Copyright 2014: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ & Άντζελα Πίτλιγγερ



Σχετικά έγγραφα
Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Το παραμύθι της αγάπης

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ»

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Δώρα Μωραϊτίνη. Μυθιστόρημα. Εκδόσεις CaptainBook.gr

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Ο Ray Mesterio είναι ένας εξαιρετικός παλαιστής που ξέρει πολλές τεχνικές. Φοράει συνέχεια μια χρωματιστή μάσκα κι έτσι δεν ξέρουμε πώς είναι το

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

Πρόλογος. Καλή τύχη! Carl-Johan Forssén Ehrlin

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Τρία κορίτσια. Ένα καλοκαίρι. Μια φιλία που θα αλλάξει τη ζωή τους. Το σχέδιο της Ρέιμι. Μετάφραση: Αργυρώ Πιπίνη. Kέιτ ΝτιΚαμίλο

Πάει τόσος καιρός από το χωρισμό σας, που δε θυμάσαι καν πότε ήταν η τελευταία φορά

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;


ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Έτσι, αν το αγόρι σου κάνει τα παρακάτω, αυτό σημαίνει ότι είναι αρκετά ανασφαλής. #1 Αμφιβάλλει για τα κίνητρα σου

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Η κλέφτρα των ονείρων Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη Το ελιξίριο της ευτυχίας... 47

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Από τους μαθητές/τριές Μπεγκέγιαγ γ Χριστιάνα Παπαδάκης Χριστόφορος Παπαδάκης Π Κωνσταντίνος Ροδουσάκης Μάνος Ραφτοπούλου Πόπη

Αγγελική Δαρλάση. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Co-funded by the European Union Quest

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

Τίτλος Η αγάπη άργησε μια μέρα. Εργασία της μαθήτριας Ισμήνης-Σωτηρίας Βαλμά

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

Μια φορά κι ένα γαϊδούρι

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

γραπτα, έγιναν μια ύπαρξη ζωντανή γεμάτη κίνηση και αρμονία.

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια

Αναστασία Μπούτρου. Εργασία για το βιβλίο «Παπούτσια με φτερά»

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

2 Ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΙΧΑΛΑΚΑΚΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ ΚΑΡΑΧΑΛΙΟΥ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

Transcript:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 «Σ ταμάτα Άσε με Με πονάς! Σε παρακαλώ!» ούρλιαξε η Ηλιάνα κλαίγοντας με λυγμούς εκλιπαρώντας τον να μην κάνει καμμία τρέλα. «Περιμένω μια εξήγηση! Ποιός σε πήρε τηλέφωνο; Σε ρωτώ; Ποιός; Μήπως είσαι πόρνη και μου το έκρυβες; Μίλα!» φώναξε ο Αλέξης σε κατάσταση παραφροσύνης που είχε στριμώξει την άτυχη κοπέλα στη γωνία του υπνοδωματίου, ενώ εκείνη αγωνιζόταν, με όση δύναμη είχε, να σώσει τον εαυτό της. Την είχε αρπάξει από τα μαλλιά μέσα στη γροθιά του, τυλίγοντας και μπλέκοντάς τα στα δυνατά του δάχτυλα, ενώ πού και πού, σε απότομα ξεσπάσματα, τη χτυπούσε δυνατά στο πρόσωπο. Το πρόσωπό του ήταν παγερό και παραμορφωμένο από το άγριο ύφος του. «Ήταν το αφεντικό μου από τη δουλειά! Αλήθεια σου λέω! Πίστεψέ με!» του έλεγε η γυναίκα

10 ΑΝΤΖΕΛΑ ΠΙΤΛΙΓΓΕΡ τραυλίζοντας από τον τρόμο με εμφανή τα σημάδια από τον ξυλοδαρμό που είχε υποστεί. «Και τί σε ήθελε στις δέκα το βράδυ;» ρώτησε ο Αλέξης. Τα ζυγωματικά του είχαν σκληρύνει ενώ τα μάτια του, που είχαν κοκκινίσει από την πίεση, ήταν σαν να ξεπηδούσαν φλόγες από μέσα τους. «Θέλει να πάω να ανοίξω εγώ αύριο το μαγαζί. Η γυναίκα του είναι άρρωστη, πρέπει να πάνε στο νοσοκομείο. Θα με αφήσεις τώρα; Σε παρακαλώ!» Ο Αλέξης της έριξε μια σπρωξιά και πιάνοντάς την από τον λαιμό την κόλλησε στον τοίχο. «Μην τολμήσεις ποτέ να σκεφτείς ότι θα υπάρξει άλλος άνδρας για σένα! Μην τολμήσεις ποτέ να κάνεις το λάθος και να φύγεις μακριά μου! Θα σε κυνηγήσω ανελέητα. Στ' ορκίζομαι!» της ψιθύρισε στο αυτί με άγριο τόνο σφίγγοντας τα δόντια του, κοντεύοντας σχεδόν να της συνθλίψει την καρωτίδα. Η Ηλιάνα προσπαθούσε απεγνωσμένα να πάρει αναπνοή. Ένιωθε το δυνατό του χέρι να την πνίγει με τα δάχτυλά του. Προσπάθησε να τον απωθήσει βάζοντας όλη της τη δύναμη, χτυπώντας τον στο στήθος με μανία, αλλά δεν τα κατάφερε. Έσπρωξε, κλότσησε, αλλά ήταν σαν να χτυπούσε έναν τοίχο. Κοκκίνισε ολόκληρη και οι αδένες του λαιμού της πρήστηκαν, μέχρι που φάνηκαν οι φλέβες σαν παρακλάδια ενός ποταμού. Ο Αλέξης την άφησε να πάρει αναπνοή λίγο πριν χάσει τις αισθήσεις της και η Ηλιάνα σωριάστηκε στο πάτωμα. Άνοιξε το στόμα της και έβγαλε μέσα από τα σωθικά της έναν υπόκωφο ήχο σαν ρόγχο, ενώ προσπαθούσε να πάρει απεγνωσμένα αέρα. Ανέπνεε με δυσκολία και έβηχε νομίζοντας ότι θα έβγαζε ό,τι είχε στο στομάχι της. Για πρώτη φορά συνειδητοποιούσε πόσο εύκολα μπορεί να πεθάνει κάποιος. Τρόμαξε, λύγισε ολόκληρη.

