Κεφάλαιο 2. Λατρευτική υμνογραφία: Ορφικοί Ύμνοι Σύνοψη Μετά από μία γενική εισαγωγή για ό,τι μπορεί να ειπωθεί για τους Ορφικούς Ύμνους, παρουσιάζεται το κείμενο του 12 ου Ορφικού Ύμνου, που είναι αφιερωμένος στον Ηρακλή υπό την κοσμική του ιδιότητα. Το μυστικό αυτό κείμενο αναλύεται και σχολιάζεται κατά στίχο. Προαπαιτούμενη γνώση Βασική γνώση της επικής διαλέκτου και του επικού μέτρου (δακτυλικού εξάμετρου). Οι Ορφικοί λεγόμενοι Ύμνοι είναι μία συλλογή ογδόντα επτά ύμνων (προσευχών), οι οποίοι πιθανότατα συντέθηκαν προς χρήση μιας λατρευτικής κοινότητας στην Πέργαμο της Μικράς Ασίας στις αρχές του 3 ου αι. μ.χ. Της συλλογής προτάσσεται ένα προοίμιο (εὐχή), που λαμβάνει τη μορφή αφιέρωσης από τον Ορφέα στον Μουσαίο (Ὀρφεὺς πρὸς Μουσαῖον: Εὐτυχῶς χρῶ, ἑταῖρε). Αυτό πιθανώς προλόγιζε τη δημοσίευση των ύμνων. Τεχνικά πρόκειται για ύμνους κλητικούς (Μένανδρος Ρήτωρ Εγχειρίδιο Ρητορικής 333.10 Russell - Wilson κλῆσιν ἔχοντες πολλῶν θεῶν) με σχετικά σταθερή δομή: ξεκινούν με επίκληση της θεότητας έκτασης συνήθως δύο στίχων και καταλήγουν με παράκληση. Το κυρίως μέρος αποτελείται από ανακλήσεις με λατρευτικά επίθετα, μετοχές και αναφορικές προτάσεις σε τρίτο πρόσωπο (Er-Stil) και σπανιότερα σε δεύτερο πρόσωπο (Du-Stil), όπως στον προκείμενο ύμνο. Στις ανακλήσεις αυτές εμφανίζεται πλήθος νεολογισμών (ιδιαιτέρως σύνθετων επιθέτων) και σπάνιων λέξεων. Η συσσώρευση λατρευτικών επιθέτων μεγαλύνει τη θεότητα, προσδιορίζει τη σφαίρα επιρροής της και δημιουργεί υψηλή λατρευτική ατμόσφαιρα. Οι λέξεις αυτές είναι φορείς υψηλής πνευματικότητας και φέρουν το πλήρες βάρος τους συνιστούν, θα έλεγε κανείς, μιαν ιερατική poésie verbale. Ο πρώτος ύμνος είναι αφιερωμένος στην Εκάτη, θεότητα στενά συνδεδεμένη με τον αποκρυφισμό, ενώ ο τελευταίος στον Θάνατο. Πράγματι η συλλογή νοείται ως ενιαίο όλον διατεταγμένο ανάμεσα στη γένεση (2.7 8) και τον θάνατο. Κεντρικός θεός είναι ο Διόνυσος, στον οποίο αφιερώνονται, με διάφορες αποκλήσεις, οκτώ ύμνοι της συλλογής. Οι ύμνοι «πνευματοποιούν» παραδοσιακούς χαρακτηρισμούς των θεοτήτων, τους οποίους συμφύρουν με στωϊκά στοιχεία (ιδιαιτέρως την αλληγορική εξήγηση των θεϊκών ονομάτων) και ορφικά αλλά όχι νεοπλατωνικά. Η συλλογή διέπεται από γλωσσική, μετρική και ιδεολογική