Sigmund Freud (2008) Τρεις πραγματείες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας». Αθήνα: Printa. - Οι σεξουαλικές ανάγκες οφείλονται στην ύπαρξη ενός σεξουαλικού ενστίκτου. - Libido = όρος δανεισμένος από την βιολογία, για να περιγράψει την γενετήσια ορμή - Ανωμαλίες σε σχέση με το σεξουαλικό αντικείμενο (διαστροφές) = ομοφυλοφιλία, αμφιφυλοφιλία - Η διαστροφή δεν εξηγείται ούτε με την υπόθεση του εκφυλισμού, ούτε με την υπόθεση ότι είναι έμφυτη - Μιλώντας για την αμφιφυλοφιλία, υποστηρίζει ότι «ένας ορισμένος βαθμός ανατομικού ερμαφροδιτισμού είναι κάτι το φυσιολογικό», και η «αρχικά αμφιφυλόφιλη σωματική προδιάθεση τροποποιείται κατά την εξελικτική πορεία της σε μονοφυλόφιλη, αφήνοντας πίσω της μερικά μόνο από τα κατάλοιπα του φύλου που έχει γίνει ατροφικό». Υποστηρίζει, επίσης, ότι, στην ψυχική σφαίρα, όλα τα είδη διαστροφής αποτελούν έκφραση ενός ψυχικού ερμαφροδιτισμού. Η αμφιφυλοφυλία είναι ψυχικό φαινόμενο. Οι διαταραχές αυτές «επηρεάζουν το ένστικτο κατά την πορεία της ανάπτυξής του» - Ομοφυλοφιλία: «το σεξουαλικό αντικείμενο είναι ένα είδος αντανάκλασης της ίδιας της αμφιφυλόφιλης φύσης του υποκειμένου» ΠΑΡΑΘΕΜΑ 1 ο - «Φαίνεται πιθανό πως το σεξουαλικό ένστικτο είναι αρχικά ανεξάρτητο από το αντικείμενό του και επίσης πως ούτε η αρχική εμφάνισή του μοιάζει να οφείλεται στην έλξη που ασκεί το αντικείμενό του». - «οι παρορμήσεις της σεξουαλικής ζωής βρίσκονται ανάμεσα σε εκείνες οι οποίες, ακόμη και στα φυσιολογικά πλαίσια, είναι οι λιγότερο ελεγχόμενες από τις ανώτερες δραστηριότητες του μυαλού». - «Το πιο γενικό συμπέρασμα που προκύπτει από όλες αυτές τις συζητήσεις φαίνεται, ωστόσο, να είναι αυτό: Σε έναν μεγάλο αριθμό περιστάσεων και για έναν εκπληκτικά μεγάλο αριθμό ατόμων, το είδος και η αξία του σεξουαλικού αντικειμένου περνά σε δεύτερη μοίρα. Αυτό που είναι ουσιώδες και σταθερό στο σεξουαλικό ένστικτο είναι κάτι άλλο». - Σεξουαλικός σκοπός = συνουσία = ανακούφιση από την σεξουαλική ένταση - Η σεξουαλική αξία που προσδίδεται στο σεξουαλικό αντικείμενο, «πολύ σπάνια περιορίζεται στην περιοχή των σεξουαλικών οργάνων». Περιλαμβάνει το όλο σεξ. αντικείμενο, και εκτείνεται και στην ψυχολογική σφαίρα (διανοητική τύφλωση). «Η σεξουαλική αυτή υπερεκτίμηση βοηθά στη μετατροπή δραστηριοτήτων που συνδέονται με άλλα μέρη του σώματος σε σεξουαλικούς σκοοπούς». - «Κάθε εξωτερικός ή εσωτερικός παράγοντας που παρεμποδίζει ή αναβάλλει την πραγματοποίηση του φυσιολογικού σεξουαλικού σκοπού θα ενισχύσει προφανώς την τάση παράτασης των προπαρασκευαστικών δραστηριοτήτων και μετατροπής τους σε νέους σεξουαλικούς σκοπούς που μπορούν να αντικαταστήσουν τον φυσιολογικό».
