ΑΡΧΑΙΟΣΕΙΣΜΟΛΟΓΙΑ: ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ ΣΕΙΣΜΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ - ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ - ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ

Σχετικά έγγραφα
ΠΑΛΑΙΟΣΕΙΣΜΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΤΟΥ ΡΗΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΙΚΗΣ (ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΣ)*

Γεωτεχνική Έρευνα και Εκτίμηση Εδαφικών παραμέτρων σχεδιασμού Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΠΑΝΙΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΕΙΣΜΟ ΤΩΝ 6,5 R ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΕ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΣΤΙΣ 20/6/1978

ΣΕΙΣΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ Μ5.3 ΤΗΣ 19/07/2019

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό τόμος 7, 2018

Γεωργιάδου Μαριλένα Καμασιά Άννα Καμπουράκης Γιώργος Χαραλάμπους Σωκράτης

ΣΕΙΣΜΟΣ Ν. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (Μ w =6.3, 12/06/2017)

ΣΕΙΣΜΟΣ Ν. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (Μ w =6.3, 12/06/2017)

ΣΕΙΣΜΟΣ Ν. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (Μ w =6.3, 12/06/2017)

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

ΣΕΙΣΜΟΣ ΛΗΜΝΟΥ-ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ 24/05/2014

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Υπάρχει ο μαγικός κόσμος των μνημείων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου Οι σιωπηλοί αυτοί μάρτυρες του παρελθόντος

Τσουνάμι στην Ελλάδα Αντιμετώπιση Κινδύνου-

ΣΕΙΣΜΟΣ BA ΤΗΣ KΩ (Μ w =6.6, 21/07/2017)

ΣΕΙΣΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ Μ W 6.3 ΤΗΣ 12/06/2017

ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΕΙΣΜΟ ΤΗΣ ΠΑΡΝΗΘΑΣ (ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1999 ) ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΩΝ ΣΕΙΣΜΩΝ. Τατιάνα Χρηστάκη Α'2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία

Φαινόµενα ρευστοποίησης εδαφών στον Ελληνικό χώρο Κεφάλαιο 1

Θεσσαλονίκη 14/4/2006

ΣΕΙΣΜΟΣ ΝΔ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ (M=6.8, 26/10/2018)

ΣΕΙΣΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΛΕΣΒΟΥ 12/6/2017 (Μ=6.3)

ΣΕΙΣΜΟΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ 26/01/2014

Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Ε Ι Ο Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Ο Θ Ε Σ Σ Α Λ Ο Ν Ι Κ Η Σ

«ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΩΝ ΣΕΙΣΜΩΝ ΣΕ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ: ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΔΙΑΚΟΠΤΟΥ» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΙΣΧΥΡΗΣ ΣΕΙΣΜΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ

ΣΕΙΣΜΟΣ Ν. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (Μ w =6.3, 12/06/2017)

Μια Κοντινή Ματιά στα Σεισμικά Φαινόμενα & στις Επιπτώσεις τους. Μανώλης Σκορδύλης Καθηγητής Σεισμολογίας Εργαστήριο Γεωφυσικής, Α.Π.Θ.

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΣΕΙΣΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ 15/10/2016

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΣΕΙΣΜΙΚΗ ΔΙΕΓΕΡΣΗ Β. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (06/02/2017)

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

26. Ο ρόλος των ηφαιστείων και των σεισμών στις αλλαγές της φύσης

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΣΕΙΣΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ 15/10/2016

ΣΕΙΣΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ 15/10/2016

Σεισμός Λευκάδα Μ

ΣΕΙΣΜΟΣ BA ΤΗΣ KΩ (Μ w =6.6, 21/07/2017)

Project : Θέμα σεισμός. Σεισμοθηλυκά Ταρακουνήματα!!

ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΚΛΑΔΩΝ

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

ΣΕΙΣΜΟΣ Ν. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (Μ=6.1, 12/06/2017)

H ιστορία του κάστρου της Πάτρας

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Ένα ξεχασμένο θέατρο. (το Ρωμαϊκό Ωδείο) Έφη Νικολοπούλου, ΒΠΠΓ

ΣΕΙΣΜΟΣ ΛΕΥΚΑΔΑΣ 17/11/2015

Θαλάσσια Γεωαρχαιολογική Έρευνα για την Ανάδειξη της Βυθισµένης Πολιτιστικής Κληρονοµιάς

ΣΕΙΣΜΟΣ BA ΤΗΣ KΩ (Μ w =6.6, 21/07/2017)

Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της.

Παράκτια Ωκεανογραφία

Ενεργά ρήγµατα. Ειδικότερα θέµατα: Ο σεισµός ως φυσικό φαινόµενο. Ενεργά ρήγµατα στον Ελλαδικό χώρο και παρακολούθηση σεισµικής δραστηριότητας.

ΣΕΙΣΜΟΣ ΛΕΥΚΑΔΑΣ 17/11/2015

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

ΤΑ ΠΙΟ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΗΦΑΙΣΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Ασθενείς ρηξιγενείς ζώνες του Αιγαίου για ένα σταθερό φλοιό Weak fault zones in the Aegean for a stable crust

Η Παρακολούθηση του ηφαιστειακού συμπλέγματος της Σαντορίνης και οι δραστηριότητες του ΙΜΠΗΣ (Φηρά, 13 Οκτωβρίου 2012)

7.1.4 ΣΕΙΣΜΟΙ ΣΕΙΣΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ και ΕΝΕΡΓΑ ΡΗΓΜΑΤΑ, Η σημασία τους στη θεμελίωση Τεχνικών Έργων

«Έρευνα για το φαινόμενο του Σεισμού»

ΣΕΙΣΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ 15/10/2016

Το Μεσαιωνικό Κάστρο Λεμεσού.

ΣΕΙΣΜΙΚΗ ΔΙΕΓΕΡΣΗ Β. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (06/02/2017)

ΒΕΖΟΥΒΙΟΣ ΜΠΑΧΤΣΕΒΑΝΙ ΟΥ ΣΤΡΑΝΤΖΑΛΗ ΙΩΑΝΝΑ & ΑΣΚΑΛΟΥ ΜΙΧΑΛΗΣ

Σεισμική Επικινδυνότητα Κεφ.21

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

ΣΕΙΣΜΙΚΗ ΔΙΕΓΕΡΣΗ Β. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (06/02/2017)

Ε.Μ. Σκορδύλης Καθηγητής Σεισμολογίας Τομέας Γεωφυσικής, Α.Π.Θ.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΝΟΤΙΟ ΔΥΤΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΕΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ 21/09/2012 ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΝΔ ΑΙΓΑΙΟΥ

Ο σεισμός είναι φαινόμενο το οποίο εκδηλώνεται συνήθως χωρίς σαφή προειδοποίηση, δεν μπορεί να αποτραπεί και παρά τη μικρή χρονική διάρκεια του,

Χαρτογραφία ενεργών ρηγμάτων στον Ελληνικό χώρο: προβλήματα και προοπτικές

ΣΕΙΣΜΙΚΗ ΔΙΕΓΕΡΣΗ Β. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (06/02/2017)

«Έρευνα για το φαινόμενο του Σεισμού»

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

Δράση 2.2: Συσχέτιση μετεωρολογικών παραμέτρων με τη μετεωρολογική παλίρροια - Τελικά Αποτελέσματα

ΜΕΛΕΤΗ ΑΝΑΓΚΩΝ. Project co funded by the EU, Civil Protection Financial Instrument,

ΣΕΙΣΜΙΚΗ ΔΙΕΓΕΡΣΗ Β. ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ (06/02/2017)

Παναγιωτόπουλος, Δ., Παπαζάχος, Κ., Βαμβακάρης, Δ., Χατζηδημητρίου Π., Πεφτιτσέλης, Κ. και Καραμεσίνης, Α.