ενότητα, πράγμα που παραπέμπει στον ίδιο ποιητή για όλους τους ύμνους. Ο ποιητής αυτός υιοθετεί την persona του Ορφέα, όχι για κάποιον βαθύτερο λόγο αλλά επειδή ο μυθικός βάρδος είναι ο αρχέγονος ποιητής και θεωρείται η κοιτίδα της απόκρυφης ποίησης. Σε κάθε περίπτωση η διάσωση της συλλογής στο ίδιο χειρόγραφο που περιέχει τους Ομηρικούς Ύμνους, τους Ύμνους του νεοπλατωνικού Πρόκλου και τους Ύμνους του Καλλίμαχου του Κυρηναίου, οφείλεται σε αυτήν ακριβώς τη φαλκίδευση. Θα ήταν λογικό να υποθέσουμε ότι ο ποιητής αυτός έγραψε τη συλλογή του κατά παραγγελία της κλειστής διονυσιακής λατρευτικής κοινότητας, της οποίας ήταν μέλος, αφού έλαβε υπόψη του παλαιότερο υλικό, γραπτό ή και προφορικό. Οι ύμνοι αυτοί ήταν λειτουργικά λατρευτικά κείμενα, κείμενα δηλαδή που, αντίθετα από ό,τι πίστευε ο Lobeck (στο μνημειώδες έργο του Aglaophamus, 1829) προορίζονταν για χρήση στη λατρεία της εν λόγω κοινότητας. Πριν από κάθε ύμνο ορίζεται το είδος του λιβανιού που πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την απαγγελία του ύμνου (θυμίαμα [τάδε], μοσχολίβανο στον προκείμενο ύμνο). Οκτώ ποικιλίες λιβανιού αναφέρονται. Οι τελετές, που δεν ήταν σε καμία περίπτωση αιματηρές, περιελάμβαναν «θυσία» και προσευχή (87.11 θυσίῃσι καὶ εὐχωλαῖς) και λάμβαναν χώρα σε κλειστό χώρο. Η προέλευσή των Ορφικών Ύμνων από την Μικρά Ασία, και μάλλον από την Πέργαμο, προκύπτει από τη λατρεία τοπικών θεοτήτων, όπως η Ίπτα, η Μελινόη ή η Μίση. Στην Πέργαμο έγραψε ο Αίλιος Αριστείδης στα μέσα του 2 ου αι. μ.χ. έναν πεζό ύμνο στον θεό Διόνυσο. Σε ανασκαφές στην Πέργαμο ήλθε στο φως τέμενος της θεάς Δήμητρας, όπου βρέθηκαν βωμοί ή αφιερώσεις σε πολλούς από τους θεούς των Ορφικών Ύμνων. Και ο όρος βουκόλος προκειμένου για υψηλά μυημένα μέλη της διονυσιακής κοινότητας παραπέμπει στην Πέργαμο. Ως προς την επιβίωση, ο νεοπλατωνικός Πρόκλος, όπως φαίνεται από τους Ύμνους του, γνώριζε την ποίηση αυτού του είδους, την οποία θα θεωρούσε συγγενή προς τις δικές του αντιλήψεις. Το ίδιο και ο Νόννος, ο οποίος διέτρεξε πολλές πηγές σχετικές με τον θεό Διόνυσο για να 38
