Werner Helwig. Οι Ληστές του Βυθού. Werner Helwig. Με την ευγενική υποστήριξη των Εκδόσεων iwrite και των Πρότυπων Εκδόσεων 1 Πηγή.

Σχετικά έγγραφα
«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Εικόνες: Eύα Καραντινού

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΞΩΤΙΚΩΝ. Ιστορίες από τη Σκωτία και την Ιρλανδία

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Εθνικό δασικό πάρκο Πέτρας του Ρωμιού

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Ταξίδι στις ρίζες «Άραγε τι μπορεί να κρύβεται εδώ;»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Ο Φώτης και η Φωτεινή

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΝΑΡΑΚΗΣ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΕΡΜΗ. Εικονογράφηση Βίλλυ Καραμπατζιά

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Πρόλογος. Καλή τύχη! Carl-Johan Forssén Ehrlin

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

Ίνγκο Ζίγκνερ. Ο μικρός δράκος. Καρύδας. Ο θησαυρός της ζούγκλας. Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου


ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΗΧΟΣ indb /2/2013 3:35:01 μμ

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Ίνγκο Ζίγκνερ. Ο μικρός δράκος. Καρύδας. Το μυστικό του Φαραώ. Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ KANGOUROU ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ 2016

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Η χαρά της αγάπης

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Ίνγκο Ζίγκνερ. Ο μικρός δράκος. Καρύδας. Ταξίδι στον Βόρειο Πόλο. Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

ια φορά κι έναν καιρό, σε μια πολύ μακρινή χώρα, τόσο μακρινή

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Αιγαίο πέλαγος. Και στην αρχή το απέραντο, το άπειρο που δεν το χωράει ο νους εγένετο αλήθεια όπως με ένα φως λευκό.

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Ο Μικρός Πρίγκιπας. Μετάφραση: Μελίνα Καρακώστα. Διασκευή: Ανδρονίκη

Και κοχύλια από του Ποσειδώνα την τρίαινα μαγεμένα κλέψαμε. Μες το ροδοκόκκινο του ηλιοβασιλέματος το φως χανόμασταν

25 μαγικές ιστορίες για μικρά παιδιά

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Αυτός είναι ο αγιοταφίτης που περιθάλπει τους ασθενείς αδελφούς του. Έκλεισε τα μάτια του Μακαριστού ηγουμένου του Σαραντάριου.

Ψάρεμα τύχη ή γνώσεις και εμπειρία ; Δημοσιεύθηκε από nickos74-29/05/ :56

ΜΑΡΙΝΑ ΓΙΩΤΗ: «Η επιτυχία της Στιγμούλας, μου δίνει δύναμη να συνεχίσω και να σπρώχνω τα όριά μου κάθε φορά ακόμα παραπέρα»

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Κ ΕΦΆ Λ ΑΙΟ 1 Ο ΩΚΕΑΝΟΣ

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Τάξη: Γ. Τμήμα: 2ο. Υπεύθυνη τμήματος : ΑΝΕΣΤΗ ΑΣΗΜΙΝΑ. Εκθέσεις μαθητών.. ΜΑΘΗΤΗΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ.

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. ΗΕποχήπουοΘεός Δημιούργησε τα Πάντα

Κυριάκος Δ. Παπαδόπουλος ΑΠΟ ΦΤΕΡΟ ΚΙ ΑΠΟ ΦΩΣ

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Στέφανος Λίβος: «Η συγγραφή δεν είναι καθημερινή ανάγκη για μένα. Η έκφραση όμως είναι!»

Aφιερωμένο στην Παυλίνα Κ. για το νόστο και τη θλίψη πού έχει για το Μαγικό Ψάρι του Αιγαίου

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Το Νησάκι βρίσκεται στη βορειοανατολική ακτή της Κέρκυρας και μόλις 25χλμ από την πόλη της Κέρκυρας.

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Ο ον Κιχώτης και οι ανεµόµυλοι Μιγκέλ ντε Θερβάντες

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Το καράβι της Κερύνειας

ΕΝΑΣ ΤΟΙΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΝΟ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ...

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

«Η ΣΕΛΗΝΟΜΟΡΦΗ» Πράσινη κλωστή κλωσμένη. στην ανέμη τυλιγμένη. δωσ της κλώτσο να γυρίσει. παραμύθι ν αρχίσει

Σκοπός του παιχνιδιού. Περιεχόμενα

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. ΗΕποχήπουοΘεός Δημιούργησε τα Πάντα

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Transcript:

Werner Helwig Οι Ληστές του Βυθού Werner Helwig Με την ευγενική υποστήριξη των Εκδόσεων iwrite και των Πρότυπων Εκδόσεων 1 Πηγή.

Οι Ληστές του Βυθού τίτλος συγγράμματος Οι Ληστές του Βυθού συγγραφέας Werner Helwig μετάφραση Ειρήνη Κυραννού συντονισμός έκδοσης Βαλάντης Ναγκολούδης διεύθυνση ατελιέ Νικόλαος Κουμαρτζής σελιδοποίηση Θεόδωρος Κουμαρτζής φιλολογική επιμέλεια Ισμήνη Κάκαλη α έκδοση Αύγουστος 2013 isbn 978-618-5067-02-1 τίτλος Γερμανικής έκδοσης Raubfischer in Hellas Copyright Ursula Prause, Barßel 2013 Εκδόσεις iwrite.gr Μαλέας 11, Άνω Πόλη, Θεσσαλονίκη, Ελλάδα An iwrite Publication Maleas 11, Ano Poli, Thessaloniki, Greece Ιστοσελίδα: www.iwrite.gr Επικοινωνία: 2311 27 28 03 info@iwrite.gr O συντονισμός της έκδοσης, η καλλιτεχνική επιμέλεια, η σελιδοποίηση και η σχεδίαση της μακέτας εξωφύλλου έγιναν από τα ατελιέ του iwrite.gr iwrite Creative Team http://www.iwrite.gr Απαγορεύεται η δημοσίευση μέρους ή του συνόλου του βιβλίου αυτού, η αναπαραγωγή ή η μετάδοσή του με οποιοδήποτε οπτικοακουστικό μέσο, χωρίς την έγγραφη άδεια του εκδότη. 2

