«Πιστοποίηση των µηχανοδηγών και άλλες διατάξεις»



Σχετικά έγγραφα
«Κύρωση (1) της Σύµβασης Πώλησης και Αγοράς Μετοχών µεταξύ της Ελληνικής ηµοκρατίας και των Εταιρειών Ολυµπιακές Αερογραµµές Α.Ε.,

9ης Μαρτίου 2011 περί εφαρµογής των δικαιωµάτων των ασθενών στο πλαίσιο. της διασυνοριακής υγειονοµικής περίθαλψης (L 88/45/4.4.

ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ

«Απλοποίηση διαδικασιών σύστασης προσωπικών και κεφαλαιουχικών εταιριών και άλλες διατάξεις»

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Για την ενσωµάτωση των Οδηγιών 2010/64/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Ανάπτυξη της ια Βίου Μάθησης και λοιπές διατάξεις»

6) Το γεγονός ότι σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο άρθρο 227 παρ.2 του Ν.3852/2010 «Ο Ελεγκτής Νοµιµότητας αποφαίνεται επί της προσφυγής µέσα σε αποκλειστι

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

ΑΠΟΦΑΣΗ 73 / Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6702-1/

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Π ρ ο σ ή λ θ ε [...] γ ι α να δικάσει την από 8 Φεβρουαρίου 2019 [...] αίτηση αναστολής,

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Άσκηση εµπορικών δραστηριοτήτων εκτός καταστήµατος»

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας χώρου παραστάσεων Άδεια παράστασης» Ι. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

µε υποχρέωση διατήρησης ενός ελάχιστου επιπέδου αποθεµάτων αργού πετρελαίου

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕ ΙΟΥ ΝΟΜΟΥ «ιασυνοριακές Συγχωνεύσεις Κεφαλαιουχικών Εταιρειών»

ΜΕΡΟΣ IV ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Ενδικοφανής προσφυγή Δικαίωμα ακρόασης. Σύνθεση Δημοσίου Δικαίου Αικατερίνη Ηλιάδου

η ηλεκτρονική καταχώριση και εκτέλεση ιατρικών συνταγών και παραπεµπτικών παραπεµπτικών ιατρικών εξετάσεων»

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3749/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2015

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

B ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕ ΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ

A ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕ ΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟΥ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Εθνικό Σύστηµα Ηλεκτρονικών Δηµοσίων Συµβάσεων και άλλες διατάξεις»

κινητής τηλεφωνίας και άλλες διατάξεις»

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

«Σύσταση Γραφείου Ελληνικής Προεδρίας και άλλες διατάξεις»

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

B ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕ ΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟΥ

«Εθνική Αρχή Συντονισµού Πτήσεων και άλλες διατάξεις»

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούµενων σε ά- δεια»

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/333-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 11 /2018

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Ανάπτυξη υδατοκαλλιεργειών»

B ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕ ΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟΥ

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 4ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

B ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕ ΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟΥ

«Επείγουσες ρυθµίσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής και άλλες διατάξεις»

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΟΛ /09/ Παροχή οδηγιών για την

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

«Κατεπείγουσες ρυθµίσεις του Υπουργείου Υγείας»

«Ρύθµιση θεµάτων του πανεπιστηµιακού και τεχνολογικού τοµέα της ανώτατης εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις»

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

προηγούµενης ακρόασης του ενδιαφεροµένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή µέτρο που λαµβάνεται σε βάρος των δικαιωµάτων ή συµφερόντων του.

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4470-1/ ΑΠΟΦΑΣΗ 100/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2619/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2017

Β ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕ ΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η Ο ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΑΙΓΑΙΟΥ

Διοικητικό Δίκαιο. Διοικητικές προσφυγές. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

A ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ Α 1-ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 38/2007

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 27/01/2017. Αριθμός απόφασης: 862

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. γ. Του άρθρου 59 του π.δ. 111/2014 (ΦΕΚ Α 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1381/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2014

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ Ν.4329/2015 ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΑΓΗ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΚΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ. Από 26/6/2017

«Αναµόρφωση του συστήµατος προσλήψεων στο δηµόσιο τοµέα και άλλες διατάξεις»

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7500/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 108/2013

«Κύρωση της Σύµβασης Παραχώρησης του αποκλειστικού δικαιώµατος. παραγωγής, λειτουργίας, κυκλοφορίας, προβολής και διαχείρισης.

