170 Χρόνια Σχολή Ναυτικών Δοκίμων (1845 2015) Η φετινή χρονιά, το 2015, έχει ιδιαίτερη σημασία για τους αξιωματικούς του Πολεμικού Ναυτικού. Η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων (ΣΝΔ), τροφός όλων ημών των αξιωματικών, κλείνει τα 170 χρόνια από την ίδρυσή της στις 24 Νοεμβρίου 1845 με διάταγμα του Όθωνος που καθόριζε: «Επιθυμούντες να ίδωμεν την μεν θαλασσίαν Ημών δύναμιν συγκεκροτημένην εξ ανδρών τα ναυτικά και τα κατά θάλασσαν πολεμικά καλώς ησκημένων [ ] διατάσσομεν τάδε: Άχρις ου διοργανισθεί το Ναυτικόν Σχολείον εις ο θέλουσιν εκπαιδεύεσθαι οι μέλλοντες να υπηρετήσουν κατά θάλασσαν την πατρίδα, επιτρέπομεν να προπαιδευθώσιν επί της εξοπλιζομένης μεγάλης κορβέτας ο «Λουδοβίκος» δέκα νεανίαι δόκιμοι καλούμενοι [ ] να είναι Έλληνες ιθαγενείας [ ] κράσεως υγιούς [ ]». Όμως, οι προσπάθειες δημιουργίας Ναυτικού είχαν ξεκινήσει από τον Καποδίστρια στη μικρή περίοδο της διακυβέρνησής του, παρά τις οικονομικές δυσχέρειες. Προχώρησε στην αγορά πλοίων και τον Ιούλιο του 1831 ο Στόλος αποτελείτο από 57 πλοία, τα οποία διέθεταν περισσότερα από 350 πυροβόλα και ήταν επανδρωμένα με 2.000 άνδρες. Χρησιμοποίησε ως πληρώματα τους αγωνιστές του 21 που τους κατέταξε σε αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ναύτες, ανάλογα με τις υπηρεσίες που είχαν προσφέρει και το βαθμό που έφεραν κατά τον Αγώνα. Επίσης ίδρυσε τον πρώτο Ναύσταθμο στον Πόρο. Ευθύς εξ αρχής ο Καποδίστριας κατενόησε ότι οι αξιωματικοί πρέπει να εκπαιδεύονται και στις 30 Ιουλίου 1829 εισηγήθηκε στη Συνέλευση: «την συγκρότηση Ναυτικού Σχολείου, ως εγένετο και εις τον Στρατόν, κατά το πρότυπον της Ναυτικής Σχολής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής [ ]», πρόταση που έγινε δεκτή. Το εγχείρημα λόγω διαφόρων δυσκολιών δεν ευοδώθηκε, και οι νέοι ναυτικών οικογενειών τοποθετούνταν αρχικά ως «δόκιμοι» σε πλοία και μετά ορισμένα χρόνια γίνονταν αξιωματικοί. Ανάλογο σύστημα εφαρμοζόταν και στο Στρατό, παράλληλα με τη Σχολή Ευελπίδων. Τον όρο «δόκιμος» συναντάμε για πρώτη φορά το 1826 και περιλαμβανόταν στους βαθμούς που θεσπίστηκαν για την επάνδρωση της φρεγάτας «Ελλάς», και ήταν μετά τον σημαιοφόρο και πριν από το ναύτη α τάξεως. Οι βαθμοί ήταν: πλοίαρχος, πρώτος υποπλοίαρχος, δεύτερος υποπλοίαρχος, ναύκληρος, σημαιοφόρος, δόκιμος, ναύτης α τάξεως, ναύτης, φροντιστής, γραμματεύς. Κατά την περίοδο της Αντιβασιλείας και τα πρώτα χρόνια της Βασιλείας του Όθωνος υπήρξε ενδιαφέρον για το Ναυτι- του Αντιναυάρχου Π.Ν. ε.α. Ξενοφώντος Μαυρογιάννη κό. Ιδρύθηκε το Ναυτικό Διευθυντήριο, ο Στόλος διαιρέθηκε σε δύο μοίρες και τα παράλια του Κράτους σε πέντε λιμενικές περιοχές, ναυπηγήθηκαν στο Ναύσταθμο του Πόρου αρκετά νέα πλοία μεταξύ των οποίων και ατμοκίνητα. Οι αξιωματικοί συνέχιζαν να διορίζονται απ ευθείας ή να προέρχονται από εμπειρικούς δοκίμους και υπαξιωματικούς. Η πρώτη τους επετηρίδα εκδόθηκε το 1837. Ωστόσο οι ασχολίες του Στόλου, εκτός από τη δίωξη της πειρατείας και της ληστείας, υπήρξαν τελείως υπηρετικές, όπως ταχυδρομικές, μετακινήσεις καταδίκων, ταξίδια υπαλλήλων κ.