Παραρτημα I Κατάσταση με τις ονομασίες, την φαρμακοτεχνική μορφή, τις περιεκτικότητες των φαρμακευτικών προϊόντων, την οδό χορήγησης, τους κατόχους της άδειας κυκλοφορίας στα κράτη μέλη 1
Κράτος μέλος EE/EOX Ο Αιτών Κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας INN Ονομασία προιόντος Περιεκτικότητα Φαρμακοτεχνική μορφή Οδός χορήγησης Βέλγιο Βέλγιο Γαλλία Γαλλία Magenta Pharma Consulting Ericapark 38 2403 EG Alphen aan den Rijn The Netherlands Astellas Pharma BV, Erasmus Park, Square Marie Curie 50, Building 5, 1st floor 1070 Brussels Belgium NOVARTIS PHARMA SAS 2-4, rue Lionel Terray 92500 Rueil- Malmaison FRANCE LABORATOIRE AGUETTANT 1, rue Alexander Fleming 69007 Lyon FRANCE νικαρδιπίνη υδροχλωρική νικαρδιπίνη υδροχλωρική νικαρδιπίνη (υδροχλωρική) νικαρδιπίνη (υδροχλωρική) Rydene 1 mg/ml Ενέσιμο διάλυμα Eνδοφλέβια χρήση Nicardipine Aguettant LOXEN 10 mg/10 ml, solution injectable (I.V.) NICARDIPINE AGUETTANT 10 mg/10 ml, solution injectable 10 mg/10 ml Ενέσιμο διάλυμα Eνδοφλέβια χρήση 10mg/10ml Ενέσιμο διάλυμα Eνδοφλέβια χρήση 10mg/10ml Ενέσιμο διάλυμα Eνδοφλέβια χρήση Γαλλία ARROW GENERIQUES 26, avenue Tony Garnier 69007 Lyon FRANCE νικαρδιπίνη (υδροχλωρική) NICARDIPINE ARROW 10 mg/10 ml, solution injectable 10mg/10ml Ενέσιμο διάλυμα Eνδοφλέβια χρήση 2
Κράτος μέλος EE/EOX Ο Αιτών Κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας INN Ονομασία προιόντος Περιεκτικότητα Φαρμακοτεχνική μορφή Οδός χορήγησης Λουξεμβούργο Ισπανία ASTELLAS PHARMA Square Marie Curie 50 1 Building 5 1070 Brussels Belgium ASTELLAS PHARMA, S.A. Paseo del Club Deportivo,1 bloque 14 28223 Pozuelo de Alarcón (Madrid) νικαρδιπίνη Rydene 1 mg/ml (5ml) Ενέσιμο διάλυμα Eνδοφλέβια χρήση νικαρδιπίνη υδροχλωρική VASONASE 1 mg/ml solución para perfusión 1 mg/ml Ενέσιμο διάλυμα Eνδοφλέβια χρήση Ολλανδία Astellas Pharma B.V. Sylviusweg 62 2333 BE Leiden The Netherlands νικαρδιπίνη Cardene IV 5 mg/5 ml πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση Eνδοφλέβια χρήση Ηνωμένο Βασίλειο Mercury Pharmaceuticals Limited No. 1 Croydon, 12-16 Addiscombe Road, Croydon, Surrey CR0 0XT, United Kingdom νικαρδιπίνη υδροχλωρικό Nicardipine 10mg/10ml solution for injection 1mg/1ml Ενέσιμο διάλυμα Eνδοφλέβια χρήση 3
Παράρτημα II Επιστημονικά πορίσματα και λόγοι για την τροποποίηση των όρων των αδειών κυκλοφορίας 4
Επιστημονικά πορίσματα Γενική περίληψη της επιστημονικής αξιολόγησης των φαρμακευτικών προϊόντων για ενδοφλέβια χρήση που περιέχουν νικαρδιπίνη (βλ. Παράρτημα Ι) Η νικαρδιπίνη είναι αναστολέας των διαύλων ασβεστίου της ομάδας της διυδροπυριδίνης. Η αποτελεσματικότητά της έγκειται κυρίως στην περιφερική αγγειοδιαστολή των λείων μυών των αγγείων παρά των καρδιακών μυών. Μετά την υποβολή αίτησης για χορήγηση άδειας κυκλοφορίας στο πλαίσιο αποκεντρωμένης διαδικασίας για γενόσημο φαρμακευτικό προϊόν που περιέχει νικαρδιπίνη για ενδοφλέβια χρήση (10 mg/10 ml ενέσιμο διάλυμα) και την αξιολόγηση του φακέλου της αίτησης, το Ηνωμένο Βασίλειο (το κράτος μέλος αναφοράς) έκρινε ότι τα υποβληθέντα κλινικά δεδομένα δεν είναι επαρκή για τον καθορισμό της αποτελεσματικότητας, της ασφάλειας και της συνολικής σχέσης οφέλους/κινδύνου της ενδοφλέβιας νικαρδιπίνης στις προτεινόμενες ενδείξεις. Για τα ενδοφλέβια γενόσημα προϊόντα δεν απαιτείται κατάδειξη της βιοϊσοδυναμίας και, ως εκ τούτου, δεν υποβλήθηκαν τέτοιου είδους δεδομένα. Επιπλέον, το κράτος μέλος αναφοράς διαπίστωσε σημαντικές ασυνέπειες μεταξύ των πληροφοριών που υποβλήθηκαν και των πληροφοριών δοσολογίας και ασφάλειας που προτείνονται στις περιλήψεις των χαρακτηριστικών του προϊόντος. Ως εκ τούτου, το κράτος μέλος αναφοράς αποφάσισε να αναστείλει την αποκεντρωμένη διαδικασία την ημέρα 210 και κίνησε διαδικασία δυνάμει του άρθρου 31 της οδηγίας 2001/83/ΕΚ, ζητώντας από την Επιτροπή Φαρμάκων για Ανθρώπινη Χρήση (CHMP) να επανεξετάσει τη σχέση οφέλους/κινδύνου όλων των ενδοφλέβιων φαρμακευτικών προϊόντων που περιέχουν νικαρδιπίνη, καθώς επίσης και να αποσαφηνίσει τα δεδομένα προς στήριξη της χορήγησης άδειας κυκλοφορίας στα εν λόγω προϊόντα. Λαμβανομένων υπόψη των προσδιορισθεισών αποκλίσεων στις εθνικά εγκεκριμένες πληροφορίες προϊόντος, η CHMP έκρινε ότι είναι προς το κοινοτικό συμφέρον η εναρμόνιση των πληροφοριών του προϊόντος σε ολόκληρη την ΕΕ. Κατά την αξιολόγηση, η CHMP εξέτασε όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, μεταξύ των οποίων δημοσιευμένες μελέτες, επισκοπήσεις άρθρων και κατευθυντήριων γραμμών, δηλώσεις εμπειρογνωμόνων, μελέτες χρηστών, εθνικές κατευθυντήριες γραμμές, καθώς και δεδομένα ασφάλειας από μετεγκριτικές βάσεις δεδομένων και βάσεις δεδομένων του κατόχου της άδειας κυκλοφορίας. Γενικά, η CHMP έκρινε επαρκή τα διαθέσιμα δεδομένα σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των ενδοφλέβιων φαρμακευτικών προϊόντων που περιέχουν νικαρδιπίνη για την αντιμετώπιση της μετεγχειρητικής υπέρτασης και την αντιμετώπιση της οξείας, απειλητικής για τη ζωή, υπέρτασης σε συγκεκριμένο περιβάλλον, όπου διασφαλίζεται η δυνατότητα παρέμβασης και παρακολούθησης από ειδικούς και υπό τον όρο ότι τα εν λόγω φαρμακευτικά προϊόντα χορηγούνται από ειδικούς. Η CHMP έκρινε, βάσει των υποβληθεισών πληροφοριών, των αποδείξεων από την ευρεία χρήση, των δηλώσεων εμπειρογνωμοσύνης και της απουσίας νέων σημάτων ασφάλειας στον συγκεκριμένο πληθυσμό ασθενών, ότι τα ενδοφλέβια σκευάσματα νικαρδιπίνης διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στον διαχωρισμό της αορτής. Ωστόσο, σύμφωνα με τις διαθέσιμες αποδείξεις, η CHMP εισηγήθηκε την κλινική χρήση της ενδοφλέβιας νικαρδιπίνης ως θεραπεία δεύτερης γραμμής όταν η θεραπεία με βήτα αναστολείς