Φιλέλληνες ή το α-νόστιμον ήμαρ: οι Φιλέλληνες της Μιμίκας Κρανάκη Ειρήνη - Ιωάννα Σάμιτα Ένα αξιόλογο δείγμα της ελληνικής λογοτεχνίας της μετανάστευσης έρχεται να καταθέσει το 1992 η Μιμίκα Κρανάκη με τους Φιλέλληνες: Είκοσι τέσσερα γράμματα μιας Οδύσσειας. Το μυθιστόρημα αποτελείται από είκοσι τέσσερα γράμματα, όσα και οι ραψωδίες της Οδύσσειας του Ομήρου, τις οποίες αποστέλλουν, αφενός, εκπατρισμένοι Έλληνες, εκπατρισμένες Ελληνίδες στη Γαλλία, αφετέρου, Έλληνες παραμένοντες στην Ελλάδα. Οι επιστολές, οι οποίες δεν ακολουθούν μια γραμμική χρονική πορεία αφήγησης, εκτείνονται κατά ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, παρακολουθώντας τη μεσοπολεμική και, κυρίως, τη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας, υπό το πρίσμα της ελληνικής αριστεράς και της κριτικής της: από τη μεταξική δικτατορία, την Κατοχή, το Δεκέμβρη του 1944 και τον Εμφύλιο, έως τη Χούντα, τη μεταπολίτευση και το 1989-1990, το τέλος, δηλαδή, του Ψυχρού πολέμου και την πτώση του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού. Οι Έλληνες/ίδες που καταφεύγουν στη Γαλλία είναι ιστορικά πρόσωπα. Αποτελούν μια πλειάδα αριστερών διανοούμενων, οι οποίοι/ες, με το πρόσχημα μιας υποτροφίας, χορηγημένης από το γαλλικό κράτος κατά παρότρυνση του Γαλλικού Ινστιτούτου και του διευθυντή του, ένθερμου φιλέλληνα, Οκτάβιου Μερλιέ φυγαδεύονται στο εξωτερικό, και συγκεκριμένα στο Παρίσι, για να αποφύγουν τις διώξεις που θα υφίσταντο εξαιτίας του ξεσπάσματος του ελληνικού εμφυλίου και των αριστερών τους πεποιθήσεων. Κοντά στους/στις παραπάνω, προστίθενται και κάποιοι/ες δεξιών φρονημάτων, για να μετριαστεί ο εμφανής πολιτικός χαρακτήρας της υποτροφίας, όπως και ένας αριθμός φοιτητών/τριών, οι οποίοι/ες δέχονται να σπουδάσουν στη Γαλλία ιδίοις χρήμασι. Έτσι, στις 22 Δεκεμβρίου 1945, αποπλέει από τον Πειραιά το οπλιταγωγό πλοίο «Ματαρόα» μεταφέροντας σύμφωνα με τις λίστες του Γαλλικού Ινστιτούτου από το Αρχείο Μερλιέ του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, όπως περιλαμβάνονται στο βιβλίο-μαρτυρία της Νέλλης Ανδρικοπούλου, Το ταξίδι του Ματαρόα, 1945: στον καθρέφτη της μνήμης 154 υποτρόφους και 59 φοιτητές/τριες σύνολο 215 άτομα στην Ιταλία, για να τους/τις παραλάβει από εκεί τρένο μεταφέροντάς τους στον τελικό τους προορισμό, το Παρίσι. Ανάμεσα στους/στις υποτρόφους/ες συγκαταλέγονται μετέπειτα σημαντικά ονόματα της ελληνικής τέχνης και διανόησης όπως, αναφέρουμε ενδεικτικά, ο Γιάννης Ξενάκης, ο Κώστας Αξελός, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο Κώστας Παπαιωάννου, ο Νίκος Σβορώνος, ο Εμμανουήλ Κριαράς, η Έλλη Αλεξίου και η Μιμίκα Κρανάκη. Στην παρούσα ανακοίνωση θα μας απασχολήσουν, κατ' αρχήν, οι έννοιες διασπορά, μετανάστευση, εξορία και η σχέση τους με το βίωμα των κρανακικών ηρώων/ίδων μακριά από την
