P. κατά S. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 * Στην υπόθεση C-13/94, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Industrial Tribunal, Truro (Ηνωμένο Βασίλειο), προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ. και S. Cornwall County Council, η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 1976, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/002, σ. 70), ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, συγκείμενο από τους G. C Rodríguez Iglesias, Πρόεδρο, Κ. Ν. Κακούρη, D. Α. Ο. Edward, J.-P. Puissochet και G. Hirsch, προέδρους τμήματος, G. F. Mancini, F. A. Schockweiler, P. J. G. Kapteyn (εισηγητή), J. L. Murray, H. Ragnemalm και L. Sevón, δικαστές, * Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική. I-2159
ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 4. 1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-13/94 γενικός εισαγγελέας: G. Tesauro γραμματέας: L. Hewlett, υπάλληλος διοικήσεως, λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν: η P., εκπροσωπούμενη από την Helena Kennedy, QC, και τον Rambert De Mello, barrister, ενεργούντες κατ' εντολή του δικηγορικού γραφείου Tyndallwoods & Millichip, solicitors, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τον John Ε. Collins, Assistant Treasury Solicitor, επικουρούμενο από τον David Pannick, QC, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Nicholas Khan, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου, αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της P., εκπροσωπούμενης από τις Madeleine Rees και Vereena Jones, solicitors, την Helena Kennedy, QC, και τους Rambert De Mello και Ben Emmerson, barrister, της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενης από τον Jonh Ε. Collins, επικουρούμενο από τον David Pannick, και της Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τον Nicholas Khan, κατά τη συνεδρίαση της 21ης Μαρτίου 1995, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 14ης Δεκεμβρίου 1995, εκδίδει την ακόλουθη 1 Με διάταξη της 11ης Ιανουαρίου 1994, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 13 Ιανουαρίου 1994, το Industrial Tribunal, Truro, υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου Ι - 2160
Ρ. κατά S. 177 της Συνθήκης ΕΚ, δύο προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 1976, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες (EE ειδ. έκδ. 05/002, σ. 70, στο εξής: οδηγία). 2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν κατά την εκδίκαση διαφοράς μεταξύ αφενός της Ρ. και αφετέρου του S. και του Cornwall County Council. 3 Η P., προσφεύγουσα της κύριας δίκης, εργαζόταν σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα που υπαγόταν κατά τον κρίσιμο χρόνο στο Cornwall County Council (συμβούλιο της κομητείας της Κορνουάλης), το οποίο ήταν η αρμόδια περιφερειακή διοικητική αρχή. Ένα έτος μετά την πρόσληιρή της, στις αρχές Απριλίου 1992, η Ρ. γνωστοποίησε στον S., διευθυντή σπουδών και υπεύθυνο των διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών του εκπαιδευτικού ιδρύματος, ότι σκόπευε να υποβληθεί σε διαδικασία αλλαγής φύλου. Η διαδικασία αυτή άρχισε με τη λεγόμενη περίοδο life test, κατά την οποία η Ρ. ντυνόταν και συμπεριφερόταν γυναικεία και μετά την οποία πραγματοποιήθηκαν ορισμένες χειρουργικές επεμβάσεις, σκοπός των οποίων ήταν να αποκτήσει η Ρ. τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της γυναίκας. 4 Στις αρχές Σεπτεμβρίου 1992 κοινοποιήθηκε στην P., η οποία είχε υποστεί ορισμένες ελάσσονες χειρουργικές επεμβάσεις, η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας της, η δε εργασιακή σχέση θα λυόταν στις 31 Δεκεμβρίου 1992 λόγω τηρήσεως της προθεσμίας προειδοποιήσεως. Η οριστική χειρουργική επέμβαση πραγματοποιήθηκε πριν από την έναρξη των αποτελεσμάτων, αλλά μετά την κοινοποίηση, της καταγγελίας αυτής. 5 Η Ρ. άσκησε προσφυγή ενώπιον του Industrial Tribunal κατά του S. και του Cornwall County Council, ισχυριζόμενη ότι είχε υποστεί δυσμενή διάκριση λόγω φύλου. Ο S. και το Cornwall County Council ισχυρίστηκαν ότι η απόλυση της οφειλόταν σε λόγους περικοπής πλεονάζοντος προσωπικού. I-2161
ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 4. 1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-13/94 6 Από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι ο πραγματικός λόγος της απολύσεως ήταν η πρόθεση της Ρ. να αλλάξει φύλο, μολονότι πράγματι το προσωπικό του εκπαιδευτικού ιδρύματος ήταν υπεράριθμο. 7 Το Industrial Tribunal διαπίστωσε στη συνέχεια ότι η περίπτωση αυτή δεν καλυπτόταν από τον Sex Discrimination Act (βρετανικό νόμο περί απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω φύλου) του 1975, καθόσον το αγγλικό δίκαιο ρυθμίζει μόνον τις περιπτώσεις στις οποίες μια γυναίκα ή ένας άνδρας αντιμετωπίζεται διαφορετικά λόγω του ότι ανήκει σε ένα από τα δύο φύλα. Κατά το αγγλικό δίκαιο, η Ρ. εξακολουθεί να λογίζεται ανήκουσα στο άρρεν φύλο. Όμως, ακόμη και αν η Ρ. ήταν γυναίκα πριν από την εγχείρηση αλλαγής φύλου, ο εργοδότης θα την είχε απολύσει λόγω της εγχειρήσεως αυτής. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται πάντως αν η περίπτωση αυτή εμπίπτει, παρ' όλα αυτά, στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. 8 Από το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας προκύπτει ότι σκοπός της οδηγίας είναι η εφαρμογή, εντός των κρατών μελών, της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, την πρόσβαση σε απασχόληση, συμπεριλαμβανομένης της επαγγελματικής προωθήσεως, την επαγγελματική εκπαίδευση και τις συνθήκες εργασίας. Αυτή η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως συνεπάγεται, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας, «την απουσία κάθε διακρίσεως που βασίζεται στο φύλο είτε άμεσα είτε έμμεσα». 9 Επιπλέον, κατά την τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, η ισότητα μεταχειρίσεως των εργαζομένων ανδρών και γυναικών αποτελεί έναν από τους στόχους της Κοινότητας, καθόσον πρόκειται ιδίως να προωθηθεί η εναρμόνιση με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών διαβιώσεως και εργασίας του εργατικού δυναμικού. Ι - 2162
Ρ. κατά S. 10 Το Industrial Tribunal, κρίνοντας ότι είναι αμφίβολο κατά πόσον το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας είναι ευρύτερο απ' ό,τι το πεδίο εφαρμογής της εθνικής νομοθεσίας, ανέστειλε την εκκρεμή ενώπιον του διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα: «1) Αποτελεί η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας ενός τρανσεξουαλικού ατόμου λόγω του ότι άλλαξε φύλο παράβαση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, αν ληφθεί υπόψη ο σκοπός της, ο οποίος συνίσταται, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1, στην εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση κ.λπ.; 2) Απαγορεύει το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο αφορά τις διακρίσεις που βασίζονται στο φύλο, τη δυσμενή μεταχείριση ενός εργαζομένου λόγω του ότι είναι τρανσεξουαλικό άτομο;» 11 Επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι το άρθρο 3 της οδηγίας, το οποίο μνημονεύει το αιτούν δικαστήριο, αφορά την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών κατά την πρόσβαση σε απασχόληση. 12 Η απόλυση όμως, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της κύριας δίκης, πρέπει να εξετάζεται βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας, το οποίο ορίζει τα εξής: «Η εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, όσον αφορά τους όρους εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των όρων απολύσεως, συνεπάγεται την εξασφάλιση σε άνδρες και γυναίκες των αυτών όρων, χωρίς διάκριση βασιζόμενη στο φύλο.» I-2163
ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 4. 1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-13/94 13 Επομένως, τα δύο προδικαστικά ερωτήματα, τα οποία ενδείκνυται να συνεξετασθούν, έχουν την έννοια ότι θέτουν το ζήτημα αν, ενόψει του σκοπού της οδηγίας, το άρθρο 5, παράγραφος 1, απαγορεύει την απόλυση τρανσεξουαλικού ατόμου για λόγους αναγόμενους στην αλλαγή του φύλου του. 1 4 Η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή υποστηρίζουν ότι η απόλυση ατόμου λόγω του ότι πρόκειται περί τρανσεξουαλικού ή λόγω του ότι υποβλήθηκε σε εγχείρηση αλλαγής φύλου δεν αποτελεί, από την άποψη της οδηγίας, «διάκριση βασιζόμενη στο φύλο». 15 Προς στήριξη του συμπεράσματος αυτού η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου επικαλείται κυρίως το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από τη διάταξη περί παραπομπής, ο εργοδότης θα είχε απολύσει την Ρ. ακόμη και αν η Ρ. ήταν προηγουμένως γυναίκα και είχε υποβληθεί σε εγχείρηση για να γίνει άνδρας. 