Τμήμα Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών Μάθημα: Διεθνείς Οικονομικοί Οργανισμοί Σημειώσεις μεγέθυνσης - ανάπτυξης Διδάσκων: Δημήτρης Γιακούλας
Η έννοια της οικονομικής ανάπτυξης Η ανάπτυξη είναι μια έννοια δυναμική και σηματοδοτεί μια θετική μεταβολή. Μελετάται σε σχέση με ένα συγκεκριμένο πεδίο ή αντικείμενο, συνεπώς ως φαινόμενο μπορεί να απασχολεί τους ανθρωπολόγους, τους κοινωνιολόγους, τους οικονομολόγους, τους βιολόγους και άλλους επιστήμονες. Στις κοινωνικές επιστήμες, η έννοια της ανάπτυξης ορίζεται ως η αύξηση της δυνατότητας ικανοποίησης των ατομικών και κοινωνικών αναγκών στο πλαίσιο μιας οικονομίας, με την πάροδο του χρόνου. Έτσι, η ανάπτυξη γίνεται κατανοητή ως η (ποσοτική) μεγέθυνση του συσσωρευμένου πλούτου, η αύξηση των ρυθμών παραγωγής και κατανάλωσης αγαθών και η (ποιοτική) εξέλιξη των κοινωνικών και τεχνικών δομών. Το ζήτημα της ανάπτυξης έχει κεντρική θέση στη μελέτη της διεθνούς πολιτικής οικονομίας, καθώς αφορά την πρόοδο, την παραγωγή πλούτου και την ευημερία σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Η διεύρυνση του χάσματος της ανάπτυξης και των οικονομικών ανισοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο σε συνδυασμό με τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, αναζωπύρωσε τη συζήτηση περί ενός πιο αποτελεσματικού και «δίκαιου» μοντέλου. Η ανάπτυξη αποτελεί τον πιο σπουδαίο στόχο της πολιτικής κάθε χώρας (αναπτυγμένης ή μη) αλλά και της διεθνούς κοινότητας.
Μεγέθυνση ανάπτυξη Συνήθως οι όροι οικονομική ανάπτυξη (development) και οικονομική μεγέθυνση (growth) χρησιμοποιούνται εναλλακτικά, ωστόσο οι δύο αυτές έννοιες δεν είναι ταυτόσημες. Ο όρος της (οικονομικής) μεγέθυνσης είναι στενότερος και αναφέρεται στη διεύρυνση των οικονομικών μεγεθών της οικονομίας. Γενικότερα, ως μεγέθυνση ορίζεται η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή μιας μεταβλητής (στη συγκεκριμένη περίπτωση του εισοδήματος ή του παραγόμενου προϊόντος μιας οικονομίας) και συνεπώς αποτελεί ποσοτικό δείκτη. Ο όρος οικονομική ανάπτυξη υπονοεί τη χρήση τόσο οικονομικών όσο και μη οικονομικών παραγόντων για τη γενική βελτίωση των όρων διαβίωσης και του επιπέδου ευημερίας. Περιλαμβάνει την αύξηση του εισοδήματος αλλά και τη μείωση της φτώχειας, την εξασφάλιση τροφής, υγείας, παιδείας και ποιότητας ζωής. O όρος οικονομική ανάπτυξη είναι ποιοτικός (κυρίως) δείκτης, ο οποίος σχετίζεται με τις δυνατότητες ικανοποίησης των ατομικών και κοινωνικών αναγκών. Το περιεχόμενο των δύο όρων είναι, κυρίως, συμπληρωματικό, καθώς η οικονομική ανάπτυξη προϋποθέτει την οικονομική μεγέθυνση. Ενδέχεται, όμως, η εφαρμογή κάποιων πολιτικών μεγέθυνσης να περιορίζουν τις δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης. Είναι δυνατόν να υπάρχει οικονομική μεγέθυνση χωρίς σημαντική ανάπτυξη, όταν για παράδειγμα υπάρχει υψηλή συγκέντρωση εισοδήματος σε μια μερίδα του πληθυσμού και παράλληλα απουσιάζει ή είναι πολύ περιορισμένη η οικονομική διάχυση και η ποιοτική αναβάθμιση. Από την άλλη είναι απίθανο να υπάρχει σημαντική ανάπτυξη χωρίς το λιγότερο μια μέτρια οικονομική μεγέθυνση. Με άλλα λόγια, οικονομική μεγέθυνση μπορεί να είναι απαραίτητη, αλλά όχι και ικανή συνθήκη για την ανάπτυξη.
Καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων Το οικονομικό πρόβλημα κάθε κοινωνίας είναι πως και ποιοι παραγωγικοί συντελεστές οι οποίοι βρίσκονται σε ανεπάρκεια θα απασχοληθούν στη παραγωγή ποίων αγαθών, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απεριόριστες ανάγκες των ατόμων. Το οικονομικό πρόβλημα μπορεί να παρουσιαστεί μέσω της καμπύλης παραγωγικών δυνατοτήτων. Αν και οι πραγματικές οικονομίες παράγουν χιλιάδες αγαθά και υπηρεσίες, ας φανταστούμε μια οικονομία που παράγει μόνο δυο αγαθά, όπλα και τρόφιμα. Η καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων είναι ένα διάγραμμα που δείχνει τους διάφορους συνδυασμούς ποσοτήτων δυο προϊόντων (όπλα και τρόφιμα) που η οικονομία μπορεί, να παράγει με δεδομένους τους διαθέσιμους συντελεστές παραγωγής και τη διαθέσιμη τεχνολογία παραγωγής, την οποία μπορούν οι επιχειρήσεις να χρησιμοποιήσουν για να μετατρέψουν αυτούς τους συντελεστές σε προϊόν. Κόστος ευκαιρίας για την παραγωγή ενός αγαθού ονομάζεται η θυσία μονάδων από την παραγωγή του άλλου αγαθού. Το κόστος ευκαιρίας προκύπτει από την κλίση της καμπύλης παραγωγικών δυνατοτήτων η οποία αντιστοιχεί στο λόγο μετασχηματισμού του ενός αγαθού με το άλλο. Έτσι το κόστος για την παραγωγή του αγαθού Χ σε όρους του αγαθού Υ που θυσιάζεται είναι KE x = ΔΥ. Σημειώνεται ότι το ΚΕ είναι πάντα αρνητικός αριθμός αλλά ΔΧ συχνότερα για λόγους ευκολίας χρησιμοποιούμε την απόλυτη τιμή του. Το κόστος ευκαιρίας για την παραγωγή καθενός από τα 2 αγαθά αυξάνεται όσο επιδιώκεται η παραγωγή μεγαλύτερης ποσότητας από αυτό, φαινόμενο που είναι γνωστό ως νόμος του αυξανόμενου κόστους. Aυτό οφείλεται στο ότι όπως έχει παρατηρηθεί οι παραγωγικοί συντελεστές δεν είναι το ίδιο κατάλληλοι για την παραγωγή εναλλακτικών αγαθών.
Καμπύλη Παραγωγικών Δυνατοτήτων Μία χώρα: παράγει δύο προϊόντα (τρόφιμα και όπλα) η ποσότητα και η ποιότητα των παραγωγικών συντελεστών που διαθέτει η οικονομία είναι δεδομένες. η χώρα έχει δεδομένες τεχνολογικές γνώσεις που μπορεί να χρησιμοποιήσει. οι παραγωγικοί συντελεστές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να παράγουν εναλλακτικά τρόφιμα ή/και όπλα. όλοι οι παραγωγικοί συντελεστές απασχολούνται πλήρως και με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο. Η στήλη 3 δείχνει το κόστος (1) (2) (3) (4) (5) ευκαιρίας (ποσότητα του αγαθού που θυσιάζεται) Σημείο Τρόφιμα y (τόνοι) Μεταβολή στην παραγωγή τροφίμων Όπλα χ (τόνοι) Μεταβολή στην παραγωγή όπλων Α 105-0 - Β 100-5 20 +20 Γ 90-10 40 +20 Δ 70-20 60 +20 Ε 40-30 80 +20 Ζ 0-40 100 +20 Έχουμε αυξανόμενο κόστος ευκαιρίας διότι οι παραγωγικοί συντελεστές δεν είναι το ίδιο κατάλληλοι για την παραγωγή εναλλακτικών αγαθών.
