ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2011 Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ 18 ΜΑΪΟΥ 2011 ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ: ΧΑΙΡΗ ΤΡΙΠΑΜΠΟΥΚΗ ΑΜΑΛΙΑ, ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΥ ΤΑΣΟΥΛΑ, ΖΟΥΠΟΥ ΑΘΗΝΑ, ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΥ ΑΙΜΙΛΙΑ Α1. α. Σωστό β. Λάθος γ. Λάθος δ. Σωστό ε. Σωστό ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ Α2. α. Απο το σχολικό βιβλίο σελ. 139: Μια µορφή καταπίεσης που υπέστησαν οι Έλληνες κατά τον Α διωγµό. «Οι άνδρες άνω των 45 ετών, που δεν στρατεύονταν, επάνδρωσαν τα τάγµατα εργασίας. Εκεί πολλοί πέθαναν από κακουχίες, πείνα και αρρώστιες.» β. Από το σχολικό βιβλίο σελ. 142 143: «Τον Οκτώβριο του 1918 συστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη Πατριαρχική Επιτροπή, µε σκοπό την οργάνωση του επαναπατρισµού των εκτοπισµένων, µε τη βοήθεια του Πατριαρχείου και της ελληνικής κυβέρνησης.» γ. Από το σχολικό βιβλίο σελ. 151 152: «Με βάση το άρθρο 11 της Σύµβασης της Λοζάνης ιδρύθηκε η Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής µε έδρα την Κωνσταντινούπολη. Την αποτελούσαν έντεκα µέλη (τέσσερις Έλληνες, τέσσερις Τούρκοι και τρία µέλη-πολίτες ουδέτερων κατά τον Α' Παγκόσµιο πόλεµο κρατών) µε αρµοδιότητα τον καθορισµό του τρόπου µετανάστευσης των πληθυσµών και της εκτίµησης της ακίνητης περιουσίας των ανταλλαξίµων.» Β1. α. Από το σχολικό βιβλίο σελ. 75 76: «Η νέα γενιά ασκούσε έντονη κριτική στους παλαιότερους και φρονούσε ότι το συνταγµατικό πολίτευµα δεν µπορούσε να αναπτυχθεί, καθώς το εµπόδιζαν η Αυλή και ο ίδιος ο βασιλιάς, τον οποίο θεωρούσε πολιτικά ατάλαντο. Περί τα τέλη της δεκαετίας του 1850 έγινε φανερή µια συνολική δυσαρέσκεια µεγάλων τµηµάτων του πληθυσµού λόγω της οικονοµικής δυσπραγίας και της δυσλειτουργίας του πολιτικού συστήµατος και συγκροτήθηκαν αντιπολιτευτικοί όµιλοι µε εκσυγχρονιστικά κατά κύριο λόγο αιτήµατα: ελεύθερες εκλογές, φορολογική µεταρρύθµιση µε στόχο την ελάφρυνση των αγροτών, κρατικές επενδύσεις σε έργα υποδοµής, ίδρυση αγροτικών
τραπεζών, απλούστερη διοίκηση. Τα αιτήµατα αυτά εξέφρασε σε µεγάλο βαθµό µε την πολιτική του δράση ο Αλέξανδρος Κουµουνδούρος.» β. Από το σχολικό βιβλίο σελ. 76: «Το Φεβρουάριο του 1862 η δυσαρέσκεια κατέληξε σε επανάσταση, µε αίτηµα την αποµάκρυνση του βασιλιά. Στην επανάσταση συµµετείχαν κατά κύριο λόγο αξιωµατικοί, άνεργοι απόφοιτοι πανεπιστηµίου που δεν ήθελαν να εργαστούν στους κλάδους της αγροτικής και βιοτεχνικής παραγωγής και αισθάνονταν κοινωνικά αδικηµένοι. Συµµετείχαν ακόµη και πολλά άτοµα ανώτερων κοινωνικών στρωµάτων, τα οποία ζητούσαν ευκαιρίες για ενεργότερη συµµετοχή στα πολιτικά πράγµατα. Στις 12 Οκτωβρίου 1862 ο Όθων αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα.» Β2. Από το σχολικό βιβλίο σελ. 219: «Εκείνο που δεν είχε κατορθώσει να λύσει η διπλωµατία, το έλυσε ο πόλεµος. Ευθύς µετά την έκρηξη των Βαλκανικών πολέµων (Οκτώβριος 1912) οι πύλες του ελληνικού Κοινοβουλίου άνοιξαν για τους Κρήτες βουλευτές, που έγιναν δεκτοί µε εκδηλώσεις απερίγραπτου πατριωτικού ενθουσιασµού. Ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων ανέγνωσε Ψήφισµα, σύµφωνα µε το οποίο «η Ελλάς αποδέχεται όπως τον λοιπού εννπάρχη κοινόν Κοινοβούλιον δια το ελεύθερον Βασίλειον και δια την νήσον Κρήτην». Αλλά ο Βενιζέλος δεν προχώρησε περισσότερο, για να µη διαταράξει τις σχέσεις του µε τις ευρωπαϊκές υνάµεις, εν όψει και του πολέµου που είχε αρχίσει. Αρκέστηκε να αποστείλει στην Κρήτη ως Γενικό ιοικητή το φίλο του Στέφανο ραγούµη, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντα του στις 12 Οκτωβρίου 1912. Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ταχύτατα, καθώς ήταν πλέον ορατή η ήττα της Τουρκίας. Στην πράξη η ένωση είχε συντελεστεί και απλώς έµενε η επικύρωση της µε την υπογραφή µιας διεθνούς συνθήκης. Στις 14 Φεβρουαρίου 1913 αφαιρέθηκαν από το φρούριο της Σούδας οι σηµαίες των Μ. υνάµεων και της Τουρκίας. Όλα τα σύµβολα της τουρκικής επικυριαρχίας, αλλά και της κηδεµονίας των Μ. υνάµεων, είχαν πλέον εξαφανιστεί από την Κρήτη.» Γ1. ΟΜΑ Α ΕΥΤΕΡΗ α. Από το σχολικό βιβλίο σελ. 43: Το 1907 ψηφίστηκαν νόµοι που επέτρεπαν την απαλλοτρίωση µεγάλων ιδιοκτησιών, οι οποίοι όµως δεν εφαρµόστηκαν. «Το αποφασιστικό βήµα προς την ολοκλήρωση της αγροτικής µεταρρύθµισης έγινε στα ταραγµένα χρόνια του Α' Παγκοσµίου πολέµου και του εθνικού διχασµού.» Κύριο θέµα: «Τα µέτρα απαλλοτριώσεως θεσπίσθηκαν στις 20 Μαΐου 1917, και το φθινόπωρο του ίδιου έτους επεκτάθηκαν µε µερικές αλλαγές για να περιλάβουν όλη την Ελλάδα.» Από το σχολικό βιβλίο σελ. 44: «Ο στόχος ήταν διπλός: αφενός η στήριξη και ο πολλαπλασιασµός των ελληνικών ιδιοκτησιών γης στις νεοαποκτηθείσες περιοχές και αφετέρου η αποκατάσταση των προσφύγων και η πρόληψη κοινωνικών εντάσεων στον αγροτικό χώρο.»
«Η µεταρρύθµιση αποσκοπούσε στην αναγκαστική απαλλοτρίωση των κτηµάτων πού ξεπερνούσαν τα 1.000 στρέµµατα. Οι κολλήγοι και οι αγροτικοί εργάτες, τόσο οι ντόπιοι όσο και οι πρόσφυγες, θα έπαιρναν αγροτικούς κλήρους, είτε από τις απαλλοτριωµένες γαίες των τσιφλικιών, είτε από γαίες του δηµοσίου.» «Κανένα από τα µέτρα αυτά, όµως, δεν εφαρµόσθηκε αµέσως. Επίσης, κανένα από τα µεγάλα τσιφλίκια δεν απαλλοτριώθηκε το 1917, και µόνο ένα το 1918.» Από το σχολικό βιβλίο σελ. 44: «Με βάση αυτά τα νοµοθετήµατα η απαλλοτρίωση των µεγάλων αγροτικών ιδιοκτησιών έγινε δυνατή στα αµέσως µετά τον πόλεµο χρόνια, όταν η ανάγκη αποκατάστασης των προσφύγων βρέθηκε στο επίκεντρο του κρατικού ενδιαφέροντος.» Όπως άλλωστε τονίζεται και στο παράθεµα από την ΙΕΕ, (Από την Πηγή): «Και