Κυριακή 7 Ὀκτωβρίου 2018 ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΛΟΥΚΑ, Σεργίου καί Βάκχου μ., Πολυχρονίου ἱερομ. ὁσ. Ἰωάννου καί 98 πατέρων ἐν Κρήτῃ Ἀπολυτίκιον Παναγίας Προυσιωτίσσης Ἦχος α Τῆς Ἑλλάδος ἁπάσης Σύ προΐστασαι πρόμαχος καί τερατουργός ἐξαισίων τῇ ἐκ Προύσσης εἰκόνι Σου, Πανάχραντε Παρθένε Μαριάμ καί γάρ φωτίζεις ἐν τάχει τούς τυφλούς δεινούς τε ἀπελαύνεις δαίμονας καί παραλύτους δέ συσφίγγεις, Ἀγαθή, κρημνῶν τε σῴζεις καί πάσης βλάβης τούς Σοί προσφεύγοντας. Δόξα τῷ Σῷ ἀσπόρῳ τοκετῷ, δόξα τῷ Σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά Σοῦ τοιαῦτα θαύματα. ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΛΟΥΚΑ ΜΙΑ ΝΕΚΡΑΝΑΣΤΑΣΗ 1. Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή, ἀδελφοί χριστιανοί, μᾶς εἶπε γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού εἶναι ἡ Ζωή, ὅτι συναντήθηκε μέ τόν θάνατο! Καί βέβαια δέν νίκησε ὁ θάνατος τήν ζωή, ἀλλά ἡ ζωή, ὁ Χριστός, νίκησε τόν θάνατο! Ἡ σημερινή περικοπή μᾶς εἶπε ὅτι ὁ Χριστός, μέ ἀρκετούς μαθητές καί πολύ ὄχλο, πήγαινε στήν πόλη Ναΐν. Καί ὅταν πλησίαζαν τήν πόλη, ἔβγαινε ἀπ αὐτήν μία νεκρική πομπή. Καί ὁ νεκρός ἦταν τό μονάκριβο παιδί μιᾶς χήρας γυναίκας, συνόδευε δέ τήν πομπή πολύς ὄχλος ἀπό τήν πόλη. Θά πρέπει δέ νά φανταστοῦμε ὅτι στήν πένθιμη ἀτμόσφαιρα ἀκούονταν οἱ
γοερές κραυγές τῆς χήρας μάνας γυναίκας, πού ἔχασε τόν μόνο σύντροφο καί τό μόνο ἀκούμπημα τῆς ζωῆς της, τό μονάκριβο παιδί της. 2. Δέν γίναμε γι αὐτά τά πράγματα, χριστιανοί μου. Δέν ἔκανε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο γιά νά ἀρρωσταίνει καί γιά νά πεθαίνει. Ὁ θάνατος δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό. Ἡ Ἁγία Γραφή τό λέει καθαρά, ὅτι «ὁ Θεός θάνατον οὐκ ἐποίησεν» (Σ. Σολ. 1,13). Ὁ θάνατος εἶναι ἕνα φάλτσο πράγμα, ἦλθε ἀπ ἔξω καί δέν ἦρθε ἀπό τόν Θεό. Ἦρθε ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὁ Θεός τό εἶπε καθαρά στούς πρωτοπλάστους: «Μή φᾶτε ἀπό τό δένδρο, γιατί θά πεθάνετε» (Γεν. 2,17). Ἔφαγαν καί πέθαναν. Ἔτσι, λοιπόν, βασιλεύει ὁ θάνατος σ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα καί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι λεγόμαστε «θνητοί». Ὅλο κι ὅλο ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι αὐτή: Οἱ νεκροί μᾶς φωνάζουν, «ἐλᾶτε»! Καί μεῖς τούς λέμε, «ἐρχόμαστε»! Αὐτό εἶναι ἡ ζωή μας ἐδῶ στήν γῆ. 3. Ἀλλά, ξαναλέγουμε ὅτι δέν ἔκανε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο γιά νά πεθαίνει. Τόν ἔκανε νά μήν πεθαίνει, ἀλλά νά εἶναι ἀθάνατος. Ἡ ἁμαρτία τόν ἔκανε θνητό. Ἀλλά χαρεῖτε, χριστιανοί! Γιατί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ οἰκονόμησε τό σοφό σχέδιο γιά τήν σωτηρία μας, πού ἦταν ἡ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ Του καί ἡ θυσία Του στόν Γολγοθᾶ γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Αὐτή ἔφερε τήν λύτρωσή μας ἀπό τόν θάνατο. Βέβαια! Ἀφοῦ ὁ θάνατος προῆλθε ἀπό τήν ἁμαρτία, ἡ δέ ἁμαρτία σβήστηκε μέ τόν σταυρικό θάνατο τοῦ Χριστοῦ, νικήθηκε καί ὁ θάνατος, τό ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας. Ἔτσι οἱ πιστοί χριστιανοί πιστεύουμε στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί τήν αἰώνια ζωή στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπως τό ὁμολογοῦμε στό «Πιστεύω» μας: «Ὁμολογῶ ἀνάσταση νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος»! 4. Τήν μεγάλη αὐτή ἀλήθεια τῆς πίστης μας, ἀδελφοί χριστιανοί, τήν κήρυξε ὁ Χριστός δυνατά καί ἔμπρακτα μέ τίς νεκραναστάσεις πού ἔκανε. Καί τό σημερινό ἅγιο Εὐαγγέλιο ὁμιλεῖ γιά μία τέτοια νεκρανάσταση. Ἄς ξαναέλθουμε στήν εὐαγγελική μας περικοπή: Ὅταν ὁ Κύριός μας συναντήθηκε στήν Ναΐν μέ τήν νεκρική πομπή, λυπήθηκε γιά τόν πόνο καί τά δάκρυα τῆς χήρας γυναίκας, τήν «σπλαγχνίστηκε», ὅπως ἀκούσαμε στό Εὐαγγέλιο, τήν πλησίασε καί τῆς εἶπε: «Μή κλαῖε». Μή κλαῖς! Πόσο πρέπει νά διδάξει ὅλους μας αὐτή ἡ στάση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ! Πόσο πρέπει νά μιλήσει δυνατά αὐτό τό «ἐσπλαγχνίσθη» πρός τήν χήρα γυναίκα! Σήμερα οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἄσπλαγχνοι, εἶναι ἄκαρδοι στόν πόνο τῶν ἄλλων. Καί ὅταν φαίνονται ὅτι συμπαρίστανται, αὐτό σέ μερικές καί πολλές περιπτώσεις δέν εἶναι εἰλικρινές, ἀλλά ἔχει ὡς σκοπό τήν δική τους προβολή καί γι αὐτό δέν ἀγγίζει τήν ψυχή τοῦ πονεμένου καί δέν τήν παρηγορεῖ λοιπόν. Ἔπειτα οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἄνθρωποι ἀδύναμοι, μή μπορώντας νά βοηθήσουν οὔτε τόν ἑαυτό τους. Γι αὐτό νά ζητᾶμε πάντα τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεοῦ μας. Ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ὁποία μιλοῦσε σήμερα τό Εὐαγγέλιο (στίχ. 13), στήν ἐκκλησιαστική μας γλώσσα λέγεται «ἔλεος». Νά ζητᾶμε, λοιπόν, τό ἔλεος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ ἐκείνην τήν ὡραία προσευχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»! «Ἐλέησόν με» σημαίνει «σπλαγχνίσου με». Καί ὁ Χριστός, σάν Θεός, μᾶς εὐσπλαγχνίζεται πολύ, μᾶς εὐσπλαγχνίζεται θεϊκά, καί μᾶς θεραπεύει τέλεια. Ἔτσι, λοιπόν, καί τήν ὀδυρωμένη χήρα τῆς Ναΐν, πού τήν εὐσπλαγχνίστηκε, τῆς χάρισε πάλι τό παιδάκι της. Τό ἀνέστησε! Πραγματικά τό ἀνέστησε, γιατί τό νεκρό παιδί «ἀνασηκώθηκε καί ἄρχισε νά ὁμιλεῖ» (στίχ. 15). Καί παρέδωσε ὁ Χριστός τό ἀναστημένο παιδί στήν μητέρα του. 5. Ἡ ἀνάσταση αὐτή τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἀδελφοί χριστιανοί, τῆς Γ Κυριακῆς τοῦ Λουκᾶ, ὅπως καί οἱ ἄλλες νεκραναστάσεις πού ἔκανε ὁ Χριστός μας, εἶναι ἕνα προμήνυμα ὅτι θά νικηθεῖ κάποτε ὁ θάνατος καί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι θά ἀπολαύσουμε τήν παντοτεινή ἀθανασία, γιά τήν ὁποία εἴμαστε πλασμένοι. Καί αὐτό τό μήνυμα τό κηρύττει περισσότερο ἡ ἀνάσταση τοῦ Ἴδιου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γιατί, ὅ,τι συνέβηκε μέ τόν Χριστό, θά συμβεῖ καί μέ τόν καθένα ἀπό μᾶς. Γιατί ἐμεῖς εἴμαστε τοῦ Χριστοῦ, ἀνήκουμε στήν Ἐκκλησία Του, ἡ δέ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Σῶμα, πού ἔχει κεφαλή τόν Χριστό. Καί ἀφοῦ ἡ Κεφαλή μας, ὁ Χριστός, μέ τήν ἀνάστασή Του εἶναι ἔξω ἀπό τά κύματα τοῦ θανάτου, εἶναι βέβαιο ὅτι καί τό ὑπό- 2
λοιπο σῶμα Του, ἡ Ἐκκλησία, ἐμεῖς, θά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τόν θάνατο. Ὅπως ἕνας πού κολυμπάει καί ἔχει τό κεφάλι του ἔξω ἀπό τά κύματα τῆς θάλασσας, εἶναι βέβαιο ὅτι καί τό ὑπόλοιπο σῶμα του θά βγεῖ ἀπό τήν θάλασσα. 6. Τελειώνοντας, ἀδελφοί, θέλω νά πῶ κάτι ἄλλο σοβαρό. Ἐπειδή ὁ νεκρός τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ἦταν νεαρός, σκεπτόμαστε μέ τήν εὐκαιρία αὐτή τά σημερινά μας ἀγαπητά παιδιά. Εἶναι φιλότιμα παιδιά, ἀλλά τά περισσότερα ἤ μερικά ἀπό αὐτά εἶναι νεκρά πνευματικῶς. Γιατί ἡ Ἁγία Γραφή λέγει ὅτι ὑπάρχουν δύο θάνατοι. Ὁ ἕνας σωματικός καί ὁ ἄλλος πνευματικός θάνατος, τό νά ἀποκοπεῖ δηλαδή ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Θεό. Καί οἱ πρωτόπλαστοι, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, πέθαναν πρῶτα πνευματικά, γιατί ἀποκόπηκαν ἀπό τόν Θεό, ἀφοῦ παρέβηκαν τήν ἐντολή Του, καί, ὡς ἀποτέλεσμα τοῦ πνευματικοῦ τους αὐτοῦ θανάτου, τούς ἦλθε καί ὁ σωματικός θάνατος. Πολλά, λοιπόν, σημερινά μας παιδιά ζοῦν μακρυά ἀπό τόν Θεό. Ζοῦν ἕνα πνευματικό θάνατο. Ναί! Δέν κτυπάει δυνατά ἡ καρδιά τους γιά τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, ἀλλά