ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Μαρτυρεῖ δὲ καὶ τὸ γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσιν οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς, καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ ἐστίν, ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν ἁμαρτάνουσιν,καὶ διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης. ἔτι ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται, ὁμοίως δὲ καὶ τέχνη ἐκ γὰρ τοῦ κιθαρίζειν καὶ οἱ ἀγαθοὶ καὶ κακοὶ γίνονται κιθαρισταί. ἀνάλογον δὲ καὶ οἰκοδόμοι καὶ οἱ λοιποὶ πάντες ἐκ μὲν γὰρ τοῦ εὖ οἰκοδομεῖν ἀγαθοὶ οἰκοδόμοι ἔσονται, ἐκ δὲ τοῦ κακῶς κακοί. εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν, οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος,ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγαθοὶ ἢ κακοί. Οὕτω δὴ καὶ ἐπὶ τῶν ἀρετῶν ἔχει πράττοντες γὰρ τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι τοῖς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους γινόμεθα οἳ μὲν δίκαιοι οἳ δὲ ἄδικοι, πράττοντες δὲ τὰ ἐν τοῖς δεινοῖς καὶ ἐθιζόμενοι φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν οἳ μὲν ἀνδρεῖοι οἳ δὲ δειλοί. ὁμοίως δὲ καὶ τὰ περὶ τὰς ἐπιθυμίας ἔχει καὶ τὰ περὶ τὰς ὀργάς οἳ μὲν γὰρ σώφρονες καὶ πρᾶοι γίνονται, οἳ δ ἀκόλαστοι καὶ ὀργίλοι, οἳ μὲν ἐκ τοῦ οὑτωσὶ ἐν αὐτοῖς ἀναστρέφεσθαι, οἳ δὲ ἐκ τοῦ οὑτωσί. καὶ ἑνὶ δὴ λόγῳ ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν αἱ ἕξεις γίνονται. διὸ δεῖ τὰς ἐνεργείας ποιὰς ἀποδιδόναι κατὰ γὰρ τὰς τούτων διαφορὰς ἀκολουθοῦσιν αἱ ἕξεις. οὐ μικρὸν οὖν διαφέρει τὸ οὕτως ἢ οὕτως εὐθὺς ἐκ νέων ἐθίζεσθαι, ἀλλὰ πάμπολυ, μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Α. Να αποδώσετε στα νέα ελληνικά το χωρίο «Μαρτυρεῖ δέ τά περί τάς ὀργάς». Β1. Ποιο είναι το έργο του νομοθέτη σύμφωνα με τον Αριστοτέλη και ποια σχέση έχει με την αξιολογική διαβάθμιση των πολιτευμάτων;
Β2.Λαμβάνοντας υπόψη σας τη θέση του φιλοσόφου για τις ἕξεις όπως εκφράζονται στη δεύτερη παράγραφο να δείξετε ποιος είναι ο ρόλος των ἕξεων στην καλλιέργεια και την απόκτηση των ηθικών αρετών και να αναφερθείτε στους περιορισμούς που θέτει ο φιλόσοφος σχετικά με τις ἕξεις. Β3. Πότε εγκαθίσταται ο Αριστοτέλης για δεύτερη φορά στην Αθήνα και τι γνωρίζετε για το Λύκειο; Β4α Να εντοπίσετε από το πρωτότυπο κείμενο μία λέξη ετυμολογικά συγγενή με καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις της νέας ελληνικής που σας δίνονται: φερώνυμος, ευγενικός, καθεξής, απολίτιστος, στρόβιλος Β4β. Να αναλύσετε τις παρακάτω λέξεις στα συνθετικά τους μέρη: συναλλάγμασι, ἐπιθυμίας, σώφρονες, ἀναστρέφεσθαι
ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Α. Να μεταφραστεί το απόσπασμα. Ὦ Κῦρε, ὀλίγα δυνάμενοι προορᾶν ἄνθρωποι περί τοῦ μέλλοντος πολλά ἐπιχειροῦμεν πράττειν. Νῦν γάρ δή καί ἐγώ ἐλευθερίαν μέν μηχανᾶσθαι ἐπιχειρήσας ὡς οὐδεπώποτε δοῦλος ἐγενόμην. ἐπεί δ ἑάλωμεν, σαφῶς ἀπολωλέναι νομίσαντες νῦν ἀναφαινόμεθα σεσωσμένοι ὡς οὐδεπώποτε. Οἵ γάρ οὐδεπώποτε ἐπαύοντο πολλά κακά ἡμᾶς ποιοῦντες, νῦν ὁρῶ τούτους ἔχοντας ὥσπερ ἐγώ ηὐχόμην. Καί τοῦτο ἐπίστω, ἔφη, ὦ Κῦρε, ὅτι ἐγώ ὥστε ἀπελάσαι Χαλδαίους ἀπό τούτων τῶν ἄκρων πολλαπλάσια ἄν ἔδωκα χρήματα ὧν σύ νῦν ἔχεις παρ ἐμοῦ. καί ἅ ὑπισχνοῦ ποιήσειν ἀγαθά ἡμᾶς ὅτ ἐλάμβανες τά