ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 1420-1820



Σχετικά έγγραφα
Φάλουν Ντάφα ιαλέξεις πάνω στον Νόµο του Φο ιαλέξεις στις Ηνωµένες Πολιτείες

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑ ΑΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗ ΥΨΗΛΑΝΤΗ ΛΑΜΙΑ. Λαµία ΠΡΟΣ: Μ.Μ.Ε.

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ & ΨΥΛΛΑ ΑΘΗΝΑ Τηλ Fax adedy@adedy.gr, adedy1@adedy.gr

...ακολουθώντας τη ροή... ένα ημερολόγιο εμψύχωσης

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΤΟΥ ΧΑΝΙΟΥ ΤΟΥ ΙΜΠΡΑΗΜ ΚΩΔΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟΥ: 12234

Όταν το μάθημα της πληροφορικής γίνεται ανθρωποκεντρικό μπορεί να αφορά και την εφηβεία.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ακολουθεί ολόκληρη η τοποθέτηση - παρέμβαση του Υπουργού Δ.Μ.&Η.Δ.

ΕΛΑΦΡΙΕΣ ΜΕΤΑΛΛΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: ΝΑΝΣΥ ΣΑΚΚΑ

ΠΡΟΣΩ ΟΛΟΤΑΧΩΣ! ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. 3.1 Εισαγωγή

Συµπεράσµατα από την ανάλυση συχνοτήτων στη Γεωµετρία Α Λυκείου. Για το 1 ο θέµα που αφορά τη θεωρία:

Οι 21 όροι του Λένιν

Τοποθέτηση Δημάρχου Γ. Πατούλη. για τεχνικό πρόγραμμα 2010

ΧΙΙΙ Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Δαλιάνη Δήμητρα Λίζας Δημήτρης Μπακομήτρου Ελευθερία Ντουφεξιάδης Βαγγέλης

Επίσηµη Εφηµερίδα αριθ. C 372 της 09/12/1997 σ

ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ. ιπλωµατική Εργασία.

Σοφία Γιουρούκου, Ψυχολόγος Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια

Ασυντήρητες και επικίνδυνες οικοδομές

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 183 «για την αναθεώρηση της (αναθεωρηµένης) σύµβασης για την προστασία της µητρότητας,»

Απλές λύσεις για άµεση έξοδο από την κρίση. Μέσα σε λίγες ηµέρες µπορεί να σωθεί η Ελλάδα. Αρκεί να ξυπνήσουν οι Έλληνες και να δουν τι συµβαίνει.

ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ

Στις 22 Σεπτεμβρίου 1937, περί την δεκάτην πρωινήν, ο διευθυντής του ξενοδοχείου «Κεντρικόν» στην Κόρινθο χτύπησε την πόρτα του δωματίου όπου την

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Συνοπτική Παρουσίαση. Ελλάδα

Ευρετήριο πινάκων. Ασκήσεις και υπομνήματα

περισσότερο από το γεγονός του ότι αυτό δεν ήταν τότε ένα ζήτηµα έγκρισης του ίδιου του κοινοβουλευτισµού αλλά κριτικής στην αστική εξουσία.

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΑ ΚΑΥΣΙΜΑ. του κ.θανάση Κουτίνα, χηµικού, καθηγητή Πανεπιστηµίου Πατρών

Ο κόσμος μέσα από τα μάτια μιας κουζίνας. 2. Ορεκτικά με θαλασσινά

Το σύμπαν μέσα στο οποίο αναδύεστε

Κος ΓΚΑΙΤΛΙΧ: Ευχαριστώ πολύ κυρία Πρόεδρε. Θα επιχειρήσω μέσα σε περίπου 10 με 15 λεπτά να συνοψίσω αυτά που συζητήθηκαν στο δικό μας workshop, το

ΦΥΣΙΚΟΣ ΑΕΡΙΣΜΟΣ - ΡΟΣΙΣΜΟΣ

Ο Στρατηγικός Ρόλος της Αστυνοµίας στις Σύγχρονες Απαιτήσεις της Ελληνικής Κοινωνίας

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΥΠ.ΓΕΩΡΓΙΑΣ

Ενώνουμε δυνάμεις. Δείγματα Γραφής. Δυναμικά μπροστά ΑΝΔΡΕΑΣ Ζ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ. Βουλευτής

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΖΩΗΣ, ΜΙΑ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 15/10/2005. Η Αλκη Ζέη για την ιδώ Σωτηρίου: Η θεία µου η ιδώ αγαπηµένη των Τούρκων

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ ΤΗΓΑΝΕΛΑΙΟΥ ΓΙΑΤΙ - ΠΩΣ - ΠΟΤΕ

Φλωρεντία, 10 Δεκεμβρίου 1513 Προς τον: ΦΡΑΓΚΙΣΚΟ ΒΕΤΤΟΡΙ, Πρέσβη της Φλωρεντίας στην Αγία Παπική Έδρα, Ρώμη. Εξοχώτατε Πρέσβη,

Η ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ. ( Διοικητική Ενημέρωση, τ.51, Οκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος 2009)

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΑΙΟΥ

Οι Πνευματικές Δυνάμεις στο Σύμπαν

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟ

ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ 20 Ο ΣΤΟΝ 21 Ο ΑΙΩΝΑ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ για το εκπαιδευτικό σενάριο: ΕΚΛΕΙΨΕΙΣ

ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ-ΧΑΪΝΗΔΕΣ Οι Χαΐνηδες Ο Δημήτρης Αποστολάκης

Η παρακμή του εργατικού κινήματος είναι μια διαδικασία που έχει ήδη διαρκέσει. πολλά χρόνια, τώρα ζούμε τα επεισόδια του τέλους της.

Θεµατικές ενότητες: παρεµβάσεις και ενδεικτικές υποθέσεις. 1. Οικονοµική πολιτική. Παρεµβάσεις οικονοµικού χαρακτήρα

Βιοπολιτική: Μία Νέα Διάσταση της Έννοιας του Κέρδους

Εργαστήριο Λόγου και Πολιτισµού του Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΝ ΡΕΟΥ. ΣΤΗΝ 11η ΣΥΝΟ Ο ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Αγγελική Περιστέρη Α 2

Υποψήφιοι Σχολικοί Σύμβουλοι

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Πρόγραµµα για τη µείωση των καθηµερινών προβληµάτων στην Αθήνα

ΜΗΝΙΑΙΟ ΕΛΤΙΟ ΙΟΥΝΙΟΥ 2007

Το πόνημα μου αυτό γράφτηκε σε στιγμές αγανάκτησης γι αυτά που συμβαίνουν στον τόπο μας.

KATATAΞH APΘPΩN. 6. Αρχές της προσφοράς και προμήθειας, ανθρώπινων ιστών και/ ή κυττάρων

Βιβλιοπαρουσίαση: Χτίζοντας ένα δηµοκρατικό και ανθρώπινο σχολείο

Το ρολόι που κρατάς στα χέρια σου κρύβει ένα μυστικό: το μυστικό της κόκκινης ομάδας. Αν είσαι αρκετά τολμηρός, μπορείς κι εσύ να ενημερωθείς για τα

Προδημοσιεύτηκαν τα τέσσερις πρώτα προγράμματα του νέου ΕΣΠΑ που αφορούν

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«Το στίγµα του Εφιάλτη»

Απώλεια και μετασχηματισμοί της τραυματικής εμπειρίας. Παντελής Παπαδόπουλος

Ξεσκαρτάρισμα. Παίζοντας 1 Κάρτα

ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΙ ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΙ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

Από το ξεκίνημά του ο ΤΙΤΑΝ εκφράζει

Π A Γ KOΣ MIA HMEPA Π OIHΣ H Σ. Ο YΣΣEAΣ EΛYTHΣ ( ) Nοµπελ Λογοτεχνιασ 1979

Το Μουσείο των Βαλκανικών Πολέμων στη Γέφυρα και ο Οθωμανός αρχιστράτηγος Χασάν Ταχσίν πασά

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΕΝΩΤΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ

Η «απρέπεια» των ανθρώπων της 4 ης Αυγούστου. απέναντι στον Τίμο Μωραϊτίνη

Βουλευτικές Εκλογές 2011

Εισαγωγή: ακαδηµαϊκά αδικήµατα και κυρώσεις

ΓΙΑΤΙ Η ΡΩΣΙΑ ΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ

Αρωματικά φυτά της Ελλάδας

Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς - Πυρήνας Αντάρτικου Πόλης

ΚΩ ΙΚΑΣ ΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΠΑΠΟΥΤΣΑΝΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ»

Κρύων της Μαγνητικής Υπηρεσίας. Πνευματική Ανατομική. Μάθημα 3ο ~ Εργασία με το Κόλον

2. Γιατί η Υπέρυθρη Θέρµανση είναι ο πλέον φυσικός και υγιεινός τρόπος θέρµανσης;

Η ΦΙΛΙΑ..!!! Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

O ΙΕΡΟΚΛΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΑΡΧΙΚΟ ΣΩΜΑ ΣΤΟΝ ΣΤΡΑΤΕΙΟ ΧΩΡΟ

ΠΛΑΤΩΝΑΣ. 427 π.χ π.χ.

Πού βρίσκεται ο Τάφος του Αλεξάνδρου; Μυαλό χρειάζεται για ν' αποκαλυφθεί. και όχι φτυάρια.

Στεκόμαστε αλληλέγγυοι σ όσους, ατομικά ή συλλογικά επανακτούν αυτά που νόμιμα μας κλέβουν οι εξουσιαστές.

Ενότητα 2. Γενικά Οργάνωση Ελέγχου (ΙΙ) Φύλλα Εργασίας Εκθέσεις Ελέγχων

Αλέξανδρος Δελμούζος ( ) Σκληρός, Δελμούζος, Τριανταφυλλίδης, το 1907 στην Ιένα. 1. Οδοιπορικό

Ένας περίπατος στη Μονή Καισαριανής

Περίληψη Εκδήλωσης. I. Ποια είναι η σχέση της έννοιας της λογοδοσίας µε την Ανοιχτή Κοινωνία;

Τα 10 µαργαριτάρια για ένα φιλικό σπίτι

Ευρώπη: Μια κοινότητα αξιών

Αντωνία Αθανασοπούλου

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2008 ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΡΧΗΓΟ ΤΗΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ

[Σηµ: Ο ένας αστερίσκος σηµειώνει τα άρθρα που αναθεωρήθηκαν το 1986 και οι δύο, αυτά που αναθεωρήθηκαν το 2001]

Ομιλία του Υφυπουργού Ανάπτυξης κου Θανάση Σκορδά στο CapitalVision 2012

Η βιοπολιτική της αυταρχικής δηµοκρατίας και η διακυβέρνηση του επικίνδυνου σώµατος

Transcript:

ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 1420-1820 Διαταράξεις της µνήµης στην Ακρόπολη Στην Ακρόπολη των Αθηνών, την άνοιξη του 1936, ο Ζίγκµουντ Φρόυντ διαπίστωνε έκπληκτος ότι η πόλη πράγµατι υπήρχε και ότι δεν ήταν άλλη µια ανάµνηση από τις αφηγήσεις των σχολικών χρόνων. Τη συνειδητοποίηση αυτή ονόµασε διατάραξη της µνήµης, µια αναπάντεχη εισβολή της πραγµατικότητας στον κοιµισµένο χώρο των µύθων: ένιωσε όπως ο ίδιος έγραψε σαν να έβλεπε µπροστά του το τέρας του Λοχ Νες. Η έκπληξη του ψυχαναλυτή αποτελεί µια ενδιαφέρουσα µαρτυρία της βαρύτητας του µύθου της Ελλάδας στη συλλογική συνείδηση του δυτικού κόσµου. Πράγµατι, η Ελλάδα παραµένει ένα από τα δραστικά τοπωνύµια στον χάρτη του ανθρώπινου πολιτισµού, που ενεργοποιεί ένα σύµπαν αναµνήσεων ανδρείας και καλλιέργειας, σύµβολο του τί µπορεί να κατακτήσουν κυρίαρχες κοινωνίες ελεύθερων πολιτών, στην τέχνη, στον λόγο και στον στοχασµό. Όπως όλοι οι µύθοι, έτσι και ο µύθος της Ελλάδας θέλει να είναι αρχετυπικός: ένα βαθιά ριζωµένο παράδειγµα που δίνει το µέτρο των όσων ακολουθούν. Κάτι τέτοιο ωστόσο δεν αληθεύει και οι αναλύσεις έρχονται να πιστοποιήσουν ότι οι περισσότεροι ενεργοί µύθοι είναι επεξεργάσµατα της νεωτερικότητας. Για τον λόγο αυτό θα επιχειρήσουµε µια άλλη µνηµονική διατάραξη και θα περιγράψουµε σχηµατικά την ιστορική τύχη της Ελλάδας στις συνειδήσεις Ελλήνων και Δυτικών κατά τους πρώιµους νεότερους χρόνους. Οι σελίδες που ακολουθούν έχουν αντικείµενό τους την παρουσίαση της εικόνας της Ελλάδας κατά τους νεότερους χρόνους, ειδικότερα τους χρόνους των ξένων κυριαρχιών. Αρχικά θα επιχειρήσουµε να περιγράψουµε το ιστοριογραφικό αυτό ζήτηµα, καθώς συνδέεται µε τους µηχανισµούς διαµόρφωσης της νεοελληνικής ταυτότητας, τόσο της ιστορικής πολιτιστικής όσο και της γεωγραφικής. Στη συνέχεια θα περιγράψουµε, σχηµατικά και επιλεκτικά, τους κύριους φορείς διαµόρφωσης της εικόνας της Ελλάδας κατά την περίοδο που µας απα- Τοπογραφικό σχέδιο της Αθήνας επιχρωµατισµένη χαλκο-

σχολεί. Τέλος, θα εξιστορήσουµε, βάσει επιλεγµένων παραδειγµάτων, τις διαδοχικές προσεγγίσεις και προσλήψεις της Ελλάδας, τόσο εκ µέρους των Ελλήνων όσο και εκ µέρους των Δυτικών παρατηρητών. Το ιστοριογραφικό ζήτηµα Οι ορισµοί και τα δηλωτικά περιεχόµενα των εννοιών Ελλάδα και Έλληνες, οι προσλήψεις µε άλλα λόγια του ελληνικού κατά τη διάρκεια των νεότερων χρόνων, έχουν απασχολήσει από νωρίς τη νεοελληνική διανόηση. Ο λόγος είναι απλός, αφού οι προσλήψεις αυτές στάθηκαν καθοριστικές για τη διαµόρφωση της ταυτότητας της νεότερης Ελλάδας καθώς και των σχέσεών της µε την κοινή ευρωπαϊκή κληρονοµιά. Το ζήτηµα των ταυτοτήτων παραµένει ρευστό, και ιδιαίτερα στην ελληνική περίπτωση όπου η διερεύνηση της συλλογικής εικόνας αντιµετωπίζει προβλήµατα πηγών. Ωστόσο ο συνδυασµός των έσωθεν και έξωθεν µαρτυριών επιτρέπει τη διερεύνηση της εξελικτικής πορείας των σχετικών φαινοµένων µέσα από τον εντοπισµό και την ερµηνεία των κοινών τόπων, των µηχανισµών έλξης και απώθησης, ενσωµάτωσης ή απόρριψης. Το ζήτηµα είναι πράγµατι σύνθετο και η συνεχώς αυξανόµενη βιβλιογραφία φωτίζει ολοένα περισσότερο τις όψεις του, ενώ ταυτόχρονα προσθέτει νέα στρώµατα σύγχυσης, καθώς στην ουσία πρόκειται για απόπειρες ερµηνείας επάλληλων καθρεφτισµάτων και των λειτουργιών τους ένθεν κακείθεν. Η πρώτη ερµηνεία των φαινοµένων που µας απασχολούν εδώ είναι η ροµαντική, νεοκλασική ερµηνεία. Αυτή διαµορφώθηκε σταδιακά κατά τον 19ο αιώνα και αποτελεί πλέον µέρος των στερεοτύπων και των κοινών τόπων της µη επιστηµονικής ρητορικής. Σύµφωνα µε αυτήν, ο ελληνικός πολιτισµός ζήτησε καταφύγιο στη Δύση µετά την τουρκική εισβολή. Εκεί άνθησε ποικιλότροπα, καθώς αποτέλεσε τη βάση του νεότερου δυτικού πολιτιστικού οικοδοµήµατος. Έπειτα, κατά την παλιγγενεσία, οι Μούσες επέστρεψαν από την εξορία τους στην Ελλάδα, για να εµπνεύσουν τη νέα φάση του ελληνικού πολιτισµού. Αυτά συνέβησαν στην Ελλάδα κατά τον 19ο, και το µεγαλύτερο µέρος του 20ού αιώνα, όταν οι ελληνιστές και οι Δυτικοί αναλυτές των ελληνικών πραγµάτων µοιράστηκαν σε φιλέλληνες και κατήγορους του γένους. Τα πράγµατα έφτασαν συχνά στην υπερβολή, καθώς ο ελληνικός εθνικισµός τροφοδοτούσε διαρκώς και ενίσχυε τόσο τις διχαστικές

αντιλήψεις όσο και τις ψευδαισθήσεις της εθνικής υπεροχής. Τη δεκαετία του 1980 εµφανίστηκαν οι αντίστροφες αναλύσεις. Αυτές διαµορφώθηκαν σε αµερικανικά ακαδηµαϊκά περιβάλλοντα και ακολουθούσαν τη γραµµή των θεωριών του οριενταλισµού και των µετα-αποικιακών σπουδών. Σύµφωνα µε αυτές τις αναλύσεις, η νεότερη Ελλάδα είναι ένα κατασκεύασµα της δυτικής Αναγέννησης και, ιδίως, του Ευρωπαϊκού Διαφωτισµού, µια αποικιακού τύπου επεξεργασία της ευρωπαϊκής Δύσης που προέβαλε σ αυτήν τα δικά της στερεότυπα. Η Δύση και η δυτικοθρε- µένη ελληνική διανόηση του 19ου και του 20ού αιώνα κατηγορήθηκαν εν πολλοίς ότι κατασκεύασαν τη νεότερη Ελλάδα πάνω στα πρότυπα της αρχαίας, που και αυτή µε τη σειρά της ήταν µια διανοητική επεξεργασία της Δύσης. Τέλος, δεν έλειψαν οι αναλυτές που κατηγόρησαν τους Έλληνες ότι φαλκίδευαν την ιστορία τους, κατέστρεφαν τη γλώσσα και αλλοίωναν τη φυσιογνωµία τους, προκειµένου να ανταποκριθούν στο όνειρο των ελληνιστών. Οι απόψεις αυτές, αν και δεν ενσωµατώθηκαν στην ελληνική ιστοριογραφία, συνέβαλαν στο να ξεπεραστεί το ροµαντικό αναλυτικό σχήµα. Η συνδροµή αυτή είναι αξιόλογη, καθώς το ροµαντικό σχήµα και οι εθνικές εµπλοκές του, µολονότι είχαν πέσει στην αφάνεια, τουλάχιστον µεταξύ των ειδικών, παρέµεναν ενεργά στο λειτουργικό υπόβαθρο πολλών αναλύσεων, όπως στη µνηµειώδη ανθολόγηση των περιηγητικών κειµένων που επεξεργάστηκε ο Κυριάκος Σιµόπουλος. Μια δεύτερη συνδροµή της µετα-αποικιακής ερµηνείας έγκειται στο γεγονός ότι φώτισε (έστω αρνητικά και επιλεκτικά) τον ρόλο του δυτικού ελληνισµού, των ελληνικών σπουδών στη Δύση, ως καθοριστικού παράγοντα στην εξέλιξη των πραγµάτων. Ωστόσο, παρά τα όποια θετικά τους σηµεία, οι αναλύσεις αυτές χωλαίνουν στη µεθοδολογική τους αφετηρία. Συνδυάζουν στοιχεία ερανισµένα εκλεκτικά από την ανθρωπολογία, την εθνογραφία και τη λαογραφία, τη γλωσσολογία και τη λογοτεχνία, τις πολιτικές επιστήµες και τη δηµοσιολογία. Στις προσεγγίσεις αυτές, η ιστορία µοιάζει να αποκόβεται από το υλικό και τα εργαλεία της, τα σειραϊκά στοιχεία και την ανάλυση των κανονικοτήτων στη µακρά τους διάρκεια, για να γίνει ένα είδος εκλεκτικής ανθρωπολογίας. Κατά την τελευταία δεκαετία ο σχετικός προβληµατισµός έµελλε να ανανεωθεί. Η στροφή της ιστορίας του πολιτισµού στην Ευρώπη προς τη µελέτη των πολιτιστικών ταυτοτήτων και των πολιτιστικών µεταφορών ανάµεσα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες απο- Υδατογραφία-έργο αγνώστου καλλιτέχνη στην οποία απεικο-