ΠΑΡΑΘΕΜΑ 2 ο, 3 ο 4 ο, 5 ο - Ερωτική ζώνη: «Είναι ένα μέρος της επιδερμίδας η της βλεννογόνου μεμβράνης, στο οποίο ορισμένου είδους ερεθίσματα προκαλούν ένα ορισμένης ποιότητας αίσθημα ηδονής». - ΠΑΡΑΘΕΜΑ 6 ο - Πολύμορφη προδιάθεση διαστροφής - Χαρακτηριστικά βρεφονηπιακής σεξουαλικής ζωής: 1. είναι αυτοερωτική, και 2. τα ένστικτα επιδιώκουν την ικανοποίηση τους ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. - Φυσιολογική ενήλικη σεξουαλικότητα: 1. «η επιδίωξη της ηδονής υπόκειται στην κυριαρχία της αναπαραγωγικής λειτουργίας» (το σεξουαλικό ένστικτο γίνεται αλτρουιστικό), 2. «τα επιμέρους ένστικτα, κάτω από την πρωτοκαθεδρία μιας μοναδικής ερωτογόνου ζώνης, συγκροτούν έναν στέρεο σεξουαλικό οργανισμό ο οποίος κατευθύνεται προς ένα σεξουαλικό σκοπό συνδεδεμένο με κάποιο εξωτερικό σεξουαλικό αντικείμενο». - Προγεννητικές οργανώσεις της σεξουαλικής ζωής: αυτές όπου «οι γεννητικές ζώνες δεν έχουν αναλάβει ακόμα τον κυρίαρχο ρόλο τους»: στοματική & πρωκτική
ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (Sigmund Freud) H ανάπτυξη στη φροϋδική θεωρία συντελείται σε δύο επίπεδα, σ αυτό της προοδευτικής ψυχοσεξουαλικής οργάνωσης και σ αυτό που συντελείται η ανάδυση των ψυχικών δομών (id, ego, superego). Ο Freud αναπτύσσει διεξοδικά την άποψή του για την ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη στο έργο του Three Essays on the Theory of Sexuality του 1905 και στις μετέπειτα επανεκδόσεις του ως αυτή του 1925 (τελευταία). Η libido (η πρωταρχική ψυχική ενέργεια που κινητοποιεί τον ανθρώπινο οργανισμό) έχει ως πηγή της τα ένστικτα που ο Freud ορίζει : "ως "ένστικτο" προσωρινά πρέπει να κατανοηθεί το φυσικό αντίστοιχο μιας ενδοσωματικής, συνεχώς ρέουσας πηγής ερεθισμού, αντιπαραβαλλόμενο με ένα "ερέθισμα" που σχηματίζεται από ξεχωριστές διεγέρσεις προερχόμενες από έξω". (Freud 1905, σελ. 168). Κάθε ένστικτο έχει μια διαφορετική πηγή στο σώμα. "Η πηγή κάθε ενός ενστίκτου είναι μια διαδικασία διέγερσης που συμβαίνει σε ένα όργανο", (Freud 1905,σελ. 168). Τα ένστικτα ασκούν μια πίεση που ποικίλει ποσοτικά κάθε φορά, "και ο άμεσος στόχος ενός ενστίκτου βρίσκεται στην απομάκρυνση αυτού του οργανικού ερεθισμού" (Freud 1905, σελ. 168), με αποτέλεσμα την αίσθηση ικανοποίησης. Για την επίτευξη αυτού του στόχου απαιτείται ο χειρισμός κάποιου αντικειμένου του εξωτερικού κόσμου. Το βρέφος στην αρχή βρίσκεται σε μια κατάσταση "πολύμορφης διαστροφής" (Polymorphous perversity), καθώς μπορεί να αποκομίζει σεξουαλική ευχαρίστηση από το ρυθμικό ερεθισμό κάθε μέρους του σώματός του. Πάραυτα πιο συχνά αυτή την περίοδο δέχεται ευχάριστους ερεθισμούς στη στοματική περιοχή. Η libido, έτσι, επενδύει τις μνήμες των στοματικών αυτών εμπειριών, κάνοντάς τες να αποκτήσουν μια κεντρική θέση για το βρέφος, οδηγώντας στην οργάνωση και των μετέπειτα εμπειριών γύρω από αυτές. (Freud, 1905). Το όργανο γύρω από το οποίο οργανώνεται κάθε φορά η ψυχοσεξουαλική ζωή του παιδιού ο Freud το ονομάζει "ερωτογενή ζώνη". Ανάλογα με το ποια ερωτογενής ζώνη επικρατεί κάθε φορά έχουμε και το ανάλογο εξελικτικό στάδιο. Τα στάδια