οὔτε καί γι αὐτήν τήν πατρίδα μας. Δέν ἔχουν ὑψηλά ἰδανικά, ἀλλά σέρνονται σάν χαμόκλαδα στούς βάτους ζοῦν ἀπορροφημένοι στούς σαρκικούς ἔρωτες, ξέχωρους μάλιστα ἀπό τόν γάμο, καί ἄλλοι ζοῦν μέ ὀκνηρία σέ βάρος τῶν ἄλλων, μή ἔχοντες οἱ ἴδιοι κανένα πόθο γιά θυσιαστική ἀγάπη πρός τόν κοινωνία. Ἀλλά, ἄς μήν ποῦμε πολλά, γιατί γνωρίζουμε πῶς εἶναι μερικοί ἀπό τούς σημερινούς νέους μας. Δέν μιλάω γιά ὅλους τούς νέους, γιατί ἔχουμε καί χρυσᾶ παιδιά, πού ζοῦν ἁγνά καί καθαρά μέ ἀγάπη στόν Θεό καί τά ὑψηλά ἰδανικά καί μαθητεύονται καλῶς μέ τόν πόθο νά γίνουν καλοί ἄνθρωποι στήν κοινωνία καί νά προσφέρουν καλό σ αὐτήν. Ἀλλά, ἄς προσευχηθοῦμε, ὦ χριστιανοί, γιά τήν σημερινή μας νεολαία, γιά τά ἀγαπητά μας παιδιά, νά πάθουν ὅλα, ὅσα εἶναι στόν λήθαργο, μία πνευματική νεκρανάσταση. Νά γνωρίσουν καί νά ἀγαπήσουν τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν Θεό μας, καί νά ζήσουν μιά ὄμορφη ἀναστημένη ζωή, πού ἀξίζει νά λέγεται ζωή. Μιά ζωή μέ ὑψηλά πετάγματα καί ἰδανικά. Μιά ζωή μέ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τήν πατρίδα, πρός τήν παιδεία τήν μόρφωση καί πρός ὅλους. Καί αὐτό θά μᾶς δίνει τήν βεβαιότητα γιά μιά ὄμορφη μελλοντική κοινωνία, στήν ὁποία οἱ ἄνθρωποί της θά ζοῦν μέ ἀγάπη καί καλωσύνη, σάν ἀδελφοί μεταξύ τους. Μιά κοινωνία ἀγγελικά πλασμένη, ΑΜΗΝ. Μέ πολλές εὐχές, Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας xyyz ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ ΨΑΛΜΟΣ MΖ 47 Ψαλμὸς ᾠδῆς τοῖς υἱοῖς Κορέ δευτέρα σαββάτου. Ο ΘΕΟΣ ΣΩΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΝ 2 Μέγας Κύριος καὶ αἰνετὸς σφόδρα ἐν πόλει τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἐν ὄρει ἁγίῳ αὐτοῦ, 3 εὐρίζῳ ἀγαλλιάματι πάσης τῆς γῆς. Ὄρη Σιών, τὰ πλευρὰ τοῦ Βορρᾶ, ἡ πόλις τοῦ βασιλέως τοῦ μεγάλου. 4 Ὁ Θεὸς ἐν τοῖς βάρεσιν αὐτῆς γινώσκεται, ὅταν ἀντιλαμβάνηται αὐτῆς. 5 Ὅτι ἰδοὺ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς συνήχθησαν, διήλ- 3
θοσαν ἐπὶ τὸ αὐτό 6 αὐτοὶ ἰδόντες οὕτως ἐθαύμασαν, ἐταράχθησαν, ἐσαλεύθησαν, 7 τρόμος ἐπελάβετο αὐτῶν, ἐκεῖ ὠδῖνες ὡς τικτούσης. 8 Ἐν πνεύματι βιαίῳ συντρίψεις πλοῖα Θαρσίς. 9 Καθάπερ ἠκούσαμεν, οὕτω καὶ εἴδομεν ἐν πόλει Κυρίου τῶν δυνάμεων, ἐν πόλει τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ὁ Θεὸς ἐθεμελίωσεν αὐτὴν εἰς τὸν αἰῶνα. (διάψαλμα). 