Πλούταρχος (45 μ.χ. 120 μ.χ.) Α. Βίος: Γεννήθηκε τη δεκαετία του 40 μ.χ. στη Χαιρώνεια. Ταξίδεψε στην Αλεξάνδρεια, στην Αχαΐα (ως πρεσβευτής), στους Δελφούς και στη Ρώμη. Είδε πόλεις της βόρειας Ιταλίας με τον Mestrius Florus, μέσω του οποίου είτε αυτός είτε ο πατέρας του έγινε Ρωμαίος πολίτης, αφού το ρωμαϊκό του όνομα ήταν Mestrius Plutarchus. Στη Ρώμη ήλθε το 92/93 μ.χ. Έγινε και μόνιμος ιερέας στους Δελφούς. Φίλος του ήταν ο Q. Sosius Senecio (ύπατος το 107 μ.χ.), στον οποίο αφιέρωσε τα Συμποσιακά και τους Παράλληλους Βίους. Ίσως πήρε από τον Τραϊανό τα ornamenta consularia. Υπήρξε επιμελητής της Δελφικής Αμφικτυονίας. Ίσως διορίστηκε προνοητής (procurator) της Ελλάδας από τον Αδριανό. Παντρεύτηκε, πιθανώς νέος, και απέκτησε αρκετά παιδιά. Β. Έργα: 1. Βίοι Παράλληλοι: 44 βιογραφίες Ελλήνων και Ρωμαίων καταταγμένες σε ζεύγη. Σώζονται 23 βιογραφίες ενός Έλληνα και Ρωμαίου, καθώς και 4 μεμονωμένες 2. Βίοι των Καισάρων: σώζονται μόνοι οι βίοι των αυτοκρατόρων Γάλβα και Όθωνα. 3. Ηθικά: 78 έργα πάνω σε ηθικά, πολιτικά, φιλοσοφικά ή επιστημονικά θέματα σε μορφή δοκιμίου ή διαλόγου (τα 12 θεωρούνται νόθα). 1
Γ. Αρχαίο κείμενο: Βίοι Παράλληλοι, Αλέξανδρος 1-2 [1]Τὸν Ἀλεξάνδρου τοῦ βασιλέως βίον καὶ τὸν Καίσαρος, ὑφ οὗ κατελύθη Πομπήϊος, ἐν τούτῳ τῷ βιβλίῳ γράφοντες, διὰ τὸ πλῆθος τῶν ὑποκειμένων πράξεων οὐδὲν ἄλλο προεροῦμεν ἢ παραιτησόμεθα τοὺς ἀναγινώσκοντας, ἐὰν μὴ πάντα μηδὲ καθ ἕκαστον ἐξειργασμένως τι τῶν περιβοήτων ἀπαγγέλλωμεν, ἀλλ ἐπιτέμνοντες τὰ πλεῖστα, μὴ συκοφαντεῖν. (2) οὔτε γὰρ ἱστορίας γράφομεν, ἀλλὰ βίους, οὔτε ταῖς ἐπιφανεστάταις πράξεσι πάντως ἔνεστι δήλωσις ἀρετῆς ἢ κακίας, ἀλλὰ πρᾶγμα βραχὺ πολλάκις καὶ ῥῆμα καὶ παιδιά τις ἔμφασιν ἤθους ἐποίησε μᾶλλον ἢ μάχαι μυριόνεκροι καὶ παρατάξεις αἱ μέγισται καὶ πολιορκίαι πόλεων. (3) ὥσπερ οὖν οἱ ζῳγράφοι τὰς ὁμοιότητας ἀπὸ τοῦ προσώπου καὶ τῶν περὶ τὴν ὄψιν εἰδῶν οἷς ἐμφαίνεται τὸ ἦθος ἀναλαμβάνουσιν, ἐλάχιστα τῶν λοιπῶν μερῶν φροντίζοντες, οὕτως ἡμῖν δοτέον εἰς τὰ τῆς ψυχῆς σημεῖα μᾶλλον ἐνδύεσθαι, καὶ διὰ τούτων εἰδοποιεῖν τὸν ἑκάστου βίον, ἐάσαντας ἑτέροις τὰ μεγέθη καὶ τοὺς ἀγῶνας. [2]Ἀλέξανδρος ὅτι τῷ γένει πρὸς πατρὸς μὲν ἦν Ἡρακλείδης ἀπὸ Καράνου, πρὸς δὲ μητρὸς Αἰακίδης ἀπὸ Νεοπτολέμου, τῶν πάνυ πεπιστευμένων ἐστί. λέγεται δὲ Φίλιππος ἐν Σαμοθρᾴκῃ τῇ Ὀλυμπιάδι συμμυηθείς, αὐτός τε μειράκιον ὢν ἔτι κἀκείνης παιδὸς ὀρφανῆς γονέων ἐρασθῆναι, καὶ τὸν γάμον οὕτως ἁρμόσαι, πείσας τὸν ἀδελφὸν αὐτῆς Ἀρύββαν. (2) ἡ μὲν οὖν νύμφη πρὸ τῆς νυκτός, ᾗ συνείρχθησαν εἰς τὸν θάλαμον, ἔδοξε βροντῆς γενομένης ἐμπεσεῖν αὐτῆς τῇ γαστρὶ κεραυνόν, ἐκ δὲ τῆς πληγῆς πολὺ πῦρ ἀναφθέν, εἶτα ῥηγνύμενον εἰς φλόγας πάντῃ φερομένας διαλυθῆναι. ὁ δὲ Φίλιππος ὑστέρῳ χρόνῳ μετὰ τὸν γάμον εἶδεν ὄναρ αὑτὸν ἐπιβάλλοντα σφραγῖδα τῇ γαστρὶ τῆς γυναικός ἡ δὲ 2