Ελλάδα. Στη συνέχεια, θα παρακολουθήσουμε το μεταναστευτικό βίωμα των πιο δυνατών φωνών του μυθιστορήματος, σε συνδυασμό με τους διαφορετικούς νόστους που ακολουθούν, και τη σχέση των τελευταίων με το οδυσσειακό «νόστιμον ήμαρ». Τέλος, θα προσεγγίσουμε τις έννοιες του «φιλέλληνα» και της «πατρίδας», όπως αυτές σημασιοδοτούνται μέσα στο μυθιστόρημα. Το μυθιστόρημα της Κρανάκη είναι ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα. Μέσα από τις πρωτοπρόσωπες, επιστολικής μορφής, αφηγήσεις, ερχόμαστε σε επαφή με διαφορετικά πρόσωπα, τα οποία, άλλοτε σε εξομολογητικό, άλλοτε σε λυρικό, και άλλοτε σε χιουμοριστικό - ειρωνικό ύφος, ή και τα τρία μαζί, περιγράφουν το μεταναστευτικό τους βίωμα και τις δυσκολίες προσαρμογής στον τόπο μετοικεσίας, με φόντο τη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας, εντός και εκτός των συνόρων της. Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τα μυθιστορηματικά πρόσωπα μετανάστες/τριες, εκπατρισμένους/ες, εξόριστους/ες, ή Έλληνες/ίδες της διασποράς. Τι όμως οριοθετούμε εννοιολογικώς χρησιμοποιώντας τις έννοιες διασπορά, μετανάστευση ή εξορία, και πώς, και σε ποιο βαθμό σχετίζονται οι έννοιες αυτές με τη ζωή των κρανακικών ηρώων; Η διασπορά, σε μια προσπάθεια ορισμού της από τους Lavie και Swedenburg, περιγράφεται ως ο τόπος έξω από τη χώρα, η εμπειρία έξω από τη γλώσσα, και οι κειμενικές αναπαραστάσεις τους, αναφέρεται δε εξ ολοκλήρου σε μια διπλή σχέση ή διπλή αφοσίωση σε τόπους. Οι διασπορικοί πληθυσμοί δε μπορούν να ενταχθούν ποτέ πλήρως σε ένα μεμονωμένο πολιτισμικό περιβάλλον, αλλά βρίσκονται ανάμεσα σε διαφορετικά κοινωνικά, οικονομικά και πολιτισμικά δίκτυα, τα οποία σχετίζονται τόσο με τη χώρα προέλευσης, την πατρίδα, όσο και τη χώρα εγκατάστασης 1. Από την άλλη, «ως μετανάστευση θεωρούμε τη μετακίνηση ενός ατόμου ή μιας ομάδας από μια χώρα σε μία άλλη, για μεγάλο χρονικό διάστημα [...]. Η μετανάστευση επιφέρει τόσο μεγάλες αλλαγές στη ζωή του ανθρώπου ώστε θέτει σε κίνδυνο την ταυτότητά του», σημειώνει η Βενετία Μπαλτά παραπέμποντας στον Grinberg 2. Ως εξορία ορίζεται από τον Said η απώλεια ενός πράγματος που έχει μείνει πίσω για πάντα, ως η αθεράπευτη ρήξη που επιβάλλεται με βίαιο τρόπο ανάμεσα σε έναν άνθρωπο και έναν γενέθλιο τόπο, ανάμεσα στον εαυτό και την πραγματική του πατρίδα 3. Οι εξόριστοι/ες αποκόπτονται από τις ρίζες τους, τον τόπο και το παρελθόν τους και βιώνουν στο νέο περιβάλλον εγκατάστασης, ή καταφυγής, μια κατάσταση ασυνεχούς ύπαρξης 4. Ο Seidel έρχεται να προσθέσει ότι ο/η εξόριστος/η είναι κάποιος/α, ο/η οποίος/α, κατοικώντας σε ένα άλλο μέρος, προβάλλει μια διαφορετική πραγματικότητα, την πραγματικότητα της πατρίδας του/της, και ο/η οποίος/α προσλαμβάνει τον εκτοπισμό του/της ως 1 Βλ. Smadar Lavie, Ted Swedenburg (edit.), Displacement, Diaspora, and Geographies of Identity, Duke University Press, Durham and London, 1996: 14. 2 Βενετία Μπαλτά, «Εκπατρισμός, ετερότητα και αναζήτηση ταυτότητας σε κείμενα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας της διασποράς στη Γαλλία» στο Ρούλα Τσοκαλίδου, Μαρίτα Παπαρούση (επιμ.). Θέματα ταυτότητας στην ελληνική διασπορά:γλώσσα και Λογοτεχνία, Μεταίχμιο, Αθήνα, 2005: 186. 3 Βλ. Edward Said, Αναστοχασμοί για την εξορία και άλλα δοκίμια λογοτεχνικής και πολιτισμικής θεωρίας, Scripta, Αθήνα, 2006: 286. 4 Said, ό. π.: 291.