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ ΣΟΦΙΑ ΒΑΣΑΛΟΥ ΒΠΠΓ

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΣΕΙΣΜΙΚΗΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ R=H*V

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΥΝΟΨΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

ΣΕΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΘΑΚΗ ΤΟ 1953 ΚΑΙ ΤΟ

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου.

ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ. Μουσειακή παρουσίαση του οικοδομικού προγράμματος του Αυτοκράτορα Αδριανού. Μουσείο Ακρόπολης, Ισόγειο.

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Τα 7 θαύματα του αρχαίου κόσμου Χαρίδης Φίλιππος

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Ο ΣΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ 26 ης ΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2004 ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟ ΠΑΛΙΡΡΟΪΚΟ ΚΥΜΑ ΒΑΡΥΤΗΤΑΣ ΣΤΟΝ ΙΝ ΙΚΟ ΩΚΕΑΝΟ

Transcript:

ΑΡΧΑΙΟΣΕΙΣΜΟΛΟΓΙΑ: ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ ΣΕΙΣΜΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ - ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ - ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ Σπύρος Β. Παυλίδης Καθηγητής Τμήματος Γεωλογίας Α.Π.Θ. «Δημήτριος δ ο Καλλατιανός τούς καθ όλην την Ελλάδα γενομένους ποτέ σεισμούς διηγούμενος» Στράβων. Εισαγωγή Στην αρχαιολογική βιβλιογραφία βρίσκουμε πολλές αναφορές κτιρίων, πόλεων κ.λπ., η καταστροφή των οποίων είναι πιθανό να συνδέεται με φυσικά καταστροφικά φαινόμενα, όπως σεισμοί, κατολισθήσεις ή ηφαιστειακές εκρήξεις. Μεγάλης σημασίας αποτελούν οι καταστροφές αρχαίων κατασκευών που προκλήθηκαν από κατακόρυφες και οριζόντιες μετακινήσεις του εδάφους. Αρχαιολογικές ενδείξεις για καταστροφές σε συνδυασμό με γραπτές πληροφορίες προσδιορίζουν πολλές φορές σεισμική δράση ή δραστηριοποίηση σεισμικών ρηγμάτων και μπορούν έτσι να δώσουν ιδιαίτερα χρήσιμα στοιχεία σε γεωλόγους, σεισμολόγους και μηχανικούς για ενεργές γεωλογικές διαδικασίες, δηλαδή σεισμικά γεγονότα (βλέπε ενδεικτική βιβλιογραφία : Nikonov 1989; Stiros, 1988; Stiros & Jones 1996; Guidoboni 1996; Pavlides 1996b; Galadini & Gali 1999; Waelken et al 2000; Αλεξανδρής κ.α 2001,Pavlides et al 2001a,b). Πολλά παραδείγματα υπάρχουν παγκόσμια και ιδιαίτερα για ολόκληρο το χώρο του Αιγαίου, μιας περιοχής που βρίσκεται κάτω από έντονες σεισμικές, ηφαιστειακές και τεκτονικές διεργασίες (Gebhard 1996;Guidoboni 1988; Guidoboni et al., 2001; Dominey-Howes et al 1998; Fleming 1998; Picardi 2000; Pavlides et al., 2001). Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η Σαντορίνη (Θήρα), όπου υπάρχουν ενδείξεις σεισμών, όπως οι χαρακτηριστικές σπασμένες σκάλες σε προϊστορική οικία του Ακρωτηρίου, που προηγήθηκαν της τελευταίας (Μινωικής 1630 π.χ.) μεγάλης ηφαιστειακής έκρηξης (σχ. 1). Τα φαινόμενα αυτά εξετάζει συστηματικά ο νέος κλάδος της Αρχαιοσεισμολογίας στο πλαίσιο της σπουδής της Ενεργού Τεκτονικής, όπου διασταυρώνονται μέθοδοι, γνώσεις και τεχνικές της γεωλογίας, σεισμολογίας, αρχαιολογίας, ιστορίας, τοπογραφίας, μηχανικής κα. Σεισμοί και αρχαιοελληνικός κόσμος Οι πρώτες γεωλογικές παρατηρήσεις και απόψεις για τα γεωλογικά φαινόμενα και ιδιαίτερα για τους σεισμούς αναδεικνύονται από τους προσωκρατικούς φιλόσοφους, τον Αριστοτέλη, τον Θεόφραστο, τον Ερατοσθένη, τον Πλίνιο, το

Στράβωνα, αλλά σε περιορισμένη κλίμακα σε σχέση με άλλους επιστημονικούς κλάδους. Η περιγραφή όμως σεισμών και των αντίστοιχων συνοδών φαινομένων είναι συστηματική και σε ορισμένες περιπτώσεις ιδιαίτερα ακριβής κατά την κλασική, ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο. Το πρώτο στον κόσμο θαλάσσιο παλιρροϊκό κύμα (γνωστό ως tsunami σήμερα), που πιθανά συνδέεται με υποθαλάσσιο σεισμό του Θερμαϊκού το 479 π.χ., περιγράφεται από τον Ηρόδοτο : " Αρταβάζω δε πειδή πολιορκέοντι γεγόνεσαν τρε ς μήνες, γίνεται μπωτις τ ς θαλάσσης μεγάλη καί χρόνον πί πολλόν. δόντες δέ ο βάρβαροι τέναγος γενόμενον παρήισαν ς την Παλλήνην. ς δε τάς δύο μεν μοίρας διοδοιπορήκεσαν, τι δε τρε ς πόλοιποι σαν, τάς διελθόντας χρ ν ε ναι σω ν τ Παλλήνη, π λθε πλημυρίς τ ς θαλάσσης μεγάλη, ση ο δαμά κω, ς ο πιχώριοι λέγουσι, πολλάκις γινομένης. ο μέν δή νέειν α τ ν ο κ πισταμένοι διεφθείροντο, τους δε πισταμένους ο Ποτειδαι ται πιπλώσαντες πλοίοισι πώλεσαν". Εντυπωσιακή είναι επίσης η ακριβής περιγραφή και εξήγηση μέσα σε λίγες λέξεις του Θουκυδίδη για το αντίστοιχο tsunami στο Μαλιακό-Ευβοϊκό του μεγάλου σεισμού του 426 π.χ. «α τιον δ γωγε νομίζω το τοιούτου, σχυρότατος σεισμός γένετο, κατά το το ποστέλλειν, τε τήν θάλασσαν καί ξαπίνης πάλιν πισπωμένην βιαιότερον τήν πίκλυσιν ποιε ν; ' νευ δ σεισμο ο κ ' ν μοι δοκε τ τοιο το ξυμβ ναι γενέσθαι». Το πρώτο μνημείο στον κόσμο στη μνήμη νεκρών από σεισμούς (Σεισματίας) ανεγέρθηκε στη Σπάρτη μετά τον αφανιστικό σεισμό του 464 π.χ. Έκτοτε, μνημεία για το «αποτρόπαιο» και «καταστροφικό» αυτό φυσικό γεγονός εμφανίζονται ξανά μόλις κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα στο Βαλπαρέζο της Χιλής το 1960, στην Κίνα 1976 (Tang-Sang), στην Ιαπωνία (δεκαετία 80 και 90 Kobe) και Taiwan (1999-2002, υπο κατασκευή). Εκείνος που θεωρείται ότι συνέταξε πλήρη και συστηματικό κατάλογο σεισμών για τον ευρύτερο ελλαδικό χώρο είναι ο Δημήτριος ο Καλλατιανός, γεωγράφος και ιστορικός από την πόλη Καλλάτινα της περιφέρειας Οδησσού, τον 3 ο π.χ. αιώνα. Δυστυχώς το βιβλίο αυτό δεν διασώθηκε, παρά μόνο λίγες αναφορές από τον Διογένη Λαέρτιο και κυρίως από τον Στράβωνα. Περιγραφές μεγάλων σεισμών της αρχαιότητας. Πριν από μερικά χρόνια η σύγχρονη θεωρητική και πειραματική Σεισμολογία θεωρούνταν αντίθετη με την περιγραφική Ιστορική Σεισμολογία και δεν αξιοποιούσε ποσοτικά τις ιστορικές πληροφορίες για σεισμούς, οι οποίες είχαν μόνο φιλολογική-