Α Π Ο Φ Α Σ Η Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Νέα Ελληνική Ραδιοφωνία, Ίντερνετ και Τηλεόραση»

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Transcript:

Β ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕ ΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟΥ «Πιστοποίηση των µηχανοδηγών και άλλες διατάξεις» Ι. Γενικές παρατηρήσεις Με το φερόµενο προς συζήτηση και ψήφιση Νσχ επιδιώκεται η προσαρµογή του ελληνικού δικαίου προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2007 «σχετικά µε την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης µηχανών έλξης και συρµών στο σιδηροδροµικό σύστηµα της Κοινότητας» (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σελ. 51 έως 78) (στο εξής, η Οδηγία). Η ανάγκη επίτευξης των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ελεύθερη εγκατάσταση, την ελεύθερη διακίνηση εργαζοµένων και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, χωρίς στρεβλώσεις του ανταγωνισµού, στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής µεταφορών έχει οδηγήσει στην έκδοση παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικώς µε την ασφάλεια των σιδηροδρόµων. Στο πλαίσιο αυτό, η εν λόγω Οδηγία θεσπίζει τις προϋποθέσεις που πρέπει να διέπουν την πιστοποίηση των µηχανοδηγών στο σιδηροδροµικό σύστηµα των κρατών µελών, ώστε, αφ ενός µεν να αντιµετωπισθεί το φαινόµενο των διαφορετικών νοµοθετικών ρυθµίσεων των κρατών µελών, αφ ετέρου δε να διατηρηθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας του σιδηροδροµικού συστήµατος στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τις διατάξεις της Οδηγίας µεταφέρει στην ελληνική έννοµη τάξη το παρόν Νσχ. Ειδικότερα, µε τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α (άρθρα 1 έως 3) καθορίζεται ο σκοπός και το πεδίο εφαρµογής του υπό ψήφιση Νσχ και προσδιορίζεται η έννοια όρων που χρησιµοποιούνται στο κείµενό του. Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β (άρθρα 4 έως 8) ρυθµίζονται ζητήµατα πιστοποίησης των ικανοτήτων και των προσόντων των µηχανοδηγών κατά το οικείο υπό-

2 δειγµα πιστοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανατίθεται η εκτύπωση των αδειών µηχανοδηγού στη ιεύθυνση ιαβατηρίων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνοµίας κατά το αντίστοιχο υπόδειγµα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και προσδιορίζονται οι αρµόδιες αρχές για την έκδοση αδειών και πιστοποιητικών µηχανοδηγού, η γλώσσα σύνταξής τους και η γεωγραφική ισχύς τους. Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Γ (άρθρα 9 έως 13) ορίζονται οι προϋποθέσεις και οι όροι απόκτησης άδειας και πιστοποιητικού µηχανοδηγού, ενώ µε τις διατάξεις του Κεφαλαίου (άρθρα 14 έως 18) καθορίζεται η διαδικασία χορήγησής τους και θεσπίζεται σύστηµα περιοδικού ελέγχου τόσο της υγείας και των απαιτούµενων για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους ικανοτήτων των µηχανοδηγών, όσο και της εγκυρότητας των αδειών και των πιστοποιητικών. Το Κεφάλαιο Ε (άρθρα 19 έως 22) καθορίζει αρµοδιότητες της Αρχής Ασφάλειας Σιδηροδροµικών Μεταφορών, πέραν όσων ορίζονται ήδη στο π.δ. 160/2007 (ΦΕΚ Α 201/23.8.2007), και ρυθµίζει τα σχετικά µε τον διοικητικό και δικαστικό έλεγχο των πράξεών της. Οι διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ (άρθρα 23 έως 25) ρυθµίζουν ζητήµατα που αφορούν την εκπαίδευση των µηχανοδηγών και τις εξετάσεις για την απόκτηση της άδειας ή του πιστοποιητικού µηχανοδηγού, και οι διατάξεις του Κεφαλαίου Ζ (άρθρα 26 και 27) επιβάλλουν στην Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδροµικών Μεταφορών να θεσπίσει σύστηµα ποιοτικών προτύπων για τις δραστηριότητες, µεταξύ άλλων, της εκπαίδευσης και της αξιολόγησης των δεξιοτήτων των υ- ποψήφιων µηχανοδηγών και να µεριµνά για την ανά πενταετία αξιολόγηση, από ανεξάρτητους εµπειρογνώµονες, των διαδικασιών αυτών. Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Η (άρθρο 28) εισάγεται µεταβατικό καθεστώς για τη ρύθµιση των θεµάτων που αφορούν το υπόλοιπο προσωπικό, το οποίο εκτελεί καθήκοντα κρίσιµα για την ασφάλεια των σιδηροδροµικών µεταφορών, µε τις διατάξεις του Κεφαλαίου Θ (άρθρο 29) θεσπίζονται διαδικασίες ε- λέγχου εκ µέρους της Αρχής και κυρώσεις τόσο για τους διαχειριστές υποδοµής όσο και για τους µηχανοδηγούς που δεν τηρούν τα οριζόµενα στο παρόν Νσχ, και, τέλος, το Κεφαλαίο Ι (άρθρα 30 έως 33) περιλαµβάνει µεταβατικές διατάξεις για την εφαρµογή του υπό ψήφιση Νσχ και έξι Παραρτή- µατα, όπως αυτά αποτυπώνονται στο κείµενο της Οδηγίας 2007/59/ΕΚ. ΙΙ. Παρατηρήσεις επί των επιµέρους άρθρων του Νσχ 1. Επί του άρθρου 1 εδάφ. β εδοµένου ότι το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 1 δεν εισάγει ρύθµιση, αλλά έχει πληροφοριακό χαρακτήρα (παρουσιάζει επιγραµµατικώς το περιεχό- µενο του υπό ψήφιση Νσχ), θα έπρεπε, ενδεχοµένως, να απαλειφθεί.