ά. Χρειάστηκε η σκληρή πραγματικότητα κατά την Κρητική Επανάσταση του 1866 να υπενθυμίσει στο Ναυτικό ότι πρέπει να προπαρασκευάζεται για πόλεμο. Οι αποστολές για εκπαίδευση στο εξωτερικό των αξιωματικών άρχισαν το 1836 με φροντίδα του Γραμματέα επί των Ναυτικών ναυάρχου Αντωνίου Κριεζή. Πολύ συχνές έως το 1846 και στη συνέχεια σποραδικά μέχρι το 1861. Η εκπαίδευσή τους ήταν περισσότερο πρακτική σε πλοία, λόγω αδυναμίας εκπαιδεύσεώς τους στις ξένες παραγωγικές σχολές αξιωματικών. Συνολικά φοίτησαν επί 4 χρόνια 24 υπότροφοι, δημοσία δαπάνη, στην Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία και Αυστρία. Ήταν νέοι 19-23 ετών εκ των οποίων 20 ονομάστηκαν αξιωματικοί. Δόκιμοι εκπαιδεύονταν επίσης και στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων που από το Ναύπλιο μεταφέρθηκε το 1834 στην Αίγινα. Τα μεταξύ 1845 1884 Τη δωδεκαετία 1841-1853 το Ναυτικό βρισκόταν σε πλήρη σχεδόν εγκατάλειψη. Παρόλα αυτά την περίοδο αυτή ιδρύθηκε η Ναυτική Σχολή χάρη στον Ναύαρχο Κωνσταντίνο Κανάρη, Υπουργό επί των Ναυτικών και στον υποπλοίαρχο Λεωνίδα Παλάσκα, τον σοφότερο αξιωματικό του Ναυτικού των νεωτέρων χρόνων, όπως είχε χαρακτηριστεί. Στην παροπλισμένη κορβέτα «Λουδοβίκος» λειτούργησε για πρώτη φορά το 1846 η Σχολή με την ονομασία «Ναυτικό Παιδευτήριον». Σε αυτή δίδαξαν οι υπηρετούντες στο «Λουδοβίκο» υποπλοίαρχοι Λέων Παλάσκας (ύπαρχος) και Αλέξ. Κουμελάς που είχαν εκπαιδευτεί στο Γαλλικό και Αγγλικό Ναυτικό αντίστοιχα. Το Μάρτιο του 1847, λόγω μεταθέσεως του Παλάσκα από το Σχολείο, ζητήθηκε από τον Κανάρη το Μάιο του ίδιου χρόνου η κατάργηση του Σχολείου αλλά αυτό μάλλον συνέχισε να λειτουργεί στοιχειωδώς. Στην ανώμαλη πολιτική κατάσταση που ακολούθησε μετά την έξωση του Όθωνος, η προσωρινή κυβέρνηση αποφάσισε το Νοέμβριο του 1862 τη συγκρότηση «εκ των ενόντων ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΣ 33
Ναυτικού Σπουδαστηρίου» στον ατμοδρόμωνα «Ελλάς»1 με διευθυντή τον Αλέξ. Κουμελά ο οποίος έπρεπε να μετατεθεί από το Ναύσταθμο που υπηρετούσε στην «Ελλάδα». Το Σπουδαστήριο δεν λειτούργησε γιατί δεν συμφώνησε ο Διοικητής του Ναυστάθμου πλοίαρχος Τομπάζης για τη μετάθεση του Κουμελά. Τον Ιούνιο του 1863 μεταφέρθηκε το «Ναυτικό Σπουδαστήριο» στον πάρωνα «Αθηνά» (πρώην «Άρης» του Τσαμαδού), όπου άρχισε να λειτουργεί στις 23 Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Και πάλι το «Ναυτικό Σπουδαστήριο» δεν λειτούργησε ικανοποιητικά. Τα μαθήματα ήταν προαιρετικά, άδειες δίνονταν χωρίς μέτρο και δεν υπήρχε κανονισμός. Τότε έγινε σκέψη συγχώνευσης της Ναυτικής Σχολής με τη Στρατιωτική αλλά χάρη στην επιμονή του Πιπίνου αυτό αποφεύχθηκε και η Σχολή μεταφέρθηκε πάλι στο «Μεσολόγγι» (το πρώην «Λουδοβίκος»). Κυβερνήτης τοποθετήθηκε ο Αλέξ. Κουμελάς και ανατέθηκε σε επιτροπή η εκπόνηση Οργανισμού της Σχολής. Το 1872 το «Μεσολόγγι» παροπλίστηκε, και οι Δόκιμοι μοιράστηκαν στα υπόλοιπα πλοία και στη Στρατιωτική Σχολή. Το Μάιο του 1882 συγκροτήθηκε με υπουργική διαταγή Ναυτική Σχολή στο δρόμωνα «Άρη» η οποία λειτούργησε μέχρι το Δεκέμβριο του 1884 όταν οι Δόκιμοι μετατέθηκαν