ΤΟ ΠΟΛ ΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ



Σχετικά έγγραφα
ΝΟΜΟΣ 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α ) Μειοδοτικό σύστηµα ανάθεσης των δηµοσίων έργων και άλλες διατάξεις

Αριθμός 9769/2014 TO ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Μυρσίνη Κοντογιάννη, Πρόεδρο

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ: ΘΕΜΑ: Ενηµερωτικό σηµείωµα για το πρόβληµα της παράνοµης υλοτοµίας και ειδικά αυτό της καυσοξύλευσης

Πολιτική Πρόταση για μια Προοδευτική Διέξοδο Από την Κρίση

Ενότητα. Μεθοδολογικά ζητήµατα διδασκαλίας της ξένης λογοτεχνίας από µετάφραση Κείµενα για το Ανθολόγιο Νεότερης Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας

Αρείου Πάγου: 699/1995 Τµ. Β' Πηγή:.Ε.Ε. 3/96, σ.299, Ε.Ε.. 55/96, σ.830,.ε.ν. 52/96, σ. 239

ΑΠΟΦΑΣΗ 34750/2006 (Αριθμός καταθέσεως πράξεως 43170/2006) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από

Αριθμός Απόφασης 48/2014 ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΧΑΝΙΩΝ

ΤΟΜΟΣ Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ

Αιτιολογική έκθεση Προς τη Βουλή των Ελλήνων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3316/2005

Πίνακας Άρθρων του Νοµοθετήµατος : Ν 2121/1993 / Α-25 Πνευµατική ιδιοκ/σία, συγγενικά δικαιώµατα. Πολιτιστικά

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΙΑΚΙΝΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

Το σχέδιο έχει ως βάση ένα ενιαίο σύστημα κλειστών αγωγών το οποίο εκτείνεται

ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΝΑ ΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Α ΕΙΟ ΟΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΙΑΜΟΝΗ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΥΠΟ ΟΡΟΥΣ ΑΥΞΗΜΕΝΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

ΝΟΜΟΣ 3719/ ΦΕΚ 241/Α'/ Μεταρρυθμίσεις για την οικογένεια, το παιδί, την κοινωνία και άλλες διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΕΠΩΝΥΜΙΑ. Άρθρο 1 Συνιστάται Σωµατείο µε την επωνυµία Όµιλος Φιλίππων Ιωαννίνων. ΣΚΟΠΟΣ

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ. Τίτλος Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, επιτάχυνση των δικών, δικονομικές απλουστεύσεις και άλλες διατάξεις.

Ενότητα 2. Γενικά Οργάνωση Ελέγχου (ΙΙ) Φύλλα Εργασίας Εκθέσεις Ελέγχων

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

Πρακτικό 1/2012 της συνεδρίασης της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης του Δήμου Λήμνου,

ΤΙΤΛΟΣ I ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

- 1 - Π.Κ.: 143/

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

ΚΥΑ 64871/07 (ΦΕΚ 2253/Β/ )

ΓΙΑ ΝΑ ΠΝΙΞΕΙΣ ΤΟ ΦΙΔΙ ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΤΣΑΚΙΣΕΙΣ ΤΑ (ΧΡΥΣΑ) ΑΥΓΑ ΤΟΥ

Η διαπολιτισμική εκπαίδευση στη μουσουλμανική μειονότητα της Δ. Θράκης- Εμπειρία στον Ελληνικό χώρο (Α0011) ΨΑΡΡΙΑΝΟΥ ΙΑΚΩΒΗ ΕΙΡΗΝΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Πεύκη ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ Αρ. Πρωτ.: 3742 ΔΗΜΟΣ ΛΥΚΟΒΡΥΣΗΣ ΠΕΥΚΗΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

στο σχέδιο νόµου «Διαχείριση των µη εξυπηρετούµενων δανείων, µισθολογικές ρυθµίσεις και άλλες επείγουσες στόχων και διαρθρωτικών µεταρρυθµίσεων»

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΕΥΧΟΣ ΣΤ ΗΘΙΚΕΣ ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΤΙΜΗΤΙΚΕΣ ΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Για τους όρους αµοιβής και εργασίας των Εργαζοµένων στις Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις Νοµού Χανίων

Υποψήφιοι Σχολικοί Σύμβουλοι

ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ 20 Ο ΣΤΟΝ 21 Ο ΑΙΩΝΑ

Ακολουθούν όλα τα σχετικά έγγραφα - αποφάσεις για το ωράριο, όπως οµόφωνα ψηφίστηκαν και επικυρώθηκαν από το συνέδριο στο Λουτράκι το 2007

121(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΡΟΧΑΙΑΣ ΚΙΝΗΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1972 ΕΩΣ (ΑΡ. 2) ΤΟΥ 2014

ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2005 ΜΑΘΗΜΑ : ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΩΝ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ (Απόφαση Συνέλευσης ΤΕΙ αριθ. 5/ , ΦΕΚ 816/ , τ. Β )

ιεύθυνση Οικον. Υπηρεσιών Τµ. Προµηθειών Αρ. Μελέτης /νσης Οικονοµικών Υπηρεσιών: 26/2014 ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΗΜΟΥ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. «Για τους όρους αµοιβής και εργασίας των εργαζοµένων στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις όλης της χώρας.»

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Άρθρο...

I.Επί της Αρχής του σχεδίου Νόµου: ΙΙ. Επί των άρθρων του σχεδίου Νόµου: ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ «ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΚΝΩΣΟ» - ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟ. «Στρατολογία των Ελλήνων» Άρθρο 1 Υπόχρεοι σε στράτευση

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΑΣΕΠ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΕφΑθ 5253/2003

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ 13 Α' ΜΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1897 ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ

O ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥ ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ

ΔΗΜΟΣ ΤΡΟΙΖΗΝΙΑΣ - ΜΕΘΑΝΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑ : ΥΔΡΕΥΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΔΙΚΤΥΟΥ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΤΡΟΙΖΗΝΙΑΣ ΜΕΘΑΝΩΝ ΕΤΟΥΣ 2015 ΘΕΣΗ : ΔΗΜΟΣ ΤΡΟΙΖΗΝΙΑΣ - ΜΕΘΑΝΩΝ

Η υποστήριξη της επαγγελματικής μάθησης μέσα από την έρευνα-δράση: διαδικασίες και αποτελέσματα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Προς: Δημάρχους της Χώρας Αθήνα, 16 Δεκεμβρίου 2013 Α.Π.:2271. Αγαπητέ κ.

Ημερομηνία : Αριθμ. Πρωτ. : Έχοντας υπόψη:

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΑ

Μάριος Χάκκας. Το Ψαράκι της γυάλας

ΕΙ ΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. Κύκλος ικαιωµάτων του Παιδιού. ιοικητική κράτηση και απέλαση αλλοδαπών ανηλίκων. Μίλτος Παύλου, Σταµατία Παπαδηµητρίου, Ανθή Σπανού

ΤΜΗΜΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΗΜΟΤΙΚΩΝ αριθ. Πρωτ. Προκ: & ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ Κ.Α για το 2015

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΣΧΕΔΙΟ. ΝΟΜΟΣ. Δηµόσιες υπεραστικές οδικές µεταφορές επιβατών. Κεφ. Α - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ. Άρθρο 1 Σκοπός πεδίο εφαρµογής

Δράση 1.2. Υλοτομία και προσδιορισμός ποσοτήτων υπολειμμάτων.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ. Από το Πρακτικό της..11 ης / ηµόσιας Τακτικής συνεδρίασης της

- ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΙΣΧΥΟΥΣΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ 4.1. ΝΟΜΟΙ

Newsletter 05-06/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Στις ερωτήσεις Α1 Α4 να γράψετε στο τετράδιο σας τον αριθμό της ερώτησης και δίπλα το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση.