Πantotina ΔΙΚΗ ΣΟΥ 11 Προς στιγμήν ένιωσε την παγωμάρα του θανάτου να βασιλεύει στο δωμάτιο και το ανατριχιαστικό χέρι του να την αγγίζει, προκαλώντας της ένα βαθύ ρίγος που συγκλόνισε όλο της το κορμί. Από τα χτυπήματα είχε σκιστεί το μέτωπό της και το δεξί μάγουλο απ' όπου στάλαζε αίμα. Περνούσε μια οδυνηρή εμπειρία ζήλιας και μίσους. Δεν μπορούσε να το χωνέψει πως είχε καταλήξει αυτή η σχέση τόσο άσχημα. Έμεινε καθισμένη εκεί στη γωνία, κουλουριασμένη από τον τρόμο, πάνω στο κρύο πάτωμα. Από το σοκ που είχε υποστεί δεν μιλούσε, δεν έβγαζε άχνα, μόνο ανέπνεε γρήγορα κρατώντας το στήθος της που ανεβοκατέβαινε χορεύοντας σε έναν άγριο ρυθμό. Έμεινε παγωμένη κοιτάζοντας τα μάτια του άνδρα απέναντί της που την είχαν καθηλώσει στην κυριολεξία και έτρεμε ολόκληρη. Φοβόταν για την ίδια της τη ζωή. Ποτέ άλλοτε δεν την είχε ξαναχτυπήσει. Ήταν η πρώτη φορά ύστερα από πέντε μήνες σχέσης που ο Αλέξης φανέρωνε τον πραγματικό του εαυτό. Συνήθως ήταν ήρεμος και χαμογελαστός. Ποτέ δεν είχε τολμήσει να σηκώσει χέρι πάνω της ως τώρα. Η Ηλιάνα προσπαθούσε τώρα να καταλάβει και να αποκρυπτογραφήσει το προφίλ του σαν να ήταν μια ξένη. Έπρεπε να είχε δει τα σημάδια της πραγματικής ανυπόφορης αρρώστιας που λέγεται ζήλια. Αυτή η αρρώστια που διαλύει, τρελαίνει, διχάζει και σπάει κάθε σημείο ένωσης παγώνοντας τις σχέσεις. Σε φτάνει στα άκρα ενώ βλέπεις τον εαυτό σου έτοιμο να έχει κόψει κάθε ηθικό φραγμό. Φτιάχνεις σενάρια, καταλήγοντας σε ανύπαρκτα συμπεράσματα και πριν καλάκαλά το καταλάβεις έχεις καταρρακωθεί. Ζεις σε μια ψυχική σύγχυση και ο κακός εαυτός που φυλάς μέσα

12 ΑΝΤΖΕΛΑ ΠΙΤΛΙΓΓΕΡ σου εμφανίζεται. Παρασέρνεσαι μέσα στο μίσος και στην κακία που φωλιάζουν στην καρδιά σου. Ματώνει, πονάει, και το ξέρεις. Αλλά συνεχίζεις να κατακρεουργείς τα κομμάτια που σε κάνουν να λέγεσαι άνθρωπος. Δεν διαλύεις μόνο τον εαυτό σου αλλά και τον άνθρωπο που έχεις δίπλα σου αυτόν θέλεις να πονέσεις ακόμη πιο πολύ. Θα υπάρξει και άλλη φορά, και άλλη, ώσπου κάποια στιγμή θα με σκοτώσει, σκεφτόταν η Ηλιάνα ανήμπορη να ζητήσει βοήθεια από κάπου. Ο Αλέξης φόρεσε βιαστικά το δερμάτινο μπουφάν του και με γοργά βήματα πήγε προς την πόρτα. Γύρισε και την κοίταξε με ένα παράξενο ύφος ενοχής και λύπησης μαζί. Άνοιξε τα χείλη του έτοιμος να πει κάτι, αλλά μετάνιωσε. Συνέχισε προς την εξώπορτα. Τελευταία στιγμή όμως, γύρισε πίσω και άνοιξε την τσάντα της όπου μέσα είχε τα κλειδιά της, του σπιτιού και του αυτοκινήτου της. Τα πήρε και πριν προλάβει η Ηλιάνα να καταλάβει τι ακριβώς είχε στο μυαλό του, την κλείδωσε μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Η κοπέλα σηκώθηκε όσο πιο γρήγορα μπορούσε από το πάτωμα. Ένιωθε τα βήματα της βαριά, ενώ της ήρθε μια ελαφριά ζαλάδα. Πήγε με δυσκολία στο σαλόνι, πιάνοντας ό,τι υπήρχε γύρω της απ' όπου μπορούσε να στηριχτεί. Έριξε μια ματιά στο σαλόνι και το βλέμμα της έπεσε στο τηλέφωνο. Διέσχισε τον διάδρομο προχωρώντας προς τον μπουφέ. Πήρε το τηλέφωνο στα χέρια της, αλλά την ώρα που πήγαινε να πληκτρολογήσει κάποιον αριθμό το ξανασκέφτηκε συνειδητοποιώντας ότι δεν είχε κανέναν να καλέσει και να ζητήσει τη βοήθεια του. Ποιόν; Την αστυνομία; Την επόμενη ημέρα θα ήταν νεκρή! Tο αφεντικό της; Γιατί; Για να τον μπλέξει και ύστερα να φοβάται