πάλι εξωτερικές επείγουσες ανάγκες, ο πόλεµος και, αργότερα, ή Μικρασιατική εκστρατεία απορρόφησαν όλη την προσοχή και τη δραστηριότητα της κυβερνήσεως µετά το 1922, µε τη µεγάλη εισροή προσφυγών, αναγκάστηκαν πια οι κυβερνήσεις της χώρας να δώσουν οριστική λύση στο αγροτικό πρόβληµα.» β. Από το σχολικό βιβλίο σελ. 45: «Η αναδιανοµή που έγινε έφτασε στο 85% των καλλιεργήσιµων εκτάσεων στη Μακεδονία και στο 68% στη Θεσσαλία. Στο σύνολο της καλλιεργήσιµης γης της χώρας το ποσοστό αυτό ανήλθε σε 40%. Μετά από λίγα χρόνια, κάτω από την πίεση του προσφυγικού προβλήµατος, η αγροτική µεταρρύθµιση ολοκληρώθηκε και οδήγησε την αγροτική οικονοµία της χώρας σε καθεστώς µικροϊδιοκτησίας.» Από το σχολικό βιβλίο σελ. 45: «Με τη σειρά της η νέα κατάσταση δηµιούργησε νέα προβλήµατα. Οι µικροκαλλιεργητές δυσκολεύονταν να εµπορευµατοποιήσουν την παραγωγή τους και έπεφταν συχνά θύµατα των εµπόρων.» «Τα προβλήµατα πού είχαν σχέση µε τη διακίνηση προϊόντων, την παραδοσιακή εκµετάλλευση του µικρού παραγωγού από τους µεσάζοντες, την έλλειψη κεφαλαίων και τους τοκογλυφικούς ορούς δανειοδοτήσεως πού επικρατούσαν στην ελεύθερη αγορά, έκαναν ακόµη πιο αισθητή την ανάγκη συλλογικής ασφάλειας πού πρόσφεραν οι συνεταιρισµοί.» Από το σχολικό βιβλίο σελ. 45: «Για να αντιµετωπιστεί αυτή η κατάσταση προωθήθηκε η ίδρυση της Αγροτικής Τράπεζας, κρατικών οργανισµών παρέµβασης και παραγωγικών συνεταιρισµών.» «Η ίδρυση του Υπουργείου Γεωργίας, τον Ιούνιο του 1917, αµέσως µετά την επάνοδο του Βενιζέλου στην Αθήνα, στάθηκε ή απαρχή της άµεσης κρατικής παρεµβάσεως στην οργάνωση και καθοδήγηση της γεωργικής παραγωγής, έστω και αν η παρέµβαση ήταν στην αρχή υποτυπώδης.»
Επίλογος από στο σχολικό βιβλίο σελ. 45: «Το αγροτικό ζήτηµα απέκτησε έτσι νέο περιεχόµενο, χωρίς να προκαλέσει τις εντάσεις που γνώρισαν άλλα κράτη της Ευρώπης (Ισπανία, Βουλγαρία, Ρουµανία κ.λπ.).» 1. Πρόλογος από το σχολικό βιβλίο σελ. 167: «Για ένα διάστηµα η άφιξη των προσφύγων φαινόταν δυσβάσταχτο φορτίο για την ελληνική οικονοµία. Μεσοπρόθεσµα όµως αυτή ωφελήθηκε από την εγκατάσταση των προσφύγων.» Κύριο θέµα από την Πηγή: «Αξιοσηµείωτες ήταν οι επιπτώσεις από την εγκατάσταση των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και της ανατολικής Θράκης και στον επιχειρηµατικό τοµέα.» «Η άφιξη των προσφύγων αναζωογόνησε και τη βιοµηχανία µε νέο, ειδικευµένο και φθηνό εργατικό δυναµικό, µε τη διεύρυνση της καταναλωτικής αγοράς και µε τη δράση ανθρώπων µε επιχειρηµατικές ικανότητες.» «Η εσωτερική αγορά διευρύνθηκε µε την προσθήκη µεγάλου αριθµού καταναλωτών ενώ, ταυτόχρονα, από τον αστικό προσφυγικό πληθυσµό αντλήθηκε φθηνό εργατικό δυναµικό αλλά και ειδικευµένοι τεχνίτες. Η χώρα πλουτίστηκε µε ανθρώπους δεδοµένης επιχειρηµατικής ικανότητας και πείρας, που πρωταγωνιστούσαν στις µεγάλες