ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 2 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 3 2. ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ... 4 3. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ... 16 4. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ...



Σχετικά έγγραφα
«Η ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Συνοπτική Παρουσίαση. Ελλάδα

Ασυντήρητες και επικίνδυνες οικοδομές

ΘΕΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ελλείψεις στο φορολογικό νομοσχέδιο. Σοβαρές ελλείψεις στη νέα μορφή του φορολογικού νομοσχεδίου

Τεχνολογική Οικονομική & Μεθοδολογία Εκπόνησης Οικονομοτεχνικών Μελετών. 1. Εισαγωγή στην Τεχνολογική Οικονομική & τη. Δρ.

ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε. ΓENIKH ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΓΩΝ Διεύθυνση Κατασκευών Έργων Υποδομών Δικαιοσύνης ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

3o ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ σχολ. Έτος

Επαρχιακός Γραμματέας Λ/κας-Αμ/στου ΠΟΑ Αγροτικής

Εσωτερικοί Κανονισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης

ΝΕΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ- ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΕ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ

Το συνέδριο σας πραγματοποιείται σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για τον τόπο, την οικονομία της χώρας, την κοινωνία και τον κόσμο της εργασίας.

ΚΩ ΙΚΑΣ ΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΠΑΠΟΥΤΣΑΝΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ»

ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Αγγελική Περιστέρη Α 2

Προδημοσιεύτηκαν τα τέσσερις πρώτα προγράμματα του νέου ΕΣΠΑ που αφορούν

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗΣ αριθμ /605/ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΑΝΟΙΚΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΗΡΥΞΗ ΑΝΑΔΟΧΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 183 «για την αναθεώρηση της (αναθεωρηµένης) σύµβασης για την προστασία της µητρότητας,»

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΣΩΜΑ ΠΡΟΣΚΟΠΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

Οικονομική Σημασία του ελέγχου στο ξενοδοχείο. Κωνσταντίνος Γ. Ζωγραφίδης. Σημαντικοί όροι :Πρότυπα, Προϋπολογισμός, Έλεγχος, Αποτελεσματικότητα

1 Επιμέλεια: Γράβαλος Βασίλειος, Χρυσανθάκης Ιωάννης

15PROC

/ Απαντήσεις πανελληνίων εξετάσεων Επαγγελματικών λυκείων (ΕΠΑΛ) 2009

Οι 21 όροι του Λένιν

Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί συνδυασμό μεθόδων για την ανάπτυξη της έβδομης παραγράφου.

ΣΤΗΝ ΤΡΟΙΖΗΝΙΑ ΑΠΟ ΑΓ.ΕΛΕΝΗ ΕΩΣ ΤΟΝ ΚΟΜΒΟ ΚΑΛΛΟΝΗΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ ΤΟΥ ΑΡΤΙΜΟΥ. ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΜΕΛΕΤΗΣ Τιμαριθμική 2012Α


ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΜΕΛΕΤΗΣ ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ

03-00: Βιομάζα για παραγωγή ενέργειας Γενικά ζητήματα εφοδιαστικών αλυσίδων

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ 13 Α' ΜΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1897 ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ

Α. Πολιτιστικοί φορείς Πλήθος φορέων Έδρα Γεωγραφική κατανομή φορέων Νομική μορφή Έτος ίδρυσης...

Δαλιάνη Δήμητρα Λίζας Δημήτρης Μπακομήτρου Ελευθερία Ντουφεξιάδης Βαγγέλης

Δασικά Οικοσυστήματα και Τεχνικά Έργα

Η Ψυχοπαθολογία του Πολιτικού Του Φ.Μωρόγιαννη *

Τοποθέτηση Δημάρχου Γ. Πατούλη. για τεχνικό πρόγραμμα 2010

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Κατερίνα Παναγοπούλου: Δημιουργώντας κοινωνικό κεφάλαιο την εποχή της κρίσης

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΦΟΡΕΙΑ ΑΘΗΝΩΝ. Αθήνα, 19 Ιανουαρίου 2015 Α ΝΑΚΟΙΝΩΣΗ 3/15. ΠΡΟΣ : Όλους τους Βαθμοφόρους της Αθήνας ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ :

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Α. ΟΡΓΑΝΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΈΓΓΡΑΦΟ Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.Ε. ΟΙ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΦΛΩΡΙΝΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΩΓΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΞΗΡΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ: ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ-ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΔΕΥΑΜΒ ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Δ/ΚΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΔΕΥΑΜΒ

Όταν το μάθημα της πληροφορικής γίνεται ανθρωποκεντρικό μπορεί να αφορά και την εφηβεία.

Η Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας στην Κύπρο έχει οργανωθεί σε τομείς που υπόκεινται στις ακόλουθες ρυθμίσεις:

Σοφία Γιουρούκου, Ψυχολόγος Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ. Ετήσια Έκθεση για το έτος 2005 ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ Ζ. ΧΡ. ΣΩΖΟΥ 29 & 31 ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΚΥΠΡΟΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο

Οι 99 θέσεις του Ποταμιού

ΧΙΙΙ Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας

ΗΛΙΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΥΤΟΣΚΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΤΗΡΙΑΚΟΥ ΚΕΛΥΦΟΥΣ

Σκοπός του παιχνιδιού. Περιεχόμενα

ΕΚΦΡΑΣΗ-ΕΚΘΕΣΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ 1 ο Λύκειο Καισαριανής ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Κείμενα Προβληματισμού

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Δευτέρα, 9 Απριλίου 2012 ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟΥ & ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΕΤΡΑΚΗ 16 Τ.Κ ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: FAX:

Πρακτικό εργαλείο. για την ταυτοποίηση πρώτου επιπέδου των θυμάτων παράνομης διακίνησης και εμπορίας. τη σεξουαλική εκμετάλλευση

Κύριε Πρέσβη της Γαλλίας στην Κύπρο, κυρία Florent, Κύριε Επίτροπε Εθελοντισμού και μη Κυβερνητικών Οργανώσεων κυρία Γενική Γραμματέας Ισότητας των

Κεφάλαιο Πέμπτο Εθνοπολιτισμική Ζωή και Εμπειρίες Ελληνικότητας των Ελληνοαυστραλών Εφήβων

Παραβατικότητα Ανηλίκων και Πρόγραμμα Κυκλοφοριακής Αγωγής «ΕΡΜΗΣ» ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΑΘΗΝΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΙΘΜ. ΠΡΩΤ. : ΝΟΜΟΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ ΑΜΥΝΤΑΙΟ 11/09/2015 ΔΗΜΟΣ ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ακολουθεί ολόκληρη η τοποθέτηση - παρέμβαση του Υπουργού Δ.Μ.&Η.Δ.

Δράση 1.2. Υλοτομία και προσδιορισμός ποσοτήτων υπολειμμάτων.

ΚΩΔΙΚΑΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΝΑΝΤΙΛΗΨΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΗ ΕΙΔΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑΣ ΔΗΜΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΝΟΜΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

ΜΗ ΤΥΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ

Ευρετήριο πινάκων. Ασκήσεις και υπομνήματα

Το ολοκαύτωμα της Κάσου

Η ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ. ( Διοικητική Ενημέρωση, τ.51, Οκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος 2009)

5 η Ενότητα Κουλτούρα και στρατηγική

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΦΑΚΕΛΩΝ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ

Ασφάλεια στις εργασίες κοπής μετάλλων

Πρόγραμμα Κοινωνικών Δεξιοτήτων Δεκεμβρίου

Οι Αγώνες θα διεξαχθούν τόσο στο Σύγχρονο Θέατρο όσο και στο Αρχαίο

ΟΜΙΛΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΟΔΟΜΙΚΗ ΤΕΒ

Συνεταιριστική Οικονομία

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΝΟΤΗΤΩΝ Α ΤΑΞΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 3

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

1. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2013 ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ (ΓΕΛ)

ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις και οδηγίες για την επιστροφή ΦΠΑ σύμφωνα με την ΑΥΟ ΠΟΛ.1003/

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΠΟΡΕΙΑ Α.Μ.Κ.Ε

Ελλάδα: Μνημόνιο Συνεννόησης στις. ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ 3 Μαΐου 2010

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ ΤΗΓΑΝΕΛΑΙΟΥ ΓΙΑΤΙ - ΠΩΣ - ΠΟΤΕ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΕΝΤΥΠΟ ΑΡ.20. Φορολογική μεταρρύθμιση Κύπρου Ιούλιος 2002 Αύγουστος Γενικά

ΕΥΡΥΖΩΝΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΚΑΙ

Ενότητα 2. Γενικά Οργάνωση Ελέγχου (ΙΙ) Φύλλα Εργασίας Εκθέσεις Ελέγχων

ΤΕΙ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ. ΑΡΓΥΡΗ ΔΗΜΗΤΡΑ Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας Τμήμα Χρηματοοικονομικής και Ελεγκτικής Επιστήμης Εισηγητής :Λυγγίτσος Αλέξανδρος

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΑΙΟΥ

Α. ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. Επί του άρθρου 1 της τροπολογίας

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ» Θ.Ε. ΔΕΟ 10 Βασικές Αρχές Δικαίου και Διοίκησης

Του Σταύρου Ν. PhD Ψυχολόγου Αθλητικού Ψυχολόγου

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΣΤΟΧΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΤΗΝ ΣΤΗΡΙΞΗ ΟΛΩΝ ΜΑΣ

Η ελληνική κοινωνία απέναντι στην οικονομική κρίση

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΑΠΟΤΙΜΩΜΕΝΩΝ ΜΕ ΚΑΤ ΑΠΟΚΟΠΗ ΤΙΜΗΜΑΤΑ

Transcript:

ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 2 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 3 2. ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ... 4 2.1 ΓΕΝΙΚΑ... 4 2.2 ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ... 5 2.3 Η ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ... 7 2.4 ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ... 10 2.5 Η ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΗΜΕΡΑ... 12 3. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ... 16 3.1 ΠΕΡΙΟΧΗ ΕΡΕΥΝΑΣ... 16 3.1.1 ΓΕΝΙΚΑ...16 3.1.2 ΑΕΙΦΟΡΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ... 18 3.1.3 ΘΕΣΣΑΛΙΑ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ... 19 3.1.4 ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ... 23 3.2 ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ... 27 3.3 ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ... 29 4. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ... 32 4.1 ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΒΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΩΝ... 32 4.2 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ... 35 4.3 ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ... 44 4.3.1 ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ... 44 4.3.2 ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΖΙΖΑΝΙΩΝ... 47 4.3.3 ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΕΧΘΡΩΝ, ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ, ΝΗΜΑΤΩΔΩΝ ΚΑΙ ΙΩΣΕΩΝ... 48 4.3.4 ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΟΣ... 50 4.3.5 ΛΙΠΑΝΣΗ... 51 4.4 ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ... 54 4.5 ΒΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΗ ΠΡΟΤΙΜΗΣΗ... 57 5. ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΣΧΕΣΕΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ... 64 5.1 ΔΙΜΕΡΕΙΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ... 64 5.2 ΠΟΛΥΜΕΤΑΒΛΗΤΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ... 77 6. ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 87 7. ABSTRACT... 102 8. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 103 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ... 109