Πantotina ΔΙΚΗ ΣΟΥ 13 μην τυχόν του κάνει κακό ο Αλέξης; Ούτε στη σκέψη δεν άντεχε ότι μπορεί να πάθαινε κάτι εξαιτίας της. Σίγουρα δεν θα την άφηνε αβοήθητη, αλλά ήξερε πλέον ότι ο άνδρας που είχε διαλέξει για ταίρι της, ήταν ικανός για το χειρότερο. Έκλεισε το τηλέφωνο και κάθισε στον καναπέ κλαίγοντας γοερά, ενώ αναμνήσεις ξεπηδούσαν από το μυαλό της και οι εικόνες περνούσαν μπροστά από τα μάτια της. Μόλις χθες του είχε δοθεί ολοκληρωτικά για πρώτη φορά, και τώρα ένιωθε ότι βρισκόταν σε μια άγρια ερημιά όπου παραμονεύαν άγρια σκυλιά έτοιμα να την κατασπαράξουν. Ένιωθε τα σωθικά της να αναδεύονται. Ένα χθες με ένα ύπουλο αύριο. Ο σκοπός του τώρα είχε φανερωθεί. Το πρόσωπό της ήταν πρησμένο. Μόρφασε από τον πόνο καθώς έφερε το χέρι στο πρόσωπό της αγγίζοντάς το απαλά. Η ματιά της ατένισε το σαλόνι. Όλα ήταν σιωπηλά και ασάλευτα. Ο χρόνος έμοιαζε να έχει παγώσει γι' αυτήν, έτσι ένιωθε. Ήταν συντετριμμένη. Εχθές έκαναν έρωτα ύστερα από έντονη πίεση του Αλέξη και εκείνη είχε δεχτεί με φόβο και απροθυμία. Του χάρισε τον εαυτό της, του έδωσε ό,τι πολυτιμότερο είχε πάνω της, την αγνότητά της και την αθωότητά της. Όμως εκείνος τη σκόρπισε σε χίλια κομμάτια. Τη ρήμαξε, την έκανε σκουπίδι. Καταχράστηκε την καλοσύνη της και τον ίδιο της τον εαυτό. Πετσόκοψε κάθε καλό κομμάτι που είχε φυλαγμένο γι' αυτόν. Διέλυσε τα όνειρά τους με τη θρασύτατη και άσχημη συμπεριφορά του. Το αίμα πνιγόταν στα δάκρυά της που έσταζαν πάνω στα ρούχα της αφήνοντας στάμπες ροζ. Εικόνες και στιγμές ζωής που τις έβλεπε σαν ξεραμένα φύλλα να πέφτουν από ένα αιωνόβιο δέντρο ενώ ο Αλέξης στεκόταν εκεί με ένα τσεκούρι προσπαθώντας

14 ΑΝΤΖΕΛΑ ΠΙΤΛΙΓΓΕΡ να ξεριζώσει κάθε ρίζα, ποδοπατώντας και τσακίζοντας τα φύλλα της ζωής και της ελπίδας. Πάσχιζε να βρει την ανάσα της και την ψυχραιμία της. Μέσα στο παραλήρημα, θυμήθηκε τους γονείς της που βρίσκονταν αναπαυμένοι στην τελευταία κατοικία τους, σε ένα κοιμητήριο, λίγο πιο έξω από την Καλαμάτα. Χιλιάδες τα ερωτήματα που γεννιόντουσαν από τα βάθη της ψυχής και του μυαλού της. Γιατί έφυγαν από κοντά της τόσο νωρίς; Γιατί; Γιατί οι καλοί άνθρωποι φεύγουν τόσο γρήγορα; Ο Θεός είναι καλός, όχι τιμωρός. Γιατί, λοιπόν; Δεν είχαν κάνει τίποτε κακό. Πάντα με το χαμόγελο στα χείλη και πάντα ευγνώμονες για τα αγαθά που είχαν. Κάποιες φορές νόμιζε ότι θα ξυπνούσε ένα πρωί και θα αντίκριζε για ακόμη μια φορά το όμορφο, γλυκό πρόσωπο της μητέρας της, εκεί στην κουζινούλα, να ετοιμάζει το πρωινό. Τον πατέρα της, να της δίνει ένα φιλί στο μέτωπο και να της χαμογελά, με τις ρυτίδες του να τονίζουν ακόμη πιο πολύ τη ζεστασιά του προσώπου του. Πριν φύγει κάθε πρωί για τα χωράφια τη φιλούσε και της έβαζε μια μαργαρίτα πλάι στο μαξιλάρι της Τέτοιες μοναχικές και δύσκολες στιγμές, αναπολούσε το πατρικό της και τώρα ακόμη πιο δυνατά το αισθανόταν μέσα της ύστερα από την απόλυτη εχθρότητα που είχε αντιμετωπίσει από έναν άνθρωπο που τον θεώρησε στήριγμά της από τη στιγμή που τον γνώρισε. Η αγκαλιά, η ζεστασιά και η στοργή των γονιών της δεν συγκρινόταν με τίποτε. Μνήμες χαραγμένες, εικόνες ανθρωπιάς και αγάπης έφερνε ο νους της από το σπιτάκι με τον τεράστιο ανθόκηπο και τα μεγάλα οπωροφόρα δέντρα. Ο δικός της κήπος της Εδέμ, το