ιστορική αξία. Η ανάγκη όμως για διερεύνηση της σεισμικής ιστορίας πολλών περιοχών πέρα από τις περιορισμένες ενόργανες καταγραφές του 20ου αιώνα, ανάγκασε σεισμολόγους, γεωλόγους και μηχανικούς να αναζητήσουν πηγές από εφημερίδες ή επιστημονικά κείμενα (κυρίως για τους 18ο και 19ο αιώνες), εκκλησιαστικά, λογοτεχνικά, ιστοριογραφικά, εμπορικά, συμβολαιογραφικά κείμενα, κρατικές αναφορές και άλλα. Πολλοί συγγραφείς έχουν ασχοληθεί κατά καιρούς με την συλλογή και ερμηνεία σεισμών των ιστορικών χρόνων για τον Ελλαδικό χώρο και την Ανατολική Μεσόγειο γενικότερα (Shebalin 1974; Guidoboni et al., 1994; Ambraseys & White 1997; Ambraseys & Jackson 1999; Papazachos & Papazachou 1989/1997), πού είναι χρήσιμοι και για ποσοτική αξιοποίηση για την εκτίμηση της σεισμικής επικινδυνότητας. Οι περιγραφές σεισμών της Κλασσικής, Ελληνιστικής και Ρωμαικής αρχαιότητας διακρίνονται για την ακρίβεια και σαφήνεια τους. Τρεις μεγάλοι σεισμοί της κλασσικής περιόδου (σχ. 2) μεταξύ πολλών άλλων, οι οποίοι αποτελούν ίσως τους αρχαιότερους γνωστούς από έγκυρες περιγραφές σεισμούς σε ολόκληρο τον κόσμο, θα αναφερθούν στη εισήγηση αυτή ενδεικτικά : Σπάρτη 469-464 π.χ., Β. Ευβοικός 426 π.χ. και Ελίκη (Αχαία) 373 π.χ. Ως αχαιότερος γνωστός από γραπτές πηγές σεισμός θα μπορούσε να θεωρηθεί του 550 π.χ, στη Σπάρτη (Πλούταρχος, Στράβων, Γαλανόπουλος 1961, Παπαζάχος και Παπαζάχου 1989/1997, Guidoboni 1989), ο οποίος όμως αμφισβητείται από τους Ambraseys & White (1997), καθώς επίσης και οι σύντομες αναφορές για σεισμούς στη Σύρο (550), τη Δήλο (490), την Αίγινα (490/488) και Σαλαμίνα (480). ΣΠΑΡΤΗ 464 π.χ. : Αναφορές για το μεγάλο σεισμό της Σπάρτης του 464 π.χ. υπάρχουν από τον Διόδωρο : "..εν γάρ τ Σπάρτη γενομένων σεισμ ν μεγάλων συνέβη πεσε ν τάς ο κίας κ θεμελίων και τ ν Λακεδαιμονίων πλείους τ ν δισμυρίων φθαρ ναι". Από Πλούταρχο " Αρχιδάμου το Ζευξιδάμου τέταρτον τος ν Σπάρτη βασιλεύοντος, πό σεισμο μεγίστου δη τ ν μνημονευομένων πρότερον τε χώρα τ ν Λακεδαιμονίων χάσμασιν νώλισθε πολλο ς, καί τ ν Ταϋγέτων τιναχθέντων κορυφαί τίνες περράγησαν α τή δ πόλις λη συνεχύθη πλην ο κι ν πέντε, τάς δ' λλας ρειψεν σεισμός, ν δε μέση τ στο γυμναζομένων μο τ ν φήβων και τ ν νεανίσκων λέγεται μικρόν προ το σεισμο λαγών παραφαν ναι, καί τούς μέν νεανίσκους σπερ σαν ληλιμμένοι μετά παιδι ς κδραμε ν καί διώκειν, το ς δ' φήβοις πολειφθε σιν πιπεσε ν το γυμνάσιον και πάντας μο τελευτ σαι. τον δε τάφον α τ ν τι ν ν Σεισματίαν προσαγορεύουσι ".

Σήμερα γνωρίζουμε ότι ένα μεγάλο ενεργό γεωλογικό ρήγμα ΒΒΑ-ΝΝΑ διεύθυνσης οριοθετεί τις ανατολικές παρυφές του Ταϋγέτου και είναι υπεύθυνο για μεγάλους σεισμούς, μεταξύ των οποίων θα πρέπει να συνδέεται και ο σεισμός του 464 π.χ. ( Armijo et al. 1991) ΑΤΑΛΑΝΤΗ-ΜΑΛΙΑΚΟΣ 426 π.χ. : Ένας από τους καλύτερα περιγραμμένους σεισμούς της κλασικής αρχαιότητας είναι ο σεισμός του 426 π.χ. ή καλύτερα οι σεισμοί του Βόρειου Ευβοϊκού (Αταλάντη, Σκάρφεια, Μαλιακός, Δίαυλος Ωραιών) : " Το δι πιγιγνομένου θέρους Πελοποννήσιοι καί ο ξύμμαχοι μέχρι μεν το Ισθμο λθον ς ς τήν Αττικήν σβαλο ντες, Αγιδος το Αρχιδάμου γουμένου Λακεδαιμονίων βασιλέως, σεισμ ν δε γενομένων πολλ ν πετράποντο πάλιν και ο κ γένετο σβολή." (Θουκιδίδης). " και Σκάρφειαν δ κ θεμελίων ναρριφ ναι, και καταδ ναι σώματα χιλίων και πτακοσίων ο κ λάττω θρονίους δ πέρ μισυ τούτων κ μά τε ξαρθέν τριχ, τό μέν πρός Τάρφην νεχθ ναι καί θρόνιον τό δέ πρός Θερμοπύλας, λλο δέ ε ς τό πεδίον ως το Φωκικο Δαφνο ντος. πηγάς τε ποταμ ν ξηρανθ ναι πρός μέρας τινάς, τόν δέ Σπερχειόν λλάξαι τό ρε θρον καί ποι σαι πλωτάς τας δούς τόν δε Βοάγριον κατ λλης νεχθ ναι φάραγγος. και Αλόπης δέ καί Κύνου καί Οπο ντος πολλά καταβλαβ ναι μέρη,." (Θουκιδίδης), " τηλικούτους δε τους σεισμούς συνέβη γενέσθαι κατά πολλά μέρη τ ς Ελλάδος, στε καί πόλεις τινάς πιθαλαττίους πικλύσασαν τήν θάλατταν διαφθε ραι, και κατά τήν Λοκρίδα χερρονήσου καθεστώστις ξαι μέν τόν σθμόν, ποι σαι δέ ν σον τήν νομαζομένην Αταλάντην." (Διόδωρος ο Σικελιώτης). Η πληροφορία του Διόδωρου για τη δημιουργία της νήσου Αταλάντης από το σεισμό αποτελεί ένα ανάλογο φαινόμενο με τους αντίστοιχους σεισμούς του Απριλίου του 1894 (Μεγέθους 6.8 και 7.0), την ενεργοποίηση του ομώνυμου ρήγματος, τη βύθιση της παραλιακής ζώνης κατά 30 έως 150 cm (Pavlides et al 2000) και το σχηματισμό αντίστοιχης νησίδας από μια μικρή χερσόνησο δίπλα στη νήσο Αταλάντη (σχ. 3). ΕΛΙΚΗ-ΑΧΑΙΑ 373 π.χ. : Ο σεισμός του 373 π.χ. της Αιγιαλείας (Ελίκη- Βούρα) είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το οποίο έχουμε πολύ καλές πληροφορίες από ιστορικές πηγές αλλά σχεδόν καθόλου αρχαιολογικές ενδείξεις (Marinatos 1960; Guidoboni et al 1994; Katsonopoulou & Soter 1996; Papadopoulos 1998; Koukouvelas et al 2001) : " Κατά τήν Πελοπόννησον γένοντο σεισμοί μεγάλοι καί κατακλυσμοί χώρας καί πόλεων πιστοι, ο δέποτε γάρ ν το ς πάνω χρόνοις

