Σύντομη ιστορική αναδρομή στο εργατικό κίνημα του Κεμπέκ Η βιομηχανοποίηση του Κεμπέκ τον 19 ο αιώνα, έγινε σε συνθήκες απόλυτης ασυδοσίας της εργοδοσίας. Η κυρίαρχη αστική τάξη ήθελε το ρόλο του κράτους περιορισμένο στο ελάχιστο. Να μη υπάρχουν νόμοι που να περιορίζουν, με οποιονδήποτε τρόπο, την αρχή της ελεύθερης επιχείρησης, κανένας κανονισμός εργασίας, που να δίνει δικαιώματα στον εργάτη. Δεν υπήρχε λοιπόν κανένας περιορισμός στη διάρκεια της εργάσιμης ημέρας, κανένα όριο ηλικίας, κανένας νόμος για μισθούς, για ασφάλεια και υγεία στην εργασία. Οι συνθήκες εργασίας αφήνονταν στην απόλυτη διάθεση του εργοδότη. Η ανάγκη να ζήσουν την οικογένεια υποχρέωνε τους εργάτες να δέχονται αυτές τις συνθήκες και να σακατεύουν την υγεία τους στη δουλειά, συχνά, να χάνουν και τη ζωή τους, στον αγώνα για το μεροκάματο. Από προσωπική συλλογή του Ronald Gosselin, του τμήματος ιστορίας του Πανεπιστημίου Λαβάλ, παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το : "Ένας εργάτης στ αδέλφια του", που περιγράφει τις συνθήκες που επικρατούσαν: Προλετάριοι, η ζωή μας είναι υφασμένη με μιζέρια και σκλαβιά. Πολλοί από μας γεννιούνται κα πεθαίνουν μέσα στη φτώχεια. Από μικρά παιδιά, μας εκμεταλλεύονται άπληστα και απάνθρωπα, τα αφεντικά, που παχαίνουν με τον δικό μας ιδρώτα, δεν χορταίνουν να πλουτίζουν σε βάρος μας, μας περιφρονούν και μας προσβάλλουν!! Julien Chamert, 1840 Συνειδητοποιώντας τις συνθήκες εκμετάλλευσής τους, οι εργάτες του Κεμπέκ άρχισαν να οργανώνονται για να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας τους. Η αναγνώριση των πρώτων εργατικών σωματείων είναι αποτέλεσμα σκληρών εργατικών αγώνων, από τις αρχές του 19 ου αιώνα, που οδήγησαν στη σύσταση των πρώτων συνδικάτων των τυπογράφων, των μηχανικών και των μεταλλουργών. 1843: Οι ιρλανδοί εργάτες απεργούν στο κανάλι του Beauharnois Σταθμό στην ιστορία του εργατικού κινήματος του Κεμπέκ, αποτελεί η απεργία των ιρλανδών εργατών, που, το 1843, κατασκεύαζαν το κανάλι του Beauharnois, στα νότια περίχωρα του Μόντρεαλ. Εκείνη την εποχή, το συνδικάτο εθεωρείτο συνομωτικός οργανισμός, που παρεμπόδιζε την ελευθερία της επιχείρησης και βέβαια οι εργάτες δεν είχαν δικαίωμα απεργίας. Παρόλα αυτά 3000 ιρλανδοί εργάτες, που δούλευαν στο κανάλι 15 ώρες τη μέρα, κάτω από απάνθρωπες συνθήκες, αναγκάστηκαν να κατέβουν σε απεργία. Οι απεργοί κατέλαβαν την πόλη για 22 ημέρες και συγκρούστηκαν με τις δυνάμεις της αστυνομίας και του στρατού, που ήρθαν σε υπεράσπιση της εργοδοσίας. Τουλάχιστο 5 εργάτες, σύμφωνα με επίσημες πηγές-20 λένε άλλες - σκοτώθηκαν σε εκείνες τις συγκρούσεις ενώ δεκάδες ήταν οι τραυματίες. Ήταν πρώτη απεργία και η πιο αιματηρή ενέργεια καταστολής εργατικής κινητοποίησης στην ιστορία του Καναδά. Η κατάσταση παρανομίας των εργατικών συνδικάτων κράτησε έως το 1872, όταν ένας απεργιακός αγώνας των τυπογράφων του Τορόντο, οδήγησε σε σχετική «νομιμοποίησή» τους. Έτσι, από το 1872 έως τον 2 ο παγκόσμιο πόλεμο, στο Κεμπέκ υπήρχε ένα καθεστός «ανοχής» των συνδικάτων, όμως η αναγνώρισή τους, σαν εκπροσώπους των εργατών, αφήνονταν στη διάκριση των εργοδοτών. Σε όλη αυτή την περίοδο, έχομε σκληρούς αγώνες, με βασικό σκοπό την αναγνώριση των εργατικών συνδικάτων.