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα εργασία επιχειρήθηκε μέσω προσωπικών συνεντεύξεων, συμπλήρωση ερωτηματολογίων και στατιστική επεξεργασία των δεδομένων με τη βοήθεια του προγράμματος SPSS η μελέτη του πληθυσμού των βιοκαλλιεργητών κηπευτικών της Θεσσαλίας τόσο ως προς τα χαρακτηριστικά τους όσο και ως προς τις καλλιεργητικές πρακτικές που εφαρμόζουν, τις στάσεις, τις προτιμήσεις τους καθώς και η διερεύνηση των σχέσεων ή των εξαρτήσεων που προκύπτουν μεταξύ των μεταβλητών που εξετάστηκαν. Διαπιστώθηκε ότι τα βιολογικά κηπευτικά στη Θεσσαλία καλλιεργούνται από μικρό αριθμό ατόμων, νέους σε ηλικία, με μέτριο ως υψηλό μορφωτικό επίπεδο και κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Η διάθεση της παραγωγής στην αγορά φαίνεται να είναι εξασφαλισμένη, ενώ σε αυτό συνεισφέρει και η συσκευασία των προϊόντων. Σχεδόν οι μισοί βιοκαλλιεργητές είναι συνεταιρισμένοι και εντοπίζονται στο νομό Λάρισας θύλακας βιοκαλλιεργητών στο Δ. Σαρανταπόρου. Οι βιοκαλλιεργητές κηπευτικών της Θεσσαλίας είναι συνειδητοποιημένοι και τυπικοί στις υποχρεώσεις τους, γεγονός που συμβαδίζει με τις αειφορικές καλλιεργητικές πρακτικές που εφαρμόζουν, ενώ η στροφή στη δύσκολη λύση της βιολογικής γεωργίας έγινε με κύριο κίνητρο την περιβαλλοντική ευαισθησία και την ανάγκη τους να προστατέψουν την υγεία τους, την υγεία των παιδιών τους και την υγεία όλων. 2

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σε χώρες, όπως η Ελλάδα, όπου ο γεωργοκτηνοτροφικός τομέας εξακολουθεί να παραμένει μείζονος σημασίας, για λόγους οικονομικούς, κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς, αλλά και πολιτισμικούς, είναι χρήσιμο να υπάρχουν διαθέσιμα ποσοτικά δεδομένα, που να απεικονίζουν τη σχετική παραγωγική δομή της χώρας και τις αλλαγές της σε περιφερειακό επίπεδο (Δίκτυο Βιολογικών Τροφίμων 2006α). Στην παρούσα εργασία μελετήθηκαν τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού των βιοκαλλιεργητών κηπευτικών της Θεσσαλίας και οι γεωργικές πρακτικές που εφαρμόζονται, με σκοπό να διερευνηθεί η θέση που κατέχει η βιολογική καλλιέργεια κηπευτικών στη Θεσσαλία και οι στάσεις των βιοκαλλιεργητών απέναντι σε καλλιεργητικές πρακτικές που είναι συμβατές με τη διατήρηση και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων. Σκοπός, επίσης, ήταν η ανάδειξη των προβλημάτων του χώρου και η πιθανή εξεύρεση λύσεων. Υπήρξε έντονο το ενδιαφέρον για άντληση πληροφοριών από τους ίδιους τους βιοκαλλιεργητές, ώστε η έρευνα να βασιστεί στη βάση της πυραμίδας της βιολογικής γεωργίας και η εργασία ενδεχόμενα να αποτελέσει εργαλείο για νέους βιοκαλλιεργητές που πάντα ζητούν να μαθαίνουν από τους παλαιότερους. Ειδικότερα, διερευνήθηκαν οι καλλιεργητικές πρακτικές που εφαρμόζονται από τους βιοκαλλιεργητές, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην παραγωγή και τη διάθεση των βιολογικών κηπευτικών, τα κίνητρα ενασχόλησης των βιοκαλλιεργητών με τη βιολογική καλλιέργεια και ο βαθμός ικανοποίησής τους από αυτή τους τη δραστηριότητα. Επίσης, επιχειρήθηκε να διερευνηθεί ο ρόλος των πιστοποιητικών οργανισμών στον έλεγχο και γενικότερα στην εξασφάλιση αξιόπιστων βιολογικών προϊόντων. Τέλος, επιχειρήθηκε η διερεύνηση των σχέσεων ή των εξαρτήσεων που προκύπτουν μεταξύ των μεταβλητών που εξετάστηκαν. Τα κηπευτικά επιλέχθηκαν προς μελέτη γιατί αποτελούν καλλιέργεια υψηλής προσόδου και παράλληλα το προϊόν τους μπαίνει καθημερινά σε κάθε νοικοκυριό και συμπεριλαμβάνεται σε κάθε δίαιτα. Επιπλέον, στην περιοχή μελέτης ο πληθυσμός των βιοκαλλιεργητών κηπευτικών ήταν τέτοιος, σύμφωνα με στοιχεία των Διευθύνσεων Αγροτικής Ανάπτυξης των νομών της Θεσσαλίας, που θα μπορούσε εύκολα να μελετηθεί στο σύνολό του και έτσι να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. 3

2. ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ 2.1 Γενικά Σοβαρές κρίσεις του εντατικού μοντέλου παραγωγής, που δίνει έμφαση στην ποσότητα της παραγωγής και μπορεί να ονομαστεί «Καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής» ή «Μοντέλο Εντάσεως Παραγωγής», οδήγησαν σε εναλλακτικές μορφές διαχείρισης (Δαουτόπουλος και Πυροβέτση 2002). Η βιολογική διαχείριση υπερκαλύπτει τους παράγοντες της αειφορικότητας, γι αυτό δικαίως αξιώνει να έχει προτεραιότητα έναντι άλλων μορφών γεωργικής διαχείρισης και παραγωγής σε ό,τι αφορά στη συμβολή της στην προστασία του περιβάλλοντος και στην ποιότητα των τροφίμων που παράγει (Σιδηράς 2005). Ο ορισμός της Διεθνούς Ομοσπονδίας Κινημάτων Οργανικής Γεωργίας IFOAM (International Federation of Organic Agriculture Movements) για τη βιολογική γεωργία είναι ο ακόλουθος : «Η βιολογική γεωργία είναι η παραγωγή φυτικών και ζωικών προϊόντων με τη χρήση ήπιων τεχνικών καλλιέργειας φυτών και εκτροφής ζώων, και με τη χρήση φυσικών ουσιών, χωρίς χημικά λιπάσματα και φυτοφάρμακα» (Λιόλιου 2002). Ο παραπάνω ορισμός δεν είναι ο μοναδικός, ωστόσο συνοψίζει τις αρχές και τη φιλοσοφία της βιολογικής γεωργίας σε ικανοποιητικό βαθμό. Προς αποφυγή παρανοήσεων, οποιαδήποτε μορφή άσκησης της γεωργίας χωρίς χημικές εισροές δεν μπορεί αυτόματα να χαρακτηριστεί και ως βιολογικός τρόπος παραγωγής (Dankers and Pascal Liu 2003), αφού η βιολογική γεωργία προωθεί την περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά βιώσιμη παραγωγή τροφίμων και πρώτων υλών, προσεγγίζει με «ολιστικό» τρόπο την αγροτική παραγωγή και ενθαρρύνει την ενσωμάτωση διαφορετικών, συμπληρωματικών δραστηριοτήτων σε επίπεδο αγροτικής εκμετάλλευσης. Επίσης, η βιολογική γεωργία εξαλείφει τους κινδύνους ρύπανσης του φυσικού περιβάλλοντος και συμβάλλει στον καλύτερο έλεγχο της πλεονασματικής γεωργικής παραγωγής. Συμβάλλει τα μέγιστα στη διατήρηση του μικρού παραγωγού και του τοπικού συστήματος αγοράς ως βασικών συντελεστών στη μη ερήμωση της υπαίθρου - και ιδιαίτερα των ορεινών, νησιωτικών και γενικά μειονεκτικών περιοχών. Ειδικότερα, όσον αφορά στην απουσία χημικών εισροών, οι Carter και Dale (1974) αναφέρουν μείωση της γονιμότητας σε μεγάλες εκτάσεις της Ηπειρωτικής Ελλάδας, της Κρήτης, του Λιβάνου και της Βόρειας Αφρικής σε συστήματα χαμηλών εισροών, χωρίς τη χρήση χημικώς συντιθέμενων ουσιών, όπου 4

όμως οι πρακτικές που ακολουθήθηκαν δεν ήταν αειφορικές (Rigby and Caceres 2001). 2.2 Ιστορικό της βιολογικής γεωργίας Το πρώτο κίνημα βιολογικής γεωργίας αποδίδεται στον Γερμανό Rudolf Steiner (1924), ιδρυτή της «Βιοδυναμικής Σχολής» (Bioland), η οποία σήμερα είναι ο μεγαλύτερος σύνδεσμος παραγωγών στη Γερμανία. Θεωρείται η απαρχή των βιολογικών κινημάτων, παρά το γεγονός ότι οι απόψεις του Steiner α- ντιμετωπίζονται από πολλούς ως εξτρεμιστικές (Λιόλιου 2002). Η συνέχεια γίνεται σχεδόν ταυτόχρονα στην Αγγλία από τον Sir Albert Howard (1943) και στην Ελβετία στα μέσα της δεκαετίας του 40 με πρωτοβουλία του Hans Peter Rusch (Λιόλιου 2002). Το 1946 ιδρύεται στη Μεγάλη Βρετανία ο πιστοποιητικός οργανισμός Soil Association και αργότερα το 1967, εκδίδονται για πρώτη φορά προδιαγραφές για τη βιολογική γεωργία από τον ίδιο οργανισμό (Σγούρος 2002). Στα τέλη της δεκαετίας του 60 και κατά την επόμενη δεκαετία έκανε την εμφάνιση του πλήθος οργανισμών και ενώσεων που προώθησαν τις αρχές της βιολογικής γεωργίας. Εξαιρετικά μεγάλη αύξηση τόσο των βιοκαλλιεργητών όσο και των οργανισμών πιστοποίησης παρατηρήθηκε κατά τη δεκαετία του 80 τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ (Λιόλιου 2002). Οι διεθνείς επαφές μεταξύ των βιοκαλλιεργητών οδήγησαν στην ίδρυση της IFOAM το 1972 (IFOAM 2006). Ιδρύθηκε με έδρα τη Βόννη της Γερμανίας (Dankers and Pascal Liu 2003) από 6 οργανώσεις και μετά από μια δεκαπενταετία αριθμούσε περισσότερα από 100 μέλη σε 25 χώρες. H IFOAM είναι μια δημοκρατικά οργανωμένη Διεθνής Ομοσπονδία που στηρίζεται στη βάση της, δηλαδή στα μέλη της. Τα τελευταία έτη η IFOAM έχει περισσότερα από 750 μέλη σε 100 χώρες (Λιόλιου 2002). Το 1980 η IFOAM προσδιόρισε τους κανόνες παραγωγής και τα μέτρα ελέγχου για τα βιολογικά προϊόντα - IFOAM Basic Standards (IBS). Οι εν λόγω κανόνες και τα μέτρα αποτέλεσαν την βάση των μετέπειτα ρυθμίσεων καθώς και της νομοθεσίας για τη βιολογική γεωργία και πλέον αναθεωρούνται κάθε δύο έτη (Dankers and Pascal Liu 2003). Στα τέλη της δεκαετίας του 80 η θέσπιση δεσμευτικών προδιαγραφών αποτέλεσε επιτακτική ανάγκη, αφού οι προδιαγραφές της IFOAM ήταν προαιρετικές, χωρίς νομική ισχύ. Ο οποιοσδήποτε παραγωγός μπορούσε να ονομάσει το 5