Καμπύλη Παραγωγικών Δυνατοτήτων Η καμπύλη Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ ονομάζεται καμπύλη δυνατοτήτων παραγωγής και δείχνει τις μεγαλύτερες δυνατές ποσότητες των δύο αγαθών (άριστους συναδυασμούς) που μπορεί να παράγει η οικονομία. Συνδυασμοί που βρίσκονται αριστερά της καμπύλης (π.χ. Η) είναι εφικτοί αλλά δείχνουν ότι η οικονομία έχει υποαπασχολούμενους πόρους Τρόφιμα (y) 110 A (105,0) 100 90 80 70 60 50 40 30 20 10 0 B (100, 00) Η (40,40) Γ (90,40) Δ (70,60) Το σχήμα της είναι κοίλο εξαιτίας του αυξανόμενου κόστους ευκαιρίας Θ (80,105) Ε (40,80) Ζ (0,100) 0 10 20 30 40 50 60 70 80 90 100 110 Όπλα (x) = οριακός λόγος μετασχηματισμού Συνδυασμοί που βρίσκονται δεξιά της καμπύλης (π.χ. Θ) είναι ανέφικτοι Αν δεν ισχύει ο νόμος του αυξανόμενου κόστους ευκαιρίας είναι ευθεία 100 100 6
Οικονομική μεγέθυνση Μεγάλο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας συνεπάγεται παραίτηση από την τρέχουσα κατανάλωση με σκοπό την αύξηση του κεφαλαίου μας. Κάθε φορά που επενδύουμε κατασκευάζοντας ένα νέο εργοστάσιο ή ένα νέο δρόμο ή αυξάνουμε τα χρόνια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης ή επενδύουμε σε έρευνα και καινοτομία παραιτούμαστε από κατανάλωση στο παρόν και ενισχύουμε τη μελλοντική παραγωγικότητας της οικονομίας μας και ενισχύουμε τη μελλοντική κατανάλωση. 7
Τρόφιμα (y) 168 Οικονομική μεγέθυνση 105 Α Β Η αύξηση ή η βελτίωση της ποιότητας των παραγωγικών συντελεστών οδηγούν στην αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της οικονομίας. Αυτό απεικονίζεται με μετατόπιση της καμπύλης μετασχηματισμού προς τα δεξιά 100 160 Είδη πολυτελείας αυτοκίνητα κτλ(x) Η χώρα Α επιλέγει να καταναλώσει περισσότερα τρόφιμα και παράγει λιγότερο κεφαλαιουχικό εξοπλισμό. Η μεγέθυνσή της είναι χαμηλή. Τρόφιμα (y) Η χώρα Β επιλέγει να καταναλώσει λιγότερα τρόφιμα ώστε να παραγάγει περισσότερο κεφαλαιουχικό εξοπλισμό και να έχει μεγαλύτερη μεγέθυνση στο μέλλον. Τρόφιμα (y) 168 126 105 Α Β Χώρα Α 105 Β Χώρα Β Α 100 120 Μηχανήματα(x) 100 160 Μηχανήματα(x) 8
Οικονομική μεγέθυνση Τρόφιμα (y) Α Β Αρχικά η χώρα είναι φτωχή και επιλέγει να αφιερώσει σχεδόν όλους της τους πόρους στην παραγωγή τροφίμων. Είδη πολυτελείας (αυτοκίνητα κτλ) (x) Μετά τη μεγέθυνση έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την παραγωγή αγαθών πολυτελείας (συγκριτικά με την παραγωγή τροφίμων) Ιδιωτικά αγαθά Τρόφιμα (κλπ) (y) Α Β Αρχικά η χώρα είναι φτωχή και επιλέγει να αφιερώσει σχεδόν όλους της τους πόρους στην παραγωγή τροφίμων. Δημόσια αγαθά (αυτοκινητόδρομοι, σχολεία κλπ)(x) Μετά τη μεγέθυνση έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την παραγωγή δημοσίων αγαθών όπως αυτοκινητόδρομους, σχολεία, νοσοκομεία κτλ, ώστε να βελτιωθεί η ευημερία του κοινωνικού συνόλου. 9
Η μέτρηση της ανάπτυξης Ο παραδοσιακός δείκτης μέτρησης της ανάπτυξης (που ουσιαστικά μετρά τη μεγέθυνση είναι το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. Ο δείκτης του ΑΕΠ, παρά τις αδυναμίες του, χρησιμοποιείται διεθνώς για να συγκρίνουμε τον ρυθμό μεγέθυνσης μιας οικονομίας σε βάθος χρόνου ή να συγκρίνουμε τον ρυθμό μεγέθυνσης διαφόρων οικονομιών. Ανάλογα με το επίπεδο του ΑΕΠ, κάθε χώρα χαρακτηρίζεται ως χαμηλού εισοδήματος, μέσου εισοδήματος και υψηλού εισοδήματος. Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν: (Gross Domestic Product): Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) είναι η αγοραία αξία όλων των τελικών αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται σε μια χώρα στη διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου. Το ΑΕΠ είναι η αγοραία αξία: Θα μπορούσαμε να μετράμε την παραγωγή κάθε προϊόντος σε βάρος, όγκο, τεμάχια κ.α. Για να μπορέσουμε να συμπεριλάβουμε στο ΑΕΠ διαφορετικά προϊόντα και να τα κάνουμε συγκρίσιμα μεταξύ τους χρησιμοποιούμε την αξία τους σε χρηματικές μονάδες σε τιμές αγοράς. Περιλαμβάνει την μετρήσιμη αξία όλων των προϊόντων και υπηρεσιών: ότι δηλαδή παράγεται στην οικονομία και πωλείται νόμιμα στις αγορές. Ένα μέρος του ΑΕΠ είναι δύσκολο να υπολογισθεί. Αυτό αφορά κυρίως στη μέτρηση της παράνομης οικονομικής δραστηριότητας (π.χ. εμπόριο ναρκωτικών ή πώληση υπηρεσιών χωρίς απόδειξη) η οποία δε μπορεί να καταγραφεί καθώς και στη μέτρηση της παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών τα οποία δεν συνδέονται με χρηματική δαπάνη (π.χ. όταν καθαρίζουμε και βάφουμε το σπίτι μόνοι μας ή όταν καλλιεργούμε ντομάτες στον κήπο μας).
Το ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν Περιλαμβάνει μόνο την αξία των τελικών αγαθών: διότι η αξία των ενδιάμεσων αγαθών περιλαμβάνεται στις τιμές των τελικών αγαθών. Π.χ. ένα αυτοκίνητο αποτελείται από πολλά ενδιάμεσα προϊόντα (ελαστικά, κινητήρας, ηλεκτρικά) τα οποία δεν υπολογίζονται ξεχωριστά αφού αποτελούν μέρος της αξίας του αυτοκινήτου. Εάν όμως κάποια ελαστικά πωληθούν σε ένα ιδιώτη τότε αυτά θεωρούνται τελικό αγαθό και θα προσμετρηθούν στην αξία του Εγχώριου Προϊόντος. Περιλαμβάνει αγαθά και υπηρεσίες: Στο ΑΕΠ περιλαμβάνονται υλικά αγαθά (τρόφιμα, ρούχα, αυτοκίνητα) και άυλες υπηρεσίες (κόψιμο μαλλιών, καθαριότητα σπιτιού, επισκέψεις στο γιατρό). Περιλαμβάνει μόνο αγαθά που παρήχθησαν μέσα στη χρονική περίοδο (είναι ροή): Όταν κάποιος πωλεί ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο σε κάποιον άλλον, η αξία του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου δεν συμπεριλαμβάνεται στο ΑΕΠ. Περιλαμβάνει αξία που παράγεται σε ορισμένα χωρικά όρια: Το ΑΕΠ μετρά την αξία παραγωγής μέσα στα γεωγραφικά όρια μιας χώρας. Όταν ένας πολίτης της Αυστραλίας εργάζεται προσωρινά στο Ηνωμένο Βασίλειο, το προϊόν που παράγει είναι μέρος του ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου. Περιλαμβάνει την αξία που παράγεται σε μία δεδομένη χρονική περίοδο: Το ΑΕΠ μετρά την αξία της παραγωγής που πραγματοποιείται στη διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου. Συνήθως το διάστημα αυτό είναι ένα έτος ή ένα τρίμηνο. 11
Μέτρηση ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος Υπάρχουν τρεις τρόπου μέτρησης του ΑΕΠ οι οποίοι στην πραγματικότητα είναι τρεις πλευρές της ίδια διαδικασίας. Η μέθοδος της δαπάνης μετρά το ΑΕΠ προσθέτοντας τη δαπάνη που γίνεται για την αγορά των προϊόντων. Αθροίζει τη δαπάνη για καταναλωτικά αγαθά, για επενδυτικά αγαθά καθώς και τις δαπάνες του κράτους. Η μέθοδος των αμοιβών των συντελεστών παραγωγής μετρά το ΑΕΠ προσθέτοντας τα εισοδήματα ή τις αμοιβές που πληρώνουν οι επιχειρήσεις στα νοικοκυριά για τους συντελεστές παραγωγής που έχουν προσφέρει (μισθοί, ενοίκια, τόκοι δανεισμού κεφαλαίου κτλ). Η μέθοδος της προστιθέμενης αξίας μετρά το ΑΕΠ υπολογίζοντας την αξία της παραγωγής όπως φτάνει δηλαδή στους αγοραστές είτε είναι καταναλωτές είτε επιχειρήσεις από την ακαθάριστη αξία της παραγωγής των ενδιάμεσων αγαθών που έχουν παραχθεί σε μία περίοδο. Για να αποφύγουμε τον διπλό ή τριπλό υπολογισμό του ιδίου προϊόντος στο ΑΕΠ, πρέπει σε κάθε στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας να λαμβάνεται μόνο η αξία η οποία προστίθεται στο αυτό. Η τελική αξία του προϊόντος θα είναι το άθροισμα των προστιθεμένων αξιών. Οι τρεις προσεγγίσεις είναι ισοδύναμες λόγω της θεμελιώδους ταυτότητας των εθνικών λογαριασμών Συνολική δαπάνη= Συνολικό Εισόδημα = Συνολική Παραγωγή 12