Πολλά συνδικάτα δεν άντεξαν και διαλύθηκαν. Οι επιχειρήσεις διέθεταν ένα σημαντικό οπλο, που τους έδινε το πάνω χέρι στις διαπραγματεύσεις : Το δικαίωμα να χρησιμοποιούν απεργοσπάστες. Μπορούσαν λοιπόν, σε περίπτωση απεργίας, ν αντικαθιστούν τους απεργούς και να συνεχίζουν απρόσκοπτα την παραγωγή. Θα πρέπει να τονιστεί, πως στον Καναδά, όπως γενικότερα στη Β. Αμερική, το αντεργατικό αυτό καθεστώς ισχύει ακόμα! Εξαίρεση αποτελεί το γαλλόφωνο Κεμπέκ, όπου οι βίαιες εργατικές συγκρούσεις της μεταπολεμικής περιόδου, στις οποίες έχασαν τη ζωή τους πολλοί απεργοί εργάτες, υποχρέωσαν την βουλή του Κεμπέκ να ψηφίσει νόμο, που απαγορεύει την χρήση απεργοσπαστών, στη διάρκεια απεργίας των εργατών μιας επιχείρησης. Η κατοχύρωση των εργατικών συνδικάτων στον Καναδά και το Κεμπέκ έγινε μόλις το 1944, όταν θεσπίστηκε η καταστατική έγκριση λειτουργίας τους και η υποχρέωση της εργοδοσίας να τα αναγνωρίζει σαν εκπροσώπους των εργαζομένων. Τέσσερις ήταν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις της εποχής, στις οποίες ανήκε σχεδόν το σύνολο των συνδικαλισμένων εργατών της επαρχίας : 1- Επαρχιακή Ομοσπονδία Εργασίας και 2- Ομοσπονδία Βιομηχανικών Συνδικάτων του Κεμπέκ, που ενώθηκαν το 1957 και αποτέλεσαν την σημερινή Ομοσπονδία Εργατών του Κεμπέκ (FTQ) 3- Συνομοσπονδία Καθολικών Εργατών του Καναδά, που το 1960 έγινε η σημερινή Συνομοσπονδία Εθνικών Συνδικάτων (CSN) 4- Ένωση εκπαιδευτικών της επαρχίας του Κεμπέκ, που ονομάστηκε αργότερα Κεντρική Οργάνωση Εκπαίδευσης του Κεμπέκ και, από το 2001, Κεντρική Οργάνωση Συνδικάτων του Κεμπέκ (CSQ). Μετά τον πόλεμο ξεκινά μια μακρά περίοδος σκληρών αναμετρήσεων του συνδικαλιστικού κινήματος του Κεμπέκ και του καταπιεστικού καθεστώτος της κυβέρνησης Ντουμπλεσί. Σταθμός, που σημάδεψε την μετέπειτα ιστορία του εργατικού κινήματος της επαρχίας, ήταν η απεργία των ορυχείων το 1949. 1949 : Η απεργία της Asbestos 1949, Έφοδος αστυνομικών και συλλήψεις Photo: Société d histoire de Sherbrooke Στις 13 Φλεβάρη του 1949, δυο χιλιάδες εργάτες των ορυχείων αμιάντου, στην πόλη Asbestos, κατέβηκαν σε απεργία, διεκδικώντας αυξήσεις μισθών, βελτίωση των συνθηκών ασφάλειας και υγείας στη δουλειά και την αναγνώριση του συνδικάτου τους, με υποχρεωτική από την εργοδοσία κράτηση εισφοράς για το συνδικάτο. Τους ακολούθησαν τρεις χιλιάδες εργάτες ορυχείων της γειτονικής Thetford Mines, όλοι ήταν μέλη της Συνομοσπονδίας Καθολικών εργατών του Καναδά (σημερινή CSN).. Η απεργία κρίθηκε παράνομη, το συνδικάτο έχασε τη νομική αναγνώρισή του και η επιχείρηση προσέλαβε απεργοσπάστες για τη συνέχιση της παραγωγής. Το