Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης Ἡ περιοχὴ τῆς Τριχωνίδος στὶς ἐπιστολὲς τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου Ἡ σχέση τοῦ Ἀν. Γορδίου μὲ τὸν ἡγούμενο τῆς Ἱ. Μ. Μυρτιᾶς Γεννάδιο
Ἀναστάσιος Γόρδιος (1654-1729) Ε.Β.Ε. Κῶδ. 2188 φ. 130 v
Ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος διαμένει μόνιμα στὸ Αἰτωλικὸ τὴν περίοδο 1690-1710 ὡς δάσκαλος τῆς ἐκεῖ Σχολῆς Γραμμάτων ποὺ ἵδρυσε τὸ 1645 ὁ Εὐγένιος Γιαννούλης
«ἀναπαύθι καί ὐ μιταίρα του, ἡγοῦμενου γενναδίου εἰς τοὺς 1743 Φευρουαρίου δευταίρα, το μεσόνικτόν, ὀνόματη δωροθέης μοναχίς ευδομήκοντα πένται ετόν, ὑπύρχοι, καί ὁ Κύριος ἀναπαύσι αὐτήν εις την βασίλίαν του τιν ἐπουρανίο, καί εἶναι θαμένι εν τω βίμα του παρακλισίου, εἴσια με το καλταιριμη, καί ἐστι εἰς μνίμοι τον μεταγεναιστέρον, ἀσκουμένον γν αδιος ἰγμνος τις ιεράς μονίς μυρτιας 1743 μαΐου- 20»
Στὸ ἐπιστολογραφικὸ ἔργο τοῦ Ἀν. Γορδίου σώζονται 2 ἐπιστολές του πρὸς τὸν Γεννάδιο. Ἡ πρώτη χρονολογεῖται στὶς 10 Ἀπριλίου 1712 καὶ ἡ δεύτερη στὶς 5 Μαΐου 1719. Σώζονται 2 ἀκόμη ἐπιστολὲς τοῦ Γορδίου ποὺ ἔχουν ἔμμεση μὲν ἀλλά, στενὴ σχέση μὲ τὸν ἡγούμενο Γεννάδιο. Ἡ πρώτη πρὸς τὸν προεστὸ τῆς Δερβέκιστας Γεώργιο Ζάκχο χρονολογεῖται στὶς 5 Μαΐου 1719, καὶ ἡ δεύτερη πρὸς τοὺς προεστῶτες τοῦ Ἀποκούρου, στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1719.
ΓΑΚ 171
Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀν. Γορδίου πρὸς τὸν Γεννάδιο, 10 Ἀπριλίου 1712, ΓΑΚ 171, σ. 814-515
Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀν. Γορδίου πρὸς τὸν Γεννάδιο, 10 Ἀπριλίου 1712, ΓΑΚ 171, σ. 820
ΕΒΕ 2188
Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀν. Γορδίου πρὸς τὸν Γεννάδιο, 5 Μαΐου 1719 (ἀρχή). ΕΒΕ 2188, 268v
Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀν. Γορδίου πρὸς τὸν Γεννάδιο (τέλος), 5 Μαΐου 1719 ΕΒΕ 2188, φ. 269v
Ὁ Ἀν. Γόρδιος νουθετεῖ τὸν Γεννάδιο καὶ τοὺς ὑπόλοιπους μοναχοὺς τῆ Μονῆς Μυρτιᾶς νὰ φροντίσουν γιὰ τὰ ζητήματα τῆς Μονῆς ὅπως ἔπραξε καὶ ὁ κοιμηθεὶς ἡγούμενος Γρηγόριος «τὰ τῆς ἱερᾶς ταύτης καὶ σεβασμίας μονῆς, εἰς τὴν ὁποίαν ἐκοπίασε πολλὰ ἐκ μικρᾶς ἡλικίας, καὶ τὴν ἤφερεν εἰς καλὴν αὔξησιν καὶ τὴν πᾶσαν αὐτῆς ἀνεδέξατο προστασίαν».