Werner Helwig 3

Οι Ληστές του Βυθού 4

Werner Helwig πρόλογος για την ελληνική έκδοση του μυθιστορήματος «Οι Ληστές του Βυθού» του Werner Helwig Στο Βορειοανατολικό Πήλιο, ανάμεσα στα χωριά Πουρί και Βένετο, βοσκοί, καρβουνιάρηδες, κυνηγοί και ψαράδες παρατηρούν από τη δεκαετία του 50 μέχρι σήμερα αρκετούς ξένους άνδρες περιπατητές, οι οποίοι περιπλανώνται σ αυτή την ξεχασμένη, ακόμα κι από το Θεό, περιοχή. Εμφανίζονται άλλοτε σαν ομάδες και άλλοτε είναι κάποιοι μεμονωμένοι έφηβοι ή και ηλικιωμένοι, οι οποίοι συνοδεύονται μερικές φορές και από καμιά γυναίκα. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις πρόκειται για Γερμανούς. Αν τους ρωτήσει κανείς, τι ήταν αυτό που τους οδήγησε σ αυτή την έρημη περιοχή, η οποία δεν αναφέρεται σε κανέναν τουριστικό οδηγό, θα βγάλουν κατά πάσα πιθανότητα από την τσάντα τους ένα μικρό βιβλίο: «Οι Ληστές του Βυθού» του Helwig. Αυτό το βιβλίο τους έφερε μέχρι εδώ. Θέλουν να ακολουθήσουν τα ίχνη του βιβλίου και να επισκεφτούν τα μέρη, όπου εξελίσσεται η πλοκή του. Το βιβλίο «Οι Ληστές του Βυθού» του Werner Helwig δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στη Γερμανία το 1939. Μεταφράστηκε στα Ολλανδικά, στα Ιταλικά και στα Γαλλικά. 5

Οι Ληστές του Βυθού Ακολούθησαν πολλές επανεκδόσεις, η τελευταία το 1992 με πολύ καλές πωλήσεις. Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο Κλέμενς ή Ξενοφών, είναι ο θρυλικός Alfons Hochhauser (1906-1981), ο οποίος έζησε από το 1926 μέχρι το 1938 ως χοιροβοσκός, ταβερνιάρης και ψαράς στο Πήλιο και στις βόρειες Σποράδες. Τέλος της δεκαετίας του 20 λειτουργούσε στο Κουλούρι, κοντά στο Βένετο, ένα απλό ταβερνάκι, όπου σύχναζαν κυρίως οι δυναμιτιστές της περιοχής. Η πληρωμή του γινόταν με ψάρια, τα οποία ο Άλφονς τα πουλούσε στο Βόλο και στα χωριά του Πηλίου. Κατά τη διάρκεια του πολέμου το 1942 συμμετείχε αρχικά ως γνώστης της περιοχής και ως ειδικός στο ψάρεμα σε μια αποστολή στο Αιγαίο μαζί με τον εμπειρότατο δύτη Hans Hass. Αργότερα υπηρέτησε μέχρι και το τέλος του πολέμου στην Ελλάδα ως μεταφραστής στο γερμανικό στρατό. Οι κατηγορίες ότι ήταν κατάσκοπος των Γερμανών και ότι έβλαψε με τη δράση του την ελληνική αντίσταση, δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ. Αντίθετα, το γεγονός ότι βοήθησε αρκετούς Έλληνες να γλυτώσουν από βαριές ποινές ή ακόμα και από το θάνατο, χάρη στις επιδέξιες μεταφραστικές του ικανότητες, επιβεβαιώθηκε από πολλούς μάρτυρες της εποχής. Το 1957 επέστρεψε στην Ελλάδα. Ως πρωτοπόρος του ήπιου τουρισμού διατηρούσε μέχρι το 1969 μαζί με την Ελληνίδα σύζυγό του Χαρίκλεια, μέσα σε ένα εγκαταλελειμμένο μοναστήρι στο νησί Τρίκερι, έναν εναλλακτικό ξενώνα. Όταν το μίσθωμα του μοναστηριού αυξήθηκε τόσο ώστε να μην μπορεί να καλύψει πλέον τα έξοδα, συνέχισε να φιλοξενεί τους καλοκαιρινούς επισκέπτες του μέχρι το 1980 σε μικρές απλοϊκές καλύβες που είχε κατασκευάσει ο ίδιος στο Κουλούρι. Τον Ιανουάριο του 1981 αποσύρθηκε συνειδητά σε μια απόμερη παγωμένη κορυφή του Πηλίου, όπου και βρήκε το θάνατο από το κρύο. Το μυθιστόρημα «Ποιός θυμάται τον Άλφονς» του Βολιώ- 6

Werner Helwig τη συγγραφέα Κώστα Ακρίβου, που δημοσιεύτηκε το 2010 στην Ελλάδα και το 2012 μεταφράστηκε και εκδόθηκε στη Γερμανία, αποτελεί μια σημαντική αναφορά στην ιδιότυπη ζωή του. Ο συγγραφέας Werner Helwig (1905-1985) επισκέφτηκε τον Άλφονς μεταξύ του 1935 και του 1938 τρεις φορές και έμεινε μαζί του για αρκετά μεγάλο διάστημα. Κατά τη διάρκεια πολύωρων βαρκάδων και οδοιποριών ο Άλφονς του μιλούσε για τις περιπέτειές του. Κατά την αναχώρηση του συγγραφέα, του έδωσε αρκετές γραπτές σημειώσεις που αφορούσαν τις συγκεκριμένες εμπειρίες του. Οι σημειώσεις αυτές, μαζί με τις εμπειρίες του ίδιου του συγγραφέα, αποτέλεσαν τη βάση για το μυθιστόρημα «Οι Ληστές του Βυθού» καθώς και για τα υπόλοιπα μυθιστορήματα που αφορούσαν την Ελλάδα. 1 Διαβάζοντας το μυθιστόρημα αντιλαμβάνεται κανείς το πόσο έντονα έζησε ο Χέλβιγκ τις βαρκάδες και τις περιηγήσεις στις περιοχές αυτές του Πηλίου. Οι περιγραφές του βιβλίου συνεπαίρνουν τον αναγνώστη και τον παρακινούν να εξερευνήσει ο ίδιος το Πήλιο και τις περιοχές που τόσο αναλυτικά και πλαστικά περιγράφονται από τον Hochhauser και τον Helwig: Η κυρτή γέφυρα πάνω από το ποτάμι των πνευμάτων που μοιάζει με καμπούρα γάτας, η μυστηριώδης ερειπωμένη Παλαιά Μιτζέλα, ο Ασπρόβραχος, η παραλία του Οβριού, τα πολλά κρυμμένα παρεκκλήσια, η παραλία του Λιμιώνα με το πηγάδι με τα φίδια, το μοναστήρι του Φλαμουριού, οι μυθικές θαλάσσιες σπηλιές καθώς και τα απομεινάρια από το ταβερνάκι των λαθροψαράδων στο Κουλούρι και φυσικά τα όμορφα χωριά του Πηλίου, Ζαγορά, Χορευτό, Πουρί και Βένετο. Όλα αυτά τα σημεία μπορεί να τα επισκεφτεί κα- 1 Από τον Helwig δημοσιεύτηκαν στη Γερμανία τέσσερα ακόμα μθυιστορήματα με θέμα την Ελλάδα: Im Dickicht des Pelion 1941, Gegenwind 1945, Die Widergänger 1952 Reise ohne Heimkehr 1953. 7