συνθέσει τα Διονυσιακά. Αλλά τα πρώτα καθεαυτά παραθέματα θα γίνουν πολύ αργότερα από τον Ιωάννη Γαληνό τον 12 ο αι., σε ένα σχόλιό του στη Θεογονία του Ησιόδου. Ο ύμνος στον Ηρακλή, ο δωδέκατος της συλλογής, είναι αντιπροσωπευτικός της δομής, της φρασεολογίας και των συμφραζομένων. Ο ύμνος ανήκει στην ομάδα των πρώτων δεκατριών ύμνων, οι οποίοι αντιστοιχούν στη δημιουργία του κόσμου και τη χρονική μεταβολή. Ο Ηρακλής νοείται μόνον κατ επίφαση ως ο γνωστός πανελλήνιος ήρωας κυρίως νοείται ως μία ιαματική και κοσμική θεότητα, ο δημιουργός του χρόνου (βλ. σχόλιο στον στ. 3). Ο δέκατος πέμπτος ομηρικός ύμνος, μόλις εννέα στίχων, επιγράφεται Εις Ηρακλέα λεοντόθυμον. Ορφικοί Ύμνοι 12 (Ηρακλέος) Ἡρακλέος θυμίαμα λίβανον. 1 Ἥρακλες ὀμβριμόθυμε, μεγασθενές, ἄλκιμε Τιτάν, καρτερόχειρ, ἀδάμαστε, βρύων ἄθλοισι κραταιοῖς, αἰολόμορφε, χρόνου πάτερ, ἀίδιέ τε καὶ εὔφρων, ἄρρητ, ἀγριόθυμε, πολύλλιτε, παντοδυνάστα, 5 παγκρατὲς ἦτορ ἔχων, κάρτος μέγα, τοξότα, μάντι, παμφάγε, παγγενέτωρ, πανυπέρτατε, πᾶσιν ἀρωγέ, ὃς θνητοῖς κατέπαυσας ἀνήμερα φῦλα διώξας, εἰρήνην ποθέων κουροτρόφον, ἀγλαότιμον, αὐτοφυής, ἀκάμας, γαίης βλάστημα φέριστον, 10 πρωτογόνοις στράψας φολίσιν, μεγαλώνυμε Αἰών, ὃς περὶ κρατὶ φορεῖς ἠῶ καὶ νύκτα μέλαιναν, δώδεκ ἀπ ἀντολιῶν ἄχρι δυσμῶν ἆθλα διέρπων, ἀθάνατος, πολύπειρος, ἀπείριτος, ἀστυφέλικτος ἐλθέ, μάκαρ, νούσων θελκτήρια πάντα κομίζων, 15 ἐξέλασον δὲ κακὰς ἄτας κλάδον ἐν χερὶ πάλλων, πτηνοῖς τ ἰοβόλοις Κῆρας χαλεπὰς ἀπόπεμπε. 3 ἀίδιέ τε ἐύφρων Μ : ἀίδιέ τε καὶ εὔφρων Vian post Hermann 10 ναίων Μ : Αἰών West : Παιών Lennep 16 ἀπόπεμπε Aldina : ἐπίπεμπε M 1. ὀμβριμόθυμε: = ὀβριμόθυμε «εύψυχε». ἄλκιμε Τιτάν: Το επίθετο ἄλκιμος συνδέεται στενά με τον ήρωα: ο Ηρακλής λεγόταν Αλκείδης από τον παππού του Αλκέα ([Ησίοδ.] Ασπίς 112, Καλλίμ. Ύμν. Άρτ. 145, Ορφ. Αργ. 297), ενώ η μητέρα του λεγόταν Αλκμήνη. Το Τιτάν στους Ορφικούς Ύμνους αναφέρεται σε ηλιακές θεότητες (8.2 στον ίδιο τον Ήλιο, 34.3 στον Απόλλωνα) κι εδώ παραπέμπει στον Ηρακλή Ήλιο. 2. ἀδάμαστε: Ο Χρόνος είναι πανδαμάτωρ, ενώ ο Ηρακλής είναι ἀδάμαστος «ακατάβλητος». βρύων ἄθλοισι κραταιοῖς «που αφθονείς σε θαρραλέους άθλους»: Η αναφορά γίνεται στους περίφημους άθλους του Ηρακλή, που ήταν αναρίθμητοι. Παρακάτω, στον στ. 12, ο ποιητής θα επανέλθει στους δώδεκα κανονικούς άθλους. Πβ. Ομηρ. Ύμν. 15.5 (κώδ. Μ) ἀεθλεύων <δὲ> κραταιῶς. 3. αἰολόμορφε «ποικιλόμορφε»: Το επίθετο είναι συχνό στους Ορφικούς Ύμνους αλλά αμάρτυρο αλλού. Αναφέρεται στις ποικίλες μορφές με τις οποίες εμφανίζεται ο Ηρακλής-Χρόνος κατά εποχές, ηλικίες κτλ. χρόνου πάτερ: Πβ. Ορφ. Ύμν. 8.13 (Εἰς Ἥλιον) χρόνου πάτερ. Κατά την Ορφική θεογονία που αποδίδεται στον Ιερώνυμο μετά το ύδωρ και τη γη γεννήθηκε από αυτά τα στοιχεία ένας πολυκέφαλος δράκων, 39