συνδικάτο αντέδρασε με πικετοφορίες μπροστά στις πύλες των ορυχείων για να εμποδίσει την είσοδο των απεργοσπαστών. Η εταιρεία ζήτησε την παρουσία αστυνομικών δυνάμεων και, στους πέντε μήνες που κράτησε η απεργία, σημειώθηκαν πολλές συγκρούσεις. Η απεργία αυτή ξεσήκωσε ένα πρωτοφανές κύμα αλληλεγγύης προς τους απεργούς. Ο ίδιος ο δικτάτορας πρωθυπουργός πρόσφερε τις υπηρεσίες του σαν διαιτητής με τον όρο πως οι εργάτες θα γυρίσουν στη δουλειά. Η απεργία συνεχίστηκε και έληξε με αρκετές κατακτήσεις των εργατών, που έγιναν οι καλύτερα αμοιβόμενοι μεταλλορύχοι στον Καναδά. Γενικότερα, ο απεργιακός αγώνας της Asbestos, αποτέλεσε σταθμό στην μεταπολεμική πορεία του εργατικού κινήματος του Κεμπέκ. Μεσοπρόθεσμα, έφερε ριζικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, άλλαξε ακόμα και τις σχέσεις της εκκλησίας με την πολιτεία. Έγινε αφετηρία των μεγάλων εργατικών κινητοποιήσεων για τις κοινωνικές κατακτήσεις À minuit, που 2 κερδήθηκαν 000 mineurs τα de επόμενα la Canadian χρόνια. Johns-Manville, à Asbestos, ς Η απεργία της Asbestos ριζοσπατικοποίησε déclenchent το εργατικό une grève κίνημα spontanée. του Κεμπέκ. Peu Στα de temps χρόνια après, που ακολούθησαν, 3 000 autres κοινό μέτωπο, δημιουργήθηκε με την απεργία mineurs στα ορυχεία de Thetford της πόλης Mines Murdochville leur emboîtent και στην le pas. πολυεθνική Ce conflit, Alcan, qui oppose το 1957, όπως και στις ιστορικές απεργίες των εργαζομένων της εφημερίδας LA PRESSE και του Radio Canada, το 1959. les mineurs affiliés à la Confédération des travailleurs catholiques du Canada (CTCC) à trois entreprises minières, devient rapidement une cause pour les éléments progressistes de la société québécoise. La presse en parle abondamment et la CTCC y mobilise beaucoup de fonds avant que le règlement ne survienne au mois de juillet. Οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις του εργατικού κινήματος αποτέλεσαν την λαїκή αντίσταση στο αυταρχικό καθεστώς της εποχής εκείνης, έως το 1960.
Το συνδικαλιστικό κίνημα του Κεμπέκ της μεταπολεμικής περιόδου πολιτικοποιείται. Τα συνδικάτα διευρύνουν το πεδίο δράσης τους, πέρα από τα στενά όρια της υπεράσπισης των δικαιωμάτων και συμφερόντων των εργατών που εκπροσωπούν. Παρουσιάζουν αιτήματα και κάνουν μαζικές κινητοποιήσεις για ριζοσπαστικές αλλαγές στην εργατική και κοινωνική νομοθεσία. Η δράση τους συνέβαλε σημαντικά στις εργατικές και κοινωνικές κατακτήσεις της περιόδου της «ήσυχης» επανάστασης που ακολούθησε. Δεκαετία του 60: Η ήσυχη επανάσταση του Κεμπέκ Στη μεταπολεμική περίοδο κυριαρχεί παγκόσμια το ρεύμα της εκβιομηχάνισης. Ακόμη και στις καπιταλιστικές χώρες, ασκεί επίδραση το θετικό αποτέλεσμα του κεντρικά σχεδιασμένου εξηλεκτρισμού και της εκτεταμένης εκβιομηχάνισης της ΕΣΣΔ. Γενικότερα, κερδίζει έδαφος η πολιτική των κρατικών επενδύσεων για τη βιομηχανική ανασυγκρότηση. Έτσι, σε πολλά καπιταλιστικά κράτη, ξεκινά