γένοντο πάθη τοια τα περί πόλεις Ελληνίδας." (Διόδωρος). " Σείσαντος δέ ξαίφνης το θεο καί μο τ σεισμ τ ς θαλάσσης ναδραμούσης, καθείλκυσεν α τανδρον τό κ μα τήν Ελίκην. (Παυσανίας) ".. ν πό σεισμο κοταποθ ναι συνέβη." (Στράβων). Υπάρχουν αρκετές αναφορές αρχαίων συγγραφέων με πρώτο τον.αριστοτέλη (384-323 π.χ.) ο οποίος ανέφερε ότι ο σεισμός στην Αχαΐα και το συνοδευόμενο θαλάσσιο κύμα συνέβησαν όταν ένας μεγάλος κομήτης παρατηρήθηκε στον ουρανό. Ο Πολύβιος επίσης (202-120 π-χ.) ανέφερε ότι πριν τη μάχη των Λεύκτρων η θάλασσα «κατάπιε» την Ελίκη. Αυτές ήταν οι πιο πρόσφατες μετά τον σεισμό αναφορές. Ο Στράβωνας ωστόσο αρκετά μεταγενέστερα, χρησιμοποίησε τις μαρτυρίες του Ηρακλείδη του Πόντου (φιλόσοφος του 4 ου αιώνα π.χ.) και του Ερατοσθένη, ο οποίος επισκέφτηκε τη πληγείσα περιοχή 160 χρόνια μετά τον σεισμό. Παρόλα αυτά, οι πιο περιγραφικές πληροφορίες είναι αυτές του Διόδωρου (90-20 π.χ.), του Στράβωνα (68 π.χ. - 25 μ.χ.), του Παυσανία (2 ος αιώνας μ.χ.) και του Αιλιανού (170-240 μ.χ.). Η περιγραφή του σεισμού στηρίζεται κυρίως στα δεδομένα των Guidoboni et al, (1994), με μερικές απαραίτητες μικροδιορθώσεις σύμφωνα με τον Γ. Παπαδόπουλο (1998), αφού διασταυρώθηκαν και με τα αρχαία κείμενα (επίσης Schmidt 1867; Marinatos 1960; Κατσωνοπούλου 1995; Πρακτικά 2ου Διεθνούς Συνεδρίου για την Ελίκη και Αιγιαλεία-1995/1998, κ.α.). Ο Διόδωρος αναφέρει ότι την εποχή που ηγέτης της Αθήνας ήταν ο Αστείος, οι ρωμαίοι εξέλεξαν έξι αξιωματικούς στρατιωτικούς με την ιδιότητα προξένου. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους έγιναν στην Πελοπόννησο μεγάλοι σεισμοί, συνοδευόμενοι από κατακλυσμούς που έπνιξαν μεγάλες περιοχές και πόλεις πέρα από κάθε αμφιβολία. Ποτέ σε προηγούμενες περιόδους δεν είχαν συμβεί τόσο μεγάλες καταστροφές σε Ελληνικές πόλεις, ούτε είχαν εξαφανιστεί πόλεις με τους κατοίκους τους μαζί ως αποτέλεσμα θεϊκής δύναμης. Η έκταση της καταστροφής μεγεθύνθηκε λόγω της ώρας του συμβάντος, διότι ο σεισμός συνέβη κατά τη διάρκεια της νύχτας με αποτέλεσμα όταν τα σπίτια κατέρρευσαν από την δύναμη της δόνησης, οι κάτοικοι να μη μπορούν να βοηθηθούν λόγω του σκοταδιού και του αιφνίδιου χτυπήματος. Η πλειοψηφία παγιδεύτηκε στα συντρίμμια και σκοτώθηκε, ενώ οι υπόλοιποι που νόμισαν ότι σώθηκαν αντιμετώπισαν μια μεγαλύτερη και πιο απίθανη καταστροφή. Η θάλασσα ανέβηκε σε ένα τεράστιο ύψος και ένα κύμα ανυψώθηκε ακόμα περισσότερο καλύπτοντας και πνίγοντας τους υπόλοιπους κατοίκους και τις γύρω περιοχές. Δύο πόλεις δέχθηκαν το βάρος της καταστροφής, οι ονομαζόμενες Ελίκη και Βουρά, από τις οποίες η πρώτη ήταν από τις κυριότερες