Μέθοδος της δαπάνης Για να υπολογίσουμε το ΑΕΠ της οικονομίας από την πλευρά της δαπάνης προσθέτουμε: την καταναλωτική δαπάνη (C) για α) διαρκή προϊόντα, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν πολλές φορές για τη χρήση για την οποία αγοράστηκαν (πχ βιβλία, έπιπλα και ψυγεία) β) καταναλωτά αγαθά, τα οποία είναι αυτά που μπορεί να χρησιμοποιηθούν μια φορά για τον σκοπό για τον οποίον αγοράστηκαν (πχ τρόφιμα, τα φάρμακα, και βενζίνη) και γ) υπηρεσίες, δηλαδή τα άυλα αγαθά, όπως είναι τα πανεπιστημιακά μαθήματα, η ιατρική περίθαλψη, οι συναυλίες και το κούρεμα. Την επένδυση (I) που περιλαμβάνει τις δαπάνες των επιχειρήσεων για αγορά κεφαλαιουχικών αγαθών, όπως είναι τα μηχανήματα, τα διάφορα είδη εξοπλισμού, τα κτίρια, οι αποθήκες, κ.λπ. Στην επένδυση, επίσης, περιλαμβάνονται τα αποθέματα των επιχειρήσεων που δημιουργούνται στη διάρκεια του έτους. Εάν τα αποθέματα αυξάνονται, η επένδυση είναι θετική και εάν μειώνονται, είναι αρνητική. την δημόσια δαπάνη (G), (πχ δημόσια έργα, δημόσιες επενδύσεις, εξοπλισμός των ενόπλων δυνάμεων, μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων, κ.λπ) Ορισμένες πληρωμές του κράτους που είναι κρατικά έξοδα δεν υπολογίζονται στον υπολογισμό του ΑΕΠ όπως επιδόματα που παρέχει το κράτος, οι κρατικές υποτροφίες, και άλλες πληρωμές που δεν είναι δαπάνη επί της παραγωγής, θεωρούνται μεταβιβαστικές πληρωμές και δεν προσμετρούνται στο ΑΕΠ. Τη διαφορά μεταξύ του ποσού που εισπράττεται από τις εξαγωγές αγαθών (X) και υπηρεσιών και του ποσού που καταβάλλεται για τις εισαγωγές (M) αγαθών και υπηρεσιών και εκείνου (καθαρές εξαγωγές) NX=X-M. Y = C + I + G + Χ-Μ 13
Μέθοδος των αμοιβών των παραγωγικών συντελεστών Για να υπολογίσουμε το ΑΕΠ της οικονομίας από την πλευρά των αμοιβών των παραγωγικών συντελεστών προσθέτουμε: Τις αμοιβές της εργασίας οι οποίες περιλαμβάνουν μισθούς και ημερομίσθια, επιδόματα, αμοιβές σε είδος και εργοδοτικές εισφορές Τους τόκους του κεφαλαίου που τα νοικοκυριά έχουν δανείσει στις επιχειρήσεις μέσα από την αγορά ομολόγων και μετοχών. Τα ενοίκια που λαμβάνουν οι ιδιοκτήτες για την εκμίσθωση γης, καταστημάτων, κατοικιών κτλ. Τα εταιρικά κέρδη (αμοιβή του συντελεστή επιχειρηματικότητα) που λαμβάνουν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά με τη μορφή κερδών και μερισμάτων αντίστοιχα. Τις αποσβέσεις που είναι η δαπάνη για κεφαλαιουχικά αγαθά τα οποία δεν χρησιμοποιούνται για την αύξηση της παραγωγής αλλά για την αντικατάσταση του φθαρμένου ή απαρχαιωμένου εξοπλισμού. Για να μπορούμε να έχουμε το ΑΕΠ σε τιμές αγοράς πρέπει να προσθέσουμε τους έμμεσους φόρους που πληρώνουν οι καταναλωτές και αυξάνουν τις τιμές και να αφαιρέσουμε τις επιδοτήσεις προς τους παραγωγούς οι οποίες μειώνουν τις τιμές. Υ = W d + Y kd + T ind T s +D W d =Αμοιβές εξαρτημένης εργασίας Y kd =Αμοιβές κεφαλαίου (τόκοι, ενοίκια, κέρδη) T ind =Έμμεσοι φόροι T s = Επιδοτήσεις D =Αποσβέσεις πάγιου κεφαλαίου 14
Μέθοδος της προστιθέμενης αξίας Η μέθοδος της προστιθέμενης αξίας μετρά το ΑΕΠ αφαιρώντας από την ακαθάριστη παραγωγή την αξία όλων των ενδιάμεσων αγαθών. Π.χ. Ένας γεωργός πωλεί σιτάρι αξίας 100 ευρώ σε έναν μυλωνά. Ο μυλωνάς το αλέθει και πωλεί το αλεύρι σε έναν φούρναρη σε τιμή 130 που καλύπτει το κόστος και το κέρδος του. Ο φούρναρης με το αλεύρι αυτό παρασκευάζει ψωμί το οποίο πωλεί σε ένα πρατήριο άρτου σε τιμή 170. Τέλος, ο πρατηριούχος πουλά το ψωμί αυτό στους καταναλωτές σε τιμή 200. Στο παράδειγμα αυτό, η προστιθέμενη αξία του αγρότη είναι 100, του μυλωνά 30, του φούρναρη 40, και του πρατηριούχου 30. Το άθροισμα των προστιθέμενων αξιών είναι 200, όσο η τελική τιμή που πληρώνει ο καταναλωτής για το τελικό προϊόν. Συνεπώς, για τη μέτρηση του ΑΕΠ πρέπει να λάβουμε υπόψη το άθροισμα των προστιθεμένων αξιών ή την αξία του τελικού προϊόντος, αγνοώντας τα ενδιάμεσα προϊόντα (σιτάρι, αλεύρι κ.λπ.). Αν αθροίζαμε το σύνολο της αξίας σε κάθε στάδιο της παραγωγής θα παίρναμε λανθασμένα το αποτέλεσμα 600. Εάν ο γεωργός είχε μεγαλύτερη παραγωγή σιταριού π.χ. αξίας 120 ευρώ, και μπόρεσε να πουλήσει μόνο την ποσότητα που αντιστοιχεί σε 100 ευρώ, η διαφορά των 20 που θα μείνει στον γεωργό πρέπει να υπολογισθεί στο ΑΕΠ. 15
1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011* 2012* 2013* 2014* 2015* 2016* 300.000 250.000 200.000 150.000 100.000 50.000 ΑΕΠ Ελλάδας (εκ ) Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ Σύγκριση με χώρες της ΕΕ Έτος 2007 2016 1 Germany 2.513.230,0 Germany 3.144.050,0 2 United Kingdom 2.245.324,0United Kingdom 2.393.133,5 3 France 1.945.670,0 France 2.228.857,0 4 Italy 1.609.550,8 Italy 1.680.522,8 5 Spain 1.080.807,0 Spain 1.118.522,0 6 Netherlands 613.280,0 Netherlands 702.641,0 7 Sweden 356.434,3 Sweden 465.186,2 8 Belgium 344.712,5 Poland 425.980,2 9 Poland 313.874,0 Belgium 423.048,4 10 Austria 283.978,0 Austria 353.296,9 11 Denmark 233.383,2 Denmark 277.489,1 12 Greece 232.694,6 Ireland 275.567,1 13 Ireland 197.201,7 Finland 215.615,0 14 Finland 186.584,0 Portugal 185.179,5 15 Portugal 175.467,7 Czech Republic 176.564,3 16 Czech Republic 138.302,9 Greece 174.199,3 17 Romania 125.403,4 Romania 169.578,1 18 Hungary 102.169,1 Hungary 113.730,8 19 Slovakia 56.241,6 Slovakia 81.154,0 20 Croatia 43.925,8 Luxembourg 53.004,8 21 Luxembourg 37.178,9 Bulgaria 48.128,6 22 Slovenia 35.152,6 Croatia 46.284,9 23 Bulgaria 32.449,1 Slovenia 40.418,1 24 Lithuania 29.040,7 Lithuania 38.668,3 25 Latvia 22.679,3 Latvia 24.926,7 26 Cyprus 17.591,0 Estonia 21.098,3 27 Estonia 16.246,4 Cyprus 18.122,5 28 Malta 5.757,5 Malta 9.943,1 Το ΑΕΠ της Ελλάδας μειώθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια 0 16
Διάρθρωση ΑΕΠ σε επιλεγμένες χώρες της Ευρώπης το 2016 C I G NX European Union (28 countries) 54% 20% 22% 3% Euro area (19 countries) 53% 20% 22% 4% Belgium 50% 24% 25% 1% Bulgaria 60% 19% 16% 4% Czech Republic 46% 26% 20% 7% Denmark 46% 21% 27% 6% Germany 51% 19% 21% 8% Estonia 50% 24% 22% 4% Ireland 32% 33% 13% 22% Greece 67% 11% 23% -1% Spain 57% 20% 20% 3% France 53% 23% 26% -2% Croatia 56% 20% 21% 3% Italy 60% 17% 19% 3% Cyprus 68% 16% 16% -1% Latvia 60% 20% 19% 1% Lithuania 64% 17% 17% 1% Luxembourg 29% 18% 18% 35% Hungary 48% 20% 22% 10% Malta 47% 23% 18% 11% Netherlands 43% 20% 26% 11% Austria 50% 24% 22% 3% Poland 58% 20% 19% 4% Portugal 63% 16% 20% 1% Romania 61% 25% 15% -1% Slovenia 53% 19% 20% 9% Slovakia 54% 23% 20% 4% Finland 53% 22% 27% -1% Sweden 43% 25% 28% 5% United Kingdom 63% 17% 22% -2% Iceland 47% 21% 25% 7% Norway 43% 29% 27% 1% Switzerland 52% 23% 14% 11% Serbia 71% 19% 17% -7% Το ΑΕΠ της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από: Α) Ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο παραγωγής καταναλωτικών αγαθών Β) Ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο παραγωγής κεφαλαιουχικών αγαθών Γ) Παραδοσιακά ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο. Οι πιο ανεπτυγμένες χώρες χαρακτηρίζονται: Α) από υψηλό επίπεδο παραγωγής επενδυτικών αγαθών Β) Πλεονασματικά εμπορικά ισοζύγια. 17
Κατά Κεφαλή ΑΕΠ Το ΑΕΠ είναι ένα καλό μέγεθος για να μετρήσουμε πόσο μεγάλη είναι μία οικονομία (δείκτης μεγέθους). Δε μας δείχνει όμως πόσο πλούσια είναι μία οικονομία (δείκτης ευημερίας). Την ευημερία μίας οικονομίας μας το δίνει το Κατά Κεφαλήν ΑΕΠ το οποίο δείχνει το προϊόν που αντιστοιχεί σε κάθε κάτοικο της χώρας. κ.κ ΑΕΠ= ΑΕΠ Πληθυσμός της χώρας Στην πραγματικότητα και το κκ ΑΕΠ παρουσιάζει προβλήματα στη μέτρηση της ευημερίας. Υπάρχουν πιο ποιοτικοί δείκτες που μετρούν τη διανομή του εισοδήματος στα μέλη της κοινωνίας, την πρόσβαση σε δημόσια αγαθά, το επίπεδο διαβίωσης κτλ.