Πantotina ΔΙΚΗ ΣΟΥ 15 δικό της κρησφύγετο, όπου δεν υπήρχε κίνδυνος να εμφανιστεί κάποιο φίδι για να τη βάλει σε πειρασμό. Όσο ήταν εκεί, ήταν ασφαλής. Όσο βρισκόταν χαμένη στην παιδικότητά της, ήταν η ζωή της ξέγνοιαστη και ας μην είχαν πολλά λεφτά και ας τα βγάζανε πέρα δύσκολα. Ποτέ δεν της έλειψε τίποτε, ποτέ δεν θέλησε τίποτε περισσότερο. Ήταν ένα μικρό κορίτσι που χαιρόταν τη ζωή και γευόταν την ευτυχία από την ημέρα που γεννήθηκε. Θυμήθηκε τις κληματαριές που είχαν μπλεχτεί και είχαν δημιουργήσει ένα σκέπαστρο πάνω από το μικρό πηγαδάκι, με τις πέτρινες άσπρες κολόνες που τις στήριζαν. Στεκόταν από κάτω και κοιτούσε με τα παιδικά ματάκια της τα γινωμένα τσαμπιά από σταφύλια κάθε ράτσας, Άσπρα, μαύρα, κόκκινα, με τις ρόγες να ξεχειλίζουν από τον πολύτιμο χυμό τους. Περίμενε εκεί και κοίταζε, δαγκώνοντας τα χείλη και παρακαλούσε να ήταν πιο ψηλή για να μπορεί να τα φτάνει. Κάθε πρωί που ξύπναγε και έτρωγε το πρωινό της με λαιμαργία, έβγαινε έξω τρέχοντας ξυπόλυτη, με το άσπρο μακρύ νυχτικό της, αδιαφορώντας για τις πετρούλες και τα χώματα που πατούσε. Τα πόδια της είχαν μάθει στο χώμα και στα αγκάθια. Πηγαίνοντας εκεί, σε αυτό το όμορφο πηγαδάκι με την κληματαριά, παρακαλούσε τον πατέρα της να της κόψει λίγες ρόγες για να γευτεί το ποτό των θεών. Κάθε πρωί ήταν ακόμη μια περιπέτεια για το παιδικό της μυαλό που τόσο τη λαχταρούσε. Το κακό όμως παραφυλούσε και η μοίρα, αδίστακτη και ανελέητη, της φέρθηκε σκληρά δείχνοντας το πιο άσχημο πρόσωπό της. Έχασε τη γη κάτω από τα πόδια της. Τα όνειρά της διαλύθηκαν μαζί με τον θάνατο των γονιών της

16 ΑΝΤΖΕΛΑ ΠΙΤΛΙΓΓΕΡ και ωρίμασε μέσα σε μια βραδιά. Ένιωθε το πένθος ασήκωτο στους λεπτεπίλεπτους ώμους της και ήθελε να πάει μαζί τους. Παρακαλούσε τον Θεό να την πάρει κοντά του για να βρεθεί στην αγκαλιά των γονιών της. Θυμόταν τη στιγμή που της το ανακοίνωσε ο ξάδερφος της: «Οι γονείς σου, Ηλιάνα μου Ήταν μετωπική σύγκρουση. Κουράγιο, καλή μου Θα είμαστε δίπλα σου». Τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι από τα μάτια της. Νόμιζε ότι τρελαινόταν, δεν μπορούσε να αντέξει τέτοιο πόνο. Ο πόνος της ψυχής της ήταν ακόμη πιο βαθύς. Έπρεπε να αποδεχτεί τη δυστυχία και τη θλίψη που φώλιασε στην αθώα, παιδική ψυχή της. Οι θείοι της τη βοήθησαν όσο μπορούσαν αλλά μετά από λίγους μήνες της έδωσαν να καταλάβει ότι έπρεπε να βρει μόνη της τον δρόμο της. Δεν είχε κανένα στήριγμα πλέον και έπρεπε να συνεχίζει να ζει με έναν βαθύ πόνο, με μια ανοιχτή πληγή που δεν θα έκλεινε ποτέ. Όταν έχασε τους γονείς της σ' εκείνο το μοιραίο τροχαίο, ήταν δεκαπέντε χρονών. Μόλις είχε τελειώσει το γυμνάσιο. Έπρεπε παρά τον μεγάλο πόνο και το πένθος να προχωρήσει μπροστά, να πάει στο λύκειο και ύστερα να σπουδάσει. Αυτό ήταν που ήθελαν πάντα οι γονείς της και πίστευαν ότι ήταν το καλύτερο για το παιδί τους, όπως οι περισσότεροι γονείς. Λεφτά όμως δεν υπήρχαν. Οι θείοι δεν ήταν διατεθειμένοι να αναλάβουν τα έξοδα των σπουδών, ίσα-ίσα της πρόσφεραν ένα πιάτο φαΐ, και οι γονείς της σαν αγρότες που ήταν, δεν είχαν κάποιο κομπόδεμα στην τράπεζα. Το πήρε, λοιπόν, απόφαση και ξεκίνησε να δουλεύει σε μια ταβέρνα και να κάνει θελήματα. Έσκυβε το κεφάλι και εργαζόταν σκληρά για λίγα ευρώ