τέλεσε τη βάση µιας σειράς µελετών της πρόσληψης της Ελλάδας από την ευρωπαϊκή Δύση και, παράλληλα, των λειτουργιών αλληλεπίδρασης της δυτικής εικόνας στη διαµόρφωση της νεότερης ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας. Οι εργασίες αυτές δεν έχουν ακόµη ολοκληρωθεί. Ωστόσο, από τα µέχρι τώρα πορίσµατα διαφαίνονται σηµαντικές προοπτικές. Πρόκειται για τη µελέτη της από κοινού επεξεργασίας ορισµένων σχηµάτων της δυτικής και της ελληνικής παιδείας, για τη διερεύνηση των παραλλήλων διεργασιών του ευρωπαϊκού ελληνισµού και της ελληνικής παιδείας. Τη µελέτη του µέρους εκείνου της ευρωπαϊκής κουλτούρας που διαχειρίζεται και επεξεργάζεται την ελληνική κληρονοµιά, και, παράλληλα, των αλληλεξαρτήσεων ανάµεσα στον ευρωπαϊκό ελληνισµό και στην ελληνική πολιτιστική παραγωγή. Πρόκειται πλέον για τη συνθετική θεώρηση των κοινών ή επίκοινων στοιχείων των δύο παραδόσεων, µε σκοπό να ερµηνευθεί η µεταξύ τους αλληλεπίδραση και επικοινωνία. Οι φορείς Σε όλη τη διάρκεια της περιόδου που µας απασχολεί η εικόνα της Ελλάδας συγκροτείται µέσα από συγκεκριµένους διαύλους, που λειτουργούν µέσα στη µεγάλη διάρκεια και αποτελούν εκφράσεις συγκροτηµένων πολιτικών, οικονοµικών και θρησκευτικών συµφερόντων. Η παρουσίαση των ποικίλων µηχανισµών που επέδρασαν στη συγκρότηση των εικόνων της Ελλάδας δεν µπορεί να γίνει εδώ παρά σχηµατικά. Ο πρώτος φορέας που επεξεργάζεται αµέσως ή εµµέσως ορισµούς και εικόνες της Ελλάδας, στην προσπάθειά του να προσδιορίσει τις έννοιες και το περιεχόµενο του συνανήκειν, είναι αναµφισβήτητα η ελληνική διανόηση. Ήδη από τον 15ο αιώνα φανερώνονται τα πρώτα σηµάδια της νέας αντιµετώπισης. Αυτή προέρχεται από τους Έλληνες λόγιους που ενσωµατώνονται στο ουµανιστικό περιβάλλον. Με αφετηρία τα αρχαία κείµενα αλλά και τους Βυζαντινούς σχολιαστές, οι Έλληνες ουµανιστές θα εµβαθύνουν στον ορισµό και στο περιεχόµενο µιας διακριτής ιστορικής και πολιτισµικής ελληνικής οντότητας. Οι απόπειρες αυτές δεν συγκροτούν ωστόσο ένα συνεπές και ενιαίο σχήµα ούτε επικοινωνούν επαρκώς µεταξύ τους, καθώς προτείνονται κάτω από τις ειδικές συνθήκες των ξένων κυριαρχιών. Η απουσία µιας κυρίαρχης ελληνικής εξουσιαστικής οντότητας έχει ως αποτέλεσµα την ελλιπή, υβριδική λειτουργία των µηχανισµών εκείνων που θα παρήγαγαν και θα συντηρούσαν µια κεντρική ιδεολογία. Αναµφισβήτητα Ελληνικός χορός ξυλογραφία του 1639 από το βιβλίο του

διατηρείται η ορθόδοξη εκκλησιαστική διοίκηση. Αυτή είναι τώρα επιφορτισµένη µε την εκπροσώπηση στην Πύλη των χριστιανών υπηκόων του σουλτάνου και, συνάµα, µε τη διαχείριση αρκετών θεµάτων των χριστιανικών πληθυσµών της αυτοκρατορίας. Στον νέο αυτό ρυθµιστικό της ρόλο, η Εκκλησία στηριζόµενη στην προηγούµενη εµπειρία της, ενισχύει την οικουµενική ιδεολογία της ελληνικής Εκκλησίας-µητέρας. Παράλληλα λειτουργούν ποικίλα ενοποιητικά δίκτυα, ιδίως εµπορικά, που αρθρώνονται γύρω από τη διάχυση των Ελλήνων εντός της Οθωµανικής αυτοκρατορίας ιδίως στις ζώνες που συνορεύουν µε τη Δύση και τη Ρωσία και ενθαρρύνουν την εµπορική δραστηριότητα, ή τις κοινότητες της ελληνικής διασποράς στα αστικά κέντρα της Δύσης (πρόσφυγες αρχικά και έπειτα έµποροι αλλά και διανοούµενοι). Πρέπει να σηµειωθεί ότι οι Έλληνες δεν ήταν πλήρως αποξενωµένοι από τους µηχανισµούς της διοίκησης. Πέρα από την Εκκλησία, ορισµένες επίλεκτες οµάδες Ελλήνων ενσωµατώνονται στους εξουσιαστικούς µηχανισµούς των ξένων κυριαρχιών. Ο λόγος εδώ για τις τοπικές αριστοκρατίες των βενετοκρατούµενων περιοχών, και ιδίως για τους Έλληνες που συµµετέχουν σε υψηλό επίπεδο στην οθωµανική διοίκηση, τους οποίους ονοµάζουµε Φαναριώτες. Αυτοί, από τον 18ο αιώνα και εξής κυβερνούν τη Μολδαβία και τη Βλαχία, όπου εγκαθιστούν οργανωµένες ελληνικές ηγεµονικές Αυλές. Παράλληλα, επανδρώνουν συχνά θέσεις κλειδιά της οθωµανικής διοίκησης που σχετίζονται µε τις εξωτερικές υποθέσεις αλλά και µε τη διοίκηση. Οι ταυτότητες του διάσπαρτου αυτού συνόλου ποικίλλουν, όπως ποικίλλουν και οι συνειδήσεις των οµάδων που το απαρτίζουν. Ωστόσο διαθέτουν µια κοινή πολιτιστική βάση, θρησκευτική, γλωσσική και ιστορική, στην οποία συµµετέχουν υπό όρους και ορισµένοι εκπρόσωποι των µη ελληνικών χριστιανικών πληθυσµών της αυτοκρατορίας. Το έτερο σκέλος των φαινοµένων που µας απασχολούν είναι εκείνο της εικόνας της Ελλάδας στη Δύση. Πρόκειται για το έργο ουµανιστών αρχαιογνωστών και ελληνιστών που επιχειρούν να προσεγγίσουν και να κατανοήσουν την αρχαία κληρονοµιά. Οι διεργασίες ανάκτησης του παρελθόντος, της ελληνορωµαϊκής ιδίως αρχαιότητας, στάθηκε ένα από τα κεντρικά χαρακτηριστικά της νεωτερικότητας στην ευρωπαϊκή Δύση, ήδη από τα τέλη του 14ου αιώνα. Το αίτηµα της κατανόησης και της επανασύνδεσης µε την αρχαιότητα, µολονότι αποτελεί ένα από τα κεντρικά αιτήµατα της διανόησης, δεν αποτελούσε αποκλειστικά µια λόγια ιστοριοδιφική διεκδίκηση. Η ανάκτηση της αρχαι- Έλληνας άρχοντας επιχρω- µατισµένη χαλκογραφία του Έλληνας έµπορος επιχρω- µατισµένη χαλκογραφία του

ότητας συνδέεται µε το ευρύτερο φιλοσοφικό, εκπαιδευτικό και πολιτικό πρόγραµµα του ουµανισµού, που επιχειρεί να ενσωµατώσει στην αναδυόµενη νεωτερικότητα τις γνώσεις αλλά και τις ηθικές, πολιτικές και αισθητικές αξίες του κλασικού παρελθόντος. Στην περίπτωση αυτή, η εικόνα της Ελλάδας συγκροτείται σταδιακά µέσα από τη διαρκή επικάθιση νέων στοιχείων πάνω στο συσσωρευµένο υλικό της παράδοσης. Οι Δυτικοί λόγιοι, ουµανιστές και ελληνιστές, επεξεργάζονται διαρκώς το πλούσιο υλικό που έχει φτάσει έως αυτούς, διά µέσου της ρωµαϊκής κληρονοµιάς αλλά και της αναγέννησης των ελληνικών σπουδών κατά τον 15ο αιώνα, και διατηρούν στενή επαφή µε την ελληνική διανόηση. Ο ελληνικός ελληνισµός, η καλλιέργεια των ελληνικών σπουδών στην Ελλάδα απαρτίζονται από τις διαδοχικές εργασίες µιας µακράς αλυσίδας Ελλήνων λογίων που έσκυψαν πάνω από το παρελθόν της ελληνικής παιδείας και γλώσσας και προσπάθησαν να το διατηρήσουν ζωντανό. Πράγµατι, η µελέτη και η καλλιέργεια της κλασικής γραµµατείας και γλώσσας αυτό που στη Δύση ονοµάστηκε ουµανισµός αποτελεί ένα διαρκές, ενδηµικό θα λέγαµε, χαρακτηριστικό της ελληνικής παιδείας. Η ιδιότυπη αυτή διαχρονία δεν είναι ωστόσο ειδυλλιακή: αποτελεί περισσότερο µια έκφραση των σκληρύνσεων και των αγκυλώσεων που επιβάλει το παρελθόν στην πορεία των πραγµάτων και λιγότερο µια απόδειξη της συνέχειας του ελληνικού πολιτισµού, καθώς ο τελευταίος αποτελεί µια σύνθετη κοινωνική διεργασία, µία από τις συνιστώσες της οποίας είναι και η λόγια παράδοση. Εντούτοις, η διαρκής ελληνική ουµανιστική παράδοση (ας την πούµε έτσι µιας και ο ορθότερος όρος ελληνικός ελληνισµός παρουσιάζει πολλά προβλήµατα) καταλάµβανε σχεδόν σταθερά µία κεντρική θέση στον χώρο της εκπαίδευσης και επιδρούσε µε τον τρόπο αυτό στο σύστηµα επεξεργασίας και παραγωγής των ιδεών. Κατά τους νεότερους χρόνους, η ίδια παράδοση αποτέλεσε ένα είδος πολιτιστικής γέφυρας που συνέδεε την ελληνική λογιοσύνη µε τον δυτικό ουµανισµό και εγκαθιστούσε, ένθεν κακείθεν, µια σειρά από νοητικές συγγένειες και δεκτικότητες, που δεν παρατηρούνται µε την ίδια ένταση και συχνότητα στους υπόλοιπους τοµείς του πολιτισµού. Στη γέφυρα αυτή συναντώνται οι Έλληνες λόγιοι και οι Ευρωπαίοι ελληνιστές. Στο εργαστήριο των ελληνιστών γίνεται η κριτική επεξεργασία και αναθεώρηση τόσο του ιστορικού υλικού µε τις νεότερες εργασίες της ελληνικής λογιοσύνης όσο και µε το Οι Έλληνες λόγιοι µελέτησαν και προσπάθησαν να διατηρήσουν

πλήθος των νέων πληροφοριών που έρχεται από την ελληνική Ανατολή. Ας σταθούµε λίγο σε αυτές τις δεξαµενές πληροφόρησης. Μία πρώτη, η κυριότερη, συγκροτείται στο πλαίσιο της δυτικής παρουσίας στην ελληνική Aνατολή. Η ενετοκρατία αποτελεί αρχικά την κυρίαρχη όψη αυτής της δυτικής παρουσίας. Κατά την περίοδο που µας απασχολεί, η βενετική κυριαρχία διατηρείται στα Επτάνησα, στην Κύπρο και στην Κρήτη αλλά και στην Πελοπόννησο κατά τη σύντοµη περίοδο στις αρχές του 18ου αιώνα. Οι Βενετοί θα ενδιαφερθούν σχεδόν αποκλειστικά για τη ζώνη της δικής τους επιρροής στην Ελλάδα και θα περιγράψουν αναλυτικά την παρούσα κατάσταση αλλά και τα αξιοµνηµόνευτα των ελληνικών νησιών. Η παραγωγή αυτή συνδέεται µε τις προσπάθειες της Βενετίας να περισώσει το δίκτυο των ανατολικών κτήσεών της, το Levante Veneto. Τα σηµεία ακµής της παρατηρούνται γύρω από σηµαντικά πολεµικά γεγονότα, όπως ο πόλεµος της Κύπρου (1570-72), της Κρήτης (1645-1669) ή της πρόσκαιρης κατάληψης της Πελοποννήσου από τους Βενετούς (1685-1715). Πρόκειται για µια γραµµατεία τεκµηριωτικού τύπου µε έντονο εγκωµιαστικό και προπαγανδιστικό χαρακτήρα, που γιορτάζει τις νίκες και κοινοποιεί στο ευρωπαϊκό κοινό τα ανδραγαθή- µατα που έλαβαν χώρα στα βενετσιάνικα βασίλεια της Ανατολής. Οι Βενετοί δεν ήταν οι µόνοι διεκδικητές. Οι Γάλλοι και οι Βρετανοί κυρίως αλλά και οι Ολλανδοί, και αργότερα οι Ρώσοι, θα επιχειρήσουν παράλληλες οικονοµικές ή στρατηγικές διεισδύσεις στην καθ ηµάς Ανατολή. Ο γαλλο-βρετανικός ανταγωνισµός στάθηκε έντονος. Από τη µια πλευρά, τα εµπορικά, πολιτικά και θρησκευτικά προνόµια που απολάµβαναν οι Γάλλοι στην Οθωµανική αυτοκρατορία από τις διοµολογήσεις του 16ου αιώνα και από την άλλη η βρετανική Levant Company µε τα µονοπωλιακά της προνόµια δηµιουργούσαν και στις δύο πλευρές την προσδοκία αντικατάστασης των Βενετών και την υπαγωγή των εµπορικών σταθµών του Λεβάντε στη γαλλική ή στη βρετανική επιρροή. Οι σχετικές πρωτοβουλίες θα είναι πυκνές και, από τα τέλη του 17ου αιώνα και εξής, οι ιταλικές περιγραφές της Ελλάδας θα αντικατασταθούν από γαλλικές και βρετανικές. Αυτές θα στηριχθούν σε νέες συστηµατικές αυτοψίες και θα εµβαθύνουν εξίσου στην αρχαιογνωστική και στη σύγχρονη αποτύπωση της Ελλάδας και των περιοχών της. Μπορούµε να πούµε συνοπτικά ότι κατά τους αιώνες των ξένων κυριαρχιών λειτουργούν διευρωπαϊκά δίκτυα πληροφόρησης γύρω από τα ελληνικά πράγµατα, τα οποία Η «Ιστορία του Πολέµου της Κύπρου», γαλλική έκδοση του