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Αυτή είναι η οικογένειά μου

ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ (Τ.Ε.Ι.Κ.) ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ (ΣΤΕΓ) ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (Φ.Π.) ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:

Άρθρο 2 -Καταχώρηση και τήρηση στοιχείων σε ηλεκτρονική µορφή

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός. Άρθρο 2. Δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους

Βασικές Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης της Εκπαίδευσης Α. ΑΞΙΩΤΑΚΗΣ Σχολικός Σύμβουλος ΠΕ 14-2 Οδοντιάτρων

Σε περίπτωση διαφοροποίησης των εκπαιδευτικών αναγκών είναι δυνατή η τροποποίηση (μείωση) των ωρών απασχόλησης ή καταγγελία της σύμβασης εργασίας,

Νεοελληνική Λογοτεχνία Θεωρητικής Κατεύθυνσης Α1. Β1. Ορόσημο Τηλ

Στο Δηµόσιο Σχολείο «µας»...

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ (συνταγείσα σύµφωνα µε το άρθρο 26 παρ. 2β του κ.ν. 2190/1920)

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2006 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΟΜΑ Α Α

Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας

ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΨΗΛΟΡΕΙΤΗ

Άρειος Πάγος Ολομέλεια Αριθμός απόφασης 7/2011

ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ

ÔÏÕËÁ ÓÁÑÑÇ ÊÏÌÏÔÇÍÇ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Γ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ Ν. 3481/2006

ΑΜΙΑΝΤΟΣ ΚΑΙ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟ ΣΩΜΑ: ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Ο Παρατηρητής της Γειτονιάς είναι κοινωνική εθελοντική. εργασία και υπόκειται στους Γενικούς Κανονισµούς των. Εθελοντικών Οµάδων

Αριθμός αποφάσεως 5928/2010 ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ (Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας)

Συµπεράσµατα από την ανάλυση συχνοτήτων στη Γεωµετρία Α Λυκείου. Για το 1 ο θέµα που αφορά τη θεωρία:

Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών το Π.Δ 152/2013, του Γιώργου Καλημερίδη

ΣΥΝΘΗΚΗ SCHENGEN (ΣΕΝΓΚΕΝ)

«Πολιτιστικές διαδροµές στα µεταλλευτικά τοπία της Kύθνου»

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ ΤΑΓΜΑ ΓΕΣ. Διακήρυξη με αριθμό 04/2014

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 183 «για την αναθεώρηση της (αναθεωρηµένης) σύµβασης για την προστασία της µητρότητας,»

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 1/2005. ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 9 Ν. 3302/04 (ΦΕΚ 267 τ.α ) περί ρύθµισης οφειλών του Ι.Κ.Α Ε.Τ.Α.Μ.

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΕΒΕ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Θεσσαλονίκη,

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

Transcript:

Αριθµός Απόφασης 4267/2013 ΤΟ ΠΟΛ ΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Αποτελούµενο από τους Δικαστές Αργυρώ Κανελλοπούλου Πρόεδρο Πρωτοδικών, Χαράλαµπος Κωτουλόπουλος Πρωτοδίκηw Ελένη Γρυπάρη Πρωτοδίκη - Εισηγήτρια και από τη Γραµµατέα Μαριάνθη Μισαηλίδου. Συνεδρίασε δηµόσια στο ακροατήριό του στις xx.cc.2013 για να δικάσει την υπόθεση µεταξύ: ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1...κατοίκου Γλυφάδας Αττικής οδός και 2..κατοίκου Γλυφάδας τους οποίους εκπροσώπησε ο...

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1. Της εδρεύουσας στο Αµαρούσιο Αττικής (Λ. Κηφισίας 62) ανώνυµης ασφαλιστικής εταιρείας µε την επωνυµία «.» της οποίας η άδεια έχει ανακληθεί και τέθηκε σε καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθάρισης νοµίµως εκπροσωπούμενη από τον επόπτη Ασφαλιστικής εκκαθάρισης και η οποία παραστάθηκε δια.. 2.. τον οποίο εκπροσώπησε... 3...τον οποίο εκπροσώπησε... 4. εµφανίστηκε µε. 5. ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως... 6. τον οποίο εκπροσώπησε. 7. τον οποίο εκπροσώπησε. 8. τον οποίο εκπροσώπησε 9. τον οποίο εκπροσώπησε... 10. την οποία εκπροσώπησε. 11. τον οποίο εκπροσώπησε 12. ο οποίος δεν εµφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε. 13. τον οποίο εκπροσώπησε. Οι ενάγοντες, ζητούν να γίνει δεκτή η από.2010 αγωγή τους που κατατέθηκε στη Γραµµατεία του Δικαστηρίου τούτου µε αριθµό καταθέσεως χχχχχ προσδιορίστηκε για την 28.11.2012 και γράφτηκε στο πινάκιο. Κατά την δικάσιµο εκείνη η συζήτηση

αναβλήθηκε για την δικάσιµο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των εναγόντων και των 1 ης, 2 ου, 3 ου, 4 ου, 5 ου,6 ου, 7 ου, 8 ου, 9 ου,10 ης, 11 ου και 13ου των εναγομένων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους. ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ Σύµφωνα µε το άρθρο 271 όπως αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 29 Ν.3994/2011 (ΦΕΚ Α 165/25.7.2011): «1. Αν ο εναγόµενος δεν εµφανιστεί κατά τη συζήτηση ή εµφανιστεί αλλά δεν λάβει µέρος σε αυτήν κανονικά, το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν σε αυτόν νόµιµα και εµπρόθεσµα, 2. Αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκαν εµπρόθεσµα, το δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση. Διαφορετικά συζητεί την υπόθεση ερήµην του εναγοµένου, 3. Στην περίπτωση ερηµοδικίας του εναγοµένου, οι περιεχόµενοι στην αγωγή πραγµατικοί ισχυρισµοί του ενάγοντος θεωρούνται οµολογηµένοι, εκτός αν πρόκειται για γεγονότα για τα οποία δεν επιτρέπεται οµολογία και η αγωγή γίνεται δεκτή, εφόσον κρίνεται νοµικά βάσιµη και δεν υπάρχει ένσταση που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως». Στην προκειµένη περίπτωση, από την υπ' αριθµ. 2949Γ/4-3-2011 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιµελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, Κων/νου Γιαννούλη, την οποία οι ενάγοντες νοµίµως προσκοµίζουν και επικαλούνται, αποδεικνύεται ότι ακριβές

επικυρωµένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, µε πράξη ορισµού δικασίµου και κλήση προς συζήτηση για την δικάσιµο της 28-11-2012, οπότε και αναβλήθηκε για την αναφερόµενη στην αρχή της παρούσας δικάσιµο, επιδόθηκε στον δωδέκατο εναγόµενο. Ο εναγόµενος αυτός όµως δεν εµφανίσθηκε κατά τη δικάσιµο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου και συνεπώς πρέπει να δικαστεί ερήµην (271 1,2 εδ. β ΚΠολΔ). 1. Με τις διατάξεις των παρ. 1, 4, 5 και 9 του άρθρου 12α του ΝΔ 400/1970, όπως τροποποιήθηκε µε εδάφιο δ' της παρ. 5 του άρθρου 10 ν. 2741/1999 ορίζεται ότι: "1. Σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης για παράβαση Νόµου, καθώς και σε κάθε περίπτωση λύσης του νοµικού προσώπου ασφαλιστικής επιχείρησης στην οποία έχει απαγορευθεί η ελεύθερη διάθεση περιουσιακών της στοιχείων, ακολουθεί το στάδιο ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Κατά το στάδιο αυτό και µέχρι την περάτωση της εκκαθάρισης η ασφαλιστική επιχείρηση δεν µπορεί να κηρυχθεί σε πτώχευση... 4. Κατά το χρονικό διάστηµα που η ασφαλιστική επιχείρηση βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση αναστέλλεται κάθε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της και σε βάρος των ασφαλισµένων της ασφαλίσεων αστικής ευθύνης, µέχρι το ποσό για το οποίο ευθύνεται σε ολόκληρο η ασφαλιστική επιχείρηση. Κατά το ίδιο χρονικό διάστηµα αναστέλλονται οι ατοµικές διώξεις των δικαιούχων ασφαλίσµατος κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης 5. Με τη θέση της επιχείρησης σε ασφαλιστική εκκαθάριση οι εκκρεµείς

