Τεύχος 33 / Ηλεκτρονική Έκδοση ΕΡΓΑΤΙΚΗ & ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΔΩΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2014 ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ Ο.Α.Ε.Δ. ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΑΝΕΡΓΩΝ ΣΕ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΟΤΑ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ www.pim.gr Ε.Π.Α. ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
άρθρα Το επίδομα (Δώρο) εορτών Χριστουγέννων - σελ. 3 Επιβολή Κυρώσεων για μη αναγγελία πρόσληψης από τα Αρμόδια Όργανα του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ - σελ. 9 Απασχόληση ανέργων του ΟΑΕΔ σε Δήμους κ.λπ. - σελ. 11 Εταιρίες προσωρινής απασχόλησης [Ε.Π.Α.] - σελ. 12 Θέματασχετικά με νομοθεσίαο.α.ε.δ. Ν. 4093/12: Καταγγελία σύμβασης εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικού υπαλλήλου, με προειδοποίηση (τακτική καταγγελία) - Εγκ. Β. 149257/21-2-2012 ΟΑΕΔ - σελ. 13 Ασφάλιση στο ΙΚΑ μισθωτών και επιδότηση ανεργίας όσο χρόνο διαρκεί η επίσχεσης εργασίας τους. - σελ. 15 Υπαγωγή στους Κλάδους και Λογαριασμούς του Ο.Α.Ε.Δ.: α) των απασχολούμενων με σύμβαση μίσθωσης έργου και β) των προσώπων που απασχολούνται σε επιχειρήσεις μελών της οικογένειάς τους, κατ' εφαρμογή του Ν. 4075/2012» - σελ. 16 οι συνδρομητές μας ρωτούν... εμείς απαντούμε! - σελ. 18 ανακοινώσεις Ο σκοπός του περιοδικού... Με απόλυτη γνώση των Εργασιακών και Ασφαλιστικών θεμάτων φιλοδοξούμε να παρέχουμε έγκαιρα και υπέυθυνα, υπηρεσίες και πληροφορίες σε αυτούς τους τομείς. Για πολλά χρόνια τώρα εμείς οι άνθρωποι της ΠΙΜ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ, προσωπικό και ειδικοί συνεργάτες μελετούμε, ταξινομούμε, αναλύουμε κάθε πτυχή του εργατικού και ασφαλιστικού συστήματος της χώρας μας. Τεκμηριώνουμε κάθε θέμα με τρόπο ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί πρακτικά απο τον υπεύθυνο ανθρώπινου δυναμικού, τον υπεύθυνο προσωπικού, τον φοροτέχνη λογιστή, τον κάθε σχετικό ενδιαφερόμενο παρέχοντας πληροφόρηση και βοήθεια στα πιο περίπλοκα ζητήματα που μπορεί κανείς να συναντήσει! Προσφέρουμε τις πληροφορίες αυτές ύστερα από επίπονη εργασία με παραπομπές στην νομολογία, σε ερμηνευτικές εγκύκλιους, σε συμβάσεις, σε διατάγματα, ώστε να αποτελεί χρήσιμο βοήθημα στους αναγνώστες. Η έκδοση του περιοδικού έχει ως στόχο να πετύχει στο μέγιστο δυνατό βαθμό την τεκμηρίωση σε συνδυασμό με την έγκυρη ενημέρωση των ενδιαφερομένων σε θέματα που αφορούν την απασχόληση, τις αμοιβές καθώς επίσης την ασφάλιση και τα στοιχεία που είναι απαραίτητα στη διαχείριση ανθρωπίνου δυναμικού. Νέες Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας για το 2014 - σελ. 8 Αντώνης Δεσπότης Διευθύνων Σύμβουλος Ηλεκτρονική Έκδοση Περιοδικού: Τεύχος 33 2014 ΠΙΜ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ Με την επιφύλαξη όλων των δικαιωμάτων. Κυκλοφορεί κάθε μήνα από την ΠΙΜ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ Ο.Ε. Λ. Κωνσταντινουπόλεως 325, Αθήνα 104 44 Τηλεφωνο: 210/51.57.700, Fax: 210/51.57.777 Υπεύθυνος έκδοσης: Αντώνης Δεσπότης Ηλεκτρονική Διεύθυνση: www.pim. gr
άρθρο Το επίδομα (Δώρο) εορτών Χριστουγέννων του Χρήστου Καρατζά, [Νομικού, Εργατολόγου] Οι προϋποθέσεις, οι προθεσμίες και ο τρόπος υπολογισμού του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων, ρυθμίζονται σταθερά από το έτος 1981 μέχρι σήμερα με βάση την Κ.Υ.Α. 19040/1981. Βασική προϋπόθεση για τη χορήγηση του επιδόματος αυτού στους μισθωτούς είναι η παροχή εξαρτημένης εργασίας ή έμμισθης εντολής δικηγόρων και η απασχόλησή τους ολόκληρο ή μέρος του χρονικού διαστήματος από 1-5ου μέχρι 31-12ου. Σε καμία περίπτωση δεν οφείλεται επίδομα μεγαλύτερο του ενός μισθού (τακτικές αποδοχές) για τους αμειβόμενους με μισθό ή των 25 ημερομισθίων για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο. Κατ' εξαίρεση των παραπάνω χρονικών προυποθέσεων οι απασχολούμενοι σε δημόσια, δημοτικά και κοινοτικά έργα, τις εποχικά εκτελούμενες εργασίες καθώς και οι μισθωτοί που εργάζονται με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου ή για την εκτέλεση ορισμένου έργου δικαιούνται επίδομα Χριστουγέννων ένα (1) ημερομίσθιο για κάθε 8 ημερομίσθια που πραγματοποίησαν από 1-5 μέχρι 31-12 ή ανάλογο κλάσμα, αν ο χρόνος εργασίας διήρκεσε λιγότερο από 8 ημέρες. Το επίδομα αυτό οφείλεται για τις εορτές των Χριστουγέννων εφόσον η σχέση εργασίας διήρκεσε ολόκληρη τη χρονική περίοδο από 1-5 μέχρι 31-12. Αντίθετα όσων εργαζομένων η σχέση αυτή δεν διήρκεσε ολόκληρο το παραπάνω χρονικό διάστημα, αυτοί δικαιούνται ως επίδομα εορτών Χριστουγέννων ποσό ίσο με τα 2/25α του μηνιαίου τους μισθού ή 2 ημερομίσθια, αναλόγως με τον συμφωνημένο τρόπο αμοιβής τους, για κάθε 19ήμερο χρονικό διάστημα διαρκείας της εργασιακής τους σχέσεως. Για χρονικό διάστημα μικρότερο του 19ήμερου, δικαιούνται ανάλογο κλάσμα. Το 19ήμερο υπολογίζεται ημερολογιακά, χωρίς δηλ. να αφαιρούνται οι Κυριακές και οι λοιπές ημέρες αργίας ή οι ημέρες ανάπαυσης (ρεπό). Πάντως, κατά την απόφαση αυτή θεωρούνται ημέρες απασχόλησης, για τις οποίες πρέπει να καταβληθεί ανάλογο δώρο, και οι ημέρες ασθενείας των εργαζομένων για τις οποίες δεν καταβλήθηκε επίδομα ασθενείας από τον ασφαλιστικό οργανισμό που υπάγονται (ΙΚΑ κ.λπ.), οι ημέρες της υποχρεωτικής αποχής των γυναικών από την εργασία τους λόγω κυήσεως και τοκετού (ήδη 17 εβδομάδες), οι ημέρες μη παροχής εργασίας λόγω δικαιολογημένης απουσίας για τις οποίες καταβλήθηκαν αποδοχές κ.λπ. Χρόνος καταβολής του επιδόματος Η καταβολή του επιδόματος πρέπει να γίνεται μέχρι την μεσημβρίατης 21ης Δεκεμβρίου. Επίσης το επίδομα αυτό πρέπει να καταβάλλεται σε χρήμα μόνο και όχι σε είδος, να εξοφλείται ολόκληρο και όχι σε δόσεις και να γίνονται επί του οφειλομένου ποσού οι νόμιμες υπέρ των ασφαλιστικών Ταμείων, του φόρου κ.λπ., κρατήσεις. Επί ποίων αποδοχών υπολογίζεται το επίδομα Σύμφωνα με την παραπάνω απόφαση, βάση υπολογισμού του επιδόματος εορτών αποτελούν οι τακτικώς καταβαλλόμενες αποδοχές της 10ης Δεκεμβρίου, ενώ για όσους έχει λυθεί η σχέση εργασίας πριν την ημερομηνία αυτή, λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές της ημέρας της λύσης της εργασιακής σχέσης. Τακτικές εξ άλλου αποδοχές, κατά την παραπάνω απόφαση, αποτελούν και: α) Το επίδομα άδειας, >> 3
