Ομιλία Ειρήνης Οράτη στην εκδήλωση για τον Α. Τάσσο (23/3/2015 στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ στον Περισσό) Βρίσκομαι σήμερα εδώ εκπροσωπώντας την Εταιρεία Εικαστικών Τεχνών Α.Τάσσος, ως Πρόεδρος του Δ.Σ. Επιπλέον, έχοντας ασχοληθεί με το έργο του ήδη από τη δεκαετία του 1980, θα προσπαθήσω, μέσα από την προβολή μιας σειράς χαρακτικών του, να σχεδιάσω την εικόνα αυτού του τόσο πολυσύνθετου καλλιτέχνη. Πριν μιλήσω για τον χαράκτη, θα ήθελα να αναφερθώ στην Εταιρεία Εικαστικών Τεχνών Α. Τάσσος. Δημιουργήθηκε το 1986, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Α. Τάσσου, από την σύζυγό του, ζωγράφο Λουκία Μαγγιώρου, από τους φίλους και από τους συνεργάτες του. Οι σκοποί της εταιρείας είναι δύο : Πρώτον, η διάδοση του έργου του Α. Τάσσου μέσα από εκθέσεις και εκδόσεις και η διατήρηση και αξιοποίηση του αρχείου του. Δεύτερον, η υποστήριξη της σύγχρονης χαρακτικής στην Ελλάδα με προγράμματα και δράσεις που βοηθούν και προβάλλουν τους νέους χαράκτες. Η Εταιρεία, μετά από 26 χρόνια λειτουργίας, έχει καταφέρει να πετύχει αρκετά, πάντα με μεγάλη προσπάθεια και με την υποστήριξη και αρωγή των μελών της. Το 2014 συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από την γέννηση του Α. Τάσσου και η Εταιρεία οργάνωσε εκθέσεις και εκδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα. Επίσης αυτή την εποχή βρίσκεται στο στάδιο προετοιμασίας μια μεγάλη αναδρομική έκθεση του Α. Τάσσου στο Μουσείο Μπενάκη, σε συνεργασία της Εταιρείας, του Μουσείου και της Alpha Bank, που θα εγκαινιαστεί στις 30/11. Ο Τάσσος Αλεβίζος γεννήθηκε στην Πελοπόννησο, στη Λευκοχώρα Μεσσηνίας το 1914 και εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στην Αθήνα το 1919. Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και ήταν ένας από τους πρώτους σπουδαστές του Γιάννη Κεφαλληνού, όταν γράφτηκε στο εργαστήριο χαρακτικής το 1933. Ήδη, στα πρώτα του χαρακτικά υπογράφει με το όνομα «Τάσος» και αργότερα με το «Α. Τάσσος», το οποίο διατήρησε έκτοτε. Η θεματολογία των πρώτων του, μικρών σε διάσταση, ξυλογραφιών, που είναι σχεδιασμένες με σαφώς εξπρεσιονιστικό ιδίωμα, εστιάζει σε εικόνες από τη δύσκολη ζωή στην πόλη, στην σκληρή καθημερινότητα των εργατών, αλλά και των προσφύγων που είχαν εγκατασταθεί στη συνοικία Δουργούτι, όπου ζούσε τότε και ο Α. Τάσσος. Τεράστιο φυσικά ρόλο στην διαμόρφωση του εικαστικού ιδιώματός του, έπαιξαν οι επιρροές από τον δάσκαλό του Γ. Κ., στο εργαστήριο του οποίου διαμορφώθηκε ουσιαστικά η καλλιτεχνική προσωπικότητα του νέου χαράκτη, αλλά και των άλλων σπουδαστών και φίλων του (Μόραλης, Κατράκη, Γραμματόπουλος, Δαγκλής, Βαρλάμος, κα).