μια περίοδος εθνικοποιήσεων σε στρατηγικής σημασίας βιομηχανικούς τομείς, με την δημιουργία κρατικών μονοπωλίων σε τομείς όπως: παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεπικοινωνίες κλπ. Παράλληλα, την εποχή αυτή, επικρατεί η κεϊνσιανή θεωρία διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος. Καθιερώνονται θεσμοί καθολικής παροχής υπηρεσιών εκπαίδευσης, υγείας και κοινωνικής ασφάλισης, που θεωρούνται αναγκαίοι για να εξασφαλιστεί η καπιταλιστική παραγωγή αλλά και για να περιοριστεί η ελκτική επίδραση προς τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, από τις εργατικές κατακτήσεις στην ΕΣΣΔ και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Το Κεμπέκ ακολουθεί το ίδιο μοντέλο ανάπτυξης. Η περίοδος από το 1960 έως το 67- που αποκαλέστηκε ήσυχη επανάσταση - σηματοδοτεί το τέλος της μαύρης περιόδου του αυταρχικού καθεστώτος του Ντουμπλεσί, συνδέεται με τον εκσυγχρονισμό της κεμπεκιώτικης κοινωνίας και τον διαχωρισμό της εκκλησιαστικής από την λαϊκή εξουσία. Η περίοδος αυτή, που ταυτίζεται με μια φάση επέκτασης της κυκλικής διαδικασίας της καπιταλιστικής παραγωγής, είναι περίοδος τεράστιας εισροής αμερικανικών κεφαλαίων, που ελέγχουν το 80% της κεμπεκιώτικης οικονομίας, αλλά και περίοδος εθνικοποιήσεων των μεγάλων επιχειρήσεων υδροηλεκτρικής ενέργειας και ενίσχυσης του ρόλου του κράτους στην τριτογενή οικονομία, ιδιαίτερα με την υπαγωγή στο δημόσιο τομέα των υπηρεσιών της υγείας και της εκπαίδευσης, που μέχρι τότε έλεγχε η καθολική εκκλησία. Τα συνδικάτα, που με τον αυξημένο ρόλο του κράτους στην οικονομία, αυξάνουν κατακόρυφα τον αριθμό των μελών τους, συμβάλουν σημαντικά σε μια σειρά κατακτήσεις, όπως η καθιέρωση δημόσιου συστήματος δωρεάν υπηρεσιών υγείας, η δημόσια δωρεάν εκπαίδευση μέχρι το πανεπιστημιακό επίπεδο, ο εργατικός κώδικας και το δικαίωμα απεργίας στο δημόσιο τομέα, η καθιέρωση του δημοσίου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης κλπ. Κρίση του Οκτώβρη 70 Το τέλος της δεκαετίας του 60, σηματοδοτεί το τέλος των μεταρρυθμίσεων του αστικού κράτους. Μια νέα περίοδος οικονομικής κρίσης ξεκινά και τα βάρη της καλούνται να τα σηκώσουν οι εργαζόμενοι. Το εργατικό κίνημα του Κεμπέκ βρίσκεται επί ποδός πολέμου. Το βάζο ξεχειλίζει με την κρίση του Οκτώβρη του 1970. Μια σειρά σοβαρά κοινωνικά και πολιτικά γεγονότα, που συνδέονται με την ανάπτυξη του αυτονομιστικού κινήματος του Κεμπέκ, οδήγησαν στην επιβολή εκτάκτων μέτρων πολέμου από τη καναδική κυβέρνηση, μετά από αίτημα της κυβέρνησης του Κεμπέκ. Ατομικές και συλλογικές ελευθερίες αναστέλλονται. Γίνονται σε μεγάλη κλίμακα προληπτικές συλλήψεις, έφοδοι της καναδικής αστυνομίας και έρευνες σε γραφεία συνδικάτων και προοδευτικών οργανώσεων, αλλά και σε σπίτια ατόμων με συνδικαλιστική ή κοινωνική δράση και θεωρούνται γι αυτό... ύποπτα και επαναστατικά στοιχεία. Είναι η εποχή της χούντας στην Ελλάδα και τέτοιες επισκέψεις της καναδικής αστυνομίας δέχτηκαν τότε πολλοί συμπάροικοι που συμμετείχαν στον αντιδικτατορικό αγώνα. Η κρίση του Οκτώβρη του 70 έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην πορεία του εργατικού κινήματος του Κεμπέκ, στα χρόνια που ακολούθησαν.