δίκες συνεχίζονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών µέτρων µε πρωτοβουλία των δικαιούχων ασφαλίσµατος ή του επόπτη εκκαθάρισης και του εκκαθαριστή ή του επόπτη πτώχευσης και του συνδίκου. Εκκρεµείς διαφορές στον πρώτο βαθµό δικαιοδοσίας εισάγονται, µε κλήση οποιουδήποτε νοµιµοποιουµένου, στο µονοµελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης ανεξάρτητα από το ποσό. 9.Υστερα από αίτηση µετόχων ή εταίρων που αντιπροσωπεύουν περισσότερο από πενήντα εκατοστά (50%) του κεφαλαίου ασφαλιστικής επιχείρησης, του εκκαθαριστή ή του επόπτη, ο Υπουργός Εµπορίου µπορεί, εφόσον έχει περατωθεί η εκκαθάριση του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου, να κηρύξει τη λύση της ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Η εκκαθάριση δοσοληψιών εκτός ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου συνεχίζεται κατά τις διατάξεις που διέπουν την εκκαθάριση του νοµικού προσώπου της επιχείρησης (κοινή εκκαθάριση). Ανεξάρτητα από την υπαγωγή της επιχείρησης στο καθεστώς της ασφαλιστικής εκκαθάρισης, η περάτωση των εκτός του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου εκκρεµών υποθέσεων συνεχίζεται κατά τις διατάξεις της κοινής εκκαθάρισης. Εξάλλου, στη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 10 του ως άνω ΝΔ 400/ 1970 ορίζεται ότι: "3. Σε περίπτωση ασφαλιστικής εκκαθάρισης ή πτώχευσης ασφαλιστικής επιχείρησης ο, κατά το άρθρο 12α του παρόντος, επόπτης εκκαθάρισης ή πτώχευσης καλεί µέσα σε δέκα η µέρες από το διορισµό του τους δικαιούχου ασφαλίσµατος, µε ανακοίνωση, που δηµοσιεύεται µια φορά την εβδοµάδα, επί τρεις συνεχείς εβδοµάδες σε πέντε ηµερήσιες, ευρείας κυκλοφορίας, εφηµερίδες, από τις οποίες

µια τουλάχιστον εκδίδεται στην έδρα της επιχείρησης και µια οικονοµική, να του αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους µε όλα τα δικαιολογητικό τους στοιχεία µέσα σε τρεις µήνες από την τελευταία δηµοσίευση. Δεν καλούνται οι δικαιούχοι ασφαλίσεων αστικής ευθύνης από την κυκλοφορία αυτοκινήτων, καθώς και οι δικαιούχοι ασφαλίσεων ζωής, για τους οποίους δεν έχει επέλθει ασφαλιστική περίπτωση. Η επαλήθευση των απαιτήσεων γίνεται από τα ως άνω όργανα, αρχίζει το αργότερο µέσα σε τρεις ηµέρες από τη λύση της ως άνω προθεσµίας και ολοκληρώνεται στο συντοµότερο χρονικό διάστηµα. Γίνονται δεκτές οι απαιτήσεις που δεν αµφισβητούνται από τα ως άνω όργανα ή έχουν επιδικασθεί µε τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή απόφαση διαιτητικού δικαστηρίου. Ο επόπτης εκκαθάρισης και ο εκκαθαριστής ή ο επόπτης πτώχευσης και ο σύνδικος υποβάλλουν στο Υπουργείο Εµπορίου κατάσταση των δικαιούχων ασφαλίσµατος µέσα σε δύο µήνες από τη λύση της προθεσµίας υποβολής των αναγγελιών. Στην κατάσταση αυτήν περιλαµβάνονται, εφόσον έχουν επαληθευθεί οι απαιτήσεις τους: α) οι δικαιούχοι ασφαλίσµατος ασφαλίσεων ζωής, β) οι δικαιούχοι ασφαλίσµατος ασφαλίσεων κατά ζηµιών εκτός ασφαλίσεων αστικής ευθύνης από την κυκλοφορία αυτοκινήτων, που έχουν δηλώσει την επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης και έχει καταχωρηθεί η δήλωση στα βιβλία της ασφαλιστικής επιχείρησης και γ) όσοι αναγγέλθηκαν µέσα στην ως άνω προθεσµία. Για τις απαιτήσεις που αµφισβητούνται δικαστικά ή εξώδικα γίνεται χωριστή µνεία, στην οποία αναφέρεται το ποσό που εκτιµά ο επόπτης εκκαθάρισης και ο

εκκαθαριστής ή ο επόπτης πτώχευσης και ο σύνδικος και το ποσό που διεκδικεί ο δικαιούχος ασφαλίσµατος. Στην κατάσταση καταχωρίζονται και οι τυχόν διαφωνίες κατά την επαλήθευση µεταξύ επόπτη και εκκαθαριστή ή συνδίκου. Η κατάσταση καταχωρίζεται αµέσως στο µητρώο ασφαλιστικών επιχειρήσεων και η ανακοίνωση της καταχώρησης της δηµοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον ευρείας κυκλοφορίας ηµερήσιες εφηµερίδες από τις οποίες η µία τουλάχιστον εκδίδεται στην έδρα της επιχείρησης, µία φορά την εβδοµάδα επί τρεις συνεχείς εβδοµάδες. Αντιρρήσεις κατά της πιο πάνω κατάστασης ασκούνται µε ανακοπή στο µονοµελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης µέσα σε σαράντα πέντε ηµέρες από την τελευταία δηµοσίευση και εκδικάζονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών µέτρων. Έφεση κατά της απόφασης του πρωτοδικείου εκδικάζεται από το αρµόδιο εφετείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών µέτρων. Η απόφαση του εφετείου δεν υπόκειται σε κανένα ένδικο µέσο.". Από τον συνδυασµό των διατάξεων αυτών συνάγεται ιδιαιτερότητα της ασφαλιστικής εκκαθάρισης σε σχέση µε την κοινή εκκαθάριση. Έτσι, µε τη θέση της ασφαλιστικής εταιρείας σε εκκαθάριση, υπό τις προϋποθέσεις του ανωτέρω ΝΔ 400/1970, επέρχεται αναστολή των ατοµικών διώξεων των δικαιούχων ασφαλίσµατος, αναστολή κάθε είδους αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της ασφαλιστικής εταιρείας και τίθεται σε εφαρµογή συλλογική διαδικασία, που οµοιάζει µε την πτωχευτική προς σύµµετρη ικανοποίηση των δικαιούχων ασφαλίσµατος.

ΙΙ. Από τη διάταξη του όρθρου 914 ΑΚ, που ορίζει ότι όποιος ζηµιώσει άλλον παρόνο µα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζηµιώσει, συνδυαζόµενη µε εκείνες των άρθ ρων 297, 298 και 330 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι προϋποθέσεις της υποχρέωσης προς αποζηµίωση, είναι: 1) ζηµιογόνος συµπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), 2) παράνοµος χαρακτήρας της πράξης η παράλειψης, 3) υπαιτιότητα 4) ζηµία και 5) πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσµος, µεταξύ ζηµιογόνου συµπεριφοράς (νόµιµου λόγου ευθύνης) και αποτελέσµατος (ζηµίας). Από την ίδια διάταξη του άρθρου 914 του ΑΚ, σε συνδυασµό µε εκείνη του άρθρου 386 του ΠΚ, προκύπτει ότι γενεσιουργό λόγο της υποχρέωσης σε αποζηµίωση αποτελεί και η απάτη σε βάρος του ζηµιωθέντος, η οποία υπάρχει όταν κάποιος από δόλο προκαλεί, ενισχύει η διατηρεί µε κάθε µέσο η τέχνασµα σε άλλον τη σφαλερή αντίληψη πραγµατικών γεγονότων, ένεκα της οποίας αυτός προβαίνει σε δήλωση βούλησης η επιχείρηση πράξης, από την οποία υφίσταται ζηµία, εφόσον το χρησιµοποιηθέν απατηλό µέσο υπήρξε αποφασιστικό για τη γενόµενη δήλωση βούλησης ή την επιχειρηθείσα πράξη, ενώ δεν αποκλείεται η τυχόν χρησιµοποιηθείσα για την απάτη ψευδής παράσταση να αναφέρεται σε µελλοντικό γεγονός ή να συνδέεται µε απόκρυψη κρίσιµων γεγονότων αναγοµένων στο παρόν, την ύπαρξη των οποίων αγνοούσε ο ζηµιωθείς και γνώριζε αυτός που τον εξαπάτησε (ΑΠ 1516/1999), χωρίς να είναι αναγκαίο η προκληθείσα από την απατηλή συ µπεριφορά ζηµία να συνδέεται αποκλειστικά µε ωφέλεια αντίστοιχη, που επήλθε στο πρόσωπο του εξαπατήσαντος, αφού αυτή µπορεί να αφορά και τρίτο. Εξάλλου, κατά την έννοια της ως άνω