Τὴν κοίμηση τοῦ Γρηγορίου καὶ τὸν ἀκριβὴ χρόνο της βεβαιώνει σὲ ἐπιστολή του ὁ Ἀθανάσιος, ἀδελφὸς τοῦ Γορδίου, σὲ ἐπιστολή του ἀπὸ τὸ Αἰτωλικὸ στὶς 10 Φεβρουαρίου 1712: «Ἐχέτω δὲ καὶ τοῦτο εἰς εἴδησιν, ὡς ὁ μακαρίτης ἡγούμενος τῆς μονῆς Μυρτιᾶς Γρηγόριος, ἀφῆκε τὴν ὑγείαν τῆς σῆς λογιότητος, τὸν παρόντα βίον μετηλλαξάμενος τῇ κ τοῦ παρελθόντος ἰανουαρίου»
1 η ἐπιστολὴ πρὸς Γεννάδιο, 10 Ἀπριλίου 1712 «Ὁσιώτατε ἐν ἱερομονάχοις κύριε Γεννάδιε». «Πρὸ πάντων καὶ μετὰ πάντων καὶ ἐν πᾶσιν ἔχετε φόβον Θεοῦ, καὶ σπουδάζετε νὰ δείχνετε καὶ λόγια καὶ ἔργα εἰς τοὺς χριστιανούς, ὁποῦ ἁρμόζουν εἰς τὴν μοναχικὴν πολιτείαν, διὰ νὰ σᾶς εὐλαβοῦνται καὶ νὰ σᾶς τιμοῦν καὶ ὅταν ἐκεῖνοι σᾶς τιμοῦν, ἐσεῖς νὰ ταπεινώνετε τοῦ λόγου σας» «Ἔχετε καὶ βιβλία, ὁποῦ σᾶς δείχνουν τὴν ζωὴν τῶν ἁγίων πατέρων, καὶ μὴν ἀμελεῖτε ὁλότελα νὰ διαβάζετε, διατὶ λαμβάνετε καὶ ἀπὸ κεῖνα πολλὴν ὠφέλειαν».
2 η ἐπιστολή πρὸς Γεννάδιο, 5 Μαΐου 1719 «Πανοσιώτατε καθηγούμενε τῆς ἱερᾶς καὶ σεβασμίας μονῆς τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς ἐπονομαζομένης Μερτιᾶς» «Ἀκόμη, μοῦ ἐφανέρωσες καὶ διὰ τὴν ἀρρωστίαν γυναικός τινος, ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ σοῦ παραγγείλω διὰ καμίαν βοήθειαν. Καὶ ἰδοὺ ὁποῦ γράφω ὀλίγα βοηθήματα. Καὶ ἂν ἠμπορέσετε νὰ τὰ εὑρῆτε καὶ νὰ τὰ φιάσετε, κάμετέ τα».
Γράμμα τοῦ Γορδίου πρὸς τὸν Γεώργιο Ζάκχο ( 5 Μαΐου 1719) «Μοῦ γράφεις ὅμως καὶ διὰ κάποιαν ἀρρωστίαν γυναικὸς καὶ ἀνεψιᾶς σου, ἂν εἶναι καμίαν βοήθειαν ἀπὸ ἰατρικὴν τέχνην νὰ παραγγείλω, καθὼς μοῦ τὴν φανερώνει καθαρώτερα εἰς τὸ γράμμα του ὁ πανοσιώτατος καθηγούμενος τῆς Μερτιᾶς κὺρ Γεννάδιος. Καὶ ἔγραψα κάποια βοηθήματα ὁποῦ ἠμπόρεσα νὰ στοχαστῶ, καὶ τοῦ τὰ ἔπεμψα. Τὰ ὁποῖα, ἂν δυνηθῆτε, κάμετέ τα».