πόλεις της Πελοποννήσου πριν το σεισμό (Αχαϊκή Συμπολιτεία). Ο Στράβωνας αναφέρει ότι, ο Ηρακλείδης είπε πως η βύθιση έγινε τη νύχτα, και πως αν και η πόλη απείχε 12 στάδια από τη θάλασσα, εξαφανίστηκε κάτω από τα νερά της θάλασσας. Επίσης, δύο χιλιάδες άντρες που είχαν σταλεί από τους Αχαιούς, ήταν αδύνατο να βρουν τα πτώματα. Στο ίδιο κείμενο ο Στράβωνας, έχοντας ως πηγή τον μαθηματικό Ερατοσθένη, αναφέρει ο ίδιος Ερατοσθένης είδε την τοποθεσία και ότι οι μεταφορείς στα πορθμεία μιλούσαν για την ύπαρξη ενός μπρούντζινου αγάλματος του Ποσειδώνα στο στενό, όρθιο, κρατώντας έναν ιππόκαμπο στο χέρι του, το οποίο ήταν επικίνδυνο για αυτούς που ψάρευαν με δίχτυα. Ο Παυσανίας περιγράφει το σεισμό του 373 π.χ. σε τρία διαφορετικά σημεία του συγγράμματος του. Στα σημεία αυτά λοιπόν αναφέρει ότι ακόμα και ο Όμηρος έχει γράψει για την πόλη της Ελίκη και τον Ελικιανό Ποσειδώνα. Αργότερα όμως, όταν οι Αχαιοί της περιοχής αφαίρεσαν τις προσφορές των πιστών από το ναό και δολοφόνησαν τους ιερείς, η εκδίκηση του Ποσειδώνα ήταν άμεση. Ένας σεισμός χτύπησε την πόλη, όχι μόνο τα κτίρια αλλά και το έδαφος, ώστε να εξαφανιστεί ολόκληρη και να μην είναι πλέον ορατή από τους απογόνους. Η θάλασσα πλημμύρησε σε βάθος την ξηρά και υπερκάλυψε την πόλη και τα περίχωρα της. Η υπερχείλιση της θάλασσας κάλυψε το ιερό δάσος του Ποσειδώνα ώστε τίποτα να μην μπορεί να φανεί εκτός από τις κορυφές των δέντρων. Ένα ξαφνικό ταρακούνημα στάλθηκε από τον θεό, και η θάλασσα σε συνδυασμό με τον σεισμό εφόρμησε και παρέσυρε στον βυθό την Ελίκη, τους άντρες και τα πάντα. Όσον αφορά τη Βούρα ο Παυσανίας αναφέρει ότι πήρε το όνομά της από τη Βούρα, η οποία ήταν η κόρη του Ίωνα και της Ελίκης. Oταν ο θεός εξαφάνισε την Ελίκη, συνέβη ένας καταστροφικός σεισμός και στη Βούρα, με αποτέλεσμα να μην σωθούν ούτε τα αρχαία αγάλματα στους ναούς, ενώ οι άνδρες που έτυχε να βρίσκονται μακριά εκείνη την ώρα ήταν οι μοναδικοί άνθρωποι της Βούρας που επέζησαν και ήταν αυτοί που επανίδρυσαν την πόλη. Οι αναφορές του Αιλιανού λένε ότι πέντε μέρες πριν την εξαφάνιση της Ελίκης, όλα τα ποντίκια, κουνάβια, χελώνες, φίδια και άλλα παρόμοια είδη που βρίσκονταν στην πόλη έφυγαν σύσσωμα από τον δρόμο που οδηγεί στην Κερύνεια. Ένα φαινόμενο που επαναλήφθηκε σε μικρότερη κλίμακα πριν από τον μικρότερο σε μέγεθος (6.4) σεισμό του 1995, ( Soter 1999). Όταν οι κάτοικοι της Ελίκης είδαν αυτό που συνέβη εντυπωσιάστηκαν, αλλά δεν μπορούσαν να μαντέψουν την αιτία. Μετά όμως από την φυγή των ζώων, έγινε σεισμός κατά την διάρκεια της νύχτας. Η πόλη

κατέρρευσε και ένα τεράστιο κύμα την κάλυψε. Επίσης δέκα σπαρτιατικά πλοία που έτυχε να είναι αγκυροβολημένα εκεί κοντά καταστράφηκαν μαζί με την πόλη. Ενδιαφέρον έχουν επίσης κάποιες μικρότερες αναφορές σχετικά με την Ελίκη και την Βούρα, όπως από τον Οβίδιο (43πΧ -17μΧ): "αν αναζητήσεις την Ελίκη και τη Βούρα, πόλεις κάποτε της Αχαΐας θα τις βρεις κάτω από τα κύματα, και οι ναυτικοί ακόμα σου δείχνουν τις βυθισμένες πόλεις με τα θαμμένα τείχη τους". Ο σεισμός του 373π.Χ. ήταν ισχυρότατος με αποτέλεσμα να καταστρέψει ολοσχερώς την αρχαία πόλη Ελίκη. Η εύρεση της ακριβής της θέσης αποτελεί μέχρι και σήμερα ένα άλυτο πρόβλημα για τους αρχαιολόγους (Κατσωνοπούλου 1995; Katsonopoulou & Soter 1996). Η έρευνα για τον εντοπισμό της βασίζεται κυρίως στις διαθέσιμες περιγραφές αρχαίων συγγραφέων, σε γεωφυσικές -γεωλογικές μελέτες, σε αρχαιολογικά ευρήματα (Soter & Katsonopoulou 1999), καθώς επίσης και σε μελέτες αντίστοιχων σύγχρονων σεισμών που έγιναν στην περιοχή (Koukouvelas et al 2001; Παυλίδης et al. 2001). Ιδιαίτερα ο σεισμός του 1861 παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες ως προς το μηχανισμό γένεσης, αλλά και τα φαινόμενα που ακολούθησαν. Από τα υπάρχοντα ιστορικά δεδομένα, η ζώνη καταστροφής από τον σεισμό εκτείνεται τουλάχιστον από την Ελίκη στη Βούρα, δηλαδή, περίπου 8χλμ. Και στις δύο περιοχές, τα κτίρια κατέρρευσαν και υπήρξαν πολλά θύματα. Δεν υπάρχουν ενδείξεις για καταστροφές σε άλλες περιοχές. Μία σημαντική μετασεισμική δομή αποτελεί η υποχώρηση του παράκτιου τμήματος που εκτείνεται σε πλάτος από το κύριο τμήμα της Ελίκης ως την ακτή, δηλαδή περίπου 2.2χλμ κατά μέσο όρο. Το μήκος του παραμένει άγνωστο (Papadopoulos G., 1998). Αν λάβουμε υπόψη τα αρχαία κείμενα του Παυσανία και του Στράβωνα αντίστοιχα, που αναφέρουν ότι η στάθμη της θάλασσας έφτανε σχεδόν στις κορυφές των δέντρων και το άγαλμα του Ποσειδώνα που κρατούσε τον ιππόκαμπο, το οποίο ήταν επικίνδυνο για τους ψαράδες, υπολογίζεται ότι η υποχώρηση έφτανε περίπου τα 4 μέτρα τουλάχιστον σε ορισμένες περιοχές. Η υποχώρηση της ακτής από το σεισμό του 1861, ήταν μικρότερη σε έκταση, μία επιφανειακή δραστηριότητα της εκτεταμένης παράκτιας

ρευστοποίησης του εδάφους, που προκλήθηκε από τις εδαφικές δονήσεις, οι οποίες εκδηλώθηκαν και με "ηφαίστεια άμμου". Πιο συγκεκριμένα, το έδαφος της περιοχής που αποτελείται από χαλαρές δελταϊκές αποθέσεις είναι εξαιρετικά επιρρεπές στην ρευστοποίηση. Είναι λοιπόν, αρκετά πιθανόν το ίδιο φαινόμενο να συνέβη και στον σεισμό του 373 π.χ., αλλά σε μεγαλύτερη έκταση. Η υπόθεση ότι η περιοχή της Ελίκης ήταν εκτενώς πλημμυρισμένη λόγω της σημαντικής εδαφικής καθίζησης, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μεγάλες ροές χαλαρών υλικών δημιουργήθηκαν επίσης στην ακτή της Ελίκης εξαιτίας των ισχυρών σεισμικών δονήσεων (Papadopoulos G., 1998). Ροή χαλαρών υλικών σαν και αυτή θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντικές ζημιές στο λιμάνι και σε άλλες παραθαλάσσιες εγκαταστάσεις, να παρασύρει τμήματα αυτών των εγκαταστάσεων και να προκαλέσει μεγάλα θαλάσσια κύματα (Tsunamis). Το γεγονός που υποστηρίζει ο Στράβωνας ότι η Βούρα εξαφανίστηκε από ένα σεισμό, μάλλον υποδεικνύει ότι συνέβη εκτεταμένη ρευστοποίηση και στη γειτονική πόλη Βούρα. Πέρα όμως από αυτά τα φαινόμενα (ρευστοποιήσεις και υποχωρήσεις ακτών), ένα άλλο φαινόμενο που συνόδευσε το σεισμό είναι η δημιουργία παλοιροικών κυμάτων tsunami. Ο χρόνος άφιξης του tsunami μετά το σεισμό δεν είναι σαφής. Δεδομένου ότι σύμφωνα με τους Διόδωρο, Στράβωνα και Αιλιανό ο σεισμός συνέβη βράδυ. Ο Διόδωρος υποστηρίζει ότι το tsunami χτύπησε την πόλη αφότου είχε ξημερώσει. Επίσης δεν είναι σίγουρος ο μηχανισμός γένεσης του. Υπάρχουν όμως δύο πιθανότητες (Papadopoulos G., 1998): η πρώτη είναι να δημιουργήθηκε από τη σύγχρονη δραστηριοποίηση ενός θαλάσσιου ρήγματος. Η δεύτερη είναι να δημιουργήθηκε από μαζικές μετακινήσεις υλικών. Όποιος και να είναι ο τρόπος σχηματισμού του, η πηγή του δεν βρισκόταν μακριά από την ακτή, οπότε χρειάστηκαν μόλις λίγα λεπτά για να φτάσει το πρώτο tsunami στην ακτή. Ωστόσο, συνηθίζεται σε περιπτώσεις μεγάλων tsunamis να μην παρατηρείται μόνο ένα. Αν δεχτούμε ότι η περιοχή χτυπήθηκε από τρία τουλάχιστο κύματα και ότι αυτά ήταν ικανά να καταστρέψουν τα δέκα σπαρτιάτικα πλοία που αναφέρει ο Αιλιανός, τότε η περίοδος θα πρέπει να ήταν ίση με 2-3 λεπτά περίπου. Άρα μετά τον σεισμό