στο Στόλο. Από τότε άρχισε να λειτουργεί η «Σχολή Ναυτικών Δοκίμων», όπως θα δούμε παρακάτω. Η συγκρότηση της «Σχολής Ναυτικών Δοκίμων» Ο Χαρίλαος Τρικούπης υπήρξε ο δημιουργός μίας πραγματικής ναυτικής δύναμης. Μερίμνησε να εξευρεθούν πόροι για την αγορά των τριών θωρηκτών «Ύδρα», «Σπέτσαι» και «Ψαρά», τα πρώτα πραγματικά πλοία μάχης του Ελληνικού Στόλου. Ο διακεκριμένος αυτός πολιτικός πίστευε, όπως και ο Καποδίστριας, ότι η βάση της προόδου ενός Ναυτικού, εκτός από πλοία, πρέπει να έχει και στελέχη με πλήρη επιστημονική κατάρτιση. Γι αυτό ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για τη συγκρότηση Ναυτικής Σχολής σε σωστή βάση. Τους τελευταίους μήνες του 1883 ανατέθηκε στον πλωτάρχη Ηλία Κανελλόπουλο η σύνταξη των σχετικών κανονισμών και οργανισμών λειτουργίας της Σχολής. Ήταν τέτοια η αρτιότητα του έργου του ώστε αυτό θα παραμείνει σε ισχύ για 34 χρόνια από τις 27 Μαρτίου 1834 που δημοσιεύθηκε ο πρώτος οργανισμός της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων (ΣΝΔ), με Υπουργό των Ναυτικών τον Γ. Τομπάζη. Ο οργανισμός προέβλεπε προσόντα υποψηφίων, εισαγωγικές εξετάσεις, διοίκηση, εσωτερική υπηρεσία, εκπαίδευση, εξεταστικές επιτροπές, εκπαιδευτικούς πλόες, κατάταξη αποφοίτων στο Ναυτικό. Επιπλέον καθόριζε ως μόνιμη έδρα της Σχολής τον Πειραιά, είτε αυτή λειτουργούσε επί πλοίου είτε στην ξηρά. Έτσι στις 8 Αυγούστου 1884 έγιναν τα εγκαίνια της ΣΝΔ στον ατμοδρόμωνα «Ελλάς» με πρώτο διοικητή τον Κανελλόπουλο που υπήρξε συγγραφέας και καθηγητής όλων, σχεδόν, των μαθημάτων. Από τότε αρχίζει και ο Αριθμός Μητρώου (ΑΜ) που δίνεται στους Δοκίμους με πρώτο 1 Ήταν το πρώην «Αμαλία». Η προσωρινή κυβέρνηση άλλαξε τα ονόματα μερικών πλοίων για να μη θυμίζουν την έκπτωτη βασιλεία. 34 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2015 Δόκιμο τον Ανδρέα Χαραλάμπη (ΑΜ1) τάξεως 1884 που αποτελείτο από 22 Δόκιμους Μαχίμους. Τον ΑΜ1 στους Μηχανικούς είχε ο Πάτροκλος Γιάγκος, τάξεως 1925 με 13 Μηχανικούς Δοκίμους. Το 1884 καθιερώθηκε και ο θυρεός της Σχολής, που είναι σύμπλεγμα δελφινιού, τρίαινας και άγκυρας με επίγραμμα: «αεί τη Ελλάδι θαλασσοκράτορας παιδεύει ναυμάχους» που σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει: «Η Ελλάδα πάντοτε εκπαιδεύει μαχητές που κυριαρχούν στη θάλασσα», όπως αναγράφεται στο βιβλίο θυρεών του ΓΕΝ. Το Σεπτέμβριο του 1885 η Σχολή μεταφέρθηκε στην οικία του έμπορου Θεόφιλου Φεράλδη στον Πειραιά, λόγω περιορισμένων χώρων του ατμοδρόμωνα «Ελλάς» όπου λειτούργησε μία επταετία. Το 1892 μεταφέρθηκε και πάλι στο πλοίο «Ελλάς» διότι κρίθηκε: «παράχορδον [ ] να εκπαιδεύονται οι μέλλοντες αξιωματικοί του Ναυτικού εν ξηρά και εν οικία» και λειτούργησε μέχρι το καλοκαίρι του 1905 οπότε οι Δόκιμοι πήγαν με τον ατμοδρόμωνα «Μιαούλη» το ετήσιο εκπαιδευτικό ταξίδι. Μετά την επιστροφή τους, εγκαταστάθηκαν στη μόνιμη έδρα της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων στον Πειραιά. Το κτίριο είναι κληροδότημα του ομογενούς εξ Αιγύπτου Πανταζή Βασσάνη που άφησε στο Ελληνικό Δημόσιο μετά το θάνατό του το 1891 το 60% της περιουσίας του