Χφ. κῶδ. 122, Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης Κωνσταντινουπόλεως
Χφ. κῶδ. 122, Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης, φ. 293v- 294r, γράμμα πρὸς τὸν Γεώργιο Ζάκχο, προεστὸ τῆς Δερβέκιστας
2 η ἐπιστολή πρὸς Γεννάδιο, 5 Μαΐου 1719 «Ἀμή, καὶ ἂν ἤθελεν ἔλθει καὶ ἀπὸ τὴν ἐδικήν σας συνοδίαν τινάς ποτε ἕως ἐδῶ, ἢ καὶ μοναχή της ἡ πανοσιότης σου, πόσον ἤθελα χαρεῖ, καὶ πόσην ἀναψυχὴν καὶ παρηγορίαν ἤθελα λάβει, λογίασέ το πολλὴν κατὰ ἀλήθειαν καὶ ὄχι ὀλίγην. Διατὶ ἐγὼ σᾶς ἀγαπῶ πολλά, καθὼς τὸ ἠξεύρει ἐκεῖνος ὁποῦ ἠξεύρει τὰ πάντα, καὶ φανερὰ καὶ κρυπτά».
Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀν. Γορδίου στὶς 6 Νοεμβρίου 1719 ἀπὸ τὰ Βρανιανὰ στὸν Ἰωάννη Καραντινό-Καλόγερο στὸ Αἰτωλικό. «Ὁ παπα-κὺρ Γεννάδιος, ὁ ἡγούμενος τῆς Μερτιᾶς, ἦλθεν ἐδῶ δύο φοραῖς. Καὶ τὴν δευτέραν φορὰν μοῦ εἶπεν ὅτι ἦλθεν αὐτοῦ τὸν αὔγουστον καὶ σας εἶδεν» «Καὶ ἰδὲς ἂν ἠμπορέσῃς ἢ ἀπὸ ἐκεῖ μὲ αὐτὸν τὸν Γεννάδιον, ἂν θελήσῃ, ἢ μὲ ἄλλον ἐδικόν του ἄνθρωπον, ἢ ἀπ ἀλλοῦ μὲ ἄλλην καλὴν συντροφίαν νὰ σὲ ἰδοῦμεν».
Ἐπιστολὴ τοῦ Αν. Γορδίου στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1719 πρὸς τοὺς προεστῶτες τοῦ Ἀποκούρου: Στέριο Κώνη ἀπὸ τὸ χωριὸ Μπερίκος, Γεώργιο Ζάκχο ἀπο τὴν Δερβέκιστα, Ἰωάννη Ἀλεξόπουλο ἀπὸ τὴν Προσθοβά καὶ Γεώργιο Κούμουλα ἀπὸ τὸν Ταξιάρχη, μὲ διακομιστὴ τὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς Μυρτιᾶς Γεννάδιο «Διὰ τοῦ πανοσιωτάτου πνευματικοῦ καὶ καθηγουμένου τῆς ἱερᾶς καὶ σεβασμίας μονῆς τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς ἐπονομαζομένης κοινότερον Μερτιᾶς, κυροῦ Γενναδίου ἔλαβα τὸ τίμιον καὶ ποθεινὸν γράμμα τῆς ἐντιμότητός σας». «Ἡ καλή σας ὅμως καὶ θεοφιλὴς γνώμη καὶ ἀρετὴ σᾶς ἐπαρακίνησε νὰ μοῦ γράψετε καὶ νὰ μοῦ παραγγείλετε καὶ διὰ τοῦ στόματος τοῦ αὐτοῦ καθηγουμένου, ἂν ἦτον δυνατὸν καὶ εὔκολον, νὰ ἤθελα ἔλθει καὶ ἕως αὐτοῦ νὰ σᾶς ἰδῶ καὶ νὰ μὲ ἰδῆτε σωματικῶς καὶ εὐχαριστῶ πολλὰ εἰς τὴν ἀγάπην ὁποῦ μοῦ δείχνετε. Καὶ εἰς τοῦτο, ἂν ἠμπορῶ ἢ δὲν ἠμπορῶ τώρα νὰ τὸ κάμω, θέλετε ἔχει τὴν ἀπόκρισιν πληρεστάτην παρ αὐτοῦ, ὁποῦ ἐστάθη ἐδῶ ἡμέρας ἱκανάς, καὶ ἐσυνωμιλήσαμεν μετ ἀλλήλων ἱκανῶς»