Κοινό Εργατικό Μέτωπο 72 Η ριζοσπαστικοποίηση του κινήματος έχει φτάσει στο απόγειό της. Η Ομοσπονδία Εργατών του Κεμπέκ ( FTQ) και ιδιαίτερα η Συνομοσπονδία Εθνικών Συνδικάτων (CSN), βγάζουν μανιφέστα, στα οποία διαπιστώνουν την χρεοκοπία του καπιταλισμού και την ανάγκη αντικατάστασής του από σοσιαλιστικό σύστημα με λαїκή εξουσία. Τον Μάρτη του 1972 δημιουργείται Κοινό Μέτωπο των μεγάλων συνδικαλιστικών οργανώσεων (FTQ, CSN, CEQ) στις διαπραγματεύσεις με τη κυβέρνηση, για τις συλλογικές συμβάσεις των εργαζομένων του δημόσιου τομέα. Την Άνοιξη εκείνης της χρονιάς έγιναν μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις. Η κυβέρνηση του Κεμπέκ επιχείρησε, με μια σειρά ασφαλιστικά μέτρα και με την ψήφιση ειδικού αναγκαστικού νόμου, να σπάσει τις απεργίες, όμως τα συνδικάτα ψήφισαν απείθεια στις δικαστικές αποφάσεις και οι απεργίες συνεχίστηκαν! Δεκαετία του 70: Οι τελευταίες κατακτήσεις Το 1975-76 δημιουργείται το 2 ο Κοινό Μέτωπο των εργαζομένων του δημόσιου τομέα. Έχομε νέες απεργίες, συγκρούσεις, αναγκαστικούς νόμους και απείθεια των συνδικάτων. Όμως το Μέτωπο αυτό δεν άντεξε. Έσπασε σιγάσιγά. Κράτησε μόνο η CSN, που κατάφερε να διαπραγματευτεί καλύτερες συνθήκες εργασίας για τα μέλη της. Παράλληλα με τις κινητοποιήσεις στο δημόσιο τομέα, την περίοδο αυτή έχομε και μια σειρά συγκρούσεων των συνδικάτων με μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις. Μερικές απ αυτές έμειναν ιστορικές (Robin Hood, Firestone, United Aircraft κλπ.) γιατί η σοβαρότητά τους (υπήρξε και θύμα από πυροβολισμό μπράβου επιχείρησης), ανάγκασε την κυβέρνηση του Κεμπέκ να ψηφίσει, το 1977, το νόμο που απαγορεύει την χρήση απεργοσπαστών. Το εργατικό κίνημα του Κεμπέκ πρωταγωνιστεί στην οργάνωση της 1 ης πανκαναδικής απεργίας, στις 14 Οκτώβρη 1976 κατά του νόμου της κυβέρνησης Trudeau, που πάγωνε τους μισθούς των εργαζομένων. Πάνω από 250 χιλιάδες εργάτες διαδήλωσαν τη μέρα αυτή, μπροστά από την καναδική βουλή. Ο Εργατικός Σύλλογος, που δημιουργήθηκε το 1971, στηρίζει τις εργατικές κινητοποιήσεις της εποχής αυτής, που με την εκλογή, το 1976, του σοσιαλδημοκρατικού-αυτονομιστικού κόμματος Parti Québécois (P.Q.), οδηγούν σε μια σειρά κατακτήσεις : Αντιαπεργοσπαστικός νόμος, Κατοχύρωση των βασικών συνθηκών εργασίας, Νόμος για την υγεία και ασφάλεια στη δουλειά, Υποχρεωτική εισφορά στο συνδικάτο απ όλους τους εργάτες της επιχείρησης κλπ. Το εργατικό κίνημα στο Κεμπέκ, μετά το 1980: Τρεις συνδικαλιστές ηγέτες, Louis Laberge (FTQ) Marcel Pepin (CSN και Yvon Charbonneau (CEQ), καταδικάστηκαν σε φυλάκιση ενός έτους, για προτροπή σε απείθεια σε δικαστικές αποφάσεις. Οι νέες