προϊόν του βιολογικό, χωρίς να έχει πιστοποίηση και κυρίως χωρίς να έχει τις συνέπειες του νόμου. Η πρώτη εθνική νομοθεσία σχετιζόμενη με τη βιολογική γεωργία συντάχθηκε στις ΗΠΑ (Όρεγκον, 1974 και Καλιφόρνια, 1979), ενώ στην Ευρώπη η πρώτη χώρα με εθνική νομοθεσία ήταν η Γαλλία το 1985 (Dankers and Pascal Liu 2003). Μετά από τέσσερα έτη, το 1989, οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν να δραστηριοποιηθούν προς την κατεύθυνση της θέσπισης νόμων και κανονισμών για τη βιολογική γεωργία και τελικά τον Ιούνιο του 1991 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέσπισε τον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και τα είδη διατροφής. Ο εν λόγω κανονισμός αποτέλεσε καθοριστικό βήμα για την επίσημη αναγνώριση της βιολογικής γεωργίας σε ευρωπαϊκή αλλά και σε διεθνή κλίμακα. Ιδιαίτερη σημασία έχει η πρόβλεψη για την ετήσια παρακολούθηση του Κανονισμού 2092/91 από τις αρμόδιες αρχές κάθε κράτους-μέλους (για την Ελλάδα από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων) και η θέσπιση μιας ειδικής επιτροπής, της Επιτροπής του Άρθρου 14 - όπως ονομάζεται, η οποία κάθε χρόνο αποφασίζει για τις μεταβολές που θα πρέπει να γίνουν στην υφιστάμενη νομοθεσία, με βάση την εμπειρία εφαρμογής στα κράτη-μέλη (Σγούρος 2002). Στις μέρες μας, ο μεγάλος αριθμός διαφορετικών εθνικών προτύπων και διαφορετικών απαιτήσεων για την πιστοποίηση και τη σήμανση των βιολογικών προϊόντων μεταξύ των χωρών, αυξάνει το κόστος πιστοποίησης για τους παραγωγούς που επιθυμούν να εξάγουν τα προϊόντα τους. Μάλιστα, όταν ένα προϊόν μπορεί να περιέχει συστατικά ποικίλης προέλευσης και απευθύνεται σε διάφορες πιθανές αγορές, τα προβλήματα πολλαπλασιάζονται. Σε μια προσπάθεια να εναρμονιστούν τα υπάρχοντα συστήματα πιστοποίησης και να γίνουν ισοδύναμα τα διάφορα πρότυπα, σχηματίστηκε μια ομάδα έργου από την IFOAM, τον FAO (Food and Agriculture Organization) και το UNCTAD (United Nations Conference on Trade and Development), που ανέλαβε δράση από το 2003 (Dankers and Pascal Liu 2003). 6

2.3 Η βιολογική γεωργία στον κόσμο Το 1999 οι διοργανωτές της διεθνούς έκθεσης βιολογικών προϊόντων BIO FACH ανέθεσαν σε ένα γερμανικό ερευνητικό οργανισμό, τον Stiftung Okologie & Landbau (SOL), να συγκεντρώσει στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες για τη βιολογική γεωργία, ενώ στην προσπάθεια αυτή συνεργάστηκε και η ΙFOAM. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν, το Φεβρουάριο του 2003, σχεδόν 230 εκατομμύρια στρέμματα του καλλιεργήσιμου εδάφους παγκοσμίως διαχειρίζονταν ως βιολογικά, ενώ περίπου το μισό της παραπάνω έκτασης ήταν βοσκότοποι (Dankers and Pascal Liu 2003). Για το 2004 (τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία της έρευνας) η έκταση αυτή έφτασε τα 260 εκατομμύρια στρέμματα, με την Αυστραλία να ηγείται έχοντας 113 εκατομμύρια στρέμματα διαχειριζόμενα βιολογικά, την Αργεντινή να ακολουθεί με 28 εκατομμύρια στρέμματα και την Ιταλία με περισσότερα από 10 εκατομμύρια στρέμματα (Willer and Yussefi 2005) (Πίνακας 2.3.1). Στο Διάγραμμα 2.3.1 παρουσιάζονται οι πρώτες δέκα χώρες παγκοσμίως σε βιολογικά καλλιεργούμενη έκταση για το 2004. Η περίπτωση της Αργεντινής είναι δείγμα της ραγδαίας ανάπτυξης της βιολογικής γεωργίας ανά τον κόσμο : το 1999 υπήρχαν 5.000.000 στρέμματα γης βιολογικά καλλιεργούμενης, ενώ από τον επόμενο χρόνο εντάχθηκαν συνολικά περίπου 30 εκατομμύρια στρέμματα, κυρίως ως βοσκότοποι σε ανταπόκριση στο αίτημα της αγοράς για κρέας από βιολογικά εκτρεφόμενα ζώα (Scialabba Nadia 2001). ΠΙΝΑΚΑΣ 2.3.1: Πρώτες χώρες στον κόσμο σε καλλιεργούμενη έκταση (σε στρέμματα) (2004) α/α Χώρα % επί της συνολικής έκτασης Έκταση βιολογικής γεωργίας (στρ.) Αριθμός βιολογικών εκμεταλλεύσεων 1 Αυστραλία 2,48 113.000.000 1.380 2 Αργεντινή 1,70 28.000.000 1.781 3 Ιταλία 6,86 10.520.020 44.043 [ Πηγή: SOEL-Survey, February 2005 - αναφέρεται από ΔΗΩ 2006] 7

120.000.000 ΕΚΤΑΣΗ Β.Γ. [ΣΤΡ] 100.000.000 80.000.000 60.000.000 40.000.000 20.000.000 0 113.000.000 28.000.000 10.520.020 9.308.100 8.031.800 7.600.000 7.340.270 7.252.540 6.956.190 6.461.500 ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ ΙΤΑΛΙΑ ΗΠΑ ΒΡΑΖΙΛΙΑ ΟΥΡΟΥΓΟΥΑΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΙΣΠΑΝΙΑ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΧΙΛΗ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2.3.1: Οι 10 πρώτες χώρες παγκόσμια σε καλλιεργούμενη έκταση (σε στρέμματα). [Στατιστικά στοιχεία 2004 Πηγή: SOEL-Survey, February 2005 - αναφέρεται από ΔΗΩ 2006] Η βιολογική γεωργία στην Ευρώπη έχει παρουσιάσει πολύ γρήγορη ανάπτυξη από τις αρχές της δεκαετίας του 90 μέχρι σήμερα (Λιόλιου 2002). Σύμφωνα με την προαναφερθείσα έρευνα, στην Ευρώπη, αν η βιολογικά διαχειριζόμενη έ- κταση συγκριθεί με τη συνολικά καλλιεργούμενη έκταση κάθε χώρας, το Λιχνενστάιν, η Αυστρία και η Ελβετία φαίνονται να προηγούνται (Willer and Yussefi 2005) (Πίνακας 2.3.2). ΠΙΝΑΚΑΣ 2.3.2: Η βιολογική γεωργία στις χώρες της Ευρώπης 2004. Πρώτες χώρες σε ποσοστό κάλυψης α/α Χώρα % επί της συνολικής έκτασης Έκταση βιολογικής γεωργίας (στρ) Αριθμός βιολογικών εκμεταλλεύσεων 1 Λιχνεστάϊν 26,40 9.840 43 2 Αυστρία 12,90 3.288.030 19.056 3 Ελβετία 10,27 1.100.000 6.445 [Πηγή: SOEL-Survey, February 2005 - αναφέρεται από ΔΗΩ 2006] Στο Διάγραμμα 2.3.2 παρουσιάζονται παραστατικότερα οι πρώτες 10 χώρες σε ποσοστό κάλυψης βιολογικά διαχειριζόμενης έκτασης σε σχέση με τη συνολικά καλλιεργούμενη έκταση στην Ευρώπη για το 2004. 8

30 26,40 % επί συνολικής γεωργικής έκτασης 25 20 15 10 5 0 ΛΙΧΤΕΝΣΤΑΪΝ 12,90 10,27 7,22 6,86 6,80 6,20 5,97 4,60 4,59 ΑΥΣΤΡΙΑ ΕΛΒΕΤΙΑ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ ΙΤΑΛΙΑ ΣΟΥΗΔΙΑ ΔΑΝΙΑ ΤΣΕΧΙΑ ΣΛΟΒΕΝΙΑ ΕΣΘΟΝΙΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2.3.2: Η βιολογική γεωργία στις χώρες της ΕΥΡΩΠΗΣ 2004. Πρώτες χώρες σε ποσοστό κάλυψης [Στατιστικά στοιχεία 2004 Πηγή: SOEL-Survey, February 2005 - αναφέρεται από ΔΗΩ 2006] Στο Διάγραμμα 2.3.3 παρουσιάζονται αντίστοιχα οι πρώτες 10 χώρες σε ποσοστό κάλυψης βιολογικά διαχειριζόμενης έκτασης σε σχέση με τη συνολικά καλλιεργούμενη έκταση στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2004. % επί συνολικής γεωργικής έκτασης 14 12 10 8 6 4 2 0 12,9 6,9 7,2 6,8 6,2 6,0 4,6 4,6 4,4 4,3 ΑΥΣΤΡΙΑ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ ΙΤΑΛΙΑ ΣΟΥΗΔΙΑ ΔΑΝΙΑ ΤΣΕΧΙΑ ΣΛΟΒΕΝΙΑ ΕΣΘΟΝΙΑ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2.3.3: Η βιολογική γεωργία στις χώρες της ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 2004. Πρώτες χώρες σε ποσοστό κάλυψης [Πηγή: SOEL-Survey, February 2005 - αναφέρεται από ΔΗΩ 2006] 9