εν πολλοίς διαµορφώνουν στις συνειδήσεις του ενδιαφερόµενου δυτικού κοινού την εικόνα της Ελλάδας, τόσο της αρχαίας όσο και της σύγχρονης, µε έµφαση στις θρησκευτικές παραδόσεις, στις οικονοµικές δραστηριότητες αλλά και στην κατάσταση του πολιτισµού. Τα δίκτυα αυτά είναι συχνά αντίζηλα, ωστόσο διαθέτουν κοινή ιδεολογική βάση. Τα σηµαντικότερα και διαρκέστερα µεταξύ αυτών είναι τα δίκτυα της εξουσίας, της διπλωµατίας ή του εµπορίου και αργότερα εκείνα που συγκροτεί η εξάπλωση των γαλλικών καθολικών µοναχικών ταγµάτων. Παράλληλα συστήνονται νέου τύπου δίκτυα επικοινωνίας και ανταλλαγής των λογίων που ειδικεύονται στη µελέτη της ελληνικής παιδείας καθώς και των αρχαιόφιλων συλλεκτών. Πέρα απ αυτά υπάρχουν και οι πολλές, µεµονωµένες και συχνά συγκυριακές, απόψεις των περιηγητών. Οι περιηγητές Θα ορίζαµε συνοπτικά ως περιηγητική γραµµατεία το σύνολο των γραπτών κειµένων τα οποία απορρέουν (ή διατείνονται πως απορρέουν) από µια άµεση εµπειρία µε τον χώρο. Τα κείµενα αυτά δεν υπόκεινται σε τυπολογικούς περιορισµούς. Συνήθως έχουν τη µορφή της ταξιδιωτικής αφήγησης αλλά µπορεί θαυµάσια να έχουν τη µορφή του αποµνηµονεύµατος, της πραγµατείας επί ειδικού θέµατος, της ανταπόκρισης. Το σχετικό µε την Ελλάδα υλικό απαρτίζεται από ένα πλούσιο σε ποικιλία και αριθµό σώµα κειµένων. Ας σηµειωθεί εδώ ότι µόνο ο Γεννάδιος συγκέντρωσε πάνω από 5.000 τίτλους περιγραφών, ταξιδιωτικών αφηγήσεων και άλλων συναφών κειµένων γεωγραφικού, αρχαιολογικού και δηµοσιολογικού χαρακτήρα. Το σώµα της περιηγητικής γραµµατείας αφορά και περιλαµβάνει κείµενα από τον ετερόκλιτο κόσµο που αναζήτησε µια εµπειρία της ελληνικής πραγµατικότητας: προσκυνητές για τους Αγίους Τόπους, έµποροι µε βαθιά αίσθηση των ισορροπιών, µεθοδικοί στρατιωτικοί, αρχαιόφιλοι και κυνηγοί αρχαιοτήτων, πολιτικοί αναλυτές, δηµοσιολόγοι, λογοτέχνες και καλλιτέχνες. Κοντά σ αυτούς ο πολυπρόσωπος και ανήσυχος κόσµος των επαγγελµατιών της περιπλάνησης: ναυτικοί, τυχοδιώκτες, µυστικοί απεσταλµένοι και φυγάδες, αργόσχολοι και τουρίστες. Γύρω από το πλούσιο και πολύπλευρο αυτό υλικό σηµειώθηκε µια αξιόλογη στροφή των Ελλήνων αλλά και άλλων Βαλκανίων µελετητών, στροφή η οποία προς στιγµή φάνηκε να παίρνει σηµαντικές διαστάσεις και να τείνει στη συγκρότηση µιας επιµέρους θεµατι- «Το µνηµείο του Λυσικράτη» χαλκογραφία του 19ου αιώνα Είσοδος σπηλαίου που οδηγεί στα ορυχεία της Μήλου µετα-

κής. Ιστορικοί όλων των κλάδων της γνώσης άνοιγαν το νέο αυτό κουτί της Πανδώρας και αντλούσαν αδιακρίτως στοιχεία, τα περισσότερα από τα οποία δύσκολα επιβεβαιώνονται βάσει άλλων πηγών. Η τεκµηριωτική ιστορική αξία της περιηγητικής γραµµατείας ενισχυόταν, αν δεν επιβαλλόταν, από την ευρέως διαδεδοµένη πεποίθηση ότι οι πάγιες πηγές της ιστοριογραφίας στην ελληνική περίπτωση ήταν πενιχρές, ανεπαρκείς ή και ανύπαρκτες. Οι περιηγητές, θεωρούµενοι ως αυτόπτες µάρτυρες τόσο από τους συγχρόνούς τους όσο και από τους µεταγενεστέρους, χρεώνονται σε µεγάλο βαθµό τη διαµόρφωση και, ιδίως, για την παγίωση ορισµένων κοινών τόπων και άλλων απόψεων οι οποίες παραµένουν βαθιά ριζωµένες στις συνειδήσεις. Αυτό ακριβώς αποτελεί µία από τις πλέον σύνθετες και παλαιότερες εµπλοκές του περιηγητισµού στη νεοελληνική ιστοριογραφία. Εντούτοις η συστηµατικότερη αυτή µελέτη των περιηγητικών κειµένων καταδεικνύει καθαρά τα όρια του είδους. Από τη µια µεριά φωτίζεται ο ιστορικός χώρος των περιηγητών. Ένας γλαφυρός, εµπειρικός και αφηγηµατικός κόσµος, που εξελίσσεται στους αργούς ρυθµούς των µετακινήσεων, άµεσος και ανθρώπινος, συντεθειµένος στα µέτρα του προσωπικού λόγου, της παρατήρησης, της αυτοψίας. Από την άλλη πλευρά η σύγχρονη αφήγηση της ιστορίας προσκρούει στην υποκειµενικότητα των περιηγητών, στην επαναλαµβανόµενη κοινοτοπία των παρατηρήσεών τους, ενώ η προσεκτικότερη µελέτη τους φέρνει στο φως επαναλήψεις, πλήθος δανείων και συνταγών, άγνοιες, εσφαλµένες εκτιµήσεις και προκαταλήψεις, που αλλοιώνουν συχνά την εικόνα του παρελθόντος. Επιπλέον, το πεδίο της ιστορίας έχει µεγάλες κλίµακες και µακρές διάρκειες, ενώ η περιηγητική παρατήρηση είναι εξαρτηµένη από τον συγκεκρι- µένο χρόνο και τον περιορισµένο χώρο στους οποίους αναφέρεται. Οι διαπιστώσεις αυτές δεν µειώνουν διόλου την αξία των περιηγητικών κειµένων. Αντιθέτως µια απαλλαγή της περιηγητικής γραµµατείας από τον ρόλο του τεκµηρίου θα άφηνε το πεδίο ανοιχτό για την ορθή και κριτική αξιολόγηση του είδους. Αυτός είναι ένας απαραίτητος όρος ώστε να πάψουµε να αναζητούµε στις προσεγγίσεις των περιηγητών αποκλειστικά την εικόνα του παρελθόντος. Οι περιηγητικές αφηγήσεις καθρεφτίζουν τελικά έναν φαντασιακό χώρο, έναν χώρο προβολών και συγκρητισµού, ο οποίος υπόκειται σε δικούς του, διαφορετικούς κώδικες. Στις εµπειρικές προσεγγίσεις των περιηγητών µπορεί να αναζητηθεί το παρελθόν της επιστηµονικής σκέψης και ιδιαίτερα οι απαρχές των περισσότερων επιστηµών της παρατήρησης, όπως της

γεωγραφίας, της φυσικής ιστορίας, της εθνολογίας, της ανθρωπολογίας, της κοινωνιολογίας καθώς και της µετάβασης λογίων ζητήσεων προς θετικότερες κατευθύνσεις, όπως η αρχαιολογία. Πράγµατι, στη δεξαµενή της εµπειρικής γνώσης, την οποία σταδιακά διαµόρφωσαν οι επιτόπου αυτοψίες σ αυτήν την προεπιστηµονική διάθεση, βρίσκουν τις ρίζες τους οι κριτικές συστηµατοποιήσεις που έθεσαν τις βάσεις των κοινωνικών επιστηµών. Οι περιηγητές, τέλος, και εδώ ίσως έγκειται η σηµαντικότερη συνδροµή του είδους είναι οι παλαιότεροι εκπρόσωποι και φορείς της επικοινωνίας και της ανταλλαγής. Ήταν φορείς και πρέσβεις του πολιτισµού και των αξιών σε ξένα µέρη και ταυτόχρονα φορείς πληροφόρησης των συγχρόνων τους για τις διαφορετικές εξελίξεις του πολιτισµού. Ανήκουν τόσο στον χώρο από τον οποίο προέρχονται όσο και στους χώρους τους οποίους επιχείρησαν να κατανοήσουν. Τα κείµενά τους συγκροτούν ένα πυκνό δίκτυο αµοιβαίων εξαρτήσεων και ανταποκρίσεων, µέσα στο οποίο κρίνονται και αντιπαραβάλλονται τα όσα κοµίζουν οι περιηγητές, τα όσα αναζητούν και τα όσα συναντούν. Το µοναδικό αυτό πλέγµα πολιτισµικών διηθήσεων λειτουργεί τελικά πέραν των τοπικών ή και των εθνικών συνθηκών και αποτελεί το παρελθόν µιας οικουµενικότητας, οι διαστάσεις της οποίας ίσως χρειαστεί σύντοµα να προσδιοριστούν. Η Ελλάδα των ουµανιστών Εξερευνήσεις στον χώρο και στον χρόνο Οι έρευνες των µελετητών συγκλίνουν στη διαπίστωση της ασθενούς παρουσίας της Ελλάδας κατά την περίοδο της πρώιµης νεωτερικότητας. Στο συµπέρασµα αυτό οδηγούνται από τον µικρό αριθµό των άµεσων αναφορών στη χώρα και στην ιστορία της, από την εξαιρετικά περιορισµένη προσέλευση σε αυτήν επισκεπτών και από τις κοινότοπες διαπιστώσεις για την ολοσχερή παρακµή της. Το σχήµα αυτό αντικατοπτρίζει ορισµένες από τις κυρίαρχες όψεις της ιστορικής πραγµατικότητας. Σίγουρα η Ελλάδα δεν σήµαινε για την αναγεννησιακή διανόηση αυτά που θα σηµάνει αργότερα, από τον φθίνοντα 17ο αιώνα και εξής. Ωστόσο, θα ήταν αναλυτικό σφάλµα να εκλάβει κανείς ως απουσία από τον πολιτιστικό χάρτη της αναγεννησιακής Ευρώπης το στίγµα της Ελλάδας. Δεν έχει έως τώρα διενεργηθεί καµία συστηµατική έρευνα για την αναγεννη- Χάρτης και περιγραφή της Λέσβου από το έργο του Χρι-