γλυφὴ τῆς σφραγῖδος ὡς ᾤετο λέοντος εἶχεν εἰκόνα. (3) τῶν δ ἄλλων μάντεων ὑφορωμένων τὴν ὄψιν, ὡς ἀκριβεστέρας φυλακῆς δεομένων τῷ Φιλίππῳ τῶν περὶ τὸν γάμον, Ἀρίστανδρος ὁ Τελμησσεὺς κύειν ἔφη τὴν ἄνθρωπον οὐθὲν γὰρ ἀποσφραγίζεσθαι τῶν κενῶν καὶ κύειν παῖδα θυμοειδῆ καὶ λεοντώδη τὴν φύσιν. (4) ὤφθη δέ ποτε καὶ δράκων κοιμωμένης τῆς Ὀλυμπιάδος παρεκτεταμένος τῷ σώματι, καὶ τοῦτο μάλιστα τοῦ Φιλίππου τὸν ἔρωτα καὶ τὰς φιλοφροσύνας ἀμαυρῶσαι λέγουσιν, ὡς μηδὲ φοιτᾶν ἔτι πολλάκις παρ αὐτὴν ἀναπαυσόμενον, εἴτε δείσαντά τινας μαγείας ἐπ αὐτῷ καὶ φάρμακα τῆς γυναικός, εἴτε τὴν ὁμιλίαν ὡς κρείττονι συνούσης ἀφοσιούμενον. (5) ἕτερος δὲ περὶ τούτων ἐστὶ λόγος, ὡς πᾶσαι μὲν αἱ τῇδε γυναῖκες ἔνοχοι τοῖς Ὀρφικοῖς οὖσαι καὶ τοῖς περὶ τὸν Διόνυσον ὀργιασμοῖς ἐκ τοῦ πάνυ παλαιοῦ, Κλώδωνές τε καὶ Μιμαλλόνες ἐπωνυμίαν ἔχουσαι, πολλὰ ταῖς Ἠδωνίσι καὶ ταῖς περὶ τὸν Αἷμον Θρῄσσαις ὅμοια δρῶσιν ἀφ ὧν δοκεῖ καὶ τὸ θρησκεύειν ὄνομα ταῖς κατακόροις γενέσθαι καὶ περιέργοις ἱερουργίαις ἡ δ Ὀλυμπιὰς μᾶλλον ἑτέρων ζηλώσασα τὰς κατοχάς, καὶ τοὺς ἐνθουσιασμοὺς ἐξάγουσα βαρβαρικώτερον, ὄφεις μεγάλους χειροήθεις ἐφείλκετο τοῖς θιάσοις, οἳ πολλάκις ἐκ τοῦ κιττοῦ καὶ τῶν μυστικῶν λίκνων παραναδυόμενοι καὶ περιελιττόμενοι τοῖς θύρσοις τῶν γυναικῶν καὶ τοῖς στεφάνοις, ἐξέπληττον τοὺς ἄνδρας. 3
Δ. Μετάφραση (Β. Παππάς): 1. Αφηγούμενοι σ αυτό το βιβλίο τη ζωή του βασιλιά Αλεξάνδρου και του Καίσαρα, από τον οποίο νικήθηκε ο Πομπήιος, δεν θα πούμε εκ των προτέρων τίποτα άλλο για τις πράξεις αυτών που εξετάζουμε, παρά θα παρακαλέσουμε τους αναγνώστες εάν δεν θα διηγηθούμε τα πάντα με λεπτομέρειες για τις περιβόητες πράξεις του καθένα, και είμαστε σύντομοι για τα περισσότερα να μη μας παρεξηγήσουν. Γιατί δεν γράφουμε ιστορία, αλλά βιογραφία κι ούτε στις πιο επιφανείς πράξεις δηλώνεται η αρετή ή η κακία του ανθρώπου, αλλά πολλές φορές ένα σύντομο γεγονός ή ένας λόγος και ένα παιχνίδι δείχνουν το ήθος του περισσότερο από τις μάχες με τους πολλούς νεκρούς και οι τεράστιες στρατιωτικές παρατάξεις και οι πολιορκίες πόλεων. Όπως, λοιπόν, οι ζωγράφοι παίρνουν τις ομοιότητες από το πρόσωπο και από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά από τα οποία διαφαίνεται ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου και φροντίζουν ελάχιστα για τα υπόλοιπα μέρη, έτσι και σε εμάς ας μας επιτραπεί να διεισδύσουμε κυρίως στα σημεία της ψυχής και μέσω αυτών να απεικονίσουμε τη ζωή του καθενός, αφήνοντας σε άλλους τα μεγαλεία και τους αγώνες. 