Τον Απρίλιο του 1933 φυλακίζεται προληπτικά στο αστυνομικό τμήμα της συνοικίας του, ενόψει των εξεγέρσεων κατά τη γιορτή της Πρωτομαγιάς. Μόλις αποφυλακίζεται, εντάσσεται στην ΟΚΝΕ (Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαίων Ελλάδας). Το 1936, σπουδαστής ακόμα, κάνει την πρώτη του ατομική έκθεση στην αίθουσα της εφημερίδας «Το Βήμα», με τη φροντίδα του Ζ. Παπαντωνίου, του Κ. Ελευθερουδάκη και του Δ. Αραβαντινού, που διέκριναν τη δυναμική πρωτοτυπία των έργων του Τάσσος Έως το 1940, η θεματολογία του απλώνεται και σε άλλα πεδία, οι σχεδιαστικές του ευκολίες και κυρίως η διερευνητική οπτική και η καθαρή και τίμια προσέγγισή του, δημιουργούν έργα όπου η αδιαμφισβήτητη πλέον περιγραφική του δεινότητα προσθέτει άλλες διαστάσεις σε θέματα, ίσως κοινά. Ένα μήνα μετά την έναρξη του πολέμου του 1940, εγκρίνεται από το Υπουργείο Παιδείας ένα έκτακτο ποσό για την εκτύπωση «διαφημιστικών πινάκων εθνικής σκοπιμότητος». Πρόκειται για τις πασίγνωστες πολεμικές αφίσες που σχεδιάστηκαν στο Εργαστήριο Χαρακτικής για να εμψυχωθεί ο πληθυσμός και να αναπτυχθεί μια κοινωνική αλληλεγγύη προς τους συγγενείς των στρατιωτών. Η αφίσα Έδωσες ΕΣΥ είναι το σχέδιο του Τάσσος και αφορά στον έρανο της κοινωνικής πρόνοιας και απεικονίζει έναν σοβαρό, αλλά ανήσυχο, νέο στρατιώτη σε μια κάπως δραματική στάση. Τα κόκκινα γράμματα και το ελάχιστο μπλε του φόντου, που κάνει την σύνθεση να αναπνέει, είναι τα μοναδικά έντονα χρώματα αυτού του σκοτεινού έργου. Στη διάρκεια της Κατοχής, αντιδρά στην αδιανόητη καθημερινότητα του λιμού σχεδιάζοντας κυρίως τα παιδιά της γειτονιάς του. Ο Νέστορας Παπανικολόπουλος, μικρό παιδί τότε, ζωγράφος και βοηθός του Τάσσος αργότερα, ήταν το εξαντλημένο αγόρι που σχεδιάστηκε μαζί με άλλα σε μια σειρά λιθογραφιών. Τον Σεπτέμβριο του 1941 ο Τ γίνεται ένα από τα ιδρυτικά μέλη του ΕΑΜ Καλλιτεχνών και ως μέλος αυτής της ομάδας σχεδιάζει αφίσες που τυπώθηκαν παράνομα στη διάρκεια της Κατοχής, συχνά μαζί με την Λουκία Μαγγιώρου. Επιπλέον συμμετέχει με φίλους και συνοδοιπόρους καλλιτέχνες στην εικονογράφηση των παράνομων λευκωμάτων Από τους Αγώνες του ελληνικού λαού 1943, Για τη Χιλιάκριβη τη Λευτεριά και Θυσιαστήριο της Λευτεριάς 1945. Στη δεκαετία του 1950 στρέφεται στην έγχρωμη ξυλογραφία, φιλοτεχνώντας θέματα από την ζωή των αγροτών και τοπία της γενέτειράς του στην Πελοπόννησο. Στις έγχρωμες ξυλογραφίες αυτές χρησιμοποιεί έως και 7 χρώματα, χαράζοντας μια πλάκα για κάθε χρώμα Παρατηρεί τις οικογένειες που δουλεύουν στο θερισμό, στο όργωμα, στο ψάρεμα στο χωριό του, φωτογραφίζει συστηματικά το καλοκαίρι την καθημερινή επίπονη εργασία τους στα χωράφια, αλλά και στη σχόλη τους. Στη συνέχεια μεταμορφώνει τα μοτίβα αυτά σε συνθέσεις με έναν εξαιρετικό ρυθμό και συμμετρία, όπου σαφώς διακρίνονται στοιχεία από την αρχαία