Άλλα μέτρα υπολογισμού του εισοδήματος Καθαρό εγχώριο προϊόν Είναι το εγχώριο προϊόν των κατοίκων μιας χώρας μετά την αφαίρεση των ζημιών από την απόσβεση. Η απόσβεση είναι η φθορά από το χρόνο και τη χρήση του αποθέματος της οικονομίας σε εξοπλισμό και κτίρια, όπως για παράδειγμα τα φορτηγά που σκουριάζουν και οι υπολογιστές που παλιώνουν. ΚΕΠ = ΑΕΠ Αποσβέσεις Ακαθάριστο εθνικό προϊόν Είναι το συνολικό εισόδημα των μόνιμων κατοίκων (υπηκόων) μιας χώρας. Διαφέρει από το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν καθότι περιλαμβάνει το εισόδημα των πολιτών της χώρας το οποίο απέκτησαν στο εξωτερικό και αποκλείει το εισόδημα των αλλοδαπών που απέκτησαν σ' αυτήν τη χώρα. ΑΕθΠ = ΑΕΠ+ Εισοδήματα συντελεστών που εισπράττονται από το εξωτερικό Εισοδήματα συντελεστών που πληρώνονται στο εξωτερικό Καθαρό εθνικό προϊόν Είναι το συνολικό εισόδημα των κατοίκων μιας χώρας μετά την αφαίρεση των ζημιών από την απόσβεση. Η απόσβεση είναι η φθορά από το χρόνο και τη χρήση του αποθέματος της οικονομίας σε εξοπλισμό και κτίρια, όπως για παράδειγμα τα φορτηγά που σκουριάζουν και οι υπολογιστές που παλιώνουν. ΚΕθΠ = ΑΕθΠ Αποσβέσεις
Άλλα μέτρα υπολογισμού του εισοδήματος Εθνικό εισόδημα Είναι το συνολικό εισόδημα που αποκτούν οι μόνιμοι κάτοικοι μιας χώρας από την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Η διαφορά του από το Καθαρό εθνικό προϊόν είναι το ότι δεν περιλαμβάνει έμμεσους φόρους (όπως ΦΠΑ) και περιλαμβάνει τις επιδοτήσεις. Ακαθάριστο εθνικό εισόδημα = ακαθάριστο εθνικό προϊόν έμμεσοι φόροι+ επιδοτήσεις και Εθνικό εισόδημα = καθαρό εθνικό προϊόν έμμεσοι φόροι+ επιδοτήσεις Ατομικό (προσωπικό) εισόδημα Είναι το εισόδημα που κερδίζουν τα νοικοκυριά και οι μη μετοχικές επιχειρήσεις. Αντίθετα από το εθνικό εισόδημα, δεν περιλαμβάνει τα αδιανέμητα κέρδη, εταιρικούς φόρους εισοδήματος και εισφορές για κοινωνική ασφάλιση. Περιλαμβάνει εισοδήματα των νοικοκυριών από τόκους από τα μερίδιά τους στο δημόσιο χρέος και εισοδήματα που εισπράττουν από δημόσιες κοινωνικές δαπάνες. Προσωπικό Εισόδημα = Εθνικό Εισόδημα Ασφαλιστικές Εισφορές Αδιανέμητα Κέρδη + Μεταβιβαστικές Πληρωμές
Άλλα μέτρα υπολογισμού του εισοδήματος Διαθέσιμο ατομικό εισόδημα Είναι το εισόδημα των νοικοκυριών και των μη μετοχικών επιχειρήσεων το οποίο μένει αφού ικανοποιηθούν όλες οι υποχρεώσεις τους προς το κράτος. Ισούται με το ατομικό εισόδημα μείον τους άμεσους φόρους και κάποιες μη φορολογικές πληρωμές (όπως κλήσεις για παράνομη στάθμευση). Διαθέσιμο Εισόδημα = Προσωπικό Εισόδημα φόροι εισοδήματος Δυνητικό ΑΕΠ Με δεδομένη την τεχνολογία της παραγωγής, υπάρχει ένα μέγιστο μέγεθος του ΑΕΠ που μπορεί να παραχθεί με τους υπάρχοντες παραγωγικούς συντελεστές. Το μέγιστο ύψος του ΑΕΠ επιτυγχάνεται όταν όλοι οι συντελεστές είναι πλήρως απασχολημένοι. Αυτό ισχύει κυρίως για το εργατικό δυναμικό. Για τον λόγο αυτό, το δυνητικό ΑΕΠ ή το δυνητικό εισόδημα είναι εκείνο που δύναται να παραχθεί όταν το εργατικό δυναμικό είναι πλήρως απασχολημένο. Βέβαια, σχεδόν ποτέ το εργατικό δυναμικό δεν είναι απασχολημένο κατά 100%, δηλαδή το ποσοστό ανεργίας ποτέ δεν είναι 0%. Πραγματοποιούμενο ΑΕΠ (Actual Output): Είναι αυτό που (τελικά) παράγει μια οικονομία, ασχέτως με το αν βρίσκεται στο επίπεδο της πλήρους απασχόλησης ή όχι. Παραγωγικό Κενό (Output Gap): Είναι η διαφορά μεταξύ του Δυνητικού Προϊόντος και του Πραγματοποιούμενου Προϊόντος.
22
Ονομαστικό και πραγματικό ΑΕΠ Έστω ότι συγκρίνουμε το ΑΕΠ ενός έτους με το ΑΕΠ πριν πέντε έτη για να δούμε πόσο έχει αυξηθεί η συνολική παραγωγή στην οικονομία τότε αντιμετωπίζουμε το εξής πρόβλημα. Από το ένα έτος στο άλλο δεν έχει αλλάξει μόνο η συνολική παραγωγή αλλά και οι τιμές των προϊόντων. Συνεπώς πρέπει να βρούμε ένα τρόπο για αφαιρέσουμε την επίδραση της μεταβολής των τιμών (να αποπληθωρίσουμε) στην αξία του προϊόντος υπολογίζοντας το πραγματικό ΑΕΠ σε σταθερές τιμές. Το ονομαστικό ΑΕΠ μετρά την αξία της παραγωγής σε τρέχουσες τιμές. Το πραγματικό ΑΕΠ μετρά την αξία της παραγωγής σε σταθερές τιμές. Για παράδειγμα αν το ονομαστικό ΑΕΠ του 2015 είναι P 2015 Y 2015 και το ονομαστικό ΑΕΠ του 2010 είναι P 2010 Y 2010 τότε το πραγματικό ΑΕΠ του 2015 με έτος βάσης το 2010 είναι Y 2015 P 2010. Ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ είναι ο λόγος του ονομαστικού προς το πραγματικό ΑΕΠ και είναι ένας δείκτης του οποίου η μεταβολή δείχνει το ποσοστό αύξησης των τιμών όλων των αγαθών από τη μία περίοδο στην άλλη Αποπληθωριστής ΑΕΠ = Ονομαστικό ΑΕΠ Πραγματικό ΑΕΠ Πληθωρισμός είναι η τάση αύξησης του γενικού επιπέδου των τιμών στην οικονομία, και προσδιορίζεται από την εξέλιξη του δείκτη τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών (Δείκτης τιμών καταναλωτή) π τ+1 = ΔP t+1 P t = P t+1 P t P t 23
Είδη πληθωρισμού Πληθωρισμός ζήτησης: εμφανίζεται σε περιόδους έντονης οικονομικής δραστηριότητας και δημιουργείται επειδή η αύξηση της συνολικής ζήτησης υπερβαίνει το επίπεδο του προϊόντος της οικονομίας που μπορεί να παραχθεί με πλήρη απασχόληση των διαθέσιμων πόρων. Η προσφορά αδυνατεί να προσαρμοστεί αμέσως στην αυξημένη ζήτηση με συνέπεια την αύξηση των τιμών έως ότου εξισωθεί η συνολική ζήτηση με την προσφορά σε χρηματικούς όρους. Πληθωρισμός κόστους: δημιουργείται από την αύξηση των στοιχείων κόστους (η τιμή υπερβαίνει το οριακό κόστος) των προϊόντων, είτε από την επιχείρηση (ολιγοπωλιακές, κέρδη, κακή οργάνωση), είτε από τους εργαζόμενους (εργατικά σωματεία, μισθοί, χαμηλή παραγωγικότητα), είτε από το κράτος (φόρος κερδών, εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, έμμεσοι φόροι). Διαρθρωτικός πληθωρισμός: προκαλείται από την αδυναμία της προσφοράς να προσαρμοστεί στις ανάγκες της ζήτησης σε ορισμένους παραγωγικούς κλάδους μιας οικονομίας. Οι αυξήσεις αυτές μεταδίδονται σε κάποιους άλλους κλάδους και αρχίζει μια διαδικασία αύξηση τιμών γενική η οποία χαρακτηρίζεται ως διαρθρωτικός πληθωρισμός. Εισαγόμενος πληθωρισμός: δημιουργείται από την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών ή αύξησης της ζήτησης των εγχώριων προϊόντων και υπηρεσιών από το εξωτερικό. 24