κάτι προσωρινό, «παρόλο που κρατά μια ζωή 5». Τέλος, «ο όρος εξορία, σύμφωνα με την Caren Kaplan, υποδηλώνει την αποκοπή του ατόμου από την αρχέγονη κοινότητα και, υπό αυτή την έννοια, η εξορία συνιστά μελαγχολία και νοσταλγία για μια ανεπανόρθωτη απώλεια και για την απομάκρυνση από τα οικεία 6». Παρατηρώντας τους παραπάνω ορισμούς για τη διασπορά, τη μετανάστευση και την εξορία, διαπιστώνουμε, ότι είναι αρκετά τα σημεία στα οποία οι παραπάνω έννοιες συναντώνται, ενώ ταυτόχρονα προβάλλουν, η κάθε έννοια από την πλευρά της, ένα χαρακτηριστικό περισσότερο από τα υπόλοιπα. Κατ' αυτόν τον τρόπο, θα λέγαμε, ότι, ενώ η έννοια της διασποράς τονίζει τη χωροθετημένη αμφιταλάντευση του ατόμου (διασπορά < δια + σπείρω), και ό,τι αυτός ο «χώρος» περιλαμβάνει γλώσσα, κουλτούρα, κοινωνικο-οικονομική κατάσταση ο όρος μετανάστευση δίνει έμφαση στη διαδικασία του αποχωρισμού, στο κόψιμο του ομφάλιου λώρου από την πατρίδα, ενώ η εξορία στο, αυτό καθ αυτό, αίσθημα και βίωση της ατομικής και συλλογικής απομόνωσης στον τόπο μετοικεσίας. Τα κοινά σημεία ανάμεσα στις προαναφερθείσες έννοιες είναι η διασάλευση της μέχρι τότε ταυτότητας του υποκειμένου και ο προσδιορισμός του τελευταίου, κατά την παραμονή του εκτός πατρίδας, μέσω της ετερότητας και του άλλου. Επιπλέον, κοινό είναι το αίσθημα της περιθωριοποίησης και της απομόνωσης που βιώνει το υποκείμενο στον ξένο τόπο, καθώς και ένας διαρκής μετεωρισμός ανάμεσα σε ένα εδώ και σε ένα εκεί: το εδώ του νέου χώρου παραμονής και το εκεί της πατρίδας που άφησε πίσω 7. Οι ήρωες/ίδες της Κρανάκη μπορούμε, επομένως, να πούμε ότι είναι Έλληνες/ίδες μετανάστες/τριες στη Γαλλία, αυτοεξόριστοι/ες, οι οποίοι/ες διαμένουν στη διασπορά. Η έννοια της αυτο-εξορίας μειώνει το βίαιο και το αμετάκλητο του γυρισμού, ως κάτι μη εξωγενώς επιβαλλόμενο, αλλά ως προσωπική επιλογή, πάντα βέβαια μέσα στα πλαίσια των συγκεκριμένων ιστορικο-κοινωνικών περιστάσεων, δηλαδή των Δεκεμβριανών και του επικείμενου Εμφυλίου. Ενώ αρχικά το αίσθημα της εξορίας και του εκπατρισμού είναι το ίδιο έντονο για τους/τις υποτρόφους/ες, στην πορεία τα πράγματα αλλάζουν. Η διαμόρφωση της μεταναστευτικής τους ταυτότητας ακολουθεί στην πορεία διαφορετικούς δρόμους. Η πατρίδα του υποκειμένου αποτελεί σε πρώτη ανάλυση τον ιστορικό χρόνο και χώρο όπου έχει ζήσει. Όταν λοιπόν αυτή η χωροχρονική οντότητα διασαλεύεται, το άτομο βιώνει τη διασάλευση αυτή ως μια ασυνέχεια, με αποτέλεσμα τον κλονισμό της ταυτότητάς του. Επειδή όμως η ταυτότητα δεν εννοιολογείται ως μια ενιαία, αρραγής οντότητα, αλλά ως σύνθεση πολλών και ετερόκλητων στοιχείων, η αλλαγή περιβάλλοντος έχει ως αποτέλεσμα την έκθεση του ατόμου στο ξένο και στο ανοικείο, στον άλλο και στην ετερότητα, μια διαδικασία, η οποία, σε βάθος χρόνου, μπορεί να επανασηματοδοτήσει τον ίδιο, και τη σχέση του 5 Βλ. Michael Seidel, Exile and the narrative imagination, Yale University Press, New Haven, London, 1986: ix και 201. 6 Δημήτρης Τζιόβας, Ο άλλος εαυτός. Ταυτότητα και κοινωνία στη νεοελληνική πεζογραφία, Πόλις, Αθήνα, 2007: 436. 7 Βλ. Βασιλική Λαλαγιάννη, «Ανάμεσα στο Εδώ και στο Εκεί. Η αναζήτηση της ταυτότητας στο έργο της Μιμίκας Κρανάκη», Διακείμενα, 8, 2005: 73-86.