η περιοχή της Ελίκης δεχόταν την "επίθεση" των tsunamis για περίπου 6-10 λεπτά. Ωστόσο αν τα κύματα δημιουργήθηκαν από μετακινήσεις μαζών και όχι από την διέγερση ρήγματος οι παραπάνω χρόνοι θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν. Οι μεγάλες ομοιότητες που παρατηρούνται μεταξύ των σεισμών του 373 π.χ. και του 1861 μ.χ. οδήγησαν στο να παραδεχτούμε ότι είχαν και τις ίδιες παραμέτρους. Έτσι λοιπόν, εφόσον υπάρχουν περισσότερα στοιχεία για τον σεισμό του 1861, οι παράμετροι του σεισμού προσδιορίστηκαν ως εξής: χρόνος γένεσης λίγη ώρα πριν το ξημέρωμα κάποιας νύχτας του χειμώνα του Νοεμβρίου 373 π.χ. / Φεβρουαρίου 372 π.χ., επίκεντρο 38.2 0 N/22.3 E(±5km), εστιακό βάθος <15km, μέγεθος >6.6, μέγιστη ένταση ΙΧ±Ι(ΜΜ), και μήκος επιφανειακής εμφάνισης ρήγματος 13km (Papadopoulos G., 1998). Η προτεινόμενη ανασύσταση συνεπάγεται ότι το στρώμα των ερειπίων της Ελίκης θα πρέπει να αναζητηθεί στο χερσαίο υπέδαφος σε βάθος τουλάχιστον 4-6 μέτρων. Όμως, εξαιτίας της πλευρικής ολίσθησης της ακτής κάποια τμήματα των λιμενικών εγκαταστάσεων της αρχαίας Ελίκης θα μπορούσαν να εντοπιστούν σε υποβρύχιο χώρο της περιοχής. Στην ίδια περιοχή (Αιγιαλεία) συνέβη το έτος 23 μ.χ ένας λιγότερο ισχυρός σεισμός για τον οποίο υπάρχει μια μικρή αναφορά από τον ρωμαίο ιστορικό Τάκιτο ότι ο αυτοκράτορας Τιβέριος ζήτησε από τη σύγκλητο ειδική φορολογία 3 ετών για την αποκατάσταση των ζημιών στις δύο πόλεις που πλήγησαν από σεισμούς, το Αίγιο της Αχαΐας και τα Κίβυρα της Μ. Ασίας "Factaque auctore eo senatus consulta ut civitati Cibyraticae apud Asiam. Aegiensi apud Achaian, motu terrae labefactis, subveniretur remissione tributi in triennium." (Tacitus). Το σεισμό του 23 μ.χ. στην Αιγιαλεία προσπαθεί να αποδείξει η γεωλογική-παλαιοσεισμολογική έρευνα (Koukouvelas et al 2001, Pavlides et al. 2001), ενώ για τα Κίβυρα υπάρχουν αρχαιολογικές-γεωλογικές δημοσιευμένες εργασίες (Akyuz, S.H. & Altunel, E. 2001). Αρχαιοσεισμολογική - παλαιοσεισμολογική έρευνα σήμερα Οι αρχαιολογικές ενδείξεις και σπανιότερα αποδείξεις, αποτελούν σημαντικά συμπληρωματικά στοιχεία της σεισμικής ιστορίας ιδιαίτερα χρήσιμα για ορισμένες περιοχές, ή για θέσεις όπου κατασκευάζονται ή σχεδιάζονται μεγάλα τεχνικά έργα. Τέτοιες ενδείξεις μπορεί να είναι επιγραφές, εργασίες για αποκαταστάσεις κτιρίων

κατά την αρχαιότητα, ρωγμώσεις σε δάπεδα ή θεμέλια και τοίχους, εδαφικές παραμορφώσεις, ανυψώσεις ή καταβυθίσεις εδαφών, συστηματικές καταρρεύσεις κτιρίων, κιώνων κ.ά. Με ανάλογους τρόπους έχουν προσδιορισθεί μεγάλοι και καταστροφικοί σεισμοί στο Βουθρωτό (ς) της Νότιας Αλβανίας (σεισμοί 358 και 1153 μ.χ.), σε πολλές Ελληνιστικές-Ρωμαικές πόλεις της Μικράς Ασίας (Αφροδισιάς, Σαγαλασσός, Κίβυρα κα), ένας μεγάλος και πολύ σημαντικός σεισμός στα στενά της Μεσσήνης (Νότια Ιταλία-Σικελία) τον 4 ο αιώνα μ.χ. άγνωστος από τις ιστορικές πηγές (Guidoboni E., et al, G. 2001). ανάλογος με τον ιδιαίτερα μεγάλο και καταστροφικό και πολύνεκρο σεισμό του 1908, στη ίδια περιοχή. Επίσης διατυπώθηκαν υποθέσεις για πιθανούς σεισμούς στην Πέλλα της Μακεδονίας το 90 μ.χ., στο Δίον, Κρήτη-365 μ.χ. (Dominey-Howes 1998; Stiros 2001) και αλλού. Σήμερα, συστηματικές αρχαιολογικές-αρχαιοσεισμολογικές και γεωλογικέςπαλαιοσεισμολογικές μελέτες προσπαθούν να τεκμηριώσουν πολλές από τις παραπάνω περιγραφές και να εξάγουν ποσοτικά δεδομένα και συμπεράσματα χρήσιμα για την εκτίμηση της σεισμικής επικινδυνότητας της πατρίδας μας και γειτονικών χωρών (Pavlides 1996a,b; Stiros 1988; Galadini & Gali 1999; Picardi 2000; Waelken 2000; κ.α). Ενδιαφέροντα στοιχεία για αρχαιολογικές και ιστορικές ενδείξεις παλαιοσεισμών μπορεί να βρει ο αναγνώστης σε πολλές ερευνητικές επιστημονικές εργασίες, αλλά ιδιαίτερα σε βιβλία όπως: ARCHAEOSEISMOLOGY (S. Stiros & R. Jones),Έκδοση ΙΓΜΕ The British School of Athens (1996). CATALOQUE OF ANCIENT EARTHQUAKES IN THE MEDITERRANEAN AREA UP TO THE 10th CENTURY. (Editor : E. Guidoboni). Istituto Nationale di Geofisica. Roma (1994). THE ARCHAEOLOGY OF GEOLOGICAL CATASTROPHES, Geol. Soc. Lond., Spec. Publ. (McGUIRE et al., Eds). Geological Society of London. (2000). Οι αρχαιολογικές-αρχαιοσεισμολογικές και γεωλογικές- παλαιοσεισμολογικές μελέτες ( Stiros 1988; Pavlides 1996a,b) προσπαθούν να τεκμηριώσουν περισσότερο σεισμικές καταστροφές αποτυπωμένες στα ερείπια αρχαίων πόλεων και κτισμάτων και κυρίως να εξάγουν ποσοτικά δεδομένα και συμπεράσματα χρήσιμα για την εκτίμηση της σεισμικής επικινδυνότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Σαγαλασσός, ελληνιστική-ρωμαική πόλη της Πισιδίας (κεντρική Μικρά Ασία), τα ερείπια της οποίας βρίσκονται σήμερα Το αρχαίο θέατρο της πόλης, τυπικό ελληνικό αμφιθέατρο και ιδιαίτερα η στοά του παρουσιάζουν από τις πλέον χαρακτηριστικές σεισμικές καταρρεύσεις. Στη βιβλιοθήκη, με τις πολλές ελληνικές επιγραφές, διατηρούνται τα ίχνη της σεισμικής διάρρηξης, που κατέστρεψε ολοκληρωτικά την πόλη κατά τον 7ο μ.χ. αιώνα, η οποία έκτοτε

