήτη, όπου γράφτηκε μία ακόμη σελίδα ηρωισμού. Μετά την κατάληψη και της Μεγαλονήσου, ο στόλος μας και οι στρατιωτικές μονάδες ξηράς κατέφυγαν στην Αίγυπτο, όπου εντάχθηκαν στις Συμμαχικές Δυνάμεις και έλαβαν μέρος στις μάχες της Λιβύης, Ελ Αλαμέιν, και της Ιταλίας στο Ρίμινι. Ο ελληνικός στρατός της Μέσης Ανατολής ενισχύθηκε σε δύναμη από μεγάλο αριθμό πατριωτών που στη διάρκεια της εχθρικής κατοχής διέφευγαν από την Ελλάδα κι έφταναν στην Αίγυπτο. Η δραπέτευση είχε μεγάλους κινδύνους. Όσοι συνελήφθησαν υπέστησαν βασανιστήρια, ενώ άλλοι εκτελέστηκαν. Σκληρά υπήρξαν τα χρόνια της Κατοχής για τη χώρα μας. Εκατοντάδες χιλιάδες τα θύματα από την πείνα, τις κακουχίες, τις εκτελέσεις και τις μάχες στα βουνά της Ελλάδας. Χιλιάδες πατριώτες συνελήφθησαν και κλείστηκαν στις φυλακές, βασανίστηκαν, υπέστησαν μαρτύρια. Ολόκληρα χωριά κάηκαν, οι κάτοικοί τους κυνηγήθηκαν, εκτελέστηκαν. Ήδη τον πρώτο χειμώνα, 1941-1942, που ήταν και πολύ βαρύς, έπεσε τέτοια πείνα που βλέπαμε στο δρόμο ανθρώπους να πέφτουν μπροστά μας και να μην ξανασηκώνονται. Θυμάμαι στο σπίτι μου εμείς, τα παιδιά, να κλαίμε από την πείνα. Την περίοδο εκείνη ξεπήδησε η «μαύρη αγορά», και οι άνθρωποι πουλούσαν ή αντήλλασσαν τα υπάρχοντά τους χρυσαφικά, έπιπλα, ρούχα για μερικά τρόφιμα. Κατεβαίναμε στην κεντρική αγορά της Αθήνας μήπως βρούμε κάτι και, επειδή δεν υπήρχε συγκοινωνία, ό,τι αγοράζαμε το μεταφέραμε σπίτι μας, στου Ζωγράφου, με καροτσάκι. Ένας οικογενειακός μας φίλος που είχε στο Μαρούσι πέντε ελαιόδεντρα μας είχε δώσει το δικαίωμα να μαζεύουμε τις ελιές. Θυμάμαι ότι μια μέρα, το 1942, είχα πάει από το πρωί με το μεγάλο μου αδελφό Σταύρο και τις μαζέψαμε. Το βράδυ, βαριά φορτωμένοι με σακιά φτάσαμε στην αφετηρία των λεωφορείων,
12 για μια ανθρωπινη πολη όπου βρήκαμε μεγάλη ουρά. Μετά μία ώρα αναμονής έφυγε χωρίς να μας πάρει το τελευταίο λεωφορείο. Αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε στην Αθήνα με τα πόδια κουβαλώντας στον ώμο τα σακιά. Τέτοιες περιπέτειες για την ανεύρεση τροφίμων ήσαν συνηθισμένες, πάντως στο Μαρούσι δεν την ξαναπάθαμε φροντίζαμε να επιστρέφουμε πολύ γρήγορα. Ένα βράδυ, το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου του 1941, κι ενώ οι Άγγλοι βομβάρδιζαν γερμανικά πλοία στον Πειραιά και ο ουρανός ήταν φωτισμένος από τους προβολείς των Γερμανών, η Μητέρα μου, που ήταν έγκυος, ένιωσε πόνους. Έτρεξα να ειδοποιήσω τη μαμή αδελφή της τότε δεν είχαμε τηλέφωνο σπίτι, που ήλθε τρέχοντας. Μετά κάμποση ώρα γεννήθηκε ο αδελφός μου Παναγιώτης. Η Μητέρα μου με τη μικρασιάτικη ευφυΐα της είχε οργανώσει στην αυλή μας ένα μικρό ορνιθοτροφείο με 