σιακή πρόσληψη της Ελλάδας, τους ρόλους και τις λειτουργίες της. Ωστόσο, η ελληνική θεµατολογία, κυρίως η αρχαία αλλά και η νεότερη, δεν απουσιάζει από την πνευµατική και καλλιτεχνική παραγωγή της εποχής. Το έτος 1420 ορίζει, συµβατικά, την εκκίνηση των νεότερων χρόνων. Η χρονολογία αυτή έχει επιλεγεί εκ των υστέρων, καθώς η κατάληψη της Θέουτα από τους Πορτογάλους στη βόρεια αφρικανική ακτή σηµατοδότησε την έναρξη της αποικιακής εξάπλωσης της ευρωπαϊκής Δύσης. Ωστόσο, η χρονολογία αυτή είναι και εκείνη µιας λόγιας ιστορικής και γεωγραφικής εξερεύνησης του ελληνικού νησιωτικού χώρου: ο λόγος εδώ για το πρώτο ουµανιστικό βιβλίο για την Ελλάδα, το Liber Insularum Archipelagi του Φλωρεντινού µοναχού ουµανιστή Χριστόφορου Μπουοντελµόντι (Christoforo Buondelmonti). Αυτός εγκαταστάθηκε στη Ρόδο των Ιωαννιτών στις αρχές του 15ου αιώνα και πέρασε όλη τη ζωή του εκεί, επιχειρώντας πολλά ταξίδια στα ελληνικά νησιά, προκειµένου να µελετήσει την ιστορία κα να συλλέξει ελληνικά χειρόγραφα. Το βιβλίο είναι µια ιστορική και γεωγραφική περιγραφή των νησιών του Αιγαίου αλλά και ορισµένων σηµαντικών παράκτιων κέντρων, όπως η Κωνσταντινούπολη, ο Άθως και η Αθήνα. Το έργο αυτό εντάσσεται σε ό,τι θα αποκαλούσαµε πρώιµη ουµανιστική γεωγραφική περιγραφή. Ο χαρακτήρας του έργου είναι λόγιος και αρχαιογνωστικός, καθώς παραθέτει κυρίως ιστορικά και µυθολογικά στοιχεία γύρω από το κάθε νησί. Ωστόσο, το κείµενο του Μπουοντελµόντι δεν περιορίζεται στις αυστηρές περιγραφές Μύκονος υδατογραφία από το χειρόγραφο του Χριστό- Ο χώρος στον οποίο κινείται ο Μπουοντελµόντι είναι εκείνος της λατινικής διείσδυσης στην ελληνική Ανατολή, κατά την κρίσιµη φάση της µετάλλαξής της. Από τη βενετσιάνικη Κέρκυρα και την παλατινή κοµητεία των Τόκκων στα κεντρικά Επτάνησα έως τη βενετική Κρήτη, τη Ρόδο των Ιωαννιτών Ιπποτών, τις Κυκλάδες των Σανούδων, τη Χίο των Γενουατών ή την Αθήνα των Φλωρεντινών Ατσαϊόλι. Ο χώρος στον οποίο αντέχει ακόµη η φραγκοκρατία και ο οποίος, µε την οθωµανική εξάπλωση, µεταβάλλεται σταδιακά στις σκάλες του ελληνικού «Λεβάντε», θύλακες ενός δικτύου αποικιών και προνοµιούχων παροικιών, πολυεθνικό σταυροδρόµι εµπόρων και προσκυνητών, παράθυρο της Δύσης στην Ανατολή όπου θα ανθήσει το εµπόριο και κοντά σε αυτό οι ελληνικές και οι ανατολικές σπουδές. Κωνσταντινούπολη υδατογραφία από το χειρόγραφο του

της ιστορίας και της γεωγραφίας των νησιών. Εµπεριέχει ενδιαφέρουσες εκτιµήσεις των νησιωτικών κοινωνιών, στοιχεία για τον οικισµένο χώρο και τον πληθυσµό, τις ασχολίες των κατοίκων αλλά και σκέψεις για την οθωµανική επέκταση, κρίσεις για την παρακµή των Ελλήνων και την ισχύ των Οθωµανών, ενδιαφέροντα στιγµιότυπα και περιστατικά, όπως εκείνο της κατάληψης της νησίδας Καλόγερος από τους Τούρκους. Από τις περιγραφές δεν απουσιάζουν και τα πιο προσωπικά στοιχεία. Περιγραφές των κινδύνων της ναυσιπλοΐας ή περιπέτειες που έζησε ο συγγραφέας στις ελληνικές θάλασσες παρεµβάλλονται συχνά στην αφήγηση, µε αποτέλεσµα το έργο να θυµίζει ορισµένες φορές περιηγητικό αφήγηµα. Οι προθέσεις του συγγραφέα δηλώνονται σαφώς στο κείµενο. Πρόκειται, σύµφωνα µε τα λεγόµενα του ιδίου, για «ένα εικονογραφηµένο βιβλίο των Κυκλάδων και των διαφόρων άλλων νησιών που τις περιστοιχίζουν, µαζί µε την περιγραφή των γεγονότων που διαδραµατίσθηκαν σε αυτά κατά την αρχαιότητα και έως τις µέρες µας». Στο ίδιο κείµενο δηλώνεται και η ψυχαγωγική χρήση για την οποία προόριζε ο συγγραφέας την εργασία του. «...Σου το αποστέλλω», γράφει στον πρόλογό του ο Μπουοντελµόντι προς τον καρδινάλιο Ορσίνι, στον οποίο αφιερώνεται το Liber Insularum, «για να µπορείς, όταν είσαι κουρασµένος, να τέρπεις τον λογισµό σου». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η περιγραφή της Κωνσταντινούπολης αλλά και των ερειπίων της Δήλου, όπου ο Φλωρεντίνος µοναχός προσπάθησε, µε τη βοήθεια των συντρόφων του ταξιδιού, να ξαναστήσει στο βάθρο του το κολοσσιαίο άγαλµα του Απόλλωνα. Το Liber Insularum παραµένει ένα κατεξοχήν ουµανιστικό έργο, όπου η γεωγραφία και οι σύγχρονες περιγραφές συναντώνται µε τις συχνές αρχαιογνωστικές παραδροµές. Αυτές θα είναι εντονότερες σε ένα δεύτερο έργο του, την περιγραφή της Νήσου Κρήτης. Οι περιγραφές του στηρίζονται σε µεγάλο βαθµό στην επιτόπια αυτοψία καθώς και στις πληροφορίες που µπορούσαν να του προσφέρουν οι ναυτικοί και οι κάτοικοι της περιοχής, Έλληνες και Δυτικοί. Τόσο η επιλογή των νησιών όσο και η σειρά παρουσίασής τους δεν υπόκεινται σε αυστηρά γεωγραφικά κριτήρια ούτε παρουσιάζουν ένα πιθανό δροµολόγιο στις ελληνικές θάλασσες. Κατά πάσα πιθανότητα το υλικό διευθετήθηκε σταδιακά, ακολουθώντας τις περιπλανήσεις του συγγραφέα. Οι σκάλες του Λεβάντε και η κοντινή παράκτια και νησιωτική τους ζώνη είναι αυτές που θα επισκέπτονται οι περισσότεροι ξένοι επισκέ- Οι Μούσες σχέδιο του Κυριακού του εξ Αγκώνος από το

πτες του ελληνικού χώρου κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης. Εξαίρεση αποτελεί ο Κυριακός ο εξ Αγκώνος, ο οποίος ταξίδεψε και σε περιοχές της ελληνικής ενδοχώρας, αναζητώντας λείψανα της αρχαιότητας. Οικείος των Φλωρεντινών λογίων ο Νικολό Νικολί, και ιδίως του Φραγκίσκου Φίλελφου, που είχε και αυτός επιχειρήσει το ταξίδι στην Ελλάδα το 1441 προκειµένου να επισκεφθεί τον υπέργηρο Πλήθωνα, ο Κυριακός δεν ήταν επαγγελµατίας λόγιος, αλλά έµπορος, καλός γνώστης των ελληνικών περιοχών, ο οποίος έτρεφε πραγµατικό πάθος και βαθιά αγάπη για τις ελληνικές αρχαιότητες. Ο Κυριακός ταξίδεψε πολλές φορές στην Ελλάδα, µεταξύ 1425 και 1432, οπότε επισκέφθηκε τα νησιά του Αιγαίου και την Κωνσταντινούπολη, και έπειτα τη διετία 1435-1436, την Ιλλυρία, την Ήπειρο και τη Στερεά Ελλάδα. Κατόπιν επισκέφθηκε ξανά το 1437 την Αθήνα και την Πελοπόννησο και τη διετία 1447-48 πάλι την Πελοπόννησο. Από τα ταξίδια του συνέλεγε αρχαιότητες, κυρίως όµως κρατούσε αναλυτικές σηµειώσεις και ηµερολόγια καθώς και αναλυτικές αποτυπώσεις των µνηµείων ή αντιγραφές επιγραφών. Δυστυχώς αυτό το πλούσιο υλικό χάθηκε. Η ιστορία της εξερεύνησης της ελληνικής αρχαιότητας ξεκινά µε µια καταστροφή, καθώς το έργο του Κυριακού χάθηκε στην πυρκαγιά της βιβλιοθή- Ο Αριστοτέλης σχέδιο του Κυριακού του εξ Αγκώνος. «Ὦ λαµπρά πόλις, λακωνική Σπάρτη, κλέος Ἑλλάδος τῆς τε οἰκουµένης πάσης παράδειγµα, ὅπλων καί σωφροσύνης γυµνάσιον καί τέµενος καί τῆς ἄλλης πάσης θείας ἀρετής ἔνοπτρον καί πηγή: ἐάν τήν πολιτείαν σου καί ἔθη νόµον τε ἀνθρώποισιν σύν ταῖς ἄλλαις σου ἠθικαῖς ἀρεταῖς διασκοπῶ καί ἔπειτα ὁρῶ, πρὀς Εὐρώταν ἐξαίφνης ἀνακράζω, πρός χῶρον τῆς κυδίστης σου Ἀρτέµιδος. Πού ἔστιν ὁ σός ἀγαθός Λυκοῦργος, πού Διόσκουροι οἱ δίδυµοι θεοί Κάστωρ καί Πολυδεύκης, Ἀναξανδρίδας, Ὀρθρυάδας καί Γύλιπος. Ὦ Εὐρύσθενες καί Λεωνίδα, πού διαιτάσθε, Ἀτρείδα καί Παυσανία, ὦ λαµπρότατε ἡγεµών, ὦ Λύσανδρε, ὦ Ἀρίστων, Ἀγησίλαε τε καί Ξάνθιππε. Οὐ Ρώµη, οὐ Φίλιππος, ἔφη, ἀλλ ὁ χρόνος καί τῶν ἡµετέρων γενεών ἡ ἀνανδρία καί ῥαθυµία µεταβληθῆναι παρεσκεύασεν εἰς Μυσιθράν ὑπό Κωνσταντίνου». Επίγραµµα του Κυριακού του εξ Αγκώνος για τη Σπάρτη, µεταφρασµένο από τα λατινικά από τον Πλήθωνα.