Για το 2005 η Αυστρία συνεχίζει να έχει το προβάδισμα στην Ευρωπαϊκή Έ- νωση με 14,16% σε ποσοστό κάλυψης επί της συνολικής γεωργικής έκτασης, ενώ ακολουθεί η Ιταλία και η Εσθονία με ποσοστά κάλυψης 8,40% και 7,22% αντίστοιχα (FiBL Survey 2006). 2.4 Εξέλιξη της βιολογικής γεωργίας στην Ελλάδα Στην Ελλάδα πρωτοπόροι του κινήματος της υγιεινής διατροφής και διαβίωσης στις δεκαετίες 50, 60 και 70 υπέδειξαν την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών στα οποία δεν είχαν εφαρμοστεί φυτοφάρμακα. Αρχές της δεκαετίας του 80 επιστήμονες έκαναν προσπάθεια σύγκρισης της συμβατικής με τη βιολογική γεωργία (Μπεόπουλος 2002). Η βιολογική γεωργία στην Ελλάδα εμφανίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 80, όταν μια ολλανδική εταιρεία εμπορίας προϊόντων αναζητά στον ελλαδικό χώρο συνεργάτες για την παραγωγή βιολογικής σταφίδας. Έτσι, τα πρώτα α- γροκτήματα που μετατρέπονται σε βιολογικά, με την βοήθεια του ολλανδικού Οργανισμού Πιστοποίησης Skal, βρίσκονται στο Αίγιο - 1982. Το 1986 η δραστηριότητα στη Μάνη μιας γερμανικής επιχείρησης ενθαρρύνει τη συμμετοχή πολλών ελαιοπαραγωγών σε προγράμματα μετατροπής της παραγωγής τους σε βιολογική. Το βιολογικό ελαιόλαδο και ο ελαιόκαρπος εξάγονται στο σύνολο τους κυρίως στη Γερμανία και την Ολλανδία (Λιόλιου 2002). Τα δύο αυτά οργανωμένα παραδείγματα λειτούργησαν πιλοτικά για τη διάδοση της βιολογικής πρακτικής και ώθησαν ανεξάρτητους παραγωγούς να τη δοκιμάσουν. Έτσι, ξεκινά η παραγωγή εσπεριδοειδών στη Λακωνία, ακτινιδίων στην Ημαθία (Κρύα Βρύση) και η αμπελοκαλλιέργεια στη Νάουσα. Βέβαια, η ανάπτυξη καθυστερεί κυρίως λόγω της απουσίας πληροφόρησης και αξιόπιστης ενημέρωσης. Δεν υπάρχει αξιόλογη βοήθεια από εξειδικευμένους επιστήμονες και φυσικά δεν υπάρχει ακόμα θεσμικό πλαίσιο για τη βιολογική παραγωγή. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στο σύνολό τους οι βιοκαλλιεργητές εποπτεύονται και πιστοποιούνται από φορείς του εξωτερικού (π.χ. Skal, Soil Association, Naturland) και τα παραγόμενα βιολογικά προϊόντα βρίσκουν διέξοδο κατά κύριο λόγο σε χώρες την Δυτικής Ευρώπης (Λιόλιου 2002). Το 1992 η πρώτη λαϊκή βιολογικών προϊόντων στο Χαλάνδρι είναι γεγονός, ενώ λίγο αργότερα ακολούθησαν τα πρώτα «μαγαζιά για βιολογικά προϊόντα - και μόνο» (Μπεόπουλος 2002). 10

Ορόσημο στην ανάπτυξη και επέκταση της βιολογικής γεωργίας αποτελεί το 1993, οπότε άρχισε, έστω και με καθυστέρηση δύο ετών, η εφαρμογή του Κοινοτικού Κανονισμού 2092/91 για τη βιολογική γεωργία. Από τότε αρχίζει και η επίσημη καταγραφή της πορείας της βιοκαλλιέργειας στη χώρα μας (Λιόλιου 2002). Το ίδιο έτος (1993) το Υπουργείο Γεωργίας ίδρυσε Ειδικό Γραφείο Βιολογικών Προϊόντων, τόσο στην Κεντρική Υπηρεσία όσο και στις κατά τόπους Διευθύνσεις Γεωργίας. Το 1996 εφαρμόστηκε για πρώτη φορά ο Κανονισμός 2078/92 για την οικονομική ενίσχυση των βιοκαλλιεργητών. Την επόμενη χρονιά (1997) ιδρύθηκε ο Οργανισμός Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (ΟΠΕΓΕΠ - AGROCERT) με στόχο την αξιολόγηση και επίβλεψη των Οργανισμών Ελέγχου και Πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων από κρατικής πλευράς ώστε να διασφαλίζεται η αξιοπιστία του συστήματος πιστοποίησης, τη χορήγηση ενιαίου σήματος αναγνώρισης των ελληνικών προϊόντων βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας (Εικόνα 2.4.1) και τον έλεγχο της εμπορίας των προϊόντων αυτών (ΟΠΕΓΕΠ-AGROCERT 2006). ΕΙΚΟΝΑ 2.4.1 : Για τα βιολογικά προϊόντα που παράγονται ή/ και μεταποιούνται στην Ελλάδα, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, υπάρχει το Ενιαίο Σήμα Αναγνώρισης του ΟΠΕΓΕΠ (ΟΠΕΓΕΠ-AGROCERT 2006). Μέχρι το 2003 επιλέξιμα για το πρόγραμμα βιολογικής γεωργίας ήταν 2000 στρ / νομό και υπήρχαν ζώνες παραγωγής ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες και την προτεραιότητα που έπρεπε να δοθεί σε κάθε περιοχή. Μετά τον Κανονισμό 2078/92, που αντικαταστάθηκε από τον 1257/99, εξέλιξη για την περαιτέρω επέκταση της βιολογικής γεωργίας, αποτελεί η έκδοση στις 19 Ιανουαρίου 2004, Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ 567/125316/19.1.2004), με την οποία ρυθμίζονται εκ νέου οι επιδοτήσεις στη βιολογική γεωργία. Στην απόφαση αυτή προβλέπονται μεταξύ άλλων: 11

η επανένταξη για μια νέα πενταετία των βιοκαλλιεργητών που πληρούν τις προϋποθέσεις του προγράμματος η κατάργηση των περιορισμών για την επιδότηση της βιολογικής γεωργίας, με αποτέλεσμα πλέον όλες οι περιοχές και όλες οι καλλιέργειες να είναι επιλέξιμες. Το πρόγραμμα πλέον εφαρμόζεται οριζόντια και καταργούνται τα νομαρχιακά προγράμματα. Πανελλαδικά, μπορούν να ενταχθούν 500.000 στρ. η αύξηση των ποσών των επιδοτήσεων ανά καλλιέργεια. Η μέγιστη ετήσια οικονομική ενίσχυση των βιοκαλλιεργητών που εντάσσονται στο πρόγραμμα από 1/1/2003 γίνεται σύμφωνα με τα ποσά που εμφανίζονται στον Πίνακα 2.4.1: ΠΙΝΑΚΑΣ 2.4.1 : Επιδότηση ανά καλλιέργεια σε / στρ Καλλιέργεια ανά στρέμμα Eλαιώνες ελαιοπαραγωγής 72,20 Ελαιώνες για επιτραπέζια ελιά 90,00 Κρόκος 90,00 Αμπέλια 90,00 Δενδρώδεις καλλιέργειες, μηλοειδή, πυρηνόκαρπα 90,00 Ακρόδρυα (καστανιές, φουντουκιές, καρυδιές) 40,00 Εσπεριδοειδή 90,00 Κηπευτικά, μποστανικά, σπαράγγι, φράουλες 60,00 Αρδευόμενες αροτραίες 60,00 Σιτηρά, όσπρια, ξηρικές καλλιέργειες 33,50 Αρωματικά-Φαρμακευτικά 33,50 2.5 Η βιολογική γεωργία στην Ελλάδα σήμερα Το ποσοστό κάλυψης της βιολογικά διαχειριζόμενης έκτασης επί της συνολικής γεωργικής έκτασης της Ελλάδας για το 2005 ανέρχεται στο 3,15%, με 2.849.271 στρέμματα βιοκαλλιεργούμενα (συμπεριλαμβανομένων των βοσκοτόπων) και συνολικά 14.614 γεωργικές εκμεταλλεύσεις (FiBL Survey 2006). Το 2003 οι βιολογικά καλλιεργούμενες εκτάσεις ήταν 389.951 στρέμματα και αποτελούσαν το 1,01% της συνολικά καλλιεργούμενης γης στην Ελλάδα, ενώ το 2004 η βιολογικά καλλιεργούμενη γη έφτασε τα 543.420 στρέμματα, παρουσιάζοντας μια μεγάλη αύξηση της τάξης των 153.469 στρεμμάτων και φτάνοντας σε ποσοστό το 1,5% της συνολικά καλλιεργούμενης γης στη χώρα μας (Στοιχεία Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης). Η εξέλιξη της συνολικής βιολογικά καλλιεργούμενης έκτασης στην Ελλάδα ανά έτος από το 1994 φαίνεται στο Διάγραμμα 2.5.1: 12

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2.5.1 : Εξέλιξη της συνολικής βιολογικά καλλιεργούμενης έκτασης στην Ελλάδα (Στοιχεία Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης) Ο μέσος όρος στρεμματικής έκτασης των βιολογικά καλλιεργούμενων εκτάσεων ανά παραγωγό παρουσιάζει αυξητική τάση. Η αύξηση αυτή είναι της τάξεως του 32% για τη δεκαετία 1993-2002. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με καταγραφές του πιστοποιητικού οργανισμού ΔΗΩ, το 1993 η βιολογικά καλλιεργούμενη έκταση ανά παραγωγό ήταν κατά μέσο όρο 35 στρ., το 2001 ήταν 44,3 στρέμματα (Δίκτυο Βιολογικών Τροφίμων 2006β), ενώ το 2002 έφτασε τα 47,41στρ (Σγούρος κ.α. 2003). Τελικά, ο μέσος όρος έκτασης των βιολογικά καλλιεργούμενων αγροτεμαχίων το 2004 έφτασε τα 56,7 στρέμματα, έναντι των 50,2 στρεμμάτων το 2003 -αύξηση 12,9% (Σγούρος κ.α. 2005) και το 2005 ο μέσος όρος έφτασε στα 71,6 στρέμματα (Κακουριώτης 2006). Η αυξητική αυτή τάση αντικατοπτρίζει την πίεση που ασκείται στους μικρούς παραγωγούς, αφού όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία στη βιολογική γεωργία πλέον εντάσσονται επαγγελματίες αγρότες µε μεγαλύτερες εκτάσεις ή ακόμη και µε το σύνολο των εκτάσεών τους. Φαίνεται δηλαδή να περνάμε από τη δοκιμή και τον πειραματισμό στην επαγγελματική δραστηριότητα (Δίκτυο Βιολογικών Τροφίμων 2006β). 13