ΓΑΚ 171, σ. 1393
Ἐπιστολὴ τοῦ Αν. Γορδίου στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1719 πρὸς τοὺς προεστῶτες τοῦ Ἀποκούρου: Στέριο Κώνη ἀπὸ τὸ χωριὸ Μπερίκος, Γεώργιο Ζάκχο ἀπο τὴν Δερβέκιστα, Ἰωάννη Ἀλεξόπουλο ἀπὸ τὴν Προσθοβά καὶ Γεώργιο Κούμουλα ἀπὸ τὸν Ταξιάρχη, μὲ διακομιστὴ τὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς Μυρτιᾶς Γεννάδιος «ἔχοντες ὁμοῦ καὶ τὴν εὐχὴν συνεργὸν τοῦ μακαρίτου ἐκείνου Εὐγενίου τοῦ διδασκάλου μας καὶ συμπατριώτου σας, τοῦ μεγάλου, λέγω, δένδρου, τοῦ ἀπὸ τὸ Μέγα Δένδρον βλαστήσαντος καὶ πολλοὺς τοὺς λογικοὺς καρποὺς ἁπανταχοῦ διὰ τῆς διδασκαλίας αὐτοῦ προβαλόντος καὶ ἐπιδείξαντος»
Ἀφιερωματικὴ ἐπιγραφὴ τῆσ εἰκόνασ τῆσ Παναγίασ Ἐλεοφςασ, 1659
Ἐνθύμηση, τῆς 8 ης Ἰουνίου 1743: «ἠγοράσθη παρ ἐμοῦ τοῦ ταπεινοῦ καὶ ἀναξίου Γενναδίου ἱερομονάχου καὶ ἡγουμένου τῆς αὐτῆς σεβασμίας μονῆς Μυρτιᾶς εἰς ψυχικήν μου σωτηρίαν, καὶ τῶν ἐμῶν γεννητόρων Ἀλεξίου καὶ Δωροθέης μοναχῆς, ὅς ὥρμητο ἐκ κωμόπολης Μπροστοβᾶς, ὁ πατήρ μου, ἡ δὲ μητρή μου ὑπάρχει εἰς Λεχαινὰ Πελοποννήσου» Τελευταία μνεία τοῦ Γενναδίου ἔχουμε σὲ ἐνθύμηση στὰ 1747: «Εἰς τοὺς χιλίους ἑπτακοσίους τεσσαράκοντα ἑπτὰ ἔκτισα τὸ Μετόχι εἰς τὸν Ἅγ. Νικόλαον εἰς Παλιουργιά»
Δημήτριος Λουκόπουλος «Ἀπ ὅσα μελέτησα ἕνα συμπέρασμα βγάζω: τὸ μοναστήρι μονάχα τὸν 18 ο αἰώνα βρῆκε τὸν νοικοκύρη του, κάποιον δαιμόνιο ἡγούμενο, Γεννάδιο τ ὄνομα, ἀπ τὴν κοντινὴν Προστοβά» Θέρμος καὶ Ἀπόκουρο «φαίνεται ἄνθρωπος ἐξαιρετικῆς δράσεως καὶ σπανίου ἐνδιαφέροντος διὰ τὰ ζητήματα τῆς Μονής» Ἡμερολόγιον τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος 1928
Σὲ πατριαρχικὸ Σιγγίλιο (βλ. Ἱερὰ Διήγησις Μ. Προυσοῦ) γιὰ τὴ Μονὴ Μυρτιᾶς ἀναφέρεται: «Ἡ Μονὴ αὕτη τῆς Μυρτιᾶς εἶναι εἰς μνήμην τῶν εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου ἐν ᾗ ἐχρημάτισαν ποτὲ ἄνδρες πεπαιδευμένοι καὶ εἰς ἀρετὴν περιβόητοι,»
«Τὸ φῶσ κατακάκεται μζςα ςτὸ πράςινο, πζφτει μαλακὰ πάνω ςτ ἄςπρα λουλοφδια, φιλτράρεται καὶ ἀναδίδεται ςὲ ἤρεμεσ ςυλλογιςμζνεσ ἀνταφγειεσ. Ἡ καρδιὰ ξεκουράηεται ςὲ μιὰ γαλινθ χωρὶσ τζλοσ» Ι. Μ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΗΣ, (γιὰ τὴν Τριχωνίδα)