κης των Σφόρτσα το 1512. Στο δεύτερο ταξίδι του στην Πελοπόννησο ο Κυριακός επισκέφθηκε στον Μιστρά τον Έλληνα ουµανιστή φιλόσοφο Γεώργιο Πλήθωνα, τον οποίο είχε γνωρίσει στη σύνοδο της Φλωρεντίας (1439). Ο ιδιότυπος αυτός στοχαστής έχαιρε µεγάλης εκτίµησης στην Ιταλία, όπου είχε πρωτοστατήσει στην ίδρυση της νεοπλατωνικής ακαδηµίας της Φλωρεντίας. Οι απόψεις του για τη νεότερη Ελλάδα και τις σχέσεις της µε την αρχαιότητα τον διαχωρίζουν αναµφισβήτητα από τους συγχρόνους του διανοητές. Ο Πλήθων έχει δίκαια χαρακτηριστεί ως ο πρώτος Νεοέλληνας. Για αυτόν οι Έλληνες όφειλαν να δραστηριοποιήσουν εκ νέου την κληρονοµιά των προγόνων τους και να αναγνωρίσουν σε αυτήν την εθνική τους ταυτότητα, αποδεσµευµένοι από τη χριστιανική παράδοση, την οποία θεωρούσε µια σκοτεινή παρένθεση χιλίων χρόνων. «Εµείς είµαστε Έλληνες στην καταγωγή, όπως το δείχνουν και η γλώσσα, και η πατροπαράδοτη παιδεία», δήλωνε ο Πλήθων. Αξίζει, πιστεύω, να επαναλάβουµε εδώ τη σύγκριση ανάµεσα στη θέση του Πλήθωνα και στη διαµετρικά αντίθετή της, που διατυπώθηκε εκείνη την εποχή. Ο λόγος για τη δήλωση του Γεώργιου Σχολάριου, του πρώτου οικουµενικού πατριάρχη µετά την Άλωση: «αν και είµαι Έλληνας στη γλώσσα, δεν θα έλεγα ποτέ ότι είµαι Έλληνας, γιατί δεν σκέπτοµαι όπως κάποτε σκέπτονταν οι Έλληνες. Αντίθετα, θέλω να µε αποκαλούν σύµφωνα µε την πίστη µου. Κι αν µε ρωτούσε κανείς τι είµαι, θα του έλεγα πως είµαι χριστιανός». Ο Κυριακός θαύµαζε τις ιδέες του Πλήθωνα για την αναβίωση της αρχαίας Ελλάδας, τον εξελληνισµό και αποχριστιανισµό της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Συνέθεσε µάλιστα στα λατινικά και ένα επίγραµµα για την αρχαία Σπάρτη, το οποίο µετέφρασε στα Η Μεθώνη επιχρωµατισµένο χαρακτικό που βασίστηκε «Ἐντός δε τῆς πόλεως ἔστι τό διδασκαλεῖον τοῦ Σωκράτους, ἐν ὦ εἰσί κύκλω οἱ ἄνδρες καί οἱ ἄνεµοι ἱστορισµένοι. Κατά δύσιν δε τούτου ἵστανται τά παλάτια τοῦ Θεµιστοκλέους. Καί πλησίον τούτων εἰσίν οἱ λαµπροί οἴκοι τοῦ πολεµάρχου ἵστανται δε τά ἀγάλµατα τοῦ Διός ἔγγιστα τούτων... Πρός δε τόν νότον τούτων ἔστιν οἶκος βασιλικός πλήν ὡραῖος. Εἰς ὅν κατερχόµενος ὁ δούξ κατά καιρόν εἰς εὐωχίαν ἐκινεῖτο. Ἐκεί ἔστι καί ἡ ἐννεάκρουνος πηγή, ἡ καλλιρρόη. Εἰς ἦν λουόµενος ἀνήρχετο εἰς τέµενος τό τῆς Ἥρας λεγόµενον...».

ελληνικά ο Πλήθων. Σ αυτό χαρακτηριστική είναι τόσο η νοσταλγία της αρχαίας δόξας όσο και η καυστική τελική αποστροφή για τον εκφυλισµό του ελληνικού πνεύµατος στα βυζαντινά χρόνια. Η αρχαία Σπάρτη αποτελούσε το πρότυπο ανδρείας και σεµνότητας για τον αναγεννησιακό κοντοτιέρο, τον στοχαστικό πολεµιστή. Την ύµνησαν δοκιµιογράφοι και ποιητές, ανάµεσα στους οποίους ξεχωρίζει ο Μιχαήλ Μάρουλος µε τους λατινικούς στίχους του. Η Αθήνα ήταν ένας άλλος πόλος αναφοράς, αν και αυτό δεν πρέπει να συγχέεται µε την εξιδανίκευση της πόλης που επέβαλλαν οι δηµοκρατικές φιλελεύθερες ιδέες του 19ου αιώνα. Την Αυλή των Ατσαϊόλι στην Αθήνα θα επισκεφθούν και οι δύο σκαπανείς του ουµανιστικού ταξιδιού στην Ελλάδα, ο Μπουοντελµόντι και ο Κυριακός. Ο πρώτος σχεδιάζει έναν µικρό χάρτη του δουκάτου, στον οποίο το κύριο βάρος πέφτει στη Θήβα, το οικονοµικό κέντρο της περιοχής. Ο δεύτερος επισκέπτεται την πόλη δύο φορές, το 1436 και το 1444 θα περιγράψει την πόλη και θα αποτυπώσει τα µνηµεία της. Από τα ελάχιστα σωζόµενα κατάλοιπα ή αντίγραφα έργων του Κυριακού, βλέπουµε τον αµέριστο θαυµασµό για την πόλη και τα µνηµεία της: «Το πλέον εξαίρετο µνηµείο ορθώνεται στην Ακρόπολη. Είναι ο µεγαλοπρεπής και αξιοθαύµαστος µαρ- µάρινος ναός της Αθηνάς Παλλάδας, το θείο έργο του Φειδία µε τους 58 εξαίρετους κίονες. Παντού είναι στολισµένος µε τα ευγενέστερα ανάγλυφα που σκαλίστηκαν ποτέ από χέρι γλύπτη». Τελευταίες εικόνες του µεσαιωνικού κόσµου της ελληνικής Ανατολής και ταυτόχρονα πρώτες εικόνες του αναγεννησιακού κόσµου, που επιχειρεί να συνδεθεί µε την αρχαιότητα, οι περιγραφές του Μπουοντελµόντι και του Κυριακού θα αποτελέσουν τη βάση της ουµανιστικής προσέγγισης του ελληνικού χώρου. Το έργο του Μπουοντελµόντι θα εµπνεύσει µια σειρά νησολογίων που θα περιγράψουν την ιστορία και τα αξιοθαύµαστα των ελληνικών νησιών έως τον αρχόµενο 18ο αιώνα, ενώ το έργο του Κυριακού θα σταθεί η αφετηρία της ελληνικής αρχαιολογίας. Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 15ου αιώνα, η Αθήνα των Ατσαϊόλι διέθετε ορισµένα χαρακτηριστικά από την κουλτούρα των αναγεννησιακών πόλεων. Αυτό µπορεί να το συµπεράνει κανείς και από τους οδηγούς των αξιοθαύµαστων µνηµείων της πόλης που κυκλοφορούσαν τότε, συνταγµένοι και στα ελληνικά. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο των σύντοµων αυτών ανώνυµων κειµένων είναι η ταύτιση του αρχαίου παρελθόντος µε το Η δυτική όψη του Παρθενώνα σχέδιο του Κυριακού του εξ Η Αθήνα ως φλαµανδική πόλη εµπενευσµένη από το «Χρονικό

σύγχρονο παρόν: Η ουµανιστική αυτή εικόνα της Αθήνας µας εισάγει στη φαντασιακή προβολή των αναγεννησιακών κοινωνιών που επιχειρούν να συνδεθούν µε την αρχαιότητα. Καθώς ο αναγεννησιακός κόσµος ανοίγεται στις εµπορικές συναλλαγές, ένας νέος αστικός πολιτισµός επιβάλλεται, πολιτισµός που καλείται να διαδραµατίσει νέους καθοριστικούς ρόλους. Στο πλαίσιο αυτό δηµιουργείται µια ψευδαίσθηση συγγένειας µε τις πόλεις του αρχαίου κόσµου, ιδίως τη Σπάρτη, την Αθήνα, τη Ρώµη και την Αλεξάνδρεια, γεγονός που επισηµαίνεται µε ξεχωριστή έµφαση από τους ιστορικούς της εποχής. Εντούτοις η αναγεννησιακή πόλη είναι ένα µόρφωµα της νεωτερικότητας και έχει ως πυρήνα της την ηγεµονική Αυλή, κάτι που δεν έχει αρχαίο αντίστοιχο. Και αν οι πρίγκιπες-κοντοτιέροι είχαν ιδανικό τους την ανδρεία Σπάρτη, οι αναγεννησιακές δηµοκρατίες στη Φλωρεντία, στη Βενετία και στις Κάτω Χώρες έλκονταν περισσότερο από την ελεύθερη και εµπορική Αθήνα. Μία µάλιστα από αυτές τις πρώιµες αστικές δηµοκρατίες, το Λέυντεν, θα διεκδικήσει τον τίτλο των «Νέων Αθηνών». Οι ελληνικές πόλεις, η ιστορία τους και οι διάσηµοι κάτοικοί τους είναι παρόντα στη χειρόγραφη και στην έντυπη παραγωγή του 15ου και του 16ου αιώνα. Τα βιβλία των χρονικών και οι κοσµογραφίες θα αρθρώσουν ουσιαστικά τις αφηγήσεις τους γύρω από την ιστορία των πόλεων, ενώ παράλληλα ένα νέο εγκυκλοπαιδικό είδος θα ανθίσει, οι άτλαντες των πόλεων, που θα προβάλει τα βασικά παραδείγµατα του αστικού πολιτισµού και θα αναδείξει τον αναγεννησιακό αστερισµό των πολλαπλών κέντρων. Η Ελλάδα είναι πάντα παρούσα στο δίκτυο των πολιτιστικών αστικών εστιών κατά τον πρώτο αιώνα της Αναγέννησης. Αυτό είναι απολύτως φυσικό, καθώς πολλά από τα κέντρα της, όπως η Αθήνα, η Πάτρα, η Μεθώνη, η Ρόδος ή ο Χάνδακας, αποτελούσαν παραρτήµατα του δυτικού κόσµου στην ελληνική Ανατολή. Μέσα στο πυκνό πλέγµα «Αλίµονο, τόσες ισχυρές πόλεις από τη φήµη και τον πλούτο τους είναι σήµερα χαλάσµατα. Εκεί όπου ορθώνονταν η Θήβα, η Αθήνα, οι Μυκήνες, η Λάρισα, η Σπάρτη και η πόλη της Κορίνθου, αν ψάξεις σήµερα για τα τείχη τους, δεν θα βρεις ούτε ερείπια... και τώρα που οι Τούρκοι νίκησαν και κατέχουν όσα εξουσίαζαν πρωτύτερα οι Έλληνες, φοβάµαι ότι για τα ελληνικά γράµµατα σήµανε πλέον το τέλος...». Φανταστική απεικόνιση της Αθήνας σε ξυλογραφία του 1575