με τους άλλους 8. Κατ αυτόν τον τρόπο, κάποιοι/ες εκπατρισμένοι/ες προσαρμόζονται με τα χρόνια σε έναν καινούργιο τρόπο ζωής, αποφασίζουν να μην επιστρέψουν στην Ελλάδα και καταφέρνουν να ριζώσουν στο εξωτερικό, δημιουργώντας εκεί τις προϋποθέσεις για μια νέα ζωή. Ο Αλέξης Μητρόπουλος, ο οποίος είχε βιώσει τραυματικά τις απαρχές του Εμφυλίου στα Δεκεμβριανά, βρίσκει στην Αμερική τον χώρο όπου θα μπορούσε να σβήσει το παρελθόν και να επανεγγράψει το παρόν και το μέλλον του: Η Αμερική δεν είναι κράτος, είναι ήπειρος, ολόκληρη ήπειρος φιλελλήνων, όπου [...] βρήκα ένα ντουλάπι στα μέτρα της Ιστορίας, να βάλω κάποια τάξη στη ζωή μου[...] 9 Η Χρηστίνα Παπά βρίσκει το χαμένο χρόνο της κοινωνικής της δράσης στο βλέμμα ενός μαθητή της στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ και στο Μάη του '68 στη Γαλλία, την επανάσταση που βίωσε εκεί ως νέα «Τηλέ-μαχος»: [...] εμείς δεν γυρίζουμε.[...]τώρα μένουμε συνειδητά, με τη θέλησή μας, κάτι παραπάνω με την ψυχή μας.[...] 10 Το Μάιο, όταν πέσαν οι μάσκες και τα τείχη της Ιεριχώς 11 [...] κάτι είχε αλλάξει, κάτι νέο είχε γεννηθεί, ίσως να πατούσαμε επιτέλους στην Ελλάδα εκείνη που αιώνες τώρα έδειχνε η πυξίς των Ελλήνων. Ναι, κάτι είχε αλλάξει 12. Τέλος, ο Σταύρος Γαλάνης, αν και συμβουλεύει το φίλο του Στέλιο να μην μεταναστεύσουν, ο ίδιος έχει πια φτιάξει την οικογένειά του στο εξωτερικό: Το μόνο σοβαρό επιχείρημα είναι ότι η τότε πολιτική κατάσταση, και η δικιά μου και της χώρας, μ' ανάγκασε να φύγω. Είτε το μετάνιωσα είτε όχι, ειν' ανεπανόρθωτο 13. Όμως οι περισσότεροι/ες ήρωες/ίδες βιώνουν την αποκοπή σε κάθε τους βήμα: την αποκοπή από την πατρίδα, την ιδεολογία, το κόμμα, την οικογένεια, τους φίλους, τον ερωτικό σύντροφο, τον ίδιο τον εαυτό. Από αυτούς/ές, κάποιοι/ες ακολουθούν τον άνοστο δρόμο της αυτοκτονίας, όπως η Εβραία μουσικός Σάρα Λεβίδη, ή της τρέλας, όπως ο Μάρκος Πολίτης, το δρόμο δηλαδή χωρίς επιστροφή, ενώ κάποιοι άλλοι θα δοκιμάσουν το α-νόστιμον ήμαρ, την επιστροφή δηλαδή στην πατρίδα, η οποία, όμως, αποδεικνύεται στυφή. Ο Salman Rushdie στο άρθρο του Imaginary Homelands μας εξομολογείται ότι κατά την επιστροφή του, μετά από χρόνια, στη γενέτειρά του, Βομβάη της Ινδίας, επισκεπτόμενος την αυλή 8 Περαιτέρω για τη συγκρότηση της ταυτότητας του μεταναστευτικού υποκειμένου και η σύνδεσή του με την ετερότητα βλ. Βενετία Μπαλτά, ό π.: 186-7 και Δημητρα Γκέφου Μαδιανού, Εννοιολογήσεις του εαυτού και του «Άλλου»: Ζητήματα ταυτότητας στη σύγχρονη ανθρωπολογική θεωρία, στο Δημητρα Γκέφου Μαδιανού (επιμ.), Εαυτός και Άλλος : Εννοιολογήσεις, ταυτότητες και πρακτικές στην Ελλάδα και στην Κύπρο, Gutenberg, Αθήνα, 2006: 43-82. 9 Μιμίκα Κρανάκη, Φιλέλληνες, Είκοσι τέσσερα γράμματα μιας Οδύσσειας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 2 1998: 367. 10 ό. π.: 383. 11 ό. π.: 387. 12 ό. π.: 390. 13 ό. π.: 301.