β) Η αμοιβή για νόμιμη και τακτική υπερωριακή εργασία (δηλαδή η κατά τακτά χρονικά διαστήματα πραγματοποιηθείσα, μέσα στην περίοδο του επιδόματος Χριστουγέννων), που αναφέρεται στο Ειδικό Βιβλίο Τροποποίησης των Ωρών Εργασίας του Ν. 4225/2014. γ) Οι προσαυξήσεις για τακτική απασχόληση κατά Κυριακές και λοιπές αργίες. δ) Οι προσαυξήσεις για τακτική απασχόληση κατά την νύκτα. ε) Η αμοιβή για τακτική απασχόληση κατά υπερεργασία. στ) Τα έξοδα εκτός έδρας, μεταφορικά, παραστάσεως, εισιτήρια, κ.λπ. αν καταβάλλονται τακτικά και χωρίς την απόδοση λογαριασμού και α- νεξάρτητα αν πραγματοποιήθηκαν οι μετακινήσεις ή τα έξοδα, διότι άλλως δεν υπολογίζονται αφού τα έξοδα αυτά δεν αποτελούν αποδοχές αλλά αποζημιώσεις. Τέλος, το ποσό του επιδόματος Χριστουγέννων μπορεί να περιοριστεί στο 100πλάσιο, του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη, που προβλέπεται από την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. όπως ισχύει με το Ν. 4093/2012 (νομοθετημένος μισθός). Το παραπάνω ανώτατο όριο επιδόματος ισχύει βεβαίως για όσους δικαιούνται ολόκληρο το επίδομα και μειώνεται αναλόγως για όσους δεν δικαιούνται το επίδομα ολόκληρο αλλά μέρος μόνο. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι αφενός ο περιορισμός αυτός είναι προαιρετικός και αφετέρου ότι δεν ισχύει σε περιπτώσεις που από την α- τομική σύμβαση εργασίας προβλέπονται αποδοχές κατά πολύ υψηλότερες του παραπάνω ποσού. Εξαιρέσεις Κατά το άρθρο 11 της παραπάνω Κοινής Υπουργικής Απόφασης οι διατάξεις της δεν εφαρμόζονται στις εξής περιπτώσεις: α) Στους εργάτες των γεωργικών και κτηνοτροφικών εργασιών, εκτός από όσους εργάζονται σε βουστάσια, πτηνοτροφεία, λαχανόκηπους κ.λπ., οργανωμένες γεωργικές επιχειρήσεις που οι σχέσεις τους ρυθμίζονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας κ.λπ. β) Στους εργαζομένους κατ' οίκον σε πόλεις ή κωμοπόλεις πληθυσμού κάτω των 6.000 κατοίκων. γ) Στους μισθωτούς που αμείβονται με ποσοστά ή με το κομμάτι, εκτός από τους σερβιτόρους, κομμωτές, ταξιθέτες, οδηγούς ταξί κ.λπ. δ) Στους φορτ/τές ξηράς και λιμένων που διέπονται από τη νομοθεσία που τους αφορά. ε) Στους οικοδόμους, οι οποίοι λαμβάνουν τα δώρα τους από το ΙΚΑ και με βάση ειδικό κανονισμό. στ) Στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς, οι οποίοι λαμβάνουν τα δώρα τους με βάση τη νομοθεσία που διέπει το αντικείμενο αυτό των εκπαιδευτικών του Δημοσίου. Τέλος, σημειώνουμε ότι επιδόματος (δώρου) Χριστουγέννων δικαιούνται με τις ίδιες προϋποθέσεις της παραπάνω υπουργικής απόφασης καίτοι δεν συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και οι δικηγόροι και νομικοί σύμβουλοι επιχειρήσεων, οργανισμών κ.λπ. που αμείβονται όμως με μισθό (πάγια αντιμισθία). Χαρακτηρισμός των δώρων ως μισθού Όπως αναφέραμε παραπάνω, τα επιδόματα εορτών αποτελούν μέρος των ετησίων τακτικών αποδοχών των εργαζομένων. Τούτο έχει ως συνέπεια να οφείλονται και στις περιπτώσεις άκυρων συμβάσεων εργασίας, να λαμβάνονται υπόψη κατά τον προσδιορισμό των κάθε είδους αποζημιώσεων κ.λπ. που οφείλει ο εργοδότης στον εργαζόμενο, να υπόκεινται σε ασφαλιστικές εισφορές, να φορολογούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, να παραγράφονται μετά από 5ετία, όπως οι λοιπές μισθολογικές αξιώσεις των εργαζομένων, να απολαμβάνουν της προστασίας του μισθού με βάση τις διατάξεις περί μισθών του Α.Κ., η υπαίτια καθυστέρηση της καταβολής τους να συνεπάγεται την εφαρμογή του Α.Ν. 690/1945, όπως ισχύει σήμερα ύστερα από το άρθρο 8 του Ν. 2336/1995 και του Ν. 3996/ 2011 (ποινικές κυρώσεις), να οφείλονται και στις περιπτώσεις υπερημερίας του εργοδότη, να απαγορεύεται η κατάσχεσή τους, ο συμψηφισμός τους κ.λπ. Κατά την άποψη μάλιστα του Αρείου Πάγου, είναι σύμφωνη με τον νόμο η τυχόν συμφωνία εργοδότη και εργαζομένου περί τμηματικής καταβολής των αποδοχών των δώρων εορτών κατά τη διάρκεια του εργασιακού έτους. Παρά τον μισθολογικό χαρακτήρα των δώρων εορτών η Κ.Υ.Α. 19040/1981 ρητά ορίζει ότι απαγορεύεται να χορηγηθούν αυτά με παροχές σε είδος (εμπορεύματα, προϊόντα της εταιρίας, υπηρεσίες κ.λπ.) 4 >>
σε αντίθεση με τις λοιπές μισθολογικές παροχές οι οποίες μπορούν να χορηγούνται είτε σε χρήμα, είτε σε είδος, είτε σε χρήμα και σε είδος. Κατά δε το άρθρο 4 της απόφασης αυτής, δώρου δικαιούνται εκτός των ανωτέρω και: α) Οι εργατοτεχνίτες που αμείβονται κατά μονάδα εργασίας ή με ποσοστά ή με άλλο σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών, όπως είναι το μικτό σύστημα δηλ. ένα βασικό ημερομίσθιο και πρόσθετες αποδοχές βάσει παραγωγής ή αυξημένης απόδοσης κ.λπ., β) οι υπάλληλοι που αμείβονται κατά μονάδα εργασίας ή με μισθό και ποσοστά, γ) οι μισθωτοί γενικά που απασχολούνται σε περισσότερους από έναν εργοδότες και αμείβονται με μισθό ή με ημερομίσθιο ή κατά μονάδα εργασίας κ.λπ., δ) οι δημοσιογράφοι που αμείβονται με το σύστημα αμοιβής κατά μονάδα εργασίας και ε) οι ξεναγοί. Στον παραπάνω χρόνο διάρκειας της εργασιακής σχέσης, δεν υπολογίζονται οι ημέρες κατά τις οποίες οι εργαζόμενοι, αν και δεν λύθηκε η εργασιακή τους σχέση, απουσίασαν από την εργασία τους αδικαιολόγητα ή λόγω αδείας χωρίς αποδοχές. Πάντως, συνυπολογίζεται και ο χρόνος της απουσίας των γυναικών εργαζομένων λόγω άδειας τοκετού και λοχείας (σήμερα δηλ. 17 εβδομάδες, σύμφωνα με την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.). Επίσης δεν υπολογίζονται στο διάστημα αυτό οι ημέρες αποχής των εργαζομένων λόγω νόμιμης ή παράνομης απεργίας ή λόγω ασθένειας για τις οποίες επιδοτήθηκαν από τον ασφαλιστικό τους φορέα, οι ημέρες συνδικαλιστικής αδείας χωρίς αποδοχές, οι ημέρες γονικής αδείας κ.λπ., ημέρες απουσίας για τις οποίες δεν καταβλήθηκαν αποδοχές καθώς και ο χρόνος της πρόσθετης άδειας μητρότητας των έξι μηνών του άρθρου 142 του Ν. 3655/2008, αφού το επίδομα που αντιστοιχεί στην περίοδο αυτή των 6 μηνών το καταβάλλει ο ΟΑΕΔ. Οι εισφορές υπέρ ΙΚΑ πρέπει να καταβληθούν για το επίδομα Χριστουγέννων μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου του επόμενου έτους (Άρθρο 13 Ν. 2972/ 2001). Για τα λοιπά δε Ταμεία ασφάλισης, όσα λειτουργούν ακόμη αυτοτελώς και δεν έχουν ενταχθεί στο καθεστώς του ΙΚΑ (βλ. Ν. 3655/ 2008), οι εισφορές καταβάλλονται σύμφωνα με τα καταστατικά τους. Δώραεκ περιτροπής εργαζομένων μισθωτών Με την παρ. 3 του άρθρου 4 της υπ' αριθμ. 19040/1981 Κ.Υ.Α., προσδιορίζεται επίσης ο τρόπος υπολογισμού των επιδομάτων αυτών για τους μισθωτούς οι οποίοι εργάσθηκαν, είτε για όλη την περίοδο υπολογισμού του επιδόματος είτε για μικρότερα χρονικά διαστήματα μέσα στις κρίσιμες περιόδους, με το σύστηματης εκ περιτροπής εργασίας. Συγκεκριμένα στην παράγραφο αυτή ορίζεται ότι Οι μισθωτοί πού έχουν εργασθεί με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας, δικαιούνται τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα που αναλογούν στις ημέρες κατά τις οποίες λόγω του συστήματος αυτού δεν προσέφεραν τις υπηρεσίες τους, στο μισό. >> 5