Προβλήματα που παρουσιάζει το ΑΕΠ Κάποια προβλήματα που παρουσιάζει το ΑΕΠ ως προς τη μέτρηση την ανάπτυξης και τη σύγκριση της μεταξύ διαφορετικών οικονομικών είναι οι εξής: Δε μετρά τις ποιοτικές διαστάσεις της ευημερίας, για τις οποίες δεν υπάρχει ακόμα κάποιο γενικό και συμφωνηθέν διεθνές σύστημα λογαριασμών. Δεν δείχνει την ανισοκατανομή του εισοδήματος, παραβλέποντας το ότι για την ευημερία μιας χώρας είναι σημαντικό ο πλούτος της να μην ανήκει μόνο σε λίγα χέρια. Είναι μια «ακαθάριστη» έννοια: δεν περιλαμβάνει τη διαχρονική απαξίωση του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, και υπερ-εκτιμά την αξία της παραγωγής που συνεισφέρει στην υλική ευημερία. Αγνοεί την εξάντληση του φυσικού κεφαλαίου (μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως το πετρέλαιο) και δεν κοστολογεί τις αρνητικές επιπτώσεις της παραγωγής στο περιβάλλον. Δεν περιλαμβάνει την αναψυχή-ελεύθερο χρόνο που έχει αξία για το άτομο και αυξάνει την ευημερία του, αλλά επειδή δεν θεωρείται οικονομικό αγαθό, δεν υπάρχει στατιστικά. Οι επίσημες συναλλαγματικές ισοτιμίες μπορεί να μην είναι και οι πραγματικές, Δε λαμβάνει υπόψη την παραοικονομία, που είναι συχνό φαινόμενο των οικονομιών 25
Ανατοκισμός και ο κανόνας του 70. Εάν το ΑΕΠ αυξάνεται με ένα σταθερό ρυθμό τ κάθε χρόνο τότε μπορούμε να βρούμε πόσο θα έχει γίνει στο έτος ν με τον τύπο ανατοκισμού. ΑΕΠ ν = ΑΕΠ (1 + τ) ν Υπάρχει ένας τρόπος να βρούμε πολύ απλά σε πόσα χρόνια θα διπλασιαστεί το ΑΕΠ μίας χώρας όταν αυτό αυξάνεται με σταθερό ρυθμό. Αυτό γίνεται χρησιμοποιώντας τον λεγόμενο κανόνα του 70 που είναι ουσιαστική μία μαθηματική ιδιότητα του αριθμού αυτού και έχει εφαρμογή σε οποιαδήποτε μεταβλητή αυξάνεται με σταθερό ρυθμό. Για να βρούμε σε πόσα χρόνια θα διπλασιαστεί το ΑΕΠ απλώς διαιρούμε τον αριθμό 70 με το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ (70/τ). Π.χ αν το ΑΕΠ είναι 100 δις και αυξάνεται με ρυθμό 5% ανά έτος θα διπλασιαστεί σε 14 έτη. Έτη 0 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 ΑΕΠ 100,00 105,00 110,25 115,76 121,55 127,63 134,01 140,71 147,75 155,13 162,89 171,03 179,59 188,56 197,99 207,89 218,29 70/5= 14 26
Πως έρχεται λοιπόν η ανάπτυξη; Υπάρχει οικονομική μεγέθυνση όταν το πραγματικό ΑΕΠ αυξάνεται. Ωστόσο μία περιστασιακή αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ ή μία ανάκαμψη από περίοδο ύφεσης δεν αποτελεί οικονομική μεγέθυνση. Η Οικονομική μεγέθυνση είναι μία συνεχιζόμενη, μακροχρόνια αύξηση του δυνητικού ΑΕΠ. Αυτό που ουσιαστικά κάνει το ΑΕΠ να αυξάνεται είναι η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Παραγωγικότητα της εργασίας είναι η ποσότητα του προϊόντας που παράγεται με μία μονάδα εργασίας. Τρεις παράγοντες επηρεάζουν την παραγωγικότητα της εργασίας. Η μεγέθυνση του φυσικού κεφαλαίου Η μεγέθυνση του ανθρώπινου κεφαλαίου Οι τεχνολογικές εξελίξεις 27
Παράγοντες ανάπτυξης Ανθρώπινο κεφάλαιο. Αφορά στην ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού όπως το επίπεδο εκπαίδευσής του, οι ικανότητες και δεξιότητες που μπορεί να αναπτύξει (όπως το ερευνητικό δυναµικό μιας χώρας κ.λπ.). Φυσικοί πόροι. Η αφθονία, η ποιότητα και η ευκολία εκμετάλλευσης φυσικών πόρων (όπως αποθέματα ορυκτών, καλλιεργήσιμη γη κ.λπ.) δημιουργούν καλύτερες προϋποθέσεις ανάπτυξης μιας χώρας. Η χρήση των φυσικών πόρων ωστόσο σήμερα πρέπει να γίνεται με βιώσιμο τρόπο, καθώς η κατασπατάληση φυσικών πόρων και η υποβάθμιση του περιβάλλοντος περιορίζει την ανάπτυξη. Υποδομές ή υλικό κεφάλαιο. Οι υποδομές που επιτρέπουν την επικοινωνία και τη διασύνδεση αποτελούν προϋπόθεση για τη βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας και την ένταξη στις παγκόσμιες αγορές. Επενδύσεις. Για την ανάπτυξη του υλικού κεφαλαίου (εργοστάσια, δρόμοι, αεροδρόμια, τηλεπικοινωνίες κ.λπ.) είναι αναγκαίες οι επενδύσεις. Οι επενδύσεις προέρχονται είτε από τις εγχώριες αποταμιεύσεις είτε από ξένα κεφάλαια και δανεισμό. Βελτίωση της τεχνολογίας. Η τεχνολογική εξέλιξη έχει συμβάλει περισσότερο στην αύξηση της παραγωγικότητας από ότι η ίδια η συσσώρευση του κεφαλαίου. Σήμερα μπορούμε με την ίδια ποσότητα φυσικών πόρων, υλικού κεφαλαίου και εργασίας να παράγουμε πολλαπλάσιο προϊόν λόγω της βελτίωσης της τεχνολογίας και της τεχνογνωσίας (π.χ. Η/Υ) Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη είναι: η επιχειρηματικότητα και ο αποτελεσματικός συνδυασμός παραγωγικών συντελεστών συμπεριλαμβανομένου του καταμερισμού εργασίας. η ποιότητα της αγοράς (και ειδικότερα της ζήτησης).
Θεωρίες ανάπτυξης Ο πατέρας της πολιτικής οικονομίας, Adam Smith, στο έργο του Ο Πλούτος των Εθνών, που εκδόθηκε το 1776, ασχολείται κατεξοχήν με τις προϋποθέσεις της οικονομικής μεγέθυνσης. Υποστήριξε ότι η ευημερία των ανθρώπων, ακόμα και η ψυχική διάθεση των εργαζομένων εξαρτώνται από την οικονομική μεγέθυνση που αυξάνει το εισόδημα και τον ατομικό πλούτο. Σύμφωνα με το κλασικό οικονομικό μοντέλο, η μεγέθυνση εξαρτάται από τις δυνατότητες παραγωγής (προσφορά) μιας οικονομίας, η οποία θα πρέπει να βρίσκει τρόπους να αυξήσει τους παραγωγικούς συντελεστές (εργασία, κεφάλαιο, έδαφος) ή την παραγωγικότητά τους. Ο Smith θέτει τις βάσεις και για τη θεωρία της ανάπτυξης, καθώς αναφέρεται στη μετάβαση από τον πρωτογενή στον δευτερογενή και στον τριτογενή τομέα παραγωγής. Όσον αφορά την οικονομική μεγέθυνση, θεωρεί ότι δεν είναι δυνατόν να συνεχίζεται επ αόριστον, καθώς η αύξηση του πληθυσμού και η συσσώρευση κεφαλαίου έχουν ένα ανώτατο όριο. Έτσι, η μεγέθυνση φθάνει σε ένα σημείο πέραν του οποίου δεν μπορεί να συνεχιστεί και η οικονομία μπαίνει σε μια περίοδο στασιμότητας. Ο David Ricardo (1817) υποστηρίζει ότι καθώς οι παραγωγικοί συντελεστές δεν έχουν δυνατότητες απεριόριστης αύξησης, δεν είναι εφικτή η διαρκής ανάπτυξη. Εισάγει επίσης την έννοια της φθίνουσας αποδοτικότητας για να υποστηρίξει την απαισιόδοξη θέση του. Εστιάζει το πρόβλημα στην πεπερασμένη έκταση της γης και τη μείωση της αποδοτικότητάς της. Αυτό μειώνει τα κέρδη των επιχειρηματιών και τη δυνατότητα αποταμιεύσεων και επενδύσεων.