του πατρικού του, αποφάσισε να γράψει το μυθιστόρημα Midnight's Children, για τη ζωή στην Ινδία. Όμως, όσο και αν προσπαθεί να ανασύρει αναμνήσεις από την καθημερινή ζωή στην Ινδία και τα παιδικά του χρόνια, μόνο διάσπαρτες εικόνες, θραύσματα, «σπασμένους καθρέφτες» ανακαλύπτει. Ομολογεί λοιπόν με ειλικρίνεια ότι το παρελθόν, σαν μια πατρίδα, του γλίστρησε από τα χέρια 14. Το μόνο που του απέμενε διαθέσιμο ήταν η φαντασία, στην οποία και τελικά καταφεύγει για την αναζήτηση και την αναπαράσταση του χαμένου χρόνου. O Rushdie σημειώνει χαρακτηριστικά: Η σωματική αποξένωση από την Ινδία σημαίνει αναπόφευκτα ότι δεν είμαστε ικανοί να ανακαλέσουμε επακριβώς το αντικείμενο που χάθηκε: δημιουργούμε περισσότερο μυθοπλασίες, παρά πραγματικές πόλεις ή χωριά, αόρατες φανταστικές πατρίδες, Ινδίες του μυαλού 15. Τηρουμένων των αναλογιών, οι μετανάστες/τριες, εξόριστοι/ες ήρωες/ίδες της Κρανάκη, αναπολώντας την Ελλάδα που άφησαν πίσω και στην οποία είναι αρχικά άδηλη η μέρα της επιστροφής, πλάθουν, στην ουσία, στο μυαλό τους μια φανταστική Ελλάδα, μια Ελλάδα του μυαλού, η οποία μπορεί κάποτε να υπήρξε παιδικό και νεανικό βίωμα, ανασυρμένη όμως ως ανάμνηση, λειένεται με την πάροδο του χρόνου και της απόστασης. Αυτή η φαντασιακή κατασκευή της πατρίδας στο μυαλό των εξορίστων αποδεικνύεται το βάραθρο που τελικά ανοίγεται ανάμεσα σε αυτούς και την πολυπόθητη πατρίδα, το οποίο ανακαλύπτουν τραυματικά, στην πραγματική του υπόσταση, όταν τελικά επιστρέψουν. Έτσι, οι πρώην τρεις φίλοι και πρώην μαρξιστές, ο Μάρκος ο Πολίτης, ο Αντρέας ο Λαδάς και ο Φίλιππος Ν., ακόμα και αν γυρίζουν, δεν επιστρέφουν. Και ξανάρχισε η Οδύσσεια μες στην Ιθάκη, στον ίδιο μου τον τόπο, ξανάρχισε ο αποκλεισμός του ξένου που γνώρισα στη Γαλλία 16. Κατ' αυτόν τον τρόπο, το πρότυπο μέσα από το οποίο βλέπουν οι ήρωες/ίδες της Κρανάκη τον εαυτό τους δεν είναι ο «νόστιμος» Οδυσσέας. Παρά «τη ρευστότητα, τη συνεχή ταλάντευση που υπάρχει στην Οδύσσεια 17», ο Οδυσσέας επιστρέφει στην πατρίδα του, συνεχίζοντας τη ζωή του εκεί από όπου την άφησε. Όμως οι κρανακικοί ήρωες/ίδες συνδέουν τη μοίρα τους περισσότερο με τον ιλιαδικό «υπέρμορο» νόστο, την επιθυμία, δηλαδή, για επιστροφή «έξω και πάνω από το μέτρο 18», παρά με τις περιπέτειες του Οδυσσέα και τη δεδομένη επιστροφή του: [...] Λάθος έγινε στο μύθο. Λάθος. Τι σχέση έχω εγώ με τον Οδυσσέα, πες μου; Εκείνος επιστρέφει, δε φεύγει δεν ξενιτεύεται.[...]τα πάθη του απόδημου τα εξιστορεί η Ιλιάδα. Εκεί, μάλιστα. Οι Αχαιοί φεύγουν στα ξένα, πάνε στην Τροία να σκοτωθούν και να σκοτώσουν, κι όποιος γλιτώσει τον περιμένει η Κλυταιμνήστρα στις Μυκήνες. Εδώ νόστο και happy end δε βλέπεις. Άμα φύγεις, 14 «Το παρελθόν είναι μια πατρίδα από την οποία είμαστε όλοι μετανάστες και της οποίας η απώλεια αποτελεί κομμάτι της κοινής ανθρώπινης φύσης», βλ. Salman Rushdie, Imaginary Homelands στο Imaginary Homelands: Essays and criticism 1981-1991, Granta Books, London, 1991: 12. 15 Salman Rushdie, ό. π.: 10. 16 Κρανάκη, ό. π.: 347. 17 Δ. Ν. Μαρωνίτης, Αναζήτηση και νόστος του Οδυσσέα: Η διαλεκτική της Οδύσσειας, Παπαζήσης, Αθήνα,1973: 225. 18 Δ. Ν. Μαρωνίτης, Ομηρικά Μεγαθέματα. Πόλεμος Ομιλία - Νόστος, Κέδρος, 1999: 108.