βραχείας δράσης δεν είναι κατάλληλη, ή σε συνδυασμό με βήτα αναστολείς όταν η μονοθεραπεία με βήτα αναστολείς δεν είναι αποτελεσματική. Η ενδοφλέβια νικαρδιπίνη μπορεί να συνεχίσει να χρησιμοποιείται στην κακοήθη αρτηριακή υπέρταση/υπερτασική εγκεφαλοπάθεια. Ωστόσο, λόγω του κινδύνου αύξησης της ενδοκρανιακής πίεσης, η CHMP εισηγήθηκε την προσθήκη προειδοποίησης σχετικά με τον συγκεκριμένο κίνδυνο. Σε ό,τι αφορά τη θεραπεία της σοβαρής υπέρτασης κατά την εγκυμοσύνη, η CHMP έλαβε υπόψη τα περιορισμένα δεδομένα της μελέτης, την έλλειψη δεδομένων μακροχρόνιας μελέτης σχετικά με τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα, καθώς και τις συστάσεις των ισχυουσών κατευθυντήριων γραμμών. Παρά το γεγονός ότι χρησιμοποιείται ως θεραπεία πρώτης γραμμής σε ορισμένα κράτη μέλη, η CHMP έκρινε ότι τα ενδοφλέβια σκευάσματα νικαρδιπίνης ενδείκνυνται ως θεραπεία δεύτερης γραμμής για την αντιμετώπιση της προεκλαμψίας, συμφώνησε δε στη συμπερίληψη ένδειξης για τη σοβαρή προεκλαμψία όταν άλλοι ενδοφλέβιοι αντιυπερτασικοί παράγοντες δεν συνιστώνται ή αντενδείκνυνται. 5
Λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων αποδείξεων και της τρέχουσας ιατρικής γνώσης σχετικά με τη χρήση ενδοφλέβιας νικαρδιπίνης, καθώς επίσης και των δυνητικά σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με τη χρήση της νικαρδιπίνης, η CHMP έκρινε ότι η σχέση οφέλους/κινδύνου της ενδοφλέβιας νικαρδιπίνης είναι αρνητική για ορισμένες ενδείξεις λόγω ανεπαρκών δεδομένων αποτελεσματικότητας. Υπάρχουν ανησυχίες ως προς την ασφάλεια οι οποίες σχετίζονται με τη χρήση της νικαρδιπίνης σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια αριστερής κοιλίας, καθώς και σε ασθενείς με υποπτευόμενη στεφανιαία νόσο και, ως εκ τούτου, η νικαρδιπίνη δεν πρέπει πλέον να χρησιμοποιείται για την οξεία σοβαρή υπέρταση με συνοδό αντιρρόπηση αριστερής κοιλίας και πνευμονικό οίδημα. Σε ό,τι αφορά την υπόταση, η CHMP έκρινε ότι η χρήση της ενδοφλέβιας νικαρδιπίνης για τη συγκεκριμένη ένδειξη δεν συνάδει πλέον με τις ισχύουσες πρακτικές στους τομείς της χειρουργικής και της αναισθησίας. Λαμβάνοντας υπόψη τα περιορισμένα δεδομένα αποτελεσματικότητας και τη συνολική εικόνα ασφάλειας, η CHMP έκρινε ότι οι ενδείξεις για την υπόταση πρέπει να διαγραφούν από τις πληροφορίες του προϊόντος. Η CHMP εξέτασε την ευρεία ένδειξη για την υπέρταση κατά την περιεγχειρητική περίοδο, στην οποία περιλαμβάνεται η προεγχειρητική φάση, η διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης αυτής καθαυτής και η μετεγχειρητική περίοδος. Η CHMP απεφάνθη ότι τα διαθέσιμα δεδομένα υποστηρίζουν μόνο τη χρήση της νικαρδιπίνης για την ένδειξη της μετεγχειρητικής υπέρτασης. Η CHMP προέβει επίσης σε σημαντικές αναθεωρήσεις της ενότητας «Δοσολογία» στις πληροφορίες του προϊόντος, περιλαμβανομένης της εναρμόνισης των συστάσεων σχετικά με τη χρήση της ενδοφλέβιας νικαρδιπίνης σε ειδικούς πληθυσμούς προς την τρέχουσα γνώση. Με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα σχετικά με την ασφάλεια, η CHMP επεσήμανε ότι οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες και οι ανεπιθύμητες ενέργειες που οδηγούν συχνότερα σε διακοπή της χρήσης του φαρμάκου είναι οι ανεπιθύμητες ενέργειες στο καρδιαγγειακό και νευρικό σύστημα, οι οποίες σχετίζονται με τις αναμενόμενες αγγειοδιασταλτικές επιδράσεις του φαρμάκου και, ειδικότερα, η κεφαλαλγία, η υπόταση, το ερύθημα, το οίδημα και η ταχυκαρδία. Επίσης, παρατηρείται γαστρεντερική δυσανεξία, όπως ναυτία. Οι εν λόγω ανεπιθύμητες ενέργειες συνάδουν με αυτές άλλων διυδροπυριδινικών αναστολέων των διαύλων ασβεστίου και δεν θεωρείται ότι επιδρούν αρνητικά στη σχέση οφέλους/κινδύνου της ενδοφλέβιας νικαρδιπίνης. Επιπλέον, σημαντικές ανησυχίες εγέρθηκαν σε ό,τι αφορά τη χορήγηση ενδοφλέβιας νικαρδιπίνης με δόση εφόδου ή την απευθείας ενδοφλέβια χορήγηση, λόγω του υψηλότερου δυνητικού κινδύνου ιατρογενούς υπότασης, ιδίως στην προεκλαμψία. Δεν προσδιορίσθηκαν κατάλληλα μέτρα ελαχιστοποίησης των σχετικών κινδύνων, δεδομένης της φύσης του πληθυσμού των ασθενών και του πιθανώς επείγοντος χαρακτήρα του περιβάλλοντος στο οποίο χρησιμοποιείται η ενδοφλέβια νικαρδιπίνη. Ως εκ τούτου, η CHMP απεφάνθη ότι η ενδοφλέβια νικαρδιπίνη πρέπει να χορηγείται μόνο με συνεχή έγχυση και όχι ως δόση εφόδου, λόγω των προαναφερθεισών ανησυχιών σχετικά με την ασφάλεια. Γενικό πόρισμα και σχέση οφέλους/κινδύνου Βάσει των παραπάνω, η επιτροπή απεφάνθη ότι η σχέση οφέλους/κινδύνου για τα ενδοφλέβια φαρμακευτικά προϊόντα που περιέχουν νικαρδιπίνη παραμένει θετική, λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς, τις προειδοποιήσεις και τις λοιπές τροποποιήσεις στις πληροφορίες του προϊόντος. Λόγοι για την τροποποίηση των όρων της άδειας κυκλοφορίας Εκτιμώντας ότι, Η επιτροπή εξέτασε όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, μεταξύ των οποίων τις απαντήσεις που υποβλήθηκαν από τους κατόχους της άδειας κυκλοφορίας, τις δημοσιευμένες μελέτες και τα μετεγκριτικά δεδομένα. Η επιτροπή έκρινε ότι τα διαθέσιμα δεδομένα αποτελεσματικότητας είναι υποστηρικτικά της ενδοφλέβιας χρήσης της νικαρδιπίνης για τη θεραπεία της οξείας απειλητικής για τη ζωή υπέρτασης και της μετεγχειρητικής υπέρτασης. 6
Η επιτροπή έκρινε ότι, λαμβανομένων υπόψη των προσδιορισθέντων σοβαρών περιορισμών των δεδομένων αποτελεσματικότητας και της γενικής εικόνας ασφάλειας της νικαρδιπίνης, τα οφέλη δεν υπερτερούν πλέον των κινδύνων σε ορισμένες ενδείξεις, οι οποίες συνεπώς πρέπει να διαγραφούν. Η επιτροπή έκρινε ότι οι πληροφορίες προϊόντος πρέπει να επικαιροποιηθούν, συμπεριλαμβανομένων των θεραπευτικών ενδείξεων, και συνέστησε τη χορήγηση της νικαρδιπίνης μόνο με συνεχή έγχυση και όχι με δόση εφόδου, λόγω ανησυχιών σχετικά με την ασφάλεια. Κατά συνέπεια, η επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η σχέση οφέλους/κινδύνου των φαρμακευτικών προϊόντων που περιέχουν νικαρδιπίνη για ενδοφλέβια χρήση παραμένει θετική υπό κανονικές συνθήκες χρήσης, λαμβάνοντας υπόψη τις εγκριθείσες αλλαγές στις πληροφορίες προϊόντος. 7