Θεωρίες ανάπτυξης Ο Thomas Robert Malthus (1766-1834) ισχυριζόταν ότι ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού είναι πολλαπλάσιος της αύξησης του προϊόντος και αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τον υποσιτισμό. Πιο συγκεκριμένα, η αύξηση του πληθυσμού και η απασχόλησή του στον χαμηλής παραγωγικότητας αγροτικό τομέα θα μείωναν την κατά κεφαλήν προσφορά αγροτικών προϊόντων, με αποτέλεσμα τη μείωση του πληθυσμού λόγω του υποσιτισμού. Στο πλαίσιο της θεώρησης του Karl Marx (1818-1883), η λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας οδηγεί σε μια αέναη επανάληψη ενός κύκλου εις βάρος των εργαζομένων. Σύμφωνα με τον Marx, καθώς η οικονομία μεγεθύνεται, το ποσοστό κέρδους επί του κεφαλαίου φθίνει, γεγονός που προκαλεί ανταγωνισμό μεταξύ των καπιταλιστών. Ο ανταγωνισμός αυτός οδηγεί στην περαιτέρω ισχυροποίηση των πιο ισχυρών οικονομικά και στη διεύρυνση της εργατικής τάξης και του προλεταριάτου. Οι περίοδοι ύφεσης και οι οικονομικές κρίσεις του καπιταλιστικού συστήματος γίνονται όλο και πιο συχνές και έντονες. Καθώς οι καπιταλιστές μειώνουν όλο και περισσότερο τους μισθούς των εργατών για να κρατήσουν υψηλά τα κέρδη, τόσο δημιουργούνται οι συνθήκες για την επαναστατική ανατροπή του καπιταλιστικού καθεστώτος.
Θεωρίες ανάπτυξης - Solow Το νεοκλασικό υπόδειγμα οικονομικής ανάπτυξης (υπόδειγμα Solow) (βραβείο Νόμπελ 1987) δημοσιεύτηκε το 1956. Ο Solow είναι ένας από τους βασικότερους εκπροσώπους της νεοκλασικής-κεϋνσιανής σύνθεσης (ή Νέας Κεϋνσιανής Σύνθεσης), σύμφωνα με την οποία, κατά τη μακροχρόνια περίοδο ισχύουν τα συμπεράσματα της νεοκλασικής θεωρίας, ενώ στη βραχυχρόνια περίοδο ισχύει η κεϋνσιανή θεωρία. Έτσι, μεταξύ των κεντρικών υποθέσεων του υποδείγματος του Solow είναι η ακαμψία των ονομαστικών μισθών, η ανελαστικότητα ζήτησης επενδύσεων ως προς το επιτόκιο, η ανελαστικότητα ζήτησης χρήματος ως προς το εισόδημα και άλλες ατέλειες του οικονομικού συστήματος. Καθώς όμως ο Solow αποδέχεται τις υποθέσεις της νεοκλασικής θεωρίας για τη μακροχρόνια περίοδο, υποστηρίζει ότι ο ρόλος του κράτους στη (μακρόχρονη) αναπτυξιακή πορεία μιας χώρας είναι περιορισμένος.
Θεωρίες ανάπτυξης - Solow Θεωρεί ωστόσο ότι οι οικονομίες θα καταλήξουν στο ίδιο σημείο εισοδήματος μακροχρόνια και θα συγκλίνουν ως αποτέλεσμα της «υπόθεσης της σύγκλισης» (υπόδειγμα Solow-Swan). Σύμφωνα με την υπόθεση αυτή, οι φτωχότερες χώρες εμφανίζουν ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης μεγαλύτερους των πλουσίων. Κατά το υπόδειγμα Solow-Swan, η σύγκλιση συμβαίνει για τρεις κυρίως λόγους. στις αναπτυσσόμενες χώρες, απαιτείται μικρότερο ποσό επενδύσεων για τη διεύρυνση και την εμβάθυνση του κεφαλαίου σε σχέση με τις αναπτυγμένες. όσο μεγαλύτερο είναι το απόθεμα του κεφαλαίου μιας (ανεπτυγμένης) οικονομίας, τόσο πιο κοντά βρίσκεται αυτή στο σημείο που το οριακό προϊόν και η απόδοσή του θα αρχίσει να φθίνει. Συνεπώς, στις φτωχότερες χώρες η απόδοση του κεφαλαίου αναμένεται να είναι μεγαλύτερη από τις πλούσιες. η εισαγωγή τεχνολογίας προωθεί την ανάπτυξη των φτωχότερων χωρών.
Θεωρίες ανάπτυξης H δημιουργική καταστροφή του Joseph Schumpeter Ο οικονομολόγος Joseph Schumpeter (1883-1950) άσκησε μεγάλη επίδραση στη μελέτη της ανάπτυξης και της οικονομικής επιστήμης γενικότερα, καθώς εισήγαγε τον παράγοντα καινοτομία στην παραγωγική διαδικασία αποδίδοντάς του πρωταρχικό ρόλο. Σύμφωνα με τον Schumpeter, η οικονομική ανάπτυξη δεν συνδέεται απλά με την αύξηση των παραγωγικών συντελεστών αλλά προσδιορίζεται από την καινοτομία. Η καινοτομία αντιπροσωπεύει την αποδόμηση της υφιστάμενης παραγωγικής διαδικασίας μέσα από μια διαδικασία «δημιουργικής καταστροφής». Η οικονομική πρόοδος δεν είναι συνεπώς μια ομαλή διαδικασία αλλά έρχεται σε κύματα, δημιουργεί αντιδράσεις και κοινωνικές εκρήξεις λόγω της αδυναμίας τμημάτων της κοινωνίας να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της αλλαγής, και έτσι η πρόοδος δοκιμάζεται από βίαιες καταστροφές. Στη θεωρία των οικονομικών κύκλων που ανέπτυξε υποστηρίζει ότι η συσσώρευση κεφαλαίου οδηγεί στον γιγαντισμό των επιχειρήσεων και στη μη ορθολογική λήψη αποφάσεων, η οποία προκαλεί ακανόνιστη αυξομείωση του επιπέδου της οικονομικής δραστηριότητας. Αυτό συμβαίνει γιατί η διεύρυνση της επιχειρηματικότητας οδηγεί σε διαφοροποίηση ιδιοκτητών (μετόχων) και διευθυντικών στελεχών (μάνατζερ), η οποία προκαλεί σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των δύο. O Schumpeter ισχυρίζεται ότι ο καπιταλισμός βαθμιαία θα καταστραφεί εκ των έσω όχι λόγω της αποτυχίας του αλλά από την ίδια του την επιτυχία, η οποία θα φέρει ριζικές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές. Ο καπιταλισμός σύμφωνα με τον Schumpeter θα παραχωρήσει τη θέση του σε κάποια μορφή δημόσιου ελέγχου ή σοσιαλισμού.
Θεωρίες ανάπτυξης Τα στάδια ανάπτυξης κατά τον W. Rostow Κατά τον Rostow (1916-2003), κάθε κοινωνία μπορεί να ενταχθεί σε πέντε στάδια οικονομικής μεγέθυνσης (αλλά και περνά από αυτά), τα οποία είναι: Η παραδοσιακή οικονομία αναφέρεται σε αγροτικές οικονομίες με περιορισμένες παραγωγικές δυνατότητες, ιεραρχικά δομημένες κοινωνίες, ελάχιστη κινητικότητα και περιορισμένη χρήση της τεχνολογίας. Για τις χώρες αυτές δεν προβλέπεται κανενός είδους δυνατότητα για ανάπτυξη, εκτός αν περάσουν στο επόμενο στάδιο. Το στάδιο προϋποθέσεων για απογείωση αναφέρεται στην περίοδο κατά την οποία δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για το πέρασμα μιας χώρας στα επόμενα στάδια της οικονομικής μεγέθυνσης. Οι προϋποθέσεις αυτές δεν προέρχονται από ενδογενείς δυνάμεις, αλλά από την εξωτερική παρέμβαση των πιο αναπτυγμένων χωρών. Κατά το στάδιο αυτό, ο όγκος των επενδύσεων υπερκαλύπτει την αύξηση του πληθυσμού, δημιουργούνται γεωργικά πλεονάσματα, αυξάνονται οι αποταμιεύσεις και το συνάλλαγμα για τη χρηματοδότηση των εισαγωγών και τη δημιουργία έργων υποδομής. Το στάδιο της απογείωσης αναφέρεται στη Βιομηχανική Επανάσταση, που συνδέεται με τις μεταβολές στις μεθόδους παραγωγής. Οι προϋποθέσεις για το πέρασμα στο στάδιο της απογείωσης είναι: η ανάπτυξη ηγετικών βιομηχανικών κλάδων, η αύξηση του ρυθμού των επενδύσεων, η διαμόρφωση κατάλληλων πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών θεσμών.
Θεωρίες ανάπτυξης Το στάδιο της ωριμότητας, όπου η κοινωνία εφαρμόζει στην παραγωγή τη σύγχρονη τεχνολογία. Η βιομηχανική διαδικασία χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη νέων ηγετικών κλάδων που υποσκελίζουν τους ηγετικούς κλάδους του προηγούμενου σταδίου της απογείωσης. Τα χαρακτηριστικά αυτού του σταδίου είναι: κλαδική αναδιάρθρωση, μεταβολή στη σύνθεση και την εξειδίκευση του εργατικού δυναμικού, αύξηση της δύναμης του συνδικαλισμού στον χώρο εργασίας. Το στάδιο της μαζικής κατανάλωσης χαρακτηρίζεται από τη μετατόπιση των ενδιαφερόντων της κοινωνίας από τα ζητήματα της παραγωγής σε ζητήματα διάρθρωσης των δαπανών. Οι στόχοι των κοινωνιών που βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο της εξελικτικής διαδικασίας αφορούν, πρώτον, την αύξηση της δύναμης και επιρροής στον διεθνή χώρο, δεύτερον, την αύξηση των πόρων που διατίθενται για τη βελτίωση των κοινωνικών παροχών και γενικά την αύξηση της κοινωνικής ευημερίας των πολιτών, και, τρίτον, τη μεγιστοποίηση και αναδιάρθρωση της ιδιωτικής κατανάλωσης έτσι ώστε να συμπεριλαμβάνει, μαζί με τις βασικές ανάγκες, τη μαζική κατανάλωση διαρκών καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών.