Οι Ληστές του Βυθού νείς ακόμα και σήμερα, κάνοντας πεζοπορίες ή εκδρομές με τη βάρκα. Με αυτό τον τρόπο μετατρέπεται το μυθιστόρημα σε μια πραγματικά μαγευτική εμπειρία. 74 χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του βιβλίου Οι Ληστές του βυθού γίνεται πραγματικότητα και η ελληνική έκδοση του μυθιστορήματος. Ο Werner Helwig σίγουρα θα ήταν πολύ χαρούμενος γι αυτό. Δίνεται έτσι στους Έλληνες η δυνατότητα, έστω και με κάποια καθυστέρηση, να διαβάσουν στα ελληνικά, τον τρόπο με τον οποίο ένας Αυστριακός και ένας Γερμανός αντιλήφθηκαν τη ζωή στα χωριά και τις ακτές του Πηλίου. Μπορεί να διαφωνούν μερικοί με αυτά που διαβάζουν και να μη τα αποδέχονται εύκολα ως αυθεντικά στοιχεία του τρόπου ζωής, επειδή καταγράφηκαν από την σκοπιά δύο ξένων, του Alfons Hochhauser, που τα έζησε και του Werner Helwig που τα έπλασε σε μυθιστόρημα. Δεν παύουν εντούτοις να αποτελούν μοναδικές μαρτυρίες για τον τρόπο ζωής στις αρχές του 20ου αιώνα στο Πήλιο και δεν γνωρίζω αν έχουν καταγραφεί παρόμοιες στην ελληνική γλώσσα. Οι αναγνώστες έχουν συνεπώς την ευκαιρία να θυμηθούν κάποιες πτυχές της ιστορίας του Πηλίου, που ίσως να έχουν ξεχάσει ή και να μη τις γνώριζαν ως τώρα. Τη βαθιά μου εκτίμηση και ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Ειρήνη Κυραννού για την τόλμη και τον κόπο της, να μεταφράσει αυτό το γλωσσικά πολύ δύσκολο κείμενο στην Ελληνική γλώσσα. Κατά την περίοδο της έκδοσης αυτού του βιβλίου αποκτά επίσης υπόσταση στο Χορευτό / Ζαγορά ένα οικολογικό-πολιτιστικό έργο. Η ομάδα Φίλων του Alfons Hochhauser, που αποτελείται από Γερμανούς και Έλληνες, δημιουργεί έναν μικρό Χώρο Μνήμης στη μνήμη του Αυστριακού Έλληνα. Μεταξύ των στόχων της ομάδας είναι και η οργάνωση πολιτιστικών δραστηριοτήτων και η λήψη πρωτοβουλιών για την προστα- 8

Werner Helwig σία του περιβάλλοντος στο βορειοανατολικό Πήλιο. Επί πλέον προτίθεται να οργανώνει οδοιπορίες και βαρκάδες στους γραφικούς τόπους όπου διαδραματίζεται το μυθιστόρημα. Dieter Harsch Διευθύνσεις που αφορούν την ομάδα Φίλων του Alfons Hochhauser: www.alfons-hochhauser.eu post@alfons-hochhauser.eu Μερικές περαιτέρω σημαντικές ιστοσελίδες που σχετίζονται με το θέμα: http://de.wikipedia.org/wiki/raubfischer_in_hellas http://www.wernerhelwig.de/ http://de.wikipedia.org/wiki/werner_helwig http://de.wikipedia.org/wiki/alfons_hochhauser 9

Οι Ληστές του Βυθού 10

Werner Helwig Το Πιστεύω των Ληστών του Βυθού Θάλασσα έχουμε αρκετή. Νησιά και εγκαταλελειμμένες ακτές έχουμε αρκετές. Ο άνεμος είναι πάντα χρήσιμος, απ όπου και αν φυσά. Και αν δεν είναι ούριος, τραβάμε κουπί. Η καρίνα μας δεν αφήνει κανένα σημάδι, διότι κινούμαστε χωρίς μηχανές. Θα μπορούσαν να μας ακούσουν. Πρέπει να είμαστε αθόρυβοι, επειδή είμαστε κυνηγοί και κυνηγημένοι ταυτόχρονα. Η θάλασσά μας είναι ελεύθερη και απέραντη, κι έχει πολλές κρυψώνες. Όπου και αν βρεθούμε, είμαστε στο δρόμο μας, δρόμο χωρίς τέλος. Όλες οι θάλασσές μας έγιναν δρόμος μας. Όποτε, όμως, θέτουμε κάποιο συγκεκριμένο στόχο τρεπόμαστε σε φυγή, διότι είμαστε οι Ληστές του Βυθού. Δεν σέρνουμε δίχτυα μες στη θάλασσα, δεν ρίχνουμε αγκίστρια, δεν είμαστε στοχαστικοί όπως οι Χριστιανοί Ψαράδες της λίμνης Γεννησαρέτ: δουλειά μας είναι το κυνήγι των ψαριών, το απαγορευμένο κυνήγι, το κυνήγι με δυναμίτη. Κι ενώ ακολουθούμε με τους δυναμίτες μας τα πολυπληθή ερωτότροπα κοπάδια των χρυσαφί, σκουρόχρωμων και ασημί 11

