διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Σχετικά έγγραφα
Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

της 21ης της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του με δικαστηρίου αιτούντος Βελγικού Δημοσίου, εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Δικαιοσύνης,

της 31ης Δικαστήριο, Οκτωβρίου 1974 εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, καθώς και

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

INTERNATIONAL FRUIT COMPANY ΚΑΤΑ PRODUKTSCHAP VOOR GROENTEN EN FRUIT ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

της 19ης Νοεμβρίου 1975 *

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς

της 3ης Απριλίου 1968*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 18ης Μαρτίου 1980 *

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation του Βελγίου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία το

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

της 25ης Οκτωβρίου 1979 *

REGINA ΚΑΤΑ THOMPSON κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 148/78 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

Οικονομικής Κοινότητας, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τους νομικούς

της 30ής Ιουνίου 1966<appnote>*</appnote>

ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παράπέμποντος

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 *

της 17ης Δεκεμβρίου 1970<appnote>*</appnote>

Συνθήκης ΕΟΚ, Δικαστήριο, της 8ης. Στην υπόθεση 43/75, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Μαΐου 1980 *

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( έκτο τμήμα ) της 27ης Σεπτεμβρίου 1989 *

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 9, παράγραφος 1, 12, 13, παράγραφος 2, 92, 93 και 95 της Συνθήκης ΕΟΚ,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

θεσπίσεως κοινής πολιτικής δομών στον τομέα της αλιείας και κοινής οργανώσεως Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 3/76, 4/76 και 6/76, 6/76) αντιστοίχως,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 20ής Σεπτεμβρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 34/79 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477

της 18ηςΜαρτίου 1970<appnote>*</appnote>

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) 27 Νοεμβρίου 1985 *

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από το νομικό της

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 7ης Μαΐου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 *

της 31ης Μαρτίου 1971<appnote>*</appnote>

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Σεπτεμβρίου 1980 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Μαρτίου 1980 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 *

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 18ης Μαρτίου 1980 *

Υπόθεση C-309/99. J. C. J. Wouters κ.λπ. κατά Algemene Raad van die Nederlandse Orde van Advocaten

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 29ης Φεβρουαρίου 1996 *

Αριθμός 73(Ι) του 2018 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( δεύτερο τμήμα ) 14 Φεβρουαρίου 1985 '

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Σεπτεμβρίου 1988 *

Συλλογή της Νομολογίας

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 13 Φεβρουαρίου 1985 '

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 12ης Μαρτίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 *

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Μαΐου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 9/73 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ 1/76 ΤΗΣ του. Υιοθετηθείσα από το Δικαστήριο άποψη

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Μαΐου 1998*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*)

Transcript:

κατ' VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDR1JFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 33/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Centrale raad van beroep (Εφετείο των Κάτω Χωρών επί θεμάτων κοινωνικής ασφάλισης) προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ Johannes Henricus Maria van Binsbergen, εγκαταστάτη, κατοίκου Beesel (Κάτω Χώρες) και Bestuur van de Bedrijfsvereniging voor de Metaalnijverheid (Κεντρική Ένωση Επαγγελματιών Μεταλλουργίας), με έδρα τη Χάγη, αποφά η έκδοση προδικαστικής σεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 59 και 60 της Συνθήκης θερης παροχής υπηρεσιών στην Κοινότητα, ΕΟΚ περί ελεύ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, συγκείμενο από τους R. Lecourt, πρόεδρο, C. O'Dálaigh και Α. J. Mackenzie Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco J. Mertens de Wilmars, P. Pescatore (εισηγητή), Η. Kutscher και Μ. Sørensen, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: Η. Mayras γραμματέας: Α. Van Houtte εκδίδει την ακόλουθη * Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική. 515