2. Επί του άρθρου 3 α. Κατά τη µεταφορά του αντίστοιχου ορισµού έννοιας που αναφέρεται στο κείµενο της Οδηγίας, το στοιχείο ε) του άρθρου 3 του Νσχ ορίζει ότι ως «διαχειριστής υποδοµής» νοείται εκείνος που «ορίζεται µε τις διατάξεις του άρθρου 2 περ. 6 του π.δ. 41/2005». Εποµένως, «ο φορέας που έχει την ευθύνη για τη διαχείριση, εκµετάλλευση και συντήρηση της Εθνικής Σιδηροδροµικής Υποδοµής, καθώς και τη διαχείριση των συστηµάτων ελέγχου και ασφάλειας της υποδοµής» (άρθρο 2 περ. 6 του π.δ. 41/2005). εδοµένου ότι, κατά τα ανωτέρω, στην έννοια του διαχειριστή υποδοµής δεν περιλαµβάνεται ο φορέας που έχει την ευθύνη εκτός από τη διαχείριση, εκµετάλλευση και συντήρηση και για την εγκατάσταση σιδηροδροµικής υποδοµής, επισηµαίνεται ότι, συµφώνως προς το άρθρο 3 στοιχ. δ) της Οδηγίας, ως «διαχειριστής υποδοµής» νοείται «κάθε οργανισµός ή επιχείρηση που ευθύνεται ιδίως για την εγκατάσταση ή τη συντήρηση σιδηροδρο- µικής υποδοµής ή µέρους αυτής [ ]». β. Στον ορισµό που περιλαµβάνεται στο στοιχείο ζ) του άρθρου 3 θα ήταν σκόπιµη η αντικατάσταση της λέξης «αιτήσεις» από την ορθή «απαιτήσεις». 3 3. Επί του άρθρου 21 α. Με την παρ. 2 του προς ψήφιση άρθρου ορίζεται ότι «Οι πράξεις της Αρχής που αφορούν σε οποιαδήποτε εφαρµογή δυνάµει του παρόντος νόµου, υπόκεινται σε ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Αρχής εντός τριάντα (30) ηµερών από την κοινοποίησή τους». Η «ενδικοφανής προσφυγή» διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 25 παρ. 2 του Κώδικα ιοικητικής ιαδικασίας (ν. 2690/1999). Το αρµόδιο για την εξέτασή της διοικητικό όργανο ελέγχει τη νοµιµότητα της προσβαλλό- µενης πράξης, επανεξετάζει δε και «την ουσία της υπόθεσης, οπότε µπορεί «να ακυρώσει εν όλω ή εν µέρει ή να τροποποιήσει την πράξη ή να απορρίψει την προσφυγή» (άρθρο 25 παρ. 2 εδαφ. α του Κώδικα ιοικητική ιαδικασίας). Η δυνατότητα τροποποίησης πράξης της Αρχής εναρµονίζεται προς την παρ. 2 του άρθρου 21 της Οδηγίας, συµφώνως προς την οποία, «Η αρµόδια αρχή εξασφαλίζει διαδικασία διοικητικής προσφυγής που επιτρέπει στους εργοδότες και τους µηχανοδηγούς να ζητούν αναθεώρηση µιας απόφασης η οποία αφορά οιαδήποτε εφαρµογή δυνάµει της παρούσας Οδηγίας». Σχετικώς πάντως µε τον χρόνο, εντός του οποίου η Αρχή οφείλει να απαντήσει επί της ενδικοφανούς προσφυγής, εφαρµογή έχει το άρθρο 25 παρ. 2 εδάφ. β του Κώδικα ιοικητική ιαδικασίας, συµφώνως προς το οποίο, «Το αρµόδιο όργανο οφείλει να γνωστοποιήσει στον προσφεύγοντα την απόφα-