ὠνομάσθαι δὲ Χρόνον ἀγήραον καὶ Ἡρακλῆα (Orph. Fr. απ. 76F Bernabé). Η ταύτιση είναι ρητή στον ύμνο στον Αστροχίτωνα Ηρακλή της Τύρου στα Διονυσιακά του Νόννου, 40.369 72 Ἀστροχίτων Ἥρακλες... / Ἠέλιε... /... / υἷα Χρόνου λυκάβαντα δυωδεκάμηνον ἑλίσσων «που ξετυλίγεις το δωδεκάμηνο έτος, τον γιο του Χρόνου». Ο νεοπλατωνικός Πορφύριος παρέχει μιαν ορθολογιστική αιτιολόγηση των μυστικών αυτών ταυτίσεων, Περί αγαλμ. απ. 359F.26 Smith καθὸ δὲ ἀπαλεξίκακός ἐστι τῶν ἐπιγείων ὁ ἥλιος, Ἡρακλέα αὐτὸν προσεῖπον. Ἀίδιε: Με έκταση του τελικού -ε για όμοιες περιπτώσεις στους Ορφικούς Ύμνους βλ. την έκδοση Quandt σ. 40*. 4. ἄρρητ : Μοιάζει αυταναίρεση η θεότητα να αποκαλείται άρρητη εν μέσω τόσων ονομάτων, αλλά ο προσδιορισμός εννοεί τη διά λόγου απρόσιτη φύση του θείου. Η Fayant (2014) το εξηγεί λόγω της αγριότητας του θεού (ἀγριόθυμε), που προκαλεί φόβο. παντοδυνάστα «κυβερνήτη του παντός»: Το επίθετο προσδιορίζει τον Διόνυσο στον ύμνο 45.2 δεν απαντά πουθενά αλλού. 5. παγκρατές: Στην Αττική ο Δίας λατρευόταν ως Παγκρατής συνοδευόμενος από μια νεανική μορφή που αποκαλείται Παγκρατής Ηρακλής η χρήση του επιθέτου μπορεί να υπαινίσσεται αυτή τη λατρευτική απόκληση (Athanassakis Wolkow 2013). τοξότα: Ο Ηρακλής είναι κατεξοχήν τοξότης (Ιλ. Ε 392 4, όπου τραυματίζει την Ήρα Οδ. λ 606 8 στον Άδη) αλλά η ιδιότητά του υπαινίσσεται την ουράνια διαδρομή του ως Ήλιου, πβ. για τον Απόλλωνα Ορφ. Ύμν. 34.6 τοξοβέλεμνε. μάντι: Και η ιδιότητα αυτή του Ηρακλή τον κάνει να μοιάζει στον Απόλλωνα, πβ. Ορφ. Ύμν. 34.5 μάντις. 6. Τέσσερεις από τις πέντε λέξεις του στίχου περιέχουν το επίθετο πᾶς, κατάλληλο για τον «καθολικό» χαρακτήρα της έννοιας του χρόνου. Το παμφάγε καταρχήν παραπέμπει στην παροιμιώδη αδηφαγία του Ηρακλή (ιδιαιτέρως στην κωμωδία) αλλά στα παρόντα συμφραζόμενα υπαινίσσεται την ιδιότητα του χρόνου να γεννά και να αναλώνει τα πάντα. Πανυπέρτατε, πᾶσιν ἀρωγέ = 8.17 (Ήλιος). 