ελληνική γλυπτική και αγγειογραφία. Ο ρυθμός αυτός και η αυστηρότητα των κινήσεων και των μοτίβων μετουσιώνουν τις μορφές σε σύμβολα του αγώνα της κάθε μέρας. Το προσωπικό του ύφος διαμορφώνεται τη δεκαετία του 60 μέσα από ασπρόμαυρες ξυλογραφίες σε μεγάλα μεγέθη, με μορφές συμβολικές και συνθέσεις αυστηρές. Είναι η περίοδος που ο ίδιος ονόμασε «Άσπρο -Μαύρο» και που οριστικοποίησε αυτή την τόσο ιδιαίτερη δομή των συνθέσεων, την απουσία της λεπτομέρειας, την αναγωγή των καθημερινών θεμάτων σε σύμβολα. Για να γίνει αυτό, πέρασε από ένα ενδιάμεσο στάδιο, όπου σε έργα όπως το «ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΔΕΝΤΡΑ» (1963). γίνεται εμφανέστατη η απλοποίηση των στοιχείων, η υποχώρηση του χρώματος, και η ένταση στον σχεδιασμό των μορφών. Κορυφαίο έργο αυτής της περιόδου και ίσως ένα από τα σημαντικότερα έργα του, είναι το τρίπτυχο «ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ» (1961). Το πρώτο αντίτυπο ο Α. Τάσσος δώρισε στον Δήμο Νίκαιας για τα είκοσι χρόνια από την επέτειο του Μπλόκου της Κοκκινιάς (1944-1964). Το τρίπτυχο βρισκόταν στο γραφείο του Δημάρχου έως τον Νοέμβριο του 1967. Στη διάρκεια της δικτατορίας το έργο καταστράφηκε. Το 1977 ο Τάσσος ξανατύπωσε το τρίπτυχο και η δεύτερη δωρεά έγινε στην επέτειο του Μπλόκου τον Αύγουστο του 1977 Πρόκειται για την πρώτη του απόπειρα να δημιουργήσει μια χαρακτική μνημειακή σύνθεση, να χρησιμοποιήσει δηλαδή τις μεθόδους της χαρακτικής προκειμένου να δημιουργήσει ένα έργο που μοιάζει με επιτοίχιο μεγάλων διαστάσεων. Η επιλογή της ανάπτυξης του θέματος σε τρία τμήματα, ενισχύει την επιθυμία του να υπογραμμίσει την τελετουργικό χαρακτήρα της σύνθεσης και να αναδείξει την μνημειακότητά της. Εδώ εμφανίζεται για πρώτη φορά η τυπολογία του μνημειακού που επικρατεί έκτοτε στο έργο του, με τον τονισμό των συμβόλων, την αδρή διαπραγμάτευση, τις ελάχιστες λεπτομέρειες και τις έντονες αντιθέσεις δομής. Την περίοδο της χούντας (1967-1974), απέχει συνειδητά από κάθε εκθεσιακή δραστηριότητα στην Ελλάδα. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου δημιουργεί την μνημειακή ενότητα έργων «Άσπρο Μαύρο 2». Πρόκειται για ξυλογραφίες πολύ μεγάλων διαστάσεων που πραγματεύονται θέματα κοινωνικής διαμαρτυρίας, εικαστικές καταγραφές πολιτικών γεγονότων, πάντα με πρωταγωνιστή τον άνθρωπο που αγωνίζεται. «ΗΛΕΚΤΡΑ» (1967) - «ΚΑΤΡΑΚΗ» (1967) «ΜΝΗΜΗ ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ» (επτάπτυχο 1968) «ΜΑΡΙΑ Κ» (1968) - «ΤΥΡΑΝΟΚΤΟΝΟΙ» (1969) «ΑΡΧΟΝΤΙΣΕΣ» (1970) «ΜΟΥΣΤΑΚΛΗΣ» (1974) «ΚΥΠΡΟΣ» (1974) «ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ» (1974 ΞΥΛΟ). Η ενότητα αυτή παρουσιάστηκε το 1975 στην Εθνική Πινακοθήκη σε μία έκθεση με πρωτοφανή συμμετοχή του κόσμου.