Πantotina ΔΙΚΗ ΣΟΥ 17 Τα χρόνια περνούσαν αργά με τη γλυκόπικρη γεύση της αέναης προσπάθειας και του αγώνα για επιβίωση και τα δάκρυά της έπεφταν σαν βαριές δροσοσταλίδες κάθε τόσο. Το πρωί πήγαινε στη σχολή προσπαθώντας να μην χάνει ούτε ένα μάθημα. Αν και ο χρόνος για διάβασμα δεν της έφτανε, με πολύ ξενύχτι και κόπο κατάφερε να τελειώσει το τμήμα Οικονομίας και Διοίκησης Επιχειρήσεων. Ο καιρός πέρασε γρήγορα και με το πρόγραμμά της πνιγμένο από τις καθημερινές υποχρεώσεις δεν είχε καθόλου χρόνο για τον εαυτό της. Δεν ήξερε τι σήμαινε η λέξη σχέση. Δεν είχε φιλήσει ποτέ κάποιο αγόρι, δεν την κοιτούσε κανείς ερωτικά, ή νόμιζε ότι δεν την κοιτούσε κανείς. Μόνο από τους συμφοιτητές και τις συμφοιτήτριές της άκουγε τις εμπειρίες τους και απλώς τα κρατούσε μέσα της και ονειρευόταν, θέλοντας και αυτή να νιώσει μια 'μέρα το συναίσθημα της σχέσης και της αγάπης. Δεν είχε ζήσει τίποτε, δεν ήξερε τι ήταν το ερωτικό άγγιγμα. Η Ηλιάνα ήταν πολύ κλειστός χαρακτήρας και δεν ανοιγόταν εύκολα. Κράταγε το βιβλίο της ψυχής της κλειστό και αυτό την έκανε κάπως αντιπαθητική στους ανθρώπους που βρίσκονταν δίπλα της. Κάθε φορά που την πλησίαζε κάποιος, αυτή κρατούσε αποστάσεις. Φοβόταν τις σχέσεις και τα ραντεβού. Οι δυσάρεστες καταστάσεις και το πένθος που βίωνε την έκαναν να μην θέλει να κοιτάζει άνθρωπο. Ήταν όμως μια κοπέλα πανέμορφη, κάτι που ωστόσο δεν το είχε η ίδια αντιληφθεί ποτέ. Είχε καστανά μαλλιά με λίγες ξανθές ανταύγειες, σαν τους ιριδισμούς του μελιού και καστανά μάτια, ελαφρώς σχιστά. Υπήρχε στο όμορφο, δροσερό στρογγυλό πρόσωπό της, κάτι το γοητευτικό, ένα σημάδι στο αριστερό φρύδι,

18 ΑΝΤΖΕΛΑ ΠΙΤΛΙΓΓΕΡ ένα σκίσιμο που είχε αποκτήσει από παιδί και που δεν επέτρεπε σε όλο το φρύδι να βγει τρίχωμα. Είχε υπέροχο σώμα, χωρίς παραπανίσια κιλά, αλλά ούτε και πολύ λεπτό ώστε να αγγίζει την υπερβολή. Τη στιγμή όμως που όλες οι συνομήλικες της κοπέλες, στα δεκαεννιά ή στα είκοσι τους χρόνια, ανταγωνίζονταν η μία την άλλη και έκαναν βόλτες επιδιώκοντας να αποκτήσουν αγόρι και να νιώσουν το φλερτ να τις αγγίζει, εκείνη, μια απλή κοπέλα που προσπαθούσε να τα βγάλει πέρα λόγω της οικονομικής δυσχέρειας που αντιμετώπιζε, καθόταν στην αυλή του σπιτιού της διαβάζοντας και κάνοντας δουλειές. Πόσο θα ήθελε να ζήσει κι αυτή μιαν αξέχαστη περαντζάδα στην παραλία το βράδυ! Να περπατάει με γυμνά πόδια νιώθοντας το βελουδένιο βούλιαγμα στην αμμουδιά και τα κύματα να της αγγίζουν προκλητικά τα πόδια! Πόσο θα ήθελε να είναι μέλος σε μια ζωηρή παρέα και να χορεύουν πίνοντας και ξενυχτώντας μέχρι το πρωί! Να ντύνεται όπως όλες οι κοπέλες και να αισθάνεται ακόμη πιο όμορφη με στυλ και αέρα! Όμως δεν τα έζησε αυτά ποτέ, ούτε φλερτ, ούτε μια βραδιά στην παραλία, ούτε κλαμπ. Κανείς δεν την πλησίαζε ποτέ, τη σνομπάραν για τα άχαρα ρούχα της και για το παλιομοδίτικο στυλ της. Μόνο έναν φίλο είχε που την έβλεπε πραγματικά σαν άνθρωπο. Τον Μάρκο. Ήταν από τη Μάνη και σπούδαζαν μαζί. Ήταν πραγματικός φίλος και προσπαθούσε να της συμπαραστέκεται σε κάθε δύσκολη στιγμή της ζωής της. Όταν όμως τελείωσαν τη σχολή τους, ο καθένας πήρε τον δρόμο του. Η Ηλιάνα πήγε στην Αθήνα και ο Μάρκος στην Κρήτη. Εκείνος αργότερα παντρεύτηκε την Αμαλία, μια κοπέλα που συνάντησε ένα καλοκαίρι στον γάμο ενός φίλου του στην