Ανεφάρμοστη στη πράξη η διάταξη για χορήγηση Δώρων εορτών στους εκ περιτροπής εργαζόμενους! Από τη διατύπωση της διάταξης αυτής προκύπτουν αμφιβολίες αν μπορεί, και με ποιο τρόπο, να τύχει εφαρμογής αυτή σήμερα, επειδή έχουν τροποποιηθεί, ως γνωστόν, οι περί της εννοίας της εκ περιτροπής εργασίας σχετικές διατάξεις. (βλ. άρθρο 2 Ν. 2639/1998 και άρθρο 2 Ν. 3846/2010). Πράγματι, κατά το έτος έκδοσης της ανωτέρω Κ.Υ.Α. (1981), ο συντάκτης της έλαβε υπόψη του το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας των μισθωτών, το οποίο προβλέπονταν τότε με τη διάταξη της παραγρ. 7 του άρθρου 13 του Ν.Δ. 2961/1954, κατά την οποία Ο εργοδότης και ο μισθωτός δύνανται είτε κατά την σύσταση της σχέσεως εργασίας, είτε διαρκούσης ταύτης, να συμφωνήσουν εγγράφως πάσης μορφής εκ περιτροπής εργασία καθορίζοντες και την ανάλογη μισθοδοσία. Ερμηνεύοντας τη διάταξη αυτή τα δικαστήρια είχαν κρίνει ότι η εκ περιτροπής εργασία του συστήματος αυτού αφο ρούσε την απασχόληση του μισθωτού κατά ορισμένες τακτικώς εναλλασσόμενες ημέρες της εβδομάδας ή του μήνα, ενώ κατά τις υπόλοιπες ημέρες αναστέλλονταν η υποχρέωση παροχής της εργασίας του, ότι το σύστημα αυτό δεν αφορά την παροχή εργασίας ημερησίως ή εβδομαδιαίως με μειωμένο ωράριο και ότι η ρύθμιση αφορά μόνο μισθωτούς επιχειρήσεων συνεχούς λειτουργίας (βλ. Α.Π. 443/63, Α.Π. 600/64, Α.Π. 164/64). Εξ άλλου με το σύστημα αυτό η αντιμισθία των εργαζομένων καθορίζονταν με την γραπτή συμφωνία την οποία κατάρτιζαν τα μέρη και με την οποία μπορούσαν να συμφωνήσουν αμοιβή για τις ημέρες κατά τις οποίες δεν παρείχετο εργασία λόγω του συστήματος (βλ. Α.Π. 117/64), σε αντίθεση των όσων ορίζονται σήμερα με το άρθρο 2 του Ν. 3846/2010. Με την απόφαση αυτή είχε γίνει δεκτό επίσης ότι τόσο από το γράμμα όσο και από το σκοπό της διάταξης της παραγρ. 7 του άρθρου 13 του Ν. Δ. 2961/54, εργασία εκ περιτροπής νοείται η εναλλάξ παρεχόμενη εργασία υπό συνεχή πάντως απασχόληση. Αντίθετα η ισχύουσα σήμερα διάταξη του άρθρου 2 του Ν. 2639/1998, όπως προσαρμόσθηκε με το άρθρο 2 του Ν. 3846/2010, αφορά γενικά το σύστημα της μερικής απασχόλησης υπό οποιανδήποτε μορφή και για οσοδήποτε χρόνο. Με την απόφαση Α.Π. 157/1961 είχε κριθεί, με βάση την τότε ισχύουσα νομοθεσία, ότι υπάρχει σύστημα εκ περιτροπής εργασίας όταν συμφωνείται μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου, είτε κατά την κατάρτιση της σύμβασης είτε κατά την διάρκειά της, ότι σε περιόδους κάμψης των εργασιών της 6 >>
επιχείρησης, ο μισθωτός δεν θα απασχολείται όλες τις ημέρες της εβδομάδος ή του μήνα, θαλαμβάνει όμως για τις ημέρες κατά τις οποίες δεν θα απασχολείται, το μισό ημερομίσθιο. Με άλλα λόγια κατά το σύστημα αυτό υπήρχε αμοιβή του εργαζομένου για όλο το διάστημα και όχι μόνο για τις ημέρες κατά τις οποίες εργάζονταν πράγματι. Υπήρχε δηλαδή αμοιβή για όλη την περίοδο του συστήματος της εκ περιτροπής εργασίας. Ενόψει των παραπάνω εννοιών και νομολογιακών δεδομένων, ήταν απόλυτα δικαιολογημένη και η διάταξη της παραγρ. 3 του άρθρου 4 της Κ.Υ.Α. 19040/1981, με την οποία καθιερώθηκε η καταβολή μέρους του επιδόματος εορτών κατά τις περιόδους εργασίας των μισθωτών με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας, επειδή ελάμβαναν αποδοχές και για τις ημέρες που δεν παρείχαν εργασία λόγω του συμφωνημένου συστήματος εργασίας. Σήμερα, την έννοια του συστήματος της εκ περιτροπής εργασίας, μας την δίνει η παραγρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 2639/1998, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 2 του Ν. 3846/2010 κατά την οποία: Επίσης κατά την σύσταση της συμβάσεως εργασίας ή κατά την διάρκειά της, ο εργοδότης και ο μισθωτός μπορούν με έγγραφη ατομική σύμβαση να συμφωνήσουν κάθε μορφή απασχολήσεως εκ περιτροπής ανά ημέρα, εβδομάδα ή μήνα ή έτος. Κατά δε την παραγρ. 9 του ιδίου άρθρου: Οι αποδοχές των μερικώς απασχολουμένων μισθωτών δεν μπορεί να είναι κατώτερες από αυτές πού προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις για τους απασχολουμένους κατά το κανονικό ωράριο για την ίδια εργασία και αντιστοιχούν στις ώρες εργασίας της μερικής απασχολήσεως. Από τη διατύπωση που χρησιμοποιεί ο νεότερος νομοθέτης σαφώς προκύπτει ότι το σχετικό δικαίωμα των μερών για κατάρτιση ατομικής σύμβασης εργασίας με το σύστημα αυτό, περιλαμβάνει κάθε μορφή μη συνεχούς απασχόλησης, είτε σε ημερήσια βάση, σε συνδυασμό ή μη με ημερήσιο μειωμένο ωράριο, είτε σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα σταθερού ή εναλλασσόμενου τύπου ωραρίου εργασίας π.χ. ημέρα παρά ημέρα ή μερικές ημέρες συνεχώς ή ακόμη και κατά μία μόνο ημέρα την εβδομάδα, με πλήρες ή μειωμένο ωράριο και ενδεχομένως με πρόβλεψη καταβολής αμοιβής (πλήρους ή μειωμένης) και για τις ημέρες κατά τις οποίες ο μισθωτός δεν θα παρέχει εργασία λόγω του συστήματος. Ενόψει των ανωτέρω, για να συντρέχει σήμερα περίπτωση εφαρμογής της διάταξης της παραγρ. 3 του άρθρου 4 της Κ.Υ.Α. 19040/1981, γιατον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών των εργαζόμε- Η έννοια της εκ περιτροπής εργασίας διαφοροποιείται από την έννοια της διαλείπουσας εργασίας. >> 7
νων με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας, θα πρέπει να πρόκειται περί συστήματος εργασίας όμοιου με αυτό που περιγράφεται στην παραγρ. 7 του άρθρου 13 του Ν. Δ. 2961/ 1954. Σύστημα δηλαδή κατά το οποίο η εργασία του μισθωτού θα παρέχεται εναλλάξ υπό συνεχή απασχόληση (ημέρα παρά ημέρα, εβδομάδα παρά εβδομάδα κ.λπ.) και με πλήρες ημερήσιο ωράριο και προ πάντων, με αμοιβή για τις ημέρες μη παροχής εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι ο τρόπος υπολογισμού του επιδόματος εορτών που υποδεικνύεται από την παραγρ. 3 του άρθρου 4 της Κ.Υ.Α. 19040/1981 δεν θαεφαρμοσθεί σε συστήματα εκ περιτροπής εργασίας για τα οποία δεν οφείλεται αμοιβή κατά τις ημέρες μη απασχόλησης, ή σε συστήματα μειωμένου ωραρίου ή διαλείπουσας εργασίας κ.λπ. Στα σύγχρονα συστήματα μερικής απασχόλησης ή εκ περιτροπής εργασίας (χωρίς αμοιβή των μη εργασίμων ημερών) έχει εφαρμογή μόνον η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 εδάφ. δ της Κ.Υ.Α. αυτής που αφορά τους αμειβόμενους με ωρομίσθιο κλπ. και από την οποία προβλέπεται ότι οι μισθωτοί δικαιούνται επιδόματος εορτών κατ' αναλογία μόνο για τις ημέρες και ώρες της πραγματικής προσφοράς εργασίας για τις οποίες και έλαβαν αποδοχές μέσα σε κάθε περίοδο επιδόματος εορτών (Δώρου). Άλλωστε μετά το Ν. 1082/1980, με τον οποίο μεταβλήθηκε η φύση και το είδος των μέχρι τότε καταβαλλομένων δώρων εορτών και οι παροχές αυτές αποτελούν πλέον επιδόματα εορτών, δηλαδή νόμιμες προσαυξήσεις των μισθών των εργαζομένων, δεν νοείται η καταβολή τους σε περίπτωση μη αμοιβής λόγω μη παροχής εργασίας, εκτός βεβαίως των περιπτώσεων των συμφωνημένων ή των οικειοθελώς καταβαλλομένων αποδοχών και ορισμένων άλλων ρητών εξαιρέσεων. Αντίθετη από τα ανωτέρω άποψη μπορεί να οδηγήσει στο άτοπο, εργαζόμενος με το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας, όπως αυτή νοείται και προσδιορίζεται σήμερα με το Ν. 3846/ 2010, να απαιτήσει και να λάβει επίδομα εορτών Πάσχα ή Χριστουγέννων για ημέρες και ώρες κατά τις οποίες, λόγω του συστήματος και των ευκαιριών που είχε, εργάσθηκε παράλληλα σε άλλον ή άλλους εργοδότες από τους οποίους και θα λάβει για το ίδιο διάστημα και με βάση τις ίδιες διατάξεις, το αναλογούν στο χρόνο εργασίας του ποσό επιδόματος. Επιδόματα εορτών και προσαύξηση με το επίδομα αδείας Στα επιδόματα εορτών (δώρα) πρέπει να συνυπολογίζεται, σύμφωνα με την Κ.Υ.Α. 19040/ 1981 και το επίδομα άδειας ως μέρος των τακτικών αποδοχών των εργαζομένων. Η αναλογία αυτή υπολογισμένη μαθηματικά είναι ίση με το συντελεστή 0,04166 που αποτελεί το πηλίκον της διαίρεσης του μισού μισθού, για όσους αμείβονται με μισθό δια των 12 μισθών του έτους ή των 13 ημερομισθίων, για όσους αμείβονται με ημερομίσθιο δια των 312 ημερομισθίων του έτους. Ο αυξημένος αυτός μισθός ή ημερομίσθιο λαμβάνονται ως βάση για την διαπίστωση του δώρου Χριστουγέννων. Ο συντελεστής 0,04166 υπολογίζεται και στα δύο επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα. Τα παραπάνω εφαρμόζονται μόνο αν η σχέση εργασίας διατηρήθηκε όλο το χρονικό διάστημα υπολογισμού του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων. Αν αντίθετα η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε όλο το χρονικό διάστημα από 1/5ου μέχρι 31/12ου, το προσαυξημένο επίδομα θα μειωθεί αναλόγως. Αν σύμφωνα με τη Συλλογική Σύμβαση που υπάγεται ο μισθωτός ή κατά επιχειρηματική συνήθεια καταβάλλεται μεγαλύτερο επίδομα άδειας, ο συντελεστής βρίσκεται με τη διαίρεση του μεγαλύτερου ποσού επιδόματος δια των 12 μηνών ή των 312 ημερομισθίων του έτους. ανακοίνωση Νέες Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας για το 2014 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας για τους όρους αμοιβής και εργασίας των ηλεκτροτεχνιτών - περιελιγκτών που απασχολούνται στα τεχνικά γραφεία ανελκυστήρων όλης της χώρας. ΣΣΕ 29.9.2014 [Π.Κ. 12/6-11-2014] 8 >>