Οι Ληστές του Βυθού ψαριών, μας κυνηγάει το κράτος, καρτερεί πίσω μας με οπλισμένες βενζινακάτους. Διότι, από τότε που εμφανιστήκαμε εμείς οι παράνομοι και σατανικοί ψαράδες, τα βοσκοτόπια των ψαριών στα καταγάλανα νερά μας μειώνεται συνεχώς και η λεία των ειρηνικών νόμιμων ψαράδων λιγοστεύει κάθε χρόνο. Αλλά και να καταλήξουν κάποιοι από μας στις φυλακές, και να κατασχεθεί η βάρκα από κάποιον ή και να υποβληθούν πρόστιμα, τα οποία δεν μπορεί κανείς να αποπληρώσει σε όλη του τη ζωή, και να κοπεί σε κάποιον από μας το χέρι, λόγω πρόωρης ανάφλεξης ενός δυναμίτη: εμείς ρίχνουμε τους διπλάσιους δυναμίτες, ώστε να καλύψουμε τις απώλειες συνεχίζουμε να κυνηγάμε με το σατανικό μας τρόπο. Εξολοθρεύουμε. Μετά απ εμάς, ακολουθεί το κενό. Τι μας ενδιαφέρει η ευημερία των επόμενων, των παιδιών και των εγγονιών μας; Είμαστε εδώ, και ο πυρετός του κυνηγιού έχει σβήσει μέσα μας κάθε ίχνος ενδοιασμού. Έχουμε εθιστεί στη ρίψη δυναμιτών και στον κίνδυνο που αυτό συνεπάγεται, όπως ο χαρτοπαίκτης στα χαρτιά του, ο πότης στο ποτό του, ο Τούρκος στο πιστεύω του. Αόι, όταν ακολουθούμε το θήραμα με καρτερικό βλέμμα αρπακτικού ζώου. Αόι, όταν η καρδιά χτυπά στο λαιμό μας, λόγω της δίψας για κυνήγι, επειδή η επιφάνεια της θάλασσας βράζει και κοχλάζει από τα παιχνιδιάρικα αρσενικά ψάρια, τα οποία αφήνουν τις γεμάτες με σπέρμα κοιλιές τους να αστράφτουν στον ήλιο. Τότε, ανάβει στο χέρι μας ο δυναμίτης, τότε ανυπομονούμε μέχρι να σφυρίξει το φιτίλι τότε πρέπει να ελέγχουμε όλες μας τις αισθήσεις, ώστε η ανάφλεξη, η ρίψη, η πρόσκρουση και η έκρηξη να επιτευχθούν σε ένα μόλις δευτερόλεπτο. Δεν έχουμε διαμορφώσει μια προσωπικότητα, έναν τύπο, ένα ολόκληρο επάγγελμα; Και είμαστε εδώ μόλις είκοσι χρόνια. Δεν περιφέρονται στα χωριά μας αμέτρητοι άνθρωποι με 12

Werner Helwig ακρωτηριασμένα χέρια και με σκισμένα πρόσωπα; Δεν υπάρχει ήδη στο Βένετο ένας άνθρωπος φώκια χωρίς δάχτυλα, χωρίς μύτη και αυτιά, που βουτάει για τα χτυπημένα ψάρια, όταν αυτά βουλιάζουν λόγω του βάρους και του πάχους των κοιλιών τους; Δεν τραβά κουπί με τα ακρωτηριασμένα χέρια σαν να ήταν πτερύγια; Αφού πρώτα περάσει τη λεία του πάνω σε πετονιά με το βελόνι που κρατάει ανάμεσα στα δόντια του, δεν την ανεβάζει προς τα πάνω σαν κολιέ, που κρέμεται στο λαιμό του, ένα χρυσοκίτρινο κόσμημα από ψάρια που αστράφτουν και σπαρταρούν πάνω στο μαύρο τριχωτό στήθος του; Ακόμα και ο Θεός είναι εναντίον μας και αντιτάσσεται στο αμάρτημά μας. Κάθε χρόνο μειώνεται η λεία στα νερά μας. Πρέπει να καρτερούμε περισσότερη ώρα μπροστά στην πλώρη, παρατηρώντας και αφουγκράζοντας. Ο Θεός δεν μας στέλνει πια κοπάδια. Εμείς, όμως, οι λαθροψαράδες έχουμε τα τεχνάσματά μας. Και να μη θέλει ο Θεός εμείς πάντα θέλουμε! Έτσι ανακαλύψαμε τη σατανική μαλάγρα. Γνωρίζουμε τις γούρνες, στις οποίες βρίσκονται και λιάζονται οι νεοσσοί των ψαριών. Τους σκοτώνουμε με μια ρίψη δυναμίτη, τους μαζεύουμε σαν αφρόγαλα με την απόχη από την επιφάνεια της θάλασσας και τρίβοντάς τους ανάμεσα σε πέτρες, αλάτι και άμμο τους μετατρέπουμε σε ένα πολτοποιημένο δόλωμα, το οποίο ρίχνουμε στα γνωστά αποδοτικά σημεία σύναξης των μεγάλων ψαριών. Όλος ο μαυροπράσινος βυθός γυαλίζει ασημί απ αυτό το δόλωμα. Ήδη, μετά από κάποιες ώρες, καταφτάνει η λεία που καραδοκούμε. Το βραδάκι, έχουν κιόλας συναχθεί και, αφού καταβροχθίσουν τη γλυκιά τροφή, γίνονται μαλθακά και κουτά από την άκοπη πολυφαγία. Τότε, όμως, σφυρίζει κιόλας στο χέρι μας ο δυναμίτης, σε μέγεθος γροθιάς πέφτει πάνω στο νερό και το φιτίλι δημιουργεί μια λεπτή γραμμή καπνού στον αέρα. Οι νηκτικές κύστες τους σπάζουν από την ώση της έκρηξης και επιπλέο- 13

Οι Ληστές του Βυθού ντας στα πλάγια, κάνουν απελπιστικές κινήσεις με τα πτερύγιά τους, πέφτοντας στην άπληστη απόχη του θανάτου. Πριν ακόμα βυθιστούν και ψοφήσουν, τα μαζεύουμε γρήγορα, πριν ο αδερφός μας ο καρχαρίας, ο οποίος ήδη αναγνωρίζει τον υπόκωφο κρότο, έρθει σαν βολίδα για να διεκδικήσει την ψαριά. Έχει ήδη τύχει να μας αρπάξει το γεμάτο δίχτυ από τη δοκό, ενώ οι προσπάθειες να τον τρυπήσουμε με τα ψαροντούφεκά μας δεν ωφελεί σε τίποτα. Χαμογελώντας γεύεται και απολαμβάνει την ψαριά μας, ελευθερώνει τα σκοτωμένα ψάρια, αναδεύοντας με την ουρά του τις κοιλότητες του βραχώδους εδάφους και καταβροχθίζει με μια μπουκιά όσα εμείς είχαμε ήδη υπολογίσει και μοιράσει μεταξύ μας, σύμφωνα με το βάρος και την αξία τους. Ο Θεός ξέρει να αντιμετωπίζει με πολλούς τρόπους το δόλο μας. Εμείς, όμως, παραμένουμε πιστοί στο επάγγελμά μας. Αν κάποια στιγμή, παρ όλες τις δυσκολίες, έχουμε επιτυχία, πιάνουμε με ένα χτύπημα χίλιες οκάδες ψάρια: κανείς, όμως, θνητός δεν έχει δει έναν πλούσιο παράνομο ψαρά. Το χρήμα ρέει σαν την άμμο μέσα από τα δάχτυλά μας. Ο Θεός φρόντισε με διάφορους τρόπους να μείνουμε για πάντα φτωχοί και τρισάθλιοι. Έφερε στο δρόμο μας το χαρτοπαίγνιο και φρόντισε να είναι οι ταβέρνες μέρα- νύχτα ανοιχτές. Οι αριθμοί και τα σύμβολα των χρωματιστών τραπουλόχαρτων πυρακτώνουν μέσα μας την απληστία που γίνεται πυρετός και η μαύρη πυρά του κρασιού λιώνει ό,τι μεταλλικό κουδουνίζει μες στις τσέπες μας. Συχνά, δεν μας περισσεύουν καν αρκετά χρήματα, ώστε να μπορέσουμε να αγοράσουμε καινούργια εκρηκτική ύλη από τους φίλους μας τους ανθρακωρύχους και τους εργάτες των λατομείων. Οι έμποροι, στους οποίους χρωστάνε οι οικογένειές μας, μας απειλούν περισσότερο απ όλους. Πολλά είναι τα μέσα τα οποία σκαρφίζεται ο Θεός με τη σοφία του για να μας βασανίσει. Εμείς, όμως, μένουμε πιστοί στον εαυτό μας 14

