Περιεχόμενα Αν ήμουν δέντρο.......................... 9 Οι ζαβολιές του Ζαβολίνου................. 14 Η φωνή των ζώων........................ 23 Το δίκροκο αυγό......................... 37 Το χελιδόνι και η πεταλούδα................ 51 Οι πονηριές της Πονήρως.................. 62 Τα τρία αδέρφια.......................... 68 Η Μαργαρίτα και ο Ήλιος.................. 75 Ο άρχοντας και η Αυγή.................... 84 Οι περιπέτειες του Μιχάλη................. 94 Ο Ζάχος και η τύχη....................... 102 Οι δυο γειτόνισσες και οι μήνες............. 111 Ο καπετάνιος και τ αυγά.................. 117 Η κριτική για τα παραμύθια του βιβλίου.......... 121
Οι ζαβολιές του Ζαβολίνου ΖουσΑν ΚΑποτε όλοι οι νάνοι μαζί σε μια χώρα δική τους. ο κάθε νάνος είχε ένα σπίτι μικρό κι ένα περιβόλι μεγάλο. στο περιβόλι του καθένας φύτευε λουλούδια και λαχανικά. Kι είχε καρποφόρα και άλλα δέντρα. Ήταν αγαπημένοι οι νάνοι μεταξύ τους και δε μάλωναν ποτέ. Ένας όμως, που τ όνομά του ήταν Ζαβολίνος, όλο κατεργαριές και ζαβολιές έκανε κάθε τόσο και τους άλλους νάνους τούς στενοχωρούσε. τον συγχωρούσαν όμως επειδή τον αγαπούσαν. Και πίστευαν πως κάποτε θα έβαζε μυαλό. Ένα πρωί, ο αρχηγός των νάνων, που έλειπε καιρό σε χώρα μακρινή, έστειλε μήνυμα πως θα φτανε το άλλο πρωί, γιατί είχε επιθυμήσει πια τη χώρα του. Ήθελε, λέει, να ξαναδεί τα όμορφα λουλούδια, τα νόστιμα λαχανικά, τα φρούτα τα γλυκά και τα ψηλά τα δέντρα που είχε κάθε νάνος. Θα πήγαινε, λοιπόν, να δει τα περιβόλια τους. Χάρηκαν οι νάνοι σαν το έμαθαν. Γιατί ο αρχηγός 14
εκείνος ήταν ο πιο καλός κι ο πιο σοφός νάνος του κόσμου. Βάλθηκαν, λοιπόν, να ετοιμάζονται. πότισαν όλα τα φυτά καλά καλά, καθάρισαν ακόμα πιο καλά τα περιβόλια τους, έβαλαν την καλή τους φορεσιά και τον περίμεναν. Έφτασε ο αρχηγός το άλλο πρωί κι οι νάνοι, μαζεμένοι στην πλατεία, τον υποδέχτηκαν με αγκαλιές, λουλούδια και ζητωκραυγές. ευχαριστώ, καλοί μου φίλοι, για τούτη την υποδοχή, χάρηκε εκείνος. Όμως ακούστε τώρα αυτό που έχω να σας πω. σ όλες τις πολιτείες και τους τόπους που περπάτησα, άκουσα τους ανθρώπους να μιλούν με θαυμασμό για σας και για τα περιβόλια σας. σε κάποιες χώρες, μάλιστα, οι άρχοντες μου έδωσαν και δώρα να σας φέρω. Μόνο που είναι λίγα. δε φτάνουν για να πάρετε όλοι σας από ένα. σκέφτηκα, λοιπόν, και ξανασκέφτηκα πώς θα πρεπε να γίνει η μοιρασιά. Και λέω πως το πιο σωστό θα είναι να τα δώσω σ εκείνους που τ αξίζουν περισσότερο. σωστά! σωστά! συμφώνησαν οι νάνοι. Ας αρχίσουμε, λοιπόν, από το πρώτο δώρο, συνέχισε ο αρχηγός. είναι ένα ολόχρυσο βραχιόλι! το βραχιόλι αυτό θα το χαρίσω σ όποιον έχει την πιο μεγάλη τριανταφυλλιά με τα πιο πολλά και μυρωδάτα τριαντάφυλλα. πάω τώρα να ξεκουραστώ από το μακρύ ταξίδι μου κι αύριο θα δω τις τριανταφυλλιές σας. Μόλις άκουσε αυτά τα λόγια, ο Ζαβολίνος πήγε 15