>> άρθρο Επιβολή Κυρώσεων για μη αναγγελία πρόσληψης από τα Αρμόδια Όργανα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ του Σπύρου Νιάρχου / τ. επιθ. ΙΚΑ Μη αναγραφή εργαζόμενου στο έντυπο (Ε3-Ε4) Εάν κατά τον επιτόπιο έλεγχο στις επιχειρήσεις οι ελεγκτές της ΕΥΠΕΑ και οι αρμόδιοι υπάλληλοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ διαπιστώσουν τη μη αναγραφή εργαζόμενου στον ισχύοντα αναρτημένο πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλεται διοικητική κύρωση (πρόστιμο), κατά δέσμια αρμοδιότητα, για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, ως εξής (Άρθρο 1 της ΥΑ Φ11321/11115/ 802/2-6-2014, η οποία εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του Άρθρου 20 παρ. 2 περ. β του Ν. 4255/14, Εγκ. 48/14): Για τον υπολογισμό του ύψους του επιβαλλόμενου προστίμου λαμβάνεται υπόψη ο κατώτατος νόμιμος νομοθετημένος μισθός (586,08 Χ 18) για τους μισθωτούς που αμείβονται με μισθό και το κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο ημερομίσθιο για τους μισθωτούς που αμείβονται με ημερομίσθιο, ανάλογα με την ηλικιακή διάκριση (άνω ή κάτω των 25 ετών της ηλικίας τους), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας του μισθωτού (Άρθρο 1ο υποπαραγρ. 1Α.11 του Ν. 4093/12). Σε περίπτωση υποτροπής του εργοδότη για την παραπάνω παράβαση, επιβάλλεται, πέραν ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΚΑΤΩΤΕΡΟΣ ΝΟΜΙΜΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΜΗΝΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΠΙΒΑΛΛΟΜΕΝΟ ΠΡΟΣΤΙΜΟ Ηλικίας 25 ετών και άνω 586,05 18 10.549,44 Ηλικίας κάτω των 25 ετών 510,95 18 9.197,10 ΕΡΓΑΤΟΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΤΩΤΑΤΟ ΝΟΜΙΜΟ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟ ΗΜΕΡΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΠΙΒΑΛΛΟΜΕΝΟ ΠΡΟΣΤΙΜΟ Ηλικίας 25 ετών και άνω 26,18 403 10.550,54 Ηλικίας κάτω των 25 ετών 22,83 403 9.200,49 9
των ανωτέρω χρηματικών προστίμων, προσωρινή ή οριστική διακοπή της λειτουργίας συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας ή τμήματος ή τμημάτων ή του συνόλου της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης στις οποίες έχει διαπραχθεί η παράβαση, σύμφωνα με το Άρθρο 23 παρ. 3 περ. β σε συνδυασμό με το Άρθρο 24 παρ. 1 Κεφ. Β του Ν. 3996/11. Μη τήρηση πίνακα προσωπικού (Ε3-Ε4) Πέραν του ανωτέρω προστίμου που ορίζει το Άρθρο 1 της ΥΑ Φ11321/11115/802/2-6-2014, επιβάλλεται και επιπλέον αυτοτελές πρόστιμο ύψους πεντακοσίων ευρώ (500,00 ) στον υπόχρεο εργοδότη, λόγω μη τήρησης κατάστασης προσωπικού. Το επιβαλλόμενο αυτό πρόστιμο είναι ανεξάρτητο από την επιβολή του προστίμου που αφορά στη μη αναγραφή του εργαζόμενου στον πίνακα προσωπικού (Ε3) και μάλιστα χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του εργοδότη για παροχή εξηγήσεων (Άρθρο 3 της παραπάνω Υ.Α.). Επιβολή περισσότερων του ενός προστίμων Εάν κατά την ίδια ημερολογιακή ημέρα επιβληθούν σε μια επιχείρηση, εκμετάλλευση ή άλλη εργασία περισσότερα του ενός πρόστιμα για την ίδια αιτία από τις αρμόδιες υπηρεσίες (ΣΕΠΕ, ΕΥΠΕΑ και ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) για τις παραπάνω παραβάσεις (Άρθρο 1 παρ. 1 και 3 της ΥΑ βλέπε περ. α και β), τότε η καταβολή του προστίμου γίνεται άπαξ με βάση την Πράξη Επιβολής Προστίμου (ΠΕΠ) που κοινοποιήθηκε πρώτη στον εργοδότη (Άρθρο 1 παρ. 4 της ΥΑ). Δελτίο ελέγχου και Πράξη Επιβολής Προστίμου Για την επιβολή των ανωτέρω προστίμων (περ. α και β) συντάσσεται και επιδίδεται επιτόπου Δελτίο Ελέγχου, με το οποίο βεβαιώνεται το είδος της παράβασης και μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες συντάσσεται και επιδίδεται η Πράξη Επιβολής Προστίμου, με την οποία προσδιορίζεται το ύψος του προστίμου που αντιστοιχεί στην βεβαιωθείσα παράβαση βάσει του Δελτίου Ελέγχου. Η Πράξη Επιβολής Προστίμου κοινοποιείται στον παραβάτη με απόδειξη παραλαβής ή όπως ορίζει το Άρθρο 27 παρ. 1-6 του Κανονισμού Ασφάλισης, και αυτοτελή νόμιμο τίτλο για την είσπραξη του προστίμου. Το Δελτίο Ελέγχου, για λόγους νομιμότητας, θα πρέπει να συμπληρώνεται με τα ορθά ατομικά και ασφαλιστικά στοιχεία των απασχολούμενων μισθωτών και ειδικά η ηλικία και η ειδικότητα (εργατοτεχνίτης ή υπάλληλος), η ημερομηνία και η ώρα που διενεργήθηκε ο έλεγχος, η απογραφή ή όχι του εργοδότη στο Μητρώο Εργοδοτών, καθώς και οι τυχόν παρατηρήσεις ή ειδικές διαπιστώσεις, οι οποίες κρίνονται απαραίτητες για τη σύνταξη της Πράξης Επιβολής Προστίμου. Μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου το Δελτίο Ελέγχου επιδίδεται ενυπόγραφα στον υπόχρεο εργοδότη ή στον εκπρόσωπο αυτού. Εάν κατά τη διενέργεια του επιτόπιου ελέγχου διαπιστωθεί ότι ο εργοδότης είναι αναπόγραφος, τότε το Δελτίο Ελέγχου με τυχόν άλλα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν διαβιβάζεται στο αρμόδιο Υποκ/μα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για την αυτεπάγγελτη απογραφή και η Πράξη Επιβολής Προστίμου συντάσσεται εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία απογραφής. Διαδικασία καταβολής του προστίμου Το εν λόγω πρόστιμο καταβάλλεται στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ εντός δέκα(10) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της πράξης και στην περίπτωση εμπρόθεσμης καταβολής του βεβαιωμένου προστίμου εκ μέρους του παραβάτη εργοδότη, παρέχεται έκπτωση σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) επί του επιβληθέντος προστίμου. Στην περίπτωση εμπρόθεσμης εξόφλησης του προστίμου, ο εργοδότης υποχρεούται εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών, από την επομένη της καταβολής του προστίμου στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, να καταθέσει στην αρμόδια υπηρεσία, που επέβαλε το πρόστιμο, το σχετικό πρωτότυπο τριπλότυπο είσπραξης αυτού. Άσκηση προσφυγής Κατά της Πράξεως Επιβολής Προστίμου ο εργοδότης μπορεί να ασκήσει προσφυγή επί της ουσίας ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου εντός εξήντα(60) ημερών (ημερολογιακές) από την επίδοσή της και μέσα στην ίδια προθεσμία η προσφυγή κοινοποιείται με μέριμνα του προσφεύγοντος και με ποινή απαραδέκτου στην αρμόδια υπηρεσία που επέβαλε το πρόστιμο. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής, καθώς και η άσκηση αυτής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της Πράξης Επιβολής Προστίμου (Άρθρο 4 της ΥΑ). 10 >>