16 Καταρχάς επιβάλλεται η παρατήρηση ότι, όπως έχει διαπιστώσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, «ως "τρανσεξουαλικά άτομα" νοούνται συνήθως τα άτομα τα οποία, μολονότι εμφανίζουν τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του ενός φύλου, αισθάνονται ότι ανήκουν στο άλλο τα άτομα αυτά προσπαθούν συχνά να αποκτήσουν λιγότερο διασπασμένη και λιγότερο διφορούμενη ταυτότητα και για τον λόγο αυτό υποβάλλονται σε ιατροφαρμακευτική αγωγή και σε χειρουργικές επεμβάσεις, προκειμένου να προσαρμόσουν τα εξωτερικά χαρακτηριστικά τους στον ψυχισμό τους. Τα χειρουργημένα τρανσεξουαλικά άτομα αποτελούν συνεπώς μια σαφώς καθορισμένη και δυνάμενη να καθοριστεί ομάδα» (απόφαση Rees, της 17ης Οκτωβρίου 1986, σειρά Α, τόμος 106, σκέψη 38). 17 Στη συνέχεια επιβάλλεται να υπομνησθεί ότι η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως «ανδρών και γυναικών», η οποία μνημονεύεται στον τίτλο της οδηγίας, στο προοίμιο και στις διατάξεις της, συνεπάγεται, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από το άρθρο 2, παράγραφος 1, και το άρθρο 3, παράγραφος 1, «την απουσία κάθε διακρίσεως που βασίζεται στο φύλο». Ι - 2164
Ρ. κατά S. 18 Κατά συνέπεια, η οδηγία εκφράζει απλώς στον υπό κρίση τομέα την αρχή της ισότητας, η οποία αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου. 19 Εξάλλου, όπως έχει επανειλημμένα δεχθεί το Δικαστήριο, το δικαίωμα κάθε ατόμου να μην υφίσταται διακρίσεις λόγω του φύλου του αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου, των οποίων την προστασία οφείλει να εξασφαλίζει το Δικαστήριο (βλ., την απόφαση της 15ης Ιουνίου 1978 στην υπόθεση 149/77, Defrenne, Συλλογή τόμος 1978, σ. 419, σκέψεις 26 και 27, και την απόφαση της 20ής Μαρτίου 1984 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις 75/82 και 117/82, Razzouk και Beydoun κατά Επιτροπής, Συλλογή 1984, σ. 1509, σκέψη 16). 20 Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας εμπίπτουν μόνον οι διακρίσεις που οφείλονται στο γεγονός ότι ο υφιστάμενος τη διάκριση ανήκει στο ένα από τα δύο φύλα. Αν ληφθεί υπόψη ο σκοπός της οδηγίας και η φύση των δικαιωμάτων στην προστασία των οποίων αποσκοπεί, είναι σαφές ότι η οδηγία εφαρμόζεται και στις διακρίσεις που οφείλονται, όπως εν προκειμένω, στην αλλαγή φύλου του ενδιαφερομένου. 20 Πράγματι, οι διακρίσεις αυτές οφείλονται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, στο φύλο του ενδιαφερομένου. 'Ετσι, σε περίπτωση απολύσεως για τον λόγο ότι ο ενδιαφερόμενος έχει την πρόθεση να υποβληθεί ή έχει ήδη υποβληθεί σε αλλαγή φύλου, υφίσταται δυσμενής μεταχείριση του ενδιαφερομένου έναντι των ατόμων που ανήκουν στο φύλο στο οποίο θεωρητικά ανήκε και ο ενδιαφερόμενος πριν από την αλλαγή αυτή. 22 Η επίδειξη ανοχής έναντι αυτής της δυσμενούς διακρίσεως θα προσέκρουε στον σεβασμό της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας, τον οποίο μπορεί να αξιώνει ο ενδιαφερόμενος και τον οποίο πρέπει να διασφαλίζει το Δικαστήριο. 23 Η απόλυση του ενδιαφερομένου πρέπει, υπό τις συνθήκες αυτές, να θεωρηθεί ως αντίθετη προς το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας. Τα πράγματα θα είχαν άλλως μόνον αν η εν λόγω απόλυση μπορούσε να δικαιολογηθεί βάσει Ι-2165
ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 4. 1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-13/94 του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας. Κανένα όμως στοιχείο της δικογραφίας δεν επιτρέπει την εικασία ότι στην υπόθεση της κύριας δίκης συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της ανωτέρω διατάξεως. 24 Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι στα ερωτήματα του Industrial Tribunal πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, ενόψει του σκοπού της οδηγίας, το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής απαγορεύει την απόλυση τρανσεξουαλικού ατόμου για λόγους αναγόμενους στην αλλαγή του φύλου του. 25 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με διάταξη της 11ης Ιανουαρίου 1994 το Industrial Tribunal, Truro, αποφαίνεται: Ι-2166
Ρ. κατά S. 76/207 207/ µß, 9 ß 1976, µ µ, ß, µ, 5, 1, µ µ. Rodríguez Iglesias Κακούρης Edward Puissochet Hirsch Mancini Schockweiler Kapteyn Murray Ragnemalm Sevón Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 30 Απριλίου 1996. Ο Γραμματέας Ο Πρόεδρος R. Grass G. C Rodríguez Iglesias Ι-2167