7. ὃς θνητοῖς κατέπαυσας ἀνήμερα φῦλα διώξας «που καταδίωξες και εξουδετέρωσες άγρια φύλα για χάρη των ανθρώπων»: Ο Ηρακλής πολλές φορές δάμασε άγρια θηρία (π.χ. τις Στυμφαλίδες όρνιθες ή το λιοντάρι της Νεμέας) ωφελώντας τους ανθρώπους, και ο στίχος ακολουθεί αμέσως μετά την επίκληση πᾶσιν ἀρωγέ εντούτοις, για τη λατρευτική κοινότητα τα άγρια αυτά θηρία νοούνται ως κακοποιά πνεύματα και ο Ηρακλής ως προστάτης της από αυτά. 8. εἰρήνην... κουροτρόφον, ἀγλαότιμον «ειρήνη... που τρέφει τα αγόρια, που τιμάται λαμπρά»: Το κουροτρόφος προκειμένου για την ειρήνη είναι παραδοσιακό (Ησίοδ. Έργ. 228, αλ.), ενώ το ἀγλαότιμος «που τιμάται λαμπρά (λόγω του πλούτου που επιτρέπει να παραχθεί)» απαντά μόνο στους Ορφικούς Ύμνους. 9. αὐτοφυής, ἀκάμας: Όπως ο Ήλιος, Ορφ. Ύμν. 8.3 αὐτοφυής, ἀκάμας. Αὐτοφυής γιατί ο Ήλιος σβήνει και ξαναγεννιέται αυτοφυώς κάθε μέρα. Για την ιδέα πβ. Κριτίας Πειρίθους TrGF 43 F 3.1 3 ἀκάμαϛ τε χρόνοϛ... /... τίκτων / αὐτὸϛ ἑαυτόν. Γαίης βλάστημα φέριστον: Εδώ είναι πιθανή εκ νέου αναφορά στην Ορφική θεογονία του Ιερώνυμου (πβ. σχόλιο στον στ. 3), όπου ο δράκων Χρόνος-Ηρακλής γεννιέται από το ύδωρ και τη γη. 10. πρωτογόνοις στράψας φολίσιν «που αστράφτεις με τις πρωτοφανέρωτες φολίδες σου»: Ο Ηρακλής εδώ υποδύεται τη μορφή του Χρόνου-φιδιού, σύμφωνα με την ιερωνυμική θεογονία, απ. 76.III Bernabé τὸν μὲν Ἡρακλέα ὅτι θεὸς δράκων ἑλικτός (βλ. σχόλιο στον στ. 3), Ορφ. Αργ. 13 Χρόνον... ἀπειρεσίοισιν ὑφ ὁλκοῖς «ο Χρόνος... με τις ατελείωτες σπείρες»: Το πρωτογόνοις αναφέρεται στο γεγονός ότι πρώτος ο δράκων Χρόνος-Ηρακλής δημιούργησε την έννοια του χρόνου. 40
μεγαλώνυμε Αἰών: Υιοθετούμε τη διόρθωση του M. L. West (Notes on the Orphic Hymns, Classical Quarterly 18 [1968], 290 1) έναντι εκείνης του Lennep μεγαλώνυμε Παιών (= Παιάν, λατρευτικό όνομα του θεού Απόλλωνα), που προσιδιάζει στις θεραπευτικές ιδιότητες του Ηρακλή, για τις οποίες θα γίνει λόγος παρακάτω, στ. 14 κ.εξ. Στους Ορφικούς Ύμνους απαντά μόνον ο τύπος Παιάν, όχι Παιών. 