2. Ένα από αυτά που κατά κοινή ομολογία πιστεύεται είναι ότι ο Αλέξανδρος από την πλευρά του πατέρα του ήταν Ηρακλείδης στο γένος και καταγόταν από τον Κάρανο, ενώ από τη μητέρα του ήταν Αιακίδης και καταγόταν από τον Νεοπτόλεμο. Λέγεται, μάλιστα, ότι ο Φίλιππος που μυήθηκε στη Σαμοθράκη μαζί με την Ολυμπιάδα, αυτός παιδάκι ακόμα και αυτή ορφανή από γονείς, την αγάπησε και αποφάσισε το γάμο τους, αφού έπεισε τον αδεφλό της, Αρύμβα. Πριν από τη νύχτα, λοιπόν, που το ζευγάρι θα βρισκόταν μαζί στο θάλαμο, η νύφη ονειρεύτηκε ότι ακούστηκε μια βροντή και κεραυνός έπεσε στην κοιλιά της. Και από την 4
πληγή άναψε μεγάλη φωτιά που αφού ξέσπασε σε πολλές φλόγες που διαχέονταν παντού, διαλύθηκε. Ο Φίλιππος, λίγο καιρό μετά το γάμο είδε όνειρο ότι ο ίδιος έβαζε σφραγίδα πάνω στη κοιλιά της γυναίκας του. Και το ανάγλυφο της σφραγίδας, όπως νόμιζε είχε εικόνα λιονταριού. Και οι άλλοι μάντες ερμήνευσαν το όνειρο ότι ο Φίλιππος πρέπει να προσέχει πιο στενά τη γυναίκα του. Ο Αρίστανδρος ο Τελμισσεύς είπε ότι η γυναίκα ήταν έγγυος (γιατί τα κενά αγγεία δεν σφραγίζονται) και ότι κυοφορούσε παιδί ορμητικό και που μοιάζει με λιοντάρι στη φύση. Κάποτε φάνηκε και ένας δράκοντας ξαπλωμένος δίπλα στο σώμα της Ολυμπιάδας την ώρα που κοιμόταν. Και αυτό, μάλιστα, λένε ότι αμαύρωσε τον έρωτα και την αγάπη του Φιλίππου προς τη γυναίκα του,, με συνέπεια να μην πηγαίνει συχνά να αναπαυτεί δίπλα της πολλές φορές, είτε επειδή φοβόταν κάποια μαγεία και δηλητήρια της γυναίκας του εναντίον του, είτε επειδή νόμιζε ότι ανήκε πλέον σε μια ανώτερη δύναμη. Υπάρχει, βέβαια και κάποιος άλλος λόγος γι αυτά, ότι δηλαδή όλες οι γυναίκες εκείνης της περιοχής από τα αρχαία χρόνια επιδίδονται στα ορφικά και σε όργια του Διονύσου. Έχουν την επωνυμία Κλώδωνες και Μιμαλλόνες και κάνουν παρόμοιες πράξεις με τις Ηδωνίδες και αυτές που κατοικούν στη Θράκη γύρω από τον Αίμο. Από αυτές φαίνεται ότι χαρακτηρίστηκε ως θρησκεία γι αυτές τις υπερβολικές και περίεργες ιεροτελεστίες. Η Ολυμπιάδα επειδή αγαπούσε περισσότερο από τις άλλες αυτές τις δεισιδαιμονίες και επειδή παραδόθηκε σ αυτόν τον ενθουσιασμό με πιο βαρβαρικό τρόπο, έπαιρνε στους θιάσους μεγάλα και ήρεμα φίδια. Αυτά συχνά έβγαιναν από τον κισσό και τα μυστικά κιβώτια, τυλίγονταν στους θύρσους και τα στεφάνια των γυναικών και επιτίθονταν στους άνδρες. 5