Τα βιολογικά κηπευτικά στην Ελλάδα καλύπτουν μεγάλο μερίδιο της βιολογικής αγοράς με ποσοστό 30% (Σγούρος 1997 όπως αναφέρεται από Χαρατσάρη 2003). Το σύστημα ελέγχου παραγωγής προϊόντων βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας διαχειρίζονται οι εξής αρχές (ΟΠΕΓΕΠ-AGROCERT 2006): ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως αρχή έγκρισης των οργανισμών ελέγχου το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Δ/νση Βιολογικής Γεωργίας) ως εποπτεύουσα αρχή του Συστήματος Ελέγχου και Πιστοποίησης το Συμβούλιο Βιολογικής Γεωργίας με σκοπό να γνωμοδοτεί επί θεμάτων παραγωγής και ανάπτυξης του τομέα βιολογικής γεωργίας και των προϊόντων της ο ΟΠΕΓΕΠ AGROCERT Το Εθνικό Συμβούλιο Διαπίστευσης (ΕΣΥΔ) είναι υπεύθυνο για την εφαρμογή κατάλληλων μεθόδων ελέγχου των παραγωγών, παρασκευαστών και διακινητών βιολογικών προϊόντων και ως προς την αξιοπιστία του όλου γραφειοκρατικού συστήματος λειτουργίας του κάθε ιδιωτικού οργανισμού ελέγχου και πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων (Φούντης 2003β). Άλλωστε, στο χώρο της πιστοποίησης της ποιότητας, των ελέγχων και των εργαστηριακών δοκιμών και μετρήσεων, διαπίστευση είναι η διαδικασία της επίσημης αναγνώρισης από αρμόδιο οργανισμό ότι ένα νομικό ή φυσικό πρόσωπο ασκεί συγκεκριμένες δραστηριότητες με τεκμηριωμένη επάρκεια και αμεροληψία (ΕΣΥΔ 2006). Το Υπουργείο Ανάπτυξης ελέγχει, μέσω του ΕΦΕΤ (Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων) και της Διεύθυνσης Εμπορίου, τα προϊόντα βιολογικής γεωργίας ως προς τις υγειονομικές διατάξεις, την καταλληλότητά τους, τη σύστασή τους κλπ (Φούντης 2003β). Πλέον, έχουν συσταθεί και λειτουργούν έξι φορείς ελέγχου και πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων με τις επωνυμίες : ΔΗΩ, ΒΙΟΕΛΛΑΣ (πρώην ΣΟΓΕ), ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ, QWays, a-cert και IRIS. Αρμοδιότητά τους είναι : α) ο πρωτογενής έλεγχος, που διενεργείται στο χώρο παραγωγής, δηλαδή στον αγρό, και συνίσταται σε μακροσκοπικές παρατηρήσεις του γεωπόνου ελεγκτή, έπειτα από επίσκεψη και επίβλεψη των κτημάτων, επιτόπια συμπλήρωση έκθεσης, στην οποία αναφέρονται όλες οι παρεμβάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί σε κάθε κτήμα και σε κάθε καλλιέργεια ξεχωριστά, καταγραφή και έλεγχος των τιμολογίων αγοράς των διαφόρων εισροών και καταγραφή των εργασιών και των πωλήσεων των βιολογικών προϊόντων ανά είδος. Γίνονται δειγ- 14

ματοληψίες εδάφους, φυτικών ιστών και καρπών, όπου μετά από εργαστηριακή εξέταση, διαπιστώνεται η παρουσία ή μη απαγορευμένων ουσιών. β) ο δευτερογενής έλεγχος, που διενεργείται στους χώρους μεταποίησης ή επεξεργασίας βιολογικών προϊόντων. Ο έλεγχος σ αυτή την περίπτωση διενεργείται για την εξακρίβωση της προέλευσης των πρώτων υλών, τις συνθήκες αποθήκευσής τους, τον τρόπο συντήρησης και μεταποίησής τους. Επιπλέον, γίνεται καταγραφή του διαγράμματος ροής και του τρόπου παρασκευής του τελικού προϊόντος, με ιδιαίτερη έμφαση στις προφυλάξεις που λαμβάνονται για την αποφυγή της ανάμιξης με συμβατικά προϊόντα και στον τρόπο και στα υλικά συσκευασίας. Έμφαση δίνεται στον τρόπο σήμανσης των τελικών προϊόντων. γ) ο τριτογενής έλεγχος, που διενεργείται στους χώρους πώλησης των βιολογικών προϊόντων και συνίσταται στην εξακρίβωση της τήρησης όλων των διατάξεων για την ασφαλή διάθεση των βιολογικών προϊόντων στους καταναλωτές (Φούντης 2003β). 15

3. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 3.1 Περιοχή έρευνας 3.1.1 Γενικά Η Περιφέρεια Θεσσαλίας αποτελείται από τους νομούς Καρδίτσας, Λάρισας, Μαγνησίας και Τρικάλων. Η έκτασή της ανέρχεται σε 14.037 km 2 και αποτελεί το 10,6% της συνολικής έκτασης της χώρας (131.910 km 2 ). Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις της Θεσσαλίας αποτελούν το 36,1% της συνολικής έκτασης, τα δάση το 19,5%, οι βοσκότοποι το 37,5% και οι λοιπές εκτάσεις το 6,9% (Φούντης 2003β) (Εικόνα 3.1.1.1). Εικόνα 3.1.1.1: Ευρύτερη περιοχή της Περιφέρειας Θεσσαλίας (Όπως τροποποιήθηκε από χάρτη Θεσσαλίας, Εκδόσεις Σαββάλας) 16

ΠΙΝΑΚΑΣ 3.1.1.1: Εκτάσεις καλλιεργούμενες, εκτάσεις σε αγρανάπαυση και κηπευτική γη στο σύνολο της Ελλάδας, στη Θεσσαλία και σε κάθε νομό της Οι εκτάσεις που συνδέονται με τον πρωτογενή τομέα της Θεσσαλίας, αποτελούν το 93,1% της συνολικής της έκτασης και υπολογίζονται σε 13.068.447 στρ., ενώ η καλλιεργούμενη έκταση καταλαμβάνει 5.067.357 στρ., τα δάση 2.737.215 στρ., οι βοσκότοποι 5.263.875 στρ. και οι λοιπές εκτάσεις ανέρχονται σε 968.553 στρ (Φούντης 2003β). Η Θεσσαλία είναι η 4 η περιφέρεια σε έκταση γεωργικής γης στην Ελλάδα και επίσης 4 η σε έκταση κηπευτικής γης - ακολουθώντας τη Στερεά Ελλάδα (συμπεριλαμβανομένης και της Εύβοιας) που έρχεται πρώτη, την Πελοπόννησο και τη Μακεδονία. Έρχεται 2 η μετά τη Μακεδονία σε έκταση αροτραίων καλλιεργειών, ενώ είναι 1η σε εκτάσεις καλλιεργούμενες με βαμβάκι. Ο νομός Λάρισας είναι ο 1ος νομός σε έκταση γεωργικής γης και ταυτόχρονα σε κηπευτική γη στη Θεσσαλία (ΕΣΥΕ 2005, προσωπική επικοινωνία). Στον Πίνακα 3.1.1.1 παρουσιάζονται για τη Θεσσαλία και για κάθε νομό της οι εκτάσεις που καλλιεργούνται, οι εκτάσεις σε αγρανάπαυση και οι εκτάσεις με κηπευτικά (σε στρέμματα). Καλλιεργούμενη γη και εκτάσεις σε αγρανάπαυση (στρ) Σύνολο καλλιεργούμενης γης Ποσοστό (%) Ποσοστό (%) Καλλιεργούμενη γη (στρ) κηπευ- Κηπευτικά Σύνολο στη Θεσσαλίτικών Κηπευτικά στη Θεσσαλία Καρδίτσα 1.014.588 2,67 20,86 16.094 1,44 14,57 Λάρισα 2.378.685 6,26 48,90 53.329 4,76 48,29 Μαγνησία 854.220 2,25 17,56 20.381 1,82 18,45 Τρίκαλα 616.885 1,62 12,68 20.638 1,84 18,69 Θεσσαλία 4.864.378 12,80 110.442 9,86 Σύνολo 38.017.090 1.121.215 ΠΗΓΗ : ΕΣΥΕ (2005) Το 36,0% του εδάφους της Θεσσαλίας είναι πεδινό, το 17,1% ημιορεινό, ενώ το 44,9% είναι ορεινό (Δίκτυο Πληροφόρησης και Υποστήριξης του Πληθυσμού της Θεσσαλικής Υπαίθρου 2006) -σύμφωνα με τον 2078/92, ορεινές χαρακτηρίζονται εκτάσεις με υψόμετρο μεγαλύτερο των 600 m, ενώ ως ημιορεινές χαρακτηρίζονται εκτάσεις με υψόμετρο από 200 έως 600 m-. Η εδαφική διαμόρφωση είναι τέτοια ώστε ψηλά βουνά (ο Όλυμπος, το νότιο τμήμα της οροσειράς της Πίνδου, ο Ίταμος, το Πήλιο και η Όθρυς) περιβάλλουν 17

το Θεσσαλικό κάμπο, που αποτελεί τη μεγαλύτερη πεδιάδα της χώρας. Την πεδιάδα αυτή διασχίζει από τη δύση προς την ανατολή ο ποταμός Πηνειός, το τρίτο μεγαλύτερο ποτάμι της χώρας. Ιδιαίτερης σημασίας είναι η τεχνητή λίμνη του Ταυρωπού, η οποία δημιουργήθηκε με κατασκευή φράγματος στην κοίτη του ομώνυμου ποταμού, παραπόταμου του Αχελώου (Δίκτυο Πληροφόρησης και Υποστήριξης του Πληθυσμού της Θεσσαλικής Υπαίθρου 2006). Η Θεσσαλία συγκεντρώνει μια αξιόλογη ποικιλία οικοσυστημάτων και ένα περιβάλλον με ιδιαίτερα υψηλή αισθητική, πολιτισμική και ιστορική αξία. Ένας μακρύς κατάλογος θεσμοθετημένων και μη περιοχών προστασίας της φύσης και της πολιτισμικής κληρονομιάς και τοπίων φυσικού κάλλους (Θαλάσσιο Πάρκο Σποράδων, Όλυμπος, Κοιλάδα Τεμπών, Αμπελάκια, Πήλιο, Σκιάθος, Σκόπελος, Μετέωρα, Λίμνη Πλαστήρα, Ασπροπόταμος, Πίνδος, Περτούλι κλπ.) επιβεβαιώνει τη σημασία του περιβάλλοντος για τη ζωή και την ταυτότητα της Θεσσαλίας, επισημαίνοντας ταυτόχρονα τις δυνατότητες αξιοποίησης και τις αυξημένες ευθύνες προστασίας (Δίκτυο Πληροφόρησης και Υποστήριξης του Πληθυσμού της Θεσσαλικής Υπαίθρου 2006). Ο πληθυσμός της Περιφέρειας Θεσσαλίας ανέρχεται σε 609.000 κατοίκους (ΕΣΥΕ 2005, προσωπική επικοινωνία). Ο αστικός πληθυσμός ανέρχεται στο 44% του συνολικού πληθυσμού (ΕΣΥΕ / απογραφή 1991) και παρουσιάζει αυξητικές τάσεις, σε συνδυασμό με τις ενδείξεις μείωσης πληθυσμού σε ορισμένες παραμεθόριες και ορεινές περιοχές. Ο αγροτικός πληθυσμός ανέρχεται στο 40% του συνολικού πληθυσμού (απογραφή 1991) και παρουσιάζει πτώση σε σχέση με το 81 (Φούντης 2003α). 3.1.2 Αειφορικά συστήματα διαχείρισης στη Θεσσαλία Αειφορικές πρακτικές έχουν εφαρμοστεί σε ευρεία κλίμακα στη Θεσσαλία, όπως το πρόγραμμα μείωσης της νιτρορύπανσης -μείωση της αζωτούχου λίπανσης και εφαρμογή αμειψισποράς ή αγρανάπαυσης στις εντασσόμενες ε- κτάσεις, με ταυτόχρονη υποχρέωση για την τήρηση των αντίστοιχων Προγραμμάτων Δράσης σύμφωνα με την Οδηγία 91/676/ΕΟΚ καθώς και των Κωδίκων Ορθής Γεωργικής Πρακτικής (ΚΟΓΠ), τόσο στα εντός όσο και στα εκτός προγράμματος αγροτεμάχια- με συνολική επιλέξιμη έκταση για την περίοδο 2000-2006 στο Θεσσαλικό Πεδίο (Θεσσαλία και Φθιώτιδα) 600.000 στρ, δηλαδή ποσοστό 64,52% της συνολικής έκτασης που εντάσσεται στο πρόγραμμα (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων 2006). 18