>> άρθρο Απασχόληση ανέργων του ΟΑΕΔ σε Δήμους κ.λπ. του Σπύρου Νιάρχου [τ. Επιθ. ΙΚΑ] Για το προσωπικό (ωφελούμενο) που ορίζει το Άρθρο 1ο παρ. 1Δ υποπαραγρ. 1Δ.1 του Ν. 4152/2013, το οποίο προσλαμβάνεται απ' ευθείας σε Δήμους και Περιφέρειες ή άλλες δημόσιες υπηρεσίες, όπως σε σχολεία και νοσοκομεία, σε εκτέλεση προγράμματος Κοινωφελούς Χαρακτήρα, που καταρτίζεται από τον ΟΑΕΔ, θα τύχουν εφαρμογής οι παρακάτω διατάξεις: 1. Ως αρμόδιος φορέας που εποπτεύει την τήρηση των αρχών της αντικειμενικότητας και της διαφάνειας των διαδικασιών επιλογής για την πρόσληψη των ωφελούμενων ανέργων και ελέγχει τη νομιμότητα αυτής, είναι ο ΟΑΕΔ. Εάν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις πρόσληψης ή δεν αποδεικνύονται τα κριτήρια βάσει των οποίων ο υποψήφιος κατατάχθηκε στον Οριστικό Πίνακα Κατάταξης Ανέργων, η πρόσληψη ανακαλείται υποχρεωτικά, με απόφαση του αρμόδιου οργάνου του δικαιούχου φορέα. 2. Οι ωφελούμενοι (άνεργοι) απολύονται αυτοδικαίως με τη λήξη του προγράμματος χωρίς καμία αποζημίωση και χωρίς να απαιτείται η έκδοση διαπιστωτικής πράξης. 3. Οι καθαρές αμοιβές ορίζονται, κατά παρέκκλιση της ισχύουσας νομοθεσίας: i) σε 19,60 ευρώ ημερησίως και όχι μεγαλύτερες από 490,00 ευρώ μηνιαίως για ωφελούμενους ηλικίας 25 ετών και άνω. ii) σε 17,10 ευρώ ημερησίως και όχι πάνω από 427,00 ευρώ μηνιαίως για ωφελούμενους ηλικίας κάτω των 25 ετών. Εκτός από τα παραπάνω καταβαλλόμενα ποσά, οι δικαιούχοι φορείς δεν υποχρεούνται να καταβάλλουν οποιαδήποτε άλλη παροχή ή ενίσχυση στους ωφελούμενους (Άρθρο 1ο παρ. 1Δ υποπαραγρ. 1ΔΑ.1 περ. 2-5 του Ν. 4152/13). Ασφάλιση ωφελούμενων Οι ωφελούμενοι (άνεργοι) υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και ΕΤΕΑ, με εξαίρεση τους «νέους» ασφαλισμένους από 1-1-1993, που λόγω ιδιότητας ή άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ. Οι εισφορές που έχουν ήδη καταβληθεί για την ασφάλιση των ωφελούμενων στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και ΕΤΕΑ, αποδίδονται στους αντίστοιχους τομείς (τ. ΤΣΜΕΔΕ-ΤΣΑΥ και ΤΑΝ) των κλάδων κύριας σύνταξης και επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΑΑ, για την ασφαλιστική ταυτοποίησήτους(άρθρο1οπαρ.1δυποπαραγρ.1δ.1 περ. 6 του Ν. 4152/13, όπως αντικαταστάθηκε με το Άρθρο 20 περ. Γ του Ν. 4255/14). 11
άρθρο ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ [Ε.Π.Α.] Σύμβαση εργασίας μεταξύ ΕΠΑ και μισθωτού Για την παροχή εργασίας με τη μορφή εξαρτημένης απασχόλησης απαιτείται η προηγούμενη έγγραφη σύμβαση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου. Η σύμβαση καταρτίζεται μεταξύ της ΕΠΑ (άμεσος εργοδότης) και του μισθωτού και σε αυτήν πρέπει απαραιτήτως να αναφέρονται: i) οι όροι εργασίας και η διάρκειά της ii) οι όροι παροχής της εργασίας στον ή στους έμμεσους εργοδότες iii) οι όροι αμοιβής και ασφάλισης του μισθωτού και iv) κάθε άλλο στοιχείο το οποίο, κατά την καλή πίστη και τις περιστάσεις, πρέπει να γνωρίζει ο μισθωτός αναφορικά με την παροχή της εργασίας του. Οι αποδοχές του μισθωτού όταν δεν παρέχει εργασία σε έμμεσο εργοδότη δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τις προβλεπόμενες στον εκάστοτε νομοθετικά καθορισμένο νόμιμο κατώτερο μισθό και κατώτατο ημερομίσθιο για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας. Εάν κατά το χρόνο κατάρτισης της σύμβασης αυτής δεν είναι δυνατή η μνεία του συγκεκριμένου έμμεσου εργοδότη ή ο προσδιορισμός του, που θα προσφέρει σε αυτόν την εργασία του, θα πρέπει να αναφέρεται στη σύμβαση το πλαίσιο των όρων και των συνθηκών για την παροχή εργασίας σε έμμεσο εργοδότη (Άρθρο 124 παρ. 1 του Ν. 4052/12, όπως αντικαταστάθηκε με το Άρθρο 1ο υποπαραγρ. 1Α.4 παρ. 4 του 4254/14). Σύμβαση μεταξύ ΕΠΑ και έμμεσου εργοδότη Με τη σύμβαση, που καταρτίζεται εγγράφως μεταξύ της ΕΠΑ και του έμμεσου εργοδότη, ορίζονται ειδικότερα: i) τα του τρόπου αμοιβής και ασφάλισης του εργαζόμενου και ii) για το χρόνο που ο μισθωτός θα προσφέρει τις υπηρεσίες του στον έμμεσο εργοδότη. Ο έμμεσος εργοδότης πρέπει να προσδιορίζει, πριν τεθεί στη διάθεσή του ο εργαζόμενος με τη σύμβαση, τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα ή ικανότητες, την ειδική ιατρική παρακολούθηση και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προς κάλυψη θέσης εργασίας. Οφείλει επίσης να επισημαίνει τους μεγαλύτερους ή ιδιαίτερους κινδύνους που έχουν σχέση με τη συγκεκριμένη εργασία. Η ΕΠΑ υποχρεούται να γνωστοποιήσει τα στοιχεία αυτά στους μισθωτούς (Άρθρο 124 παρ. 3 του Ν. 4052/12, όπως αντικαταστάθηκε με το Άρθρο 1ο υποπαραγρ. 1Α.4 παρ. 5 του Ν. 4254/14). Απασχόληση ελεύθερων οικοδόμων μέσω Ε.Π.Α. Για τους απασχολούμενους ελεύθερους οικοδόμους σε έμμεσο εργοδότη με σύμβαση προσωρινής απασχόλησης, υπόχρεος υποβολής ΑΠΔ και καταβολής των εισφορών που αναλογουν στους οικείους φορείς κοινωνικής ασφάλισης είναι η Επιχείρηση Προσωρινής Απασχόλησης «ΕΠΑ» (Άρθρο 116 περ. Ε εδ. β του Ν. 4052/12, όπως αντικαταστάθηκε με το Άρθρο 1ο υποπαραγρ. 1Α.4 παρ. 2 του Ν. 4254/14). Συνέχιση της απασχόλησης μέσω Ε.Π.Α. μετά τη λήξη της Αν συνεχίζεται η απασχόληση του μισθωτού από τον έμμεσο εργοδότη μετά τη λήξη της διάρκειας της αρχικής τοποθέτησης και των τυχόν νόμιμων ανανεώσεών της ακόμα και με νέα τοποθέτηση, χωρίς να μεσολαβεί διάστημα είκοσι τριών (23) ημερολογιακών ημερών, θεωρείται ότι πρόκειται για σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου μεταξύ του μισθωτού και του έμμεσου εργοδότη (Άρθρο 117 παρ. 4 περ. α του Ν. 4052/ 12, όπως αντικαταστάθηκε με το Άρθρο 1ο υποπαραγρ. 1Α.8 παρ. 4 του Ν. 4093/12). Επιμέλεια: Σπύρος Νιάρχος / τ. επιθ. ΙΚΑ 12 >>
άρθρο ΘΕΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ Ο.Α.Ε.