Πantotina ΔΙΚΗ ΣΟΥ 19 Καλαμάτα. Αμέσως ένιωσε το φτερούγισμα του έρωτα στην καρδιά του και θα έκανε τα πάντα για να είναι δίπλα στην καλή του, της είχε πει. Άλλωστε δεν τον κρατούσε τίποτε εκεί. Αποφάσισε και εκείνη να φύγει μακριά. Πήγε να κάνει την τύχη της στην Αθήνα, αφήνοντας το σπίτι της πίσω με βαριά καρδιά. Βαρέθηκε τη ζωή της και τη μοναξιά. Είχε σκοπό να αποβάλει τη θλίψη και τη μελαγχολία από πάνω της και να απλώσει τα φτερά της για να αντιμετωπίσει έναν καινούργιο τόπο, να γνωρίσει καινούργιους ανθρώπους. Έπρεπε να αλλάξει τη ζωή της προς το καλύτερο και να αφήσει πίσω της όλα όσα είχε ζήσει τα τελευταία χρόνια. Οι θείοι της την είχαν ξεγραμμένη και ήταν αδιάφοροι για το πώς μεγάλωνε και ζούσε. Δεν τους χαιρέτησε καν όταν έφυγε. Με το κεφάλι ψηλά ξεκίνησε ψάχνοντας για δουλειά πάνω στο αντικείμενο που είχε σπουδάσει. Δυστυχώς όλα πήγαιναν στραβά μιας και ο ανταγωνισμός που συναντούσε ήταν λυσσαλέος. Λες και η μοίρα έπαιζε μαζί της και την τύλιγε μέσα σ' ένα κουβάρι της για να δει πόσο θα αντέξει τον ασφυκτικό κλοιό που την έπνιγε ακόμη πιο πολύ. «Ελλαδάρα, το μεγαλείο σου!» έλεγε και ξαναέλεγε καθώς την απέρριπταν από κάθε υποψήφια εργασία και οι πόρτες έκλειναν πίσω της. Κατάλαβε ότι στην Αθήνα ήταν πολύ χειρότερα τα πράγματα και στις σχέσεις, αλλά και σε θέματα δουλειάς. Άλλο είχε σπουδάσει, άλλα ήταν τα όνειρά της και αλλού κατέληξε. Βρήκε δουλειά σε ένα κατάστημα εσωρούχων στον Πειραιά και έπιασε μια μικρή γκαρσονιέρα κάπου εκεί κοντά.

20 ΑΝΤΖΕΛΑ ΠΙΤΛΙΓΓΕΡ Ένα πρωί όμως το φίδι του πειρασμού γλίστρησε από τον κήπο της Εδέμ και βρέθηκε στον δρόμο της άκουγε στο όνομα Αλέξης. Ξύπνησε ένα πρωινό με ένα συναίσθημα άσχημο έχοντας δει έναν φριχτό εφιάλτη. Φοβόταν να βγει έξω αλλά δεν μπορούσε να μην πάει στη δουλειά εξαιτίας ενός ονείρου! Τί θα έλεγε στο αφεντικό της; Έτσι ξεκίνησε με βαριά καρδιά, έχοντας ένα περίεργο σφίξιμο στο στομάχι της. Ξαφνικά όμως, εκεί που προχωρούσε στο πεζοδρόμιο, από το πουθενά, εμφανίστηκε μια μηχανή μεγάλου κυβισμού με οδηγό έναν γεροδεμένο καστανόξανθο άνδρα, γλίστρησε κι έπεσε επάνω της. Μολονότι ο οδηγός δεν έτρεχε, η ζημιά που της προκάλεσε παρασέρνοντάς την ήταν αρκετή ώστε να βρεθεί στο νοσοκομείο για μια ολόκληρη εβδομάδα Τώρα στεκόταν εκεί στον καναπέ και έβλεπε να ξετυλίγεται σαν κουβάρι σάπιο και βρόμικο εκείνη η ιστορία, που προσπαθούσε μανιωδώς να απωθήσει από πάνω της. Βαθιά ερωτήματα γεννιόντουσαν μέσα στο μυαλουδάκι της και η σκέψη, ύστερα από αυτό το άσχημο βίαιο ξέσπασμά του, έκανε θριαμβευτικά την εμφάνισή της δείχνοντάς της καθαρά ότι όλο αυτό το σκηνικό με το υποτιθέμενο «ατύχημα» δεν ήταν παρά ένα παραμύθι που της είχε πουλήσει! Ένα βρόμικο παιχνίδι που μόνο ένα βρόμικο μυαλό μπορούσε να σκαρώσει! Κοίταξα τον δρόμο πολύ καλά πριν περάσω απέναντι. Το θυμάμαι Δεν υπήρχε κίνδυνος! Ο Αλέξης οδηγούσε τη μηχανή του και «δεν πρόλαβε να αντιδράσει για να αποφύγει την κοπέλα», εξομολογήθηκε στους αστυνομικούς. Ο δρόμος ήταν άδειος, δεν υπήρχε κανείς, και