Werner Helwig και στην παρανομία για χάρη του παράνομου ψαρέματος. Διότι, τα κηρύγματα των διαλογιζόμενων Χριστιανών Ψαράδων της λίμνης Γεννησαρέτ δεν απευθύνονταν σε μας. Ο Κύριος δεν πέθανε για μας πάνω στο σταυρό. Για μας κανείς δεν υπέφερε. Τριγύρω μας υποφέρουν όμως πολλοί, και ευθυνόμαστε εμείς γι αυτό. Γεια σου! 15

Οι Ληστές του Βυθού 16

Werner Helwig πρώτο μέρος 17

Οι Ληστές του Βυθού 18

Werner Helwig κεφάλαιο πρώτο «Αυτό θα έπρεπε να είναι το Πιστεύω των περισσότερων Ελλήνων ψαράδων, διότι λίγοι είναι αυτοί που δεν χρησιμοποιούν δυναμίτη, και ακόμα λιγότεροι εκείνοι οι οποίοι αρνούνται από σύνεση να τον χρησιμοποιήσουν». Με αυτά τα λόγια έκλεισε ο φίλος μου ο Κλέμενς την παθιασμένη του εξήγηση. Για μια στιγμή, σταμάτησε να τραβάει κουπί και να μιλάει και γύρισε προς το μέρος μου. Κοίταξα με προσοχή το ψηλόλιγνο, επιβλητικό του πρόσωπο. Τα βαριά του βλέφαρα μισοκάλυπταν τα κάπως απλανή μάτια του. Το κόκκινο ανακατεμένο μούσι του έκανε το πηγούνι του να φαίνεται μακρύτερο, απ ό,τι ήταν ήδη. «Στην πραγματικότητα, όλοι οι ψαράδες αυτών των ευλογημένων θαλασσών ευθύνονται γι αυτή την κατάληξη», πρόσθεσε. Αμίλητος, κούνησα το κεφάλι μου. Είχαν περάσει μόλις τρεις μέρες από τότε που βρέθηκα ξαφνικά από τον γερμανικό κόσμο της τάξης στον ελληνικό, και τώρα μου φαίνονταν όλα τόσο μπερδεμένα και ακατανόητα, που δεν μπορούσα ούτε να τα καταλάβω, μα ούτε να πάρω κάποια θέση. Έτσι, αποφάσισα 19

Οι Ληστές του Βυθού να περιμένω και να αφήσω τα πράγματα να πάρουν το δρόμο τους.περνούσαμε με τον Άγιο Νικόλαο από τις ακτές της ανατολικής πλαγιάς του Πηλίου, τις χαράδρες και τις σπηλιές που ηχούσαν καθώς τα κύματα εισχωρούσαν στα βάθη τους. Κάπου εδώ είχε ρίξει ο Κλέμενς ένα παραγάδι. Τραβούσε κουπί όρθιος, με τον τρόπο των ντόπιων. Με εναλλασσόμενο κουπί ωθούσε με ορμή τη βαριά, πλατιά ψαρόβαρκα προς τα μπρος και άφηνε με αυταρέσκεια τους μυς του γυμνού πάνω μέρους του σώματός του να παίζουν. Εν τω μεταξύ, ζύγωνε το σούρουπο. Το φεγγάρι στεκόταν ψηλά στον ουρανό, λες και βρισκόταν μέσα σε κάποια σπηλιά, χαμογελώντας δρεπανόμορφο. Τα μαυρο-πράσινα ασύμμετρα βουνά μετατοπίζονταν συνεχώς καθώς τα προσπερνούσαμε, σαν τις πλάτες ενός πυκνού κοπαδιού. Η θάλασσα αναδιπλωνόταν με ψηλά, χωρίς αφρό κύματα. Ο αέρας είχε περάσει με μια μυτερή σκούπα πάνω από τον ανατολικό ορίζοντα, αφήνοντας πίσω του κοκκινωπά σιγο-φλέγοντα ίχνη. Τα μακριά χοντρά κουπιά έσχιζαν το νερό, έστριβαν, στάζοντας ανασηκώνονταν προς τα πάνω, περνούσαν ξυστά πάνω από τα κύματα και βουτούσαν πάλι στο νερό. Έκανα διάφορες σκέψεις για τον φίλο μου: Το όνομά του ήταν ήδη γνωστό σε ολόκληρο τον ελληνικό νησιώτικο κόσμο. Από τότε που είχα φτάσει στην Αθήνα, άκουσα πολλούς να αναφέρονται σ αυτόν και μάλιστα με κάποιο θαυμασμό. Φημιζόταν για τη δύναμη, την τόλμη και την ιδιαίτερη επιδεξιότητά του σε όλα τα είδη του χριστιανικού, ειρηνικού ψαρέματος. Καθώς τότε έψαχνα με δυσκολία να βρω ένα μονοπάτι που, διασχίζοντας το Πήλιο, να με οδηγήσει από το Βόλο στη Ζαγορά, όπου θα με περίμενε και ο φίλος μου, όπως είχαμε άλλωστε κανονίσει, πολλές φορές αρκούσε να αναφέρω μόνο το 20