τρέχοντας σ όλα τα περιβόλια να δει μήπως των άλλων νάνων οι τριανταφυλλιές ήταν καλύτερες απ τη δική του. Μερικές ήταν μικρότερες. Άλλες όμως ήταν μεγαλύτερες και είχαν πιο πολλά και μυρωδάτα τριαντάφυλλα. Κατάλαβε, λοιπόν, ο Ζαβολίνος πως δε θα έδινε σ εκείνον το χρυσό βραχιόλι ο αρχηγός. Όμως αυτό δεν του άρεσε καθόλου. Κι αφού δεν ήταν μπορετό να μεγαλώσει τη δική του τριανταφυλλιά μέσα σε μία μέρα, σκέφτηκε να κάνει κάποια ζαβολιά: θα μίκραινε τις τριανταφυλλιές των αλλωνών! Έτσι, το βράδυ, όταν είχαν όλοι κοιμηθεί, πήρε τη μεγάλη του ψαλίδα, βγήκε ακροπατώντας απ το σπίτι του κι έκοψε, με το φως του φεγγαριού, τα κλαδιά και τα τριαντάφυλλα απ όποια τριανταφυλλιά είχε δει πως είχε περισσότερα από τη δική του. το άλλο πρωί, τριγύρισε ο αρχηγός στα περιβόλια και είδε όλες τις τριανταφυλλιές. η τριανταφυλλιά του Ζαβολίνου έδειχνε να είναι η καλύτερη. το χρυσό βραχιόλι το έδωσε, λοιπόν, σ εκείνον. Κι οι άλλοι νάνοι στέκονταν αμίλητοι και σαστισμένοι. δεν το χωρούσε ο νους τους πώς κι είχαν καταντήσει έτσι, μέσα σε μια νύχτα, οι όμορφές τους τριανταφυλλιές... το δεύτερο το δώρο, είπε τότε ο αρχηγός, είναι μια χρυσή καδένα. Θα την πάρει αύριο εκείνος που θα δω πως έχει τη μηλιά τη μεγαλύτερη, με τα πιο πολλά κι αφράτα μήλα. 16
ο Ζαβολίνος, με το βραχιόλι το χρυσό στο χέρι, αναλογίστηκε τι ωραία που θα ήταν κι η καδένα η χρυσή! Και τι καλά θα ήταν αν την έπαιρνε κι αυτή. Έτρεξε γρήγορα, λοιπόν, να δει αν οι μηλιές των άλλων νάνων ήταν ψηλότερες απ τη δική του. Μερικές ήταν μικρές με λιγοστούς καρπούς. Άλλες, ωστόσο, ήταν μεγαλύτερες και είχαν πιο πολλά κι αφράτα μήλα. σίγουρα, συλλογίστηκε ο Ζαβολίνος, δε θα την έδινε σ εκείνον την καδένα τη χρυσή ο αρχηγός. Κι αφού δεν ήταν μπορετό να μεγαλώσει τη μηλιά του ως την άλλη μέρα, έβαλε με τον νου του να κάνει κι άλλη ζαβολιά. Έτσι, τη νύχτα, όταν είχαν όλοι κοιμηθεί, πήρε ένα μεγάλο κλαδευτήρι, βγήκε κρυφά και με το φως του φεγγαριού έκοψε τα κλαριά κι όλα τα μήλα απ τις μηλιές που ήταν πιο ψηλές απ τη δική του. την άλλη μέρα, όταν ο αρχηγός τριγύρισε και είδε τις μηλιές, φόρεσε στο τέλος τη χρυσή καδένα στον λαιμό του Ζαβολίνου. Και οι άλλοι νάνοι κοίταζαν πάλι σαστισμένοι πώς κατάντησαν σ αυτά τα χάλια οι ωραίες τους μηλιές μέσα σε μία νύχτα! το τρίτο δώρο, είπε ο αρχηγός, είναι ένα δαχτυλίδι αστραφτερό. Όποιου το κυπαρίσσι είναι το πιο ψηλό, εκείνος θα το πάρει. ο Ζαβολίνος, με το βραχιόλι το χρυσό στο χέρι και τη χρυσή καδένα στον λαιμό, αναλογίστηκε τι θαυμαστό θα ήταν και το δαχτυλίδι. το ήθελε πολύ κι 17