Η ύπαρξη ολοκληρωμένων συστημάτων διαχείρισης επιβεβαιώνει τη συνειδητή στροφή καλλιεργητών προς φιλικότερες προς το περιβάλλον μεθόδους καλλιέργειας και διαχείρισης γενικότερα. Στον Πίνακα 3.1.2.1 παρουσιάζονται οι οργανωμένοι σε συνεταιρισμούς ή ΑΒΕΕ (Ανώνυμη Βιομηχανική και Εμπορική Εταιρία) παραγωγοί της Θεσσαλίας που για το 2005 (έτος διεξαγωγής της παρούσας έρευνας) ενέταξαν την εκμετάλλευσή τους σε πρόγραμμα ολοκληρωμένης διαχείρισης. Στο παρελθόν υπήρχε και ολοκληρωμένη διαχείριση της παραγωγής κηπευτικών στην περιοχή Σαρανταπόρου Λάρισας, όπου η εταιρία FROSA είχε συνάψει σύμβαση με τους καλλιεργητές της περιοχής για ολοκληρωμένη διαχείριση της παραγωγής μπρόκολου. Τελικά, η συνεργασία αυτή διακόπηκε και οι παραγωγοί στράφηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους προς τη βιολογική γεωργία. ΠΙΝΑΚΑΣ 3.1.2.1 : Ολοκληρωμένη διαχείριση στη φυτική παραγωγή στη Θεσσαλία (2005) (ΟΠΕΓΕΠ-AGROCERT 2006). ALFΑ SEEDS ΑΒΕΕ ΑΣΕΠΟ Αγιάς Α. Σ. Δαμασίου Α. ΠΣ. Ν. Αγχιάλου Α. Σ Ζαγοράς Νομός Πεδίο Πιστοποίησης Έκταση (στρ) Παραγωγοί Λάρισα Βίκος και κριθάρι 1469,24 35 Λάρισα Μήλα 1801,70 75 Λάρισα Μαγνησία Επιτραπέζια και οινοποιήσιμα σταφύλια Οινοποιήσιμα σταφύλια 2510,70 120 Έτος Πιστοποίησης 2005 2005 2005 2482,80 186 2005 Μαγνησία Μήλα (Π. Ο. Π) 2376,50 158 2005 ΣΥΝΟΛΟ 10640,94 574 3.1.3 Θεσσαλία και βιολογική γεωργία Το 2002 η βιολογικά διαχειριζόμενη έκταση στη Θεσσαλία ήταν 14.000 στρέμματα, ενώ το 2004 έφτασε τα 35.000 στρέμματα (ΣΒΘ 2005). Το 2005 η βιοκαλλιεργούμενη έκταση ήταν 47.491 στρέμματα -χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι βοσκότοποι- (Στοιχεία Διευθύνσεων Αγρ. Ανάπτυξης νομών Θεσσαλίας- Διάγραμμα 3.1.3.1). 19

στρ. 50000 45000 40000 35000 30000 25000 20000 15000 10000 5000 0 1999 2001 2002 2004 2005 Διάγραμμα 3.1.3.1: Εξέλιξη της βιολογικά καλλιεργούμενης έκτασης στη Θεσσαλία (στρ.) [Πηγές: ΣΒΘ 2005, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων 2006 και Διευθύνσεις Αγρ. Ανάπτυξης νομών Θεσσαλίας 2005] Στη φυτική παραγωγή οι καλλιεργητές από 150 το 2002, έφτασαν τους 400 το 2004 (ΣΒΘ 2005) και τους 573 το 2005 (Στοιχεία Διευθύνσεων Αγρ. Ανάπτυξης νομών Θεσσαλίας). Ειδικότερα, στα βιολογικά κηπευτικά η καλλιεργούμενη έκταση το 1999 ήταν μόλις 39,1 στρ. (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων 2006), ενώ το 2004 έφτασε τα 515,41 στρ. (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων 2006) και το 2005 τα 456 στρ. (Στοιχεία Διευθύνσεων Αγρ. Ανάπτυξης νομών Θεσσαλίας) -Διάγραμμα 3.1.3.2). 600 500 400 στρ. 300 200 100 0 1999 2001 2004 2005 Διάγραμμα 3.1.3.2: Εξέλιξη της βιολογικά καλλιεργούμενης έκτασης με κηπευτικά στη Θεσσαλία (στρ.) [Πηγές: Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων 2006 και Διευθύνσεις Αγρ. Ανάπτυξης νομών Θεσσαλίας 2005] 20

Στον Πίνακα 3.1.3.1 παρουσιάζονται στοιχεία για το σύνολο της Περιφέρειας Θεσσαλίας. ΠΙΝΑΚΑΣ 3.1.3.1: Σύνολο βιοκαλλιέργειας και βιοκαλλιέργειας κηπευτικών στη Θεσσαλία για το 2005 [Πηγή: Διευθύνσεις Αγρ. Ανάπτυξης νομών Θεσσαλίας 2005] ΘΕΣΣΑΛΙΑ Συνολική έκταση βιολογικών καλλιεργειών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών Συνολική έκταση βιολογικών κηπευτικών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών κηπευτικών Μέσος όρος έκτασης αγροτεμαχίων σε βιοκαλλιέργεια (στρ) Μέσος όρος έκτασης αγροτεμαχίων με βιολογικά κηπευτικά (στρ) 47491,00 573 456,00 26 82,88 17,54 Ανάλογα στοιχεία για κάθε νομό της Θεσσαλίας παρουσιάζονται στους Πίνακες 3.1.3.2, 3.1.3.3, 3.1.3.4 και 3.1.3.5. ΠΙΝΑΚΑΣ 3.1.3.2 : Σύνολο βιοκαλλιέργειας και βιοκαλλιέργειας κηπευτικών στο νομό Καρδίτσας για το 2005 [Πηγή: Διεύθυνση Αγρ. Ανάπτυξης νομού Καρδίτσας 2005] ΚΑΡΔΙΤΣΑ Συνολική έκταση βιολογικών καλλιεργειών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών Συνολική έκταση βιολογικών κηπευτικών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών κηπευτικών Μέσος όρος έκτασης αγροτεμαχίων σε βιοκαλλιέργεια (στρ) Μέσος όρος έκτασης αγροτεμαχίων με βιολογικά κηπευτικά (στρ) Μέσος αριθμός αγροτεμαχίων Μέσος αριθμός αγροτεμαχίων με κηπευτικά 1162,80 24 46,50 5 48,45 9,30 3,54 1,60 Την περίοδο 1999-2000 στο νομό Λάρισας υπήρχαν συνολικά 18 βιοκαλλιεργητές (Θεοδωροπούλου κ.α. 2000), το 2003 έφτασαν τους 40 με 2000 στρέμματα ενταγμένα στο πρόγραμμα βιολογικής γεωργίας, ενώ για το 2005 είχαμε μια μεγάλη αύξηση του αριθμού των βιοκαλλιεργητών. Πιο συγκεκριμένα, εντάχθηκαν 1000 καλλιεργητές με 75.000 στρέμματα συμπεριλαμβανομένων των 21

βοσκοτόπων. Το 2005 ήταν το έτος που ο νομός Λάρισας σημείωσε πανελλαδική πρωτιά στη βιολογική γεωργία, αφού ήταν ο νομός με τη συνολικά μεγαλύτερη καλλιεργούμενη βιολογικά έκταση (Στοιχεία Διεύθυνσης Αγρ. Ανάπτυξης Λάρισας). ΠΙΝΑΚΑΣ 3.1.3.3 : Σύνολο βιοκαλλιέργειας και βιοκαλλιέργειας κηπευτικών στο νομό Λάρισας για το 2005 [Πηγή: Διεύθυνση Αγρ. Ανάπτυξης νομού Λάρισας 2005] ΛΑΡΙΣΑ Συνολική έκταση βιολογικών καλλιεργειών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών Συνολική έκταση βιολογικών κηπευτικών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών κηπευτικών Μέσος όρος έκτασης αγροτεμαχίων σε βιοκαλλιέργεια (στρ) Μέσος όρος έκτασης αγροτεμαχίων με βιολογικά κηπευτικά (στρ) Μέσος αριθμός αγροτεμαχίων Μέσος αριθμός αγροτεμαχίων με κηπευτικά 23465,40 283 381,20 17 82,91 23,83 5,60 3,25 ΠΙΝΑΚΑΣ 3.1.3.4 : Σύνολο βιοκαλλιέργειας και βιοκαλλιέργειας κηπευτικών στο νομό Μαγνησίας για το 2005 [Πηγή: Διεύθυνση Αγρ. Ανάπτυξης νομού Μαγνησίας 2005] ΜΑΓΝΗΣΙΑ Συνολική έκταση βιολογικών καλλιεργειών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών Συνολική έκταση βιολογικών κηπευτικών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών κηπευτικών Μέσος όρος έκτασης αγροτεμαχίων σε βιοκαλλιέργεια (στρ) Μέσος όρος έκτασης αγροτεμαχίων με βιολογικά κηπευτικά (στρ) Μέσος αριθμός αγροτεμαχίων Μέσος αριθμός αγροτεμαχίων με κηπευτικά 19732,00 240 15,10 3 82,00 5,03-3,33 22