διάταξης ερµηνευοµένης ενόψει και του άρθρου 27 του Ποινικού Κώδικα, δόλος συντρέχει όχι µόνον όταν ο δράστης επιδιώκει την πρόκληση συγκεκριµένης ζηµίας, αλλά και όταν αποδέχεται την πιθανότητα προκλήσεως της ίδιας ζηµίας, είτε ως αναγκαία είτε ως ενδεχόµενη συνέπεια της παράνοµης συµπεριφοράς του. Στην περίπτωση δε της από κοινού τελούµενης απάτης, ενόψει της διατάξεως του άρθρου 45 Π.Κ., αντικειµενικά µεν απαιτείται σύµπραξη στην εκτέλεση της πράξεως και υποκειµενικά κοινός δόλος, δηλαδή ο κάθε αυτουργός θέλει ή αποδέχεται την πραγµάτωση της αντικειµενικής υποστάσεως του διαπραττοµένου εγκλήµατος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συµµέτοχοι πράττουν µε δόλο τελέσεως του ιδίου εγκλήµατος και θέλει ή αποδέχεται να ενώσει τη δική του δράση µε εκείνη του άλλου προς πραγµάτωση της αντικειµενικής υποστάσεως του ειρηµένου εγκλήµατος. Η σύµπραξη στην εκτέλεση της πράξεως της απάτης µπορεί να συνίσταται ή στο ότι καθένας πραγµατώνει την όλη αντικειµενική υπόσταση του εγκλήµατος, ή στο ότι το έγκληµα πραγµατώνεται µε συγκλίνουσες επί µέρους πράξεις των συµµετόχων, ταυτόχρονες ή διαδοχικές. Επίσης στην από κοινού τελούµενη απάτη για τον υπολογισµό του οφέλους ή της ζηµίας λαµβάνεται υπόψη το όλο, το σύνολο δηλαδή αυτών, αφού αυτό επεδίωκαν άπαντες οι υπαίτιοι, το ίδιο δε ισχύει και όταν η απάτη τελείται από κοινού σε βάρος περισσοτέρων. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 298 εδ. β' του ΑΚ προκύπτει, ότι η απαραίτητη για τη θεµελίωση της αξίωσης αποζηµίωσης αιτιώδης συνάφεια µεταξύ της παράνοµης συµπεριφοράς και της

προκληθείσας ζηµίας υπάρχει όταν, κατά τα διδάγµατα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ), η φερόµενη ως ζηµιογόνος πράξη ή παράλειψη κατά τη συνηθισµένη πορεία των πραγµάτων ή τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριµένης περίπτωσης (άρθρο 298 του ΑΚ) ήταν επαρκής, ήτοι ικανή (πρόσφορη) να επιφέρει το επιζήµιο αποτέλεσµα και επέφερε αυτό στη συγκεκριµένη περίπτωση (ΑΠ 468/2003). Εξάλλου, µε τη διάταξη του άρθρου 926 ΑΚ καθορίζονται, στα πλαίσια της αδικοπρακτικής ευθύνης, οι κατηγορίες των περιπτώσεων στις οποίες αναγνωρίζεται από Τ0 νόµο ευθύνη περισσότερων προσώπων. Η πρώτη κατηγορία αφορά την περίπτωση της επέλευσης της ζηµίας από κοινή πράξη περισσότερων προσώπων. Ως κοινή πράξη, κατά την έννοια της πιο πάνω διάταξης, νοείται κάθε µορφή συµµετοχής στην τέλεση της πράξης ή την επαγωγή της ζηµίας, αδιάφορα από το αν οι ενέργειες (πράξεις ή παραλείψεις) των περισσότερων προσώπων έγιναν ταυτόχρονα, παράλληλα η διαδοχικά. Αρκεί κάθε ενέργεια να συνδέεται αιτιωδώς µε το αποτέλεσµα, δηλαδή την επαγωγή της ζηµίας. Ο βαθµός δε της αιτιώδους συµβολής ή του πταίσµατος καθενός από τους περισσότερους δράστες, δεν ενδιαφέρει γία τη θεµελίωση της εις ολόκληρον ευθύνης, αλλά µόνο για την αναγωγή µεταξύ των συνοφειλετών κατ' άρθρο 927 ΑΚ (ΑΠ 299/2007). Περαιτέρω από τη διάταξη του αρθρ. 300 ΑΚ, η οποία εφαρµόζεται σε κάθε περίπτωση ζηµίας και συνεπώς και από αδικοπραξία, προκύπτει ότι όταν στη γένεση ή στην επέλευση της ζηµίας συντέλεσε και πταίσµα του ζηµιωθέντος, κατά την έννοια της διάταξης του αρθρ. 330 ΑΚ, το

δικαστήριο της ουσίας µπορεί, κατά την ελεύθερη κρίση του, αφού σταθµίσει τις περιστάσεις και ιδιαίτερα το βαθµό του πταίσµατος του ζηµιωθέντος και του ζηµιώσαντος ή να µη επιδικάσει αποζηµίωση ή να µειώσει το ποσό της (ΑΠ 1765/2011 Νόµος). ΠΙ Κατά το άρθρο 71 ΑΚ: "Το νοµικό πρόσωπο ευθύνεται για τις πράξεις ή τις παραλείψεις των οργάνων που το αντιπροσωπεύουν, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί και δηµιουργεί υποχρέωση αποζηµίωσης. Το υπαίτιο πρόσωπο ευθύνεται επιπλέον εις ολόκληρον". Κατά το άρθρο 63 παρ. 1 ΑΚ: "Το νοµικό πρόσωπο διοικείται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα". Κατά το άρθρο 67 ΑΚ: 'Όποιος έχει τη διοίκηση νοµικού προσώπου φροντίζει τις υποθέσεως του και το αντιπροσωπεύει δικαστικά και εξώδικα. Υποκατάσταση απαγορεύεται εφόσον η συστατική πράξη ή το καταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά". Από τον συνδυασµό των διατάξεων αυτών συνάγεται α) ότι οι νόµιµες υποχρεώσεις γενικώς των νοµικών προσώπων για πράξη ή παράλειψη ουσιαστικώς αφορούν τα διοικούντα και εκπροσωπούντα αυτά όργανα, ήτοι τα φυσικά πρόσωπα δια των οποίων διεξάγονται οι υποθέσεις τους και ενσαρκώνεται η βούλησή τους, β) ότι, σε περίπτωση αδικοπρακτικής ευθύνης του νοµικού προσώπου, δεν απαιτείται εξειδίκευση των επιµέρους αρµοδιοτήτων και της προσωπικής στάσης εκάστου µέλους της διοικήσεως για την κατ' αρχήν θεµελίωση της δικής του υποχρέωσης προς αποζηµίωση του βλαβέντος εκ του αδικήµατος και γ) ότι δύναται το µέλος της

διοικήσεως να επικαλεσθεί µε ένσταση (την οποία και βαρύνεται να αποδείξει) ότι για ειδικούς λόγους δεν είναι προσωπικώς υπαίτιο για την διάπραξη του αδικήµατος και την- εντεύθεν ζηµία του παθόντος, για την οποία ευθύνεται το νοµικό πρόσωπο (ΑΠ 627/2009 Νόµος). Στην προκειµένη περίπτωση µε την υπό κρίση αγωγή τους οι ενάγοντες εκθέτουν ότι κατήρτισαν µε την πρώτη εναγοµένη ασφαλιστική εταιρεία, µέλη του ΔΣ τη ς οποίας αποτελούν οι λοιποί εναγόµενοι, τα υπ' αριθµ. Δ-733781 /31-3-2009 και Δ-733780 Ι 31-3- 2009 ασφαλιστήρια συµβόλαια ζωής για το αποταµιευτικό πρόγραµµα «Aspis Asset», µε εγγυηµένο κεφάλαιο 108.300 ευρώ και εγγυηµένη ετήσια απόδοση τουλάχιστον 3%, µε καθαρό ασφάλιστρο 108.300 ευρώ για το κάθε συµβόλαιο, το οποίο και προκατέβαλαν. Ότι προέβησαν στην σύναψη των συµβολαίων αυτών πεισθέντες στις διαβεβαιώσεις της πρώτης εναγοµένης, µέσω του προστηθέντος αυτής ασφαλιστικού συµβούλου ΝΖ (µη διαδίκου), αλλά και µέσω των συνοδευτικών των ασφαλιστηρίων εγγράφων ότι πρόκειται για έναν από τους ισχυρότερους ασφαλιστικούς και χρηµατοοικονοµικούς οµίλους της χώρας, ενώ όπως εκ των υστέρων αποδείχθηκε η πρώτη