20-30 κότες, κι έτσι όχι μόνο τρώγαμε αυγά αλλά και τ ανταλλάσσαμε με άλλα τρόφιμα. Για κοτέτσι χρησιμοποιούσαμε το υπόγειο του σπιτιού μας, τον καθαρισμό του οποίου είχαμε αναλάβει εμείς, τα παιδιά. Το 1943, ο Πατέρας μου, που ήταν Πρόεδρος Πρωτοδικών, μετατέθηκε στη Θήβα. Τότε πραγματικά πήραμε μιαν ανάσα, γιατί στις επαρχίες και στα χωριά έβρισκες πιο εύκολα τρόφιμα. Εκεί έγινα και «γεωργός», φυτεύοντας στο περιβόλι του σπιτιού όπου μέναμε πατάτες, ντομάτες και φασολάκια. Στη Βοιωτία ο ΕΛΑΣ είχε δραστηριοποιηθεί με αρχηγό τον καπετάν Ορέστη, που έστειλε στον Πατέρα μου απειλητική επιστολή γιατί δεν... υπάκουε στις εντολές του. Αναγκαστήκαμε τότε να φύγουμε από κει, ενώ μετά την απελευθέρωση ο καπετάν Ορέστης, που υπήρξε ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής, άρχισε ν αρθρογραφεί σε ακροδεξιά εφημερίδα κατηγορώντας τον ΕΛΑΣ... Στη Θήβα βρεθήκαμε όταν το καλοκαίρι του 1943 υπεγράφη
η οικογενεια μου τα πετρινα χρονια 13 η συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Εκεί ήταν στρατοπεδευμένη μια μεραρχία Ιταλών, που όμως πολύ εύκολα παραδόθηκαν σε μικρή μονάδα Γερμανών. Θυμάμαι τους Γερμανούς να έχουν στρέψει ένα μικρό κανόνι κατά του διοικητηρίου της ιταλικής μεραρχίας, η οποία δύο ώρες μετά παραδόθηκε! ξεκινάει η Αντίσταση Γρήγορα άρχισε να οργανώνεται στη χώρα μας η αντίσταση κατά των κατακτητών. Κυριότερη αντιστασιακή οργάνωση υπήρξε το ΕΑΜ, που βασικά οργανώθηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα αλλά αγκάλιασε ευρύτατα στρώματα λαού. Σημαντική ήταν και η οργάνωση του ΕΔΕΣ, στην οποία μετείχαν και πολλοί δημοκρατικοί αξιωματικοί, στην πορεία όμως του χρόνου πήραν τα ηνία οι βασιλόφρονες. Τα πρώτα χρόνια δραστήρια εμφανίστηκε και η οργάνωση ΠΕΑΝ, ενώ δεν μπορούμε να κατατάξουμε στις αντιστασιακές και την οργάνωση Χ, η οποία συνεργάστηκε με τους Γερμανούς. Οι αντιστασιακές οργανώσεις, εκτός από τον παράνομο μηχανισμό των πόλεων, προχώρησαν και στη δημιουργία ένοπλων ομάδων πάνω στα βουνά. Οι αντάρτες του ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός), έδρασαν σ ολόκληρη την Ελλάδα, ενώ οι αντάρτες του ΕΔΕΣ υπό την αρχηγία του Ναπολέοντα Ζέρβα στην Ήπειρο. Σημαντική υπήρξε και η αντάρτικη ομάδα ΕΚΚΑ του Ψαρρού, ενός δημοκρατικού αξιωματικού, την οποία όμως με διάφορα προσχήματα διέλυσε ο ΕΛΑΣ σκοτώνοντας και τον ίδιο τον Ψαρρό. Αυτό είναι μια μελανή σελίδα του ΕΛΑΣ. Η δράση των αντάρτικων ομάδων, ιδιαίτερα του ΕΛΑΣ, και ο αγώνας των αντιστασιακών οργανώσεων στις πόλεις ανάγκαζε τους Γερμανούς να διατηρούν στην Ελλάδα πολλές μεραρχίες στρατού που τους ήταν αναγκαίες για τα πολεμικά μέτωπα.