11. περὶ κρατὶ φορεῖς ἠῶ καὶ νύκτα «που σε στεφανώνουν η αυγή και η μαύρη νύχτα» (Μπεζαντάκος 2013): Ο Ηρακλής με την ιδιότητα του πατέρα του χρόνου (στ. 3) κοιτάζοντας ανατολικά φέρνει την αυγή, κοιτάζοντας δυτικά φέρνει τη νύκτα. Έτσι κάνει και ο Ήλιος με τα δύο του χέρια στον Ορφ. Ύμν. 8.4 δεξιὲ μὲν γενέτωρ ἠοῦς, εὐώνυμε νυκτός ή ο ταυροειδής Δίας με τα δυο του κέρατα: Orph. Fr. 243.14 15 Bernabé ταύρεα δ ἀμφοτέρωθε δύο χρύσεα κέρατα, / ἀντολίη τε δύσις τε. 12. δώδεκ ἀπ ἀντολιῶν ἄχρι δυσμῶν ἆθλα διέρπων «καθώς περνάς μέσα από δώδεκα άθλους από την ανατολή μέχρι τη δύση»: «Στον μυθικό κύκλο των δώδεκα άθλων... κάποιοι αλληγορικοί ερμηνευτές διέκριναν τη νικηφόρα πορεία του Ήλιου μέσα από τα δώδεκα ζώδια» (M. L. West, The Orphic Poems, Οξφόρδη 1983, 192 3), πβ. Πορφύρ. Περί αγαλμ. απ. 359F.29 Smith δώδεκα δ ἄθλους ἐκμοχθεῖν ἐμυθολόγησαν, τῆς κατὰ τὸν οὐρανὸν διαιρέσεως τῶν ζῳδίων τὸ σύμβολον ἐπιφημίσαντες, Νόνν. Διον. 40.372 (παρατίθεται στο σχόλιο στον στ. 3). Οι δώδεκα άθλοι αναφέρονται στον δωδέκατο στίχο του δωδέκατου ύμνου. 13. ἀθάνατος: Όπως ο Ήλιος (Ορφ. Ύμν. 8.13). Ο Ηρακλής είναι ένας θνητός, που έγινε αθάνατος. πολύπειρος, ἀπείριτος, ἀστυφέλικτος «πολυπέρατος, απέραντος, ακλόνητος»: Προβάλλονται οι αντιφάσκουσες, μυστικές ιδιότητες του απεριόριστου περιοριστή, του πολλαπλού άπειρου. Για τα νοήματα πβ. Πρόκλ. Υπόμν. Πλ. Τίμ. ΙΙΙ.40.21 Diehl οἱ θεουργοὶ... τὸν χρόνον ὑμνοῦντες <ὡς> αἰώνιον, ἀπέραντον, νέον καὶ πρεσβύτην, ἑλικοειδῆ... ὡς ἔχοντα τὴν οὐσίαν ἐν αἰῶνι καὶ μένοντα ἀεὶ τὸν αὐτόν καὶ ὡς ἀπειροδύναμον. «οι θεουργοί... υμνώντας τον χρόνο ως αιώνιο, απέραντο, νέο και γέρο, ελικοειδή... ότι ταυτίζει την ύπαρξή του με τον αιώνα και παραμένει πάντοτε αμετάβλητος και παντοδύναμος». Πολύπειρος = πολυπείρων. Ἀστυφέλικτος «ακλόνητος» < στερητικό ἀ- + στυφελίζω «ορμώ, συνταράσσω». 14. Η καταληκτική παράκληση αρχίζει στον στίχο αυτόν. Αρθρώνεται ξεκάθαρα με τρεις αποτροπαϊκές προστακτικές, μία σε κάθε στίχο. Οι παρακλήσεις αποκαλύπτουν τις ανησυχίες της λατρευτικής κοινότητας, για την οποία γράφονται οι Ορφικοί Ύμνοι. νούσων θελκτήρια πάντα κομίζων «φέρνοντας κάθε λογής γητέματα που ανακουφίζουν από τις αρρώστιες»: Εδώ ο Ηρακλής, ως θεότητα του ήλιου, αναλαμβάνει τις ιδιότητες του Παιάνα Απόλλωνα. Στη Θεογονία του Ησίοδου ο Ηρακλής απελευθερώνει τον Προμηθέα από το γεράκι που κατατρώγει το συκώτι του, και η πράξη του προσδιορίζεται ως απαλλαγή από νόσο (Θεογ. 527 κακὴν δ ἀπὸ νοῦσον ἄλαλκεν). Στην Αθήνα επικαλούνταν τον Ηρακλή για προστασία από τους λοιμούς (J. Larson, Ancient Greek Cults: A Guide, Νέα Υόρκη 2007, 185). 