10 Ὑπελάβομεν, ὁ Θεός, τὸ ἔλεός σου ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ σου. 11 Κατὰ τὸ ὄνομά σου, ὁ Θεός, οὕτω καὶ ἡ αἴνεσίς σου ἐπὶ τὰ πέρατα τῆς γῆς δικαιοσύνης πλήρης ἡ δεξιά σου. 12 Εὐφρανθήτω τὸ ὄρος Σιών, ἀγαλλιάσθωσαν αἱ θυγατέρες τῆς Ιουδαίας ἕνεκεν κριμάτων σου, Κύριε. 13 Κυκλώσατε Σιὼν καὶ περιλάβετε αὐτήν, διηγήσασθε ἐν τοῖς πύργοις αὐτῆς, 14 θέσθε τὰς καρδίας ὑμῶν εἰς τὴν δύναμιν αὐτῆς καὶ καταδιέλεσθε τὰς βάρεις αὐτῆς, ὅπως ἂν διηγήσησθε εἰς γενεὰν ἑτέραν. 15 Ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ Θεὸς ἡμῶν εἰς τὸν αἰῶνα καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος αὐτὸς ποιμανεῖ ἡμᾶς εἰς τοὺς αἰῶνας. 1. Ὁ ψαλμός αὐτός εἶναι στήν ἀρχή (στίχ. 2-9) ἕνας ὕμνος τοῦ Θεοῦ, γιατί προστάτεψε τήν πόλη Του Σιών ἀπό τήν ἐπίθεση τῶν Ἀσσυρίων μέ τόν ἰσχυρό βασιλέα τους Σενναχηρείμ. Οἱ δέ πιστοί Ἰουδαῖοι καλοῦνται στήν συνέχεια (στίχ. 10-15) ἀπό τόν Κορείτη ἱεροψάλτη (βλ. ἐπιγραφή) νά περιέλθουν τά τείχη τῆς Σιών καί νά δοῦν μέ τά μάτια τους ὅτι εἶναι ἀκέραια, χωρίς νά ἔχουν κανένα ρῆγμα καί κανένα χάλασμα, γιά νά τό ποῦν στά παιδιά τους καί νά θαυμάσουν καί αὐτά γιά τόν Θεό τῶν πατέρων τους καί νά Τόν δοξάζουν. Ὁ ψαλμός αὐτός, ἐπειδή συνδέεται μέ ἱστορικό γεγονός διάσωσης τῆς πατρίδας τους, ἔγινε ἕνα ἀγαπητό ἆσμα καί ὅπως μᾶς λέγει ἡ ἐπιγραφή («δευτέρα σαββάτου») καθορίστηκε νά λέγεται στήν Συναγωγή κάθε Δευτέρα. 2. Ἀρχίζει, λοιπόν, ὁ ψαλμός μας μέ ἐπίσημη και μεγαλειώδη ἔκφραση τοῦ Θεοῦ, ὡς δοξολογία γιά τήν διάσωση τῆς Σιών, τῆς πόλης τοῦ Θεοῦ (στίχ. 2). Μέ τήν διάσωση αὐτή ὁ Γιαχβέ Θεός διαφύλαξε τό ἅγιό Του ὄρος, τήν Σιών, δηλαδή, τήν ὁποία ὁ ποιητής μας ὀνομάζει «εὔριζον ἀγαλλίαμα πάσης τῆς γῆς» (στίχ. 3)! Ριζώθηκε, δηλαδή, καλή ἀπό τόν Θεό καί ἔγινε χαρά ὅλου τοῦ κόσμου, ὅλης τῆς γῆς (στίχ. 3α)! Ὡς γνωστόν ἡ Σιών ἦταν κτισμένη ἐπί λόφων, γι αὐτό δύναται νά ὀνομασθεῖ «ὄρη Σιών» (στίχ. 3β). Ἀξιοθέατη καί ἀξιαγάπητη ἦταν πρό παντός ἡ βόρεια πλευρά τῶν κορυφῶν της, ὅπου ἐπί τοῦ λόφου Μορία ἦταν κτισμένος ὁ Ναός (στίχ. 3β). Καί δέν παραλείπει ὁ ποιητής νά πεῖ γιά τήν προστασία τοῦ Θεοῦ στά πυργωτά οἰκοδομήματα καί ἀνάκτορα τῆς Σιών (στίχ. 4). 