Πantotina ΔΙΚΗ ΣΟΥ 21 αυτό το θυμάμαι. Δεν πρόλαβε να αντιδράσει ή δεν ήθελε να αντιδράσει; σκέφτηκε η Ηλιάνα. Όσες ημέρες έμεινε στο νοσοκομείο, κάθε πρωί ένας άγνωστος της έστελνε ένα μπουκέτο κόκκινα τριαντάφυλλα, κι η νοσοκόμα ερχόταν με ένα διάπλατο χαμόγελο και τα τοποθετούσε δίπλα της σε ένα μεγάλο γυάλινο βάζο. Η Ηλιάνα, ανίκανη να σηκωθεί έχοντας τρία σπασμένα πλευρά και το χέρι της με θλάση, δεν έδινε καθόλου σημασία. Αδιαφορούσε για τα λουλούδια και γι' αυτόν που της τά 'στελνε. Ήθελε να φύγει απεγνωσμένα από εκείνο το μέρος. Βλαστημούσε την ώρα και τη στιγμή που βγήκε εκείνο το πρωινό, παρακούοντας τη διαίσθησή της και ορκίστηκε ότι εάν ποτέ ξαναέβλεπε παρόμοιο εφιάλτη θα έμενε μέσα για ημέρες δικαιολογούμενη την άρρωστη. Ύστερα από μια εβδομάδα πήρε επιτέλους εξιτήριο και πήγε σπίτι της. Την επόμενη αμέσως ημέρα εμφανίστηκε στην πόρτα της ένας γεροδεμένος καστανόξανθος άνδρας που κρατούσε ένα μπουκέτο με κόκκινα τριαντάφυλλα και της ζητούσε συγγνώμη για την απροσεξία του. Παρ' όλα αυτά αργότερα θα την κατηγορούσε ότι εκείνη τάχα είχε πέσει επάνω του Ο Αλέξης δούλευε σε ένα μεγάλο πρακτορείο μοντέλων, στις δημόσιες σχέσεις, και πηγαινοερχόταν Ιταλία. Κέρδιζε σιγά-σιγά έδαφος στην καρδιά της καθώς μετά από κάθε του ταξίδι της έφερνε δώρα, και πάντα μεγάλης αξίας. Η Ηλιάνα, καταγοητευμένη από τη ομορφιά του, από τους αβρούς τρόπους του, αλλά και από τις στιγμές αγάπης που της πρόσφερε νόμιζε ότι είχε βρει τον τέλειο άνδρα με τον οποίο θα μπορούσε

22 ΑΝΤΖΕΛΑ ΠΙΤΛΙΓΓΕΡ να περάσει το υπόλοιπο της ζωής της. Νόμιζε ότι τα συναισθήματά της δήλωναν τον πραγματικό έρωτα. Νόμιζε ότι έτσι έπρεπε να είναι μια σχέση. Τώρα όμως έβλεπε ότι είχε πέσει σε μια καλοστημένη παγίδα με ευκολία και πως δεν ήταν αληθινός έρωτας αυτό που τη συνέδεε με τον Αλέξη. Πρέπει να φύγω. Πού όμως να πάω; Εδώ σε θέλω, Ηλιάνα! Έτσι όπως τα κατάφερες, λούσου τα τώρα! Έπεσα στα δίχτυα του σαν ηλίθια. Έπεσα στον πρώτο τυχόντα, χωρίς καν να ξέρω ποιός είναι πραγματικά σκεφτόταν σε κατάσταση απόγνωσης. Προσπαθούσε να καταστρώσει ένα σχέδιο για να μπορέσει να ξεφύγει από αυτήν την κατάσταση. Όλο εκείνο το βράδυ δεν έκλεισε μάτι και έτρεμε στην ιδέα ότι αυτός ο άνθρωπος θα γύριζε από λεπτό σε λεπτό. Έπρεπε να πραγματοποιήσει μια στρατηγική για να βρει τρόπο να απορριφθεί από το αρρωστημένο μυαλό του Αλέξη. Πρώτα από όλα θα πρέπει να κερδίσω την εμπιστοσύνη του. Όταν γίνει αυτό θα πρέπει να εξαφανιστώ από την Αθήνα. Όλα όμως πρέπει να γίνουν με απόλυτη μυστικότητα και με πολύ μεγάλη προσοχή, σκεφτόταν και το μυαλό της δούλευε πυρετωδώς. Μέχρι τότε, όμως, πώς θα κοιμάμαι και θα παραδίνομαι σ' αυτόν; Δεν το άντεχε ούτε στη σκέψη, πόσο μάλλον να κάνει έρωτα μαζί του! Πώς θα κατάφερνε να καταπιέσει τα συναισθήματά της; «Θυμήσου Ηλιάνα: θέλει στρατηγική εδώ, αλλιώς είσαι χαμένη!» ξεστόμισε δυνατά σαν να ήθελε να το πιστέψει και η ίδια. Σαν να ήθελε να κάνει πλύση εγκεφάλου στον ίδιο της τον εαυτό και να πνίξει οποιαδήποτε δυσάρεστα συναισθήματα είχε μέσα της. Πρέπει να προσπαθήσω. Σαν να είμαι ηθοποιός Ναι, αυτό

Πantotina ΔΙΚΗ ΣΟΥ 23 θα κάνω! Είμαι θεατρίνα και θα παίξω όσο καλύτερα μπορώ τον ρόλο μου! σκεφτόταν και το βλέμμα της ήταν γεμάτο αποφασιστικότητα. Ένιωθε να ξυπνάει μέσα της μια άλλη Ηλιάνα, ένιωθε να μεγαλώνει και να ωριμάζει. Έπρεπε να πάρει σύντομα τη ζωή της στα χέρια της και όχι να επιτρέπει να την κουρελιάζει ο καθένας, να τη σπάει σε κομμάτια και ύστερα να την πετάει στη φωτιά μέχρι να καεί ολόκληρη, μέχρι να μην μείνει ίχνος από την αθώα ψυχή της. Σηκώθηκε με αργά ασταθή βήματα και πήγε μπροστά στον καθρέφτη. Κοίταξε τον εαυτό της κατάματα και τρόμαξε από το βλέμμα της. Ένα βλέμμα που δεν είχε ξαναδεί, ένα βλέμμα τρέλας και πόνου μαζί. Ήταν μια ξένη, μια άγνωστη. Παραμορφωμένη, με μικρές εκδορές και με αίμα μισοξεραμένο. Δεν άντεξε στο θέαμα αυτό και δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια της. «Δεν είναι αυτή η ζωή που ήθελα», είπε με τρεμάμενη φωνή και έριξε άφθονο κρύο νερό στο πρόσωπό της μέχρι να αισθανθεί ότι τα μάτια της στέρεψαν από τα δάκρυα. Ανάσανε βαθιά ακουμπώντας με τα χέρια απαλά το πρόσωπό της που έκαιγε, και προσπάθησε να ηρεμήσει. Οι σκέψεις και το άγχος υποχώρησαν ύστερα από λίγο και πήγε στο κρεβάτι της. Ξάπλωσε διπλωμένη στα δύο αφήνοντας την τηλεόραση ανοιχτή να παίζει για να της κρατάει συντροφιά. Δεν άργησε να έρθει ο ύπνος, καθώς η ψυχική ταλαιπωρία και το κλάμα την είχαν εξαντλήσει. «Κοιμήσου, Ηλιάνα, και αύριο ημέρα είναι κοιμήσου» μονολόγησε και έκλεισε τα μάτια της. Ο ύπνος της όμως ήταν πολύ ανήσυχος. Συνέχεια έβλεπε ότι έφτανε στο χείλος του γκρεμού και ένα