περιγραφών και απεικονίσεων που προτείνει η Αναγέννηση, οι ελληνικές πόλεις παρουσιάζονται φανταστικά, όπως στην περίπτωση των αναπαραστάσεων που κοσµούν το Χρονικό της Νυρεµβέργης ή το Χρονικό του Ζαν ντε Κουρσύ του 15ου αιώνα. Οι εικόνες αυτές διαθέτουν ωστόσο ξεχωριστό κύρος: είναι µνηµειώδεις και επιβλητικές παρά τη γερµανική ή τη φλαµανδική αρχιτεκτονική τους φυσιογνωµία Η έρηµη χώρα Οι προσπάθειες για την ένωση των Εκκλησιών και οι εργασίες της συνόδου της Φλωρεντίας-Φεράρας (1438-1439) έφεραν σε επαφή τη βυζαντινή και τη δυτική λογιοσύνη. Ανάµεσα στις διάφορες αντιπροσωπείες παρακολούθησαν τις εργασίες της συνόδου και σηµαίνοντες λόγιοι, όπως ο Κουζάνος, ο Πλήθων, ο Κυριακός ο εξ Αγκώνος, ο Βησσαρίων. Οι ουµανιστές της Δύσης γνώρισαν την ελληνική λογιοσύνη και το έργο της και πολλοί ήταν οι Έλληνες λόγιοι που θα αναζητήσουν καταφύγιο στη Δύση µετά την Άλωση. Ωστόσο η ένωση των Εκκλησιών δεν απέδωσε τα επιθυµητά και η κατάκτηση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Οθωµανούς έκλεισε βίαια την πόρτα που είχε ανοίξει ο ουµανισµός ανάµεσα στη λατινική Δύση και στην ελληνική Ανατολή. Οι επισκέψεις των Δυτικών στην Ελλάδα θα ακολουθήσουν τα βήµατα του Μπουοντελµόντι στην παράκτια και ειδικότερα στη νησιωτική ζώνη. Ελάχιστοι είναι αυτοί που κατά τον 16ο αιώνα θα επιχειρήσουν να επισκεφθούν την ελληνική ενδοχώρα, καθώς τα διεθνή εµπορικά δίκτυα παραµένουν κατεξοχήν ναυτικά και εξυπηρετούν τις σκάλες του Λεβάντε ενώ, παράλληλα, επικρατεί η άποψη ότι τα αρχαία κέντρα έχουν ολοκληρωτικά καταστραφεί. Η πεποίθηση ότι οι Οθωµανοί κατέστρεψαν ολοκληρωτικά την Ελλάδα ήταν ευρέως διαδεδοµένη. Στα τέλη του αιώνα, ο πάπας-κοσµογράφος, ο Αινείας Σύλβιος Πικολόµινι (Πίος Β ), θα θρηνήσει πρώτος την ολοκληρωτική καταστροφή της Ελλάδας και το οριστικό και τελεσίδικο τέλος του ελληνικού πολιτισµού: Η Αθήνα γύρω στο 1670 σχέδιο που αποδίδεται στους Η ίδια εικόνα θα επαναληφθεί και στην αναγεννησιακή κοσµογραφία, την πλέον σύνθετη έκφραση της αναδυόµενης νεωτερικότητας που ορίζει και περιγράφει το ιστορικό και γεωγραφικό σύµπαν του 15ου και του 16ου αιώνα. Στις µεγάλες αυτές εγκυκλοπαιδικές συνθέσεις µε τις ουµανιστικές-χριστιανικές βάσεις και την ηθικοπλαστική ρητορική

η Ελλάδα θα έχει τη θέση της. Συνεχίζοντας το έργο του Ηρόδοτου και του Στράβωνα, του Πλίνιου αλλά και του Ισίδωρου της Σεβίλλης, οι αναγεννησιακοί ιστοριο-κοσµογράφοι (ο όρος οφείλεται στον Ζαν Μποντέν, 1560), όπως ο Σεµπάστιαν Μύνστερ, ο Αντρέ Τεβέ ή ο Φρανσουά Μπελφορέ, αφιερώνουν σελίδες και εικόνες στην αρχαία αίγλη και στην τωρινή ερήµωση της Ελλάδας, δίνοντας έµφαση στη φανταστική αναπαράσταση ερειπίων. Αξίζει να σηµειωθεί ότι η διαµόρφωση της ιστορικής συνείδησης βρίσκεται ακόµη σε πρωτογενές στάδιο και τα ερείπια συµβολίζουν πάντοτε τη θεία δίκη και τη µοιραία κατάληξη της ανθρώπινης µαταιότητας. Οι αναγεννησιακοί κοσµογράφοι προσλαµβάνουν την οθωµανική κυριαρχία στην Ελλάδα ως φυσική εξέλιξη µιας µακραίωνης παρακµής και ως θεία τιµωρία των σχισµατικών Ελλήνων, των απογόνων εκείνων που κατέστρεψαν την Τροία. Ακόµη και ο Κριτόβουλος, ο Έλληνας χρονικογράφος της οθωµανικής κατάκτησης στην υπηρεσία του σουλτάνου, παρουσιάζει τους Οθωµανούς ως κληρονόµους και εκδικητές των Τρώων. Η Ελλάδα των κοσµογράφων του 16ου αιώνα είναι συνάθροιση πολλαπλών ιστορικών στρωµάτων. Είναι πρώτιστα η χώρα των περιοδειών του Αποστόλου Παύλου, του Αγνώστου Θεού και του Διονυσίου, του πρώτου χριστιανού επισκόπου των Αθηνών. Είναι ακόµη η χώρα του Θουκυδίδη, του Σωκράτη και του Πλάτωνα, αλλά και η επαρχία της Ρώµης, όπως την περιγράφει ο Παυσανίας, ήδη ένα αρχαιολογικό αξιοθέατο. Τέλος, είναι η χώρα όπου η αλαζονεία των ανθρώπων τιµωρείται από τον Θεό. Συναφής είναι και η αντιµετώπιση των Ελλήνων λογίων τόσο εκείνων που διαβιούν στην οθωµανική Ελλάδα όσο και των πατριωτών της Διασποράς. Οι Θρήνοι για την άλωση και την αιχµαλωσία της Ελλάδας που συντάσσονται έως τα µέσα του 16ου αιώνα ταυτίζουν τη σύγχρονη µε την αρχαία χώρα, τους Οθωµανούς κατακτητές µε τους Πέρσες και αναφέρονται έµµεσα στη θεία τιµωρία. Αργότερα, σε κείµενα που προέρχονται από τον χώρο της Εκκλησίας, θα βρούµε την Ελλάδα και τους κατοίκους της συνδεδεµένους µε την αρνητική εικόνα του αρχαίου παγανιστικού πνεύµατος που απαξίωνε και καταδίκαζε η χριστιανική θεολογία. Χαρακτηριστική παραµένει η έκφραση της οργής της οσίας Φιλοθέης, όπως αποτυπώνεται σ ένα από τα ελάχιστα κείµενά της που σώζεται. Η αφορµή είναι δευτερεύουσας σηµασίας (µια κτηµατική διαφορά ανάµεσα στην Εκκλησία και στους κατοίκους της πόλης). Αυτό που µας ενδιαφέρει εδώ είναι το γεγονός ότι η µοναχή Φιλοθέη, αφού προσάψει όλα τα ελαττώµατα «Η Σχολή των Αθηνών» µνη- µειακή τοιχογραφία του Ραφαήλ

στους συγχρόνους της Αθηναίους («ἀγοραίον γένος, ἀχρείον καί ἄτιµον...βαρβαρόφωνον, φιλαίτιον, φιλοτάραχον...»), θα τους παραλληλίσει µε τους αρχαίους κατοίκους των Αθηνών, που κυνήγησαν τους αρίστους ανάµεσά τους, τον Σωκράτη, τον Μιλτιάδη, τον Θεµιστοκλή. Η ιερή χώρα Η αναγεννησιακή διανόηση αναζήτησε στην Ελλάδα όχι µόνο την κλασική αρχαιότητα αλλά και την ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία διατηρούσε παλαιότατες παραδόσεις και, επιπλέον, µετά την οθωµανική κατάκτηση, κατείχε τους Αγίους Τόπους. Η πρώτη στροφή πραγµατοποιείται στο πλαίσιο του παπικού ουµανιστικού χριστιανισµού, που χαρακτηρίζει ορισµένες από τις συµπεριφορές του Βατικανού µετά τη σύνοδο της Φλωρεντίας-Φεράρας και εντάθηκε κατά το ποντιφικάτο των ουµανιστών παπών, Πίου Β, Λέοντος Ι και Παύλου Γ. Πρόκειται για ένα ιδιότυπο οικουµενικό χριστιανικό πνεύµα που έτεινε στη σύνδεση της ορθοδοξίας µε τον καθολικισµό αλλά και του χριστιανισµού µε τον παγανισµό. Ανάµεσα στις πολλές εκφράσεις του (ελληνικά σχολεία, τυπογραφεία, ελληνικές και πολύγλωσσες εκδόσεις της Βίβλου και κειµένων της ορθόδοξης γραµµατείας) ξεχωρίζει η περίφηµη τοιχογραφία που έµεινε γνωστή ως Η Σχολή των Αθηνών, την οποία ζωγράφισε το 1520 ο Ραφαήλ για το επίσηµο γραφείο του πάπα και αναπαριστά συµβολικά την αρµονική σύζευξη της φιλοσοφίας του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη µε τη χριστιανική θεολογία. Εντούτοις η στροφή προς την ορθοδοξία πραγµατοποιήθηκε ιδίως µέσα στο πλαίσιο της Μεταρρύθµισης. Η απόσχιση των Διαµαρτυροµένων από την Καθολική Εκκλησία έστρεψε κατά τον 16ο αιώνα την προσοχή προς την ορθοδοξία, την επιβίωση της πρώτης Εκκλησίας που ίδρυσε ο Απόστολος Παύλος και η οποία διατηρούσε αµόλυντες τις πρώτες χριστιανικές παραδόσεις. Η προσευχή στον Άγνωστο Θεό, οι Επιστολές προς τις ελληνικές χριστιανικές κοινότητες και η µακρά παραµονή του στην Ελλάδα προσέδιδαν στη χριστιανική Ελλάδα µια ιδιαίτερη ιερότητα. Τέλος, στις ελληνικές περιοχές είχαν πραγµατοποιηθεί οι µεγάλες σύνοδοι, που έθεσαν τις δογµατικές βάσεις της χριστιανικής πίστης. Η αµφισβήτηση των πρωτείων του πάπα αλλά και όλου του συστήµατος διακυβέρνησης των πραγµάτων της Καθολικής Εκκλησίας έστρεψε τους διαµαρτυρόµενους διανοούµενους προς τα διοικητικά πρότυπα της Ορθόδοξης Εκκλη-