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3.12.1974 33/74 Απόφαση (το μέρος που περιέχει τα περιστατικά παραλείπεται) Σκεπτικό 1 Με Διάταξη της 18ης Απριλίου 1974, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Μαΐου του ίδιου έτους, το Centrale raad van beroep, υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, ερωτήματα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 59 και 60 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, για την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας. 2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο διαφοράς ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου σχετικά με το δικαίωμα παραστάσεως του προσώπου που επέλεξε ως πληρεξούσιο ο προσφεύγων στην κύρια δίκη. 3 Από το φάκελο προκύπτει ότι ο εν λόγω διάδικος ανέθεσε την υπεράσπιση των συμφερόντων του σε πληρεξούσιο ολλανδικής υπηκοότητας, ο οποίος αναλαμβάνει την εκπροσώπιση των διαδίκων ενώπιον δικαστηρίων, όπου δεν είναι υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρου. 4 Επειδή ο πληρεξούσιος αυτός μετέφερε, ενώ εκκρεμούσε η δίκη, την κατοικία του από τις Κάτω Χώρες στο Βέλγιο, αμφισβητήθηκε η ικανότητά του εκπροσωπήσεως του διαδίκου ενώπιον του Centrale raad van beroep βάσει διατάξεως της ολλανδικής νομοθεσίας, κατά την οποία μόνον τα πρόσωπα που είναι εγκατεστημένα στις Κάτω Χώρες μπορούν να παρίστανται ως του δικαστηρίου αυτού. πληρεξούσιοι ενώπιον 5 Επειδή ο ενδιαφερόμενος επικαλέστηκε υπέρ αυτού τις διατάξεις της Συνθήκης περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας, το Centrale raad van beroep υπέβαλε στο Δικαστήριο δύο ερωτήματα ως προς των άρθρων 59 και 60 της Συνθήκης. την ερμηνεία Επί της ουσιαστικής ισχύος των άρθρων 59 και 60 6 Ζητείται η ερμηνεία των άρθρων 59 και 60 υπό το φως μιας διατάξεως της εσω εγκατεστημέτερικής νομοθεσίας, κατά την οποία μόνο τα πρόσωπα που είναι δικαστικοί πληρεξούσιοι να στο εθνικό έδαφος δικαιούνται να παρίστανται ως ενώπιον ορισμένων δικαστηρίων. 516

του ορίζει VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDRIJFSVERENIGING VOOR DE METAALNUVERHEID 7 To άρθρο 59 οποίου μόνον η πρώτη παράγραφος είναι κρίσιμη στην παρούσα αλληλουχία ότι «στο πλαίσιο των κατωτέρω διατάξεων, οι περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητος καταργούνται προοδευτικώς κατά την διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος της Κοινότητος άλλο από εκείνο του αποδέκτου της παροχής». 8 Το άρθρο 60, αφού όρισε στην πρώτη και δεύτερη παράγραφο το νόημα των υπηρεσιών κατά την έννοια της Συνθήκης, στην τρίτη παράγραφο ορίζει ότι, με την επιφύλαξη των διατάξεων του κεφαλαίου που αφορά το δικαίωμα εγκαταστάσεως, εκείνος που παρέχει υπηρεσία μπορεί για την εκτέλεσή της να ασκήσει προσωρινά τη δραστηριότητά του στο κράτος όπου παρέχεται η υπηρεσία με τους ίδιους όρους που το κράτος αυτό επιβάλλει στους δικούς του υπηκόους. 9 Με το υποβληθέν συνεπώς ερώτημα επιδιώκεται να προσδιοριστεί, αν η απαίτηση μόνιμης εγκατάστασης του δικαστικού πληρεξουσίου στο έδαφος του κράτους, όπου πρέπει να παρασχεθεί η υπηρεσία, συμβιβάζεται με την απαγόρευση, από τα άρθρα 59 και 60, κάθε περιορισμού στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στην Κοινότητα. 10 Στους περιορισμούς, η κατάργηση των οποίων προβλέπεται από τα άρθρα 59 και 60, περιλαμβάνονται όλες οι απαιτήσεις που επιβάλλονται στον παρέχοντα υπηρεσίες σε συνάρτηση κυρίως με την εθνικότητά του ή το γεγονός ότι δεν διαθέτει μόνιμη κατοικία στο κράτος, όπου παρέχει την υπηρεσία, και οι οποίες δεν ισχύουν για τα πρόσωπα που είναι εγκατεστημένα στο εθνικό έδαφος ή που είναι ικανές να απαγορεύσουν ή παρεμποδίσουν με άλλο τρόπο τις δραστηριότητες του παρέχοντος υπηρεσίες. 11 Η απαίτηση, ιδίως, για τον παρέχοντα υπηρεσίες, να διαθέτει μόνιμη κατοικία στο έδαφος του κράτους, όπου πρέπει να παρασχεθεί η υπηρεσία, μπορεί κατά περίπτωση να έχει ως συνέπεια την άρση κάθε πρακτικής αποτελεσματικότητας του άρθρου 59, το οποίο έχει ακριβώς ως αντικείμενο την κατάργηση των περιορισμών της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών από πρόσωπα που δεν είναι εγκατεστημένα στο κράτος, στο έδαφος του οποίου πρέπει να παρασχεθεί η υπηρεσία. 12 Λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης φύσης της παροχής υπηρεσιών, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ασυμβίβαστες με τη Συνθήκη οι ειδικές απαιτήσεις που επιβάλλονται στον παρέχοντα υπηρεσίες και οφείλονται στην εφαρμογή επαγγελματικών κανόνων υπαγορευομένων από το γενικό συμφέρον κυρίως 517