μεγάλες απεργίες που ξέσπασαν ανάγκασαν την κυβέρνηση να τους αποφυλακίσει και οι 3 ηγέτες επέστρεψαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Το Κοινό Μέτωπο πέτυχε τότε την ικανοποίηση του ιστορικού στόχου εκείνης της εποχής, που ήταν 100$ κατώτατος μισθός για όλους τους εργαζόμενους. Η περίοδος μετά το 1980 είναι περίοδος υποχώρησης. Χωρίς να αναλύουμε τους λόγους, σημειώνουμε ότι οι νέες, όλο και πιο σοβαρές, κρίσεις του καπιταλισμού, οδηγούν στην εγκατάλειψη της κεїνσιανής θεωρίας και επιβολή της λεγόμενου νεοφιλελευθερισμού: περιορισμός του ρόλου του κράτους, ιδιωτικοποιήσεις, συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, κατάργηση προστατευτικών κανονισμών, που θεωρούνται εμπόδια στην ανάπτυξη των μονοπωλίων. Η πολιτική αυτή εφαρμόστηκε στο Κεμπέκ απ όλες τις κυβερνήσεις της τελευταίας τριακονταετίας και, ιδιαίτερα μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ, ταυτίστηκε με τις αποκρατικοποιήσεις δημοσίων επιχειρήσεων, μείωση μισθών και δραστικές περικοπές στην υγεία, εκπαίδευση και στα κοινωνικά προγράμματα της επαρχίας. Η υποχώρηση του εργατικιού κινήματος του Κεμπέκ, σ αυτή την περίοδο, οφείλεται και στην οπορτουνιστική στάση της συνδικαλιστικής ηγεσίας, που εγκατέλειψε την αγωνιστικότητα προηγούμενων δεκαετιών, υιοθέτησε θεωρίες συνεργασίας και στάση ανοχής, ιδιαίτερα στο P.Q., λόγω ταύτισής τους στο ζήτημα της αυτονομίας του Κεμπέκ.
Συνδικαλιστικές οργανώσεις του Κεμπέκ FTQ (Ομοσπονδία Εργατών Κεμπέκ) Είναι η μεγαλύτερη συνδικαλιστική οργάνωση του Κεμπέκ. Ιδρύθηκε το 1957 με την ένωση της FPTQ (Επαρχιακή Εργατική Ομοσπονδία του Κεμπέκ) και της FUIQ (Ομοσπονδία Βιομηχανικών Συνδικάτων του Κεμπέκ). Στη δύναμή της συμπεριλαμβάνει 40 συνδικάτα απ το Κεμπέκ, τον Καναδά και ευρύτερα από την Β.Αμερική. Το καθένα απ αυτά αποτελείται από μικρότερα βιομηχανικά σωματεία. Συνολικά αποτελείται από περίπου 5.000 εργατικά σωματεία σε όλους τους βιομηχανικούς κλάδους (δημόσιος και ιδιωτικός τομέας) και αριθμεί περισσότερα από πεντακόσες χιλιάδες μέλη. Έχει 17 Περιφερειακά Συμβούλια σε όλη την επικράτεια του Κεμπέκ. Ανώτερο σώμα της FTQ είναι το συνέδριο που συγκαλείται κάθε τρία χρόνια. Το Συνέδριο εκλέγει το Γενικό Συμβούλιο, που αποτελείται από περίπου 150 αντιπροσώπους, συνέρχεται τρεις φορές το χρόνο και επιβλέπει την υλοποίηση των αποφάσεων του Συνεδρίου. Το Συνέδριο εκλέγει και 19μελές Γραφείο που διοικεί την οργάνωση και συνεδριάζει τακτικά κάθε μήνα. Στα πλαίσια της ιδεολογικής στροφής της δεκαετίας του 1980, η FTQ δημιουργεί το 1983 το Fonds de solidarité FTQ Ταμείο οικονομικής ανάπτυξης, που χρηματοδοτεί επιχειρηματικές επενδύσεις στο Κεμπέκ. Το ταμείο αυτό στηρίζεται από την κυβέρνηση (έκπτωση φόρου για το ποσό που επενδύεται) και έχει σήμερα ένα καθαρό ενεργητικό, μεγαλύτερο από 8 δις. δολάρια. Η FTQ είναι μέλος του Καναδικού Εργατικού Κογκρέσου(Συνομοσπονδία συνδικάτων απ' όλο τον