Το Μονοπάτι Ανάπτυξης - Επενδύσεων Το Μονοπάτι Ανάπτυξης Επενδύσεων του Dunning προέρχεται από τις θεωρίες Άμεσων Ξένων Επενδύσεων και συνδέει την οικονομική ανάπτυξη των χωρών με τις εισροές και εκροές των Α.Ξ.Ε. τους. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι υπάρχουν πέντε στάδια από τα οποία διέρχεται η κάθε οικονομία, τα οποία χαρακτηρίζονται από την ανάπτυξή της και την εισροή/ εκροή Α.Ξ.Ε. 1o στάδιο: ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης, προστατευτισμός και απουσία εισροής και εκροής Α.Ξ.Ε. Οι μοναδικές επενδύσεις στρέφονται προς την αναζήτηση φθηνών εισροών. 2o στάδιο: οι εκροές Α.Ξ.Ε. εξακολουθούν να είναι χαμηλές, ενώ οι εισροές Α.Ξ.Ε. για την παραγωγή φθηνών τυποποιημένων προϊόντων και υποδομών ανέρχονται ταχύτατα. Σημειώνεται κάποια ανάπτυξη, οι εγχώριες επιχειρήσεις βελτιώνουν σταδιακά τα ιδιοκτησιακά τους πλεονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα (L). 3o στάδιο: αρχίζουν να ανέρχονται οι εκροές Α.Ξ.Ε., ενώ αντίθετα οι εισροές μειώνονται, καθώς κατευθύνονται σε χώρες του προηγούμενου σταδίου, εξαιτίας της αύξησης του εργατικού κόστους. Το βιοτικό επίπεδο ανέρχεται, και η οικονομία στρέφεται στην παραγωγή διαφοροποιημένων προϊόντων και καινοτομίας.
Το Μονοπάτι Ανάπτυξης - Επενδύσεων 4o στάδιο: η χώρα γίνεται καθαρός επενδυτής. Στο στάδιο αυτό, τόσο οι εισροές όσο και οι εκροές Α.Ξ.Ε. προέρχονται (κατευθύνονται) αντίστοιχα όλο και περισσότερο από (σε) χώρες του ίδιου επιπέδου ανάπτυξης. Παρατηρείται, δηλαδή, μία ενδοκλαδικότητα. Τα πλεονεκτήματα τύπου L αλλάζουν τελείως και αφορούν πλέον στην ανάπτυξη νέων αγορών, στη γεωγραφική εξάπλωση και διαφοροποίηση των πολυεθνικών, καθώς και στο χαμηλό κόστος του κεφαλαίου. 5o στάδιο: (αφορά ελάχιστες ιδιαίτερα ανεπτυγμένες χώρες), οι πολυεθνικές επιχειρήσεις εξαπλώνονται σε χώρες ίδιου επιπέδου ανάπτυξης με κίνητρο την αναζήτησης αποτελεσματικότητας και στρατηγικών κεφαλαίων.
Ο Δείκτης Ανθρώπινης Ανάπτυξης Σταδιακά, ο ορισμός της ανάπτυξης άλλαξε και διευρύνθηκε και ως αντικείμενο μελέτης. Έτσι άρχισαν να μελετώνται θέματα όπως η διάσταση του φύλου, των κοινωνικών στόχων ή του περιβάλλοντος δίνοντας έμφαση στην έννοια της ανθρώπινης ανάπτυξης. Η ιδέα αυτή έχει βρει την πλήρη έκφρασή της στον Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης (ΔΑΑ), που χρησιμοποιεί από το 1993 ο ΟΗΕ για να ιεραρχεί τις χώρες στην έκθεση για την ανθρώπινη ανάπτυξη που εκπονεί. Οι βασικές συνιστώσες του ΔΑΑ είναι τρεις: η μακροβιότητα, που υπολογίζεται με την προσδοκώμενη ζωή κατά τη γέννηση, το επίπεδο της εκπαίδευσης, που υπολογίζεται με τον συνδυασμό του ποσοστού εγγραφής στην πρωτοβάθμια, τη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης. 38
Η αειφόρος ανάπτυξη Τα ανεπτυγμένα κράτη που αποτελούν εισαγωγείς φυσικών πόρων από τα αναπτυσσόμενα κράτη κατάφεραν να επιτύχουν βιώσιμη ανάπτυξη για την επόμενη γενεά. Τα αναπτυσσόμενα κράτη δεν κατάφεραν να υποκαταστήσουν ή να αντικαταστήσουν τους φυσικούς πόρους τους που έχασαν λόγω της υπερεκμετάλλευσής τους. Έτσι ο πληθυσμός των αναπτυσσόμενων κρατών δεν είχε το απαραίτητο απόθεμα του φυσικού περιβάλλοντος ώστε να διατηρήσει και να μεταβιβάσει την ανάπτυξη στην επόμενη γενεά, συνυπολογίζοντας και τον ρυθμό αύξησης του πληθυσμού. Συνεπώς η ανάπτυξή των πολλών αναπτυσσόμενων κρατών ήταν προσωρινή δίχως να εξασφαλίσει βιώσιμη ανάπτυξη για την επόμενη γενεά. Έτσι ο βασικός στόχος της οικονομικής ανάπτυξης, που είναι η κάμψη ή ο αφανισμός της φτώχειας και της πείνας σε μακροχρόνιο ορίζοντα, δεν πραγματοποιήθηκε. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται περισσότερο ο όρος της αειφόρου ανάπτυξης, τόσο στη βιβλιογραφία όσο και στην πολιτική ατζέντα κυβερνήσεων, διεθνών οργανισμών και θεσμών. Η αειφόρος ανάπτυξη υποδηλώνει την κάλυψη των αναγκών του παρόντος, χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες.
Η έννοια της φτώχειας Φτώχεια σημαίνει στέρηση όσων είναι αναγκαία για να μείνει κάποιος στη ζωή (όπως η τροφή, πρώτες ύλες, στέγη και ένδυση). Υπό την έννοια αυτή, η φτώχεια είναι σχεδόν απούσα από τον αναπτυγμένο κόσμο (ΗΠΑ, Καναδά, Βρετανία κ.λπ.), αφού ακόμα και τα φτωχότερα στρώματα στις κοινωνίες αυτές ζουν καλύτερα από μεγάλο τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού. Ανάλογα με το είδος των αναγκών που δεν μπορούν να καλυφθούν, η φτώχεια διακρίνεται σε απόλυτη και σχετική. Η έννοια της φτώχειας θεμελιώνεται στην ιδέα των «βασικών αναγκών», που αντιστοιχούν στις φυσιολογικές ανάγκες σύμφωνα με την «ιεραρχία αναγκών» του Α. Maslow (1943). Η πυραμίδα του Maslow διαχωρίζει τις ανθρώπινες ανάγκες σε πέντε επίπεδα: Φυσιολογικές/βασικές ανάγκες. Ανάγκες επιβίωσης που αφορούν τον κάθε άνθρωπο (φαγητό, αέρας, νερό). Ανάγκες ασφάλειας. Ανάγκες που αφορούν τη στέγη, την υγεία και την προστασία. Ανάγκες κοινωνικής αποδοχής. Αναφέρονται στις κοινωνικές μας σχέσεις, όπως η ανάγκη για φιλία και κοινωνική αποδοχή. Ανάγκες αυτοεκτίμησης, που αναφέρονται στην ανάγκη του ανθρώπου να προβάλει την ατομικότητά του, τις αξίες και τις αρχές του. Ανάγκες αυτοπραγμάτωσης, που καλύπτουν τις ανάγκες που κάνουν έναν άνθρωπο να αισθάνεται πλήρης και ευτυχισμένος. 40
Η έννοια της απόλυτης φτώχειας Η Παγκόσμια Τράπεζα τοποθετεί το όριο απόλυτης φτώχειας στο 1,90 δολάρια την ημέρα, υπολογισμένο με όρους ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης (διεθνούς δολαρίου). Σύμφωνα με αυτό το όριο, το 2015 περίπου 736 εκ. άνθρωποι διαβιούσαν κάτω από το διεθνές όριο της φτώχειας σαφώς μειωμένο ποσό σε σχέση με το 1990 που ήταν 1,85 δις. Η έννοια της σχετικής φτώχειας Η φτώχεια δεν είναι απλώς ένα «φυσικό» φαινόμενο (η στέρηση υλικών αγαθών που δεν ικανοποιούν βασικές ανάγκες) αλλά εδράζεται στη συγκριτική θέση των ανθρώπων στην κοινωνική τάξη και ιεραρχία. Κατά τη θεώρηση αυτή πέρα από το απόλυτο όριο της φτώχειας υπάρχει και το σχετικό όριο φτώχειας το οποίο ορίζεται στο 60% του διάμεσου εισοδήματος (κατά άλλους στο 50%) και χρησιμοποιείται κυρίως για τη μέτρηση της φτώχειας σε εθνικό επίπεδο. 41
