http://hallofpeople.com/gr/bio/saxtouris.php ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945) Ομορφιά Ράντισε την ασκήμια μ ομορφιά πήρε μια κιθάρα πήρε ένα ποτάμι πλάι πλάι Τραγουδώντας Έχασε τη φωνή του του την έκλεψε η έξαλλη γυναίκα που κοψε το κεφάλι της στα κόκκινα νερά κι ο φτωχός δεν έχει πια φωνή να τραγουδήσει και το ποτάμι το ήρεμο κεφάλι κυλάει με βλέφαρα κλειστά Τραγουδώντας
ΠΑΡΑΛΟΓΑΙΣ (1948) Η πληγωμένη άνοιξη Η πληγωμένη Άνοιξη τεντώνει τα λουλούδια της οι βραδινές καμπάνες την κραυγή τους κι η κάτασπρη κοπέλα μέσα στα γαρίφαλα συνάζει στάλα στάλα το αίμα απ όλες τις σημαίες που πονέσανε από τα κυπαρίσσια που σφαχτήκαν για να χτιστεί ένα πύργος κατακόκκινος μ ένα ρολόγι και δυο μαύρους δείχτες κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θα ρχεται ένα σύννεφο 10κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θα ρχεται ένα ξίφος το σύννεφο θ ανάβει τα γαρίφαλα το ξίφος θα θερίζει το κορμί της
«ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ» (1952) Τα πρόβατα Κεφάλι μου γεμάτο όνειρα χέρια μου γεμάτα λάσπη Να τραγουδήσω λοιπόν κι εγώ τη βροχή όταν ο Πόντιος Πιλάτος έβγαινε στους δρόμους κανείς δε γνώριζε το πρόσωπο του στη σκοτεινιά στην ερημιά πλάι στα καλώδια όταν ο Ιησούς πολλαπλασίαζε το ψάρι ο ένας ακουμπούσε σ ένα φράχτη ο άλλος σε μια γέφυρα τυφλή ο άλλος σ ένα γκρεμισμένο σπίτι όταν ο Ιησούς πολλαπλασίαζε το ψάρι κι η θάλασσα έβγαζε στη στεριά τ άγρια τ άσπρα της τα πρόβατα ο Πόντιος Πιλάτος έβγαινε στους δρόμους 15κανείς όμως δε γνώριζε τη χαρά του ο Πόντιος Πιλάτος ύπαρχος του ποταμού με το κλουβί τα πεινασμένα τα πουλιά το τον κήπο τα χαμένα τα λουλούδια του οι δύο σφίγγονταν πάνω στο λόφο οι δύο αναστέναζαν μες στη στοά οι δύο λιώνανε στο κυπαρίσσι όταν η θάλασσα μάζευε ξανά τ άγρια τ άσπρα της τα πρόβατα μες στην πικρή της αγκαλιά να τα κοιμίσει
«ΟΤΑΝ ΣΑΣ ΜΙΛΩ (1956) Η πηγή Φεγγάρι πεθαμένο μου γιά ξαναβγές και πάλι θέλω να δω το αίμα σου δεν έκαιγες λυχνάρι φώτιζες το φοβισμένο πρόσωπο θέλω να δω το φοβισμένο πρόσωπο τώρα πάλι και πάλι τότε όλο το σώμα μου ήταν μια πληγή φεγγάρι μια πηγή και φώτιζε της νύχτας το σκοτάδι Φεγγάρι πεθαμένο μου θέλω να δω το αίμα σου τώρα πάλι και πάλι
ΤΑ ΦΑΣΜΑΤΑ ή Η ΧΑΡΑ ΣΤΟΝ ΑΛΛΟ ΔΡΟΜΟ (1958) Το ψωμί Ένα τεράστιο καρβέλι, μια πελώρια φραντζόλα ζεστό ψωμί, είχε πέσει στο δρόμο από τον ουρανό ένα παιδί με πράσινο κοντό βρακάκι και με μαχαίρι έκοβε και μοίραζε στον κόσμο γύρω, όμως και μια μικρή, ένας μικρός άσπρος άγγελος, κι αυτή μ ένα μαχαίρι έκοβε και μοίραζε κομμάτια γνήσιο ουρανό κι όλοι τώρα τρέχαν σ αυτή, λίγοι πηγαίναν στο ψωμί, όλοι τρέχανε στον άγγελο που μοίραζε ουρανό! Ας μην το κρύβουμε. Διψάμε για ουρανό.
Ο ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ (1960) Αυτή που ερχότανε Αυτή που ερχότανε τη νύχτα η γελαστή κι η άλλη η γελαστή απ το λουλούδι κι η άλλη η γελαστή απ τη γωνία του φριχτού συγκλίναν προς εμένα όμως το πρόσωπό μου ήταν νεκρό με δυο πελώριους σταυρούς για μάτια ενώ απ τη δική του τη στιγμή ο γλύπτης χαμογελούσε
ΤΑ ΣΤΙΓΜΑΤΑ (1962) Για την άνοιξη Ο ήλιος είναι πράσινος τα δέντρα καίνε περιμένουνε τα χελιδόνια οι σιδερένιες μας χελιδονοφωλιές δε μας γελάνε πια με τα λουλούδια μας στοίχισαν τα χέρια και τα πόδια μας τώρα τα χέρια και τα πόδια μας κρέμονται στα δέντρα
ΣΦΡΑΓΙΔΑ ή Η ΌΓΔΟΗ ΣΕΛΗΝΗ (1964) Πού οδηγώντας Πού οδηγώντας τα λουλούδια στη φθορά ο άνθρωπος-πετεινός ανάβει μόνος του καίει καθώς ορμάει απ το σκοτεινό του μέτωπο η έκσταση ουράνιο τόξο μες στα μάτια του κρύβει το αυριανό φοβερό σκοτάδι γυρίζει μόνος μες στον κήπο των αστερισμών μια ματωμένη πέτρα στον εγκέφαλό του κόκκινη αιχμή ρίχνει το ρίγος στο χαρτί βουίζοντας με δεμένα μάτια χρυσός άρρωστος πετεινός έρχεται το τραγούδι
Από την συλλογή «ΤΟ ΣΚΕΥΟΣ» (1971) Ο δαίμονας Το μυαλό μου κουρασμένο πώς έπεσα και τσακίστηκα τώρα με δεκανίκια χρυσά τρίγωνα χρυσά τετράγωνα γύρω κρεμνάω τώρα η άσπρη φίλη μου, μαύρο φάντασμα τώρα η μαύρη φίλη μου, άσπρο φάντασμα κι εκείνη που χάθηκε με τ ασημένιο καρφί στον ποταμό δεν ξέρω ποιός; ο ήλιος ή το χιόνι δεν ξέρω ποιά; τα χελιδόνια ή τα σπουργίτια μετράω ολοένα μετράω η μητέρα μου ολοένα κλαίει μετράει η μητέρα μου ολοένα μετράει