έφυγες για πάντα. Μοίρα έχεις, ριζικό δεν έχεις 19. Στο μυθιστόρημα της Κρανάκη ο Έλληνας που εκπατρίζεται, η Ελληνίδα μετανάστρια που φεύγει για το εξωτερικό και αφήνει πίσω της την πατρίδα ονομάζεται από τους Έλληνες παραμένοντες στην Ελλάδα ως φιλέλληνας, προσδίδοντας στην έννοια αυτή αρνητικό φορτίο: Ώσπου να συνηθίσω τη νέα μου φάση (και φύση) είχα ήδη χρωματιστεί εξόριστος. Και πριν προφτάσω να προσαρμοστώ καλά καλά στην αλλαγή, είχα και πάλι ξεβάψει, έγινα απλός ξένος ή διασπορά. Τώρα τελευταία, ένα βράδυ, ανακάλυψα πως είχα πάλι αλλάξει χρώμα, αυτή τη φορά η παλέτα της ιστορίας μου 'χει βάλει τη στάμπα φιλέλληνας, ανεξίτηλη, νομίζω 20. Στη συνέχεια του μυθιστορήματος, η έννοια φιλέλληνας, όπως τη βιώνουν καθημερινά και την αντιλαμβάνονται οι Έλληνες/ίδες του εξωτερικού, αλλάζει πρόσημο και διευρύνεται, για να συμπεριλάβει στη συνέχεια τον απανταχού ξένο, την απανταχού ξένη, ανεξαρτήτως εθνότητας. Ύμνος στην καθολικότητα του/ης ξένου/ης αποτελεί το κεφάλαιο «Τα χορικά της Πολυξένης- Ραπ 21», λίγο πριν το μέσον του μυθιστορήματος: Είμαστε σήμερα ό,τι οι Εβραίοι του χτες, λέξη προς λέξη, και χωρίς καν την ελπίδα ή την υπόσχεση μιας νέας Σιών [...] Σλάβοι Σλοβένοι και Σλοβάκοι Κούρδοι Κροάτες και Τσιγγάνοι Ουζμπέκοι Αζτέκοι Ολμέκοι Τολτέκοι Θιβετιανοί και Παλαιστίνιοι [...] μ όλο που οι ράτσες σήμερα φοράν όλες το ίδιο δέρμα νέα δορά της νέας φυλής φιλελλήνων όλοι στο ίδιο χρώμα ξένου 22. Όπως σχολιάζει η ίδια η συγγραφέας σε συνέντευξή της στο περιοδικό Διαβάζω, το 1997:«Ο ξένος ήταν σήμερα ό,τι ήταν ο Εβραίος χθες. Το εξιλαστήριο θύμα, που φορτώνεται τις αμαρτίες του κόσμου. Έτσι η λέξη «φιλέλληνας» πήρε ευρύτερη σημασία. Δεν ήταν μονάχα όποιος αγαπάει την πατρίδα του από μακρυά, φιλ-έλληνας, αλλά αυτός που νοσταλγεί κάτι ανέφικτο. [...] Μ' αυτή την έννοια, φιλέλληνες είναι λόγου χάριν όλοι οι ουτοπιστές 23»: Είμαι ο λαός της ουτοπίας ο προάνθρωπος της αύριο ο τρίτος τέταρτος ο νιοστός ο κόσμος [...] οι Σίσυφοι που καρτερούν να μείνει ακίνητο για πάντα το λιθάρι οι Τάνταλοι που θέλουν κάποτε να πιουν νερό να ξεδιψάσουν κι όλοι οι κάτωθι υπογεγραμμένοι κι οι προλετάριοι όλων των χωρών κι όλοι οι φιλέλληνες χωρίς Ελλάδα [...] 24 Με τη διεύρυνση της έννοιας του/ης ξένου/ης διευρύνεται ταυτόχρονα και η έννοια της πατρίδας, από την οποία ο/η ξένος/η έχει αποκοπεί και στην οποία εναγωνίως επιθυμεί να επιστρέψει. Κατά συνέπεια, πατρίδα δεν είναι μόνο ο τόπος, για παράδειγμα, η Ελλάδα, ούτε μόνο ο χρόνος, λόγου χάρη τα παιδικά και νεανικά χρόνια στην Ελλάδα, ούτε και τα δύο μαζί. Από τη στιγμή που ο/η ξένος/η είναι αυτός/ή που νοσταλγεί το ανέφικτο, τότε πατρίδα γίνεται η ουτοπία, η 19 Κρανάκη, ό. π.: 44-45. 20 ό. π.: 147. 21 ό. π.: 161-171. 22 ό. π.: 167-169. 23 Μιμίκα Κρανάκη, «Δεν ανήκω σε καμιά σχολή». Συνέντευξη στο Διαβάζω, 380 (Δεκ. 1997): 117. 24 Μιμίκα Κρανάκη, Φιλέλληνες: 171.