Καναδά). Ιδεολογικοπολιτικά πρόσκειται στο Παρτί Κεμπεκούά (Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που προωθεί την ανεξαρτησία της επαρχίας του Κεμπέκ). CSN (Συνομοσπονδία Εθνικών Συνδικάτων) Ιδρύθηκε με πρωτοβουλία της εκκλησίας το 1921 με την ονομασία CTCC (Συνομοσπονδία Καθολικών Εργατών Καναδά) και με στόχο την αυτονομία του κεμπεκιώτικου εργατικού κινήματος από τα διεθνή, αμερικάνικα συνδικάτα. (Η παρουσία της εκκλησίας εκείνη την εποχή ήταν πολύ έντονη μέσα στην κεμπεκιώτικη κοινωνία). Το 1960 λαϊκοποιήθηκε και μετονομάστηκε σε CSN. Είναι η δεύτερη σε μέγεθος συνδικαλιστική οργάνωση του Κεμπέκ, με περισσότερα από τρακόσες χιλιάδες μέλη και η μεγαλύτερη στο δημόσιο τομέα (έχει περισσότερα από εκατό χιλιάδες μέλη στον τομέα της υγείας). Αποτελείται από 13 Κεντρικά Συμβούλια και 9 Ομοσπονδίες. Τα Κεντρικά Συμβούλια είναι περιφερεικές οργανώσεις που ενώνουν τα τοπικά σωματεία μιας περιφέρειας και έχουν την ευθύνη του συντονισμού της πολιτικής δράσης στην περιοχή (οργάνωση κινητοποιήσεων, υποστήριξη απεργιών). Οι Ομοσπονδίες είναι ενώσεις σωματείων ενός κλάδου σε όλο το Κεμπέκ (Ομοσπονδία υγείας κλπ). Έχουν την ευθύνη της διαπραγμάτευσης της συλλογικής σύμβασης και γενικά της προώθησης θεμάτων που αφορούν τον κλάδο. Ανώτερο σώμα της CSN είναι το συνέδριο που συγκαλείται κάθε τρία χρόνια, εκλέγει 6μελή Εκτελεστική Επιτροπή και το Συμβούλιο της Συνομοσπονδίας, που αποτελείται από 200 αντιπροσώπους και συνεδριάζει σε τακτικά διαστήματα Τις δεκαετίες του 60 και 70 ήταν μαχητική συνδικαλιστική οργάνωση, με έντονη αντικαπιταλιστική δραστηριότητα. Ο πρόεδρός της, Marcel Pepin, διετέλεσε πρόεδρος της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας Εργασίας (1973-81). Τα τελευταία 20-25 χρόνια οι ηγεσίες της την οδήγησαν σε ιδεολογική στροφή: πολιτική διαλόγου με την κυβέρνηση για την οικονομική ανάπτυξη, ανεπίσημη στήριξη του Παρτί Κεμπεκουά, δημιουργία του δικού της Ταμείου οικονομικής ανάπτυξης Fondaction. Όπως και οι άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις, προωθεί την ανεξαρτησία του Κεμπέκ.
CSQ (Οργάνωση Συνδικάτων του Κεμπέκ) Είναι η τρίτη σε αριθμό μελών συνδικαλιστική οργάνωση του Κεμπέκ. Ιδρύθηκε το 1946, από την ένωση τριών προηγούμενων ενώσεων εκπαιδευτικών και ονομάστηκε τότε Γενική Ένωση Καθολικών Εκπαιδευτικών του Κεμπέκ (η παρουσία της εκκλησίας είναι εμφανής σε όλους τους θεσμούς της κεμπεκιώτικης κοινωνίας Με τη λαїκοποίηση της κοινωνίας, στην περίοδο της ήσυχης επανάστασης, μετονομάστηκε το 1966 σε Ένωση Εκπαιδευτικών του Κεμπέκ. Το 1974 γίνεται επίσημα συνδικαλιστική οργάνωση και μετονομάζεται πάλι σε Οργάνωση Εκπαιδευτικών του Κεμπέκ. Στο συνέδριό της, το 2000, πήρε το σημερινό της όνομα Οργάνωση Συνδικάτων του Κεμπέκ (Centrale des Syndicats du Québec) σαν αναγνώριση του γεγονότος ότι στις τάξεις της είχαν ήδη ενταχθεί και εργαζόμενοι άλλων κλάδων (υγεία κλπ). Εντούτοις, οι