εγκαταλείφθηκε(waelken, M.,et al., 2000). Μια πόλη με ιδιαίτερη ανάπτυξη που κατακτήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο (σώζεται ακόμη ο λόφος Ισκεντερτεπέ) και αν και γνώρισε προηγούμενες πολεμικές και σεισμικές καταστροφές, συνέχισε να αποτελεί μια ακμάζουσα δύναμη. Η εγκατάλειψη της όμως δείχνει ένα επίπεδο σεισμικής καταστροφής, ίσως ανάλογο με εκείνο του 1914 στο διπλανό Bordour (μεγέθους 7.0 R), Οι σεισμοί της Σαγαλασσού (3ος-7ος μ. Χ. αιώνες) είναι αντικείμενο συστηματικής μελέτης της Βελγικής αρχαιολογικής Σχολής και των γεωλόγων του πανεπιστημίου Leuven του Βελγίου (Waelken, M., Sintubin, M., Muchez, Ph., & Paulissen, E. 2000). Η αρχαιολογική-σεισμοτεκτονιή έρευνα μπορεί να δώσε τον "σεισμό σχεδιασμού" ή "χαρακτηριστικό σεισμό" της περιοχής για μια περισσότερο ορθολογιστική και ακριβή εκτίμηση της σεισμικής επικινδυνότητας της περιοχής, από ότι τα σύγχρονα σεισμολογικά δεδομένα. Η παλαιοσεισμολογία είναι μια σχετικά νέα και ραγδαία εξελισσόμενη ειδίκευση της Γεωλογίας (κλάδος της Νεοτεκτονικής), η οποία συνδυάζει τις αντιλήψεις της σεισμολογίας με τις μεθόδους και τις αρχές της γεωλογίας για να προσδιορίσει σεισμικά συμβάντα του πρόσφατου γεωλογικού παρελθόντος, είτε σε ιστορική ή σε προϊστορικά χρόνια (Pavlides 1996,a,b). Χαρακτηριστικό παράδειγμα παλαιοσεισμολογικής έρευνας σε συνδυασμό με ιστορικά στοιχεία αποτελεί η περίπτωση της Ελίκης με την εκσκαφή ερευνητικών τομών κατά μήκος του ανατολικού κλάδου του ρήγματος (περιοχή Νικολαίικων-Διακοφτού) σχ. (Koukouvelas et al. 2001; Παυλίδης κ.α. 2001). Το Βουθρωτό (Butrint) της ΝΑ Αλβανίας, απέναντι από την Κέρκυρα, δίπλα στην ομώνυμη λίμνη, αποτελεί ένα θαυμάσιο αρχαιολογικό χώρο. Αναφέρεται εδώ ως ένα τελευταίο παράδειγμα αρχαιοσεισμολογικής έρευνας. Η περιοχή κατοικήθηκε από τα αρχαϊκά χρόνια, αναφέρεται από τον γεωγράφο Εκαταίο τον Μιλήσιο (6 ος π.χ. αιώνα) και το Στράβωνα (1ος αι.). Είχε ιδιαίτερη ανάπτυξη στα Ελληνιστικά, Ρωμαϊκά και Βυζαντινά χρόνια. Η έρευνά μας (Pavlides et al 2001a,b) στη θέση αυτή έδειξε μια συστηματική ανάπτυξη διακλάσεων σε θεμέλια κτιρίων, καταστροφές (π.χ. θέατρο, σχ ) σε μια χαρακτηριστική διεύθυνση ανατολική-δυτική κατά μήκος του γεωλογικού ρήγματος που οριοθετεί την ακρόπολη με το χώρο όπου αναπτύχθηκε η ελληνιστική-ρωμαϊκή πόλη (σχ. ). Αφού έγινε η γεωλογική και αρχαιολογική τεκμηρίωση μελετήθηκαν όλοι οι γνωστοί σεισμοί της ευρύτερης περιοχής και τα δεδομένα συγκλίνουν ότι η πόλη γνώρισε έναν ισχυρότατο καταστροφικό σεισμό το 358 μ.χ. Άλλες μικρότερης έκτασης και διαφορετικής διεύθυνσης ρωγμώσεις σε βυζαντινά κτίρια πιθανό να οφείλονται σε νεώτερο σεισμό του 1153 μ.χ. (Ceka 1999, Pavlides et al 2001a,b).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Akyuz, S.H. & Altunel, E. 2001. Geological and archaeological evidence for post-roman earthquake surface faulting at Cibyra, SW Turkey. Geodinamica Acta. Spec. Issue, Neotectonics of Turkey. Bozkurt, E. (Ed), 14, 95-101. Αλεξανδρής, Α., Ψυχαρης, Ι.Ν. Πρωτοπαπα Ε.Α.(2001). Η κατάρρευση του ναού του Δία στην Ολυμπία. Ανάστροφες αναλύσεις με τη μέθοδο του διακριτού στοιχείου. 2 ο Πανελλήνιο Συνέδριο αντισεισμικής μηχανικής και Τεχνικής Σεισμολογίας. Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδα Θεσσαλονίκη 2001. Ambraseys, N.N., White, D. (1997) The seismicity of the Eastern Mediterranean region 550-1 BC: A re-appraisal, Journal of Earthquake Engineering Vol. 1, No 4, 603-632. Ambrasseys and Jackson, J.A. (1998). Faulting associated with historical and recent earthquakes in the Eastern Mediterranean region. Geophys. J. Int. 133, 390-406. Armijo, R., Lyon-Caen, H., Papanastassiou, D. (1991). A possible normal fault rupture for the 464 BC Sparta earthquake. Nature, 35. 137-139. Dominey-Howes Dale, Dawson Alastair, Smith David. (1998) Late Holocene coastal tectonics at Falasarna, western Crete: a sedimentary study. In. Stewart, I.S. & Vita-Finzi, C. (eds) Coastal Tectonics. Geological Society, London, Sp. Publ. 146, 343-352. Flemming, N.C. (1998). Archaeological evidence for vertical movement on the continental shelf during the Palaeolithic, Neolithic and Bronze Age periods. In. Stewart, I.S. & Vita-Finzi, C. (eds) Coastal Tectonics. Geological Society, London, Sp. Publ. 146, 129-146. Ceka, N. (1999). BUTRINT, A guide to the city and its monuments. The Butrint Foundation. London. 81pp. Gebhard, E.H. (1996). Evidence for an earthquake in the Theatre at Stobi, c. AD 300. In : S. Stiros & R.E. Jones, (eds), Archeoseismology. Fitch Laboratory, British School at Athens. 55-61pp. Galladini, F. and Galli, P. (1999). Palaeoseismology related to the displaced Roman archaeological remains at Egna (Adige Valley, northern Italy). Tectonophysics, 308, 171-191. Guidoboni, E., (1989). I terremoti prima del Mille in Italia e nell' area Mediterranea. ING ed. SGA, Storia-Archaeologia-Sismologia. Bologna. 765pp. Guidoboni, E., Comastri, A. & Traina, G. (1994). Catalogue of ancient earthquakes in the Mediterranean area up to 10 th century, ING-SGA, Bologna, 504pp. Guidoboni E. (1996). Archaeology and Histrorical Seismology: the Need for Collaboration in the Mediterranean Area. In : S. Stiros & R.E. Jones, (eds), Archaeoseismology. Fitch Laboratory, British School at Athens. 7-13 pp.