15. ἐξέλασον δὲ κακὰς ἄτας κλάδον ἐν χερὶ πάλλων «διώξε τις μαύρες συμφορές κραδαίνοντας ρόπαλο στο χέρι»: Πρόκειται για τυπική περιγραφή του Ηρακλή με το ρόπαλο, ωστόσο εδώ «πνευματικοποιημένη» ως προστασία από μολυσμούς. Για το κλάδος με τη σημασία «ρόπαλο» (από κορμό ελιάς) πβ. LSJ s.v. 3. Ωστόσο, οι σύγχρονοι σχολιαστές δέχονται την πρωταρχική σημασία «(αποτροπαϊκό) κλαδί». 16. πτηνοῖς τ ἰοβόλοις Κῆρας χαλεπὰς ἐπίπεμπε «και με τα φτερωτά δηλητηριώδη βέλη σου ξαπόστελνε τις επικίνδυνες Κήρες»: Οι Κήρες είναι θεότητες του θανάτου o Ηρακλής είναι κηραμύντης (= αλεξίκακος: Λυκόφρ. 663 με τα σχόλια ad loc.) και συχνά στην τέχνη αναπαριστάνεται να καταδιώκει Κήρες. Ιδιαιτέρως στον τελευταίο άθλο, την πάλη με τον Κέρβερο, ο Ηρακλής φαίνεται να νικά τον θάνατο. Και για την απελευθέρωση της Άλκηστης ο Ηρακλής πάλεψε και νίκησε τον Θάνατο (Ευρ. Άλκ. 1140 2). Τα δηλητηριώδη βέλη (ἰοβόλοις) είναι εκείνα τα οποία ο Ηρακλής βούτηξε στο αίμα της Ύδρας, όταν την σκότωσε. 41
Βιβλιογραφία Εκδόσεις Quandt, G. 2 1955 ( 1 1941). Orphei hymni. Δουβλίνο Ζυρίχη Fayant, M.-C. 2014. Hymnes Orphiques. Παρίσι (Budé). Υπομνήματα M.-C. Fayant, ό.π. Ricciardelli, G. 2000. Inni Orfici. Μιλάνο. Μεταφράσεις Athanassakis Α. B. M. Wolkow. 2013. The Orphic Hymns. Βαλτιμόρη. Παπαδίτσας, Δ. Π. Ε. Λαδιά. 1984. Ορφικοί Ύμνοι, Ανθολογία. Αθήνα. Μπεζαντάκος, Ν. Π. 2013. Ανθολόγιο Ύμνων. Αθήνα, 90 1, 211 17 (όπου μετάφραση και του συγκεκριμένου ύμνου). Μελέτες Morand, A.-F. 2001. Études sur les hymnes orphiques. Λέιντεν Βοστόνη Κολωνία. Ερωτήσεις 1. Τι εννοούμε με τον όρο Ορφικοί Ύμνοι; Να περιγράψετε τα δομικά στοιχεία τους και να αναφερθείτε στη σύνθεση και τη χρήση τους. 2. Από ποια στοιχεία προκύπτει ο τόπος προέλευσης των Ορφικών Ύμνων; Πώς βοήθησαν οι αρχαιολογικές ανακαλύψεις στη διεξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων; 3. Στ. 7 ὃς θνητοῖς κατέπαυσας ἀνήμερα φῦλα διώξας: σε ποιες πράξεις του Ηρακλή αναφέρεται ο στίχος; Ποια είναι η ιδιαίτερη σημασία τους για τη λειτουργική κοινότητα; 4. Στ. 10 πρωτογόνοις στράψας φολίσιν: ποια μορφή υποδύεται εδώ ο Ηρακλής; Ποια είναι η ιδιαίτερη σημασία του επιθέτου πρωτογόνοις; 42