σίας, η οποία διατηρούσε άθικτες τις αποστολικές παραδόσεις. Στις θεολογικές συζητήσεις γύρω από τις πατρογονικές ιερές αξίες της ορθοδοξίας ενεπλάκησαν αρκετοί από τους πλέον σηµαίνοντες διανοούµενους της εποχής. Επιπλέον, το κλίµα αµοιβαίας κατανόησης αποτέλεσε τη βάση προκειµένου να αναπτυχθούν, στα τέλη του 16ου αιώνα, οι νεοελληνικές σπουδές στις χώρες όσες συντάχθηκαν µε τη Μεταρρύθµιση, ιδίως στη Γερµανία. Ανάµεσα στην πλειάδα των Γερµανών ελληνιστών που ενδιαφέρθηκαν για την κατάσταση του νεότερου ελληνικού πολιτισµού ξεχωρίζει ο ελληνιστής και θεολόγος Μαρτίνος Κρούσιος. Ο Κρούσιος θα αναµειχθεί ενεργά στην προσέγγιση των ορθοδόξων και των Διαµαρτυροµένων. Επιπλέον, θα αναζητήσει πληροφορίες για την παρούσα κατάσταση των Ελλήνων από πολλούς Έλληνες διανοούµενους, όπως τον Μάξιµο Μαργούνιο, τους Ιωάννη και Θεοδόσιο Ζυγοµαλά, τον Γαβριήλ Σεβήρο, τον Συµεών Καβάσιλα. Την αλληλογραφία του µε τους Έλληνες πληροφοριοδότες του θα δηµοσιεύσει στους τρεις από τους οκτώ τόµους της µνηµειώδους Turcograecia (1584), πολύτιµου έργου για την κατάσταση των Ελλήνων του τέλους του 16ου αιώνα. Αξίζει, πιστεύω, να παραθέσουµε την αντίδραση του Κρούσιου στις επιστολές του Θεοδόσιου Ζυγοµαλά, που τον πληροφορούσαν ότι η πόλη των Αθηνών δεν είχε καταστραφεί, ότι τα µνηµεία της ήταν ακόµη ορθά και ότι κατοικείτο από Έλληνες. Ιερέας και επίσκοπος χαλκογραφία του 18ου αιώνα που περι- «τότε ἐγώ µέν φυγάς ὠχόµην ἐξ Ἀθηνών. Καί περιάγων τῆ ὁδῶ εὗρον ἐµπείρους ἐµπόρους, οἵτινες ἔγνωσαν καλῶς καί τήν Ἀγγλίαν καί ἑτέρους τόπους πολλούς. Καί ἠκρίβωσα παρ αὐτῶν πού ἄρα εὕρω σοφούς ἄνδρας µεθ ὧν φυλάξω τήν θρησκείαν µου καί τῆς σπουδῆς µη γένωµαι ἄπειρος. Οἱ δε εἶπον µοι: ἐν τῇ Ἀγγλία ἀµφότερα ἕξεις, ὅτι οἱ Ἄγγλοι ἀγαπῶσι τους Ἕλληνας καί τά γράµµατα τῶν Ἑλλήνων σφόδρα. Καί ὅτι ἔστιν Μοναρχία, καί εὑρίσκονται ἐκεῖ καί πολλοί Ἀγαθώτατοί τε καί σοφώτατοι καί ἐλεύθεροι ἄνδρες Ναί καί καταφυγή, καί λιµἠν, καί παράκλησις τῶν τυραννουµένων Ἑλλήνων ἀπό τῶν Ἰσµαηλιτῶν καί σοφωτάτους τε καί ἥρωες αἰχµητούς εὐρύθµους ἄνδρας βρύθουσα, ὥσπερ τά πάλαι ἡ Ἑλλάς. Ναί καί φιλέλληνάς τε, καί µετέχοντας τῆς τῶν πάλαι Ἑλλήνων ἀρετῆς». Χριστόφορος Αγγέλου, 1617.

Συγκινηµένος ο Κρούσιος θα ζητήσει µια αναπαράσταση της πόλης («εὐξαίµην δ αν καί ἀπεικόνισµα») για να τη δείξει στους µαθητές του και θα εκφράσει τη γνήσια συγκίνησή του που η πόλη αυτή «ἐξ ἧς αἱ τέχναι καί αἱ ἐπιστήµαι πανταχόθεν διεσπάρησαν» υπήρχε πάντοτε, καθώς οι Δυτικοί ιστορικοί διαβεβαίωναν ότι είχε εκ βάθρων ανασκαφεί και ότι απέµεναν µόνο καλύβες ψαράδων. Η προσέγγιση ορθοδόξων και Διαµαρτυροµένων αποτελεί µία από τις πλέον ενδιαφέρουσες σελίδες των πνευµατικών ανταλλαγών ανάµεσα στη νεότερη Ελλάδα και στην ευρωπαϊκή Δύση. Η γόνιµη αυτή προσέγγιση έµελλε να καταργηθεί εξίσου άδοξα και τελεσίδικα µε τον πνιγµό του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου Λούκαρη. Μετά την ανάσχεση της διεκκλησιαστικής φιλίας, Έλληνες άνθρωποι της Εκκλησίας και των Γραµµάτων έγιναν ευπρόσδεκτοι στις χώρες που είχαν προσχωρήσει στη Μεταρρύθµιση. Ένας απ αυτούς και ο Πελοποννήσιος λόγιος Χριστόφορος Αγγέλου, ο οποίος έφτασε στην Αγγλία το 1608, έγινε δεκτός από τη βρετανική ακαδηµαϊκή κοινότητα και θεωρείται σήµερα η πρώτη φιλολογική νεοελληνική επαφή των βρετανικών πανεπιστηµίων. Εθνογραφικά του Λεβάντε Αρκετοί είναι οι ταξιδιώτες που έφθασαν στην Ελλάδα και περιέγραψαν όχι µόνο τα της Εκκλησίας αλλά και τα του βίου των νεότερων Ελλήνων. Δεν ήταν όλοι ενθουσιώδεις, καθώς η εµπειρία τους από την Ελλάδα ήταν συχνά δυσάρεστη. Πρόσφατες αναλυτικές µελέτες έχουν αναδείξει τις βασικές γραµµές του περιηγητικού ρεύµατος προς την ελληνική Ανατολή τον 16ο αιώνα. Ανάµεσα στο πλήθος των ταξιδιωτικών αφηγήσεων της εποχής ξεχωρίζουν αναµφισβήτητα δύο γαλλικές περιηγήσεις των µέσων του 16ου αιώνα, που πραγµατοποιούνται πλέον σε επίσηµο πλαίσιο: η αποστολή του βοτανολόγου Πιέρ Μπελόν και εκείνη του βασιλικού γεωγράφου Νικολά ντε Νικολάι. Και οι δύο λόγιοι συνόδευσαν επίσηµες πρεσβείες του Γκαµπριέλ ντ Αραµόν στην Υψηλή Πύλη. Ο γεωγράφος Νικολά ντε Νικολάι (Nicolas de Nikolay), συνόδευσε τον ντ Αραµόν κατά τη δεύτερη πρεσβεία του στην Υψηλή Πύλη, το 1551. Στο έργο του υπερισχύουν τα εθνογραφικά ενδιαφέροντα, καθώς µας άφησε κυρίως απεικονίσεις ενδυµασιών και επαγγελµάτων. Η περιηγητική αφήγηση του Πιέρ Μπελόν χαρακτηρίζεται από ποιότητα και αξιοπιστία. Ο Μπελόν, ουµανιστής και φυσιοδίφης, ήταν Διαµαρτυρόµενος «Η Κόρη του Πέραν» επιχρω- µατισµένη χαλκογραφία του

και προσχώρησε στον καθολικισµό µετά την τραγική νύχτα του Αγίου Βαρθολοµαίου. Στο έργο του συναντάµε τη χαρακτηριστική ουµανιστική ευρυµάθεια, αρχαιογνωστική και ταυτόχρονα φυσιογνωστική, των εγκυκλοπαιδιστών της ύστερης Αναγέννησης. Ο Μπελόν συνόδευσε την πρώτη πρεσβεία του ντ Αραµόν (1547-49) και η αφήγησή του έµελλε να θέσει σε νέες βάσεις την περί την Ελλάδα περιηγητική γραµµατεία, µε την αναλυτική και χωρίς προκαταλήψεις παρατήρηση των Ελλήνων, της κοινωνίας τους και του πολιτισµού τους. Αυτό που πρέπει να συγκρατήσουµε εδώ είναι το γεγονός ότι και οι δύο παρατηρητές, όπως και οι περισσότεροι Δυτικοί επισκέπτες του 16ου και του αρχόµενου 17ου αιώνα, δεν επιθυµούν να ανιχνεύσουν και να καταγράψουν τις όποιες φυγόκεντρες και χωριστικές τάσεις, αλλά να συνθέσουν το κοσµογραφικό πανόραµα της Ανατολής, όχι επειδή οι επισκέψεις τους ήταν σύντοµες ή επειδή οι πολιτικές εµπλοκές τους εµπόδιζαν να αναγνωρίσουν το βάθος των πραγµάτων. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι η πάντοτε κραταιά Οθωµανική αυτοκρατορία, ο µεσογειακός γείτονας, κληρονόµος του παλαιού κόσµου και έτερο ήµισυ του δυτικού κόσµου. Επιθυµούν να προβάλλουν τη δική τους αγκίστρωση στην οθωµανική Ανατολή, τη δική τους συµµετοχή στο εµπόριο και στην ιστορία. Το ενδιαφέρον τους εστιάζεται έτσι στο Λεβάντε, την παράλια και νησιωτική εµπορική ζώνη της Ανατολικής Μεσογείου, τη ζώνη του προσκυνήµατος και των σταυροφοριών, της διάδοσης του χριστιανισµού «Ο Κολοσσός της Ρόδου» ξυλογραφία του 1554 από το βιβλίο «Περιγράφοντας την ενδυµασία των Ελλήνων, θεώρησα σωστό να κάνω τη διάκριση ανάµεσα σε τεχνίτες και αγρότες, σε αριστοκράτες και αστούς: γιατί όσοι έχουν χρή- µατα να ξοδέψουν και επιθυµούν να κρατήσουν το καλό τους όνοµα, ντύνονται σύµφωνα µε τη συνήθεια των αρχόντων τους. Όσοι είναι κάτω από την ενετική κυριαρχία, ντύνονται βενετσιάνικα, κι όσοι είναι κάτω από την τουρκική, τούρκικα. Αλλά ο λαός, και στις δύο περιπτώσεις, είτε στα νησιά είτε στην ενδοχώρα, διατηρεί κάτι από την αρχαιότητά του: γιατί αφήνουν συνήθως µακριά τα µαλλιά τους και τα κόβουν µπροστά, στο µέτωπο και φορούν χοντρούς διπλούς σκούφους. Συνάντησα ανθρώπους παντού στα νησιά που ζουν σύµφωνα µε τις επιταγές και τις συνήθειες της θρησκείας τους παρά τον τουρκικό ζυγό». Πιέρ Μπελόν, 1547-49.