Guidoboni E., Mugglia, A. & Valensise, G. (2001). Territorial archaeology in the straits of Messina area, in search of a strong earthquake (m>7) between 500 BC and 500 AD. Ann. Geof. (in press). Κατσωνοπούλου, Ν. (1995). ΕΛΙΚΗ.Αρχαιολογία, 54, 35-40. Koukouvelas I., Stamatopoulos L., Katsonopoulou D. and Pavlides S. 2001. A paleoseismological and geoarchaeological investigation of the Eliki fault, Gulf of Corinth, Greece. J. Struct. Geol., V23, 2-3, 531-543 Marinatos, S.N., 1960. A submerged town of classical Greece. Arcaeology 113, 186-193. Nikonov, A. A. (1989). Orintamenti dell' archeosismologia in Unione Sovietica. In Guidoboni, E. (Ed) op. cit., 418-422. Papadopoulos, G. (1998). A reconstructure of the great earthquake of 373 BC, in the western gulf of Corinth. HELIKE II, Proceed. 2nd Intern. Conf. Ancient Helike and Aigialeia, Aigioa1995. Pavlides, S., 1996a. First Palaeoseismological Results from Greece. Annali di Geophysica 39, 545-555. Pavlides S.B. (1996b). Palaeoseismology: a branch of Neotectonics linking Geological, Seismological and Archaeological data an introduction. In : S. Stiros & R.E. Jones, (edts) Archaeoseismology; Fitch Laboratory (7), British School at Athens. 15-19 pp. Pavlides, S., Caputo, R., Chatzipetros, A. (2000). Empirical relationships among earthquake megnitude, surface ruptures and Maximum displacement in the broader Aegean region. Proceed. 3rd Int. Conf. Geol Eastern Mediterranean. Cyprus. 159-168. Pavlides, S., Kociu, S., Mukelli, P., Hyseni, A., Zouros, N. (2001a). Neotectonics of SW Albania and archaeological evidence for seismicity in Butrint. Proc. 4 th ISEMG Isparta, Turkey, 1-20. Pavlides, S., Kociu, S., Mukelli, P., Hyseni, A., Zouros, N. (2001b). Archaeological evidence for seismic activity in Butrinti (SW Albania) and Neotectonics of the area. Δελτ. Ελλην. Γεωλ. Εταιρίας XXXIV/1, 311-319. Παυλίδης, Σ., Κουκουβέλας, Ι., Σταματόπουλος, Λ. Αγραφιώτης, δ., Αλεξανδρής Γ- Α., Ζυγούρη, Β., Σμόρας, Σ. (2001). Παλαιοσεισμολογική μελέτη του ανατολικού κλάδου του ρήγματος της Ελίκης (Κορινθιακός). Δελτ. Ελλ. Γεωλ. Εταιρ. XXXIV/1, 199-205. Παπαζάχος, Β. και Παπαζάχου, Κ. (1989), Οι Σεισμοί της Ελλάδος, (ΖΗΤΗ) και Papazachos, B. & Papazachou K. 1997. The earthquakes of Greece. Ziti public. Thessaloniki, (English version ). 356/304 pp. Piccardi, L. 2000. Active faulting at Delfi, Greece: Seismotectonic remarks and a hypothesis for the geologic environment of a myth. Geology, 28, 651-654. Schmidt, J. (1867). Περί του γενομένου εν έτει 1861ω Δεκαμβρίου Σεισμού του Αιγίου. Αθήνα 52σελ.

Shebalin, N.V., (Editor). (1974). Cataloque of Erthquakes. Part II, prior to 1901. UNDP/UNESCO survey of the "Seismicity of the Balkan Region". Skopje. Soter, S. (1999). Macroscopic seismic anomalies and submarine pockmarks in Corinth-Patras rift, Greece. Tectonophysics 308, 275-290. Soter, S. & Katsonopoulou, D. (1999). Occupation horizons found in the search for ancient Greek city of Helike. Geoarchaeology Stiros, S. (1988). Archaeology, a tool to study active tectonics - the Aegean as a case study. Eos, Transaction of the American Geophysical Union (13 Decmber 1988), 1633-1639. Stiros, S. & R.E. Jones, (eds) (1996). Archaeoseismology; IGME-British School at Athens, Fitch Laboratory (7), 268 pp. Stiros, S.C. (2001). The AD 365 Crete earthquake and possible seismic clustering during the fourth to six centuries AD in the Eastern Mediterranean: a review of historical and archaeological data. J. Struct. Geol. 23 (2/3), 545-562. Waelken, M., Sintubin, M., Muchez, Ph., & Paulissen, E. 2000. Archaeological, geomorphological and geological evidence for a major earthquake at Sagalassos (SW Tyrkey) around the middle of seventh century AD. Geol. Soc., London, Spec. Publ. McGuire at al (Eds). 171,373-383. Σχ 1. Η σπασμένη κλίμακα σε διόροφη οικία στο Ακρωτήρι Σαντορίνης, που πιστέυεται ότι δημιουργήθηκε από τους σεισμούσ που προηγήθηκαν της μεγάλης Μινωικής έκρηξης του 1630 π.χ. Σχ. Το ελληνιστικό-ρωμαϊκό θέατρο του Βουθρωτού και οι Χιαστί σεισμικές διαρρήξεις (auditorium) σε φωτογραφία και σε ένθετο σχήμα (κάτω δεξιά). Σχ. Σεισμική διάρρηξη και καταβύθιση ενός τμήματος της πύλης του Πύργου (3 ος -2 ος αιώνας π.χ.) στο Βουθρωτό. Τυπικό παράδειγμα συν-σεισμικής δράσης. Σχ. Το θέατρο της Σαγαλασσού με τις καταρρεύσεις που οφείλονται σε ισχυρό σεισμό του 7ου μ.χ. αιώνα, αγνώστου μέχρι σήμερα. Σχ.2. Οι σεισμικές διαρρήξεις στο δάπεδο της βιβλιοθήκης της Σαγγαλασού, με ίδια διεύθυνση και στην προέκταση του ρήγματος Eder που έδωσε τον σεισμό Μ 6.2 της 3ης Φεβρουαρίου.

Σ. Παυλίδης Καθηγητής Γεωλογίας ΑΠΘ Pavlides@geo.auth.gr