4 σή του [ ] το αργότερο µέσα σε τρεις (3) µήνες». Αν παρέλθει άπρακτη η εν λόγω προθεσµία, τεκµαίρεται σιωπηρή απόρριψη της προσφυγής (άρθρο 45 παρ. 2 εδ. γ του π.δ. 18/1989). β. Με την παρ. 3 εδάφ. α του προτεινόµενου άρθρου 21 ορίζεται ότι «Οι αποφάσεις της Αρχής, µε τις οποίες απορρίπτονται οι ενδικοφανείς προσφυγές της παραγράφου 2, υπόκεινται σε αίτηση ακύρωσης ενώπιον του ιοικητικού Εφετείου Αθηνών µέσα σε προθεσµία εξήντα (60) ηµερών από την κοινοποίησή τους. Την αίτηση ακύρωσης δικαιούται να ασκήσει όποιος έχει έννοµο συµφέρον. Το ιοικητικό Εφετείο Αθηνών κρίνει τη διαφορά σε πρώτο και τελευταίο βαθµό». Επισηµαίνεται ότι η προηγούµενη άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής συνιστά, κατ άρθρο 45 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, προϋπόθεση του παραδεκτού του προβλεπόµενου ενδίκου βοηθήµατος, δηλαδή της αίτησης ακυρώσεως, η οποία στρέφεται είτε κατά της ρητής, είτε κατά της σιωπηρής, τεκ- µαιρόµενης από την άπρακτη παρέλευση τριµήνου, απόρριψης της προσφυγής. εδοµένου ότι, τόσο η εξηκονθήµερη προθεσµία όσο και το έννοµο συµφέρον του αιτούντος προβλέπονται ως προϋποθέσεις του παραδεκτού της αίτησης ακυρώσεως από τις γενικές διατάξεις της δικονοµίας των ακυρωτικών διαφορών (άρθρα 46 παρ. 1 και 47 του π.δ. 18/1989), παρέλκουν, ενδεχοµένως, οι προτεινόµενες ρυθµίσεις µε όµοιο περιεχόµενο. γ. Κατά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του προς ψήφιση άρθρου 21, «Η προθεσµία για την υποβολή της αίτησης ακύρωσης και η άσκησή της δεν α- ναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης της Αρχής. Σε περίπτωση όµως ύ- παρξης αποχρώντος λόγου, µετά από αίτηση του ενδιαφεροµένου, δύναται ο Πρόεδρος του ιοικητικού Εφετείου Αθηνών να αναστείλει εν όλω ή εν µέρει ή υπό όρους την εκτέλεση της πράξης κατά της οποίας ασκήθηκε η αίτηση ακύρωσης». Εν προκειµένω, εισάγεται ειδική ρύθµιση για τους λόγους αναστολής της σχετικής διοικητικής πράξης, κατ απόκλιση από τις γενικές δικονοµικές διατάξεις, συµφώνως προς τις οποίες, «Η αίτηση αναστολής εκτέλεσης γίνεται δεκτή, όταν κρίνεται ότι η άµεση εκτέλεση της προσβαλλόµενης πράξης θα προκαλέσει στον αιτούντα βλάβη ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσι- µη σε περίπτωση ευδοκίµησης της αίτησης ακυρώσεως. Η αίτηση όµως µπορεί να απορριφθεί, αν κατά τη στάθµιση της βλάβης του αιτούντος, των συµφερόντων τρίτων και του δηµοσίου συµφέροντος κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος» (άρθρο 52 παρ. 6 του π.δ. 18/1989), ενώ, εάν ο αρµόδιος δικαστής εκτιµά «ότι η αίτηση ακυρώσεως είναι προδήλως βάσιµη, µπορεί να δεχθεί