ήτοι 48.000 λίρες Αγγλίας, από τις οποίες 500.000 χρυσά φράγκα για την ανέγερση κτιρίου για λειτουργία Ναυτικής Σχολής. Με τους τόκους των υπολοίπων θα στέλνονταν οι καλύτεροι μαθητές της για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό. Τα έργα της Σχολής ξεκίνησαν το 1901 στη Φρεατίδα του Πειραιά και περατώθηκαν το 1904. Οι Δόκιμοι εγκαταστάθηκαν τον Οκτώβριο του 1905 μετά την επιστροφή τους από το καλοκαιρινό ταξίδι με το «Μιαούλη». Η Σχολή αποτελείτο από τρία χωριστά οικοδομήματα: το κύριο κτίριο (το Κεντρικό όπως λέγεται), το οίκημα του Διοικητού και Υποδιοικητού, και το θεραπευτήριο, όπως περιγράφεται στο Ναυτικόν Εγκόλπιον του 1907 του Υποφροντιστή Βασιλείου Καψαμπέλη. Στο σημείο αυτό θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω ορισμένα στοιχεία για τον εθνικό ευεργέτη Πανταζή Βασσάνη. Γεννήθηκε το 1830 στην Πορταριά Θεσσαλίας από φτωχή οικογένεια. Μετά από αρκετές περιπλανήσεις εγκαταστάθηκε οριστικά στην Τάντα της Αιγύπτου όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο και απέκτησε μεγάλη περιουσία. Επίσης σκόπιμο είναι να διευκρινίσω ποίο είναι πράγματι το μικρό όνομα του Βασσάνη, Παντελής ή Πανταζής. Οι εγκυκλοπαίδειες, οι εφημερίδες όταν πέθανε, καθώς και τα Β.Δ. που αναφέρονται στο κληροδότημα για τη Σχολή, τον αναφέρουν Πανταζή. Στις εκδόσεις του Ναυτικού αναφέρεται ως Παντελής το οποίο πιθανόν να προήλθε από την λανθασμένη αναγραφή του ονόματός του, Παντελεήμων, στην πλάκα που καλύπτει το οστεοφυλάκιο στο βάθρο του αγάλματός του στη νότια είσοδο του κεντρικού κτιρίου της Σχολής. Όμως και η εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα στο λήμμα Γεώργιος Μπονάνος καταχωρείται ότι φιλοτέχνησε το άγαλμα του Πανταζή Βασσάνη. Επομένως το Πανταζής, ως αναφερόμενο στις πιο επίσημες πηγές, πρέπει να είναι το σωστό. Ένα άλλο στοιχείο αφορά στη μετακομιδή των οστών του εθνικού ευεργέτη Βασσάνη. Το Σεπτέμβριο του 1900 δημοσιεύθηκε στον Τύπο ότι ο Έλληνας Πρόξενος στην Τάντα της
Αιγύπτου είχε βρει σε εγκαταλελειμμένο τάφο στο κοιμητήριο της πόλης τα οστά του Βασσάνη και το ανέφερε στο Υπουργείο των Ναυτικών. Ο υπουργός Βασίλειος Βουδούρης κατόπιν εντολής του Υπουργικού Συμβουλίου παρήγγειλε στον Πρέσβη να ευπρεπίσει τον τάφο και να στείλει τα οστά στην Αθήνα για να τοποθετηθούν σε μνημείο της Σχολής που θα ανεγειρόταν. Σε ομιλία του Βουδούρη στη Βουλή στις 22 Φεβρουαρίου του 1902 αναφέρθηκε ότι αυτό δεν έγινε γιατί το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν ενέκρινε τη δαπάνη 800 δρχ. επειδή δεν προβλεπόταν στον προϋπολογισμό. Επακολούθησε διαμάχη Υπουργείου των Ναυτικών με το Ελεγκτικό Συνέδριο που κινδύνευσε να προκαλέσει κυβερνητική κρίση. Ο αείμνηστος Ναύαρχος Φακίδης στο βιβλίο του για τη Σχολή αναφέρει ότι τα οστά μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα το 1971 και την 1η Ιουλίου 1972, σε ειδική τελετή, τοποθετήθηκαν σε οστεοφυλάκιο στη βάση του αγάλματος που υπάρχει στη Σχολή. Πανταζής Βασσάνης(Πορταριά 1830-Τάντα Αιγύπτου 1891). Η Σχολή από το 1905 μέχρι σήμερα H Σχολή υπολειτουργούσε κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων. Με την κήρυξη των Πολέμων το 1912 βρέθηκε με δύο τάξεις, την Πρώτη και την Τρίτη, γιατί το 1909 και 1911 δεν είχαν καταταγεί Δόκιμοι. Οι πρωτοετείς που μόλις είχαν εισαχθεί συνέχισαν τα μαθήματά τους, ενώ οι τριτοετείς ονομάστηκαν αρχικελευστές οπλίτες και έλαβαν μέρος σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις με τα πλοία του Στόλου. Μετά τις επιχειρήσεις επέστρεψαν στη Σχολή για να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, επειδή το «Κεντρικό Κτίριο» της Σχολής, το επονομαζόμενο «Βασσάνειο», δεν επαρκούσε για τις ανάγκες των Δοκίμων λόγω αυξήσεως των εισαγομένων, αποφασίστηκε η ανέγερση ξεχωριστού κτιρίου διδακτηρίου. Για διευκόλυνση της κατασκευής του νέου κτιρίου η Σχολή μετεγκαταστάθηκε προσωρινά σε τέσσερις επαύλεις στο Στροφύλι της Κηφισιάς και επανήλθε στον Πειραιά το Μάρτιο του 1914. Άξιο μνείας τυγχάνει το γεγονός της τοποθέτησης το Σεπτέμβριο του 1913 Άγγλου Διοικητού, του πλοιάρχου Sidney Mayrick, μέλους της Ναυτικής Αποστολής, στην προσπάθεια βελτιώσεως της Σχολής. Λόγω αποτυχίας του έργου του, έφυγε μετά ένα χρόνο. Είναι η μόνη φορά που η Σχολή είχε Διοικητή που δεν ήταν Έλληνας. Στη διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου η Σχολή συνέχισε τη λειτουργία της με τους Δοκίμους να ζουν τα γεγονότα στα εκπαιδευτικά τους ταξίδια πάνω στα πλοία που μετείχαν στις επιχειρήσεις. Το δεύτερο εξάμηνο του 1916 αριθμός Δοκίμων προσχώρησε στην Εθνική Άμυνα και πήγε στη Θεσσαλονίκη συνεχίζοντας τα μαθήματά τους επί του θωρηκτού «Κιλκίς» που είχε προσχωρήσει στο Κίνημα. Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου υπήρξε μία ταραχώδης εποχή ιδιαίτερα μετά και τη Μικρασιατική Καταστροφή η οποία ευτυχώς ελάχιστα επηρέασε τη Σχολή. Το 1924 έγινε ευρεία αναθεώρηση του Οργανισμού και του εκπαιδευτικού συστήματος. Οι τεχνολογικές εξελίξεις όμως επέβαλαν την παραγωγή Μηχανικών αξιωματικών από παραγωγική σχολή αντίστοιχη των Μαχίμων. Μέχρι τότε οι Μηχανικοί προέρχονταν εξ υπαξιωματικών. Το έργο αυτό ανέλαβε η ΣΝΔ και το 1925 εισήλθε η πρώτη σειρά Δοκίμων Μηχανικών που ήταν και αυτοί τετραετούς φοιτήσεως όπως και οι Μάχιμοι. Σημαντικό γεγονός για τη Σχολή υπήρξε η απόκτηση ιστιοφόρου εκπαιδευτικού για τους Δοκίμους, ανάγκη που είχε επισημανθεί από το 1892. Λόγω όμως της οικονομικής δυσπραγίας πέρασαν πολλά χρόνια μέχρις ότου, το 1925, περιληφθεί στο ναυτικό πρόγραμμα. Μέρος των χρημάτων 21.000 λίρες Αγγλίας καλύφθηκε από κλη- Ηλίας Κανελλόπουλος (1844-1894). Λεωνίδας Παλάσκας (Ιωάννινα 1819-Αθήνα 1880). Αλέξανδρος Κουμελάς (Χίος 1818-Αθήνα 1879). ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΣ 35