14 για μια ανθρωπινη πολη γίνομαι ΕΠΟΝίτης Στα Γυμνάσια γρήγορα άρχισαν ζυμώσεις για να μπούμε σε αντιστασιακή οργάνωση. Εντάχθηκα στην ΕΠΟΝ, την οργάνωση νεολαίας του ΕΑΜ. Κριτήριο της επιλογής μου ήταν ότι στο πρόγραμμά του, εκτός από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, εντασσόταν και η αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα μας καθώς και δημοψήφισμα για την επάνοδο ή μη του βασιλιά, που βαρυνόταν με τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Με την ένταξή μου στην ΕΠΟΝ άρχισε και η παράνομη δραστηριότητά μου, όπως το μοίρασμα προκηρύξεων, η συγκέντρωση χρημάτων και τροφίμων που μοιράζαμε στις οικογένειες των φυλακισμένων και κυνηγημένων πατριωτών, το γράψιμο απελευθερωτικών συνθημάτων στους τοίχους, η οργάνωση συνοικιακών και παναθηναϊκών συγκεντρώσεων, η ενημέρωση του κόσμου, που γινόταν τις νυχτερινές ώρες με το «χωνί», κ.λπ. Ο κόσμος κάθε βράδυ περίμενε ν ακούσει τα νέα για τις επιτυχίες των συμμαχικών δυνάμεων, τα σαμποτάζ των ανταρτών, τις βαρβαρότητες των δυνάμεων κατοχής και των Ελλήνων συνεργατών τους κ.ά. Θυμάμαι τη Χρυσάνθη, τη νεαρή επονίτισσα που με τη δυνατή φωνή της μετέδιδε τα νέα με το «χωνί». Θυμάμαι τις πολύωρες συνεδριάσεις μας στο σπίτι ενός πατριώτη, του Γ. Παπαδάμ, του οποίου και οι δύο κόρες ήσαν οργανωμένες στην ΕΠΟΝ. Η μία, η Βηθλεέμ, πέθανε από τις κακουχίες λίγους μήνες μετά την Απελευθέρωση, και όσοι παραβρεθήκαμε στην κηδεία της είχαμε περικυκλωθεί από τους παρακρατικούς και την αστυνομία. Σκοπός τους, να φοβίσουν τον κόσμο ώστε να μην παραβρεθεί στην κηδεία ενός στελέχους της Αντίστασης.
η οικογενεια μου τα πετρινα χρονια 15 Για λόγους συνωμοτικούς, στην ΕΠΟΝ είχα το ψευδώνυμο «Μενέλαος». Πολλοί ήσαν αυτοί που μας κυνηγούσαν, οι Γερμανοί, οι Ιταλοί, οι άνθρωποι της Γενικής Ασφάλειας, οι ταγματασφαλίτες ή γερμανοτσολιάδες, όπως τους ονόμαζε ο λαός, οι ένοπλες δηλαδή ομάδες που ντυμένες με χακί φουστανέλες είχαν συγκροτηθεί από την κατοχική κυβέρνηση και, σε συνεργασία με τους Γερμανούς, καταδίωκαν τους αντιστασιακούς του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ. Η σύλληψή μας σήμαινε βασανιστήρια, εγκλεισμό στο περιβόητο στρατόπεδο Χαϊδάρι, απ όπου οι Γερμανοί έπαιρναν κρατουμένους και τους εκτελούσαν σε αντίποινα της δράσης των αντιστασιακών ομάδων. Οι ταγματασφαλίτες ευθύνονται για βαρβαρότητες και πολλές ακρότητες. Θυμάμαι που στις 5 Απριλίου του 1944, σε πλατεία της γειτονιάς μας, είχαν απαγχονίσει από κοινού με τους Γερμανούς πέντε πατριώτες και τους άφησαν κρεμασμένους στα δέντρα, για να τρομοκρατείται ο κόσμος. Με τη συνεργασία των Γερμανών οι ταγματασφαλίτες έκαναν και τα μπλόκα ολόκληρων συνοικιών, όπου με την υπόδειξη μασκοφόρων προέβαιναν σε συλλήψεις πατριωτών, από τους οποίους άλλοι βασανίστηκαν, άλλοι εκτελέστηκαν και άλλοι στάλθηκαν στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου χάθηκαν τα ίχνη τους. Στους γερμανοτσολιάδες έκαναν πλύση εγκεφάλου και αποκτούσαν ψυχολογία γενίτσαρου. Θυμάμαι ένα στενό οικογενειακό μας φίλο που ήταν ενταγμένος στα τάγματα ασφαλείας, είχε τόσο πωρωθεί ώστε με κυνικότητα ήλθε σπίτι μας κι έλεγε στον Πατέρα μου: «Χτες το βράδυ ο Μίμης (δηλαδή εγώ) ήταν τυχερός. Τον παραφυλάγαμε έξω από το σπίτι σας για να του ρίξουμε, αλλά δεν βγήκε καθόλου», εννοώντας ότι μαζί με άλλους ταγματασφαλίτες με περίμεναν για να με πυροβολήσουν! Επειδή είχε γίνει αντιληπτή η επονίτικη δραστηριότητά μου και υπήρχε κίνδυνος σύλληψής μου, οι γονείς μου δικαιολογημένα άρχισαν να φοβούνται κι έβαζαν εμπόδια στις εξόδους μου, οπότε εγώ
16 για μια ανθρωπινη πολη με τον ενθουσιασμό του δεκαπεντάχρονου εγκατέλειψα το σπίτι μου για να έχω ελευθερία κινήσεων. Η Οργάνωση μου έβρισκε φαγητό και σπίτια σε διάφορες περιοχές για να κοιμάμαι, ενώ για συνωμοτικούς λόγους άλλαζα κάθε βράδυ κατάλυμα. Μετά παρέλευση τριών περίπου μηνών κι επειδή στη συνοικία μας άρχισε να σχολιάζεται η αναζήτησή μου από την οικογένειά μου, η Οργάνωση έκρινε ότι αυτό ήταν αντίθετο με τους κανόνες της συνωμοτικής δράσης. Αποφασίστηκε λοιπόν να γυρίσω σπίτι μου και να σταματήσω πρόσκαιρα τη δραστηριότητά μου. Για περισσότερη δε ασφάλεια έμεινα έναν ολόκληρο χειμώνα σε συγγενείς μου στον Κολωνό. Για την επαφή της οικογένειάς μου με την Οργάνωση μεσολάβησε ο αστυφύλακας Κώστας Παναγιωτόπουλος, ένας από τους αστυνομικούς του Τμήματος Ζωγράφου, που στήριζε τους πατριώτες. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, όταν κατέβηκα ως υποψήφιος δήμαρχος, ο Παναγιωτόπουλος τιμής ένεκεν ήταν στο ψηφοδέλτιό μου. τα συλλαλητήρια Η δράση του ΕΑΜ είχε αναπτερώσει το φρόνημα του λαού, που κατέβαινε πλέον στους δρόμους διεκδικώντας το δικαίωμα στη ζωή. Αξίωνε από τη γερμανόδουλη κυβέρνηση τη διανομή των τροφίμων που έστελναν στον ελληνικό λαό η Σουηδία και ο Ερυθρός Σταυρός. Σιγά σιγά οι διαδηλώσεις άρχισαν να στρέφονται ευθέως κατά των Γερμανών, από τους οποίους αξίωναν να σταματήσει η αρπαγή της ελληνικής παραγωγής, οι διώξεις κ.λπ. Μεγαλειώδης κινητοποίηση σε πανελλαδική έκταση έγινε με πρόσκληση του ΕΑΜ, όταν οι Γερμανοί θέλησαν να παραδώσουν στους Βούλγαρους περιοχές της Μακεδονίας. Τεράστια κινητοποίηση έγινε επίσης στις 5 Μαρτίου του 1943, όταν οι Γερμανοί θέλησαν να επιστρατεύσουν τους Έλληνες και να τους στείλουν
η οικογενεια μου τα πετρινα χρονια 17 για αναγκαστική εργασία σε γερμανικά εργοστάσια, σύστημα που είχαν εφαρμόσει σε όλες τις κατεχόμενες χώρες. Η αντίσταση όμως του ελληνικού λαού που έγινε με πρόσκληση του ΕΑΜ ανάγκασε τους Γερμανούς να υποχωρήσουν. Στη διαδήλωση αυτή σκοτώθηκε κι ένα γειτονόπουλο, ο Αντρέας Μουρκούσης, μετά δε μερικούς μήνες οι άνδρες της Ασφάλειας συνέλαβαν και τον πατέρα του, επειδή ήταν κομμουνιστής. Από τότε τα ίχνη του χάθηκαν. Για τις διαδηλώσεις και τη