ΠΙΝΑΚΑΣ 3.1.3.5 : Σύνολο βιοκαλλιέργειας και βιοκαλλιέργειας κηπευτικών στο νομό Τρικάλων για το 2005 [Πηγή: Διεύθυνση Αγρ. Ανάπτυξης νομού Τρικάλων 2005] ΤΡΙΚΑΛΑ Συνολική έκταση βιολογικών καλλιεργειών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών Συνολική έκταση βιολογικών κηπευτικών (στρ) Αριθμός βιοκαλλιεργητών κηπευτικών Μέσος όρος έκτασης αγροτεμαχίων σε βιοκαλλιέργεια (στρ) 3131,00 26 13,00 1 120,42 Τα τελευταία έτη στην Περιφέρεια Θεσσαλίας έχουν πραγματοποιηθεί πολλές ημερίδες και διαλέξεις για τη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία σε όλες σχεδόν τις περιοχές. Στον τομέα της συνεχούς κατάρτισης ανέργων έχουν πραγματοποιηθεί πλήθος σεμιναρίων από ΚΕΚ της Θεσσαλίας (κρατικά, ημι-κρατικά και ιδιωτικά) για κατάρτιση στον τομέα της βιολογικής γεωργίας (Φούντης 2003β), ενώ στη Λάρισα λειτουργεί Δημόσιο ΙΕΚ με τμήμα Τεχνικών Οικολογικής Βιολογικής Γεωργίας. Επιπλέον, ετήσια πραγματοποιούνται γιορτές βιολογικής γεωργίας με τη συμμετοχή πολλών βιοκαλλιεργητών και άμεση ανταπόκριση από την πλευρά των καταναλωτών. Τέτοιες γιορτές πραγματοποιήθηκαν τα προηγούμενα έτη με μεγάλη επιτυχία στη Λάρισα και στο Βόλο, ενώ τα τελευταία τρία έτη πραγματοποιείται στην Καρδίτσα η ετήσια «Γιορτή οικολογικής γεωργίας». Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι η περιοχή της Θεσσαλίας είναι κατεξοχήν αγροτική, και κατά συνέπεια οι περισσότεροι καταναλωτές είναι σε θέση να γνωρίζουν πώς παράγονται τα γεωργικά προϊόντα, λειτουργεί θετικά για την προώθηση των βιολογικών προϊόντων (Φούντης 2003β). 3.1.4 Συλλογικοί φορείς για τη βιολογική γεωργία στη Θεσσαλία Η δημιουργία συλλογικών φορέων δημιουργεί συνθήκες ώριμης επαγγελματικής συμπεριφοράς (Ζαμπέτογλου 2003). Υπό αυτό το πρίσμα, αξιόλογη είναι η δράση του Συνδέσμου Βιοκαλλιεργητών Θεσσαλίας (ΣΒΘ), που δραστηριοποιείται και σε συνδικαλιστικό επίπεδο, ενώ με τα πενιχρά μέσα που διαθέτει έχει αναλάβει να ενημερώνει και να καθοδηγεί τους βιοκαλλιεργητές, ειδικά στα πρώτα τους βήματα, κατά το μεταβατικό στάδιο των εκμεταλλεύσεών τους, το οποίο είναι και το πιο κρίσιμο για την εξασφάλιση μίας επιτυχημένης επαγγελ- 23

ματικής δραστηριότητας (Φούντης 2003β). Ο Σύνδεσμος ιδρύθηκε στις 19/03/2000. Στην Εικόνα 3.1.4.1 παρουσιάζονται στιγμιότυπα από εκδηλώσεις του ΣΒΘ που πραγματοποιήθηκαν τόσο για την ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού όσο και για την καλύτερη οργάνωση των βιοκαλλιεργητών. ΕΙΚΟΝΑ 3.1.4.1: Εκδηλώσεις Συνδέσμου Βιοκαλλιεργητών Θεσσαλίας Επίσης, ο Συνεταιρισμός Σούρπης στο νομό Μαγνησίας και άλλες άτυπες ο- μάδες - κοινοπραξίες παραγωγών συμβάλλουν πρακτικά στη συνεργασία των βιοκαλλιεργητών στην καλλιέργεια, τη διακίνηση και την πιστοποίηση των προϊόντων τους (Δίκτυο Πληροφόρησης και Υποστήριξης του Πληθυσμού της Θεσσαλικής Υπαίθρου 2006). 24

3.1.4.1 Ένωση Συνεταιρισμών Σούρπης (Φούντης 2003α) Η εφαρμογή της βιολογικής γεωργίας στη Σούρπη ξεκίνησε το 1996 με έλεγχο και πιστοποίηση αρχικά από τον ΣΟΓΕ (τώρα ΒΙΟΕΛΛΑΣ) και την επόμενη χρονιά από τη ΔΗΩ. Στο πρόγραμμα αρχικά είχαν ενταχθεί 25 παραγωγοί με 250 στρ. βερικοκιές και είχε υπογραφεί συμφωνία απορρόφησης των προϊόντων από μεταποιητική μονάδα παραγωγής κομπόστας. Η συμφωνία αυτή ουδέποτε ενεργοποιήθηκε. Ωστόσο, ο Α.Σ. Σούρπης με τη συνεργασία του Συνδέσμου Βιοκαλλιεργητών Σούρπης κατάφερε να προωθήσει τα βιολογικά βερίκοκα στην αγορά. Σήμερα, στην ευρύτερη περιοχή της Σούρπης, και από τα μέλη του Α.Σ. Σούρπης, καλλιεργούνται περίπου 560 στρέμματα, βάσει των αρχών της βιολογικής γεωργίας, με καλλιέργειες όπως είναι η ελιά, τα σιτηρά, η αμυγδαλιά, τα κτηνοτροφικά και αρωματικά φυτά κλπ. 3.1.4.2 Συνεταιρισμός Σαρανταπόρου Η εφαρμογή της βιολογικής γεωργίας στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Σαρανταπόρου της επαρχίας Ελασσόνας του νομού Λάρισας ξεκίνησε το 1998 με έλεγχο και πιστοποίηση από τη ΔΗΩ (Φούντης 2003α). Στη συνέχεια, με πρωτοβουλία του Συνδέσμου Βιοκαλλιεργητών Θεσσαλίας και της ΔΗΩ, πραγματοποιήθηκαν ενημερωτικές εκδηλώσεις στην ευρύτερη περιοχή (Σαραντάπορο, Λιβάδι) με αποτέλεσμα να υπάρχει μία αλματώδης α- νάπτυξη στον τομέα της βιολογικής γεωργίας (Φούντης 2003α). Έτσι, σήμερα στην ευρύτερη περιοχή (Εικόνα 3.1.4.2.1) έχουν ενταχθεί στη βιολογική γεωργία πάνω από 1.300 στρ. κυρίως με σιτηρά, αμυγδαλιές, κηπευτικά (γνωστό είναι το μπρόκολο Σαρανταπόρου) και κτηνοτροφικά φυτά (Φούντης 2003α). 25

ΕΙΚΟΝΑ 3.1.4.2.1: Ευρύτερη περιοχή Σαρανταπόρου Εξέλιξη στην περιοχή θεωρείται φυσικά και η σύσταση του Αγροτικού Συνεταιρισμού Σαρανταπόρου στις αρχές του 2001 και η απασχόληση σ αυτόν γεωπόνου σε μόνιμη βάση, γεγονός που δίνει ιδιαίτερα πλεονεκτήματα σε θέματα οργάνωσης της παραγωγής, εξεύρεσης των κατάλληλων εφοδίων και προώθησης των προϊόντων στην αγορά (Φούντης 2003α). Χαρακτηριστικά στοιχεία για την περιοχή του Σαρανταπόρου, όπου πλέον ε- ντοπίζεται ένας θύλακας βιοκαλλιεργητών κηπευτικών στη Θεσσαλία, είναι: α) ο μικρός μέσος όρος ηλικίας των παραγωγών, γεγονός που προσδίδει μία σαφώς περαιτέρω αναπτυξιακή προοπτική β) οι εκτάσεις με ελάχιστη έως και μηδενική ρύπανση, λόγω μη προηγούμενης εφαρμογής εντατικής γεωργίας και γ) οι μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης της βιολογικής κτηνοτροφίας σε περιοχές που έχουν παράδοση στην παραγωγή τέτοιων προϊόντων (Φούντης 2003α). 26

3.2 Επιλογή συμμετεχόντων στην έρευνα Για τις ανάγκες της έρευνας συντάχθηκε ερωτηματολόγιο (βλ. Παράρτημα) και η συμπλήρωσή του έγινε με προσωπικές συνεντεύξεις με τους βιοκαλλιεργητές κηπευτικών. Η διεξαγωγή της έρευνας και η συγκέντρωση των δεδομένων προς επεξεργασία ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2005 και ολοκληρώθηκε τον Ο- κτώβριο του ίδιου έτους. Μετά τη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων, έγινε η επεξεργασία των δεδομένων με τη χρήση του στατιστικού προγράμματος SPSS (Εκδόσεις 12 και 14). Σύμφωνα με την επίσημη καταγραφή των Διευθύνσεων Αγροτικής Ανάπτυξης σε κάθε νομό, οι βιοκαλλιεργητές κηπευτικών για το 2005 ήταν 44. Αναλυτικά, 5 στο νομό Καρδίτσας, 35 στο νομό Λάρισας, 3 στο νομό Μαγνησίας και 1 στο νομό Τρικάλων (αναλυτικότερα στοιχεία για την κατανομή των βιοκαλλιεργητών κηπευτικών που συμμετείχαν στην έρευνα ανά νομό και δημοτικό διαμέρισμα παρατίθενται στον Πίνακα 3.2.1). ΠΙΝΑΚΑΣ 3.2.1: Κατανομή των βιοκαλλιεργητών κηπευτικών Θεσσαλίας ανά νομό και δημοτικό διαμέρισμα Νομός Καρδίτσας Δημοτικό διαμέρισμα Αριθμός βιοκαλλιεργητών Μάρκο 1 Φανάρι 1 Λαμπερό 1 Μητρόπολη 1 Ανάβρα 1 Νομός Λάρισας Δημοτικό διαμέρισμα Αριθμός βιοκαλλιεργητών Μηλέα 4 Σαραντάπορο 2 Τσαπουρνιά 2 Φαρμάκη 1 Γεράνεια 1 Δελέρια 1 Καρυά 1 Βερδικούσια 1 Μάνδρα 1 Αργυροπούλι 1 Νομός Μαγνησίας Δημοτικό διαμέρισμα Αριθμός βιοκαλλιεργητών Βόλος 1 Κάτω Λεχώνια 1 Κορόπη 1 Νομός Τρικάλων Δημοτικό διαμέρισμα Αριθμός βιοκαλλιεργητών Κεφαλόβρυσο 1 ΣΥΝΟΛΟ 24 27