ανέφικτη ιδέα, ο τρόπος ζωής, τον οποίο ο/η κάθε ουτοπιστής/τρια επιθυμεί να βιώσει. Αντιστρόφως, η νοσταλγία, το άλγος της επιστροφής στην πατρίδα εξαιτίας της απουσίας της και της αποκοπής του ατόμου από αυτήν, σε μια πιο γενική και αφηρημένη μορφή, καταλήγει να γίνει μια αθεράπευτη πνευματική κατάσταση, φερώνυμη της «απουσίας» και της «απώλειας» ενός πράγματος, η οποία εφόσον δεν μπορεί ποτέ να γίνει «παρουσία» και «κατάκτηση», ενεργοποιείται ως μνήμη και δημιουργική ανοικοδόμηση 25. Στο τελευταίο κεφάλαιο του μυθιστορήματος «Η Οδύσσεια του Διαστήματος», ο κατεξοχήν ουτοπιστής τρελός Μάρκος Πολίτης (μεγαλοαστός, αλλά μαρξιστής), μπροστά στα νέα δεδομένα της πτώσης του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού (σε επιστολή του 1990), κάνει μια κριτική στο δυτικό κόσμο και στη λογική που αυτός ευαγγελίζεται στο όνομα μιας προόδου, προτάσσοντας την ανάγκη εύρεσης ή επιστροφής σε έναν άλλο τρόπο προσέγγισης του κόσμου, ο οποίος δε θα εντάσσεται σε αυστηρά ορθολογιστικά πλαίσια και δεν θα ενδύεται εξουσιαστικά θεωρητικά μοντέλα διαφόρων - ισμών. Κατά συνέπεια, η νοσταλγία, αντιμετωπίζεται μέσα στο μυθιστόρημα, όχι ως μια εξιδανίκευση του παρελθόντος χρόνου, αλλά ως μια σχέση αντίστασης με το παρόν: ένας «κριτικός ουτοπισμός», χρησιμοποιώντας έναν όρο των Marianne Hirsch και Leo Spitzer 26, ο οποίος οραματίζεται ένα καλύτερο μέλλον: Κείνο που προτείνω εγώ δεν είν' υπόθεση ενός ατόμου, ενός εγκεφάλου, ούτε καν ενός λαού, είναι έργο μακρόπνοο όλων γιατί αφορά τα θεμέλια της ανθρώπινης επικοινωνίας κι όχι τα διάφορα παράγωγα, πολιτεύματα θεσμούς επιστήμες κλπ. Χρειάζεται ένας νέος νόμος[...] άλλη μοιρασιά [...]στην ίδια την ανθρώπινη φύση, έτσι ώστε να μην ορίζεται από τη βία και το θάνατο [...] όπως επιβιώνουν συμβολικά μέσα στο λόγο. Νέος Λόγος σημαίνει επι-δια-λογή άλλη των στοιχείων που συγκροτούν τη Ratio... 27 Κλείνοντας, θα λέγαμε ότι η Κρανάκη μέσα από έναν επιστολικό πολυφωνικό λόγο, αυτό της ομάδας των υποτρόφων του 1945, θεματοποιώντας τη μεταναστευτική εμπειρία των υποκειμένων και ιχνηλατώντας την πορεία τους μέσα στο χρόνο, φαίνεται να παρακολουθεί στην ουσία το ελληνικό παράδειγμα της Αριστεράς μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι: από τους αγώνες, τις ελπίδες, τις κατακτήσεις της, μέχρι το ιστορικό της τέλος (;). Όλη αυτή η πορεία γίνεται με μια νοσταλγική, κριτική/αυτο-κριτική και, συνάμα, παιγνιώδη διάθεση, ως μια σύγχρονη ευριπίδεια κωμικοτραγωδία, ένα σύγχρονο έπος των απανταχού «φιλελλήνων». 25 Marianne Hirsch and Leo Spitzer, We would not have come without you: Generations of nostalgia στο Katherine Hodgkin, Susannah Radstone (edit.), Contested Pasts: The politics of memory, Routledge, London, New York, 2003: 82. 26 ό. π.: 83. Βλ. και έννοια σύγχρονου ουτοπισμού, σε αντιδιαστολή με τον κλασικό ουτοπισμό, στο C. Davis, Utopia and the ideal society: A study of English Utopian Writing 1516-1700, Cambridge University Press, 1981. 27 Κρανάκη, ό. π.: 430.