εναγοµένη ήδη από το έτος 2008 αντιµετώπιζε σοβαρότατα οικονοµικά προβλήµατα, συνεπεία των οποίων αρχικά τον Ιούλιο του έτους 2008 δεσµεύτηκε από την αρµόδια αρχή το σύνολο της περιουσίας της και στη συνέχεια τον Σεπτέµβριο του έτους 2009 ανακλήθηκε οριστικά η άδεια λειτουργίας της και ετέθη σε ασφαλιστική εκκαθάριση και ότι αν γνώριζαν την πραγµατική οικονοµική κατάσταση της πρώτης εναγοµένης δεν θα προέβαιναν στην σύναψη των εν λόγω συµβάσεων. Ότι, µετά από αυτά, στις 28-5-2010 µε τις από 25-5-2010 εξώδικες δηλώσεις τους κατήγγειλαν, κατ' άρθρο 8 4 εδ. 2 του Ν. 2496/1997, τις εν λόγω συµβάσεις ασφαλίσεως και ζήτησαν την επιστροφή σ' αυτούς των καταβληθέντων ασφαλίστρων. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητούν, µε τις περί αδικοπραξιών διατάξεις, να υποχρεωθούν οι εναγόµενοι ευθυνόµενοι εις ολόκληρον να τους καταβάλουν α) το ποσόν των 108.300 ευρώ, στον καθένα, νοµιµοτόκως από την επίδοση της αγωγής, ως αποζηµίωση από την προαναφερόµενη σε βάρος τους αδικοπραξία, β) το ποσόν των 14.500 ευρώ στον καθένα ως χρηµατική τους ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (επιφυλασσόµενοι να ζητήσουν ποσό 500 ευρώ ο καθένας. από άλλο αρµόδιο δικαστήριο, νοµιµοτόκως από την επίδοση της αγωγής και γ) το ποσόν των 5.144 ευρώ, νοµιµοτόκως από τη ν επίδοση της αγωγής, ως διαφυγόν κέρδος, όπως αυτό αναλύεται στην αγωγή, το οποίο αντιστοιχεί στην ετήσια πρόσοδο που θα αποκέρδαιναν για το χρονικό διάστηµα από την έναρξη των συµβάσεων έως την καταγγελία τους. Τα ίδια ως άνω ποσά των 108.300 ευρώ, στον καθένα, των 14.350 ευρώ για χρηµατική τους ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και των 5.144 ευρώ για διαφυγόν κέρδος, ζητούν από την πρώτη εναγοµένη ασφαλιστική εταιρεία επικουρικώς, εξαιτίας της προαναφερόµενης καταγγελίας των µεταξύ τους συµβάσεων, κατ' άρθρο 3 6 του ν.δ. 400/1970. Όλως επικουρικώς τα ως άνω ποσά

ζητούν από την πρώτη εναγοµένη και κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισµού. Τέλος, ζητούν να απαγγελθεί προσωπική κράτηση κατά τ ων εναγοµένων µελών του ΔΣ της πρώτης εναγοµένης εταιρείας ως µέσο εκτέλεσης της εκδοθησοµένης απόφασης και λόγω της αδικοπραξίας, να κηρυχθεί η εκδοθησοµένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή κατά τις καταψηφιστικές της διατάξεις και να καταδικαστούν οι εναγόµενοι στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης. Με αυτό το περιεχόµενο και αιτήµατα η αγωγή αρµοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου που είναι καθ' ύλην (άρθρα 9, 10, 14 και 18 αρ. 1 ΚΠολΔ) και κατά τόπον αρµόδιο (άρθρο 25 2 ΚΠολΔ), πλήν όµως, όσον αφορά την πρώτη εναγοµένη ανώνυµη εταιρεία, θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη για το λόγο ότι, όπως προκύπτει από το υπ' αριθµ. 11292/21-9-2009 φύλλο της Εφηµερίδος της Κυβερνήσεως (Τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ), δυνάµει της µε αριθµό 156 αποφάσεως της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφαλίσεως, ανακλήθηκε οριστικά η άδεια λειτουργίας της εναγοµένης ασφαλιστικής εταιρείας για όλους τους κλάδους ασφαλίσεως αυτής, δεσµεύτηκε το σύνολο των περιουσιακών της στοιχείων, το οποίο και χαρακτηρίστηκε ως ασφαλιστική τοποθέτηση, ενώ η ίδια ετέθη υπό καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως, κατά τις διατάξεις του ΝΔ 400/1970, µε Επόπτη Ασφαλιστικής Εκκαθαρίσεως το Δικηγόρο Αθηνών,, συνεπεία δε, της θέσεώς της αυτής, βάσει των διατάξεων του ως άνω νοµοθετικού διατάγµατος, σύµφωνα και µε τα όσα ειδικότερα, εκτίθενται στη µείζονα σκέψη της. παρούσας, αναστέλλονται όλες οι ατομικές διώξεις των δικαιούχων ασφαλίσµατος εις βάρος της, πλην των εκκρεµών, µε αποτέλεσµα η υπό κρίση αγωγή, ασκηθείσα την 13η Ιανουαρίου 2010 (βλ. τη µε αριθµό 2594δ' /13-1-

2010 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιµελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, Θεόδωρου -Δηµητρακόπουλου, ήτοι µεταγενέστερα από τη θέση της πρώτης εναγοµένης ασφαλιστικής εταιρείας υπό καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως (η οποία έλαβε χώρα στις 21-9-2009), να τυγχάνει απαράδεκτη, αφού οι ενάγοντες-δικαιούχοι ασφαλίσµατος δε δικαιούνται πλέον να ασκήσουν κατ' αυτής ατοµικές διώξεις (στην έννοια των οποίων, κατ' αναλογική εφαρµογή της διατάξεως του άρθρου 25 Ν. 3588/20.07, περιλαµβάνεται και η άσκηση αναγνωριστικής ή καταψηφιστικής αγωγής), αλλά αντιθέτως να ακολουθήσουν τις προβλεπόµενες στο ως άνω νοµοθετικό διάταγµα διαδικασίες, ήτοι να αναγγείλουν τις όποιες τυχόν απαιτήσεις τους εις βάρος της τεθείσης υπό καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως εναγοµένης ασφαλιστικής εταιρείας, µαζί µε όλα τα απαιτούµενα δικαιολογητικά αυτών, στον επόπτη εκκαθαρίσεως, όπερ και συνέβη, όπως αναφέρουν και οι ίδιοι οι ενάγοντες στην υπό κρίση αγωγή. Συνεπώς η υπό κρίση αγωγή, καθ' ο µέρος αφορά την πρώτη εναγοµένη ασφαλιστική εταιρεία, τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη, τα δε δικαστικά έξοδα αυτής πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εναγόντων λόγω της ήττας τους (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) κατά τα οριζόµενα στο διατακτικό. Περαιτέρω η αγωγή, καθ' ο µέρος αφορά τους λοιπούς εναγοµένους - µέλη του ΔΣ της πρώτης εναγοµένης ασφαλιστικής εταιρείας που ενάγονται µε τις διατάξεις περί αδικοπραξίας είναι ορισµένη και νόµιµη (καθόσον σύµφωνα µε την αληθή ερµηνεία των αναφερόμενων στη µείζονα σκέψη διατάξεων, αλλά και κατά το άρθρο 2 9 του Νόµου 3867/2010: «Αξιώσεις αποζηµίωσης των ασφαλισµένων και των λοιπών δικαιούχων κατά των προσώπων που είχαν τη διοίκηση της επιχείρησης της οποίας ανακλήθηκε η άδεια ή κατά τρίτων υπαιτίων δεν θίγονται από τις

ρυθµίσεις αυτού του νόμου» και συνεπώς δεν ισχύει γι' αυτούς η κατά τα ανωτέρω αναστολή των ατοµικών διώξεων των δικαιούχων ασφαλίσµατος), πλην του αιτήµατος για την καταβολή ποσού 5.144 ευρώ ως διαφυγόν κέρδος το οποίο πρέπει να απορριφθεί. Και τούτο διότι, οι ενάγοντες ζητούν ως διαφυγόν κέρδος την ετήσια πρόσοδο που θα ελάµβαναν από την έναρξη της ασφαλίσεως την 31-3-2009 έως την 28-5-2009, ότε και προέβησαν σε καταγγελία των εν λόγω ασφαλιστικών συµβάσεων. Όµως σύµφωνα µε τα στην αγωγή αναφερόµενα, κατά τα τις ασφαλιστικές αυτές συµβάσεις η ετήσια πρόσοδος θα καταβαλόταν µε τη συµπλήρωση εκάστου έτους ασφαλίσεως και τέτοιο δικαίωµα οι ενάγοντες δεν είχαν αποκτήσει την 21-92009, ηµεροµηνία κατά την οποία η ασφαλιστική εταιρεία ετέθη σε ασφαλιστική εκκαθάριση, αφού δεν είχε συµπληρωθεί έτος από την έναρξη της ασφαλίσεως. Στηρίζεται, κατά τα λοιπά, στις διατάξεις των άρθρων 63 1, 67, 71297,298,299,346,914,922,926,932 ΑΚ, 176, 907, 908 και 1047 ΚΠολΔ. Εποµένως, κατά το µέρος που κρίθηκε νόµιµη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιµότητα, δεδοµένου ότι έχει καταβληθεί το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήµου µε τα νόµιµα υπέρ τρίτων ποσοστό (βλ. τα υπ' αριθµ. 13454990 και 123454991/6-3-2013 διπλότυπα είσπραξης της Δ.Ο.Υ ΙΓ Αθηνών και τις υπ' αριθµ. 705318 και 705318/6-3-2013 αποδείξεις του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ). Σύµφωνα και µε τα στη µείζονα σκέψη εκτεθέντα, οι παραπάνω ισχυρισµοί της ενάγουσας, που δεν αναφέρονται σε γεγονότα για τα οποία απαγορεύεται η οµολογία, τεκµαίρονται αληθινοί λόγω της ερημοδικίας του δωδέκατου εναγομένου στην προκείµενη συζήτηση της αγωγής, εναντίον της οποίας δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται

αυτεπάγγελτα (ΚΠολΔ 271, παρ. 3). Ενόψει λοιπόν των ανωτέρω τεκµαιροµένων ως αληθινών γεγονότων και µάλιστα από την εκ µέρους του δωδέκατου εναγομένου εις βάρος των εναγόντων παρόνοµης και υπαίτιας συµπεριφοράς, η οποία συνιστά το αδίκηµα της απάτης, οι τελευταίοι υπέστησαν ζηµία συνολικού ύψους 108.300 ευρώ, έκαστος, ενώ υπέστησαν και ηθική βλάβη, ώστε δικαιούνται προς αποκατάστασή της χρηµατικής ικανοποίησης. Για τον προσδιορισµό αυτής, αφού ληφθούν υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες και περιστάσεις υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αδικοπραξία, η έκταση της ζηµίας, ο βαθµός υτιαιτιότητας του δωδέκατου εναγοµένου και η οικονοµική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων, κρίνεται εύλογο το ποσό των 10.000 ευρώ σε έκαστο. Περαιτέρω, από την εκτίµηση της ένορκης κατάθεσης του µάρτυρα του τέταρτου εναγοµένου στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, η οποία καταχωρίστηκε στα ταυτάριθµα µε την απόφαση πρακτικό δηµόσιας συνεδρίασής του, της υπ' αριθµ. 1013/31-1.-2013 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών του µάρτυρα ΙΠ που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι ενάγοντες και η οποία λήφθηκε νοµότυπα ύστερα από νόµιµη κλήτευση των αντιδίκων τους (βλ. τις υπ' αριθµ. 5011Γ', 5012Γ', 5013Γ', 5017Γ', 5021Γ', 5018Γ', 5019Γ', 5020Γ', 5014Γ', 5015Γ', 5016Γ,/23-1-2013, 5033Γ', 5034Γ' /25-1- 2013 και 5027Γ' /24-1-2013 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιµελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Βασιλείου Χαραλάµπη), όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που νόµιµα και εµπρόθεσµα προσκοµίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, άλλα από τα οποία λαµβάνονται υπόψη για άµεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκµηρίων αποδείχθηκαν πλήρως τα εξής πραγµατικά περιστατικά: Η πρώτη εναγοµένη µε την επωνυµία «.» (για την οποία, όπως προαναφέρθηκε, η αγωγή τυγχάνει απαράδεκτη), είναι ελληνική

ασφαλιστική επιχείρηση, της οποίας η άδεια συστάσεως και λειτουργίας έχει ανακληθεί οριστικώς για όλους τους κλάδους, το σύνολο της περιουσίας της έχει χαρακτηρισθεί ασφαλιστική τοποθέτηση και έχει δεσµευθεί, έχει δε τεθεί σε ασφαλιστική εκκαθάριση δυνάµει της 156/ 16 και 21-9-2009 αποφάσεως του Διοικητικού Συµβουλίου της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτική; Ασφαλίσεως (ΦΕΚ τ. ΑΕ & ΕΠΕ 11292/21.9.2009), εκτός του χαρτοφυλακίου ζωής, που έχει εξαιρεθεί της ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως δυνάµει των αποφάσεων του Υπουργού Οικονοµίας και Οικονοµικών υπ' αριθµ. 46704/Β.2260/22.9.2009 και 48375 Β.2272/28.9.2009 και Β.77/ 15.1.2010 (ΦΕΚ β' 2044/23.9.2009, 2083/28.9.2009 και 62/27.1.2010, αντιστοίχως). Έχει δε, κατά το ν.δ. 400/1970, ορισθεί επόπτης ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως.. Ο δεύτερος εναγόµενος χχ ήταν µέχρι την 21-9-2009 ηµεροµηνία ανακλήσεως της άδειας της πρώτης εναγοµένης πρόεδρος και διευθύνων σύµβουλος της εκτελεστικό µέλος. Ο τρίτος εναγόµενος ψψψ δικηγόρος, ήταν αντιπρόεδρος, µη εκτελεστικό µέλος. Ο τέταρτος εναγόµενος, χχχχχ, ήταν εκτελεστικό µέλος. Ο πέµπτος εναγόµενος ςςςςς, δικηγόρος, ήταν µη εκτελεστικό µέλος. Ο έκτος εναγόµενος ζζζζζ, σύµβουλος επιχειρήσεων, ήταν µη εκτελεστικό µέλος. Ο έβδοµος εναγόµενος δδδδ, καθηγητής. στο Πανεπιστήµιο., ήταν µη εκτελεστικό µέλος και, δυνάµει της από 20-6-2008 αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως της πρώτης εναγοµένης, µέλος της Επιτροπής Ελέγχου. Ο όγδοος εναγόµενος ννννν Πολιτειολόγος, ήταν µη εκτελεστικό µέλος και, δυνάµει της από 20-6-2008 αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως της πρώτης εναγοµένης, µέλος της Επιτροπής Ελέγχου. Ο ένατος εναγόµενος φφφφ, ήταν εκτελεστικό µέλος από 25-6-2007 µέχρι της παραιτήσεώς του που εγκρίθηκε µε την από 26-3-2008 απόφαση του Δ.Σ. της πρώτης εναγοµένης. Η δέκατη εναγοµένη λλλλλ ήταν µη