μεγάλη νίκη του λαού έγραψε πολλά ο διεθνής Τύπος, και στα ραδιόφωνα ακούστηκαν μεγάλα εγκώμια για την ελληνική αντίσταση. Σε μια διαδήλωση, θυμάμαι, βρισκόμασταν στην οδό Πεσμαζόγλου κινούμενοι προς την οδό Πανεπιστημίου, όταν ξαφνικά άνοιξαν τα απέναντι παράθυρα και Γερμανοί στρατιώτες άρχισαν να μας πυροβολούν. Επικράτησε πανικός, δεν ξέραμε πώς να προφυλαχθούμε και είχαμε πολλά θύματα. Και σε μιαν άλλη που είχε γίνει το καλοκαίρι του 1944, δύο μήνες πριν από την απελευθέρωση, με συνέλαβαν μπροστά στο κτίριο της Βουλής χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες, οι οποίοι μ έκλεισαν στο φυλάκιο της Βουλής προς την πλευρά της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας και επί δύο ώρες με ξυλοκοπούσαν. Τελικά με άφησαν ελεύθερο και ήμουνα κι ευχαριστημένος... γιατί δεν μ έστειλαν στα κρατητήρια της Γενικής Ασφάλειας. Όταν επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ έγινε η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, η πολιτεία μού απένειμε μετάλλιο για τη συμμετοχή μου στον απελευθερωτικό αγώνα. τα Δεκεμβριανά Μετά την εισβολή των συμμαχικών δυνάμεων στην Ευρώπη και την προέλαση των ρωσικών στρατιών στο Ανατολικό Μέτωπο, τα
18 για μια ανθρωπινη πολη γερμανικά στρατεύματα πιεζόμενα αναγκάστηκαν ν αποχωρήσουν από τη χώρα μας. Κατά την αποχώρησή τους τους επετίθετο ακατάπαυστα ο ΕΛΑΣ, ο οποίος είχε άφθονο πολεμικό υλικό που είχε αρπάξει από τους Ιταλούς όταν μετά τη κατάρρευσή τους μια μεραρχία τους στη Θεσσαλία είχε παραδοθεί στον ΕΛΑΣ με τον οπλισμό της. Η Αθήνα απελευθερώθηκε στις 12 Οκτωβρίου του 1944, όταν αποχώρησαν τα γερμανικά στρατεύματα. Και στις 18 Οκτωβρίου ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας Γεώργιος Παπανδρέου ύψωσε την ελληνική σημαία στο βράχο της Ακρόπολης. Τότε δεν είχα φανταστεί ότι αργότερα ως Δήμαρχος Αθηναίων θα ύψωνα, και εγώ, κάθε χρόνο τη σημαία στην Ακρόπολη σε ανάμνηση του ιστορικού αυτού γεγονότος. Με την απελευθέρωση τέλειωσαν βέβαια τα βάσανα της Κατοχής, δυστυχώς όμως άνοιξαν νέες πληγές στη χώρα μας. Αναφέρομαι στα Δεκεμβριανά και στον μετέπειτα Εμφύλιο. Οι Άγγλοι είχαν αποφασίσει να ξαναφέρουν με κάθε τρόπο το βασιλιά και μαζί του όλους όσοι ήταν συνδεδεμένοι και με τη δικτατορία Μεταξά. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, όπου κυρίαρχη θέση είχαν οι κομμουνιστές, έκανε τότε πολλά και αδικαιολόγητα λάθη που οφείλονταν στην έλλειψη πολιτικής ωριμότητας των ηγετών του. Με τα λάθη τους και δίχως να το συνειδητοποιούν, έπαιξαν το παιχνίδι των Άγγλων, στους οποίους πρόσφεραν τη δικαιολογία να επέμβουν στρατιωτικά και να προκληθεί η σύγκρουση του Δεκεμβρίου, η ήττα του ΕΛΑΣ, η Συμφωνία της Βάρκιζας και η εγκαθίδρυση του κράτους της αντιδραστικής Δεξιάς και των δωσιλόγων. Στο ΚΚΕ κατηγόρησαν τον τότε Γραμματέα Γ. Σιάντο για προδοσία. Ο Γρηγόρης Φαράκος, Γραμματέας του ΚΚΕ πριν από την