Βιβλιογραφία Νέλλη Ανδρικοπούλου, Το ταξίδι του Ματαρόα, 1945: Στον καθρέφτη της μνήμης, Εστία, Αθήνα, 2007. Αντωνιάδου Ολυμπία, «Ιστορικές συγκυρίες και πολιτική αυτο/εξορία σε κείμενα της σύγχρονης ελληνικής μεταναστευτικής λογοτεχνίας του γαλλόφωνου χώρου», Διακείμενα, 11(Θεσσαλονίκη 2009): 35-58. Ευτυχία Βουτυρά, «Ανάμεσα σε δύο πατρίδες. Ετερότητα και παλιννόστηση από την πρώην ΕΣΣΔ στην Ελλάδα: Η περίπτωση των Ρωσοποντίων» στο Ευθ. Παπαταξιάρχης (επιμ.), Περιπέτειες της ετερότητας: Η παραγωγή της πολιτισμικής διαφοράς στη σημερινή Ελλάδα, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2006: 267-295. Δήμητρα Γκέφου Μαδιανού (επιμ.),«εννοιολογήσεις του Εαυτού και του Άλλου : Ζητήματα ταυτότητας στη σύγχρονη ανθρωπολογική θεωρία» στο Εαυτός και «Άλλος»: Εννοιολογήσεις, ταυτότητες και πρακτικές στην Ελλάδα και την Κύπρο, Gutenberg, Αθήνα, 2006: 15-110. Κωνσταντίνα Γερ. Ευαγγέλου, «Η έννοια της πατρίδας στα μυθιστορήματα Φιλέλληνες της Μ. Κρανάκη και Camere separate του P. V. Tondelli», Σύγκριση / Comparaison, 13, 2002: 183-199. Μιμίκα Κρανάκη, Contre-Temps, Εστία, Αθήνα, 5 2000 [ 1 1947]., Φιλέλληνες, Είκοσι τέσσερα γράμματα μιας Οδύσσειας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 2 1998 [Ίκαρος, 1 1992]., «Δεν ανήκω σε καμιά σχολή». Συνέντευξη στο Διαβάζω, 380 (Δεκ. 1997):114-123., Αυτογραφία, Ίκαρος, Αθήνα, 2004., «Ματαρόα» σε δύο φωνές: σελίδες ξενιτιάς, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα, 2007. Βασιλική Λαλαγιάννη, «Ανάμεσα στο Εδώ και στο Εκεί. Η αναζήτηση της ταυτότητας στο έργο της Μιμίκας Κρανάκη», Διακείμενα, 8, 2005: 73-86. Δ. Ν. Μαρωνίτης, Αναζήτηση και νόστος του Οδυσσέα Η διαλεκτική της Οδύσσειας, Παπαζήσης, Αθήνα, 1973., Ομηρικά Μεγαθέματα. Πόλεμος Ομιλία Νόστος, Αθήνα, Κέδρος, 1999. Μαίρη Μικέ, Μεταμφιέσεις στη Νεοελληνική Πεζογραφία (19ος-20ός αιώνας), Κέδρος, 2001. Βενετία Μπαλτά, «Η εξορία ως λογοτεχνικό θέμα. Κείμενα Ελλήνων πεζογράφων πολιτικών προσφύγων στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης κατά την μεταπολεμική περίοδο», Κ, 2, (Ιούλιος 2003). Nazou, Panayota 2005. «Η έννοια του Άλλου στο έργο της Μιμίκας Κρανάκη Φιλέλληνες: 24 γράμματα μιας Οδύσσειας», στο E. Close, M. Tsianikas and G. Frazis (eds.) Greek Research in Australia: Proceedings of the Biennial International Conference of Greek Studies, Flinders University April 2003, Flinders University Department of Languages - Modern Greek: Adelaide, 661-690. Thierry Paquot, Η Ουτοπία ή το χαμένο ιδεώδες, Scripta, Αθήνα, 1998. Τζίνα Πολίτη, «Το Έτερον Εντός: Από το περιέχον στο ρέον», στο Στα Όρια της γραφής. Δοκίμια για τους Μπέκετ, Κάφκα, Τζόϋς, Άγρα, Αθήνα, 1999. Edward Said, Αναστοχασμοί για την εξορία και άλλα δοκίμια λογοτεχνικής και πολιτισμικής θεωρίας, Scripta, Αθήνα, 2006. Δημήτρης Τζιόβας, Ο άλλος εαυτός. Ταυτότητα και κοινωνία στη νεοελληνική πεζογραφία, Πόλις, Αθήνα, 2007. Ρούλα Τσοκαλίδου, Μαρίτα Παπαρούση (επιμ.). Θέματα ταυτότητας στην ελληνική διασπορά:
Γλώσσα και Λογοτεχνία, Μεταίχμιο, Αθήνα, 2005. Πένυ Φυλακτάκη, «Το διπλό πρόσημο του Έλληνα: Η έννοια της ελληνικότητας στη σύγχρονη μεταναστευτική λογοτεχνία», Διακείμενα, 11 (Θεσσαλονίκη 2009): 21-34. J. C. Davis, Utopia and the ideal society: A study of English Utopian Writing 1516-1700, Cambridge University Press, 1981. Marianne Hirsch and Leo Spitzer, We would not have come without you: Generations of nostalgia στο Katherine Hodgkin, Susannah Radstone (edit.), Contested Pasts: The politics of memory, Routledge, London, New York, 2003: 79-95. Gerasimus Katsan, 'Be it Ever so Humble': Nostalgia for Home and the Problem of Return in Post -War Greek Novels στο Dimitris Tziovas (edit.), Greek Diaspora and Migration since 1700: Society, Politics, Culture, Ashgate, England, 2009: 205-214. Smadar Lavie, Ted Swedenburg (edit.), Displacement, Diaspora, and Geographies of Identity, Duke University Press, Durham and London, 1996. Salman Rushdie, Imaginary Homelands στο Imaginary Homelands: Essays and criticism 1981-1991, Granta Books, London, 1991: 9-21. Michael Seidel, Exile and the narrative imagination, Yale University Press, New Haven, London, 1986.