ΥΠΟΘΕΣΗ σ' ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3.12.1974 33/74 κανόνων περί οργανώσεως, προσόντων, δεοντολογίας, ελέγχου και ευθύνης ισχύουν δε για κάθε πρόσωπο εγκατεστημένο στο έδαφος του κράτους, όπου παρέχεται η υπηρεσία, καθόσον ο παρέχων την υπηρεσία θα διέφευγε από την εφαρμογή των κανόνων αυτών επειδή είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος. 13 Δεν μπορεί επίσης να αποκλειστεί από ένα κράτος μέλος το δικαίωμα λαμβάνει μέτρα παρακωλύοντα τον παρέχοντα υπηρεσίες, ο οποίος να αναπτύσσει δραστηριότητες εξ ολοκλήρου ή κυρίως στο έδαφός του, να εκμεταλλεύεται την ελευθερία, η οποία εξασφαλίζεται από το άρθρο 59, για να διαφεύγει τους επαγγελματικούς κανόνες, οι οποίοι θα εφαρμόζονταν αυτόν, αν ήταν εγκατεστημένος στο έδαφος του κράτους αυτού. Το ζήτημα κεφάλαιο περί δικαιώματος εγκαταστάσεως και όχι στο κεφάλαιο περί όμως αυτό εμπίπτει στο παροχής υπηρεσιών. 14 Σύμφωνα με τις αρχές αυτές δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ασυμβίβαστη με τα άρθρα 59 και 60 η απαίτηση, ως προς τους βοηθούς της δικαιοσύνης, να έχουν σταθερή επαγγελματική εγκατάσταση στην περιφέρεια συγκεκριμένων δικαστηρίων, στην περίπτωση που η απαίτηση αυτή είναι αντικειμενικά αναγκαία προκειμένου να εξασφαλίζεται η τήρηση των επαγγελματικών κανόνων, που συνδέονται, κυρίως, με τη λειτουργία της δικαιοσύνης και το σεβασμό της δεοντολογίας. 15 Αυτό όμως δεν ισχύει, όταν σε ένα κράτος μέλος η παροχή ορισμένων υπηρεσιών δεν προϋποθέτει κανενός είδους προσόντα ούτε υπόκειται σε επαγγελματικούς κανόνες και όταν η απαίτηση για μόνιμη κατοικία αφορά το έδαφος του κράτους αυτού. 16 Αν λοιπόν κάποια επαγγελματική δραστηριότητα σε ένα κράτος μέλος τελεί υπό καθεστώς πλήρους ελευθερίας, η απαίτηση υπάρξεως κατοικίας στο έδαφος του κράτους αυτού συνιστά περιορισμό ασυμβίβαστο με τα άρθρα 59 και 60 της Συνθήκης, όταν η καλή λειτουργία της δικαιοσύνης εξασφαλίζεται με λιγότερο πιεστικά μέτρα, όπως ο διορισμός αντικλήτου για τις ανάγκες των δικαστικών επιδόσεων. 17 Στο υποβληθέν ερώτημα συνεπώς πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα άρθρα 59, ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι εθνική νομοθεσία που απαιτεί μόνιμη πρώτη παράγραφος και 60, τρίτη παράγραφος της Συνθήκης ΕΟΚ πρέπει να κατοικία στο έδαφός της δεν καθιστά αδύνατη την παροχή υπηρεσιών από πρόσωπα εγκατεστημένα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, εφόσον η παροχή υπηρεσιών δεν υπόκειται σε καμία ιδιαίτερη προϋπόθεση από την ισχύουσα εθνική νομοθεσία. 518

που VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDRIJFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID Επί του ερωτήματος της άμεσης ισχύος των άρθρων 59 και 60 18 Ερωτάται εξάλλου, αν τα άρθρα παράγραφος της Συνθήκης ΕΟΚ ισχύουν άμεσα και ιδρύουν για τους πολίτες δικαιώ 59, πρώτη παράγραφος και 60, τρίτη ματα, τα οποία υποχρεούνται να διαφυλάττουν τα εθνικά δικαστήρια. 19 Το υποβληθέν ερώτημα πρέπει να επιλυθεί στα πλαίσια ολοκλήρου του κεφαλαίου περί υπηρεσιών, λαμβανομένων επιπλέον υπόψη των διατάξεων δικαιώματος εγκαταστάσεως, στις οποίες παραπέμπει το άρθρο περί 66. 20 Ενόψει της προοδευτικής καταργήσεως κατά τη μεταβατική περίοδο των περιορισμών που περιλαμβάνονται στο άρθρο 59, το άρθρο 63 προβλέπει την εκπόνηση ενός «γενικού προγράμματος» ορίστηκε με απόφαση της 18ης εξασφαλίζεται με την έκδοση ενός συνόλου Δεκεμβρίου 1961 (ΡΒ 1962, σ. 32) του Συμβουλίου η εφαρμογή του οποίου οδηγιών. 21 Στην όλη οικονομία του κεφαλαίου περί παροχής υπηρεσιών, οι οδηγίες αυτές αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση διαφόρων κατά τη μεταβατική περίοδο, των περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, σκοπών, πρώτον στην κατάργηση, δεύτερον δε διατά στην εισαγωγή, στη νομοθεσία των κρατών μελών, συνόλου ξεων για τη διευκόλυνση της πρακτικής εφαρμογής της ελευθερίας αυτής, κυρίως με αμοιβαία αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και εναρμόνιση των νομοθεσιών περί ασκήσεως μη μισθωτών δραστηριοτήτων. 22 Οι οδηγίες αυτές έχουν ακόμη ως προορισμό την επίλυση των ειδικών προβλημάτων που απορρέουν από το γεγονός ότι, ελλείψει μονίμου εγκαταστάσεως, ο παρέχων υπηρεσίες ενδέχεται να μην υπόκειται πλήρως στους επαγγελματικούς κανόνες που ισχύουν στο κράτος, όπου παρέχεται η υπηρεσία. 23 Όσον αφορά υπηρεσιών, το άρθρο 59, ερμηνευόμενο υπό το φως της γενικής διάταξης του τη χρονική κλιμάκωση της εφαρμογής του κεφαλαίου περί άρθρου 8, παράγραφος 7 της Συνθήκης, εκφράζει τη βούληση να έχει ολοκληρωθεί η κατάργηση των περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών μέχρι τέλους της μεταβατικής περιόδου, που είναι η εσχάτη προθεσμία για την έναρξη ισχύος του συνόλου των κανόνων που προβλέπει η Συνθήκη. 24 Έτσι, οι διατάξεις του άρθρου 59, η εφαρμογή των οποίων έπρεπε να προετοιμαστεί μέσω οδηγιών κατά τη μεταβατική περίοδο, κατέστησαν, μετά τη λήξη της περιόδου αυτής, ανεπιφύλακτες. 519