εκπαιδευτικοί εξακολουθούν να αποτελούν τον βασικό κορμό της Οργάνωσης (περίπου εκατό χιλιάδες, από τα εκατό εβδομήντα πέντε χιλιάδες μέλη της). Η CSQ δεν αποτελεί εξαίρεση στη συντηρητική στροφή των συνδικάτων του Κεμπέκ, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 90. Με τη σειρά της υιοθέτησε την ανάγκη του διαλόγου με την κυβέρνηση, που πλέον δεν θεωρείται αντίπαλος αλλά συζητητής. Το συνέδριο του 1990 ψήφισε και τη θέση της Οργάνωσης για την ανεξαρτησία του Κεμπέκ CSD (Οργάνωση Δημοκρατικών Συνδικάτων) Είναι η πιο συντηρητική συνδικαλιστική οργάνωση, που παρά το γεγονός ότι θίχτηκε περισσότερο από τα κλεισίματα των εργοστασίων και τη μεταφορά της παραγωγής, δεν έχει καταγγείλει τη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου. Λόγω των συντηρητικών της θέσεων και της αντιπαλότητας με τη CSN, δεν γινόταν δεκτή στις κοινές δραστηριότητες των συνδικαλιστικών οργανώσεων (κοινό μέτωπο, εκδηλώσεις εργατικής πρωτομαγιάς κλπ). Από το συνέδριο του 1998, διαπιστώνει πως η εργοδοσία δεν δέχεται...να μοιράζεται. Μιλά για εκδημοκρατισμό των επιχειρήσεων κι αρχίζει μια κριτική του νεοφιλελευθερισμού. Το γεγονός αυτό, σε συνδιασμό με τη συντηρητική στροφή των άλλων συνδικαλιστικών οργανώσεων, την έκανε τα τελευταία χρόνια αποδεκτή στο συνδικαλιστικό κίνημα. Ανεξάρτητα Συνδικάτα Η οργάνωση αυτή δημιουργήθηκε στην περίοδο του Κοινού Εργατικού Μετώπου του 1972, όταν ένας αριθμός συνδικαλιστών αποχώρησαν από τη CSN, διαφωνώντας με την στρατηγική της ταξικής πάλης, που ακολουθούσε η ηγεσία της. Έχει σήμερα περίπου εβδομήντα χιλιάδες μέλη, στη μεγάλη πλειοψηφία τους στον ιδιωτικό τομέα. Στη δεκαετία του 1980, η τάση ανεξαρτοποίησης από τις μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις ενισχύεται, φαινόμενο που περιορίζεται στην δεκετία του 1990. Σε συντομία αναφέρομε δυο από τα συνδικάτα που δημιουργήθηκαν σ αυτή την περίοδο, που δεν έχουν ανάλογο μέγεθος, όμως είχαν σημαντική δραστηριότητα τα τελευταία 20 χρόνια. Η Ομοσπονδία των νοσοκόμων (FIIQ) Ιδρύθηκε το 1987 από την ένωση τριών ομοσπονδιών νοσοκόμων. Είχε σημαντικές απώλειες στις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση, για την ανανέωση της συλλογικής σύμβασης το 1989 κι ακόμα μεγαλύτερες το 1999. Οι ήττες αυτών των διαπραγματεύσεων οδήγησαν στην αποχώρηση πολλών συνδικάτων νοσοκόμων και, τα τελευταία χρόνια, υπάρχει τάση ένωσης της Ομοσπονδίας με μια από τις μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Συνδικάτο του κρατικού τομέα (SFPQ) Το συνδικάτο αυτό δρύθηκε το 1962 για τους κρατικούς υπαλλήλους, αλλά στη δεκαετία του 80 προσάρτησε και μέλη του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Έχει περίπου 40 χιλιάδες μέλη. Χωρίς να έχει ανοίξει ακόμα συζήτηση για ένταξή του σε κάποια από τις μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις, συμμετέχει τα τελευταία χρόνια σε συνδικαλιστικές συμμαχίες.