Ο Φαύλος Κύκλος της Φτώχειας Με οικονομικούς όρους, επισημαίνεται ότι μια πολύ φτωχή χώρα ή περιοχή είναι συχνά καθηλωμένη σε αυτό που ονομάζεται φαύλος κύκλος της φτώχειας: οι άνθρωποι έχουν ελάχιστα χρήματα τα οποία, όπως είναι φυσικό, ξοδεύονται όλα για την κάλυψη των βασικών τους αναγκών. Ως εκ τούτου, δεν περισσεύει τίποτα για αποταμίευση, άρα ούτε για επένδυση. Από την άλλη, είναι τόσο χαμηλό το εισόδημα, που κάθε επένδυση είναι ασύμφορη: η αγορά είναι πολύ μικρή και συνεπώς δεν θα βρεθούν αρκετοί αγοραστές. Με άλλα λόγια, «η φτώχεια γεννά φτώχεια». Χαμηλό εισόδημα Χαμηλή παραγωγικό τητα Φαύλος κύκλος της φτώχειας Χαμηλή αποταμίευση Χαμηλές επενδύσεις 42
Η έννοια της υπανάπτυξης Η έννοια της υπανάπτυξης προσδιορίζεται ως: η μη επίτευξη ορισμένων αντικειμενικών σκοπών ή μεγεθών, όπως π.χ. ορισμένο κατά κεφαλήν εισόδημα ή μέσο ετήσιο ποσοστό ανάπτυξης κ.λπ., η μη κάλυψη ορισμένων αντικειμενικών ουσιωδών αναγκών, όπως π.χ. επίπεδο διατροφής, αναλφαβητισμός, κοινωνική προστασία κ.λπ., η μη αξιοποίηση ή ανεπαρκής αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πόρων μιας χώρας, και η καθυστέρηση στην κατάκτηση ορισμένων προκαθορισμένων οικονομικών ή κοινωνικών παραμέτρων. Μετά το 1970, ο όρος «υπανάπτυκτος» άρχισε να υποκαθίσταται στη διεθνή βιβλιογραφία και ορολογία από τον όρο «αναπτυσσόμενος» διότι θεωρήθηκε υποτιμητικός για τις χώρες στις οποίες αναφερόταν. 43
Τα χαρακτηριστικά της υπανάπτυξης Οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν ορισμένα κοινά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, σε διαφορετικό βέβαια βαθμό καθεμιά. Τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά των αναπτυσσόμενων χωρών είναι τα εξής: Το χαμηλό βιοτικό επίπεδο και η χαμηλή ποιότητα ζωής. Το χαμηλό βιοτικό επίπεδο αποκαλύπτεται κυρίως από το χαμηλό κατά κεφαλήν πραγματικό προϊόν, ενώ η χαμηλή ποιότητα ζωής διαπιστώνεται κυρίως από την ανεπαρκή προσφορά υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας, το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, καθώς και ορισμένους άλλους δείκτες, όπως τη μικρή κατά κεφαλήν κατανάλωση ενέργειας κ.λπ. Οι υψηλοί ρυθμοί αύξησης του πληθυσμού και ιδιαίτερα του αστικού. Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού σε μια χώρα. Π.χ. την περίοδο 1990-2004, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του συνολικού πληθυσμού των χωρών χαμηλού εισοδήματος ήταν 2,2%, Για τις χώρες χαμηλού-μέσου και υψηλού-μέσου εισοδήματος, οι σχετικοί ρυθμοί κατά την αντίστοιχη περίοδο ήταν 1,1% και 0,9%, αντίστοιχα, ενώ για τις χώρες υψηλού εισοδήματος ήταν 0,8%. Η σημαντική συμμετοχή του αγροτικού τομέα και η περιορισμένη συμμετοχή των υπηρεσιών στο συνολικό προϊόν και την απασχόληση. Έτσι, σε πολλές χώρες χαμηλού εισοδήματος ο αγροτικός τομέας εξακολουθεί να αποτελεί πάνω από το 40% του ΑΕΠ (π.χ. Αιθιοπία, Ρουάντα, Τανζανία), ενώ σε ορισμένες πάνω από το 50% (π.χ. Μπουρούντι και Κονγκό). Στις χώρες υψηλού εισοδήματος, ο αγροτικός τομέας συνιστά ένα πολύ μικρό ποσοστό του ΑΕΠ που δεν υπερβαίνει το 4%, ενώ σε πολλές χώρες έχει συρρικνωθεί στο 1% (π.χ. Βέλγιο, Γερμανία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ) με εξαίρεση την Ελλάδα, που ο αγροτικός τομέας αποτελεί το 7% του ΑΕΠ.
Η έννοια και τα χαρακτηριστικά της υπανάπτυξης Η χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας, δηλαδή το χαμηλό προϊόν ανά εργαζόμενο, που οφείλεται αφενός στη στενότητα διάθεσης των συμπληρωματικών συντελεστών παραγωγής, και συγκεκριμένα του φυσικού κεφαλαίου και του μάνατζμεντ, και αφετέρου στην κακή ποιότητα της ίδιας της εργασίας. Η εκτεταμένη παιδική εργασία. Αξιόπιστες εκτιμήσεις της παιδικής εργασίας είναι πολύ δύσκολο να υπάρξουν. Σε ορισμένες χώρες που θεωρούνται ελάχιστα αναπτυγμένες, η συμμετοχή στην οικονομική δραστηριότητα εκτείνεται σε ποσοστό άνω του 60% του συνόλου των παιδιών, αγοριών και κοριτσιών (Μπουρκίνα Φάσο, Γουινέα-Μπισσώ, Τόγκο, Τσαντ, Δημοκρατία Κεντρικής Αφρικής). Η μικρή συμμετοχή των άμεσων φόρων, η μεγάλη συμμετοχή των φόρων στο διεθνές εμπόριο και η μικρή συμμετοχή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης στα συνολικά φορολογικά έσοδα. Έτσι, το 2004, οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης αποτελούσαν μόλις το 2,1% των τρεχόντων εσόδων της κεντρικής κυβέρνησης των χωρών χαμηλού εισοδήματος, έναντι 24,7% των αντίστοιχων εσόδων των χωρών υψηλού εισοδήματος. Η ανισοκατανομή του εισοδήματος και συγκεκριμένα η μεγαλύτερη συγκέντρωσή του στα υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια. Στις χώρες χαμηλού εισοδήματος, το υψηλότερο 10% του πληθυσμού κατέχει από το 24,2% έως το 40,6% του συνολικού εισοδήματος, ενώ στις χώρες υψηλού εισοδήματος από το 21% έως το 29,9%. Οι αποκλίσεις, όσον αφορά τη διανομή του εισοδήματος μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών, αποκαλύπτονται καλύτερα από την τιμή του δείκτη Gini. Η υψηλή υποαπασχόληση της εργασίας, δηλαδή η ανεπαρκής και αναποτελεσματική χρησιμοποίηση του εργατικού δυναμικού, η οποία εκδηλώνεται με τη μορφή ανοικτής ανεργίας και υποαπασχόλησης.
Αιτίες της υπανάπτυξης Τι προκαλεί εντέλει την ανάσχεση της ανάπτυξης ή τι εμποδίζει την πορεία ευημερίας μιας κοινωνίας; Οι παράγοντες ανάσχεσης της ανάπτυξης μιας οικονομίας μπορούν να αναζητηθούν τόσο στο εσωτερικό της όσο και στο εξωτερικό περιβάλλον. Η υπανάπτυξη μπορεί να ερμηνευτεί ως «αποτυχία της αγοράς» (αναποτελεσματική χρήση των συντελεστών παραγωγής, αδύναμοι θεσμοί της αγοράς, μονοπωλιακές συνθήκες κ.λπ.) η οποία εμποδίζει τη βέλτιστη κατανομή των διαθέσιμων πόρων και επιβάλλει τη λειτουργία της οικονομίας κάτω από τις δυνατότητές της. Η ανεπάρκεια του κεφαλαίου (των επενδύσεων και των αποταμιεύσεων) είναι ένας άλλος εγχώριος οικονομικός παράγοντας που λειτουργεί ανασταλτικά. Όταν η διαδικασία συσσώρευσης κεφαλαίου συναντά δυσκολίες (π.χ. λόγω χαμηλού εισοδήματος, μικρής εισροής ξένων κεφαλαίων λόγω αρνητικού επενδυτικού περιβάλλοντος) τότε δημιουργείται ένας «φαύλος κύκλος της φτώχειας», ο οποίος στερεί από την οικονομία τις προϋποθέσεις αύξησης της παραγωγής και μεγέθυνσης. Συνθήκες πολιτικής αστάθειας (συχνές κυβερνητικές αλλαγές, αναταραχές κ.λπ.) και χαμηλή ποιότητα διακυβέρνησης (όπως υψηλή διαφθορά και νεποτισμός, ανεπάρκεια δημόσιων πολιτικών) αυξάνουν την αβεβαιότητα απομακρύνοντας τις επενδύσεις, ενώ οδηγούν σε ανορθολογική και αντιπαραγωγική χρήση των συντελεστών παραγωγής. Ιδιαίτερα η διακυβέρνηση, η οποία συνδυάζεται με τη δυνατότητα της οικονομίας να μεταρρυθμίζεται, αναγνωρίζεται από την εμπειρική έρευνα ως ο πλέον καθοριστικός παράγοντας, τόσο για τη βελτίωση της παραγωγικότητας όσο και την αύξηση του εισοδήματος.