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3.12.1974 33/74 25 Οι διατάξεις αυτές συνεπάγονται κατάργηση όλων των διακρίσεων σε βάρος του παρέχοντος υπηρεσίες λόγω της ιθαγενείας του ή λόγω του ότι εγκατεστημένος σε άλλο υπηρε είναι κράτος μέλος από εκείνο, στο οποίο παρέχονται οι σίες. 26 Όσον αφορά τουλάχιστον την ειδική απαίτηση της ιθαγενείας ή κατοικίας, τα άρθρα 59 και 60 περιέχουν υποχρέωση συγκεκριμένου αποτελέσματος, τα δε κράτη μέλη δεν μπορούν να καθυστερήσουν ή να παρακωλύσουν την εκτέλεσή της, παραλείποντας να θεσπίσουν αρ τις αναγκαίες διατάξεις στα πλαίσια των μοδιοτήτων που έχουν δυνάμει των άρθρων 63 και 66. 27 Πρέπει λοιπόν να δοθεί η απάντηση, ότι τα άρθρα 59, πρώτη παράγραφος και 60, τρίτη παράγραφος έχουν άμεσο αποτέλεσμα και συνεπώς μπορεί να γίνει επίκλησή τους ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, εν πάση περιπτώσει καθόσον έχουν ως σκοπό την κατάργηση όλων των διακρίσεων σε βάρος του παρέχοντος υπηρεσίες, λόγω της ιθαγενείας του ή λόγω του ότι κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο, στο οποίο πρέπει να παρασχεθεί η υπηρεσία. Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, κρίνοντας επί των ερωτημάτων που υπέβαλε με Διάταξη της 18ης Απριλίου 1974 το Centrale raad van beroep, αποφαίνεται: 1) Τα άρθρα 59, πρώτη παράγραφος και 60, τρίτη παράγραφος της Συνθήκης ΕΟΚ πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι εθνική νομοθεσία που απαιτεί μόνιμη κατοικία στο έδαφός της δεν καθιστά αδύνατη την παροχή υπηρεσιών από πρόσωπα εγκατεστημένα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, εφόσον η παροχή υπηρεσιών δεν υπόκειται σε καμία ιδιαίτερη προϋπόθεση κατά την ισχύουσα εθνική νομοθεσία. 2) Τα άρθρα 59, πρώτη παράγραφος και 60, τρίτη παράγραφος έχουν άμεσο αποτέλεσμα και, συνεπώς, μπορεί να γίνει εθνι επίκλησή τους ενώπιον των κών δικαστηρίων, εν πάση περιπτώσει καθόσον έχουν ως σκοπό την κατάργηση όλων των διακρίσεων σε βάρος του παρέχοντος υπηρεσίες λόγω της ιθαγενείας του ή λόγω του ότι κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο, στο οποίο πρέπει να παρασχεθεί η υπηρεσία. 520

VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDRIJFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID Lecourt O'Dálaigh Mackenzie Stuart Donner Monaco Mertens de Wilmars Pescatore Kutscher Sørensen Δημοσιεύτηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 3 1974. Δεκεμβρίου Ο γραμματέας Α. Van Houtte Ο πρόεδρος R. Lecourt 521