αγορές της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας.» «Από την αρχή η πολιτική της ΕΑΠ ενθάρρυνε την εγκατάσταση βιοµηχανιών στους συνοικισµούς, µε σκοπό την εκτόνωση της ανεργίας. Επρόκειτο όµως, κατά το µεγαλύτερο µέρος, για µικρές βιοτεχνικές µονάδες, οι οποίες ενισχύθηκαν από το κράτος, την ΕΑΠ ή την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, µε κοινωνικά και όχι αναπτυξιακά κριτήρια.» «Στη δεκαετία 1922 1932, διπλασιάστηκε ο αριθµός των βιοµηχανικών µονάδων. Η πρόοδος όµως δεν ήταν σηµαντική, εξαιτίας κυρίως της διατήρησης των παραδοσιακών δοµών λειτουργίας τους.» «Στη δεκαετία 1922 1932 διπλασιάστηκε ο αριθµός των βιοµηχανικών µονάδων και αυξήθηκε ο όγκος και η αξία της παραγωγής, χωρίς όµως να επέλθει κάποια δοµική αλλαγή.» «Η συµµετοχή των προσφύγων (ως κεφαλαιούχων και ως εργατών) ήταν µεγαλύτερη στην κλωστοϋφαντουργία, την ταπητουργία, τη µεταξουργία, την αλευροβιοµηχανία και την παραγωγή οικοδοµικών υλικών.» «Καινούριοι βιοµηχανικοί βιοτεχνικοί κλάδοι αναπτύχθηκαν (ταπητουργία, µεταξουργία, πλαστικά, βυρσοδεψία) και δόθηκε νέα ώθηση στην κλωστοϋφαντουργία και τη βιοτεχνία ειδών διατροφής. Άνθιση γνώρισε και η
βιοµηχανία οικοδοµικών υλικών, ο µόνος κλάδος που υποκατέστησε µαζικά τις εισαγωγές στο Μεσοπόλεµο.» «Αρκετοί ήταν οι πρόσφυγες που αναδείχθηκαν ως επιχειρηµατίες, βιοµήχανοι ή µεγαλέµποροι.» «Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως αναφέρεται στην έκδοση της ΚΤΕ του 1926, στους 7.000 εµπόρους και βιοµηχάνους γραµµένους στο Επιµελητήριο της Αθήνας, οι χίλιοι ήταν πρόσφυγες, ενώ στον Πειραιά η αναλογία ήταν µεγαλύτερη.» Από το σχολικό βιβλίο σελ. 168 169: «Οι Έλληνες που προέρχονταν από τα αστικά κέντρα της Μικράς Ασίας και την Κωνσταντινούπολη υπερείχαν σε σύγκριση µε τους αυτόχθονες σε επιχειρηµατικό πνεύµα, εκπαίδευση, κατάρτιση και προοδευτικές αντιλήψεις. Ο κοσµοπολίτικος χαρακτήρας της ζωής τους, η γνώση ξένων γλωσσών, οι επαφές που είχαν αναπτύξει µε την Ευρώπη και η πείρα που διέθεταν τους βοήθησαν, όταν εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, να οργανώσουν δικές τους επιχειρήσεις ή να στελεχώσουν επιχειρήσεις άλλων, προσφύγων ή γηγενών. Η άφιξη των προσφύγων επέδρασε και στην ένταξη των γυναικών στον ενεργό πληθυσµό. Το 1930 οι γυναίκες αποτελούσαν την πλειονότητα των εργατών στην κλωστοϋφαντουργία, την καπνοβιοµηχανία και τη βιοµηχανία ετοίµων ενδυµάτων.» Επίλογος απο την Πηγή: «Στη δεκαετία 1922 1932 διπλασιάστηκε ο αριθµός των βιοµηχανικών µονάδων και αυξήθηκε ο όγκος και η αξία της παραγωγής, χωρίς όµως να επέλθει κάποια δοµική αλλαγή. Η βιοµηχανία θα αρχίσει να κινείται µε ταχύτερους ρυθµούς το 1931, χάρη κυρίως στην πολιτική υποκατάστασης των εξαγωγών που ακολουθεί το ελληνικό κράτος µετά την κατάρρευση του διεθνούς νοµισµατικού συστήµατος.»