Η Εθνική Πινακοθήκη τον τίμησε ξανά το 1987, οργανώνοντας αναδρομική του έκθεση. Ήδη, από το 1985, ο Α. Τάσσος και η Λουκία Μαγγιώρου είχαν κάνει μια δωρεά 150 έργων του χαράκτη στην Εθνική Πινακοθήκη. Σήμερα, η Πινακοθήκη έχει την πληρέστερη συλλογή έργων του, ενώ η Εταιρεία Εικαστικών Τεχνών ΑΤ διαφυλάσσει όλες τις πλάκες των ξυλογραφιών του, καθώς και το προσωπικό του αρχείο. Την τελευταία δημιουργική του δεκαετία (1975-85) ο Τάσσος στράφηκε σε ένα δύσκολο, πρωτότυπο όμως εκφραστικό πεδίο, στη χάραξη μεγάλων συνθέσεων σε αυτό που ο ίδιος ονόμασε ξυλογραφίες τοίχου. Πρόκειται για ξύλινες πλάκες, συνήθως πολύπτυχα, που χαράζονται, μελανώνονται, αλλά δεν τυπώνονται σε χαρτί. Οι ξύλινες πλάκες αναρτώνται στον τοίχο, δημιουργώντας μια εντελώς διαφορετική εντύπωση, αφού πλέον είναι το χαραγμένο ξύλο που δημιουργεί τις αντιθέσεις με τις ελαφρά μελανωμένες επίπεδες επιφάνειες του σχεδίου. Η ενασχόλησή του με την εικονογράφηση βιβλίων και λευκωμάτων ήταν μια από τις πολλές δραστηριότητές του στο χώρο των γραφικών τεχνών, αλλά η βασικότερη. Σχεδίασε επίσης όλα τα ελληνικά γραμματόσημα από το 1954 ως το 1967 που παραιτήθηκε, καθώς και τα κυπριακά γραμματόσημα από το 1962 ως τον θάνατό του. Επίσης σχεδίασε εξώφυλλα δίσκων, αφίσες, έντυπα. Ως μαθητής του Κεφαλληνού, ασχολήθηκε από πολύ νωρίς με την εικονογράφηση των βιβλίων, ήδη από το 1940. Όμως, τα λευκώματα που πραγματικά έχουν συμβάλει στην ιστορία της τέχνης του βιβλίου στην Ελλάδα, είναι τα «ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ» (1965) «ΤΗE ANABASIS OF XENOPHON» (1969) «ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ» (1978) «ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ» (1979) «ΔΕΚΑ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Γ. ΡΙΤΣΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ Α.Τ.» (10 Ο Συνέδριο ΚΚΕ, 1978). Αν θα πρέπει κανείς να δει σήμερα συνολικά το έργο του ΑΤ, παρατηρεί άμεσα αυτόν τον αναμφισβήτητα ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα των συνθέσεων που όμως δεν έχει κανένα στοιχείο ωραιοποίησης. Από πολύ νωρίς ο χαράκτης στράφηκε σε θέματα που αφηγούνται την σχέση του ανθρώπου με τη φύση ή με την πόλη, μέσα από τη δύσκολη καθημερινότητα και τις εξαρτήσεις της. Ακόμα και οι έγχρωμες ξυλογραφίες του, παρουσιάζουν ανθρώπους στη δουλειά και στη σχόλη χωρίς προσπάθεια ωραιοποίησης, αλλά με έντονο το στοιχείο της πάλης για το καθημερινό. Παρ όλ αυτά, πάντοτε τα πρόσωπα διατηρούν μια ηρεμία, χωρίς δραματικές εκφράσεις ή κινήσεις. Στοιχεία από τις πρώτες του απόπειρες στη χαρακτική, μεταμορφώνονται αργότερα σε κυρίαρχα θέματα που πάντα στρέφονται γύρω από τον άνθρωπο. Η ενότητα «Άσπρο - Μαύρο» του 1960 είναι σημαντική διότι μεταφέρει σε ασπρόμαυρες συνθέσεις τα θέματα που έχει ήδη περιγράψει την προηγούμενη δεκαετία και διότι είναι η πρώτη φορά που αρχίζει να δουλεύει τις μεγάλες διαστάσεις. Οι μεγάλες διαστάσεις