ροδότημα του ομογενούς εξ Αιγύπτου Γεωργίου Μηνιάκη. Το πλοίο ναυπηγήθηκε στην Τουλώνα της Γαλλίας και ονομάστηκε «Άρης». Καθελκύστηκε τον Ιανουάριο του 1927, κατέπλευσε στην Ελλάδα το Μάιο του 1928 και τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου έκανε το πρώτο εκπαιδευτικό του ταξίδι. Λειτούργησε ως εκπαιδευτικό μέχρι το 1940 φθάνοντας μέχρι τα Κανάρια νησιά και τις Αζόρες. Ακολούθησαν ο «Αμαρτωλός» (Μ-12), Βρετανικό ναρκαλιευτικό ανοικτής θαλάσσης από το 1948-1957, το αντιτορπιλικό συνοδείας «Ιέραξ» (D31) 1957-1980 και το «Αιγαίο» (Α-74), ναυπηγηθέν στην Ελλάδα ως εκπαιδευτικό, από το 1980-2003. Έκτοτε στους εκπαιδευτικούς πλόες των Δοκίμων χρησιμοποιούνται φρεγάτες και άλλα πλοία του Στόλου. Το 1936 επαυξήθηκαν οι αρμοδιότητες της Σχολής με την εισαγωγή, για πρώτη φορά, Δοκίμων Σημαιοφόρων Οικονομικών (Δ.Σ.Ο) και το 1937 Λιμενικών (Δ.Σ.Λ.) ετήσιας εκπαίδευσης, τελειοφοίτων ή αποφοίτων Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Μέχρι τότε οι του Οικονομικού Κλάδου προέρχονταν από απ ευθείας κατάταξη. Η εκπαίδευση των οικονομικών αξιωματικών συνεχίστηκε μέχρι το 1972 οπότε οι οικονομικοί αξιωματικοί του Ναυτικού άρχισαν να προέρχονται από τη Σχολή Κοινών Σωμάτων της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο το 1978 και από το 1985 έως 1997, παράλληλα με τη Θεσσαλονίκη, λειτούργησε στη ΣΝΔ τμήμα Δ.Σ.Ο. για συμπλήρωση αναγκών του Ναυτικού. Η λειτουργία της Σχολής συνεχίστηκε κανονικά μέχρι το καλοκαίρι του 1940, με μόνη αλλαγή στα καθιερωμένα την αποστολή Τριτοετών Μαχίμων και Μηχανικών στη Σχολή Αεροπορίας Ναυτικής Συνεργασίας για να εκπαιδευτούν ως εναέριοι παρατηρητές. Με την κήρυξη του Ελληνο-ιταλικού Πολέμου οι Τεταρτοετείς ονομάστηκαν σημαιοφόροι και διατέθηκαν στις Μοίρες Ναυτικής Συνεργασίας, οι δε Τριτοετείς με βαθμό αρχικελευστού τοποθετήθηκαν στο Στόλο. Στα τέλη Δεκεμβρίου του 1940 οι Μηχανικοί αρχικελευστές επέστρεψαν στη Σχολή για συνέχιση των σπουδών τους. Τον Απρίλιο του 1941 με την εισβολή των Γερμανών η λειτουργία της Σχολής διακόπηκε προσωρινά. Οι δύο τελευταίες τάξεις αποδόθηκαν στο Στόλο και οι δύο πρώτες πήραν άδεια επ αόριστον. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής οι εγκαταστάσεις της Σχολής χρησιμοποιήθηκαν από τους Γερμανούς ως έδρα της Ναυτικής Διοίκησης Νοτίου Αιγαίου. Τον Οκτώβριο του 1941 οι Δόκιμοι που είχαν μείνει στην Ελλάδα ενεγράφησαν στη Σχολή Μηχανολόγων Ηλεκτρολόγων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου και τον επόμενο Οκτώβριο διατάχθηκαν να παρακολουθήσουν τη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων του Λιμενικού με το πρόσχημα να χρησιμοποιηθούν από το Λιμενικό, στην πραγματικότητα μελλοντικά να τους χρησιμοποιήσει το Ναυτικό. Το Μάιο του 1942 η Σχολή επαναλειτούργησε επί του θωρηκτού «Αβέρωφ» που επιχειρούσε στον Ινδικό ωκεανό με τους Πρωτοετείς και Δευτεροετείς που είχαν αποδράσει από την Ελλάδα. Αρχές Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου λειτούργησε σε δύο επαύλεις της περιοχής Ζιζίνια στην Αλεξάνδρεια μέχρι το Νοέμβριο του 1945 που επανήλθε στη μόνιμη έδρα της στον Πειραιά. 