την αίτηση αναστολής, ακόµη και αν η βλάβη του αιτούντος από την άµεση εκτέλεση της προσβαλλόµενης πράξης δεν κρίνεται ως ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιµη. Αντίθετα, η αίτηση αναστολής µπορεί να απορριφθεί ακόµη και σε περίπτωση ανεπανόρθωτης ή δυσχερώς επανορθώσιµης βλάβης, αν [ο αρµόδιος δικαστής] εκτιµά ότι η αίτηση ακυρώσεως είναι προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιµη» (άρθρο 52 παρ. 7 του π.δ. 18/1989). Τέλος, κατά την παρ. 8 του ως άνω άρθρου του π.δ. 18/1989, ο αρµόδιος δικαστής δύναται να διατάσσει, «εκτός από την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόµενης πράξης το, κατά περίπτωση, κατάλληλο µέτρο, χωρίς να δεσµεύεται από τις προτάσεις των διαδίκων». 5 4. Επί του άρθρου 22 παρ. 3 Θα ενίσχυε τη νοµοτεχνική αρτιότητα της εν λόγω διάταξης η προσθήκη των όρων «δύνανται να», τόσο στο πρώτο εδάφιο («Οι µηχανοδηγοί έχουν πρόσβαση στα δεδοµένα [ ]»), όσο και στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 («Ύστερα από σχετική αίτηση, λαµβάνουν αντίγραφο [ ]»). Καθ όµοιο τρόπο, θα ήταν ενδεχοµένως σκόπιµο σε ανάλογες περιπτώσεις, κατά τις οποίες θεσπίζονται δικαιώµατα φυσικών ή νοµικών προσώπων ή υποχρεώσεις δη- µόσιων ή ιδιωτικών φορέων, να χρησιµοποιείται στον ορθό τύπο ο όρος «δύναται» ή «υποχρεούται», αντιστοίχως (ενδεικτικώς, άρθρα 5 παρ. 2 και 3, 15 παρ. 1 εδάφ. α, 18 παρ. 1 υποπαρ. 3, 22 παρ. 5 του Νσχ.) 5. Επί του άρθρου 29 α. Με τις διατάξεις του άρθρου 29 παρ. 2 και 3 επιβάλλεται διοικητικό πρόστιµο (ύψους τριών έως πέντε χιλιάδων ευρώ) σε µηχανοδηγούς που, κατά τον έλεγχο που διενεργεί η Αρχή, διαπιστώνεται ότι υπάγονται σε µία ή περισσότερες από τις περιπτώσεις της παρ. 2. Συµφώνως προς την παρ. 3, «Η επιβολή του προστίµου [ ] γίνεται µε πράξη του διενεργούντος τον έλεγχο, την οποία συντάσσει επιτόπου. Αντίγραφο της πράξης επιβολής προστίµου µε πρόσκληση [ ] για πληρωµή του προστίµου [ ] διαβιβάζεται στην αρµόδια [ ].Ο.Υ. για βεβαίωση». Στην παρ. 2 του άρθρου 20 του Συντάγµατος ορίζεται ότι «Το δικαίωµα της προηγούµενης ακρόασης του ενδιαφεροµένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή µέτρο που λαµβάνεται σε βάρος των δικαιωµάτων ή συµφερόντων του». Η εν λόγω διάταξη καθιερώνει µια ιδιαίτερη µορφή συµµετοχής του πολίτη στη διοικητική διαδικασία, το δικαίωµα ακρόασης. Εξ άλλου, συµφώνως προς το άρθρο 6 παρ. 1 του Κώδικα ιοικητικής ιαδικασίας, «Οι διοικητικές αρχές, πριν από κάθε ενέργεια ή µέτρο σε βάρος των δικαιωµάτων