3. Στήν συνέχεια ὁ ψαλμωδός μας λέγει πῶς ἔλαβε χώρα ἡ βοήθεια καί προστασία τοῦ Θεοῦ στήν Σιών: Κατά πρῶτον, οἱ διάφορες δυνάμεις, οἱ ἐχθρικές πρός τόν Ἰσραήλ, «συνήχθησαν» (στίχ. 5), δηλαδή, συνεκεντρώθησαν σέ συμβούλιο νά καταστρώσουν τά ἐπιθετικά σχέδιά τους καί ἔπειτα, ἀφοῦ ἕνωσαν τίς δυνάμεις τους («ἐπί τό αὐτό»), «διήλθοσαν», πέρασαν, δηλαδή, τά σύνορα τῆς ἁγίας γῆς πρός ἐπίθεση κατά τῶν Ἰουδαίων. Ἀλλά καί μόνο πού τήν εἶδαν ἀπό μακρυά, «ἐταράχθησαν καί ἐσαλεύθησαν» (στίχ. 6) καί τούς κατέλαβε τρόμος (στίχ. 7α) καί ἔφυγαν. Ἔφυγαν τρομαγμένοι, γιατί κατέλαβαν τά σπλάγχνα τους «ὠδῖνες ὡς τικτούσης» (στίχ. 7), σάν νά τά διαπερνοῦσε μαχαῖρι! Ὁ Θεός, μέ τήν ὀργή Του ἐναντίον τους, τούς ἐξεδίωξε καί χάθηκαν κακήν κακῶς, σάν τά ὑπερήφανα πλοῖα τῆς Θαρσίς (στίχ. 8), τά ὁποῖα κατεπόντισε ὁ βίαιος ἄνεμος. Ἔτσι, οἱ πιστοί Ἰουδαῖοι, μέ τήν καταστροφή τῶν ἐχθρῶν τους, πού ἔγινε στά χρόνια τους, εἶδαν νά ἐπαναλαμβάνονται τά θαυμάσια, πού τούς εἶχαν διηγηθεῖ οἱ πατέρες τους καί παποῦδες τους γιά τά συμβάντα πού ἔγιναν στά δικά τους χρόνια γιά τήν σωτηρία τῆς Σιών, τῆς πόλης τοῦ Θεοῦ: «Καθάπερ ἠκούσαμεν, οὕτω καί εἴδομεν ἐν πόλει Κυρίου τῶν δυνάμεων, ἐν πόλει τοῦ Θεοῦ ἡμῶν» (στίχ. 9). Πραγματικά, ἡ Ἰερουσαλήμ δέν μπορεῖ νά κλονιστεῖ ἀπό τούς ἐχθρούς, διότι ὁ Θεός «ἐθεμελίωσεν αὐτήν εἰς τόν αἰῶνα» (στίχ. 9)! 4
4. Ἀπό τά παραπάνω, ἀπό τήν θαυματουργό προστασία τοῦ Θεοῦ ὑπέρ τοῦ λαοῦ Του, ἐμεῖς πρέπει νά συμπεράνουμε ὅτι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε μέ τόν λαό Του: «Ὑπελάβομεν, ὁ Θεός, τό ἔλεός Σου ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ Σου» (στίχ. 10)! Ὁ ποιητής καλεῖ τίς «θυγατέρες τῆς Ἰουδαίας» νά χαροῦν καί νά εὐφρανθοῦν γιά τίς θαυμαστές κρίσεις τοῦ Θεοῦ ὑπέρ αὐτῶν (στίχ. 11-12). «Θυγατέρες τῆς Ἰουδαίας» ἐδῶ μπορεῖ νά εἶναι οἱ Ἑβραῖες γυναῖκες καί παρθένες, οἱ ὁποῖες ἐξεδήλωναν μέ ἄσματα καί χορούς μία λαμπρή ἐπιτυχία τῆς πατρίδας τους ἀλλά κυρίως μέ τήν ἔκφραση αὐτή ἐδῶ ἐννοοῦνται οἱ κυριευμένες ἀπό τόν Σενναχηρείμ πόλεις τῆς Ἰουδαίας, οἱ ὁποῖες τώρα, μέ τήν θαυμαστή ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ ἀπελευθερώθησαν. 5. Τέλος, ὁ πατριώτης καί θεολόγος ποιητής μας προτρέπει τούς πολιορκηθέντες ἀπό τούς Ἀσσυρίους Ἰουδαίους νά κάνουν ἕνα γύρο στήν πόλη τους («κυκλώσατε Σιών καί περιλάβετε αὐτήν», στίχ. 13), νά βαδίσουν γύρω ἀπό τούς πύργους καί τά τείχη τους (στίχ. 13.14), γιά νά δοῦν ὅτι τίποτε δέν καταστράφηκε, ἀλλά ὅλα εἶναι ἀκέραια στήν θέση τους. Καί αὐτό γιατί; Γιά νά τό ποῦν στά παιδιά τους («ὅπως ἄν διηγήσησθε εἰς γενεάν ἑτέραν», στίχ. 14), γιά νά ἀκούσουν καί νά θαυμάσουν πόσο ἰσχυρό Θεό ἔχουν καί νά ἐλπίζουν, λοιπόν, σ Αὐτόν πάντοτε (στίχ. 15). Ὁ Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας 5