Δ. Εγκύκλιος «Ν. 4093/12: Καταγγελία σύμβασης εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικού υπαλλήλου, με προειδοποίηση (τακτική καταγγελία)». Εγκ. Β. 149257/21-2-2012 ΟΑΕΔ 01 Σας ενημερώνουμε ότι σύμφωνα με την περίπτωση 1 της Υποπαραγράφου ΙΑ.12 του άρθρου 1 του Ν. 4093/12 «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-20Ι6 - Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του Ν. 4046/12 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» (ΦΕΚ 222/ Α/12-11-2012), ισχύουν τα εξής: «Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου η διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 2112/20 (Α 67). ό- πως τροποποιήθηκε και ισχύει και το εδάφιο Β της παραγράφου 2 του άρθρου 74 του Ν. 3863/ 2010 (Α 115), όπως αυτό τροποποιήθηκε από το εδάφιο β της παρ. 5 του άρθρου 17 του Ν. 3899/ 2010 (Α 212) αντικαθίστανται ως εξής: «1. Η καταγγελία σύμβασης εργασίας ιδιωτικού υπαλλήλου με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας πέραν των δώδεκα (12) μηνών, δεν δύναται να πραγματοποιηθεί χωρίς προηγούμενη έγγραφη προειδοποίηση του εργοδότη, και η οποία θα ισχύει από την επομένη της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο με τους εξής όρους: α) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δώδεκα (12) συμπληρωμένους μήνες έως δύο (2) έτη, απαιτείται προειδοποίηση ενός (1) μηνός πριν την απόλυση. β) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δύο (2) έτη συμπληρωμένα έως πέντε (5) έτη, α- παιτείται προειδοποίηση δύο (2) μηνών πριν την απόλυση. γ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από πέντε (5) έτη συμπληρωμένα έως δέκα (10) έτη, απαιτείται προειδοποίηση τριών (3) μηνών πριν την απόλυση. δ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δέκα (10) έτη συμπληρωμένα και άνω, απαιτείται προειδοποίηση τεσσάρων (4) μηνών πριν την απόλυση. Εργοδότης που προειδοποιεί εγγράφως τον εργαζόμενο κατά τα ανωτέρω καταβάλλει στον απολυόμενο το ήμισυ της κατά το επόμενο εδάφιο του παρόντος αποζημίωσης». Σύμφωνα με τα παραπάνω προσδιορίζεται επακριβώς ο χρόνος έναρξης ισχύος της έγγραφης προειδοποίησης (στην περίπτωση καταγγελίας σύμβασης ιδιωτικών υπαλλήλων με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου) που τοποθετείται από την επομένη της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο. Ως εκ τούτου: α. Η προσμέτρηση του χρόνου προειδοποίησης ξεκινά από την επομένη ημέρα της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο και λήγει με τη λήξη της προθεσμίας προειδοποίησης, οπότε και επέρχεται η λύση της σχέσης εργασίας. β. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 9 του Ν. 3198/55 (Α 98), όπως ισχύει, «ο καταγγέλλων την σχέσιν εργασίας εργοδότης υποχρεούται όπως εντός προθεσμίας 8 ημερών από της παραδόσεως του εγγράφου της καταγγελίας εις τον απολυόμενον, αναγγείλη την υπ' αυτού ενερ- Σημείωση ΠΙΜ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ: Όπου στην παραπάνω Εγκύκλιο αναφέρεται έγγραφο καταγγελίας σήμερα αυτό έχει αντικατασταθεί με το ηλεκτρονικό έντυπο Ε6 της ΥΑ 29502 /8-9-2014. >> 13
γηθείσαν καταγγελίαν εις την αρμοδίαν Υπηρεσίαν του Ο.Α.ΕΔ., η οποίαυποχρεούται ναπρωτοκολλήσει τούτην αυθημερόν». Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι: ο εργοδότης υποχρεούται να αναγγείλει την με προειδοποίηση καταγγελία εντός (8) ημερών από της παραδόσεως στον εργαζόμενο του σχετικού εγγράφου (παρ. 1 του άρθρου 9 του Ν. 3198/1955). οι Υπηρεσίες ΟΑΕΔ θα πρέπει να παραλαμβάνουν το έντυπο καταγγελίας με προειδοποίηση εντός (8) ημερών από την γνωστοποίηση της προειδοποίησης στον εργαζόμενο. είναι αυτονόητο ότι οι Υπηρεσίες θα καταχωρίζουν τις ανωτέρω καταγγελίες σύμβασης στο ειδικό πρωτόκολλο του βιβλίου καταγγελιών συμβάσεων που τηρούν. Επίσης επισημαίνονται τα έξης: κατά τη λήξη του χρόνου της προειδοποίησης, δεν προβλέπεται υποχρέωση του εργοδότη νέας αναγγελίας της καταγγελίας στον ΟΑΕΔ. στην περίπτωση καταγγελίας σύμβασης εργατοτεχνιτών αορίστου χρόνου, προβλέπεται και παραλαμβάνεται από τις Υπηρεσίες μόνο καταγγελία χωρίς προειδοποίηση (απροειδοποίητη καταγγελία). Βάσει των ανωτέρω, οι ασφαλισμένοι των ο- ποίων οι συμβάσεις εργασίας έχουν καταγγελθεί με προειδοποίηση και οι οποίοι αιτούνται την επιδότησή τους λόγω ανεργίας, θα πρέπει να προσκομίζουν στις Υπηρεσίες του Οργανισμού το έγγραφο της «καταγγελίας σύμβασης εργασίας με προειδοποίηση», είτε αυτή έχει υποβληθεί εντύπως είτε ηλεκτρονικά, όπως αρχικά τους είχε επιδοθεί από τον εργοδότη. Εκτός όμως από το έγγραφο αυτό, θαπρέπει οι Υπηρεσίες ναελέγχουν και να πιστοποιούν την οριστική ημερομηνία και τον τρόπο λύσης της εργασιακής σχέσης. Τούτο θα προκύπτει από έγγραφη βεβαίωση του εργοδότη, η οποία θα πιστοποιεί την ημερομηνία καταβολής της αποζημίωσης απόλυσης ή μέρους αυτής (σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 74 του Ν. 3863/2010) που ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν. 3198/1955, με την εκπνοή της προβλεπόμενης από την καταγγελία σύμβασης προθεσμίας για τη λύση της εργασιακής σχέσης. Επισημαίνουμε και πάλι ότι η παραπάνω βεβαίωση του εργοδότη για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης ή μέρους αυτής θα χρησιμοποιείται μόνο ως κριτήριο επιβεβαίωσης της ημερομηνίας που επήλθε η διακοπή της εργασιακής σχέσης και όχι ως κριτήριο του κύρους της απόλυσης, σύμφωνα με τις οδηγίες της Δ/νσης Ασφάλισης του ΟΑΕΔ που έχουν δοθεί με το γενικό έγγραφο υπ' άριθμ. 100797/1991. Σε περίπτωση που δεν καταστεί δυνατή η προσκόμιση της ανωτέρω βεβαίωσης, επειδή δεν έχει ρυθμισθεί η καταβολή της αποζημίωσης, οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Οργανισμού οφείλουν να αποστέλλουν επιστολή στον εργοδότη με την οποία θα τον ενημερώνουν για την υποχρέωσή του σε περίπτωση που η καταγγελία της σύμβασης ακυρωθεί με δικαστική απόφαση ή ανακληθεί ως άκυρη από τον καταγγέλλοντα, να παρακρατήσει τους μισθούς υπερημερίας τους οποίους θα οφείλει στον εργαζόμενο, έως ότου ο τελευταίος προσκομίσει σχετική βεβαίωση του ΟΑΕΔ στην οποία θα αναγράφεται το ποσό που έχει εισπράξει από επιδόματα ανεργίας, ώστε ο εργοδότης να παρακρατήσει το ποσό αυτό και να το αποδώσει στον ΟΑΕΔ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 του Ν.Δ. 2698/1953. Τέλος, επισημαίνουμε ότι ο Ν. 4093/2012 δεν τροποποιεί τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 3 του Ν. 2112/1920 η οποία προβλέπει ότι: «Εργοδότης παραμελών την κατά τα ανωτέρω υποχρέωσιν καταγγελίας της υπαλληλικής συμβάσεως οφείλει να καταβάλη εις τον απολυόμενον υπάλληλον αποζημίωσιν ίσην προς το σύνολον των τακτικών αποδοχών, ας θα ελάμβανε κατά τον χρόνον προ του οποίου έδει να γίνει η καταγγελία, πλην αν εκ συμβάσεως ή εθίμου οφείλεται μεγαλυτέρα αποζημίωσις». Συνεπώς, σε περιπτώσεις που οι Υπηρεσίες μας δεχθούν καταγγελίες συμβάσεων εξηρτημένης εργασίας ιδιωτικών υπαλλήλων αορίστου χρόνου χωρίς προειδοποίηση, ακόμα και αν αυτοί εργάζονται στον ίδιο εργοδότη για διάστημα πλέον του ενός έτους, θα τις παραλαμβάνουν και θα τις καταχωρίζουν στο βιβλίο καταγγελιών συμβάσεων που τηρούν, και θα προβαίνουν στην επιδότηση ανεργίας εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις. Εξυπακούεται ότι στις περιπτώσεις αυτές δεν θα αναζητούν επιπλέον βεβαίωση εργοδότη για την καταβολή της αποζημίωσης λόγω απολύσεως. Οποιαδήποτε προγενέστερη οδηγία η οποία αντίκειται στα ανωτέρω καταργείται. 14 >>