Werner Helwig όνομά του, ώστε να με οδηγήσουν από σπίτι σε σπίτι, ώσπου το βράδυ να φτάσω τελικά στην πλατεία εκείνου του εορταστικού, πανέμορφου χωριού. Εκεί με υποδέχτηκε ένας ξένος άνδρας με κόκκινο μούσι, ο οποίος με πλησίασε με μεγάλα βιαστικά βήματα. Ο Κλέμενς και εγώ ήμασταν συμμαθητές σε ένα μικρό γερμανικό οικοτροφείο, όπου βασανιστήκαμε αρκετά μέχρι να καταφέρουμε να αποφοιτήσουμε από το Λύκειο. Εκείνος γεννημένος στο Γκρατς και εγώ στο Αμβούργο, απολαμβάναμε σε κάθε περίσταση πολλά πλεονεκτήματα, που απέρρεαν από μια εγκάρδια βόρια-νότια φιλία, δύο απόλυτα διαφορετικών χαρακτήρων. Μετά από δέκα χρόνια, λοιπόν, ο περιπετειώδης Κλέμενς με θυμήθηκε και, αφού βρήκε τη διεύθυνσή μου μέσω του οικοτροφείου, μου έγραψε ένα γράμμα στο οποίο με προσκαλούσε να τον επισκεφτώ στην καινούργια του πατρίδα. Μια μέρα, στο Αμβούργο, είδα το γράμμα του μπροστά μου, πάνω στο τραπέζι. Εντελώς ξαφνιασμένος και φέρνοντας στο νου μου παλιές αναμνήσεις, κοίταζα περισσότερο τα απότομα, γνωστά του γράμματα (τα οποία παρατάσσονταν σαν μια φρουρά με ρόπαλα), παρά το μήνυμα που ήθελαν να μου μεταδώσουν. Σύντομα, αποφάσισα να ταξιδέψω για ένα μήνα προς το νότο. h Τα μακριά, βαριά κουπιά έσχιζαν το νερό, έστριβαν, στάζοντας ανασηκώνονταν προς τα πάνω, περνούσαν ξυστά πάνω από τα κύματα και βουτούσαν πάλι στο νερό. «Θα σου διηγηθώ πως έφτασα ειδικά σ αυτό το μέρος», απάντησε ο Κλέμενς στην ερώτησή μου, στέλνοντας τα λόγια του πάνω από τους ώμους του, «χμ είναι μια ολόκληρη 21

Οι Ληστές του Βυθού ιστορία. Ίσως να θυμάσαι ότι τότε, στο οικοτροφείο, ήμουν ήδη πολύ ατίθασος και ότι είχα προσπαθήσει πολλές φορές να το σκάσω, αλλά με ξαναπιάναν προτού ακόμα περάσω τα σύνορα. Επίσης, θα θυμάσαι ότι μόλις πήραμε το απολυτήριο, πήρα όλα μου τα λεφτά από το ταμιευτήριο και ήρθα κατευθείαν στην Ελλάδα, πράττοντας αντίθετα με την επιθυμία των γονιών μου. Μάλλον, από τότε έχουμε να επικοινωνήσουμε. Όπως και εσύ, έτσι έφτασα και εγώ τότε στην Αθήνα. Μόνο που, εκτός από κάποιες ανακριβείς προθέσεις, δεν είχα κανένα συγκεκριμένο στόχο. Η Ακρόπολη μου φαινόταν σαν το ίδιο της το μοντέλο. Ένα παιχνιδιάρικο έργο της πλάκας, σε αντίθεση με αυτό που είχα φανταστεί. Τότε, κατάλαβα ότι οι ναοί δεν με ενδιέφεραν ιδιαίτερα... Ούτε οι ναοί ούτε όλα τα ερείπια της κλασικής Ελλάδας. Κάτι άλλο ήταν αυτό που έψαχνα Είχα ακούσει για τον κόλπο του Βόλου από τους Αργοναύτες. Ήθελα να δω αν θα μπορούσα να ζήσω εκεί. Σε εκείνον τον κόλπο δεν υπάρχουν ναοί, αλλά πολλά μικρά και μεγάλα νησιά. Στεκόμουν μπροστά στην πλώρη του βαποριού γεμάτος προσδοκίες, παίρνοντας μυρωδιές από την περιοχή. Πίσω μας βρισκόταν η Εύβοια, δυτικά μας ο Όθρυς και η Αχαΐα, ανατολικά το Τρίκερι, τα Σπάλαυθρα, η Μεθώνη και το Πήλιο. Προσπαθούσα να ανακαλύψω αν εδώ υπήρχε κάτι για μένα. Χλόμιασα έντονα από την προσπάθεια να διαλευκάνω το μεγάλο άγνωστο. Η αβεβαιότητα παρέμεινε. Το απόγευμα αποβιβάστηκα στο Βόλο. Έφαγα σε μια ταβέρνα και, αντί να ακούσω τις συζητήσεις των ανθρώπων, άκουγα μόνο τη δυσαρέσκεια της καρδιάς μου. Μέσα σ ένα σάκο κουβαλούσα ρούχα και σεντόνια. Μου ήταν πολύ ενοχλητικός, οπότε τον πούλησα. Με ένα ψωμί στο χέρι, ανέβηκα την επόμενη μέρα στο Πήλιο. Ψηλά στο βουνό έφαγα πρωινό με έναν τσοπάνη. Μου πρόσφερε ελιές και άσπρο τυρί. Το πολυπληθές 22

Werner Helwig κοπάδι του από κατσίκες μας περικύκλωνε στο ηλιόλουστο, αποψιλωμένο, ετοιμόρροπο τοπίο. Ήδη ένιωθα καλύτερα. Το βράδυ έφτασα στη Ζαγορά. Όπως γνωρίζεις και εσύ, εκεί μπορείς να ξεχάσεις πολλά, μέχρι και τον εαυτό σου. Από εκεί, έκανα καθημερινά μακρινές πεζοπορίες στην άγρια φύση του Πηλίου, νιώθοντας μέσα μου μια απερίγραπτη περιέργεια, λες και ήμουν ιχνηλάτης. Το βράδυ καθόμουν με κομψούς Έλληνες στο καφενείο της πλατείας. Κάναμε βαρετές συζητήσεις επιπέδου, αλλά έτσι εξασκήθηκα σημαντικά στη γλώσσα, μετατρέποντας γρήγορα τις γνώσεις που είχα στα αρχαία Ελληνικά σε Νεοελληνικά. Αυτοί που με συμβούλευαν, ισχυρίζονταν ότι ήταν απίθανο να συνεχίσει κανείς με τα πόδια από τη Ζαγορά προς το βορρά. Έλεγαν ότι η περιοχή αυτή ήταν προσβάσιμη μόνο με βάρκα, αλλά ότι ήταν πολύ επικίνδυνα, επειδή η θάλασσα ήταν πανούργα και απρόβλεπτη. Αν έβγαζε ξαφνικά αέρα, πού να βρεις προστασία, πού να βγεις στη στεριά; Εκτός απ αυτό, στα λίγα αναξιόλογα χωριά αυτής της ακτής, υπήρχαν τάχα μόνο μαχαιροβγάλτες και λαθροψαράδες, δηλαδή άνθρωποι με επικίνδυνες συνήθειες. Αγενείς άνθρωποι. Μετά απ αυτές τις πληροφορίες, σκίρτησε η καρδιά μου. Σηκώθηκα και αποχαιρέτισα τους Ζαγοριανούς φίλους μου τους αποχαιρέτισα χαμογελώντας και, καθώς απομακρυνόμουν, συνέχισα για πολύ ώρα να χαιρετάω τα κατάπληκτα πρόσωπά τους. Ήταν αρχές φθινοπώρου, παρόμοια εποχή με σήμερα. Σε όλα τα χωράφια απλωνόταν η ευωδιά από τα ώριμα σταφύλια. Το καταπράσινο δάσος με μάγευε. Ακολούθησα ένα μονοπάτι, σχεδόν τελείως κλειστό και κρυμμένο από τα φυτά, που οδηγούσε στον κακόφημο, επικίνδυνο και αδιάβατο βορρά. Καθώς περπατούσα, με πλημμύριζε το μυστήριο του Πηλίου. Το τελευταίο πράγμα που συνάντησα ήταν το σπίτι ενός συνταξιούχου και προικισμένου ληστή. Ακόμη και εκείνος 23

