Καταστροφή της Πολιτιστικής Κληρονομιάς «Η πρόκληση βλάβης στα πολιτιστικά αγαθά οποιουδήποτε λαού σημαίνει βλάβη στην πολιτιστική κληρονομιά ολόκληρης της ανθρωπότητας» Σύμβαση της Χάγης για την Προστασία των Πολιτιστικών Αγαθών σε Περίπτωση Ένοπλης Σύρραξης (1954) Η Κύπρος βρίσκεται στο σταυροδρόμι των πολιτισμών στην Ανατολική Μεσόγειο. Η καταγεγραμμένη ιστορία των 11.000 και πλέον ετών θεωρείται κομβικής σημασίας στην ιστορία της ευρωπαϊκής τέχνης και του πολιτισμού. Η συστηματική και προμελετημένη καταστροφή και εξάλειψη της ελληνοκυπριακής πολιτιστικής κληρονομιάς είναι η τελευταία πινελιά στην τουρκική πολιτική εθνοκάθαρσης και εποικισμού της κατεχόμενης Κύπρου. Πρόκειται για μία τραγική και μη αναστρέψιμη συνέπεια της τουρκικής εισβολής. Η Τουρκία παραβιάζει το διεθνές δίκαιο καθώς και σημαντικές διεθνείς συνθήκες που η ίδια υπέγραψε και επικύρωσε, όπως τη Σύμβαση της UNESCO για την Προστασία των Πολιτιστικών Αγαθών σε Περίπτωση Ένοπλης Σύρραξης του 1954, την Τέταρτη Σύμβαση της Γενεύης του 1949, και τη Σύμβαση της UNESCO για την Παράνομη Εισαγωγή, Εξαγωγή και Μεταβίβαση Ιδιοκτησίας της Πολιτιστικής Περιουσίας του 1970. Την καταστροφή της ελληνοκυπριακής πολιτιστικής κληρονομιάς έχουν ενισχύσει: Το χρηματικό δέλεαρ στη μαύρη αγορά αντικειμένων τέχνης Η απροθυμία των αρχών κατοχής να διαθέσουν τα απαραίτητα μέσα για την προστασία της ελληνοκυπριακής πολιτιστικής κληρονομιάς Η απροθυμία των αρχών κατοχής να συνεργαστούν με την
UNESCO Η προσπάθεια της τουρκοκυπριακής υποτελούς τοπικής διοίκησης στην κατεχόμενη Κύπρο να κερδίσει de facto αναγνώριση ως αντάλλαγμα για τη συνεργασία της με διεθνείς οργανισμούς Η εκδίωξη ξένων αρχαιολογικών σχολών που εργάζονταν στο βόρειο τμήμα της Κύπρου μέχρι τη στιγμή της τουρκικής εισβολής. Η προμελετημένη καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει: Την καταστροφή αρχαίων ιστορικών χώρων και μνημείων Τη λεηλασία μουσείων και άλλων ιδιωτικών συλλογών Την καταστροφή και σύληση σημαντικών θρησκευτικών χώρων για Ορθόδοξους, Μαρωνίτες και Αρμένιους Κυπρίους. Τη σκόπιμη αλλαγή της ονομασίας ιστορικών χώρων, πόλεων και χωριών σε μία προσπάθεια να παραγραφεί το τεκμηριωμένο ιστορικό παρελθόν του νησιού Την καταστροφή και εξαφάνιση ιστορικών αρχαίων τεχνουργημάτων και σημαντικών κινητών θρησκευτικών αντικειμένων όπως εικόνες, ιερά άμφια, βιβλία και πολύτιμα αντικείμενα που χρησιμοποιούνται σε θρησκευτικές τελετές Την αφαίρεση και παράνομη πώληση ιστορικής αξίας τοιχογραφιών και ψηφιδωτών προερχόμενων από θρησκευτικούς χώρους που ανακηρύχθηκαν προστατευόμενοι από την UNESCO, μερικοί από τους οποίους ανάγονται στον 6 ο μ.χ. αιώνα. Χαρακτηριστικές ήταν οι υποθέσεις των τοιχογραφιών της εκκλησίας του Αντιφωνητή και των ψηφιδωτών της Κανακαριάς, η ανάκτηση των οποίων κατέδειξε το βάθος των παράνομων δικτύων με εμπλοκή επισήμων και το χρήμα που εμπλέκεται στη μαύρη αγορά των αντικειμένων τέχνης.