αυτό! Και τώρα πια είχε μάθει τι έπρεπε να κάνει για να το αποκτήσει. το κυπαρίσσι του δεν ήταν, βέβαια, το πιο ψηλό αυτό το ήξερε καλά, δε χρειαζόταν τούτη τη φορά να τρέξει να κοιτάξει τ άλλα κυπαρίσσια. Κι αφού δεν ήταν μπορετό το κυπαρίσσι το δικό του να ψηλώσει ως την άλλη μέρα, θα έκανε και τρίτη ζαβολιά: Θα χαμήλωνε κρυφά των αλλωνών τα κυπαρίσσια. τη νύχτα, όταν τους άλλους νάνους τούς είχε πάρει πια ύπνος βαθύς, άρπαξε ένα πριόνι και βγήκε από το σπιτάκι του με προσοχή. Ήξερε καλά ποια κυπαρίσσια ήταν πιο ψηλά από το δικό του. Με το φως του φεγγαριού, λοιπόν, σκαρφάλωσε σε όλα εκείνα και τους έκοψε με το πριόνι την κορφή. την άλλη μέρα ο αρχηγός ξανάκανε τη βόλτα του και κοίταξε προσεχτικά όλα τα κυπαρίσσια. δεν άργησε ν αποφασίσει ποιο έδειχνε απ όλα τους το πιο ψηλό. Μα τι σπουδαίος νάνος είσαι εσύ, που έχεις πάρει ως τώρα όλα τα δώρα, είπε στον Ζαβολίνο, καθώς του πέρασε στο δάχτυλο το δαχτυλίδι το αστραφτερό. του έριξε, ωστόσο, μια περίεργη ματιά. στάθηκε λίγο σκεφτικός κι ύστερα είπε: είναι και κάτι ακόμα που χρειάζεται να μάθω. Θέλω να δω ποιος νάνος είναι ο πιο ψηλός. Αύριο το πρωί να μαζευτείτε όλοι στην πλατεία και να σταθείτε στη σειρά να σας μετρήσω. 18
02-ΚΕΙΜΕΝΟ-FOTO.qxp 11/11/14 12:56 Page 19
ο Ζαβολίνος, με το βραχιόλι το χρυσό στο χέρι, τη χρυσή καδένα στον λαιμό και το δαχτυλίδι το αστραφτερό στο δάχτυλό του, σκέφτηκε πως δεν ήταν, βέβαια, ο πιο ψηλός από τους νάνους. Όμως με κάποια ζαβολιά θα τα κατάφερνε και τούτη τη φορά. Και ποιος ξέρει, συλλογίστηκε, τι δώρο θα ξανάπαιρνε αν έδειχνε στον αρχηγό πως είν αυτός ο πιο ψηλός απ όλους. Έτσι, τη νύχτα εκείνη σκάρωσε την τελευταία του κατεργαριά. περίμενε ως αργά, για ν αποκοιμηθούν βαθιά οι άλλοι νάνοι, και μπήκε ακροπατώντας στα σπιτάκια τους, μ έναν φακό στο χέρι. τον άνοιξε για να μπορεί να δει στα σκοτεινά, και άρπαξε απ όλους πρώτα τις μπότες κι ύστερα τους σκούφους τους. Ύστερα τα κουβάλησε στο σπίτι του όλ αυτά και τα κρυψε καλά στην αποθήκη. το άλλο πρωί, άδικα έψαχναν να βρουν τους σκούφους και τις μπότες τους οι νάνοι. στο τέλος αναγκάστηκαν να τρέξουν στην πλατεία και να παρουσιαστούν στον αρχηγό ξεσκούφωτοι όλοι και ξυπόλυτοι. Όμως ο Ζαβολίνος φορούσε απανωτά δυο σκούφους στο κεφάλι. Και στις μπότες τις δικές του είχε γερά καρφώσει κάτι ψηλά, πανύψηλα τακούνια. δίπλα στους άλλους, που έστεκαν απορημένοι δίχως μπότες και σκουφιά, τώρα εκείνος έδειχνε θεόρατος! 20