Οι Ληστές του Βυθού προσπάθησε να με μεταπείσει να μην συνεχίσω. Εγώ όμως είχα μετατραπεί σε μια χιονοστιβάδα που άρχισε να κατρακυλά. Χωρίς να νιώσω ίχνος κούρασης, το αντίθετο μάλιστα, νιώθοντας υπερβολικά φρέσκος, κατέβαινα βιαστικά τις κοιλάδες και σκαρφάλωνα στα βράχια, έχοντας μέσα μου μια ανήσυχη έξαψη που με ωθούσε. Με περιτριγύριζε ένας καταπράσινος παρθένος κόσμος, που βρισκόταν σε έξαρση. Το βουητό των απέραντων δασών με σήκωνε όπως η θάλασσα. Το αίμα μου βούιζε και διατάρασσε την ξαφνική ηρεμία που επικρατούσε στις χαράδρες, στις οποίες απλωνόταν η ευωδιά μελιού. Φαινόταν ότι τα πάντα, μέσα και έξω από το σώμα μου, αποτελούνταν από κύματα. Τελικά, μια ρωγμή κατάφερε να με σταματήσει. Σαν να την είχε δημιουργήσει ο διάβολος. Ένα ρέμα έπεφτε με ορμή προς τα κάτω και αφρίζοντας έτρεχε προς τη θάλασσα. Για να παρακάμψω το ρέμα από την πηγή του, θα έπρεπε να σκαρφαλώσω στα απόκρημνα βράχια. Όμως, τα μεγάλα πλατάνια που βρίσκονταν εκεί γύρω μού άνοιξαν τα μάτια. 24

Werner Helwig Είχαν υπό την προστασία τους μια φυσική γέφυρα από βράχια, κυρτή σαν την καμπούρα μιας γάτας, που οδηγούσε μέχρι την άλλη άκρη της χαράδρας. Το προγεφύρωμα ήταν και στις δυο πλευρές σχεδόν φραγμένο από αιωνόβια δέντρα. Ωστόσο, μερικά μικροσκοπικά σημάδια, όπως μια σειρά από πλάκες και το υπόλοιπο μιας πεζούλας, που ήταν καλυμμένη από μούσκλα και λειχήνες, μαρτυρούσαν ότι εκεί υπήρχε ένα παλιό ξεχασμένο μονοπάτι. Το μεγάλο ύψος της γέφυρας με ζάλιζε, όταν έβλεπα ότι από κάτω ο χείμαρρος λυσσομανούσε. Η γέφυρα έμοιαζε να χάνεται κάτω από τα πόδια μου. Εκείνη τη στιγμή, κατάλαβα τι ήταν αυτό που θα με έκανε να νιώσω την πολυπόθητη γαλήνη: η αβεβαιότητα και η πάλη. Σαν λαγωνικό, έψαχνα να βρω και να συνδυάσω τα κομμάτια αυτού του χαμένου μονοπατιού και, αφού σύρθηκα για πολλή ώρα μέσα από πυκνά χαμόκλαδα, ψηλαφίζοντας τις πέτρινες πλάκες, βρέθηκα ξαφνικά να στέκομαι μέσα στα ερείπια μιας παλιάς πόλης. Μέσα στην άγρια φύση, απλώνονταν ξέφωτα που έμοιαζαν με τα απομεινάρια παλιών καλλιεργημένων χωραφιών. Πέτρινοι τοίχοι σπιτιών, τρεχούμενες πηγές και μες στη μέση μια γκρι, ταιριαστή, πλακόστρωτη πλατεία. Από εκεί, έβλεπα μέσα από τα πλατάνια και τους κορμούς των κυπαρισσιών τη θάλασσα, η οποία μακριά και σε χαμηλότερο υψόμετρο από εμένα, κουνιόταν μέσα στην βαμβακώδη ομίχλη. Μέσα σε μια κόγχη μιας πεζούλας βρήκα μια μισο-σπασμένη στάμνα. Ανάμεσα στα σάπια φύλλα, βρήκα πεσμένο ένα χάλκινο δαχτυλίδι, λες και είχε διαφυλαχτεί εκεί για μένα». Ο Κλέμενς τέντωσε το χέρι του προς το μέρος μου και παρατήρησα με πολύ προσοχή ένα χοντροκομμένο δαχτυλίδι, που είχε πάνω του έναν βαθιά χαρακωμένο αγκυλωτό σταυρό, τη σβάστικα. «Νομίζω», χαμογέλασε, «ότι το Πήλιο μου έδωσε το δαχτυλίδι ως σύμβολο της αιώνιας δέσμευσής μας». 25