24 ΑΝΤΖΕΛΑ ΠΙΤΛΙΓΓΕΡ χέρι την άρπαζε από τον λαιμό και την έσφιγγε, την έσφιγγε δυνατά. Πεταγόταν τότε απ' τον ύπνο πιάνοντας τον λαιμό της. Κοίταζε με αγωνία δίπλα της για να βεβαιωθεί ότι δεν ήταν κανείς. Κοίταζε την τηλεόραση και τα μάτια της ξανάκλειναν βαριά. Αίμα, βιαιότητα, χτυπήματα και εφιάλτες έκαναν συχνά το κοιμισμένο της πρόσωπο να παίρνει μια συντετριμμένη έκφραση. Λέξεις ακατανόητες ξέφευγαν από το σφιγμένο της στόμα μαζί με αγκομαχητά πόνου. Έτρεμε και έπιανε την κουβέρτα ακόμη πιο δυνατά σφίγγοντάς την επάνω της Το χάος δέσποζε στη ζωή της και έπρεπε να βάλει τα δυνατά της αν ήθελε να βγει ζωντανή από αυτή τη βίαιη σχέση. Τα περιθώρια στένευαν και τη γεύση της οργής του Αλέξη δεν ήθελε να την ξαναζήσει. Κάθε πρωί καθώς ξεκινούσε μια καινούργια ημέρα ένιωθε ότι βρισκόταν σε πόλεμο και άκουγε τρελαμένες πολεμικές ιαχές να βροντοχτυπάνε στα αυτιά της αντί για το όμορφο κελάηδισμα μιας καρδερίνας, όπως παλιά. Ένιωθε την απειλή, τη μύριζε από χιλιόμετρα πλέον. Γνώριζε το βλέμμα της οργής του που περίμενε μια αδύναμη στιγμή της, έτοιμος να τη χτυπήσει για ακόμη μια φορά. Ένα μαρτυρικό βασανιστήριο περνούσε αλλά το θάρρος που πήγαζε από μέσα της και η άμυνα που είχε σχεδιάσει πίστευε ότι θα την έβγαζαν από το αδιέξοδο σύντομα. Τις επόμενες ημέρες κατέβαζε το κεφάλι και δεχόταν στωικά τα πάντα. Ό,τι της έλεγε ο Αλέξης το έκανε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Έπρεπε να τον ξεγελάσει. Μόνο έτσι θα ξέφευγε. Παρ' όλο που της πετούσε λόγια αισχρά και πικρόχολα κάνοντας το ηθικό της σμπαράλια, μέσα της δούλευε το ένστικτο της επιβίωσης και έσκιζε κάθε κομμάτι του Αλέξη με μανία κραυγάζοντας από πόνο και πικρία.

Πantotina ΔΙΚΗ ΣΟΥ 25 Δυσκολευόταν να προσαρμοστεί και να φτάσει γρήγορα στον προορισμό της καθώς ο Αλέξης είχε εγκατασταθεί με το έτσι θέλω στο σπίτι της την επόμενη κιόλας ημέρα, ύστερα από τη μανιακή συμπεριφορά του που την είχε αποτυπώσει τόσο άγρια στο πρόσωπό της. Υπήρχαν ημέρες που η Ηλιάνα έπιανε συχνά τον εαυτό της να τον βρίζει και να τον καταριέται από μέσα της και ύστερα να το μετανιώνει και να ζητάει συγχώρεση από τον Θεό για τα άσχημα, πικρόχολα λόγια τα οποία έθαβε μέσα της βαθιά. Ο έρωτας και το σεξ ήταν πλέον μια θλιβερή και άχαρη διαδικασία όπως και η πρώτη της φορά. Του δινόταν με δυσκολία ανοίγοντας απλώς τα πόδια και τον άφηνε να βγάζει τα απωθημένα του χωρίς εκείνη να νιώθει τίποτε άλλο παρά μόνο περιφρόνηση για 'κείνον και για τον εαυτό της. Έθαβε τα αισθήματά της ακόμη πιο βαθιά και ξαναπροσπαθούσε να μαζέψει τα κομμάτια της για να πετύχει τον σκοπό της. Έπρεπε κάθε κίνησή της να γίνεται προσεκτικά επειδή αυτός την παρακολουθούσε συνεχώς, και ευτυχώς τον είχε αντιληφθεί. Το σχέδιό της προχωρούσε αργά και σταθερά. Ένιωθε πλέον έτοιμη για ακόμη μια καινούργια αρχή, αλλά αυτή τη φορά με τους δικούς της όρους και κανόνες.