Παράρτημα ΙΙΙ Προτεινόμενη διατύπωση για την Περίληψη των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος και το Φύλλο Οδηγιών Χρήσης 8
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ 9
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1. 3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ 4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις Η ενδοφλεβίως χορηγούμενη νικαρδιπίνη [ή επινοηθείσα ονομασία] ενδείκνυται για την αντιμετώπιση της οξείας, απειλητικής για τη ζωή υπέρτασης, ειδικότερα στην περίπτωση: Κακοήθους αρτηριακής υπέρτασης/υπερτασικής εγκεφαλοπάθειας Διαχωρισμού αορτής, όταν δεν είναι κατάλληλη η θεραπεία με β-αποκλειστές, ή σε συνδυασμό με έναν β-αποκλειστή όταν ο β-αποκλεισμός από μόνος του δεν είναι αποτελεσματικός Σοβαρής προεκλαμψίας, όταν άλλοι ενδοφλεβίως χορηγούμενοι αντιυπερτασικοί παράγοντες δεν συνιστώνται ή αντενδείκνυνται Η νικαρδιπίνη ενδείκνυται επίσης για την αντιμετώπιση της μετεγχειρητικής υπέρτασης 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης Η νικαρδιπίνη πρέπει να χορηγείται μόνο με συνεχή ενδοφλέβια έγχυση. Η νικαρδιπίνη πρέπει να χορηγείται μόνο από ειδικούς σε καλά ελεγχόμενο περιβάλλον, όπως σε νοσοκομεία και και μονάδες εντατικής θεραπείας, με συνεχή παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης. Η ταχύτητα της χορήγησης πρέπει να ελέγχεται με ακρίβεια με χρήση ηλεκτρονικής αντλίας σύριγγας ή ογκομετρικής αντλίας. Η αρτηριακή πίεση και η καρδιακή συχνότητα πρέπει να παρακολουθούνται τουλάχιστον κάθε 5 λεπτά κατά τη διάρκεια της έγχυσης, και κατόπιν έως την σταθεροποίηση των ζωτικών σημείων, αλλά τουλάχιστον για 12 ώρες μετά το τέλος της χορήγησης της νικαρδιπίνης. Η αντιυπερτασική δράση θα εξαρτηθεί από τη χορηγούμενη δόση. Το δοσολογικό σχήμα για την επίτευξη της επιθυμητής αρτηριακής πίεσης μπορεί να ποικίλει ανάλογα με τη αρτηριακή πίεση-στόχο, την ανταπόκριση του ασθενή, και την ηλικία ή την κατάσταση του ασθενή. Με εξαίρεση την περίπτωση που η χορήγηση γίνεται μέσω κεντρικής φλεβικής γραμμής, αραιώστε σε συγκέντρωση 0,1 0,2 mg/ml πριν από τη χρήση (βλ. παράγραφο 6.2 για τα στοιχεία συμβατών διαλυμάτων) Ενήλικες Αρχική δόση: Η θεραπεία πρέπει να αρχίζει με συνεχή χορήγηση νικαρδιπίνης με ρυθμό 3 5 mg/h για 15 λεπτά. Οι ρυθμοί μπορούν να αυξάνονται κατά βήματα του 0,5 ή 1 mg κάθε 15 λεπτά. Ο ρυθμός έγχυσης δεν πρέπει να υπερβεί τα 15 mg/h. Δόση συντήρησης: Όταν επιτευχθεί η πίεση-στόχος, η δόση πρέπει να μειωθεί προοδευτικά, συνήθως έως μια τιμή μεταξύ 2 και 4 mg/h, προκειμένου να διατηρηθεί η θεραπευτική αποτελεσματικότητα. 10
Μετάβαση σε από στόματος αντιυπερτασικό παράγοντα: διακόψτε τη νικαρδιπίνη ή τιτλοποιήστε προς χαμηλότερες δόσεις ενόσω εδραιώνεται η από στόματος θεραπεία. Όταν εισάγεται από του στόματος αντιυπερτασικός παράγοντας, λάβετε υπόψη τη χρονική καθυστέρηση της εμφάνισης της δράσης του από του στόματος χορηγούμενου παράγοντα. Συνεχίστε την παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης έως την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος. Μπορεί να γίνει επίσης μετάβαση σε από στόματος νικαρδιπίνη υπό τη μορφή καψακίων 20 mg σε δοσολογία 60 mg/ημέρα σε 3 δόσεις ημερησίως, ή σε νικαρδιπίνη υπό τη μορφή δισκίων παρατεταμένης αποδέσμευσης 50 mg σε δοσολογία 100 mg/ημέρα σε 2 δόσεις ημερησίως. [Να συμπληρωθεί σε εθνικό επίπεδο, εάν εφαρμόζεται] Ηλικιωμένοι ασθενείς Οι κλινικές μελέτες με νικαρδιπίνη δεν συμπεριέλαβαν επαρκή αριθμό ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω ώστε να προσδιοριστεί εάν ανταποκρίνονται διαφορετικά από τα νεότερα άτομα. Οι ηλικιωμένοι ασθενείς ενδέχεται να είναι περισσότερο ευαίσθητοι στις δράσεις τις νικαρδιπίνης λόγω μειωμένης νεφρικής και/ή ηπατικής λειτουργίας. Συνιστάται η παροχή συνεχούς έγχυσης νικαρδιπίνης, ξεκινώντας από δόση 1 έως 5 mg/h, ανάλογα με την αρτηριακή πίεση και την κλινική κατάσταση. Μετά από 30 λεπτά, ανάλογα με την παρατηρούμενη δράση, ο ρυθμός πρέπει να αυξάνεται ή να μειώνεται κατά βήματα του 0,5 mg/h. Ο ρυθμός δεν πρέπει να υπερβεί τα 15 mg/h. Κύηση Συνιστάται η παροχή συνεχούς έγχυσης νικαρδιπίνης, ξεκινώντας από δόση 1 έως 5 mg/h, ανάλογα με την αρτηριακή πίεση και την κλινική κατάσταση. Μετά από 30 λεπτά, ανάλογα με την παρατηρούμενη δράση, ο ρυθμός αυτός μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί κατά βήματα του 0,5 mg/h. Στην αντιμετώπιση της προεκλαμψίας γενικά δεν υπερβαίνονται δόσεις υψηλότερες των 4 mg/h. Ωστόσο ο ρυθμός δεν πρέπει να υπερβεί τα 15 mg/h (Βλ. παραγράφους 4.4, 4.6 και 4.8). Ηπατική δυσλειτουργία Η νικαρδιπίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη προσοχή σε αυτούς τους ασθενείς. Καθώς η νικαρδιπίνη μεταβολίζεται στο ήπαρ, σε ασθενείς με μειωμένη ηπατική λειτουργία ή μειωμένη ροή αίματος στο ήπαρ συνιστάται η χρήση των ίδιων δοσολογικών σχημάτων όπως για τους ηλικιωμένους ασθενείς. Νεφρική δυσλειτουργία Η νικαρδιπίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη προσοχή σε αυτούς τους ασθενείς. Σε μερικούς ασθενείς με μέτρια νεφρική δυσλειτουργία, έχει παρατηρηθεί σημαντικά χαμηλότερη συστηματική κάθαρση και μεγαλύτερο εμβαδόν κάτω από την καμπύλη (AUC). Κατά συνέπεια, σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία συνιστάται η χρήση των ίδιων δοσολογικών σχημάτων όπως για τους ηλικιωμένους ασθενείς. Παιδιατρικός πληθυσμός Η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα σε βρέφη με χαμηλό βάρος γέννησης, νεογέννητα, θηλάζοντα βρέφη, βρέφη και παιδιά δεν έχουν ακόμη τεκμηριωθεί. Η νικαρδιπίνη πρέπει να χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της απειλητικής για τη ζωή υπέρτασης μόνο σε περιβάλλον παιδιατρικής μονάδας εντατικής θεραπείας ή μετεγχειρητικά. Αρχική δόση: Σε επείγουσα περίπτωση, συνιστάται αρχική δόση 0,5 έως 5 μg/kg/min. Δόση συντήρησης: Συνιστάται δοσολογία συντήρησης 1 έως 4 μg/kg/min. Η νικαρδιπίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη προσοχή σε παιδιά με νεφρική δυσλειτουργία. Σε αυτή την περίπτωση, πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο η χαμηλότερη δοσολογία. 4.3 Αντενδείξεις 11
Γνωστή υπερευαισθησία στη νικαρδιπίνη ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1. Σοβαρή στένωση της αορτής Αντισταθμιστική υπέρταση, δηλαδή, σε περίπτωση αρτηριοφλεβικής αναστόμωσης ή στένωσης του ισθμού της αορτής Ασταθής στηθάγχη Εντός 8 ημερών μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση Προειδοποιήσεις Ταχείες φαρμακολογικές μειώσεις της αρτηριακής πίεσης ενδέχεται να προκαλέσουν συστηματική υπόταση και αντανακλαστική ταχυκαρδία. Εάν ένα από τα παραπάνω εμφανιστεί με τη νικαρδιπίνη, εξετάστε το ενδεχόμενο μείωσης της δόσης κατά το ήμισυ ή διακοπής της έγχυσης. Ταχεία χορήγηση εφόδου ή ενδοφλέβια χορήγηση η οποία δεν ελέγχεται με χρήση ηλεκτρονικής αντλίας σύριγγας ή ογκομετρικής αντλίας δε συνιστάται και μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο σοβαρής υπότασης, ειδικά στους ηλικιωμένους, τα παιδιά, σε ασθενείς με νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Καρδιακή ανεπάρκεια Η νικαρδιπίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια ή πνευμονικό οίδημα, ειδικά όταν οι ασθενείς αυτοί λαμβάνουν ταυτόχρονα β-αποκλειστές, καθώς ενδέχεται να συμβεί επιδείνωση της καρδιακής ανεπάρκειας. Ισχαιμική καρδιαγγειακή νόσος Η νικαρδιπίνη αντενδείκνυται στην ασταθή στηθάγχη και αμέσως μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου (βλ. παράγραφο 4.3). Η νικαρδιπίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με υποψία στεφανιαίας ισχαιμίας. Περιστασιακά, ασθενείς ανέπτυξαν αυξημένη συχνότητα, διάρκεια, ή σοβαρότητα στηθάγχης μετά από την έναρξη ή αύξηση της δοσολογίας νικαρδιπίνης, ή κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Κύηση Λόγω του κινδύνου σοβαρής υπότασης της μητέρας και δυνητικά θανάσιμης υποξίας για το έμβρυο, η μείωση της αρτηριακής πίεσης πρέπει να είναι προοδευτική και πάντοτε υπό στενή παρακολούθηση. Λόγω του πιθανού κινδύνου πνευμονικού οιδήματος ή υπερβολικής μείωσης της αρτηριακής πίεσης, πρέπει να δίνεται προσοχή εάν χορηγείται ταυτόχρονα θειικό μαγνήσιο. Ασθενείς με ιστορικό ηπατικής δυσλειτουργίας ή διαταραγμένη ηπατική λειτουργία Έχουν αναφερθεί σπάνιες περιπτώσεις μη φυσιολογικής ηπατικής λειτουργίας που πιθανώς να συσχετίζονται με τη χρήση νικαρδιπίνης. Δυνητικές ομάδες κινδύνου είναι ασθενείς με ιστορικό ηπατικής δυσλειτουργίας ή εκείνοι με διαταραγμένη ηπατική λειτουργία κατά την έναρξη της θεραπείας με νικαρδιπίνη. Ασθενείς με πυλαία υπέρταση Έχει αναφερθεί ότι η ενδοφλέβια νικαρδιπίνη σε υψηλές δόσεις επιδείνωσε την πυλαία υπέρταση και τον δείκτη αιματικής ροής της πυλαιοσυστηματικής παράπλευρης κυκλοφορίας σε κιρρωτικούς ασθενείς. Ασθενείς με προϋπάρχουσα αυξημένη ενδοκρανιακή πίεση Η ενδοκρανιακή πίεση πρέπει να παρακολουθείται, ώστε να είναι δυνατός ο υπολογισμός της εγκεφαλικής πίεσης άρδευσης. 12
Ασθενείς με εγκεφαλικό επεισόδιο Η νικαρδιπίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με οξύ εγκεφαλικό έμφρακτο. Ένα υπερτασικό επεισόδιο που συχνά συνοδεύει ένα εγκεφαλικό επεισόδιο δεν αποτελεί ένδειξη για επείγουσα αντιυπερτασική θεραπεία. Η χρήση αντιυπερτασικών φαρμάκων δεν συνιστάται σε ασθενείς με ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο εκτός εάν η οξεία υπέρταση αποκλείει τη χορήγηση επαρκούς θεραπείας (π.χ. θρομβόλυσης) ή υπάρχει άλλη βλάβη τελικών οργάνων που είναι βραχυπρόθεσμα απειλητική για τη ζωή. Προφυλάξεις κατά τη χρήση Συνδυασμός με β-αποκλειστές Πρέπει να δίνεται προσοχή όταν η νικαρδιπίνη χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με έναν β-αποκλειστή σε ασθενείς με μειωμένη καρδιακή λειτουργία. Σε τέτοια περίπτωση, η δοσολογία του β-αποκλειστή πρέπει να προσαρμόζεται στην κλινική κατάσταση του ασθενή (Βλέπε παράγραφο 4.5). Αντιδράσεις της θέσης ένεσης Αντιδράσεις της θέσης ένεσης μπορούν να προκύψουν, ειδικά με την παρατεταμένη διάρκεια χορήγησης και σε περιφερειακές φλέβες. Συνιστάται η αλλαγή θέσης έγχυσης σε περίπτωση οποιασδήποτε υποψίας ερεθισμού της θέσης έγχυσης. Η χρήση κεντρικής φλεβικής γραμμής ή μεγαλύτερης αραίωσης του διαλύματος θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης αντίδρασης της θέσης έγχυσης. Παιδιατρικός πληθυσμός Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της ενδοφλεβίως χορηγούμενης νικαρδιπίνης δεν έχει ελεγχθεί σε ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές σε βρέφη ή παιδιά. Συνεπώς απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή σε αυτόν τον πληθυσμό (ανατρέξτε στην παράγραφο 4.2). [Προειδοποιήσεις ειδικές του σκευάσματος να συμπληρωθούν σε εθνικό επίπεδο.] 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης Ενίσχυση της αρνητικής ινότροπου δράσης Η νικαρδιπίνη ενδέχεται να ενισχύσει την αρνητική ινότροπο δράση των β-αποκλειστών και ενδέχεται να προκαλέσει καρδιακή ανεπάρκεια σε ασθενή με λανθάνουσα ή μη ελεγχόμενη καρδιακή ανεπάρκεια (βλ. παράγραφο 4.4). Δαντρολένιο Σε μελέτες σε ζώα, η χορήγηση βεραπαμίλης και ενδοφλεβίως χορηγούμενου δαντρολενίου προκάλεσε θανάσιμη κοιλιακή μαρμαρυγή. Ο συνδυασμός ενός αναστολέα των διαύλων ασβεστίου και του δαντρολενίου είναι συνεπώς δυνητικά επικίνδυνος. Μαγνήσιο Λόγω του πιθανού κινδύνου πνευμονικού οιδήματος ή υπερβολικής μείωσης της αρτηριακής πίεσης, πρέπει να δίνεται προσοχή εάν χορηγείται ταυτόχρονα θειικό μαγνήσιο (βλ. παράγραφο 4.4). Επαγωγείς και αναστολείς του CYP 3A4 Η νικαρδιπίνη μεταβολίζεται μέσω του κυτοχρώματος P450 3A4. Η συγχορήγηση παραγόντων που επάγουν το ένζυμο CYP 3A4 (π.χ. καρβαμαζεπίνη, φαινοβαρβιτάλη, φαινυτοΐνη, φωσφαινυτοΐνη, πριμιδόνη και ριφαμπικίνη) ενδέχεται να προκαλέσει μείωση των συγκεντρώσεων της νικαρδιπίνης στο πλάσμα. Η συγχορήγηση παραγόντων που αναστέλλουν το ένζυμο CYP 3A4 (π.χ. σιμετιδίνη, ιτρακοναζόλη και χυμός γκρέιπφρουτ) ενδέχεται να προκαλέσει αύξηση στις συγκεντρώσεις της νικαρδιπίνης στο πλάσμα. Συγχορήγηση αποκλειστών των διαύλων ασβεστίου με ιτρακοναζόλη έδειξε αυξημένο κίνδυνο 13
ανεπιθύμητων συμβαμάτων, και ειδικότερα οιδήματος λόγω μειωμένου του μεταβολισμού του αποκλειστή των διαύλων ασβεστίου στο ήπαρ. Η συγχορήγηση νικαρδιπίνης και κυκλοσπορίνης, τακρόλιμους ή σιρόλιμους έχει ως αποτέλεσμα αυξημένα επίπεδα συγκέντρωσης της κυκλοσπορίνης/τακρόλιμους στο πλάσμα. Τα επίπεδα συγκέντρωσης στο αίμα πρέπει να παρακολουθούνται και η δοσολογία του ανοσοκατασταλτικού και/ή της νικαρδιπίνης πρέπει να μειώνεται, εάν απαιτείται. Διγοξίνη Έχει αναφερθεί ότι, σε μελέτες φαρμακοκινητικής, η νικαρδιπίνη αύξησε τα επίπεδα συγκέντρωσης της διγοξίνης στο πλάσμα. Τα επίπεδα συγκέντρωσης της διγοξίνης πρέπει να παρακολουθούνται όταν εκκινείται ταυτόχρονη θεραπεία με νικαρδιπίνη. Δυνητικά αθροιστική αντιυπερτασική δράση Τα συγχορηγούμενα φάρμακα που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την αντιυπερτασική δράση της νικαρδιπίνης περιλαμβάνουν τη βακλοφαίνη, τους α-αποκλειστές, τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, τα νευροληπτικά, τα οπιοειδή και την αμιφοστίνη. Μείωση του αντιυπερτασικού αποτελέσματος Ο συνδυασμός νικαρδιπίνης με ενδοφλεβίως χορηγούμενα κορτικοστεροειδή και τετρακοσακτίδη (εκτός της υδροκορτιζόνης που χρησιμοποιείται ως θεραπεία υποκατάστασης στη νόσο του Addison) ενδέχεται να προκαλέσει μείωση της αντιυπερτασικής δράσης. Εισπνεόμενα αναισθητικά Η συγχορήγηση νικαρδιπίνης με εισπνεόμενα αναισθητικά θα μπορούσε να επάγει δυνητική προσθετική ή συνεργική υποτασική δράση, καθώς επίσης και αναστολή μέσω των αναισθητικών της αύξησης του καρδιακού ρυθμού μέσω των τασεοϋποδοχέων που συσχετίζεται με τα περιφερικά αγγειοδιασταλτικά. Περιορισμένα κλινικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι οι δράσεις των εισπνεόμενων αναισθητικών (π.χ. ισοφλουράνιο, σεβοφλουράνιο και ενφλουράνιο) στη νικαρδιπίνη φαίνονται να είναι μέτριες. Ανταγωνιστικοί παράγοντες νευροµυϊκού αποκλεισµού Περιορισμένα δεδομένα υποδεικνύουν ότι η νικαρδιπίνη, όπως και άλλοι αποκλειστές των διαύλων ασβεστίου, ενισχύει τον νευρομυϊκό αποκλεισμό πιθανώς δρώντας στην µετασυναπτική περιοχή. Οι δοσολογικές απαιτήσεις του εγχυόμενου βεκουρόνιου θα μπορούσαν να μειωθούν με την ταυτόχρονη χρήση νικαρδιπίνης. Η αντιστροφή του νευρομυϊκού αποκλεισμού από τη νεοστιγμίνη δεν φαίνεται να επηρεάζεται από την έγχυση νικαρδιπίνης. Δεν απαιτείται πρόσθετη παρακολούθηση. 4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία Εγκυμοσύνη Περιορισμένα φαρμακοκινητικά δεδομένα έδειξαν ότι η ενδοφλεβίως χορηγούμενη νικαρδιπίνη δεν συσσωρεύεται και έχει χαμηλή διαπλακουντιακή μεταφορά. Στην κλινική πράξη, η χρήση νικαρδιπίνης κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων τριμήνων σε περιορισμένο αριθμό κυήσεων δεν αποκάλυψε έως τώρα καμία δυσπλασική ή συγκεκριμένη εμβρυοτοξική δράση. Η χρήση νικαρδιπίνης για τη σοβαρή προεκλαμψία κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου της κύησης θα μπορούσε δυνητικά να παράγει μια ανεπιθύμητη τοκολυτική δράση η οποία θα μπορούσε δυνητικά να επηρεάσει την αυθόρμητη επαγωγή τοκετού. Έχει παρατηρηθεί οξύ πνευμονικό οίδημα όταν η νικαρδιπίνη χρησιμοποιήθηκε ως τοκολυτικό κατά τη διάρκεια της κύησης (βλ. παράγραφο 4.8), ειδικά σε περιπτώσεις πολλαπλής κύησης (δίδυμα ή περισσότερα), μέσω της ενδοφλέβιας οδού και/ή με ταυτόχρονη χρήση β2-αγωνιστών. Η νικαρδιπίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε πολλαπλές κυήσεις ή σε εγκύους με επιβαρυμένη καρδιαγγειακή κατάσταση, εκτός εάν δεν υπάρχει άλλη αποδεκτή εναλλακτική αγωγή. Θηλασμός 14
Η νικαρδιπίνη και οι μεταβολίτες της απεκκρίνονται στο ανθρώπινο γάλα σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις. Δεν υπάρχουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τη δράση της νικαρδιπίνης σε νεογέννητα/βρέφη. Η νικαρδιπίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια του θηλασμού. Γονιμότητα Δεν υπάρχουν δεδομένα. 4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών Δεν εφαρμόζεται. 4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες Σύνοψη του προφίλ ασφαλείας Η πλειοψηφία των ανεπιθύμητων ενεργειών είναι αποτέλεσμα των αγγειοδιασταλτικών δράσεων της νικαρδιπίνης. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι κεφαλαλγία, ζάλη, περιφερικό οίδημα, αίσθημα παλμών και έξαψη. Λίστα των ανεπιθύμητων ενεργειών σε μορφή πίνακα Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που καταγράφονται παρακάτω έχουν παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια κλινικών μελετών και/ή κατά τη χρήση μετά την κυκλοφορία και βασίζονται σε δεδομένα κλινικών δοκιμών και είναι ταξινομημένες σύμφωνα με την κατηγορία/οργανικό σύστημα κατά MedDRA. Οι κατηγορίες συχνότητας ορίζονται σύμφωνα με την ακόλουθη σύμβαση: Πολύ συχνές ( 1/10), συχνές ( 1/100 έως < 1/10), όχι συχνές ( 1/1.000 έως < 1/100), σπάνιες ( 1/10.000 έως < 1/1.000), πολύ σπάνιες (< 1/10.000) και μη γνωστές (η συχνότητα δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα). Κατηγορία συστήματος οργάνου Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος Διαταραχές του νευρικού συστήματος Συχνότητα Μη γνωστές θρομβοπενία Πολύ συχνές κεφαλαλγία Συχνές ζάλη Καρδιακές διαταραχές Αγγειακές διαταραχές Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του μεσοθωράκιου Διαταραχές του γαστρεντερικού Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης Συχνές οίδημα των κάτω άκρων, αίσθημα παλμών Συχνές υπόταση, ταχυκαρδία Μη γνωστές κολποκοιλιακός αποκλεισμός, στηθάγχη Συχνές ορθοστατική υπόταση Μη γνωστές πνευμονικό οίδημα* Συχνές ναυτία, έμετος Μη γνωστές παραλυτικός ειλεός Μη γνωστές αυξημένα ηπατικά ένζυμα Συχνές έξαψη Μη γνωστές ερύθημα Μη γνωστές φλεβίτιδα *έχουν αναφερθεί επίσης περιστατικά όταν χρησιμοποιήθηκε ως τοκολυτικό κατά τη διάρκεια της κύησης (βλ. παράγραφο 4.6) Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της 15
υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω [του εθνικού συστήματος αναφοράς]. 4.9 Υπερδοσολογία Συμπτώματα Υπερδοσολογία με υδροχλωρική νικαρδιπίνη μπορεί δυνητικά να έχει ως αποτέλεσμα σημαντική υπόταση, βραδυκαρδία, αίσθημα παλμών, έξαψη, υπνηλία, κατέρρειψη, περιφερικό οίδημα, σύγχυση, μη καθαρή εκφορά λόγου και υπεργλυκαιμία. Σε εργαστηριακά ζώα, η υπερδοσολογία είχε επίσης ως αποτέλεσμα αναστρέψιμες ανωμαλίες της ηπατικής λειτουργίας, σποραδική εστιακή νέκρωση του ήπατος και προοδευτικό κολποκοιλιακό αποκλεισμό αγωγής. Αντιμετώπιση Σε περίπτωση υπερδοσολογίας συνιστάται η λήψη συνήθων μέτρων συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης της καρδιακής και αναπνευστικής λειτουργίας. Επιπλέον των γενικών υποστηρικτικών μέτρων, για ασθενείς που παρουσιάζουν συμπτώματα αποκλεισμού της εισόδου του ασβεστίου συνιστώνται κλινικά ενδοφλεβίως χορηγούμενα παρασκευάσματα ασβεστίου και αγγειοσυσταλτικά. Η σοβαρή υπόταση μπορεί να αντιμετωπιστεί με ενδοφλέβια έγχυση οποιουδήποτε διαστολέα του όγκου του πλάσματος και τοποθέτηση σε ύπτια θέση με τα πόδια υψωμένα. Η νικαρδιπίνη δεν απομακρύνεται με αιμοκάθαρση. 5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ 5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: εκλεκτικοί αναστολείς ασβεστίου με κυρίως αγγειακή δράση, κωδικός ATC: C08CA04 Η νικαρδιπίνη είναι ένας αναστολέας δεύτερης γενιάς των διαύλων ασβεστίου, και ανήκει στην ομάδα της φαινυλoδιυδροπυριδίνης. Η νικαρδιπίνη έχει μεγαλύτερη εκλεκτικότητα για τους διαύλους ασβεστίου τύπου L σε αγγειακούς λείους μύες από ό,τι για τα καρδιακά μυοκύτταρα. Σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις αναστέλλει την εισροή ασβεστίου στο κύτταρο. Η δράση της εντοπίζεται κυρίως σε αρτηριακούς λείους μύες. Αυτό αντικατοπτρίζεται σε σχετικά μεγάλες και ταχείες μεταβολές της αρτηριακής πίεσης, με ελάχιστες ινοτροπικές μεταβολές της καρδιακής λειτουργίας (επίδραση τασεοϋποδοχέων). Όταν χορηγείται δια της συστηματικής οδού, η νικαρδιπίνη είναι ένα ισχυρό αγγειοδιασταλτικό το οποίο μειώνει την ολική περιφερική αντίσταση και ελαττώνει την αρτηριακή πίεση. Η καρδιακή συχνότητα αυξάνεται παροδικά. Ως αποτέλεσμα της μείωσης του μεταφορτίου, η καρδιακή παροχή αυξάνεται σημαντικά και για μεγάλη διάρκεια. Στον άνθρωπο, η αγγειοδιασταλτική δράση εμφανίζεται επίσης τόσο σε χορήγηση οξείας δόσης όσο και σε χρόνια χορήγηση στις μεγάλες και μικρές αρτηρίες, αυξάνοντας τη ροή του αίματος και βελτιώνοντας την αρτηριακή διατασιμότητα. Η νεφρική αγγειακή αντίσταση μειώνεται. 5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες Κατανομή Η νικαρδιπίνη δεσμεύεται σε υψηλό βαθμό στο ανθρώπινο πλάσμα σε μια ευρεία περιοχή συγκεντρώσεων. Μεταβολισμός Η νικαρδιπίνη μεταβολίζεται μέσω του κυτοχρώματος P450 3A4. Μελέτες που αφορούσαν είτε μονή δόση, είτε χορήγηση 3 φορές ημερησίως για 3 ημέρες, έδειξαν ότι λιγότερο από 0,03% αμετάβλητης νικαρδιπίνης ανακτάται στα ανθρώπινα ούρα μετά από από του στόματος ή ενδοφλέβια χορήγηση. Ο μεταβολίτης που απαντάται με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση στα ανθρώπινα ούρα είναι το γλυκουρονίδιο της υδροξειδικής μορφής, το οποίο σχηματίζεται με οξειδωτική διάσπαση του Ν- μεθυλοβενζυλικού τμήματος και οξείδωση του πυριδινικού δακτυλίου. 16
Απέκκριση Μετά από συγχορήγηση ραδιενεργής ενδοφλέβιας δόσης νικαρδιπίνης με από του στόματος δόση 30 mg χορηγούμενη κάθε 8 ώρες, 49% της ραδιενέργειας ανακτήθηκε στα ούρα και 43% στα κόπρανα εντός 96 ωρών. Κανένα μέρος της δόσης δεν ανακτήθηκε ως αμετάβλητη νικαρδιπίνη στα ούρα. Το προφίλ αποβολής του φαρμάκου μετά από ενδοφλέβια δόση αποτελείται από τρεις φάσεις με χρόνους ημίσειας ζωής αντίστοιχα: α 6,4 λεπτά, β 1,5 ώρες, γ 7,9 ώρες. Νεφρική δυσλειτουργία Η φαρμακοκινητική της ενδοφλεβίως χορηγούμενης νικαρδιπίνης μελετήθηκε σε άτομα με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία που απαιτούσαν αιμοκάθαρση (κάθαρση κρεατινίνης <10 ml/min), ήπια/μέτρια νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης 10 50 ml/min) και φυσιολογική νεφρική λειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης > 50 ml/min). Σε συνθήκες σταθεροποιημένης κατάστασης, η Cmax και το AUC ήταν σημαντικά υψηλότερες και η κάθαρση σημαντικά χαμηλότερη σε ασθενείς με ήπια/μέτρια νεφρική δυσλειτουργία σε σύγκριση με άτομα με φυσιολογική νεφρική λειτουργία. Δεν υπήρξαν σημαντικές διαφορές στις κύριες παραμέτρους φαρμακοκινητικής μεταξύ της σοβαρής νεφρικής δυσλειτουργίας και φυσιολογικής νεφρικής λειτουργίας (βλ. παράγραφο 4.4). 5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια Έχει δειχθεί ότι η νικαρδιπίνη απεκκρίνεται στο γάλα γαλουχούντων θηλαστικών. Σε πειράματα με ζώα έχει αναφερθεί ότι το φάρμακο απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Σε πειράματα με ζώα στα οποία αυτό το φάρμακο χορηγήθηκε σε υψηλή δόση κατά το τελευταίο στάδιο της κύησης, αναφέρθηκε αύξηση των εμβρυϊκών θανάτων, διαταραχές του τοκετού, μείωση του σωματικού βάρους των απογόνων, και καταστολή της μεταγεννητικής αύξησης του σωματικού βάρους. Ωστόσο, δεν έχει αναφερθεί τοξικότητα για την αναπαραγωγή. 6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 6.1 Κατάλογος εκδόχων 6.2 Ασυμβατότητες 6.3 Διάρκεια ζωής 6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη 6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός 7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ 8. ΑΡΙΘΜΟΙ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ 17
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ 10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ 18
ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ 19
Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον ασθενή [Εενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης] Νικαρδιπίνη Διαβάστε προσεκτικά ολόκληρο το φύλλο οδηγιών χρήσης προτού αρχίσετε να παίρνετε αυτό το φάρμακο, διότι περιλαμβάνει σημαντικές πληροφορίες για σας. Φυλάξτε αυτό το φύλλο οδηγιών χρήσης. Ίσως χρειαστεί να το διαβάσετε ξανά. Εάν έχετε περαιτέρω απορίες, ρωτήστε τον γιατρό, τον φαρμακοποιό ή τον νοσοκόμο σας. Η συνταγή γι' αυτό το φάρμακο χορηγήθηκε αποκλειστικά για σας. Δεν πρέπει να δώσετε το φάρμακο σε άλλους. Μπορεί να τους προκαλέσει βλάβη, ακόμα και όταν τα συμπτώματά τους είναι ίδια με τα δικά σας. Εάν παρατηρήσετε κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια, παρακαλείστε να ενημερώσετε τον γιατρό, τον φαρμακοποιό ή τον νοσοκόμο σας. Αυτό ισχύει και για κάθε πιθανή ανεπιθύμητη ενέργεια που δεν αναφέρεται στο παρόν φύλλο οδηγιών χρήσης. Τι περιέχει το παρόν φύλλο οδηγιών 1. Τι είναι το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης και ποια είναι η χρήση του 2. Τι πρέπει να γνωρίζετε προτού πάρετε το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης 3. Πώς να πάρετε το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης 4. Πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες 5. Πώς να φυλάσσεται το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης 6. Περιεχόμενο της συσκευασίας και λοιπές πληροφορίες 1. Τι είναι το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης και ποια είναι η χρήση του Το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης περιέχει υδροχλωρική νικαρδιπίνη, η οποία ανήκει σε μια ομάδα φαρμάκων που ονομάζονται αποκλειστές των διαύλων ασβεστίου. Το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της πολύ υψηλής αρτηριακής πίεσης. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης μετά από μια χειρουργική επέμβαση. 2. Τι πρέπει να γνωρίζετε πριν να πάρετε το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης Μην πάρετε το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης - σε περίπτωση αλλεργίας στη νικαρδιπίνη ή σε οποιοδήποτε άλλο από τα συστατικά αυτού του - φαρμάκου (αναφέρονται στην παράγραφο 6), - εάν έχετε θωρακικό άλγος, - εάν η υψηλή αρτηριακή σας πίεση οφείλεται σε στένωση μιας καρδιακής βαλβίδας ή άλλες - καρδιακές βλάβες, - εάν έχετε υποστεί καρδιακή προσβολή εντός των τελευταίων 8 ημερών. Προειδοποιήσεις και προφυλάξεις Ο γιατρός σας θα προσέξει ιδιαίτερα: - εάν έχετε καρδιακή ανεπάρκεια, - εάν έχετε στηθάγχη, - εάν το ήπαρ σας δεν λειτουργεί κανονικά, ή εάν είχατε στο παρελθόν ηπατική νόσο, - εάν έχετε υψηλή εγκεφαλική πίεση, - εάν υποστήκατε πρόσφατα εγκεφαλικό επεισόδιο, - εάν παίρνετε β-αποκλειστές, - εάν είστε έγκυος, - εάν είστε κάτω των 18 ετών 20
Εάν έχετε κάποια από αυτές τις καταστάσεις, ο γιατρός σας ενδέχεται να χρειαστεί να διεξάγει πρόσθετες εξετάσεις παρακολούθησης ή να αλλάξει τη δόση. Εάν κάποιο από τα παραπάνω ισχύει για εσάς, ή εάν έχετε αμφιβολίες, ενημερώστε τον γιατρό σας πριν να λάβετε το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης. Άλλα φάρμακα και το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης Ενημερώστε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας εάν παίρνετε, έχετε πρόσφατα πάρει ή μπορεί να πάρετε άλλα φάρμακα. Αυτό συμπεριλαμβάνει φάρμακα που λαμβάνονται χωρίς ιατρική συνταγή και φαρμακευτικά προϊόντα φυτικής προέλευσης. Ο λόγος είναι ότι το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που λειτουργούν μερικά άλλα φάρμακα. Επίσης, μερικά άλλα φάρμακα μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο που λειτουργεί το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης. Ειδικότερα, ενημερώστε τον γιατρό σας εάν παίρνετε κάποιο από τα ακόλουθα φάρμακα: - Δαντρολένιο (χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της μακροχρόνιας μυϊκής δυσκαμψίας) - Β-αποκλειστές (χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της υψηλής αρτηριακής πίεσης και των καρδιακών παθήσεων) όπως προπρανολόλη, ατενολόλη και μετοπρολόλη - Φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο κρίσεων, όπως καρβαμαζεπίνη, φαινοβαρβιτόνη, πριμιδόνη και φαινυτοΐνη - Βακλοφαίνη (χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση των μυϊκών σπασμών) - Φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού, όπως τακρόλιμους, σιρόλιμους και κυκλοσπορίνη - Ιτρακοναζόλη (χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση ορισμένων τύπων μυκητιασικών λοιμώξεων) - Ριφαμπικίνη (χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της φυματίωσης και ορισμένων άλλων τύπων λοίμωξης) - Α-αναστολείς (χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της υψηλής αρτηριακής πίεσης ή προβλημάτων του προστάτη στους άνδρες) όπως δοξαζοσίνη, πραζοσίνη και τεραζοσίνη - Οποιοδήποτε άλλο φάρμακο για την υψηλή αρτηριακή πίεση - Σιμετιδίνη (για την αντιμετώπιση της δυσπεψίας και των στομαχικών ελκών) - Διγοξίνη (χρησιμοποιείται για καρδιακές παθήσεις) - Αμιφοστίνη (χρησιμοποιείται για προστασία έναντι των επιβλαβών δράσεων ορισμένων αντικαρκινικών θεραπειών) - Φάρμακα για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης, του άγχους ή άλλων προβλημάτων ψυχικής υγείας - Ισχυρά αναλγητικά φάρμακα, όπως η μορφίνη ή η κωδεΐνη - Φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση φλεγμονής, όπως στεροειδή και τετρακοσακτίδη - Ένεση μαγνησίου (χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της υψηλής αρτηριακής πίεσης στην εγκυμοσύνη) Εάν υποβάλλεστε σε χειρουργική επέμβαση, ο αναισθησιολόγος σας πρέπει να γνωρίζει ποια άλλα φάρμακα παίρνετε, καθώς μερικά από αυτά μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο που λειτουργεί το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης. Μην πίνετε χυμό γκρέιπφρουτ και μην τρώτε γκρέιπφρουτ ενώ παίρνετε αυτό το φάρμακο καθώς αυτό ενδέχεται να αυξήσει τα επίπεδα της συγκέντρωσης της νικαρδιπίνης στο αίμα. Κύηση και θηλασμός Εάν είστε έγκυος ή θηλάζετε, νομίζετε ότι μπορεί να είσθε έγκυος ή σχεδιάζετε να αποκτήσετε παιδί, ζητήστε τη συμβουλή του γιατρού ή του φαρμακοποιού σας προτού να πάρετε αυτό το φάρμακο. Προειδοποιήσεις ειδικές του σκευάσματος να συμπληρωθούν εδώ, εάν εφαρμόζεται 3. Πώς να πάρετε το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης Αυτό το φάρμακο θα σας δοθεί στο νοσοκομείο. Ο γιατρός σας θα αποφασίσει ποια ποσότητα ενέσιμου διαλύματος Νικαρδιπίνης θα σας δοθεί. Αυτή θα εξαρτηθεί από το πόσο πολύ και πόσο γρήγορα θέλει να μειώσει την αρτηριακή σας πίεση. Το φάρμακο θα εγχυθεί αργά σε μια φλέβα. Η αρτηριακή σας πίεση θα μετριέται για όσο διάστημα λαμβάνετε τη θεραπεία και η δόση θα προσαρμόζεται, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η αρτηριακή σας πίεση θα πέσει σε φυσιολογικά επίπεδα. 21
Εάν έχετε περαιτέρω απορίες, ρωτήστε τον γιατρό, τον φαρμακοποιό ή τον νοσοκόμο σας. Το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης θα σας δοθεί από έναν γιατρό, ο οποίος θα φροντίσει να σας δοθεί η σωστή δόση για την κατάστασή σας. Εάν έχετε οποιουσδήποτε προβληματισμούς ενημερώστε τον γιατρό ή τον νοσοκόμο σας. 4. Πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες Όπως όλα τα φάρμακα, έτσι και αυτό το φάρμακο μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες ενέργειες αν και δεν παρουσιάζονται σε όλους τους ανθρώπους. Ο πονοκέφαλος είναι η συχνότερη ανεπιθύμητη ενέργεια, και ενδέχεται να επηρεάσει περισσότερα από 1 στα 10 άτομα. Άλλες συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες (αυτές ενδέχεται να επηρεάσουν έως και 1 στα 10 άτομα) είναι: Ζάλη Πρησμένα πόδια ή αστράγαλοι Αυξημένη καρδιακή συχνότητα, αίσθηση των χτύπων της καρδιάς (αίσθημα παλμών) Χαμηλή αρτηριακή πίεση, ειδικά όταν σηκώνεστε. Αυτό μπορεί να προκαλέσει ζάλη, τάση για λιποθυμία ή λιποθυμία Αίσθηση αδιαθεσίας ή ναυτία Έξαψη του δέρματος Άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες: (Μη γνωστή συχνότητα) Μείωση των αιμοπεταλίων, η οποία ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο αιμορραγίας ή μωλώπων Αργός καρδιακός ρυθμός Θωρακικό άλγος Καρδιακά προβλήματα που οδηγούν σε αυξημένο υγρό στους πνεύμονες και λαχάνιασμα Κοιλιακό άλγος Κοκκίνισμα του δέρματος Φλεγμονή της φλέβας στην οποία δόθηκε το φάρμακο Μεταβολές στις εξετάσεις αίματος ή τη λειτουργία του ήπατος Εάν παρατηρήσετε κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια, ενημερώστε τον γιατρό, τον φαρμακοποιό ή τον νοσοκόμο σας. Αυτό ισχύει και για κάθε πιθανή ανεπιθύμητη ενέργεια που δεν αναφέρεται στο παρόν φύλλο οδηγιών χρήσης. Μπορείτε επίσης να αναφέρετε ανεπιθύμητες ενέργειες απευθείας, μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς που αναγράφεται στο Παράρτημα V. Μέσω της αναφοράς ανεπιθύμητων ενεργειών μπορείτε να βοηθήσετε στη συλλογή περισσότερων πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια του παρόντος φαρμάκου. 5. Πώς να φυλάσσεται το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης Το νοσοκομείο σας θα φυλάξει το φάρμακο κατάλληλα. 6. Περιεχόμενο της συσκευασίας και λοιπές πληροφορίες Τι περιέχει το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης Η δραστική ουσία είναι η νικαρδιπίνη. Κάθε [να συμπληρωθεί ξεχωριστά] περιέχει [να συμπληρωθεί ξεχωριστά] Τα άλλα συστατικά είναι: [να συμπληρωθεί ξεχωριστά] Εμφάνιση του ενέσιμου διαλύματος Νικαρδιπίνης και περιεχόμενο της συσκευασίας 22
Το ενέσιμο διάλυμα Νικαρδιπίνης είναι ένα διαυγές, άχρωμο διάλυμα. Διατίθεται σε [να συμπληρωθεί ξεχωριστά] που περιέχουν [να συμπληρωθεί ξεχωριστά] Κάθε συσκευασία περιέχει [να συμπληρωθεί ξεχωριστά]. Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες. Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας και παραγωγός Κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας: [να συμπληρωθεί ξεχωριστά] Παραγωγός: [να συμπληρωθεί ξεχωριστά] Για οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με αυτό το φάρμακο, επικοινωνήστε με τον τοπικό αντιπρόσωπο του κατόχου της άδειας κυκλοφορίας: [να συμπληρωθεί ξεχωριστά] Το παρόν φύλλο οδηγιών χρήσης εγκρίθηκε τον {μήνας ΕΕΕΕ}. 23