Ο ιστορικός πλούτος της κατεχόμενης Κύπρου φαίνεται από την ύπαρξη: 31 σημαντικών αρχαιολογικών χώρων και αρχαίων νεκροταφείων 11 σημαντικών κάστρων, πύργων και οχυρώσεων 37 σπιτιών και γεφυρών που ανακηρύχθηκαν ως ιστορικά 520 ναών, μοναστηριών και παρεκκλησίων. Η τύχη των ναών και των μοναστηριών (ελληνορθόδοξων, μαρωνιτικών και αρμενικών) είναι ενδεικτική της συστηματικής και σκόπιμης πολιτικής του κατοχικού καθεστώτος: 125 ναοί έχουν μετατραπεί σε τζαμιά, παλιά ισλαμική παράδοση σε κατακτημένες περιοχές 67 έχουν μετατραπεί σε στάβλους ή αχυρώνες 57 έχουν γίνει μουσεία, πολιτιστικά κέντρα και ξενοδοχεία 17 έχουν γίνει ξενώνες, εστιατόρια και στρατιωτικές αποθήκες 25 έχουν κατεδαφιστεί 229 έχουν υποστεί ολοκληρωτική βεβήλωση. Η επίσημη αντίδραση: Σε μία προσπάθεια να περιορίσει την καταστροφή της κυπριακής πολιτιστικής κληρονομιάς, η Κυπριακή Κυβέρνηση μαζί με την Εκκλησία της Κύπρου έχουν επεκτείνει τη συνεργασία τους με ξένα μουσεία και οίκους δημοπρασιών για να εντοπίζουν και να επιδιώκουν την επιστροφή κλεμμένων ιστορικών και θρησκευτικών τεχνουργημάτων. Σε συνεργασία με κυπριακά ιδρύματα έχουν επίσης διαθέσει μεγάλα χρηματικά ποσά για την ανάκτηση τέτοιων αντικειμένων από τη διεθνή αγορά.
Μέρος της πολυδάπανης και μακροχρόνιας διαδικασίας ανάκτησης αφορά στις προϋποθέσεις των ξένων δικαστηρίων για απόδειξη της κυριότητας. Αυτό συχνά είναι δύσκολο διότι, λόγω της έλλειψης πρόσβασης σε αρχεία και εγκαταστάσεις στην κατεχόμενη Κύπρο, οι κυπριακές αρχές αναγκάζονται να βασιστούν μόνο σε φωτογραφικό υλικό για την ταυτοποίηση κλεμμένων αντικειμένων. Η Εκκλησία της Κύπρου έχει επίσης προσφύγει σε ξένα δικαστήρια για να ανακτήσει λεηλατημένα θρησκευτικά αντικείμενα. Η υπόθεση των ψηφιδωτών της Κανακαριάς στο Περιφερειακό Δικαστήριο της Νότιας Περιφέρειας της Indiana στην Indianapolis των Ηνωμένων Πολιτειών αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα. Η υπόθεση αφορούσε την κυριότητα λεηλατημένων βυζαντινών ψηφιδωτών του 6 ου αιώνα από τον ναό της Κανακαριάς στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου. Τα ψηφιδωτά είχαν αφαιρεθεί με επιστημονικό τρόπο από Τούρκους λαθρεμπόρους αρχαιοτήτων και πουλήθηκαν σε Αμερικανίδα έμπορο έργων τέχνης για $1.2εκ.. Σε μία απόφαση που αποτελεί σημαντικό δεδικασμένο για την προστασία της ιδιοκτησίας της πολιτιστικής περιουσίας, το Δικαστήριο, στις 3 Αυγούστου 1989, διέταξε την επιστροφή των κλεμμένων ψηφιδωτών στον νόμιμο ιδιοκτήτη τους, την Εκκλησία της Κύπρου. Η απόφαση αυτή επικυρώθηκε από το Εφετείο της Έβδομης Περιφέρειας των Ηνωμένων Πολιτειών στις 24 Οκτωβρίου 1990. Η Κυβέρνηση της Κύπρου έχει επίσης συνάψει διάφορες διμερείς συμφωνίες με ξένες κυβερνήσεις με σκοπό την προστασία της αρχαιολογικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού. Ένα πρόσφατο τέτοιο παράδειγμα είναι το Μνημόνιο Συναντίληψης για την Προστασία της Αρχαιολογικής και Εθνολογικής Κληρονομιάς της Κύπρου που υπογράφηκε μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κυπριακής Δημοκρατίας το 2002 και παρατάθηκε για άλλα