6 ή συµφερόντων συγκεκριµένου προσώπου, οφείλουν να καλούν τον ενδιαφερόµενο να εκφράσει τις απόψεις του, εγγράφως ή προφορικώς, ως προς τα σχετικά ζητήµατα». Με τις διατάξεις αυτές κατοχυρώνεται το ατοµικό δικαίωµα κάθε ενδιαφεροµένου να αναπτύξει γραπτώς ή προφορικώς τις απόψεις του για τα δικαιώµατα ή συµφέροντά του πριν από τη λήψη του διοικητικού µέτρου (βλ. ΣτΕ 3609/2009) και καθιερώνεται τόσο αντίστοιχη υποχρέωση της διοίκησης για πρόσκληση και ακρόασή του, όσο και, γενικότερα, θε- µελιώδης κανόνας της διοικητικής διαδικασίας. Η µη τήρηση της προηγού- µενης ακρόασης συνιστά παράβαση ουσιώδους τύπου της διοικητικής διαδικασίας (βλ., ενδεικτικώς, Επ. Σπηλιωτόπουλο, Εγχειρίδιο ιοικητικού ικαίου, Τοµ. 1, 13η έκδ., 2010, Το δικαίωµα προηγούµενης ακρόασης, Αφιέρωµα σε ΘΠ, 8/2008, σελ. 1018-1037). Η νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας έχει οριοθετήσει το πεδίο εφαρµογής της γενικής διάταξης του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγµατος. Μεταξύ άλλων, έχει διαµορφωθεί ο κανόνας ότι η προηγούµενη ακρόαση του διοικουµένου είναι αναγκαία στην περίπτωση ατοµικών διοικητικών πράξεων, οι οποίες περιέχουν ρύθµιση που συνδέεται µε την υποκειµενική συ- µπεριφορά του ενδιαφεροµένου, έτσι ώστε η προηγούµενη ακρόασή του να δύναται να επιδράσει στη διαµόρφωση της κρίσης της διοίκησης. Εποµένως, στην περίπτωση κατά την οποία το δυσµενές µέτρο λαµβάνεται στο πλαίσιο διοικητικής ενέργειας που κατά τον νόµο είναι δέσµια (βλ. ΣτΕ 1164/2009) ή στηρίζεται σε κριτήρια ή δεδοµένα που από τη φύση τους είναι αντικειµενικά (βλ. ΣτΕ 1582/2010) και δεν συνδέονται µε την υποκειµενική συµπεριφορά του ενδιαφεροµένου, δεν υφίσταται υποχρέωση της διοίκησης για προηγούµενη ακρόαση του διοικουµένου. Εν προκειµένω, η Αρχή καλείται να υπαγάγει κάθε ερευνώµενη περίπτωση στον κανόνα δικαίου της παρ. 2 του άρθρου 29, συµφώνως προς τον ο- ποίο, παράβαση συνιστούν η µη κατοχή από τον µηχανοδηγό των αναγκαίων νόµιµων εγγράφων, η οδήγηση υπό την επίδραση αλκοόλ και η παραχώρηση της οδήγησης σε πρόσωπο που δεν κατέχει τα σχετικά νόµιµα έγγραφα. εδοµένου ότι η κατά τα ως άνω υπαγωγή στον κανόνα δικαίου συνίσταται σε αντικειµενική κρίση περί του εάν οι προϋποθέσεις του άρθρου 29 παρ. 2 συντρέχουν ή όχι, και ότι η αξιολόγηση των πραγµατικών περιστατικών δεν δύναται να επηρεασθεί από τυχόν επιχειρήµατα ή στοιχεία που θα επικαλούνταν οι ενδιαφερόµενοι, δεν προκύπτει, εν προκειµένω, υποχρέωση της διοίκησης για προηγούµενη ακρόαση του διοικουµένου (βλ., πάντως, ΣτΕ 122/2009, συµφώνως προς την οποία, στην περίπτωση που η σχετική νοµο-

θετική διάταξη καταλείπει περιθώρια για την επιµέτρηση του προστίµου, κρίνεται αναγκαία η προηγούµενη ακρόαση, ακόµη και αν η πράξη επιβολής προστίµου έλαβε χώρα µετά από διαπίστωση αντικειµενικών δεδοµένων). 7 Αθήνα, 25.1.2011 Η εισηγήτρια Μαριάνθη Καλυβιώτου Ειδική Επιστηµονική Συνεργάτις Ο Προϊστάµενος του Α Τµήµατος Νοµοτεχνικής Επεξεργασίας Ξενοφών Παπαρρηγόπουλος Αν. Καθηγητής του Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας Ο Προϊστάµενος της Β ιεύθυνσης Επιστηµονικών Μελετών Αστ. Πλιάκος Αν. Καθηγητής του Οικονοµικού Πανεπιστηµίου Αθηνών Ο Πρόεδρος του Επιστηµονικού Συµβουλίου Κώστας Μαυριάς Καθηγητής της Νοµικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών