ΚΙΝΗΤΡΑ ΠΡΟΣΕΛΕΥΣΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΣΕ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΧΟΡΟΥ. της. Μαρίας Μιχάλτση



Σχετικά έγγραφα
Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΣΤΟ ΟΥΔΕΤΕΡΟΘΡΗΣΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (ΤΟΥ ΡΕΖΙΣ ΝΤΕΜΠΡΕ)

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΟΝΕΩΝ & ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ 1 ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Ρόδος και Αίγυπτος : λίκνα ευεργετισμού. Ματούλα Τομαρά-Σιδέρη

ΔΙΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ Φυσική Β' Γυμνασίου. Επιμέλεια: Ιωάννης Γιαμνιαδάκης

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4133, 13/7/2007

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3638, 27/9/2002

Αριθμός αποφάσεως 5928/2010 ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ (Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας)

Ξαναδίνουμε ζωή στο δικό μας ΗΡΑΚΛΕΙΟ Δ.Α.Σ.Η. ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΣΤΟΡΑΚΟΣ. Δημοτική Ανεξάρτητη Συνεργασία Ηρακλείου

Α. ΟΡΓΑΝΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ 13 Α' ΜΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1897 ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ: 58/ 2014 ΝΟΜΟΣ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ ΔΗΜΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΙΤΣΑΣ Δ/ΝΣΗ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΕΛΕΤΗ

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΩΝ ΧΩΡΩΝ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ ΔΙΚΥΚΛΩΝ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Υποψήφιοι Σχολικοί Σύμβουλοι

ΤΕΙ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ. ΑΡΓΥΡΗ ΔΗΜΗΤΡΑ Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας Τμήμα Χρηματοοικονομικής και Ελεγκτικής Επιστήμης Εισηγητής :Λυγγίτσος Αλέξανδρος

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3834, 8/4/2004 Ο ΠΕΡΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι - ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΕΡΟΣ ΙΙ - ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ

Ο Οδικός Χάρτης για την Ελλάδα της δημιουργίας

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ Α ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ Α, Β ΤΑΞΕΙΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

«ΣΧΕΣΗ ΣΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΨΥΧΗΣ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ»

Περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής Ο Ιησούς περπατά στους δρόμους μας, έρχεται στα σπίτια μας για να μας προσφέρει την πίστη

ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΑΜΕΡΙΚΗΣ 11, ΑΘΗΝΑ Τ.Κ , Τηλ Fax

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ & ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β )

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ. Από τα πρακτικά της με αριθμό 13ης/2013, συνεδρίασης του Περιφερειακού Συμβουλίου την Τρίτη 9 Ιουλίου 2013 στην Κέρκυρα με τηλεδιάσκεψη.

62 η ΣΥΝΟΔΟΣ ΠΡΥΤΑΝΕΩΝ & ΠΡΟΕΔΡΩΝ Δ.Ε. ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 29 ΜΑΪΟΥ 2001 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

Πρακτικός οδηγός για την εφαρμογή του νέου Κανονισμού Βρυξέλλες ΙΙ.

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΤΥΑΚΟΥ ΤΟΠΟΥ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ 2010 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

YΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

Ο τίτλος της εργασία μας για αυτό το τετράμηνο ήταν «Πολίτες της πόλης μου, πολίτες της οικουμένης». Κλιθήκαμε λοιπόν να γνωρίσουμε καλύτερα την πόλη

Ηγουμενίτσα, 27/02/2015

Η Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας στην Κύπρο έχει οργανωθεί σε τομείς που υπόκεινται στις ακόλουθες ρυθμίσεις:

ΜΥΛΟΣ ΠΑΠΠΑ. ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΥΠΟΕΡΓΟ 1 της πράξης «Πολιτιστικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες στον Δήμο Λαρισαίων με διαδραστικό χαρακτήρα» (MIS )

ΕΚΦΡΑΣΗ-ΕΚΘΕΣΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ 1 ο Λύκειο Καισαριανής ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Κείμενα Προβληματισμού

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Αυτή είναι η οικογένειά μου

Εργαστηριακή εξάσκηση στις διαταραχές της κίνησης και της οπτικής αντίληψης. Διδάσκων :Α.Β.Καραπέτσας

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (ΦΛΩΡΙΝΑ) ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Καθηγητές στο μικροσκόπιο, ιδιώτες στην έρευνα. Ο νέος νόμος-πλαίσιο για τα πανεπιστήμια. Εφημερίδα: ΤΟ ΒΗΜΑ Ρεπορτάζ: ΜΑΡΝΥ ΠΑΠΑΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΣΥΝΘΗΚΗ SCHENGEN (ΣΕΝΓΚΕΝ)

ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΥΤΙΣΜΟ & Δ.Α.Δ. Ν.ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ. ΚΕΝΤΡΟ ΗΜΕΡΑΣ / πλατεία ΜΑΝΙΑΚΩΝ, ΚΑΣΤΟΡΙΑ. Η Έδρα του Συλλόγου. 21/12/2012, 10:30μμ

Περίληψη Εκδήλωσης. I. Ποια είναι η σχέση της έννοιας της λογοδοσίας µε την Ανοιχτή Κοινωνία;

ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ. Κώστας Χ. Χρυσόγονος Καθηγητής Συνταγµατικού ικαίου Τµήµα Νοµικής Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης

Αριθμός 9769/2014 TO ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Μυρσίνη Κοντογιάννη, Πρόεδρο

ΤΜΗΜΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΗΜΟΤΙΚΩΝ αριθ. Πρωτ. Προκ: & ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ Κ.Α για το 2015

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση: Εκπαιδευτικές και Διδακτικές Εμπειρίες ΕΙΣΗΓΗΣΗ

ΤΟΠΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΔΗΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

109(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΕΓΓΥΗΜΕΝΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΤΟΥ 2014 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ

ΔΗΜΟΣ ΠΑΛΑΜΑ Πληροφορίες: ΠΕΤΡΟΥ ΣΩΤΗΡΙΑ Τηλέφωνο: Αριθμ.πρωτ Παλαμάς 11/3/2015

Προωθώντας το μητρικό θηλασμό: Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας, Δικαιώματα ασθενή, αστική ευθύνη επαγγελματιών υγείας

Το σχέδιο έχει ως βάση ένα ενιαίο σύστημα κλειστών αγωγών το οποίο εκτείνεται

ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε. ΓENIKH ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΓΩΝ Διεύθυνση Κατασκευών Έργων Υποδομών Δικαιοσύνης ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Μοντελοποίηση Στατικού Ηλεκτρισμού Νικόλας Νικολάου Καθηγητής φυσικής Λύκειο Αγίου Αντωνίου

Βρήκαμε πολλά φυτά στο δάσος, αλλά και ήλιο, νερό, αέρα, έδαφος!

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΧΑΪΔΑΡΗΣ ΧΡ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΜ:6805. Εισηγητής: Σωτηρόπουλος Ιωάννης

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΙΑΚΙΝΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΝΟΜΟΣ 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α ) Μειοδοτικό σύστηµα ανάθεσης των δηµοσίων έργων και άλλες διατάξεις

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ. Η ολοκληρωμένη προσέγγιση θα εφαρμοστεί με τα παρακάτω Εργαλεία

ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

«Φιλολογικό» Φροντιστήριο Επαναληπτικό διαγώνισμα στη Νεοελληνική Γλώσσα. Ενδεικτικές απαντήσεις. Περιθωριοποίηση μαθητών από μαθητές!

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΝΟΤΗΤΩΝ Α ΤΑΞΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 3

KATATAΞH APΘPΩN. 6. Αρχές της προσφοράς και προμήθειας, ανθρώπινων ιστών και/ ή κυττάρων

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ: Διδακτικές ώρες 8 ΘΕΩΡΙΑΣ - ΘΕΜΑΤΟΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ - ΕΙΔΙΚΗ ΚΤΙΡΙΟΛΟΓΙΑ ΙΙ

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΕΞΩ ΠΟΤΑΜΟΙ

237 Χημικών Μηχανικών Θεσσαλονίκης

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 20 ΜΑΪΟΥ 2011 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Διδαγμένο κείμενο

ΟΙ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Ο ΚΛΑΔΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΗΣΗΣ

ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ & ΑΛΜΥΡΟΥ Ν.Π.Δ.Δ Νόμος 3601 Ελευθ. Βενιζέλου 7 Τηλ ΒΟΛΟΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΜΑΪΟΥ 2010

ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ Η ΑΡΧΗΣ ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ - ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Νεοελληνική Γλώσσα Λυκείου

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3646, 25/10/2002. ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 25ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2002

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2008 ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΡΧΗΓΟ ΤΗΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ

έκφραση έκθεση γενικό λύκειο

Αριθμός 3121/2014 ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ( ιαδικασία Εκουσίας ικαιοδοσίας)

Επαρχιακός Γραμματέας Λ/κας-Αμ/στου ΠΟΑ Αγροτικής

ΤΜΗΜΑ ΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Ι Σ Ο Κ Ρ Α Τ Η Σ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ Δ.Σ.Α.

ΥΠ.Ε.Π.Θ. / ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ»

Φροντιστήριο «ΕΠΙΛΟΓΗ» Ιατροπούλου 3 & Χρ. Παγώνη - Καλαμάτα τηλ.: & 96390

Απώλεια και μετασχηματισμοί της τραυματικής εμπειρίας. Παντελής Παπαδόπουλος

ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΔΗΛΩΣΗ

Ο αναλφαβητισμός ως σύγχρονο πρόβλημα

03-00: Βιομάζα για παραγωγή ενέργειας Γενικά ζητήματα εφοδιαστικών αλυσίδων

ΑΠΟΦΑΣΗ 34750/2006 (Αριθμός καταθέσεως πράξεως 43170/2006) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

ΓΙΑ ΝΑ ΠΝΙΞΕΙΣ ΤΟ ΦΙΔΙ ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΤΣΑΚΙΣΕΙΣ ΤΑ (ΧΡΥΣΑ) ΑΥΓΑ ΤΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ. ΝΟΜΟΣ. Δηµόσιες υπεραστικές οδικές µεταφορές επιβατών. Κεφ. Α - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ. Άρθρο 1 Σκοπός πεδίο εφαρµογής

Σοφία Γιουρούκου, Ψυχολόγος Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια

Γ Ι Ώ Ρ Γ Ο Σ ΧΑΤΖΗΜΙΧΆΛΗΣ Ο ΖΩΓΡΆΦΟΣ Α.Κ.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

Κατερίνα Παναγοπούλου: Δημιουργώντας κοινωνικό κεφάλαιο την εποχή της κρίσης

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ. Άρθρο πρώτο.

Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθµό κάθε µίας από τις παρακάτω ηµιτελείς προτάσεις Α1 έως Α5 και δίπλα στο γράµµα που αντιστοιχεί ση λέξη ή στη

Ένας περίπατος στη Μονή Καισαριανής

Η παρακμή του εργατικού κινήματος είναι μια διαδικασία που έχει ήδη διαρκέσει. πολλά χρόνια, τώρα ζούμε τα επεισόδια του τέλους της.

Transcript:

ΚΙΝΗΤΡΑ ΠΡΟΣΕΛΕΥΣΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΣΕ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΧΟΡΟΥ της Μαρίας Μιχάλτση Μεταπτυχιακή Διατριβή που υποβάλλεται στο καθηγητικό σώμα για τη μερική εκπλήρωση των υποχρεώσεων απόκτησης του μεταπτυχιακού τίτλου του ιατµηµατικού Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Μεταπτυχιακό Δίπλωμα (Μ.Δ.) στην Ανθρώπινη Απόδοση και Υγεία» των Τμημάτων Επιστήμης Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στην κατεύθυνση «Προπονητική» Θεσσαλονίκη 2008 Εγκεκριμένο από το Καθηγητικό σώμα: 1ος Επιβλέπων: Φιλίππου Φίλιππος Λέκτορας 2ος Επιβλέπων: Γουλιμάρης Δημήτριος Επίκουρος καθηγητής 3ος Επιβλέπων: Σερμπέζης Βασίλειος Αναπληρωτής καθηγητής 2008 Μαρία Μιχάλτση ALL RIGHTS RESERVED

Αφιερωμένο στους γονείς μου και στο σύζυγό μου

iii ΠΡΟΛΟΓΟΣ Με την ολοκλήρωση αυτής της εργασίας ολοκληρώνεται μια προσπάθεια που άρχισε τον Οκτώβριο του 2004 με την εισαγωγή μου στο Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα των Τμημάτων Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Για την ολοκλήρωσή της αντιμετώπισα πολλές δυσκολίες, τις οποίες ξεπέρασα με τη σωστή καθοδήγηση και συμπαράσταση πολλών ανθρώπων προς τους οποίους αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες. Κατ αρχήν, θερμότατες ευχαριστίες και βαθιά ευγνωμοσύνη οφείλω στον επιβλέποντα σύμβουλο-καθηγητή Φιλίππου Φίλιππο, Λέκτορα του ΤΕΦΑΑ του Δ.Π.Θ. ο οποίος με τις πολύτιμες οδηγίες και συμβουλές, με την αμέριστη συμπαράσταση, με επιμονή και υπομονή μου υπέδειξε το δύσκολο δρόμο της γνώσης και με οδήγησε στην ολοκλήρωση του εγχειρήματος αυτού. Επίσης, ευχαριστώ τους καθηγητές Γουλιμάρη Δημήτριο και Σερμπέζη Βασίλειο, μέλη της τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής, για τις χρήσιμες συμβουλές και υποδείξεις τους. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ολόψυχα όλους τους υπεύθυνους των σεμιναρίων παραδοσιακού χορού για αλλοδαπούς. Ήταν φιλικοί και συνεργάσιμοι και δέχτηκαν να συμμετάσχουν στην έρευνα αυτή με μεγάλο ενδιαφέρον. Θα ήταν παράλειψη να μην εκφράσω τις ευχαριστίες μου σε όλους αυτούς, που ταξίδεψαν από τα τέσσερα σημεία της υφηλίου για να έρθουν στην Ελλάδα και να μάθουν ελληνικό παραδοσιακό χορό και οι οποίοι δέχθηκαν να συμμετάσχουν στην έρευνα. Χωρίς τη συμμετοχή τους η έρευνα αυτή δε θα πραγματοποιείτο. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον σύζυγό μου Αντώνη και τους γονείς μου Τραϊανό και Ελένη οι οποίοι στάθηκαν δίπλα μου σε αυτήν την προσπάθειά με τον δικό τους μοναδικό τρόπο. Μιχάλτση Μαρία

vi ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ..iii ABSTRACT...iv ΠΡΟΛΟΓΟΣ...v ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...vi ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ.viii Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ.1 Ο χορός ως πολιτισμικό στοιχείo....1 Χορός και φολκλορισμός 2 Ορισμός του προβλήματος...4 Σκοπός της εργασίας...5 Σημασία της έρευνας...5 Ερευνητικές υποθέσεις 6 Στατιστικές υποθέσεις.6 Οριοθέτηση της έρευνας.6 Περιορισμοί της έρευνας.6 II. ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ 7 Πολιτιστικός τουρισμός.7 Ορισμοί της έννοιας «κίνητρο»...9 Κίνητρα και παρακίνηση...10 Θεωρία του αυτοπροσδιορισμού..11 Παρακίνηση και συμμετοχή.15 Κίνητρα για συμμετοχή σε τουριστικές δραστηριότητες.16 Κίνητρα συμμετοχής σε πολιτιστικό τουρισμό 24 Κίνητρα συμμετοχής σε φυσικές δραστηριότητες...27 Χορευτικές δραστηριότητες και κίνητρα συμμετοχής.29 ΙΙΙ. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ..31 Δείγμα...31 Συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων...34 Διαδικασία 35

vii IV. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ...36 Εγκυρότητα και αξιοπιστία του ερωτηματολογίου..36 Το φύλο ως ειδοποιός διαφορά των παραγόντων συμμετοχής 39 Η ηλικία ως ειδοποιός διαφορά των παραγόντων συμμετοχής 40 Το μορφωτικό επίπεδο ως ειδοποιός διαφορά των παραγόντων συμμετοχής...40 Το επάγγελμα ως ειδοποιός διαφορά των παραγόντων συμμετοχής...40 V. ΣΥΖΗΤΗΣΗ 42 Δημογραφικά χαρακτηριστικά...42 Χορός και κίνητρα συμμετοχής 45 Χορός και παρακίνηση...48 VI. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ..49 VII. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ.49 VIII. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 50 ΙΧ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ...57

viii ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ Πίνακας 3.1. Εθνικότητα συμμετεχόντων...32 Πίνακας 3.2. Δημογραφικά χαρακτηριστικά δείγματος..33 Πίνακας 3.3. Ποσοστιαία κατανομή κατά επάγγελμα και εκπαιδευτικό επίπεδο...33 Πίνακας 3.4. Σχέση με τον παραδοσιακό χορό και διάρκεια παραμονής στην Ελλάδα...34 Πίνακας 4.1. Παραγοντική ανάλυση.....37 Πίνακας 4.2. Ανάλυση αξιοπιστίας των παραγόντων....38 Πίνακας 4.3. Μέσοι όροι και τυπική απόκλιση των επτά παραγόντων..39 Πίνακας 4.5. Το φύλο ως ειδοποιός διαφορά των παραγόντων συμμετοχής...39

I. ΚΙΝΗΤΡΑ ΠΡΟΣΕΛΕΥΣΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΣΕ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΧΟΡΟΥ Ο χορός ως πολιτισμικό στοιχείο Μέχρι και τα μέσα του 20 ου αιώνα το περιβάλλον, στο οποίο παρουσιάζεται και αναπτύσσεται ο παραδοσιακός χορός, είναι η ελληνική ύπαιθρος, μια κατεξοχήν αγροτική κοινωνία χωρίς μεγάλες και έντονες αλλαγές στη σύνθεση και τη δομή της (Ζωγράφου, 2003). Ο προφορικός λόγος, η μνήμη, καθώς και οι άμεσες διαπροσωπικές σχέσεις των μελών της αποτελούν τα ζωτικά στοιχεία, στα οποία στηρίζεται η αναπαραγωγή της. Στην κοινωνία αυτή ο χορός αποτελεί σημαντικό στοιχείο της κοινωνικής συμπεριφοράς. Καθ όλη τη διάρκεια του έτους, με αφορμή το τοπικό πανηγύρι και μια θρησκευτική ή οικογενειακή γιορτή ή γάμο, διοργανώνονται χορευτικές περιστάσεις, στις οποίες τα μέλη της κοινότητας είναι «υποχρεωμένα» κυριολεκτικά να συμμετέχουν. Σημείο αναφοράς της χορευτικής πράξης είναι η κοινότητα, τα μέλη της οποίας μοιράζονται τον ίδιο χώρο και τους συνδέουν κοινές παραδόσεις, θεσμοί, ήθη και έθιμα. Δεν περιορίζεται όμως στα στενά γεωγραφικά και διοικητικά πλαίσια, αλλά αφορά και την αίσθηση του «ομού ανήκειν» (Νιτσιάκος 1991). Σε κάθε κοινότητα μπορούμε να διακρίνουμε κάποια στοιχεία, που τη χαρακτηρίζουν και τα οποία αποτελούν την τοπική κοινοτική-συλλογική ταυτότητα, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται η διάκριση από τις άλλες κοινότητες. Τα στοιχεία αυτά είναι η κατοικία (αρχιτεκτονική, διακόσμηση), η φορεσιά, το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα, η τροφή, η μουσική και το τραγούδι και τέλος ο χορός (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 1974). Η συμμετοχή των μελών της κοινότητας σε ομαδικές δραστηριότητες, μία από τις οποίες είναι και ο χορός, για τις ανάγκες της κοινότητας είναι συνηθισμένες διαντιδράσεις. Έτσι, η συμμετοχή στο χορό, ως κοινωνική εκδήλωση, ξεφεύγει από τα πλαίσια της ατομικότητας και γίνεται θέμα κοινωνικό. Είναι «θεσμός» διαπαιδαγώγησης των μελών της κοινότητας αποτελώντας έναν από τους τρόπους μύησης στο σύστημα των συλλογικών παραστάσεων, πολιτιστικών αξιών και κοινωνικών συμβόλων (Hubert, 1974) και παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της

2 κοινωνικής συνοχής. Η πλατεία του χωριού, ο συνηθέστερος τόπος εμφάνισης του χορού, μεταβάλλεται σε θέατρο, όπου ο κάθε χορευτής και η κάθε χορεύτρια αναπαράγουν τους κοινωνικούς τους ρόλους, και αντικατοπτρίζονται οι ηθικές αξίες, τα πιστεύω και οι αισθητικές αντιλήψεις. Είναι ο τόπος, όπου θα εκτεθούν και ταυτόχρονα θα μειωθούν οι αντιθέσεις και οι συγκρούσεις ανάμεσα στα φύλα, στους πλούσιους και τους φτωχούς, στους ντόπιους και τους ξένους (Ζωγράφου, 2003). Οι θέσεις που θα πάρουν οι χορευτές στον κύκλο και που εξαρτώνται από τη χορευτική περίσταση, καθορίζονται από το φύλο, την ηλικία, την κοινωνική και οικογενειακή κατάσταση του χορευτή. Όμως δεν λείπουν και οι αφορμές για διάκριση, ανταγωνισμούς, αντιζηλίες και διχόνοιες μεταξύ των χορευτών. Τέτοιες αφορμές αποτελούν, η θέση που θα πάρει κάποιος στον κύκλο, ο τρόπος που θα χορέψει και θα εκφραστεί, καθώς και η διάρκεια του χορού του. Στο περιβάλλον αυτό ο ρόλος του χορού είναι σύνθετος με το να προσφέρει ευκαιρίες στα μέλη της κοινότητας σε μια α) δημιουργική εμπειρία, β) μορφή κοινωνικής πρακτικής και γ) εξωτερίκευση των αισθημάτων των μελών της κοινότητας (Λουτζάκη 1992). Εστιάζοντας την προσοχή μας στην κινητική φόρμα των χορών και πώς αυτή παρουσιάζεται στα συγκεκριμένα όρια μιας κοινότητας θα παρατηρήσουμε ότι κάθε κοινότητα έχει επιλέξει και υιοθετήσει έναν κοινά διαμορφωμένο αισθητικό κώδικα χορευτικής έκφρασης. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι κάθε κοινότητα απομονώνει όσα χορευτικά στοιχεία θεωρεί ότι της ταιριάζουν βήματα και τρόπο εκτέλεσης αυτών, ρυθμικά σχήματα, σχήματα στο χώρο- και διαμορφώνει το δικό της χορευτικό ρεπερτόριο, τους δικούς της τρόπους έκφρασης και ερμηνείας, με αποτέλεσμα την πραγμάτωση μιας ιδιαίτερης φυσιογνωμίας στο χώρο και το χρόνο, της δικής της χορευτικής παράδοσης, της δικής της χορευτικής ταυτότητας. Η χορευτική ταυτότητα λειτουργεί και αυτή, όπως και η κοινοτική, ως στοιχείο διαφοροποίησης συγκριτικά με τις άλλες κοινότητες. Χορός και φολκλορισμός Δεκαετία σταθμό για την ελληνική κοινωνία αποτελεί η δεκαετία του 50. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας αυτής τελειώνει ένας μακροχρόνιος μετασχηματισμός, ένας μετασχηματισμός που άρχισε στα 1832 με τη σύσταση του σύγχρονου Ελληνικού κράτους (Τσαούσης1991, Δήμας 1999). Η εσωτερική και η εξωτερική μετανάστευση, που είχαν σαν αποτέλεσμα την αστικοποίηση του

3 αγροτικού πληθυσμού, και η βιομηχανοποίηση των μέσων παραγωγής είναι οι παράγοντες οι οποίοι, κατά κύριο λόγο, συμβάλλουν στο μετασχηματισμό της. Αποτέλεσμα του μετασχηματισμού αυτού είναι η ρήξη με τον παραδοσιακό τρόπο ζωής (Μερακλής 1986), η αλλαγή της συμπεριφοράς των ατόμων και του πολιτισμού τους με αποτέλεσμα τον ερχομό ενός καινούργιου τρόπου ζωής. Από τη δεκαετία του 60 και μετά παρατηρούνται αλλαγές στη χορευτική πρακτική των Ελλήνων ως αποτέλεσμα της σταδιακής εξάπλωσης της διδασκαλίας του παραδοσιακού χορού στα σχολεία και τους χορευτικούς συλλόγους. Η ίδρυση και η λειτουργία πολιτιστικών φορέων και των χορευτικών συλλόγων εντάσσεται στο κίνημα του φολκλορισμού. Ο Άγγλος αρχαιολόγος W. J. Thoms χρησιμοποίησε στα 1846 για πρώτη φορά τον όρο folklore με την εμφάνιση της λαογραφίας ως επιστήμης με αντικείμενο τη μελέτη του λαϊκού πολιτισμού. Η λέξη αυτή καθαυτή σημαίνει «γνώση του λαού». Με τον όρο αυτό, στις αρχές του 20 ου αιώνα, συνδέθηκε το κίνημα του φολκλορισμού. Σύμφωνα με τον Μερακλή (1989) φολκλορισμός είναι «η τεχνητή αναβίωση παραδοσιακών μορφών της λαϊκής ζωής και του λαϊκού πολιτισμού, που δεν ανταποκρίνονται λειτουργικά στους όρους της σύγχρονης ζωής, αλλά ασκούν μια γοητεία κυρίως στους αστούς και γενικά στον αστικοποιημένο άνθρωπο του σήμερα». Ο Moser (1962, 1963) ισχυρίζεται ότι ο φολκλορισμός αποτελεί μερική εκδήλωση ενός γενικότερου ψυχολογικού και πολιτισμικού φαινομένου, στο οποίο υπάγονται οι προσωπικές αναπολήσεις, καθώς και οι αναπολήσεις ενός λαού. Τον αποδίδει δε στην αγάπη του ανθρώπου για το παρελθόν του και στην τάση του να θέλγεται από κάθε τι εξωτικό. Για τον Μερακλή (1989) γενεσιουργές αιτίες του φολκλορισμού είναι ο εξωραϊσμός του παρελθόντος και η ιδιότητα της μνήμης να εξιδανικεύει, οτιδήποτε έρχεται από τα περασμένα. Αν και πολλοί πίστευαν ότι η εξάπλωση του εξευρωπαϊσμού και του εκσυγχρονισμού θα είχε ως αποτέλεσμα να εκσυγχρονιστούν οι παραδοσιακού χαρακτήρα εορτασμοί και οι τοπικού ενδιαφέροντος τελετουργίες και θα εξαφανίζονταν παντελώς ή τουλάχιστον θα έχαναν τη σημασία τους, τελικά διαψεύστηκαν και το κίνημα του φολκλορισμού έλαβε πολύ σύντομα τεράστιες διαστάσεις και εξαπλώθηκε σ όλον τον κόσμο (Hobsbawm - Ranger, 1983; Samuel και Thomson, 1990; Σκουτέρη Διδασκάλου, 1996). Η διδασκαλία του παραδοσιακού χορού στα σχολεία και τους χορευτικούς συλλόγους είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση ενός καινούργιου είδους χορού. Είναι

4 χορός, που διδάσκεται στις αίθουσες των χορευτικών συλλόγων, φολκλοριστικού τύπου κατά τη Ζωγράφου (2003), ο οποίος σιγά-σιγά αντικαθιστά τον παραδοσιακό χορό όχι μόνο στην καθημερινή πρακτική των νεοελλήνων, αλλά και στη συνείδησή τους. Έχουμε εισέλθει πια στην εποχή του πολιτισμού των συλλόγων (Σερμπέζης, 1999). Ορισμός του προβλήματος Η ανάπτυξη του φολκλοριστικού κινήματος είχε ως αποτέλεσμα την επαφή και τη γνωριμία ανθρώπων και πολιτισμών απ όλο τον κόσμο. Άνθρωποι διαφορετικών εθνικοτήτων και πολιτισμών, άγνωστοι μεταξύ τους, ταξιδεύουν ανά τον κόσμο για να γνωρίσουν καινούργιους ανθρώπους και πολιτισμούς. Η παραδοσιακή μουσική και ο παραδοσιακός χορός, ως στοιχεία του πολιτισμού μιας εθνοτικής ομάδας ή ενός λαού, αποτέλεσαν από πολύ νωρίς στοιχεία για τα οποία ενδιαφέρθηκαν οι φολκλορίστες στα πλαίσια ανάπτυξης του φολκλορισμού. Η ανάπτυξη της ethnic μουσικής είναι η καλύτερη απόδειξη για αυτό. Σε όλο τον κόσμο διοργανώνονται σεμινάρια διδασκαλίας παραδοσιακών χορών και μεταξύ αυτών περίοπτη θέση κατέχει η διδασκαλία του ελληνικού παραδοσιακού χορού, με τη συμμετοχή ανθρώπων και των δύο φύλων, όλων των ηλικιών και ποικίλων εκπαιδευτικών βαθμίδων. Στις αρχές της δεκαετίας του 70 τοποθετείται η ανάπτυξη του φολκοριστικού κινήματος στην Ελλάδα. Την ίδια περίοδο διοργανώνονται στην Ελλάδα, τα πρώτα σεμινάρια διδασκαλίας ελληνικού χορού απευθυνόμενα σε αλλοδαπούς. Τα πρώτα σεμινάρια διοργανώθηκαν στη Ρόδο, κάπου στα 1975 και στη συνέχεια στο Άστρος Κυνουρίας με συμμετοχή κυρίως Γάλλων. Σήμερα, σεμινάρια διδασκαλίας ελληνικού παραδοσιακού χορού διοργανώνονται καθ όλη τη διάρκεια του έτους και απ άκρο σε άκρο της Ελλάδας. Περίπου σε 10.000 υπολογίζονται τα άτομα τα οποία συμμετέχουν στα σεμινάρια αυτά. Συμμετέχοντες από όλα τα σημεία της γης, από την Κίνα και τις Η.Π.Α. μέχρι την Αργεντινή και την Αυστραλία, ταξιδεύουν από τις χώρες τους μέχρι την Ελλάδα με μοναδικό σκοπό την παρακολούθηση σεμιναρίων διδασκαλίας ελληνικού χορού. Αν και τα πρώτα σεμινάρια διδασκαλίας ελληνικού παραδοσιακού χορού, απευθυνόμενα σε αλλοεθνείς, στην Ελλάδα οργανώθηκαν προς τα τέλη της δεκαετίας του 70 και τις αρχές το 80, δεν έτυχαν της ανάλογης προσοχής τόσο από τους ανθρώπους του ακαδημαϊκού χώρου και όσο και από τους υπεύθυνους του ελληνικού

5 τουρισμού. Ανατρέχοντας στην ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία δεν ευρέθησαν έρευνες που να έχουν μελετήσει τόσο τα ποσοτικά όσο και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά όλων αυτών των ανθρώπων. Επίσης, ελάχιστες έως ανύπαρκτες είναι οι έρευνες, τόσο στον ελληνικό χώρο όσο και στο εξωτερικό, που αντιμετωπίζουν τον ελληνικό παραδοσιακό χορό ως κίνητρο για πολιτισμικό τουρισμό. Σκοπός της εργασίας Σκοπός της έρευνας είναι η διερεύνηση αφενός του προφίλ και αφετέρου των κινήτρων, που ωθούν άτομα από διαφορετικές ηπείρους να ταξιδέψουν στην Ελλάδα για να συμμετάσχουν σε σεμινάρια διδασκαλίας ελληνικού παραδοσιακού χορού, τα οποία οργανώνουν γηγενείς ιδιώτες και υλοποιούν Έλληνες δάσκαλοι χορού. Σημασία της έρευνας Πολλαπλά θα είναι τα οφέλη που θα προκύψουν από τα αποτελέσματα της έρευνας. Η μελέτη δημογραφικών στοιχείων, καθώς και των κινήτρων ώθησης συμμετοχής στα σεμινάρια, πολλά έχει να προσφέρει στους οργανωτές των σεμιναρίων, στους δασκάλους χορού, στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού, στους ιδιοκτήτες ξενοδοχείων και, γιατί όχι, στα Υπουργεία, Πολιτισμού και Εξωτερικών. Οι οργανωτές των σεμιναρίων θα γνωρίσουν τόσο ποιοι είναι αυτοί που συμμετέχουν στα σεμινάριά τους, όσο και τις εντυπώσεις και τις προσδοκίες τους. Αυτό θα τους δώσει τη δυνατότητα να οργανώσουν καλύτερα τα επόμενα σεμινάρια με στόχο την προσέλκυση περισσοτέρων ατόμων. Οι δάσκαλοι χορού γνωρίζοντας τους λόγους προσέλευσης θα έχουν τη δυνατότητα καλύτερης επιλογής και προσαρμογής της διδακτέας ύλης, ούτως ώστε αυτή να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των συμμετεχόντων. Ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού και οι ιδιοκτήτες ξενοδοχείων έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν την πελατεία τους απευθυνόμενοι σε καινούργια target group. Οι ιθύνοντες των υπουργείων Πολιτισμού και Εξωτερικών θα αντιληφθούν ποιοι είναι οι λόγοι, που ωθούν άτομα απ όλο τον κόσμο να ταξιδέψουν μέχρι την Ελλάδα για να συμμετάσχουν στα σεμινάρια αυτά. Έτσι θα έχουν ακόμη μία δυνατότητα να χαράξουν πολιτισμική πολιτική και να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικότερα τον παραδοσιακό χορό για την προβολή της Ελλάδας στο εξωτερικό.

6 Ερευνητικές υποθέσεις 1 η. Η συμμετοχή τους στηρίζεται στην επιθυμία τους να γνωρίσουν τον Ελληνικό πολιτισμό μέσω του χορού. 2 η. Η συμμετοχή τους στηρίζεται στην επιθυμία τους να ξεφύγουν από τη μονοτονία της καθημερινότητας. Στατιστικές υποθέσεις 1 η. Δε θα υπάρχουν διαφορές στα κίνητρα συμμετοχής που να οφείλονται στο φύλο των συμμετεχόντων. 2 η. Δε θα υπάρχουν διαφορές στα κίνητρα συμμετοχής που να οφείλονται στην ηλικία των συμμετεχόντων. 3 η. Δε θα υπάρχουν διαφορές στα κίνητρα συμμετοχής που να οφείλονται στο μορφωτικό επίπεδο των συμμετεχόντων. Οριοθέτηση της έρευνας Στην έρευνα συμμετείχαν αποκλειστικά αλλοεθνείς άνω των 18 ετών, που παρακολούθησαν σεμινάρια διδασκαλίας ελληνικού παραδοσιακού χορού στην Ελλάδα, διοργανωμένα από γηγενείς, στα οποία δίδαξαν Έλληνες δάσκαλοι χορού κατά την περίοδο Μάρτιος Οκτώβριος 2007. Περιορισμοί της έρευνας Σε όλες τις έρευνες, στις οποίες για τη συλλογή πληροφοριών χρησιμοποιούνται ερωτηματολόγια, υπάρχει ο κίνδυνος οι συνεντευξιαζόμενοι να απαντούν υποκειμενικά και με τρόπο «κοινωνικά αποδεκτό» (Kitwood, 1977). Ως εκ τούτου όλες οι απαντήσεις των ερωτώμενων θεωρούνται εκ προοιμίου ειλικρινείς.

II. ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ Πολιτιστικός τουρισμός Ο τουρισμός, με τη σύγχρονη μορφή του, αποτελεί ένα παγκόσμιο οικονομικό και κοινωνικό φαινόμενο, η ραγδαία ανάπτυξη του οποίου, από τη δεκαετία του 50 και μετά, έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον τόσο των αναπτυγμένων όσο και των αναπτυσσόμενων χωρών. Η συνέχεια είναι εκπληκτική. Η ανοδική αναπτυξιακή του πορεία είναι σε τέτοιο βαθμό εντυπωσιακή, που το 1997 αναγνωρίζεται ως η μεγαλύτερη βιομηχανία του κόσμου (Ηγουμενάκης, 2004). Οι παράγοντες, που συνέβαλαν σε αυτό, ήταν κατά κύριο λόγο οι αλλαγές, προς το καλύτερο, στο εργασιακό καθεστώς των εργαζομένων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του εισοδήματος των ανθρώπων και περισσότερο ελεύθερο χρόνο για διακοπές και ξεκούραση. Επιπλέον, η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη των μέσων μαζικής μεταφοράς και ιδιαίτερα των αεροπλάνων και τέλος, η απλούστευση των διατυπώσεων εισόδου-εξόδου στις χώρες υποδοχής και φιλοξενίας τουριστών διευκόλυναν τη μετακίνηση των ανθρώπων και συνέβαλαν στο να αυξηθεί η εμβέλεια του διεθνούς τουρισμού. Έτσι, με το πέρασμα του χρόνου ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι επισκέπτονται πιο απομακρυσμένους τουριστικούς προορισμούς με αποτέλεσμα να αλλάξουν σιγά-σιγά οι κατευθύνσεις του διεθνούς τουριστικού ρεύματος. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή ειδική επιτροπή για τη χωροταξία και τον τουρισμό (GEATTE), η Ευρώπη απορρόφησε το 1991 το 91% του παγκόσμιου τουρισμού έναντι 72% το 1975 (1992). Τα τελευταία χρόνια ο τουρισμός, που είχε ως μοναδικό στόχο τη θάλασσα, τον ήλιο και την ξεκούραση, ολοένα χάνει έδαφος αφού νέες μορφές τουρισμού εμφανίζονται στην αγορά με στόχο την προσέλκυση μεγαλύτερου αριθμού τουριστών. Τέτοιες μορφές είναι ο αγροτουρισμός, ο θρησκευτικός τουρισμός, ο συνεδριακός τουρισμός, ο πολιτιστικός τουρισμός. Στον πολιτιστικό τουρισμό η έμφαση δε δίνεται στο «ταξίδι φυγή», αλλά στο «ταξίδι νόημα» και στο «ταξίδι ποιότητα» (Τσάρτας, 1996). Μάλιστα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού εκτιμά

8 ότι ο πολιτιστικός τουρισμός αναπτύσσεται με ρυθμό 15% το χρόνο και ότι το 37% όλων των διεθνών ταξιδιών περιλαμβάνει ένα πολιτιστικό στοιχείο. Από την άλλη, ο μαζικός τουρισμός αναπτύσσεται με ρυθμό μόνο 8% το χρόνο. Όμως τι είναι πολιτιστικός τουρισμός; Από ερευνητές, αλλά και από μεγάλα ταξιδιωτικά γραφεία και τουριστικούς οργανισμούς προτάθηκαν πολλοί ορισμοί στην προσπάθειά τους να οριοθετήσουν την έννοια του πολιτιστικού τουρισμού. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (WTO) θεωρεί πως πολιτιστικός τουρισμός είναι το ταξίδι που γίνεται με κίνητρο βασικά πολιτιστικό. Περιλαμβάνει εκπαιδευτικές περιηγήσεις, θεατρικές παραστάσεις, φεστιβάλ, προσκυνήματα σε θρησκευτικούς χώρους, επισκέψεις σε αρχαιολογικούς χώρους, μνημεία και μουσεία, καθώς και τη μελέτη του φυσικού περιβάλλοντος, του λαϊκού πολιτισμού και της τέχνης (Ανθουλιάς 2008). Σύμφωνα την Επιτροπή Καναδικού Τουρισμού (CTC) ένα ταξίδι χαρακτηρίζεται ως πολιτιστικό όταν η συμμετοχή σε πολιτιστικές και εκπαιδευτικές εμπειρίες ή εμπειρίες που αναφέρονται στην πολιτιστική κληρονομιά αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα του ταξιδιού (Ανθουλιάς 2008). Για το Australian Bureau of Statistics (1997) ως πολιτιστικός τουρίστας ορίζεται ο τουρίστας, που διανυκτέρευσε για μια τουλάχιστον νύχτα σε μέρος που βρίσκεται πάνω από σαράντα χιλιόμετρα από τον τόπο μόνιμης κατοικίας του και επισκέφτηκε έναν πολιτιστικό τόπο. Ως πολιτιστικοί τόποι ορίζονται οι διάφορες γκαλερί τέχνης, τα μουσεία, τα ζωικά και θαλάσσια πάρκα, οι βιβλιοθήκες, οι συναυλίες, το θέατρο, οι χορευτικές παραστάσεις και τέλος ο κινηματογράφος (Australian Bureau of Tourism Research, 1998). Έναν παραπλήσιο ορισμό δίνει και τουριστικός οργανισμός LORD (1999). Για τον οργανισμό αυτόν, πολιτιστικός τουρισμός είναι το ταξίδι, που κάνει κάποιος έξω από τα όρια της μόνιμης κατοικίας του, παρακινούμενος στο σύνολο ή εν μέρει από το ενδιαφέρον του για ιστορικά, καλλιτεχνικά, επιστημονικά δημιουργήματα ή τον τρόπο ζωής μιας κοινότητας ή μιας ομάδας ανθρώπων. Το Dictionary of Travel, Tourism and Hospitality Terms (1996) δίδει έναν πιο γενικό και συγκεντρωτικό ορισμό. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον παραπάνω οργανισμό «ο πολιτιστικός τουρισμός αποτελεί όρο, που αναφέρεται στο ταξίδι ελεύθερου χρόνου και που παρακινείται από μια ή περισσότερες πτυχές του πολιτισμού μιας περιοχής».

9 Ανακεφαλαιώνοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι πολιτιστικό τουρισμό έχουμε όταν ο επισκέπτης θέλει να γνωρίσει, να κατανοήσει και να εκτιμήσει τον χαρακτήρα ενός τόπου και τον πολιτισμό του ως σύνολο, περιλαμβάνοντας: -την κοινωνική, οικονομική και πολιτική δομή -το λαό και τον τρόπο ζωής του -την ιστορία και την αρχαιολογία -τις τέχνες και την αρχιτεκτονική -το φαγητό, το κρασί και την τοπική παραγωγή -τη μορφολογία της περιοχής -τα διάφορα φεστιβάλ και εκδηλώσεις Ο τουρισμός, μέσα από αυτή τη μορφή, παύει να είναι μαζικός. Αποκτά κοινωνική και πολιτισμική διάσταση και αυτό που τον χαρακτηρίζει, πλέον, είναι η αναζήτηση εμπειριών, η επικοινωνία, και η ποιότητα στο ταξίδι.(ανθουλιάς 2008) Τι ωθεί όμως τους ανθρώπους να ταξιδέψουν σε χώρες, πολλές φορές με τεράστιες χιλιομετρικές αποστάσεις από τον τόπο μόνιμης κατοικίας τους; Ποια είναι τα κίνητρά τους και ποια δύναμη τούς έλκει να ταξιδέψουν προς τους συγκεκριμένους τόπους; Ορισμοί της έννοιας «κίνητρο» Η λέξη-κλειδί, που χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα, όπως θα διαπιστώσουμε παρακάτω, από τους ερευνητές στους ορισμούς, που δίνουν για την έννοια «κίνητρο», είναι η λέξη δύναμις. Για όλους, το κίνητρο είναι μία δύναμη. Για κάποιους από αυτούς είναι μια εσωτερική δύναμη. Για κάποιους άλλους προέρχεται αποκλειστικά από το εξωτερικό περιβάλλον του ανθρώπου. Τέλος, για κάποιους τρίτους είναι μία δύναμη τόσο εσωτερική όσο και εξωτερική που ωθεί τον άνθρωπο να ενεργήσει, να κάνει κάτι. Ένας ορισμός στον οποίο φαίνεται να συγκλίνουν οι απόψεις των περισσοτέρων ερευνητών μπορεί να έχει τη μορφή: κίνητρο είναι μια εσωτερική κατάσταση του ανθρώπου η οποία θέτει σε ενέργεια, δραστηριοποιεί ή κινεί και κατευθύνει τη συμπεριφορά του για να πετύχει συγκεκριμένους στόχους. Κίνητρο είναι κατεξοχήν μια κινητήρια δύναμη. Άρα, για να κάνει κάποιος κάτι, από κάπου πρέπει να αντλήσει μια κινητήρια δύναμη. Όταν το κάνει αφ' εαυτού τότε την ενέργεια και κινητήρια δύναμη την αντλεί από την αποκλειστικά δική του εσωτερική ενέργεια.

10 Τα κίνητρα κατονομάζονται ανάλογα με τον τομέα στον οποίο γίνεται η χρήση τους. Έτσι, έχουμε οικονομικά και πολιτικά κίνητρα ή κίνητρα μάθησης. Στον αθλητισμό, ένα ζευγάρι παπούτσια ή φόρμες, τα χρήματα, που θα πάρει ο αθλητής για μία νίκη του ή ένα ρεκόρ που πέτυχε, ή τα γενικότερης μορφής έπαθλα επειδή προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον του αθλητή ονομάζονται εξωτερικά ως προς την άθληση κίνητρα και η παρακίνηση εξωτερική. Αντίθετα, όταν αυτά απουσιάζουν η παρακίνηση ονομάζεται εσωτερική. Έτσι, όταν κάποιος κατά τη διάρκεια της άθλησής του προσπαθεί απλά επειδή του αρέσει να αθλείται και όχι για να κερδίσει κάποιο έπαθλο, τότε μιλάμε για εσωτερική παρακίνηση. Το κίνητρο, που τον ωθεί σε αυτή την περίπτωση, είναι η ευχαρίστηση που νιώθει κατά τη διάρκεια της άσκησης και ονομάζεται εσωτερικό κίνητρο. Η άθληση, για το άτομο αυτό, δεν είναι μέσο για να πετύχει κάποιον άλλο σκοπό, αλλά αυτοσκοπός. Οι λόγοι για τους οποίους ο περισσότερος κόσμος αθλείται είναι, κατά κύριο λόγο, η ευχαρίστηση και η διασκέδαση. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για τα μικρά παιδιά και τους νέους αθλητές, οι οποίοι στα αρχικά στάδια της αθλητικής τους καριέρας παρακινούνται κυρίως εσωτερικά, αφού δεν υπάρχουν ισχυρά εξωτερικά κίνητρα. Αντίθετα οι επαγγελματίες αθλητές αθλούνται για να κερδίσουν χρήματα (Θεοδωράκης, Γούδας, Παπαϊωάννου 2002). Κίνητρα και παρακίνηση Είναι σε όλους γνωστό ότι η άσκηση παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση και προαγωγή της υγείας του ανθρώπου. Οι περισσότεροι, όμως, δε γυμνάζονται. Αυτό συμβαίνει γιατί η απλή γνώση των ωφελειών, που προκύπτουν από τη συμμετοχή τους σε αυτή, δεν είναι αρκετή για να τους οδηγήσει σε συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες. Χρειάζεται και κάτι επιπλέον για να συμμετέχουν. Για τη συμμετοχή σε αθλητικές πρακτικές ή δραστηριότητες αναψυχής χρειάζεται να υπάρχει, πάνω από όλα, η παρακίνηση. «Παρακινούμαι» σημαίνει δραστηριοποιούμαι με σκοπό να κάνω κάτι. Όταν κάποιος δεν αισθάνεται την ανάγκη να κάνει κάτι αλλά ούτε και έχει την πρόθεση να κάνει, τότε λέμε ότι το άτομο αυτό δεν έχει κίνητρα. Αντίθετα, κάποιος άλλος, που έχει θέσει κάποιους στόχους και επιπλέον καταβάλει προσπάθεια για την επίτευξή τους, θεωρείται ότι είναι παρακινούμενο άτομο (Ryan και Deci 2000). Μακροχρόνιες και επίπονες προσπάθειες έχουν καταβληθεί από τους επιστήμονες στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν το πολυδιάστατο φαινόμενο της

11 παρακίνησης. Μια επιφανειακή ανάλυση των θεωριών της παρακίνησης θα μας δείξει ότι η πλειοψηφία των θεωριών αυτών αντιμετωπίζει τα κίνητρα ως ενιαίο φαινόμενο. Ωστόσο, αν εμβαθύνουμε σε μια πιο λεπτομερή ανάλυση θα διαπιστώσουμε ότι η παρακίνηση δεν αποτελεί ένα ενιαίο φαινόμενο. Τα άτομα δε διαφέρουν μόνο στο ποσοστό παρακίνησης, αλλά και στο είδος της παρακίνησης. Το είδος της παρακίνησης σχετίζεται άμεσα με τις εσωτερικές στάσεις και σκοπούς του ατόμου, που αποτελούν την αφορμή για μια πράξη, εμπλέκοντας τα αίτια της πράξης (Ryan και Deci 2000). Από τους Hoy και Miskel (1982), ως παρακίνηση ορίζεται «η σύνθεση δυνάμεων, ορμών, αναγκών, τάσεων ή άλλων μηχανισμών που ξεκινούν και διατηρούν μια εθελοντική δραστηριότητα για την επίτευξη προσωπικών στόχων». Για την Robbins (2001), ως παρακίνηση ορίζεται «η προθυμία καταβολής επίμονων προσπαθειών για την επίτευξη στόχων και την ικανοποίηση προσωπικών αναγκών». Ο Iso-Ahola (1999) αναφέρεται στην παρακίνηση «ως τις δυνάμεις που προκαλούν άμεσες και μόνιμες συμπεριφορές του ατόμου και προέρχεται από τη διαδικασία ικανοποίησης των φυσικών και ψυχολογικών του αναγκών». Θεωρία του αυτοπροσδιορισμού Σύμφωνα με τους Deci (1975), Deci και Ryan (1985) η παρακίνηση παρουσιάζεται με δύο μορφές: την εσωτερική και την εξωτερική παρακίνηση. Ταυτόχρονα, παρουσιάζουν και τον όρο της μη-παρακίνησης, όταν απουσιάζουν οι δύο προαναφερόμενοι τύποι παρακίνησης. Αναφέρουν, ακόμη, ότι υπάρχει άμεση συσχέτιση με τη συμμετοχή σε δραστηριότητες αναψυχής και έμμεση με τους περιορισμούς που δρουν ανασταλτικά και εμποδίζουν την ενεργή ενασχόληση με αυτές. Για το λόγο αυτό κρίνεται σκόπιμο η συμμετοχή και οι περιορισμοί να μελετούνται και να εξετάζονται πάντα σε σχέση με την παρακίνηση. Λέμε ότι εσωτερική παρακίνηση υπάρχει όταν ο ενεργών κάνει κάτι απλά για να το κάνει, για τη δραστηριότητα αυτή καθαυτή, καθώς και για τη χαρά και την ικανοποίηση που του προσφέρει η ενέργεια αυτή. Το κάνει γιατί το επιθυμεί και δεν επιδιώκει εξωτερικές αμοιβές (Deci, 1975; Deci και Ryan, 1985). Από έρευνες των Fortier, Vallerand, Briere και Provencher (1995), Pelletier, Vallerand, Tuson, Brieken και Blais (1995), καθώς και των Vallerand και Losier (1999) έχει αποδειχθεί ότι η εσωτερική παρακίνηση περικλείει τρεις διαστάσεις. Η πρώτη διάσταση αφορά την εξερεύνηση, τη δοκιμή και τη μάθηση νέων δεξιοτήτων.

12 Λέμε ότι κάποιος είναι παρακινούμενος εσωτερικά, όταν προσπαθεί να ανακαλύψει ή να πετύχει μια καινούργια δεξιότητα εξαιτίας της χαράς που απορρέει από την προσπάθεια αυτή. Η δεύτερη αφορά την πραγματοποίηση, την επιτυχία και την ικανότητα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η εσωτερική παρακίνηση είναι δύναμη, που ωθεί κάποιον να ξεπεράσει τις δυνάμεις του και να καταφέρει να πετύχει κάτι καινούργιο. Τέλος, η τρίτη διάσταση αφορά τη διέγερση, τη χαρά, την αισθητική εμπειρία, τη διασκέδαση και τον ενθουσιασμό. Όταν κάποιος συμμετέχει σε μια δραστηριότητα απλά για να απολαύσει κάποιες ευχάριστες και αισθησιακές εμπειρίες, λέμε ότι αυτός παρακινείται εσωτερικά. Οι Deci και Ryan (1985), δουλεύοντας ανάλογα, πρότειναν το ίδιο και για την εξωτερική παρακίνηση, ότι δηλαδή και στην εξωτερική παρακίνηση μπορούμε να διακρίνουμε τρία επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο αναφέρεται στη ρύθμιση της συμπεριφοράς υποσυνείδητα από πιέσεις προερχόμενες από το εξωτερικό περιβάλλον του ατόμου, από ενοχές και φόβο. Στην περίπτωση αυτή το άτομο πιέζει τον εαυτό του να ασχοληθεί με κάποια δραστηριότητα γιατί, σε αντίθετη περίπτωση, θα νιώθει άσχημα και ενοχές. Όταν συμβαίνει αυτό λέμε ότι το άτομο δέχεται εσωτερική πίεση και η από εξωτερικούς παράγοντες ρυθμιζόμενη συμπεριφορά του ατόμου αντικαθίσταται από μία εσωτερική πηγή. Όταν κάποιος, επιθυμεί να χάσει κάποια κιλά μέσω της άσκησης, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα νιώθει άσχημα με το σώμα του, τότε λέμε ότι το άτομο αυτό εσωτερικεύει τους λόγους συμπεριφοράς του. Η αναγνωρίσιμη ρύθμιση της συμπεριφοράς παρατηρείται, όταν κάποιος παρακινείται να ασχοληθεί με κάτι γιατί το θεωρεί σημαντικό για τον εαυτό του και γιατί απλά πρέπει χωρίς αναγκαστικά να το απολαμβάνει. Τέλος, όταν η συμπεριφορά ρυθμίζεται αποκλειστικά από πηγές προερχόμενες από το εξωτερικό περιβάλλον, όπως κάποιο έπαθλο ή πριμ, τότε λέμε ότι υφίσταται η εξωτερική ρύθμιση της συμπεριφοράς. Οι Deci και Ryan (1985), με σκοπό να κάνουν πιο κατανοητό το περιεχόμενο της παρακίνησης, ανέπτυξαν τη θεωρία του αυτο-προσδιορισμού. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή «η συμπεριφορά ενός ατόμου είναι αποτέλεσμα εσωτερικής ή εξωτερικής παρακίνησης ή μη-παρακίνησης, δηλαδή, έλλειψη παρακίνησης. Τα άτομα παρακινούνται εσωτερικά ή εξωτερικά σε υψηλά ή χαμηλά επίπεδα ή δεν παρακινούνται καθόλου και σαν επακόλουθο εγκαταλείπουν τη δραστηριότητα». Κάποια παραδείγματα από τα οποία μπορούμε να διαπιστώσουμε την ύπαρξη υψηλής η χαμηλής παρακίνησης στον αθλητισμό είναι και τα παρακάτω:

13 α. Όταν ένα παιδί αποφασίζει να συμμετέχει σε κάποια αθλητική δραστηριότητα ενώ ο καλύτερός του φίλος όχι. Στην πρώτη περίπτωση μιλάμε για υψηλή παρακίνηση, ενώ στη δεύτερη για χαμηλή. Όταν κάποιος έφηβος αποφασίζει να σταματήσει μια δραστηριότητα και να αρχίσει κάποια άλλη, αυτό σημαίνει ότι η παρακίνηση μειώθηκε για τη μία και αυξήθηκε για την άλλη. Όμως, και στις δύο περιπτώσεις η επιλογή του ατόμου δηλώνει παρακίνηση. β. Η συνέπεια, που επιδεικνύει κάποιος/α, όσον αφορά στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμμετοχή του/της σε μια δραστηριότητα, δηλώνει παρακίνηση. Όταν η συμμετοχή είναι ανελλιπής και χωρίς απουσίες δηλώνει υψηλή παρακίνηση. Αντίθετα, η διακεκομμένη και με απουσίες συμμετοχή χαμηλή παρακίνηση. γ. Η άθληση για μεγάλο χρονικό διάστημα δηλώνει πολύ υψηλή παρακίνηση. Αντίθετα, η εγκατάλειψη δηλώνει μειωμένη παρακίνηση. Σύμφωνα με τους παραπάνω ερευνητές «οι ενέργειες του ατόμου είναι αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης ψυχολογικών αναγκών και κοινωνικών παραγόντων». Οι ψυχολογικές αυτές ανάγκες ονομάστηκαν από τους Imasaki και Mannel, (1999) γνωστικοί μεσολαβητές. Η θεωρία του αυτο-προσδιορισμού αναφέρει ότι το κοινωνικό περιβάλλον επηρεάζει θετικά ή αρνητικά κάποιους από τους ψυχολογικούς μεσολαβητές. Οι Vallerand και Losier (1999) ισχυρίζονται ότι υπάρχει μια παρακινητική αλληλοεπίδραση. Οι ψυχολογικοί μεσολαβητές, δηλαδή, αφού δεχθούν την επίδραση των κοινωνικών παραγόντων, επηρεάζουν την παρακίνηση. Άλλη μια διάσταση της παρακίνησης για συμμετοχή σε δραστηριότητες αναψυχής αποτελεί και η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ της παρακίνησης και των φραγμών περιορισμών για συμμετοχή σε ανάλογες δραστηριότητες. Λέγοντας φραγμοί -περιορισμοί αναφερόμαστε σε γεγονότα και καταστάσεις που εμποδίζουν τη συμμετοχή του ατόμου σε δραστηριότητες αναψυχής ή σε αθλητικές δραστηριότητες. Σύμφωνα με τους Crawford και Godbey (1987) χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία κατατάσσουν τους ενδοπροσωπικούς περιορισμούς, δηλαδή, τους φραγμούς που προέρχονται από το ίδιο το άτομο, όπως κάποιες ψυχολογικές καταστάσεις. Στη δεύτερη κατηγορία αναφέρουν τους περιορισμούς που αφορούν την αλληλεπίδραση διαφόρων ομάδων, όπως τη δυσκολία να βρούμε παρέα και τους ονομάζουν διαπροσωπικούς περιορισμούς. Τέλος, στην τρίτη κατηγορία συναντάμε τους δομικούς περιορισμούς. Οι δομικοί περιορισμοί είναι εξωτερικοί και σχετίζονται συνήθως με την έλλειψη πόρων και ως εκ τούτου εμποδίζουν τη συμμετοχή σε δραστηριότητες κατά τον ελεύθερο χρόνο.

14 Οι θεωρίες, που έχουν ως αντικείμενο μελέτης την ικανότητα, την προσδοκία και τις αρχές ελέγχου επεξηγούν με επιτυχία την απόδοση των ατόμων στα διάφορα είδη στόχων. Οι λόγοι για τους οποίους τα άτομα εμπλέκονται σε διάφορους στόχους επίτευξης όμως δε συμπεριλαμβάνονται, ίσως σκόπιμα, ίσως από άγνοια, ίσως λόγω αδυναμίας, στα ενδιαφέροντα των παραπάνω θεωριών και μένουν χωρίς συστηματική μελέτη. Είναι λοιπόν δυνατόν, ενώ τα άτομα γνωρίζουν πως έχουν τις δυνατότητες να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις ενός στόχου, να μην έχουν κάποιο λόγο που να τα παρακινεί να προσπαθήσουν για την επίτευξη του στόχου αυτού. Ορισμένες θεωρίες, λοιπόν, εστιάζουν την προσοχή τους στις ενυπάρχουσες διαφορές μεταξύ της εσωτερικής και εξωτερικής παρακίνησης. Η εσωτερική παρακίνηση αφορά ενέργειες, οι οποίες γίνονται καθώς από τη φύση τους είναι ενδιαφέρουσες και απολαυστικές, ενώ η εξωτερική παρακίνηση αναφέρεται σε ενέργειες που γίνονται, γιατί οδηγούν σε συγκεκριμένα αποτελέσματα επιβράβευσης. (Deci και Ryan, 1985). Ως εσωτερική παρακίνηση ορίζουν «την πραγματοποίηση μιας δραστηριότητας για την έμφυτη ευχαρίστηση που προσφέρει, παρά για τα αποτελέσματά της». Αυτό σημαίνει ότι το άτομο δρα για την ευχαρίστηση που θα νιώσει ή για την πρόκληση που θα ακολουθήσει ως αποτέλεσμα της δράσης του και όχι γιατί δέχτηκε εξωτερικές πιέσεις ή γιατί προσδοκά κάποιες αμοιβές. Όμως, υπάρχει η πιθανότητα να προκύψουν, κάποιες φορές, οφέλη για το άτομο. Παρόλα αυτά, δράση του ατόμου δε γίνεται για τα οφέλη αυτά αλλά για τις θετικές εμπειρίες που θα αποκομίσει ο δρών και οι οποίες σχετίζονται με την επέκταση των δυνατοτήτων των ατόμων. Η φυσική αυτή κινητήρια τάση αποτελεί ένα κρίσιμο στοιχείο στη γνωστική, κοινωνική και φυσική εξέλιξη, καθώς με την ανάπτυξη των εσωτερικών του ενδιαφερόντων, το άτομο εξελίσσει τις γνωστικές και άλλες ικανότητές του. (Deci και Ryan, 1985). Έχει διαπιστωθεί ότι η εσωτερική παρακίνηση μπορεί να αποβεί επωφελής για τα άτομα μόνο όταν συντρέχουν συγκεκριμένες καταστάσεις. Για το λόγο αυτό κατεβλήθησαν προσπάθειες να διαπιστωθούν ποιοι είναι οι παράγοντες αυτοί, οι οποίοι όχι μόνο συντηρούν, αλλά προάγουν την εσωτερική παρακίνηση σε αντίθεση με αυτούς που τη μειώνουν. Στην προσπάθειά τους αυτή οι Deci και Ryan (1985), ανέπτυξαν τη θεωρία του αυτοπροσδιορισμού λαμβάνοντας υπόψη τους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς εκείνους παράγοντες οι οποίοι, χωρίς να τη φθείρουν, προάγουν την εσωτερική παρακίνηση. Στα πλαίσια της παραπάνω θεωρίας ανέπτυξαν και ακόμη μία θεωρία, τη θεωρία της γνωστικής αποτίμησης. Με τη θεωρία αυτή προσδιόρισαν πλήρως τους παράγοντες εκείνους, οι οποίοι συμμετέχουν στη

15 μεταβλητότητα της εσωτερικής παρακίνησης. Έτσι, σύμφωνα με τη θεωρία αυτή «οι διαπροσωπικές δομές και τα γεγονότα τα οποία συντελούν στην αίσθηση της επάρκειας κατά τη διάρκεια της δράσης μπορούν να προάγουν την εσωτερική παρακίνηση για τη συγκεκριμένη δράση, καθώς επιτρέπουν την ικανοποίηση της βασικής ψυχολογικής ανάγκης για επάρκεια». Αν και απ όλους αναγνωρίζεται η μεγάλη σημασία της εσωτερικής παρακίνησης, η πλειοψηφία των δραστηριοτήτων των ατόμων, ειδικά μετά την παιδική ηλικία, δεν είναι εσωτερικά παρακινούμενες, αφού οι κοινωνικές απαιτήσεις και οι κοινωνικοί ρόλοι απαιτούν αποφάσεις για συμμετοχή σε δραστηριότητες που δεν επηρεάζονται από την εσωτερική παρακίνηση. Αντίθετα, η εξωτερική παρακίνηση είναι αυτή, που συμβάλλει, σε μεγάλο βαθμό, στη λήψη των αποφάσεων αυτών αποβλέποντας στην αποκόμιση οφελών. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η συμπεριφορά των ενηλίκων είναι άμεσα εξαρτώμενη και επηρεαζόμενη από την εξωτερική παρακίνηση. Ωστόσο, η θεωρία του αυτό-προσδιορισμού προτείνει πως η εξωτερική παρακίνηση μπορεί να περιέχει μεγάλη ποικιλία στο βαθμό αυτονομίας της. Πολλές δραστηριότητες του ανθρώπου, όμως, δεν είναι σχεδιασμένες με στόχο να είναι εσωτερικά παρακινούμενες. Έτσι γεννάται το ερώτημα με ποιο τρόπο θα παρακινηθούν τα άτομα ώστε όχι μόνο να εκτιμήσουν τις δραστηριότητες αυτές, αλλά και να τις φέρουν σε πέρας χωρίς να πιεσθούν από εξωτερικές πιέσεις. Το ερώτημα αυτό οι Deci και Ryan (1985) το περιγράφουν στη θεωρία της αυτοαποτελεσματικότητας σε σχέση με την καλλιέργεια της εσωτερίκευσης και της σταδιακής ανάμειξης των αξιών και των κανονισμών της συμπεριφοράς. Η εσωτερίκευση, λοιπόν, είναι η διαδικασία μέσω της οποίας αντιλαμβανόμαστε τις αξίες ή τους κανόνες, ενώ η σταδιακή σύνθεση είναι η διαδικασία, η οποία κάνει τα άτομα να μετατρέπουν πλήρως τους κανονισμούς αυτούς σε εσωτερικούς, με αποτέλεσμα αυτά να έχουν την αίσθηση ότι αυτοί πηγάζουν πλέον από αυτούς. Παρακίνηση και συμμετοχή Αναφέρθηκε παραπάνω ότι η παρακίνηση είναι η προωθητήρια δύναμη για την εκδήλωση συμπεριφορών, όπως και όχι μόνο η συμμετοχή σε δραστηριότητες αναψυχής. Λαμβάνοντας υπόψη το παραπάνω οι Frederick και Ryan (1993) διενήργησαν έρευνα, με δείγμα 376 ενήλικες, με στόχο να εξετάσουν τις σχέσεις μεταξύ παρακίνησης και φυσικής δραστηριότητας, καθώς και τα επίπεδα συμμετοχής. Σκοπός της έρευνάς τους ήταν να βρεθούν οι πιθανές διαφορές στα κίνητρα μεταξύ ατόμων, που συμμετέχουν σε ατομικά αθλήματα και σε άτομα που γυμνάζονται απλά

16 για την απόκτηση καλής φυσικής κατάστασης. Από τα αποτελέσματα διαπιστώθηκε ότι η ευχαρίστηση, το ενδιαφέρον και η ικανότητα αποτελούν τα κίνητρα που ωθούν τα άτομα να συμμετέχουν σε ατομικά αθλήματα, ενώ για τους συμμετέχοντες για λόγους φυσικής κατάστασης τα κίνητρα συνδέονταν με παράγοντες που σχετίζονταν με την άποψη που είχαν για το σώμα τους. Θετικά ψυχολογικά οφέλη παρουσίασαν μόνο αυτοί που αθλούνταν από ευχαρίστηση και ικανότητα. Αντίθετα, οι υπόλοιποι παρουσίασαν υψηλά ποσοστά κατάθλιψης και άγχους. Όλες οι δραστηριότητες δε θεωρούνται σημαντικές από τα άτομα. Αυτά συμμετέχουν μόνο σε αυτές που θεωρούν σημαντικές. Το τι είναι, όμως, σημαντικό διαφέρει από άτομο σε άτομο. Αυτό που είναι σημαντικό για κάποιον δεν είναι το ίδιο σημαντικό για κάποιον άλλον και το αντίστροφο. Δύο παράγοντες, που επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό την επιλογή της δραστηριότητας, είναι η ηλικία και το φύλο. Για παράδειγμα, οι δραστηριότητες που απαιτούν συναγωνισμό και ικανότητα επιλέγονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τους άνδρες και τους εφήβους παρά από τις γυναίκες και τους ηλικιωμένους, αφού ο συναγωνισμός και η ικανότητα θεωρούνται περισσότερο σημαντικά από τους άνδρες και τους εφήβους απ ότι από τις γυναίκες και τους ηλικιωμένους. Ακόμη, οι κοινωνικοί παράγοντες που σχετίζονται με το σώμα αποτελούν ισχυρότερα κίνητρα για συμμετοχή για τις γυναίκες απ ότι για τους άνδρες. Σε έρευνα των Zaxariadis και Biddle (2000) διερευνήθηκε η υπάρχουσα σχέση μεταξύ των κινήτρων συμμετοχής και του προσανατολισμού στο έργο και προσανατολισμού στο εγώ σε δείγμα 412 μαθητών αγγλικών σχολείων. Από τα αποτελέσματα διαφαίνεται ότι υπάρχει μια θετική σχέση μεταξύ αφενός της εσωτερικής παρακίνησης και του προσανατολισμού στο έργο (ομαδικό πνεύμα, βελτίωση ικανοτήτων) και αφετέρου της εξωτερικής παρακίνησης και του προσανατολισμού στο εγώ (θέση/αναγνώριση). Κίνητρα για συμμετοχή σε τουριστικές δραστηριότητες. Τα κίνητρα, αποτελώντας μία από τις παραμέτρους που εξηγούν τις συμπεριφορές των ανθρώπων και ως εκ τούτου των τουριστών, θεωρούνται από τους ερευνητές από τις πλέον σημαντικές, αφού αποτελούν αφενός τις κινητήριες και αφετέρου τις ανασταλτικές δυνάμεις που καθοδηγούν τις συμπεριφορές των ανθρώπων (Compton, 1979; Iso-Aloha, 1982). Για το λόγο αυτό αποτέλεσαν πεδίο έρευνας για πολλούς ερευνητές και αναπτύχθηκαν διάφορες θεωρίες. Μία από τις

17 θεωρίες, που μελετούν τα κίνητρα των τουριστών, είναι και η θεωρία των παραγόντων έλξης και ώθησης (Chon,1989; Crompton 1979; Dann, 1981; Usual & Hagan,1993). Σύμφωνα με τη θεωρία, οι άνθρωποι ωθούνται και έλκονται από κάποιες δυνάμεις. Οι δυνάμεις της ώθησης εξηγούν τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα παρακινούνται να ταξιδέψουν, οι δε δυνάμεις έλξης εξηγούν το γιατί τα άτομα έλκονται από το συγκεκριμένο τόπο προορισμού. Τα κίνητρα ώθησης εξηγούν γιατί και πώς οι άνθρωποι θέλουν να ταξιδέψουν σε προορισμούς, πολλές φορές, μακριά από τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους, για ποιους λόγους θέλουν να βρεθούν κάπου αλλού, σε άγνωστους τόπους. Αφήνουν, όμως, ένα κενό. Δεν προσδιορίζουν με ακρίβεια τον τόπο προορισμού. Αυτό το επιτυγχάνουν τα κίνητρα έλξης. Αυτά εξηγούν το γιατί ο άνθρωπος επιλέγει το συγκεκριμένο τόπο, καθώς είναι αυτά τα οποία έλκουν το άτομο προς ένα συγκεκριμένο προορισμό (Bansal και Eiselt, 2004). Παράγοντες ώθησης είναι τα κοινωνιολογικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά που κάνουν τους ανθρώπους να θέλουν να ταξιδέψουν. Αποτελούν εσωτερικές επιθυμίες των ταξιδιωτών και χρησιμοποιούνται για να ερμηνεύσουν την ανάγκη να πάει κάποιος διακοπές. Τέτοιες επιθυμίες είναι η θέληση του ανθρώπου για αλλαγή περιβάλλοντος, για χαλάρωση και ξεκούραση από το στρες της καθημερινότητας, για περιπέτεια και για να ανανεώσουν παλιές ή να δημιουργήσουν καινούργιες κοινωνικές σχέσεις (Usual και Hagan, 1993). Τα κίνητρα έλξης χρησιμοποιούνται για να εξηγήσουν τον τρόπο με τον οποίο κάποιος επιλέγει τον τόπο προορισμού του. Οι παράγοντες έλξης είναι αυτοί που θα προσελκύσουν τα άτομα σε κάποιο συγκεκριμένο προορισμό, αφού έχουν, ήδη, πάρει την απόφαση για να ταξιδέψουν. Η θετικότητα, που εκπέμπει ένας τόπος, όπως μάλιστα την αντιλαμβάνεται ο κάθε ταξιδιώτης, θα επηρεάσει τον ταξιδιώτη να επιλέξει το συγκεκριμένο τόπο. Οι παραλίες, τα ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία, οι υπηρεσίες αναψυχής, καθώς και προσδοκίες του ταξιδιώτη από τον συγκεκριμένο τόπο θα επηρεάσουν ακόμη περισσότερο την επιλογή του (Usual και Hagan, 1993). Οι Williams και Zeinsky (1970) σε μελέτη τους πρότειναν τον όρο «Heliotopic»στη θέση του τουρισμός. Ο όρος αυτός είναι συνώνυμος του όρου «Sunlust» του Gray (1970). Και οι δύο όροι στην κυριολεξία τους σημαίνουν την αναζήτηση ενός ηλιόλουστου περιβάλλοντος από τους κατοίκους χωρών με μειωμένη ηλιοφάνεια. Σημαίνουν διακοπές παρακινούμενες από την ανάγκη για διαφορετικές και καλύτερες παροχές από αυτές που έχουν στην καθημερινή τους ζωή. Στην ίδια

18 έρευνα ο Gray (1970) προτείνει και μία ακόμη έννοια. Την ονομάζει «Wandelust», που αποτελεί «γνώρισμα της ανθρώπινης φύσης να προκαλεί την επιθυμία σε ορισμένα άτομα να αφήσουν πίσω πράγματα και καταστάσεις που τους είναι οικεία και φεύγουν για να γνωρίσουν από κοντά διαφορετικούς πολιτισμούς και τόπους, ερείπια αρχαίων πολιτισμών, μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους». Ο Lunberg (1971), από ανασκόπηση ερευνών με θέμα τα κίνητρα για τουρισμό, δημιούργησε μια λίστα 18 παραγόντων κινήτρων περιλαμβάνοντας τόσο τους παράγοντες ώθησης όσο και έλξης. Οι βασικότεροι παράγοντες είναι: εκπαιδευτικά κίνητρα (όπως παρακολούθηση ειδικών εκδηλώσεων και επισκέψεις σε ιστορικές τοποθεσίες), κίνητρα ξεκούρασης και αναζήτησης της ευχαρίστησης (για ρομαντικές εμπειρίες), εθνολογικά κίνητρα (για να γνωρίσουν νέους τόπους, ή τον τόπο καταγωγής τους). Ο Dann (1977), όπως και ο Lunberg, από ανασκόπηση ερευνών παρουσίασε επτά διαφορετικές, αλλά πολλές φορές αλληλεπιδρώμενες ερμηνείες των κινήτρων του τουρισμού. Αυτές είναι: 1. Είναι φυσικό ο άνθρωπος, μέσα από το ταξίδι του, να αναζητά αυτό που του λείπει από την καθημερινή του ζωή. Ο σύγχρονος άνθρωπος αποζητά έθιμα, συνήθειες και αξιοθέατα διαφορετικά από αυτά στα οποία ζει, μόνο και μόνο γιατί είναι διαφορετικά (Cohen,1972). 2. Παράγοντες ώθησης είναι οι κοινωνικό-ψυχολογικοί παράγοντες που ωθούν τα άτομα στην απόφαση να ταξιδέψουν (Crompton 1979; Dann 1977). Ο ήλιος, η χαλάρωση, οι φιλικοί κάτοικοι, τα ιστορικά μνημεία ή η ποιότητα των ξενοδοχειακών μονάδων αποτελούν παράγοντες που κάνουν ελκυστικό έναν τόπο. 3. Η ονειροπόληση, που συχνά αναφέρεται και ως διαφυγή (Rubenstein, 1980), επιτρέπει στον άνθρωπο να πιστεύει ότι κατά τις διακοπές του θα μπορέσει να πραγματοποιήσει ό,τι είναι απαγορευμένο στην καθημερινή του ζωή, καθώς θα βρίσκεται σε συνθήκες ανώνυμες και ανεκτικές. 4. Τα κίνητρα σχετίζονται άμεσα με το σκοπό του ταξιδιού. Κατατάσσονται σε δύο ομάδες. Την πρώτη ομάδα την αποτελούν τα κίνητρα με γενικούς στόχους, όπως η ευχαρίστηση, και τη δεύτερη τα κίνητρα με ειδικούς στόχους, όπως η περιήγηση (Cohen, 1974). 5. Οι τυπολογίες κινήτρων είναι χρήσιμες μια και προσφέρουν μια αρχική ταξινόμηση ενός ιδιαίτερα πολυσύνθετου φαινόμενου.

19 6. Οι εμπειρίες των τουριστών, οι οποίοι προσπαθούν να ζήσουν την αυθεντικότητα στον προορισμό που επισκέπτονται. Σύμφωνα με τον Cohen (1979) αυτές διαχωρίζονται σε εμπειρικές, πειραματικές και υπαρξιακές. 7. Ο προσωπικός προσδιορισμός των κινήτρων επιτρέπει την κατανόηση των πράξεων και των κινήτρων σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι μια απόλυτη και γενική εξέταση των συμπεριφορών του (Dann, 1981). Ο Isο-Ahola (1982) ασκώντας κριτική στην παραπάνω μελέτη τη χαρακτηρίζει μονόπλευρη, αφού λαμβάνει υπόψη της αποκλειστικά κοινωνιολογικές προσεγγίσεις των κινήτρων του τουρισμού και όχι, όπως θα έπρεπε, και τις ψυχολογικές. Σύμφωνα με τον Isο-Ahola τα κίνητρα αποτελούν κυρίως ψυχολογική και όχι κοινωνική παράμετρο. Προτείνει, μάλιστα, το ψυχολογικό μοντέλο ανάλυσης των κινήτρων. Οι κινητήριες δυνάμεις για τουρισμό είναι α) η επιθυμία των ανθρώπων να αφήσουν πίσω τους το καθημερινό περιβάλλον και β) η επιθυμία τους να αποκτήσουν ψυχολογική (εσωτερική) επιβράβευση από κάποιο ταξίδι σε ένα διαφορετικό περιβάλλον. Αποτελούν τους δύο καθοριστικούς παράγοντες της τουριστικής συμπεριφοράς και ταυτόχρονα επηρεάζουν καθοριστικά τα άτομα να ταξιδέψουν. Για να αποφασίσει κάποιος ποιά από αυτές είναι η πιο σημαντική και ως εκ τούτου να αποτελέσει κίνητρο για ταξίδι έρχεται αντιμέτωπος με τις προσωπικές και διαπροσωπικές του επιλογές. Ίσως να επιθυμεί να αποδράσει από τον προσωπικό του (προσωπικά προβλήματα, δυσκολίες και αποτυχίες) και διαπροσωπικό του (οικογένεια, φίλους, γείτονες) κόσμο. Ίσως να επιθυμεί να αναζητήσει προσωπικές (ξεκούραση, χαλάρωση, αίσθηση υπέροχης, αυτοπραγμάτωση και κύρος) και διαπροσωπικές (κοινωνικές σχέσεις, σχέσεις με ντόπιους ή άλλους συνταξιδευτές) επιβραβεύσεις. Στηριζόμενος στην αρχή της διαρκούς ισορροπίας (McNeal, 1973), ο Crompton (1979) θέλησε να προσδιορίσει τα κίνητρα που ωθούν τους ταξιδιώτες να επιλέξουν έναν προορισμό. Σύμφωνα με την αρχή αυτή «η ανάπτυξη μιας ανάγκης προκαλεί διαταραχή της ισορροπίας και ένταση στο σύστημα κινήτρων». Μέσα από μια σειρά δομημένων συνεντεύξεων προσδιόρισε τις καταστάσεις έντασης και τις αιτίες που προκαλούν την έλλειψη ισορροπίας σχετικά με τις αποφάσεις για την επιλογή συγκεκριμένων προορισμών. Προσδιόρισε, μάλιστα, εννέα παράγοντες κινήτρων. Τα επτά κίνητρα, που κατευθύνουν την συμπεριφορά των διακοπών αναψυχής, χαρακτηρίστηκαν ως κοινωνικά -ψυχολογικά και είναι τα εξής: η απόδραση από το αντιλαμβανόμενο κοσμικό περιβάλλον, η εξερεύνηση και αποτίμηση του εαυτού, η

20 ξεκούραση, το κύρος, η σύσφιξη των συγγενικών σχέσεων, η διευκόλυνση της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, η επιθυμία να νοιώσει κάποιος νέος. Κίνητρα έλξης αποτέλεσαν η επιθυμία αναζήτησης του νέου και η ανάγκη για γνώση και εκπαίδευση. Τα δύο αυτά κίνητρα αποτέλεσαν τον πολιτιστικό παράγοντα. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο κόσμος ταξιδεύει αναζητώντας ένα περιβάλλον διαφορετικό, το οποίο δεν θα έχει καμία σχέση με την καθημερινή του ζωή. Ο Shoemaker (1989) σε έρευνά του διαπίστωσε την ύπαρξη τριών τμημάτων αγοράς μεταξύ των τουριστών. Στη διαπίστωση αυτή έφτασε θέτοντας το ερώτημα πώς αντιλαμβάνονται οι ταξιδιώτες τις ωφέλειες που ένιωθαν ότι αποκόμιζαν από έναν συγκεκριμένο προορισμό. Η επιλογή του προορισμού και οι αντιλαμβανόμενες ωφέλειες σχετίζονται άμεσα από το αν ανήκουν σε οικογενειάρχες που επιθυμούν να ταξιδέψουν (οικογενειάρχες), σε αυτούς που επιζητούν την περιπέτεια (περιπετειώδεις) ή τέλος στους λάτρεις των τυχερών παιχνιδιών (τζογαδόρους). Οι Yuan και McDonald (1990) μελέτησαν τα κίνητρα των ταξιδιωτών τεσσάρων διαφορετικών εθνικοτήτων. Από τα αποτελέσματα της έρευνας τους διαπίστωσαν ότι οι παράγοντες ώθησης για τουρισμό είναι η απόδραση, το κύρος, η επιθυμία αναζήτησης του νέου, η σύσφιξη των συγγενικών σχέσεων και η χαλάρωση. Οι δε παράγοντες, που τους προσέλκυσαν στον συγκεκριμένο τόπο προορισμού, είναι ο πολιτισμός και η ιστορία, η άγρια φύση, η ευκολία στο ταξίδι, το οικονομικό budget, το κοσμοπολίτικο περιβάλλον και το κυνήγι. Ο πλέον σημαντικός παράγοντας παρακίνησης για το ταξίδι τους ήταν η αναζήτηση του καινούργιου. Ως βασικό συστατικό του τουρισμού, τα κίνητρα, από πολλές έρευνες, ερμηνεύονται ως συμπεριφορά μιας κατεύθυνσης. Αντιμετωπίστηκαν, δε, με διττή κατεύθυνση. Άλλες φορές αντιμετωπίστηκαν ως συμπεριφορική και άλλες ως γνωστική διαδικασία. Μάλιστα, οι ερευνητές προσπάθησαν να προσδιορίσουν και να ομαδοποιήσουν το εύρος της παρακίνησης, το οποίο θα έπρεπε να αποδοθεί σε κάθε μια από τις δυο κατευθύνσεις (Crompton, 1979; Krippendorf, 1987). Ο Pearce (1993), όμως, σε μελέτη του αμφισβήτησε τόσο το θεωρητικό πλαίσιο της μιας διάστασης όσο και τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για να μετρηθούν. Τις ίδιες απόψεις εκφράζει και ο Gnoth (1997). Πρότεινε να αντιμετωπιστούν ξεχωριστά από τους θεωρητικούς τα κίνητρα τουρισμού και η παρακίνηση για τουρισμό με σκοπό να αναδειχθεί η μονοδιάστατη αντιμετώπισή τους και να επιβεβαιωθεί η αξία της έρευνας ως τρόπος κατανόησης της εμπειρικής συμπεριφοράς. Η πρότασή του αφορά τη θεωρητική σχηματοποίηση και είναι: α. η συμπεριφορική προσέγγιση

21 αντιμετωπίζει τα κίνητρα ως διαρκή διάθεση των τουριστών. Η διάθεση αυτή, μάλιστα, επανεμφανίζεται με κυκλική συχνότητα. β. η γνωστική προσέγγιση της παρακίνησης φανερώνει αντικειμενικές και ειδικές προτιμήσεις. Με την πρόταση αυτή συμφωνεί και ο McCabe. Σε μελέτη του (2000) διαπίστωσε ότι η απόφαση για να πραγματοποιηθεί μια ημερήσια εκδρομή βασίζεται σε μια διφασική διαδικασία όπου και οι δύο φάσεις είναι παρακινούμενες. Η πρώτη αφορά τη λήψη της απόφασης για δράση και έρχεται σε συμφωνία με αυτό που ο Gnoth ονομάζει συμπεριφορική προσέγγιση του κινήτρου. Η δεύτερη είναι η επιλογή του τόπου ή η λήψη αποφάσεων σχετικά με το είδος των υπό πραγματοποίηση δραστηριοτήτων και είναι η αντίστοιχη γνωστική προσέγγιση της παρακίνησης από τον Gnoth. Οι Bruner και Mac Cannel είναι δύο ερευνητές με εκ διαμέτρου διαφορετικές απόψεις όσον αφορά τις προσεγγίσεις των κινήτρων για τουρισμό. Ο Mac Cannel (1976) ισχυρίζεται ότι η Ευρώπη διανύει περίοδο παρακμής με πολίτες αποξενωμένους και ανικανοποίητους. Ψάχνουν να βρουν τη χαμένη, από το δικό τους περιβάλλον, αυθεντικότητα σε μέρη όπου πιστεύουν πως δεν έχει χαθεί ακόμη. Έτσι, πιστεύει, η χαμένη αυθεντικότητα και η αναζήτησή της αλλού αποτελεί το ισχυρότερο κίνητρο για τουρισμό. Ο Bruner (1991) διαφωνεί με την παραπάνω άποψη και ισχυρίζεται ότι η πλειοψηφία των τουριστών είναι ικανοποιημένη από την κοινωνική τους πραγματικότητα και οι περισσότεροι από αυτούς δεν είναι αλλοτριωμένοι. Αυτό που επιδιώκουν είναι να αντικρύσουν μια ποιοτική αναπαράσταση της τοπικής πραγματικότητας και δε δέχονται μια άσχημη και ψεύτικη παρουσίαση της πραγματικότητας. «Η αυθεντικότητα είναι μια έννοια, που βρίσκεται περισσότερο στο μυαλό των Δυτικών κοινωνικό-θεωρητικών του τουρισμού παρά στο μυαλό των περισσότερων τουριστών και ντόπιων» γράφει ο Bruner. Οι Errington και Gewertz (1989) μελετώντας το προφίλ και τα κίνητρα των τουριστών διατύπωσαν την άποψη ότι οι μεγαλύτερης ηλικίας τουρίστες συμμετέχουν σε πολυτελείς και πολυήμερες ομαδικές περιηγήσεις. Αναγνωρίζουν και δέχονται πρόθυμα τις αλλαγές. Επιθυμούν όμως να επισκεφθούν ένα μέρος πριν είναι αργά. Πριν, δηλαδή, ο βάρβαρος πολιτισμός καταστρέψει τα πάντα. Αντίθετα, οι νέοι, σε ηλικία, τουρίστες φτιάχνουν το πρόγραμμα μόνοι τους και επιζητούν να γνωρίσουν το πρωτόγονο παγωμένο στο χρόνο γιατί το θεωρούν πρόκληση και ευκαιρία που τους παρέχει τη δυνατότητα να βιώσουν καινούργιες εμπειρίες. Όπως βλέπουμε διατυπώνουν παρόμοια άποψη με τον Bruner, αφού οι τουρίστες ανεξάρτητα από την