επιβάλουν αδρή χάραξη, αφαίρεση των λεπτομερειών, επιμονή στο κυρίαρχο μοτίβο. Και έτσι φθάνει στην ενότητα «Ασπρο-Μαύρο 2», με έργα εμπνευσμένα από πολιτικά γεγονότα από παραλειπόμενα της σύγχρονης ιστορίας, από φυσιογνωμίες που εναντιώθηκαν, θυσιάστηκαν, πρωτοστάτησαν, σε συνθέσεις με χαρακτήρα μιας ιδιαίτερης, σιωπηλής, αλλά απόλυτης, διαμαρτυρίας. Η δουλειά του ΑΤ στη χαρακτική συνολικά φανερώνει έναν καλλιτέχνη πολιτικοποιημένο, σαφώς αριστερών πεποιθήσεων, που εστιάζει πάντα και μόνο στην εικόνα του ανθρώπου. Μέσα από την εικόνα αυτή χτίζει έναν κόσμο στην αρχή περιγραφικό, αργότερα αυστηρότερο, λιτό, πάρα πολύ συγκεκριμένο. Οπωσδήποτε η αρχαία ελληνική τέχνη, κυρίως η αρχαϊκή τέχνη, αλλά βεβαίως και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της βυζαντινής εικονογραφίας ως προς τον σχεδιασμό των προσώπων, των σωμάτων και της διαχείρισης του φόντου, του έδωσαν τις βάσεις πάνω στις οποίες ολοκλήρωσε την δική του ιδιαίτερη εικόνα για τον άνθρωπο, αυτόν που πάντα έμεινε στο κέντρο του δικού του ενδιαφέροντος. Μια σχεδόν δωρική αυστηρότητα, ένα πάντοτε συγκρατημένο πάθος, που όμως διακρίνεται μέσα από κινήσεις ή στάσεις, μια λιτότητα στην σχεδιαστική διαπραγμάτευση και κυρίως, η ανάγκη να μεταμορφώσει τις εικόνες κάθε δύσκολης μέρας σε ένα τελετουργικό μνημειακής αναπαράστασης. Θα κλείσω με αυτή τη λεπτομέρεια ενός προσχεδίου του 1982 που έχει τον τίτλο «Η ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΑΠΕΤΑΝΑΙΩΝ ΣΤΗ ΛΑΜΙΑ 16 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ» (1944). Σε αυτό το έργο που θα χαραζόταν σε διαστάσεις 2Χ4 μέτρα, σχεδιάστηκαν όλοι οι μεγάλοι επαναστάτες της ιστορίας του 20ού αιώνα. Δυστυχώς, το έργο δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί, όμως στην Πινακοθήκη Μ. Μερκούρη, υπάρχουν εκτεθειμένα δύο μεγάλα ξύλα με τα σχέδια των μορφών του ΑΡΗ και του ΖΑΠΑΤΑ σε σχεδόν φυσικό μέγεθος, που ανήκουν στη Συλλογή της Εταιρείας. Τα έργα εκτίθενται για πρώτη φορά, είναι δύο εξαιρετικές μελέτες, λιτές στην σύλληψή τους, αδρές στο σχεδιασμό τους, μοναδικές στη σύνθεσή τους. Ας μείνουμε με την εικόνα αυτών των έργων, ακόμα και αν τελικά δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Οι ελάχιστες γραμμές των δύο σχεδίων, αποκαλύπτουν νομίζω όλα όσα ήταν ο ΑΤ στην ωριμότητά του, όλα βρίσκονται μέσα σε αυτές τις γραμμές