πέντε χρόνια τον Ιούλιο του 2007. Ο συνεχής αγώνας για την προστασία της κυπριακής πολιτιστικής κληρονομιάς και η απροθυμία της Τουρκίας να συνεργαστεί με την UNESCO και με άλλους διεθνείς οργανισμούς για να προστατευθεί η κυπριακή πολιτιστική κληρονομιά είναι ακόμη ένα παράδειγμα της προμελετημένης πολιτικής της Τουρκίας για εξάλειψη της ιστορικής ελληνοκυπριακής παρουσίας από την κατεχόμενη Κύπρο. «[Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο] επισημαίνει ότι η πολιτιστική κληρονομιά κάθε λαού πρέπει να διαφυλάσσεται και καταδικάζει τη συστηματική πολιτική εξάλειψης του παρελθόντος και του ελληνικού και χριστιανικού πολιτισμού που ακολουθεί η Τουρκία στο κατεχόμενο από τα στρατεύματά της τμήμα της Κύπρου, όσον αφορά τόσο την επιβολή τοπωνυμίων όσο και την εξαφάνιση ή μετατροπή της πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού» Ψήφισμα Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, 10 Μαρτίου 1988. Συμπέρασμα: Οι πληροφορίες που παρουσιάστηκαν από ανεξάρτητες πηγές δεν αφήνουν αμφιβολία για τη συστηματική και σκόπιμη πολιτική που αποσκοπεί στην εξάλειψη κάθε πτυχής της ελληνοκυπριακής κληρονομιάς και παρουσίας στις κατεχόμενες περιοχές. Αυτές οι μεροληπτικές πολιτικές εφαρμόστηκαν εναντίον Ελληνοκυπρίων, Μαρωνιτών και Αρμενίων λόγω της εθνικότητας, της θρησκείας και της γλώσσας τους. Το γεγονός αυτό αποτελεί στίγμα για τη διεθνή κοινότητα σε μια εποχή που, με την υποστήριξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Τουρκία βρίσκεται σε ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ. Η Τουρκία συνεχίζει να μην τηρεί τις διεθνείς της υποχρεώσεις εκμεταλλευόμενη την περιφερειακή
αστάθεια και την υποστήριξη που δέχεται από ισχυρές εξωτερικές δυνάμεις. Η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, περιλαμβανομένης και της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, έναντι οικονομικών και πολιτικών σκοπιμοτήτων και ζητημάτων ασφάλειας υπονομεύει όχι μόνο το ευρωπαϊκό σύστημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και τη δέσμευση της Ευρώπης στο Κράτος Δικαίου, τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η Κύπρος, από το 1974, ήταν και παραμένει το πεδίο δοκιμής αυτών των αρχών. «Ο πολιτικός και δημογραφικός διαχωρισμός που έχει επιβληθεί de facto στην Κύπρο το 1974 απειλεί όχι μόνο την ενότητα και ακεραιότητα ενός σύγχρονου κράτους, αλλά και την ακεραιότητα και συνέχεια του πολιτισμού χιλιάδων ετών ενός νησιού, το οποίο αποτελεί το σταυροδρόμι του πολιτισμού της ανατολικής Μεσογείου» Michael Jansen, Cyprus: The Loss of a Cultural Heritage, Modern Greek Studies Yearbook, University of Minnesota (1986).