Ωστόσο, κατά την επικοινωνία με τους βιοκαλλιεργητές διαπιστώθηκε ότι οι 18 από αυτούς είχαν επιλέξει να μην καλλιεργήσουν κηπευτικά. Πιο συγκεκριμένα, στο νομό Λάρισας 1 βιοκαλλιεργητής επέλεξε να στραφεί στην καλλιέργεια α- κτινίδιων, 1 στην καλλιέργεια αραβόσιτου, 4 στο κτηνοτροφικό μπιζέλι και 12 στην καλλιέργεια σίτου. Σύμφωνα με την ΚΥΑ 567/125316/19.1.2004 και την τροποποίηση αυτής- που ήταν και οι ισχύουσες Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις κατά το διάστημα διεξαγωγής της παρούσας έρευνας στη Θεσσαλία, στο άρθρο 16 προβλέπεται το δικαίωμα για τροποποίηση του καλλιεργητικού σχεδίου της εκμετάλλευσης ως και 10 ημέρες πριν από την έναρξη της καλλιεργητικής περιόδου για κάθε είδος, αρκεί να συμβαδίζει με τις απαιτήσεις της αμειψισποράς. Η εκάστοτε τροποποίηση πρέπει να γίνεται πριν από την έναρξη της καλλιεργητικής περιόδου και πριν από την ανακοίνωση οποιονδήποτε ελέγχων από τη Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης (ΚΥΑ 567/125316/19.1.2004). Από τους υπόλοιπους 26 βιοκαλλιεργητές που το 2005 καλλιέργησαν κηπευτικά στη Θεσσαλία, 2 αρνήθηκαν να συνεργαστούν και να παρέχουν οποιαδήποτε πληροφορία. Έτσι, καταλήγοντας, ο συνολικός αριθμός των βιοκαλλιεργητών που συμμετείχαν στην έρευνα και συνεργάστηκαν παρέχοντας πολύτιμες πληροφορίες ανέρχεται στους 24 (βλ. αναλυτικά στον Πίνακα 3.2.2). ΠΙΝΑΚΑΣ 3.2.2 : Αριθμός βιοκαλλιεργητών κηπευτικών που συμμετείχαν στην παρούσα έρευνα στους 4 νομούς της Θεσσαλίας Βιοκαλλιεργητές Ποσοστό % Καρδίτσα 5 20,83 Λάρισα 15 62,50 Μαγνησία 3 12,50 Τρίκαλα 1 4,17 ΣΥΝΟΛΟ 24 100,00 Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι κατά τόπους Διευθύνσεις Αγροτικής Α- νάπτυξης των νομών καταγράφουν μόνον τους βιοκαλλιεργητές που επιδοτούνται μέσω του Καν. 1257/99, ενώ δεν γίνεται καταγραφή των μη επιδοτούμενων βιοκαλλιεργητών, οι οποίοι κατά συνέπεια δεν αναγνωρίζονται ως τέτοιοι από τις τοπικές κρατικές υπηρεσίες, δεν ελέγχονται (Φούντης 2003β) και δεν συμπεριλήφθηκαν στην παρούσα έρευνα, αφού δεν υπάρχουν επίσημα καταγεγραμμένα στοιχεία για τον εντοπισμό τους και επιπλέον δεν αναγνωρίζονται ε- πίσημα. Οι μη επιδοτούμενοι παραγωγοί μπορούν να ενταχθούν στις ακόλουθες κατηγορίες: 28

α) Σύμφωνα με τον Κανονισμό 1257/99, δεν μπορούν να τύχουν ενισχύσεων της βιολογικής γεωργίας οι εγκαταλελειμμένες γεωργικές γαίες, οι ημιεγκαταλελειμμένοι δενδρώνες, οι νέες φυτείες, οι καμένες εκτάσεις, οι παγετόπληκτες εκτάσεις, οι εκτάσεις που έχουν ενταχθεί σε προγράμματα δάσωσης γεωργικών γαιών και οι εκτάσεις που έχουν ενταχθεί σε προγράμματα αγρανάπαυσης που ενισχύονται από τις ΚΟΑ (Κοινές Οργανώσεις Αγορών) γεωργικών προϊόντων. β) Κάποιοι παραγωγοί έχουν τη δυνατότητα να μην επιδοτούνται, αλλά ωστόσο να διαχειρίζονται την εκμετάλλευσή τους υπό τις αρχές του Κανονισμού 2092/91 και να λαμβάνουν πιστοποίηση από κάποιο πιστοποιητικό οργανισμό. γ) Υπάρχουν παραγωγοί που ενδεχόμενα ασπάζονται τις αρχές της βιολογικής γεωργίας και καλλιεργούν στο πλαίσιο του Κανονισμού 2092/91, αλλά δεν ε- λέγχονται και δε λαμβάνουν σήμα πιστοποίησης του βιολογικού τρόπου παραγωγής των προϊόντων τους. Τέτοιοι βιοκαλλιεργητές είτε λόγω αντίθεσής τους σε γραφειοκρατικά συστήματα είτε επειδή απευθύνονται σε τοπικές αγορές, όπου οι πελάτες καταναλωτές γνωρίζουν τον τρόπο παραγωγής των προϊόντων, είτε επειδή τα βιολογικά προϊόντα προορίζονται για ιδιοκατανάλωση, θεωρούν ότι δεν έχουν ανάγκη να πιστοποιήσουν τη διαδικασία παραγωγής των προϊόντων τους. 3.3 Τεχνικές στατιστικής ανάλυσης των στοιχείων της έρευνας Η εξέταση του πληθυσμού των βιοκαλλιεργητών κηπευτικών της Θεσσαλίας περιορίστηκε στην Περιγραφική Στατιστική (σύνοψη και παρουσίαση δεδομένων) με την παράθεση περιγραφικών μέτρων (συχνότητες και αριθμητικοί μέσοι όροι) και την παρουσία πινάκων απλής εισόδου για τον πληθυσμό στο πρώτο μέρος της παρουσίασης των αποτελεσμάτων, καθώς και σε ελέγχους διμερών σχέσεων μεταξύ μεταβλητών και ελέγχους πολυμεταβλητής στατιστικής ανάλυσης. Ως προς τους ελέγχους των διμερών σχέσεων, για τη διερεύνηση του επιπέδου σημαντικότητας της σχέσης που υπάρχει μεταξύ ονομαστικών μεταβλητών χρησιμοποιήθηκε ο έλεγχος χ 2 (Siegel 1956). Ο έλεγχος των Mann Whitney χρησιμοποιήθηκε για τη διερεύνηση ύπαρξης στατιστικά σημαντικής σχέσης μεταξύ μιας διμερούς ονομαστικής μεταβλητής και μιας τακτικής (Σιάρδος, προσωπική επικοινωνία). Προέκταση του ελέγχου Μann-Whitney είναι ο έλεγχος Kruskal-Wallis, που χρησιμοποιήθηκε για να ανιχνεύσει σημαντικές σχέσεις μεταξύ πολυμερών ο- νομαστικών μεταβλητών με τακτικές μεταβλητές (SPSS 2003). 29

Όλοι οι προαναφερθέντες έλεγχοι (έλεγχος χ 2, έλεγχος των Mann Whitney και έλεγχος Kruskal-Wallis) έγιναν με τη μέθοδο του ακριβούς ελέγχου (exact test) (Fisher 1925, Fisher 1935, Snedecor and Cochran 1974, Mehta and Patel 1996). Ο έλεγχος t-student χρησιμοποιήθηκε για τη διερεύνηση της ύπαρξης ή μη σημαντικής σχέσης μεταξύ διμερούς ονομαστικής μεταβλητής και αριθμητικής (Snedecor and Cochran 1974). Για τον έλεγχο ομοιογένειας (ισότητας) των διακυμάνσεων των τιμών των παρατηρήσεων στα δύο δείγματα χρησιμοποιείται ο έλεγχος Levene, κατά τον οποίο η τιμή F πρέπει να είναι στατιστικά μη σημαντική (α>0,05) για την αποδοχή της ομοιογένειας των διακυμάνσεων (Σιάρδος, προσωπική επικοινωνία). Γενικότερα, για τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ μιας αριθμητικής εξαρτημένης μεταβλητής με μία ανεξάρτητη ονομαστική μεταβλητή που διακρίνεται σε περισσότερες από δύο κατηγορίες χρησιμοποιείται η ανάλυση της διακύμανσης (γνωστή ως ANOVA ή έλεγχος F-Fisher), που αφορά στον επιμερισμό της διακύμανσης σε διάφορα συστατικά στοιχεία της. Στην παρούσα εργασία χρησιμοποιήθηκε ο έλεγχος της μονόδρομης ανάλυσης της διακύμανσης (γνωστής και ως One-Way ANOVA) για τη διαπίστωση της σχέσης μεταξύ των μέσων όρων δεδομένων που έχουν καταταγεί με βάση ένα κριτήριο (μιας μόνο ανεξάρτητης μεταβλητής -παράγοντα). Οι αναγκαίες υποθέσεις για την εφαρμογή μεθόδων ανάλυσης διακύμανσης είναι α) η κανονικότητα των καταλοίπων και β) η ομοιογένεια (ισότητα) των διακυμάνσεων των τιμών της εξαρτημένης μεταβλητής στις επιμέρους ομάδες (ιδιότητα της ομοσκεδαστικότητας), η οποία ε- λέγχεται με το στατιστικό F του Levene (Σιάρδος, προσωπική επικοινωνία). Για τη διαπίστωση της έντασης της σχέσης μεταξύ δύο μεταβλητών χρησιμοποιήθηκαν ο συντελεστής r του Pearson για αριθμητικές μεταβλητές και ο συντελεστής ρ-spearman για τακτικές αντίστοιχα ή και για διαπίστωση της έντασης της σχέσης μεταξύ τακτικής και αριθμητικής μεταβλητής (SPSS 2003). Για τη διερεύνηση της εξάρτησης ή των σχέσεων μεταξύ πολλών μεταβλητών χρησιμοποιήθηκαν η κατηγορική παλινδρόμηση (Categorical Regression CATREG) και η κατηγορική ανάλυση σε κύριες συνιστώσες (Categorical Principal Components Analysis -CATPCA) αντίστοιχα (Σιάρδος 2000, Σιάρδος 2004). Η κατηγορική παλινδρόμηση ποσοτικοποιεί δεδομένα κατηγορικών μεταβλητών με την απόδοση αριθμητικών τιμών στις κατηγορίες, αποσκοπώντας στην άριστη γραμμική παλινδρόμηση των μετασχηματισμένων μεταβλητών. Μέσω 30

της ποσοτικοποίησης είναι δυνατή η πρόβλεψη των τιμών της εξαρτημένης μεταβλητής για οποιοδήποτε συνδυασμό των ανεξάρτητων μεταβλητών που έ- χουν επιλεγεί για ανάλυση (Σιάρδος 2000). Η κατηγορική ανάλυση σε κύριες συνιστώσες σκοπό έχει να ελαττώσει τον α- ριθμό των μετρούμενων μεταβλητών σε μικρότερο αριθμό δεικτών, που είναι γραμμικοί συνδυασμοί των αρχικών μεταβλητών και λέγονται κύριες συνιστώσες. Οι συνιστώσες αυτές ερμηνεύουν τη συνολική διακύμανση των δεδομένων και έτσι μπορούν να αντικαταστήσουν τις αρχικές μεταβλητές. Ωστόσο, δύο ή τρεις κύριες συνιστώσες αντιπροσωπεύουν σχεδόν τη συνολική διακύμανση, οπότε στην ανάλυση των δεδομένων μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο αυτές (Σιάρδος 2004). 31