36 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2015 Μετέπειτα σταθμοί στη λειτουργία της ΣΝΔ υπήρξαν η εκπαίδευση από το 1962 σπουδαστών άλλων κρατών (το 1926 είχαν το πρώτον εκπαιδευτεί 5 Αλβανοί), η από το 1968 ισοτιμία της με τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας, η είσοδος γυναικών το 1991 ως Δοκίμων Σημαιοφόρων Οικονομικών με επέκταση σε Μαχίμους και Μηχανικούς από το 2002. Από την εγκατάσταση των Δοκίμων τον Οκτώβριο του 1905 στην παρούσα θέση, στη Φρεαττύδα του Πειραιά στο Βασσάνειο, και μέχρι σήμερα το Πολεμικό Ναυτικό προσφέρει παν το δυνατόν, όλα αυτά τα χρόνια, για τη βελτιστοποίηση της Σχολής. Πολλές και νέες εγκαταστάσεις έχουν γίνει σε κτίρια ενδιαιτήσεων, εργαστήρια, χώρους αναψυχής, διδακτήρια, γήπεδα αθλοπαιδιών κ.α. Από τα αρχικά κτίρια παραμένουν το κεντρικό κτίριο (Βασσάνειον), το οίκημα του Διοικητού και το παλαιό θεραπευτήριο που κάλυπτε τις ανάγκες 15, περίπου, ασθενών. Οι σεισμοί όμως του 1999 προκάλεσαν σοβαρές ζημιές και το κατέστησαν μη χρησιμοποιήσιμο. Τα τελευταία χρόνια ανεγέρθη νέο μεγαλύτερο με πληρέστερα μέσα. Η εκπαίδευση στη Σχολή παρέχεται από εξειδικευμένους αξιωματικούς και καταξιωμένους καθηγητές πανεπιστημιακού επιπέδου. Παράλληλα με τη στρατιωτική και ναυτική εκπαίδευση, μεγάλη βαρύτητα έχει δοθεί στην επιστημονική και ακαδημαϊκή κατάρτιση των μαθητών για να ανταποκριθούν στο πολύπλευρο έργο τους ως αξιωματικοί. Tο 24ωρο των Δοκίμων κατανέμεται: 8 ώρες ανάπαυση, 4,5 ώρες διδασκαλία, 3 ώρες μελέτη, 4,5 ώρες κινήσεις (συσσίτιο, διαλείμματα, λουτρό κ.ά.), 2 ώρες αθλητισμός, 2 ώρες αναψυχή. Μέχρι σήμερα έχουν αποφοιτήσει 4.952 Έλληνες αξιωματικοί και 285 αλλοδαποί. Απόφοιτοι της Σχολής, κατά καιρούς, έλαβαν ύψιστα αξιώματα στην Πολιτεία διατελέσαντες ως Πρωθυπουργοί 2, Αντιπρόεδροι Κυβερνήσεως 2, Υπουργοί Ναυτικών 15, Υφυπουργοί Ναυτικών 4, ΥΕΘΑ 4, Αναπληρωτές ΥΕΘΑ 1, ΥΦΕΘΑ 1, Α/ΓΕΕΘΑ 5.2 Στους αγώνες του Έθνους από ιδρύσεώς της έπεσαν υπέρ Πατρίδος κατά την εκτέλεση του καθήκοντος 47 Αξιωματικοί και Δόκιμοι, και τιμήθηκαν με το Αριστείον Ανδρείας 41. Για αναγνώριση του έργου της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων η Πατρίς απένειμε στις 16 Μαρτίου 1948 στη Σημαία της Σχολής τον Ταξιάρχη του Αριστείου Ανδρείας: «Διότι κατά την διάρκειαν του ελληνοϊταλογερμανικού πολέμου η Σχολή εξηκολούθησε την λειτουργείαν της παρά τους σφοδρούς βομβαρδισμούς του Πειραιώς. Διέκοψε άμα τη είσοδω των γερμανικών στρατευμάτων. Κατά την κατοχήν οι ναυτικοί δόκιμοι ήρχισαν να διαφεύγουν εις Μ. Ανατολήν ένθα κατ αρχάς μεν συνέχισαν την εκπαίδευσίν των επί του Θ. Αβέρωφ λαβόντες μέρος εις νηοπομπάς του Ινδικού ωκεανού εν συνεχεία δε εις την οργανωθείσαν εν Αλεξανδρεία σχολήν λαβόντες μέρος εις νηοπομπάς Μεσογείου και επιχειρήσεις Νοτίου Γαλλίας και Δωδεκανήσου. Ως αξιωματικοί επλαισίωσαν τας πολεμικάς μονάδας λαβόντες μέρος 2 Ονοματεπώνυμα αναφέρονται στο «Βιογραφικό Λεξικό των Αποφοίτων της Σ.Ν.Δ.» του Αναστ. Δημητρακόπουλου τόμος Α.