>> Σημείωμα Σπ. Νιάρχου Ασφάλιση στο ΙΚΑ μισθωτών και επιδότηση ανεργίας όσο χρόνο διαρκεί η επίσχεσης εργασίας τους. 02 Είναι γνωστό από τη νομοθεσία του ΙΚΑ αλλά και τη σχετική μακροχρόνια νομολογία, ότι για να δημιουργηθεί δικαίωμα στην ασφάλιση του ΙΚΑ απαιτείται, στις περισσότερες των περιπτώσεων, (επειδή όπως αναφέρουμε παρακάτω προβλέπονται από τη νομοθεσία ορισμένες εξαιρέσεις του κανόνα αυτού), η παροχή πραγματικής εξαρτημένης εργασίας με τις εξ αυτής συνέπειες ως προς τις αποδοχές, τα ωράρια εργασίας, τις άδειες κ.λπ. Στην πρακτική όμως της εργασίας εμφανίζονται περιπτώσεις αποχής από την εργασία και παρόλα αυτά ο μισθωτός να δικαιούται τις αποδοχές του και την ασφάλισή του χωρίς να παρέχει την εργασία του, όπως είναι η περίοδος της κανονικής άδειας ανάπαυσης ή άλλης άδειας που προβλέπεται από νόμο, Σ... Σ Ε Δ. Α. κ.λπ., η περίοδος της ασθένειας ή του ατυχήματος, της επίσχεσης εργασίας κ.λπ. Για την ασφάλιση στο ΙΚΑ κατά τη διάρκεια π.χ. της μη παροχής εργασίας λόγω ασθενείας, η παρ. 2 του άρθρου 2, του Α.Ν. 1846/1951, όπως ισχύει σήμερα, προβλέπει ότι «Τα πρόσωπα αυτά (δηλαδή οι εργαζόμενοι που αδυνατούν να παράσχουν την εργασία τους), συνεχίζουν την υπαγωγή τους στην ασφάλιση και διαρκούντος του χρόνου κατά τον οποίο δικαιωματικά ή από λόγους ανεξαρτήτους από τη θέλησή τους δεν προσφέρουν εξαρτημένη εργασία, πλην όμως δικαιούνται τις αποδοχές τους». Περίπτωση δικαιώματος υπαγωγής στην ασφάλιση του ΙΚΑ χωρίς την παροχή πραγματικής και προσήκουσας απασχόλησης υπάρχει: α) Αποχή από την εργασία δικαιωματικά. Αφορά την περίπτωση απουσίας από νόμιμη αιτία (κανονική ή άλλη νόμιμη άδεια, επίσχεση εργασίας κ.λπ.). β) Μη παροχή εργασίας «από λόγους ανεξάρτητους της θέλησης του μισθωτού, από ανυπαίτιο κώλυμα (ασθένεια, τοκετός, προσωρινή στράτευση, κ.λπ.), ή γ) Αν ο εργοδότης από διάφορες αιτίες, μη οφειλόμενες σε ανωτέρα βία αδυνατεί ή δεν θέλει να δεχθεί τις προσηκόντως παρεχόμενες υπηρεσίες του μισθωτού (υπερημερία εργοδότη). Η επίσχεση εργασίας, από άποψη ασφαλιστική, ανήκει στην α' ανωτέρω περίπτωση, χωρίς να αποκλείεται θεμελίωσή της και στη β' περίπτωση. Το δικαίωμα της επίσχεσης των εργαζομένων με οποιαδήποτε σχέση στηρίζεται στο άρθρο 325 Α.Κ. κατά το οποίο, αν ο οφειλέτης έχει κατά του δανειστού ληξιπρόθεσμη αξίωση συναφή προς την οφειλή του, δικαιούται να αρνηθεί την εκπλήρωση της παροχής, μέχρι ότου ο δανειστής εκπληρώσει την βαρύνουσα αυτόν υποχρέωση. Κατά την άποψη της νομολογίας που κλήθηκε να ερμηνεύσει τον τρόπο άσκησης του δικαιώματος αυτού, ιδιαίτερα στο χώρο της εξαρτημένης εργασίας, η άσκηση του δικαιώματος αυτού δεν πρέπει να υπερβαίνει τα όρια της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού τούτου, σύμφωνα με τα άρθρα 281, 282, 288 του αυτού Α. Κ. Επίσης με την ίδια νομολογία των δικαστηρίων η επίσχεση ασκείται με σαφή δήλωση του μισθωτού, ο οποίος μετά από τη δήλωση αυτή απαλλάσσεται από την υποχρέωση παροχής εργασίας και κατά την νομοθεσία του Ο. Α. Ε. Δ., στην περίπτωση που θα ζητηθεί η επιδότηση ανεργίας των μισθωτών που άσκησαν το δικαίωμά τους αυτό, με γραπτή εξώδικη δήλωση που επιδίδεται στον εργοδότη μέσω δικαστικού επιμελητή. Αν η επίσχεση εργασίας λυθεί με την καταβολή από τον εργοδότη των οφειλομένων αποδοχών, η ασφαλιστική σχέση αποκαθίσταται πλήρως με αντίστοιχη ασφάλιση, σαν ο μισθωτός να εργάσθηκε πραγματικά. Αντιθέτως, εάν η επίσχεση παραταθεί για ασυνήθιστο κατά τις περιστάσεις χρόνο συγκριτικά με την οικονομική επιφάνεια της επιχείρησης, το είδος της απασχόλησης (αορίστου ή ορισμένου χρόνου), τον αριθμό των μισθωτών κ.λπ. χωρίς να καταβάλλονται αποδοχές, η απορρέουσα από αυτή ασφαλιστική σχέση δεν εξελίσσεται κατά τους θεωρητικούς ομαλά. Τούτο διότι εμφιλοχωρούν θέματα παρα- 15
γραφής των αξιώσεων, εκπτώσως λόγω αλλαχού κερδηθέντων, επίκλησης λόγου ανωτέρας βίας, ολικής ή μερικής παραιτήσεως από την αξίωση κήρυξης δικαστικά της επίσχεσης ως καταχρηστικής κ.λπ. Στις περιπτώσεις αυτές, το ΙΚΑ, προκειμένου να καταλογίσει τις εισφορές σε βάρος του εργοδότη ή να εγκρίνει την υπό του τελευταίου οίκοθεν ασφάλιση, απαιτεί απόδειξη ότι καταβλήθηκαν οι αποδοχές της ενδιάμεσης περιόδου, ή υποβολή δικαστικής απόφασης με την οποία να επιδικάζονται αποδοχές υπερημερίας. Σε διαφορετική περίπτωση δεν ασφαλίζει τον προσφεύγοντα μισθωτό. Η μη καταβολή λοιπόν των αποδοχών κατά την περίοδο επίσχεσης επιδρά αρνητικά στην πορεία της ασφάλισης είτε με τη μορφή της αναβολής μέχρι καταβολής τούτων, είτε με την μη πραγμάτωσή της παντελώς. Σημείωμα Χρ. Καρατζά 03 Υπαγωγή Επιδότηση ανεργίας κατά το χρόνο της επίσχεσης Σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 549/1977 στην περίπτωση που θα ασκηθεί το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας, ιδιαίτερα όταν αυτή εξελιχθεί σε μακροχρόνια διαφορά, προβλέπεται ότι ο μισθωτός που δεν εργάζεται εξ αιτίας της άσκησης του δικαιώματός του της αυτού, δύναται ύστερα από απόφαση του διευθυντή της οικείας Υπηρεσίας του ΟΑΕΔ ναλάβει επίδομαανεργίας, εφόσον έχει συμπληρώσει τις νόμιμες προυποθέσεις και αναγγελθεί εγκαίρως στον Ο.Α.Ε.Δ. με την επίδοση της εξώδικης δήλωσής του που επέδωσε στον εργοδότη όταν άσκησε το δικαίωμα της επίσχεσης. Στην περίπτωση τέτοιας επιδότησης, σύμφωνα με το άρθρο 31 του ΝΔ 2698/1953,αν ο εργοδότης προβεί εκ των υστέρων σε καταβολή αποδοχών για το διάστημα της επίσχεσης, υποχρεούται να παρακρατήσει για λογαριασμό του Ο.Α.Ε.Δ. τα ποσά του επιδόματος ανεργίας που κατέβαλε στο μισθωτό ο Ο.Α.Ε.Δ. στους Κλάδους και Λογαριασμούς του Ο.Α.Ε.Δ. α) των απασχολούμενων με σύμβαση μίσθωσης έργου και β) των προσώπων που απασχολούνται σε επιχειρήσεις μελών της οικογένειάς τους, κατ' εφαρμογή του Ν. 4075/2012 Με το Ν. 4075/2012 αποφασίσθηκε να υπαχθούν στους κλάδους ασφάλισης των Οργανισμών τα ποσοστά των οποίων συνεισπράττονται από το ΙΚΑ δηλαδή των Κλάδων και Λογαριασμών του Ο.Α.Ε.Δ., του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.) και της Εργατικής Εστίας (Ε.Ε.) των απασχολούμενων με σύμβαση μίσθωσης έργου και των απασχολουμένων σε επιχειρήσεις μελών της οικογένειάς τους (συγγενικών προσώπων), προκειμένου και αυτοί να μπορούν να λάβουν από τους οργανισμούς αυτούς τις παροχές τους όπως οι λοιποί εργαζόμενοι. Συγκεκριμένα με το νόμο αυτόν ορίσθηκαν τα εξής: 1. Για τους απασχολούμενους με σύμβαση μίσθωσης έργου Με τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ.3 του Α.Ν. 1846/51, όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με το άρθρο τέταρτο παρ. 1 του Ν. 1305/1982 και το άρθρο 1 παρ. 3 του Ν. 1759/88 υπήχθησαν στην ασφάλιση του ΙΚΑ υποχρεωτικά και αυτοδίκαια οι παρέχοντες την προσωπική τους εργασία με σύμβαση μίσθωσης έργου σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα (δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου), στο Δημόσιο, στους Ο.Τ.Α. κ.λπ., με συνθήκες οι οποίες από άποψη τρόπου, χρόνου και τόπου απασχόλησης είναι παρόμοιες με αυτές που συναντώνται στις περιπτώσεις μίσθωσης εργασίας. Οι προϋποθέσεις ασφάλισης, ο τρόπος υπολογισμού των ημερών των προσώπων αυτών κατά κατηγορία, η μισθολογική περίοδος, ο τρόπος υπολογισμού και καταβολής των εισφορών και ο υπόχρεος για την καταβολή τους, καθορίσθηκαν με Κανονισμό «για τον τρόπο ασφάλισης στο 1ΚΑ των απασχολούμενων με σύμβαση μίσθωσης έργου» που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων. Τα παραπάνω πρόσωπα ασφαλίζονται στο ΙΚΑ για τους κλάδους σύνταξης και ασθένειας καθώς και στο τ. ΕΤΕΑΜ (νυν ΕΤΕΑ), και εξαιρού- 16 >>