ο αρχηγός τον κοίταξε περίεργα ξανά και χαμογέλασε. εύγε! Μπράβο, Ζαβολίνε! είπε. νάνο πιο ψηλό από του λόγου σου ποτέ δεν είδα στη ζωή μου. είσαι μάλιστα τόσο ψηλός, που δε θα έπρεπε να λογαριάζεσαι για νάνος. δεν έπρεπε να λογαριάζομαι για νάνος; απόρησε ο Ζαβολίνος. Μα βέβαια! του αποκρίθηκε ο αρχηγός. εσύ, απ ό,τι βλέπω, είσαι ένας άνθρωπος συνηθισμένος. Και σαν συνηθισμένος άνθρωπος που είσαι, δεν έχεις θέση εδώ. πρέπει να φύγεις απ αυτή τη χώρα. σ αυτό τον τόπο κατοικούν μονάχα νάνοι. σκέφτομαι μάλιστα πως λάθος έκανα που έδωσα σε σένα όλα τα δώρα. τα δώρα τα πολύτιμα που έφερα μαζί μου από τις ξένες χώρες ήταν για νάνους, όχι για τους ανθρώπους τους συνηθισμένους. δη... δηλαδή; ψέλλισε ο Ζαβολίνος. δηλαδή ετοιμάσου! σοβάρεψε ο αρχηγός. Μάζεψε σύντομα τα πράγματά σου, άδειασε το σπιτάκι σου και άντε στο καλό. Μονάχα φεύγοντας να μην ξεχάσεις να μου δώσεις πίσω το βραχιόλι το χρυσό, τη χρυσή καδένα και το δαχτυλίδι το αστραφτερό. ο Ζαβολίνος τα χασε πια ολότελα και παραλίγο να λιποθυμήσει. Έπρεπε, λέει, να δώσει πίσω τα δώρα τα πολύτιμα; ν αφήσει το σπιτάκι και το περιβόλι του; Και, το χειρότερο, να φύγει από τη χώρα; δυστυ- 21
χία του μεγάλη! τώρα δε θα μπορούσε να τον σώσει καμιά ζαβολιά. δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια του. Κατάλαβε, ωστόσο, πως με τα κλάματα τίποτα δε θα κέρδιζε. Μόνο η αλήθεια θα μπορούσε να τον σώσει. Κι άρχισε με τρεμάμενη φωνή να ομολογεί όλες τις ζαβολιές που είχε σκαρώσει. τα δώρα τα πολύτιμα θα τα δινε αμέσως πίσω, είπε, δεν τον ένοιαζε καθόλου. παρακαλούσε μόνο να τον συχωρέσουνε για τελευταία φορά. να τον αφήσουν στο σπιτάκι του και να μη φύγει από τη χώρα. να μείνει εκεί, μαζί τους. ο αρχηγός, που είχε καταλάβει από την αρχή όλες τις ζαβολιές του, δεν ήθελε ν ακούσει ούτε κουβέντα. Μα οι άλλοι νάνοι, που δεν είχαν πάρει βέβαια τα δώρα τα χρυσά, είχαν όμως όλοι τους χρυσή καρδιά, τον έπεισαν να δώσει τη συχώρεση. ο Ζαβολίνος υποσχέθηκε πως δε θα ξανάκανε ζαβολιές. Και κράτησε στ αλήθεια την υπόσχεσή του. Από τότε όλοι οι νάνοι έζησαν καλά. τα φυτά τους είναι πάντα καταπράσινα και τα λουλούδια τους ευωδιαστά. Έχουν στα περιβόλια τους κάθε λογής λαχανικά και τα δέντρα τους είναι γεμάτα φρούτα φρέσκα και λαχταριστά. 22