Οι Ληστές του Βυθού Έριξε μια ματιά γεμάτη αγάπη προς τις ράχες του βουνού, που με τις ελαφρές κυρτώσεις του ακολουθούσε την ακτή, ένας καθαρός ύμνος. «Τότε», συνέχισε, «βρήκα κοντά στην ερειπωμένη πόλη και ένα μικρό βυζαντινό παρεκκλήσι. Μου ήρθε κουτί, γιατί είχε βραδιάσει και στις χαράδρες απλωνόταν σιγά-σιγά η ψύχρα. Τελικά, μου βγήκε σε καλό που στο δρόμο είχα μαζέψει κάστανα. Τώρα, μπορούσα να τα ψήσω σε μια μικρή φωτίτσα και να τα φάω. Μέσα στο χριστιανικό ιερό χώρο που έμοιαζε με καλύβα, επικρατούσε πολλή ησυχία. Πλάγια, μπροστά από την είσοδο, υπήρχε μια βελανιδιά που είχε πέσει από κάποια θύελλα και οι χοντρές ξεριζωμένες ρίζες της δημιουργούσαν μια ολόκληρη σπηλιά. Οι εικόνες και οι επιγραφές της Αγίας Τράπεζας μαρτυρούσαν πως αυτή ήταν μια παλιά άγια βελανιδιά, αφιερωμένη στην Παναγία. Από τα πρωτόγονα εργαλεία μέτρησης που βρίσκονταν στο χώρο, μπορούσε να συμπεράνει κανείς ότι αυτά είχαν χρησιμοποιηθεί πρόσφατα. Κόκκοι από ρετσίνι ήταν κολλημένοι μέσα στο θυμιατό. Μέσα στο καντήλι υπήρχαν υπολείμματα λαδιού. Το άναψα. Έριχνε ένα ελαφρύ κατανυκτικό φως πάνω στη χρυσόμαυρη εικόνα. Γεμάτος ευσέβεια και με όλο το δέοντα σεβασμό, τοποθέτησα μερικά από τα μεγαλύτερα σανίδια στο πέτρινο πάτωμα, ώστε να κοιμηθώ πάνω τους σχετικά ζεστά και στεγνά. Σκεπάστηκα με το μπουφάν μου. Το καντήλι το άφησα να σιγοκαίει. Φαινόταν λες και μου βλεφάριζε ένα ευγενικό μάτι. Ζήτησα συγχώρεση από την Παναγία που κοιμόμουν στις πλάτες των Αγίων της και την ευχαρίστησα που μου παρείχε αυτή την ευγενική και ταπεινή πλάτη για κρεβάτι. Ήρεμος και ελπίζοντας να μην προσέβαλα κανέναν, με πήρε σύντομα ο ύπνος. Μόλις με ξύπνησε η πρωινή δροσούλα, συνέχισα να περπατάω βιαστικά προς το βορρά, χωρίς καμία ανάπαυση. Ήθελε 26

Werner Helwig ώρες ακόμα να ξημερώσει. Ο αέρας μύριζε χιόνι, παρ όλο που ήταν τέλος καλοκαιριού. Ο αυγερινός στεκόταν πάνω από τη θάλασσα, σαν μια χρυσή κεφαλή. Μέσα από τα πυκνά φύλλα των δέντρων ακουγόταν το πρώτο ντροπαλό πρωινό κελάηδισμα των πουλιών. Κελάηδισμα, δίχως τόλμη και γεμάτο απορία. Πάνω σε μια γυμνή κορυφή του βουνού κάθισα και περίμενα την ανατολή του ήλου. Η καρδιά μου είχε ανοίξει σαν το τσόφλι ενός καρυδιού και μέσα μου έλαμπα από ευτυχία. Ο ήλιος βγήκε, αλλά φαινόταν κομμένος στα δύο. Καθώς ο ήλιος ανέβαινε ψηλότερα, η σκοτεινή τρομακτική τομή του έφευγε σιγά-σιγά από πάνω του, παρέμενε όμως ως βουνό πάνω στη θάλασσα, το οποίο ήταν το Άγιον Όρος, όπως έμαθα αργότερα. Καθώς προχωρούσα συναντούσα, ξανά και ξανά, εγκαταλελειμμένα χωράφια. Οι καρυδιές και οι κερασιές ήταν τυλιγμένες από γκρι βάτα. Οι συκιές ήταν γεμάτες με ώριμα σύκα που έσταζαν. Μια φορά πέρασα από ένα τεράστιο δέντρο που έμοιαζε με φάντασμα. Ήταν γεμάτο κόκκινα άνθη και τα φύλλα του ήταν τόσο πυκνά και χοντρά που φαίνονταν μαύρα. Κάτω στον κορμό του δέντρου υπήρχαν καφέ και κίτρινες νεκροκεφαλές γεμάτες μούσκλα, εύθραυστες σαν φύλλο από πίτα. Την τρίτη μέρα της πεζοπορίας μου, με καθυστέρησε πάλι ένα φαράγγι. Όμως, το δάσος το είχα αφήσει πίσω μου. Σκαρφάλωσα πάνω σε γκρι-ασημί βράχια που ηχούσαν λες και ήταν θρύψαλα από γυαλί. Κοντοί αγκαθωτοί θάμνοι φαίνονταν σαν μαύρες κηλίδες στο ανοιχτόχρωμο έδαφος. Ενδιάμεσα φύτρωνε ένα είδος άγριου, ξεραμένου βοτάνου με μια ισχυρή γλυκιά μυρωδιά, η οποία εξαπλωνόταν λόγω του ζεστού μεσημεριανού ήλιου. Απότομοι βραχώδεις τοίχοι με ανάγκασαν να πάρω νέες αποφάσεις. Μια παράκαμψη θα μου έτρωγε πολύ χρόνο, αφού δεν υπήρχε δρόμος γύρω από τα ψηλά βράχια, ώστε να τα αποφύ- 27

Οι Ληστές του Βυθού γω. Το βραχώδες φαράγγι απλωνόταν μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι σου, χωρίς να φαίνεται το τέλος του. Συνέχισα να κατεβαίνω το φαράγγι προς τα κάτω και να κατευθύνομαι προς τη θάλασσα, ακουμπώντας τους αγκώνες πάνω στις άκρες των βράχων. Κάτω στην αμμώδη παραλία, που είχε μήκος περίπου πενήντα πόδια και ήταν μέρος ενός πολύ μικρού φυσικού λιμανιού, βρισκόταν μια βάρκα. Εδώ η θάλασσα απλωνόταν σαν μια καμπυλωτή μύτη μέσα στο κοίλος της ακτής. Αμέσως, άρχισα να κατεβαίνω. Όπου υπάρχει βάρκα, πρέπει να υπάρχουν και άνθρωποι. Σαν σαλιγκάρι ακουμπούσα όλο μου το μπροστινό σώμα πάνω στους τοίχους και κατέβαινα από αιχμή σε αιχμή προς τα κάτω. Συχνά γλιστρούσα πάνω στις εύθραυστες κοφτερές άκρες του γκρεμού. Όταν επιτέλους έφτασα κάτω στο έδαφος, έτρεξα γρήγορα στη βάρκα και, για μεγάλη μου έκπληξη, στην πλώρη της υπήρχε φρεσκοκομμένο ψωμί. Πεινασμένος όπως ήμουν, άρπαξα μια φέτα και αμέσως άκουσα κάποιον να μου μιλάει. Η φωνή ακουγόταν να έρχεται ακριβώς από πίσω μου. Με την πρώτη ματιά δεν είχα δει κανέναν και έτσι τρόμαξα σαν κλέφτης που τον είχαν πιάσει στα πράσα». 28