εκτελεστικό µέλος από 25-6-2007 µέχρι της παραιτήσεως της που εγκρίθηκε µε την κατά την 7-8-2008 απόφαση του Δ.Σ. της πρώτης εναγοµένης, η οποία καταχωρήθηκε στο υπ' αριθµ. 10040/1-9-2008 ΦΕΚ τ. ΑΕ-ΕΠΕ. Ο εντέκατος εναγόµενος ρρρρρ ήταν µη εκτελεστικό µέλος. Ο δωδέκατος εναγόµενος γγγγγ (για τον οποίο η υπό κρίση αγωγή έχει γίνει ήδη δεκτή) ήταν µη εκτελεστικό µέλος. Ο δέκατος τρίτος εναγόµενος ττττττ καθηγητής στο., ήταν µη εκτελεστικό µέλος.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες µε τις από 303-2009 αιτήσεις τους αιτήθηκαν την σύναψη ασφαλιστηρίων συµβολαίων ζωής για το αποταµιευτικό πρόγραµµα «ASPIS ASSET». Κατόπι τούτου εκδόθηκε το υπ' αριθµ. 733781/31-3-2009 Ασφαλιστήριο συµβόλαιο, µε λήπτη και ασφαλισµένο τον πρώτο ενάγοντα και δικαιούχο ασφαλίσµατος σε περίπτωση θανάτου του την δεύτερη ενάγουσα, σύζυγό του και το υπ' αριθµ. 733780/31-3-2009 Ασφαλιστήριο συµβόλαιο µε λήπτρια και ασφαλισµένη τη δεύτερη ενάγουσα και δικαιούχο ασφαλίσµατος σε περίπτωση θανάτου της τον πρώτο ενάγοντα, µε ημερομηνία έναρξης την 30-3-2009, ηµεροµηνία λήξης την 30-3-2019, εφ άπαξ καταβαλόµενο καθαρό ασφάλιστρο ύψους 108.300 ευρώ, για το κάθε συµβόλαιο εγγυηµένη ετήσια απόδοση ποσοστού 3% και δικαίωµα εξαγοράς µετά τριετία. Αποδείχθηκε, περαιτέρω ότι το πραγµατικό ασφάλιστρο που καταβλήθηκε για τα ως άνω συµβόλαια ανέρχεται στο ποσό των 100.000 ευρώ από τον κάθε ενάγοντα. Αποδείχθηκε επίσης ότι στην απόφαση των εναγόντων να προβούν στη σύναψη των εν λόγω συµβάσεων µε την πρώτη εναγοµένη ασφαλιστική εταιρεία συνετέλεσε προεχόντως το γεγονός ότι αυτή παρουσιαζόταν στο

καταναλωτικό κοινό µέσω των πληροφοριακών εγγράφων των ασφαλίσεών της και στα συνοδευτικά των ασφαλιστηρίων της έγγραφα, που επέδειξε στους ενάγοντες ο προστηθείς της πρώτης εναγοµένης δια µεσολαβήσας στην προκείµενη ασφάλιση ΝΖ ως ισχυρή ασφαλιστική επιχείρηση. Τα ασφαλιστήρια µάλιστα συµβόλαια συνοδεύονταν από έντυπο το οποίο υπογραφόταν από τον δεύτερο εναγόµενο, από τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύµβουλό της πρώτης εναγοµένης εταιρείας στο οποίο αναγραφόταν ότι «η Ασπίς Πρόνοια τα τελευταία χρόνια εξελίχθηκε σ' έναν από τους ισχυρότερους ασφαλιστικούς και χρηµατοοικονοµικούς οµίλους της χώρας µας. Πιστεύω ότι η επιλογή σας θα δικαιώσει τις προσδοκίες σας. Ο Όµιλος.. µε εξειδικευµένες εταιρείες προσφέρει ένα ευρύ φάσµα ασφαλιστικών, τραπεζικών και επενδυτικών υπηρεσιών», Κατά τις διαπραγµατεύσεις δηλ. για τη σύναψη των εν λόγων συµβάσεων, το µήνα Μάρτιο του 2009, η πρώτη εναγοµένη δια του προστηθέντος της ασφαλιστικού συµβούλου διαβεβαίωσε ψευδώς στους ενάγοντες ότι επρόκειτο για µια ανθηρή και ισχυρή ασφαλιστική εταιρεία, ενώ η αλήθεια ήταν ότι η εταιρεία αυτή αντιµετώπιζε σοβαρότατα οικονοµικά προβλήματα συνεπεία των οποίων µάλιστα τον Ιούλιο του έτους 2008 δεσµεύθηκε από την αρµόδια αρχή το σύνολο της περιουσίας της και τον Σεπτέµβριο 2009 ανακλήθηκε οριστικά η άδειά της και ετέθη σε ασφαλιστική εκκαθάριση. Έτσι εάν οι ενάγοντες γνώριζαν την πραγµατική οικονοµική κατάσταση της πρώτης εναγοµένης δεν θα προέβαιναν στη σύναψη των εν λόγω ασφαλιστικών συµβάσεων και δεν θα

ζηµιώνονταν κατά το ως άνω ποσό του καταβληθέντος ασφαλίστρου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι από την ως άνω αδικοπρακτική συµπεριφορά της πρώτης εναγοµένης οι ενάγοντες ζηµιώθηκαν κατά το ποσόν των 100.000 ευρώ ο καθένας, το οποίο αντιστοιχεί, όπως προαναφέρθηκε στο ποσόν που κατέβαλαν αυθηµερόν κατά την υπογραφή των εν λόγω ασφαλιστικών συµβάσεων. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι για την ανωτέρω ζηµία των εναγόντων ευθύνονται εις ολόκληρον και ο δεύτερος, τρίτος, τέταρτος, πέµπτος, έκτος, έβδοµος, όγδοος, εντέκατος και δέκατος τρίτος εναγόμενος, διότι αυτοί ως µέλη του ΔΣ της ασφαλιστικής εταιρείας, κατά την ηµεροµηνία σύναψης των εν λόγω συµβάσεων (31-32009), (ανεξαρτήτως της διάκρισης εκάστου αυτών σε εκτελεστικό ή µη µέλος) ασκούσαν τη διοίκηση της εταιρείας και είχαν υποχρέωση εποπτείας και ελέγχου της όλης δραστηριότητάς της και ασφαλώς γνώριζαν την δυσχερέστατη οικονοµική κατάστασή της εφόσον είχε ήδη εκδοθεί τον Ιούλιο του έτους 2008 το πόρισµα του

σχετικού χρηματοοικονοµικού ελέγχου που είχε διενεργήσει για την ανώνυµη εταιρεία «..», θυγατρικής της πρώτης εναγοµένης, η Επιτροπή Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης, όπως αυτό προκύπτει από το υπ' αριθµ. 125/29-7-2008 πρακτικό του ΔΣ της ΕΠ.Ε.Ι.Α, το οποίο δηµοσιεύτηκε στο υπ' αριθµ. 1586/7-8-2008 ΦΕΚ Τεύχος Β και βάσει του οποίου απαγoρεύτηκε η ελεύθερη διάθεση του συνόλου των υφισταµένων περιουσιακών στοιχείων της πρώτης εναγοµένης. Έτσι παρόλο που γνώριζαν την κακή οικονομική κατάσταση της ανωτέρω εταιρείας, εντούτοις συνέχιζαν να ακολουθούν ως πάγια εµπορική πρακτική να παρουσιάζουν αυτή, µέσω των συνοδευτικών των ασφαλιστηρίων εντύπων και μέσω των ασφαλιστικών τους συµβούλων, ως µια εύρωστη ασφαλιστική εταιρεία, παραπλανώντας το καταναλωτικό κοινό και επομένως και τους ενάγοντες, αποδεχόμενοι ως ενδεχόµενο το γεγονός ότι όσοι συνάπτουν ασφαλιστήρια συµβόλαια µε την ευρισκόµενη σε δεινή οικονομική κατάσταση πρώτη εναγομένη να κινδυνεύουν να χάσουν τα χρήµατα τους. Ο δε προβαλλόµενος ισχυρισµός των εναγοµένων ότι δεν υπέχουν ευθύνη διότι δεν γνώριζαν την οικονομική κατάσταση της πρώτης εναγοµένης ελέγχεται ως αβάσιµος, καθόσον πρόκειται για πρόσωπα µε εξειδικευµένη γνώση και εµπειρία του αντικειµένου της πρώτης εναγοµένης εταιρείας, όπως προκύπτει από τις ανωτέρω αναφερόµενες ιδιότητές τους, (ασφαλιστές, οικονοµολόγοι, δικηγόροι, σύµβουλοι επιχειρήσεων, καθηγητές πανεπιστηµίου), σε κάθε δε περίπτωση ως µέλη του ΔΣ της ασφαλιστικής εταιρείας, εκτελεστικά και µ η έχουν καθήκον