που μας ενδιαφέρουν ως προς τις ηλικίες που εξετάζουμε είναι το "πρωκτικό" (από το 2ο έως το 3ο έτος), που έπεται του "στοματικού" και το "φαλλικό", που ακολουθεί το πρωκτικό, (από το 4ο έως το 6ο έτος). Το στοματικό και πρωκτικό στάδιο ο Freud τα κατηγοριοποιεί ως "προγεννητικές οργανώσεις" καθώς "οι γεννητικές ζώνες δεν έχουν ακόμα αναλάβει τον προεξέχοντα ρόλο τους" (Freud 1905, σελ. 198). Το δεύτερο χρόνο της ζωής του παιδιού ως προεξέχουσα ερωτογενής ζώνη αναλαμβάνει η πρωκτική περιοχή. Το στάδιο αυτό είναι το "πρωτικό - σαδιστικό" (Freud, 1905). Ευχαρίστηση εδώ αντλείται από τη διαδικασία της εγκόπρισης ή της κατακράτησης των περιττωμάτων, τα οποία θεωρούνται από το παιδί μέρος του σώματός του και αποτελούν το πρώτο του δώρο: "... παράγοντάς τα μπορεί να εκφράσει την ενεργή συμμόρφωσή του στο περιβάλλον του και κατακρατώντας τα, την ανυπακοή του", (Freud, 1905, σελ. 186). Σ' αυτό το στάδιο αρχίζει να δρα η αντίθεση ανάμεσα σε δύο αντίθετες τάσεις, την ενεργητικότητα (activity) και την παθητικότητα (pasivity), που διατηρείται σε όλη τη μετέπειτα ζωή. Το παιδί αντλεί ευχαρίστηση μέσω της επίτευξης κυριαρχίας επί του σώματός του, αλλά και μέσω των επαίνων της μητέρας του κατά τη διαδικασία των ασκήσεων καθαριότητας. Έτσι, αντιλαμβάνεται ότι είναι ικανό με τη δική του θέληση να αποβάλλει ή να κατακρατεί τα κόπρανά του. Το εγώ αρχίζει να δημιουργείται. Παράλληλα, το παιδί βρίσκεται αντιμέτωπο με την εξωτερική πραγματικότητα, στις απαιτήσεις της οποίας θα πρέπει να αρχίσει να συμμορφώνεται.
Οι κοινωνικές πιέσεις για απόκρυψη του πρωκτικού ερωτισμού και ο υπερέχων φυσικός συντονισμός του παιδιού που του επιτρέπει να χειρίζεται δυνητικά οποιοδήποτε κομμάτι του σώματός του θέλει, οδηγούν, στην ανακάλυψη της ευχαρίστησης που μπορεί να αντλήσει από τα γεννητικά του όργανα, (Fancher, 1973). Το στάδιο στο οποίο εισέρχεται είναι το φαλλικό που διαρκεί από το 4ο ως το 6ο έτος. Κεντρική θέση κατέχει εδώ ο φαλλός και όχι τα γεννητικά όργανα εν γένει, (Freud, 1923). Το παιδί, τώρα, έρχεται αντιμέτωπο με τις απαιτήσεις του Οιδιπόδειου συμπλέγματος το οποίο πρέπει να επιλύσει για να συνεχιστεί η ομαλή του ανάπτυξη. Η λύση του όμως είναι διαφορετική για το αγόρι και το κορίτσι. Το αγόρι επιθυμεί σεξουαλικά τη μητέρα του (λόγω του μεγαλύτερου ρόλου που έπαιξε στην ανατροφή του) και αντιλαμβάνεται τον πατέρα ως αντίζηλο και επιθυμεί να πάρει τη θέση του, (Freud, 1923). Αυτή την περίοδο το παιδί είναι εξαιρετικά περίεργο και ασχολείται εντατικά με τις σεξουαλικές διαφορές. Ανακαλύπτει ότι το πέος του πατέρα του είναι μεγαλύτερο απ' το δικό του. Αναγνωρίζει ότι ο πατέρας του είναι ισχυρότερος, αλλά η οιδιπόδεια επιθυμία προς τη μητέρα του τον οδηγεί σε μια αμφιθυμική στάση. Αγαπά τον πατέρα του και θέλει να ταυτιστεί μαζί του, αλλά ταυτόχρονα τον μισεί ως αντίπαλο και τον φοβάται ως ισχυρότερο. Το αγόρι ανακαλύπτει ακόμα ότι τα κορίτσια στερούνται πέους, κάτι που πιστεύει ότι οφείλεται σε ευνουχισμό, (Freud, 1923). Αναπτύσσεται τότε το άγχος ευνουχισμού απ' τη μεριά του αγοριού, μήπως πάθει το ίδιο από τον πατέρα του μια και έχουν εμπλακεί σε μια αντιπαλότητα. Το άγχος αυτό καθίσταται αφόρητο και οδηγεί στην απώθηση των επικίνδυνων σεξουαλικών παρορμήσεων προς τη μητέρα. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω μιας εντατικοποιημένης ταυτοποίησης με τον πατέρα, εσωτερικεύοντας παράλληλα όλες τις απαγορεύσεις του, σχηματίζοντας έτσι μια νέα ψυχική δομή το υπερεγώ, (Freud, 1924). Το κορίτσι, δεν βιώνει το άγχος του ευνουχισμού, καθώς θεωρεί ότι έχει ευνουχιστεί στο παρελθόν. Η παρατήρηση ότι τα αγόρια έχουν πέος, προκαλεί το φθόνο του πέους. Ως απόκριση σ' αυτό το ναρκισσιστικό τραύμα, αναπτύσσει την επιθυμία να αποκτήσει πέος, (Freud, 1924, 1925). Ο φθόνος του πέους, οδηγεί το κορίτσι στο να θεωρήσει τη μητέρα του υπεύθυνη για την έλλειψη πέους, καθιστώντας την έτσι από αντικείμενο αγάπης, αντικείμενο μίσους, (Freud, 1925). Αναπτύσσει έτσι την επιθυμία να αποκτήσει ένα παιδί με τον πατέρα της. Ο πατέρας γίνεται έτσι το κύριο σεξουαλικό αντικείμενο του κοριτσιού, ενώ η μητέρα καθίσταται πια αντίπαλος. Ωστόσο κατανοεί ότι η απόκτηση ενός πέους είναι αδύνατη και η ταύτιση με τη μητέρα είναι η φυσική συνέπεια. Εξαιτίας των λιγότερων περιπλοκών και άγχους που έχει η επίλυση του Οιδιπόδειου συμπλέγματος για τα κορίτσια, ο Freud θεωρεί ότι έχουν λιγότερο ισχυρό υπερεγώ. Το τέλος του φαλλικού σταδίου οδηγεί στην εδραίωση ενός ισχυρού εγώ, και υπερεγώ, καθώς και στη διαμόρφωση της ταυτότητας του φύλου. Τη δεύτερη, δομική, διάσταση της ανάπτυξης, θα εξετάσουμε μέσα από το βιβλίο The Ego and the Id του 1923. Απ' τις τρεις δομές που προαναφέραμε, το id (ασυνείδητο) είναι το παλαιότερο. Η αρχή με την οποία λειτουργεί είναι αυτή της ευχαρίστησης. Το βρέφος δεν διακρίνει μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, κυριαρχούμενο από την πρωτογενή ψυχική διεργασία. Μέσω της επιρροής του εξωτερικού κόσμου, περίπου κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής, αρχίζει να διαμορφώνεται το ego (εγώ) το οποίο αποσπάται από το ασυνείδητο. Το εγώ μεσολαβεί μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής πραγματικότητας και λειτουργεί με
βάση τις δευτερογενείς ψυχικές διεργασίες, είναι υπεύθυνο για την εξέταση της πραγματικότητας, και τον έλεγχο της δράσης. Η τρίτη ψυχική δομή εδραιώνεται στο τέλος του φαλλικού σταδίου και αποτελεί τον "κληρονόμο" του οιδιπόδειου συμπλέγματος (όπως περιγράφηκε παραπάνω). Το υπερεγώ περιέχει τα γονεϊκά - πολιτισμικά πρότυπα, ελέγχοντας την έκφραση του ασυνειδήτου και καθοδηγώντας το εγώ. Freud, S. (1905). Three Essays on the Theory of Sexuality. Standard Edition, VII: 125-243. London: Hogarth Press, 1981. - (1923). The Ego and the Id. Standard Edition, XIX: 1-66. London: Hogarth Press, 1981 - (1923). The Infantile Genital Organization. Standard Edition, XIX: 139-145. London: Hogarth Press, 1981. - (1924). The Dissolution of the Oedipus Complex. Standard Edition, XIX: 171-179. London: Hogarth Press, 1981. - (1925). Some Psychical Consequences of the Anatomical Distincition between the Sexes. Standard Edition, XIX: 241-258. London: Hogarth Press, 1981.