εις πλείστας επιχειρήσεις ένθα τόσον κατά τον τελευταίον όσον και εις τον προηγούμενον πόλεμον έπεσαν ενδόξως ή έλαβον βαρύτατα τραύματα και ως ναυτικοί Δόκιμοι ακόμη συντελέσαντες ούτως εις την συνέχισιν της υπαρχούσης εν τω Β.Ν. ωραίας παραδόσεως αυτοθυσίας, ηρωισμού και προσηλώσεως εις το καθήκον». Η Ακαδημία Αθηνών στις 24 Μαρτίου 1967 απένειμε στη Σχολή το Χρυσούν Μετάλλιον: «ότι αεί τη Ελλάδι θαλλασοκράτορας παιδεύει ναυμάχους». Επί τη συμπληρώσει 100 χρόνων από τη λειτουργία της Σχολής στην παρούσα θέση στον Πειραιά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής απένειμε στις 25 Μαΐου 1984 στη Σημαία της ΣΝΔ τον Σταυρό του Ταξιάρχου του Τάγματος του Σωτήρος. Η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων: «από ιδρύσεώς της μέχρι σήμερον ανέδειξε ήρωας, σοφούς άνδρας και διακεκριμένους επιστήμονας, προσενεγκούσα ούτω μεγάλας υπηρεσίας εις την Πατρίδα και το Έθνος», όπως αναφέρει η Ακαδημία Αθηνών. Ο Θυρεός της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, με επίγραμμα «αεί τη Ελλάδι θαλλασοκράτορας παιδεύει ναυμάχους». Κύριε Διοικητά, αγαπητοί Δόκιμοι, Κλείνοντας την ομιλία μου θέλω να επισημάνω ότι σήμερα μαζί μας βρίσκεται ο αρχαιότερος επιζών βετεράνος του Β.Π.Π., ο ναύαρχος Γεώργιος Μόραλης, εκπροσωπώντας και τους άλλους συναδέλφους του, της γενιάς του 40. Σεβαστέ Ναύαρχε, Όποια περίοδο της Ελληνικής Ιστορίας και αν αναπολήσουμε δεν θα βρούμε σε καμία άλλη γενιά τόσο συμπυκνωμένο πόνο, σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, όσο στη δική σας γενιά, τη γενιά του 40. Αλλά και καμία άλλη δεν επέδειξε τόσο χαλύβδινη αντοχή. Όσο θα περνάει ο καιρός θα μεγαλώνουν στη συνείδηση των ανθρώπων οι ηθικές διαστάσεις της τραγικής γενιάς σας που δεν δοκίμασε καμία άλλη χαρά από τη χαρά της προσφοράς και της θυσίας. Τότε που ο θάνατος ήταν μία καθημερινή πράξη, με απόλυτο όπλο την ψυχή και το αίμα δείξατε πόσο ταυτόσημος είναι ο Έλληνας με τον ήρωα. Τιμήσατε με τον υπέροχο αγώνα σας την Πατρίδα. Η βασανισμένη Πατρίδα μας σήμερα, περισσότερο από ποτέ, έχει ανάγκη από ανθρώπους «φάρους» να δείχνουν το δρόμο του χρέους και της τιμής. Κλίνουμε ευλαβικά το γόνυ μπροστά σας που πολεμήσατε και πολλοί έδωσαν και τη ζωή τους ακόμη για να ζούμε σήμερα εμείς ελεύθερα. Ομιλία εκφωνηθείσα από τον συγγραφέα στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, στις 24/11/2015, στο πλαίσιο της εκδήλωσης για τα 170 χρόνια λειτουργίας της ΣΝΔ. Βιβλιογραφία 1. Φακίδης Ιωάννης: «Ιστορία της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων» (1845-1973), έκδ. ΝΜΕ 1996. - Αντιναύαρχος Π.Ν. ε.α. 2. Δημητρακόπουλος Αναστ.: «Βιογραφικό Λεξικό των αποφοίτων της ΣΝΔ» έκδ. ΓΕΝ 2006. - Αντιναύαρχος Π.Ν. ε.α. 3. 100 χρόνια στον Πειραιά: εκδ. ΣΝΔ - ΣΝΔ. 4. Μάστρακας Μάρκος: «Ιστορία της ΣΝΔ και συναφών γεγονότων (19712010)», έκδ. 2011. - Υποναύαρχος Π.Ν. ε.α 5. Δημητρακόπουλος Αναστ.: «Η ίδρυση και τα πρώτα χρόνια της ΣΝΔ», άρθρο στη «Ναυτική Ελλάδα», τεύχος 983 Σεπτέμβριος 2015. - Αντιναύαρχος Π.Ν. ε.α. 6. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα. Ο Ταξιάρχης Αριστείου Ανδρείας που απενεμήθη στη Σημαία της ΣΝΔ για την προσφορά της Σχολής στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Το Δίπλωμα της Ακαδημίας Αθηνών του 1967 στη ΣΝΔ για την προσφορά της στη Πατρίδα. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, απένειμε το 1984, εις την Σημαίαν της ΣΝΔ, εις Πειραιά, τον Σταυρόν του Ταξιαρχών του Τάγματος του Σωτήρος. ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΣ 37