>> ντο για τους κλάδους και λογαριασμούς του Ο.Α.Ε.Δ., Ο.Ε.Ε. και Ο.Ε.Κ. ως μη παρέχοντα εξαρτημένη εργασία. 2. Απασχολούμενοι συγγενείς α και β βαθμού εργοδότη ατομικής επιχείρησης Όπως είναι γνωστό, με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 1759/1988 που προστέθηκε στο τέλος του άρθρου 2 του Α.Ν. 1846/1951 υπήχθησαν στην υποχρεωτική και όχι αυτοδίκαιη ασφάλιση του νόμου αυτού τα πρόσωπα που παρέχουν εργασία εντός των ορίων της χώρας κατά κύριο επάγγελμα σε εργοδότες με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς πρώτου και δευτέρου βαθμού συγγένειας, εφόσον για την εργασία τους αυτή δεν υπάγονται υποχρεωτικά ή προαιρετικά στην ασφάλιση άλλου φορέα κύριας ασφάλισης. Με την ίδια διάταξη προβλέφθηκε η έκδοση Κανονισμού για τη ρύθμιση των όρων και των προϋποθέσεων για την πραγματοποίηση της ασφάλισης των παραπάνω προσώπων. Σε εφαρμογή του Ν. 1759/1988 εκδόθηκε νέος Κανονισμός Ασφάλισης στο ΙΚΑ προσώπων που απασχολούνται σε επιχειρήσεις μελών της οικογένειάς τους, που εγκρίθηκε με την Φ21/ 3288/20-12-88 Απόφαση του τότε Υπουργού Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με το άρθρο 1 του Κανονισμού προβλέπεται ρητά η υπαγωγή των παραπάνω προσώπων στην ασφάλιση του ΙΚΑ, για όλους τους Κλάδους ασφάλισής του, καθώς και του τ. ΕΤΕΑΜ (νυν ΕΤΕΑ), εξαιρούντο όμως για τους κλάδους και λογαριασμούς του Ο.Α.Ε.Δ., Ο.Ε.Ε. και Ο.Ε.Κ., ως μη παρέχοντα εξαρτημένη εργασία. Νέες διατάξεις Τόσο με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν. 4075/2012 ορίζεται ότι, στο τέλος του τέταρτου άρθρου του Ν. 1305/1982, όπως προστέθηκε στην παρ. 3 του άρθρου 2 του Α.Ν. 1846/1951 και τροποποιήθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν. 1759/1988, όσο και με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4075/2012 ορίζεται ότι στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν. 1759/1988, όπως προστέθηκε στο τέλος του άρθρου 2 του Α.Ν. 1846/1951, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Τα παραπάνω πρόσωπα υπάγονται και στην ασφάλιση όλων των κλάδων και λογαριασμών του Ο.Α.Ε.Δ., του Ο.Ε.Κ. και του Οργανισμού Εργατικής Εστίας». Κατά συνέπεια, με τις νέες διατάξεις, προβλέπεται ρητά ότι τα πρόσωπα που παρέχουν την προσωπική τους εργασία με σύμβαση μίσθωσης έργου σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα (δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου) στο Δημόσιο, στους Ο.Τ.Α. κ.λπ. υπάγονται από 11-4-2012 (ημερομηνία δημοσίευσης στο ΦΕΚ του Ν. 4075/12) στην ασφάλιση όλων των κλάδων και λογαριασμών του Ο.Α.Ε.Δ., του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.) και του Οργανισμού Εργατικής Εστίας (Ε.Ε.). Ο λόγος της υπαγωγής των προσώπων αυτών τόσο στην ασφάλιση του ΙΚΑ όσο και των Κλάδων και Λογαριασμών που αυτό συνειπράττει (Ο.Α.Ε.Δ., Ο.Ε.Κ., Ε.Ε.), όπως προκύπτει και από την εισηγητική έκθεση του νόμου, είναι η απασχόλησή τους με συνθήκες που απαντώνται στις μισθώσεις εργασίας, δηλ. με συνθήκες που προσομοιάζουν με αυτές της εξαρτημένης εργασίας, έτσι ώστε να μην υπάρχει διαφοροποίηση στην ασφάλισή τους από τους λοιπούς ασφαλισμένους που εργάζονται με παρόμοιες συνθήκες. Κατά συνέπεια, με τις νέες διατάξεις, προβλέπεται ρητά ότι τα πρόσωπα που παρέχουν εργασία εντός των ορίων της χώρας κατά κύριο επάγγελμα σε εργοδότες που έχουν ατομική επιχείρηση και με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς πρώτου και δευτέρου βαθμού συγγένειας, υπάγονται από 11-4-2012 στην ασφάλιση όλων των κλάδων και λογαριασμών του Ο.Α.Ε.Δ., του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) και του Οργανισμού Εργατικής Εστίας (ΕΕ). Ο λόγος της υπαγωγής τους στην ασφάλιση των εν λόγω Κλάδων και Λογαριασμών που το ΙΚΑ συνεισπράττει (Ο.Α.Ε.Δ., ΟΕΚ, ΕΕ), όπως προκύπτει και από την εισηγητική έκθεση του νέου νόμου, είναι ότι η απασχόληση σε οικογενειακές επιχειρήσεις παρουσιάζει όλα τα χαρακτηριστικά της εξαρτημένης εργασίας, δηλ. αυτοπρόσωπη παροχή εργασίας, έναντι καταβολής μισθού, κάτω από την επίβλεψη και τον έλεγχο του εργοδότη, ο οποίος καθορίζει και τον τόπο και το χρόνο της εργασίας του μισθωτού και υπό την πλήρη καθοδήγησή του. Κατά συνέπεια δεν θα πρέπει να υπάρχει διαφοροποίηση στην ασφάλισή τους από τους λοιπούς ασφαλισμένους που εργάζονται με παρόμοιες συνθήκες. Διευκρινίζουμε ότι, πέραν από την τροποποίηση του συνολικού ποσοστού ασφαλίστρου, δεν επέρχεται καμία άλλη αλλαγή στο υπάρχον καθεστώς που διέπει την ασφάλιση των εν λόγω προσώπων, όσον αφορά τη διαδικασία έναρξης, διακοπής της ασφάλισής τους κ.λπ. 17
οι συνδρομητές μας ρωτούν... εμείς απαντούμε! Επιμέλεια: ΆνναΚαμπάνη ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Α? ΝΥΠΑΙΤΙΟ Κ ΩΛΥΜΑ Αν η ημέρα απουσίας ενός εργαζόμενου από την εργασία του οφείλεται στο γεγονός ότι είναι μάρτυρας σε δικαστήριο για δική του υπόθεση, λαμβάνεται σαν ημέρα κανονικής άδειας, αφαιρείται από τα ημερομίσθια ή δεν λαμβάνεται υπ όψιν (πληρώνεται δηλαδή κανονικά σαν ναεργάστηκε); Σύμφωνα με τη νομολογία των δικαστηρίων που έχουν κρίνει σχετικές υποθέσεις που στηρίζονται στα άρθρα 657 και 658 του Α.Κ. για τα ανυπαίτια κωλύματα (τους λόγους) των εργαζομένων που τους εμποδίζουν να προσφέρουν την εργασία τους, επειδή δεν υπάρχουν για τα θέματα αυτά ρητές άλλες διατάξεις νόμων κ.λπ., η παρουσία των εργαζομένων σε δικαστήρια που κρίνουν αστικές υποθέσεις ή ποινικές υποθέσεις που αφορούν τους ιδίους, (κατηγορούμενοι ή μηνυτές) δεν είναι ένας από τους λόγους που επιβάλουν στον εργοδότη να τους καταβάλει το ημερομίσθιό τους της ημέρας αυτής. Πάντως η απουσία των εργαζομένων για τους λόγους αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί αδικαιολόγητη και μπορεί να καλυφθεί είτε με τη χορήγηση μιας ημέρας κανονικής άδειας, είτε με άδεια χωρίς αποδοχές που θα ζητήσει εγκαίρως ο εργαζόμενος και ο εργοδότης θα υποχρεωθεί να τη χορηγήσει. Σπουδαίο λόγο απουσίας στην περίπτωση αυτή αποτελεί η παρουσία τους στο δικαστήριο μόνο ύστερα από κλήση του Εισαγγελέα ως μάρτυρα σε ποινική δίκη άλλων ατόμων ή ως ένορκοι. ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ?! Σε απάντηση του ερωτήματός σας σάς πληροφορούμε ότι έννοια μεταφοράς προσωπικού από μία εταιρεία σε άλλη δεν υπάρχει στη νομοθεσία μας και το κενό αυτό που οι υπηρε- Σε περίπτωση που έχουμε κάνει πρόσληψη με σύμβαση ορισμένου χρόνου, έχει παρέλθει ο χρόνος λήξης της σύμβασης και θέλουμε νατην ανανεώσουμε. Ο εργαζόμενος συνεχίζει την εργασία του με το ίδιο ωράριο, μισθό κ.λ.π. Πρέπει ναστείλουμε έντυπο Ε4 εξ αρχής ή πρέπει να υπογραφεί νέα σύμβαση; Αν η σύμβαση είναι μερικής απασχόλησης πρέπει να υποβάλλω έντυπο Ε9; Σε απάντηση του ερωτήματός σας σάς πληροφορούμε ότι, εφόσον ο εργαζόμενος που μας ρωτάτε συνεχίζει να εργάζεται στην επιχείρηση με τους ίδιους όρους αμοιβής και εργασίας, τα μέρη μπορούν να υπογράψουν έστω και τώρα μία νέα σύμβαση με την οποία θα συμφωνήσουν την παράταση της προηγούμενης σύμβασης από την ημερομηνία που έληξε μέχρι τη νέα ημερομηνία που θα συμφωνήσουν. Επειδή δε πρόκειται για σύμβαση μερικής απασχόλησης αντίγραφό της πρέπει να υποβληθεί με το έντυπο Ε9 στο Σ.ΕΠ.Ε. εντός 8 ημερών. Μ?! ΕΤΑΦΟΡΑ Π ΡΟΣΩΠΙΚΟΥ Θα θέλαμε να μας πείτε τι διαδικασία πρέπει ναακολουθήσουμε προκειμένου ναγίνει μεταφορά προσωπικού από μια εταιρεία σε μια άλλη;! 18 >>