εποπτείας, ελέγχου και έρευνας της δράσεως της εταιρείας. Όσον αφορά τον προβαλλόµενο ισχυρισµό του δεύτερου, τρίτου, τέταρτου και δέκατης εναγομένης περί συντρέχοντος πταίσµατος των εναγόντων διότι θα μπορούσαν να γνωρίζουν την δυσχερή οικονομική θέση της εταιρείας και να αποφύγουν να συµβληθούν µε εκείνη, καθόσον η ανωτέρω απόφαση της ΕΠΙΕΑ είχε δηµοσιευτεί στο υπ' αριθµ. 1586/7-8-2008 ΦΕΚ πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιµος, διότι δεν έχουν υποχρέωση, ούτε τις γνώσεις οι απλοί καταναλωτές, που επιθυμούν τη σύναψη ασφαλιστικών συµβάσεων, όπως οι ενάγοντες, να προβαίνουν σε ελέγχους της φερεγγυότητας των ασφαλιστικών εταιρειών, ώστε να συντρέχει πταίσµα των ίδιων στην προκληθείσα απ' αυτές ζημία. Σε κάθε δε περίπτωση η παράλειψη ελέγχου ή η αµέλεια στην ενηµέρωση δεν αποκλείει τον αιτιώδη σύνδεσµο µεταξύ των διαβεβαιώσεων των εναγομένων (δια του ασφαλιστικού συµβούλου και των προαναφερόµενων διαφηµιστικών εντύπων) και της πλάνης που δηµιουργήθηκε στους ενάγοντες και τους οδήγησε στην σύναψη των εν λόγω συµβάσεων, αφού στην περίπτωση της αδικοπρακτικής απάτης, δεν αποκλείει τον αιτιώδη σύνδεσµο η ελαφρότητα, η αµέλεια και το ευεπίφορο του παθόντος στη δηµιουργία πλάνης, που δεν θα µπορούσε να δηµιουργηθεί σε ένα προσεκτικότερο ή συνετότερο άτοµο (ΑΠ 16/2005 Νόµο). Άλλωστε οι ίδιοι οι ως άνω εναγόµενοι, όπως προαναφέρθηκε, επικαλούνται ως απαλλακτικό της ευθύνης τους λόγο ότι, αν και µέλη του ΔΣ της ανωτέρω εταιρείας και παρά τις εξειδικευµένες γνώσεις τους, δεν γνώριζαν την κακή οικονοµική

πορεία της ίδιας της εταιρείας τη διοίκηση της οποίας ασκούν, ενώ προβάλουν ως επιχείρημα της περί συντρέχοντος πταίσµατος ενστάσεως τους, την δημοσιότητα µέσω της δηµοσίευσης στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως από το έτος 2008 της προαναφερόµενης απόφασης της ΕΠΕΙΑ, την οποία όφειλαν, όπως υποστηρίζουν, να γνωρίζουν οι ενάγοντες και χωρίς εξειδικευµένες γνώσεις, απλοί καταναλωτές. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι για την ανωτέρω ζηµία των εναγόντων δεν ευθύνονται ο ένατος εναγόµενος και η δέκατη εναγοµένη διότι, κατά την ηµεροµηνία σύναψης των εν λόγω ασφαλιστικών συµβάσεων οι εναγόµενοι αυτοί δεν ήσαν πλέον µέλη του ΔΣ της ασφαλιστικής εταιρείας. Ειδικότερα ο ένατος εναγόµενος υπέβαλε παραίτηση, η οποία εγκρίθηκε µε την από 26-3- 2008 απόφαση του ΔΣ της πρώτης εναγοµένης, όπως προκύπτει και από το υπ' αριθµ. 11415/23-9-2009 ΦΕΚ τ ΑΕ-ΕΠΕ, ενώ η δέκατη εναγοµένη υπέβαλε παραίτηση, η οποία εγκρίθηκε µε την από. 7-8-2008 Απόφαση του ΔΣ, η οποία δηµοσιεύτηκε στο υπ' αριθµ. 10040/1-9-2008 ΦΕΚ τ. ΑΕ-ΕΠΕ. Εποµένως, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως προς τους εναγόµενους αυτούς και να ετιιβληθούν τα δικαστικά τους έξοδα σε βάρος των εναγόντων λόγω της ήττας τους (άρθρα 176 και 191 2 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, από την ανωτέρω αδικοπρακτική συµπεριφορά των εναγοµένων οι ενάγοντες υπέστησαν ηθική βλάβη και δικαιούνται προς αποκατάστασή της χρηµατικής ικανοποίησης. Για τον προσδιορισµό αυτής, αφού ληφθούν υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες και περιστάσεις υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αδικοπραξία, η έκταση της ζηµίας, ο βαθµός υπαιτιότητας του δωδέκατου εναγοµένου και η

οικονοµική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων, κρίνεται εύλογο το ποσό των 10.000 ευρώ σε έκαστο. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει εν µέρει δεκτή και να υποχρεωθούν όλοι οι εναγόµενοι (πλην του ένατου και της δέκατης εναγοµένης) να καταβάλουν σε κάθε ενάγοντα, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσόν των ( 100.000+ 10.000=) 110.000 ευρώ, νοµιµοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Περαιτέρω, πρέπει να υποχρεωθεί ο δωδέκατος εναγόµενος να καταβάλει σε κάθε ενάγοντα το επιπλέον ποσόν των 8.300 ευρώ, νοµιµοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Το παρεπόµενο αίτηµα περί κηρύξεως της αποφάσεως προσωρινά εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί, δεδοµένου ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση δε θα προκαλέσει σημαντική ζημία στους ενάγοντες. Επίσης, το παρεπόµενο αίτηµα περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης εις βάρος των αδικοπραγησάντων εναγομένων πρέπει ν' απορριφθεί κατ' ουσίαν, δεδομένου ότι δεν προέκυψαν από τη διαδικασία οι απαιτούµενοι ειδικοί όροι, όπως λ.χ. αφερεγγυότητα, αποστέρηση της περιουσίας τους κλπ. Τέλος, µέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των εναγοµένων λόγω της εν µέρει νίκης κα ι ήττας τους (άρθρα 178 και 191 1 ΚΠολΔ) κατά τα οριζόµενα στο διατακτικό και να οριστεί το νόµιµο παράβολο για την άσκηση ανακοπής ερηµοδικίας εκ µέρους του δωδέκατου εναγοµένου (άρθρα 501, 502 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόµενα επίσης ειδικότερα στο διατακτικό. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ Α ΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήµην του δωδέκατου εναγοµένου και αντιµωλία των λοιπών διαδίκων. ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερηµοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) Ευρώ. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ότι κρίθηκε απορριπτέο. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή ως προς την πρώτη εναγοµένη, τον ένατο εναγόµενο και τη δέκατη εναγοµένη. ΕΠΙΒΑΛΕΙ σε βάρος των εναγόντων τα δικαστικά έξοδα των ανωτέρω εναγοµένων, τα οποία ορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. ΔΕΧΕΤΑΙ εν µέρει την αγωγή. ΥΠΟΧΡΈΩΝΕΙ τους λοιπούς εναγοµένους να καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, σε κάθε ενάγοντα, το ποσό των εκατόν δέκα χιλιάδων ευρώ (110.000 ) νοµιµοτόκως από την επίδοση της αγωγής ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον δωδέκατο εναγόµενο να καταβάλει σε κάθε ενάγοντα το ποσό των οκτώ Χιλιάδων τριακοσίων (8.300 ) νοµιµοτόκως από την επίδοση της αγωγής. ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγοµένων µέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων το οποία ορίζει στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων τετρακοσίων (4.400) ευρώ στον καθένα. Κρίθηκε, αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 25.7.2013