χρήματα, ἀποτετέλεσται σοι ἤδη, ὥστε καί προσοφείλοντες σοι ἄλλας χάριτας ἀναπεφήναμεν, ἅς ἡμεῖς γε, εἰ μή κακοί ἐσμέν, αἰσχυνοίμεθ ἄν σοι μή ἀποδιδόντες. ( Ξενοφῶν, Κύρου Παιδεία, 3,2,15-16) Β. Να γραφούν οι ζητούμενοι τύποι: 1. χρήματα: η δοτική πληθυντικού 2. κακοί: η ίδια πτώση στο συγκριτικό βαθμό 3. ὀλίγα: η γενική πληθυντικού του ίδιου γένους στο συγκριτικό βαθμό 4. ὧν: η αιτιατική πληθυντικού του αρσενικού γένους 5. ἀποδιδόντες: η δοτική πληθυντικού 6. μηχανᾶσθαι: το β ενικό της ευκτικής ενεστώτα 7. ἔδωκα: το γ πληθυντικό της προστακτικής του ίδιου χρόνου 8. ὑπισχνοῦ: το β ενικό της υποτακτικής αορίστου β 9. ἀπελάσαι: ο ίδιος τύπος στο μέλλοντα 10. αἰσχυνοίμεθα: το γ ενικό της οριστικής παρακειμένου
Γ1. «Καί τοῦτο ἐπίστω, ἔφη, ὦ Κῦρε, ὅτι ἐγώ ὥστε ἀπελάσαι Χαλδαίους ἀπό τούτων τῶν ἄκρων πολλαπλάσια ἄν ἔδωκα χρήματα ὧν σύ νῦν ἔχεις παρ ἐμοῦ» Να αναγνωριστούν οι δευτερεύουσες προτάσεις του αποσπάσματος ως πρός α) το είδος β) την εκφορά και γ) το συντακτικό τους ρόλο. Γ2. «ἅς ἡμεῖς γε αἰσχυνοίμεθ ἄν σοι μή ἀποδιδόντες» Να βρεθεί ο λανθάνων υποθετικός λόγος του αποσπάσματος και να αναγνωριστεί ως προς το είδος. Γ3. «Ὦ Κῦρε, ὀλίγα δυνάμενοι προορᾶν ἄνθρωποι περί τοῦ μέλλοντος πολλά ἐπιχειροῦμεν πράττειν» Να μεταφερθεί η πρόταση σε απαρεμφατική με εξάρτηση το Εἶπεν τῷ Κύρῳ
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ Β1. Ο Αριστοτέλης αντλεί το νέο του επιχείρημα από το χώρο της πολιτικής ( μαρτυρεῖ δέ καί τό γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσι) και επιστρατεύεται το παράδειγμα με τους νομοθέτες, οι οποίοι προσπαθούν να κάνουν τους πολίτες ενάρετους, αγαθούς μέσω του εθισμού. Στόχος του Αριστοτέλη είναι να ενισχύσει τη θέση που έχει ήδη διατυπώσει ότι οι ηθικές αρετές δεν είναι εγγενείς, έμφυτες αλλά επίκτητες, ότι τις αποκτούμε αφού έχει προηγηθεί η άσκηση, η επανάληψη, ο εθισμός. Επιδίωξη κάθε νομοθέτη είναι να κάνει τους πολίτες να αποκτήσουν ηθική αρετή. Η επιδίωξη αυτή πραγματοποιείται μέσα από τον εθισμό, την άσκηση των πολιτών στις ενάρετες και αγαθές πράξεις. Στόχος κάθε νομοθέτη δηλαδή παραμένει η ηθική τελείωση των πολιτών. Η πολιτική του Αριστοτέλη είναι ηθική διότι στόχος της είναι η ηθική προαγωγή των πολιτών και το άτομο αποτελεί ένα μέρος του συνόλου. ( οἱ γάρ νομοθέται τούς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς) Η επιθυμία όμως των νομοθετών δεν ταυτίζεται πάντα με την πραγματικότητα. Άλλοι από αυτούς οργανώνουν σωστά τον εθισμό και πετυχαίνουν το στόχο τους το εὖ ἐθίζειν, την ηθική βελτίωση των πολιτών και τον προσανατολισμό τους προς το αγαθό, άλλοι όμως θεσπίζουν τέτοιους νόμους, οι οποίοι δεν οργανώνουν σωστά τον εθισμό των πολιτών, με αποτέλεσμα να μην πετυχαίνουν να ασκήσουν τους πολίτες στην αγαθή πράξη- κακῶς ἐθίζειν. Ο Αριστοτέλης διακρίνει την πολιτεία σε αγαθή και φαύλη με βάση την ικανότητα των νομοθετών να επιτύχουν τον εθισμό των πολιτών στην ηθική αρετή. Τα πολιτεύματα διακρίνονται από την ηθική τους και η διαβάθμιση των πολιτευμάτων εξαρτάται από το πόσο σωστά θα καθοδηγήσουν οι νομοθέτες τους πολίτες προς την αρετή( καί διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθή φαύλης). Η φαύλη πολιτεία θεωρείται κατώτερη, όχι κακή πολιτεία, επειδή όλα τα πολιτεύματα εκλαμβάνονται ως καλά εφόσον βασική
επιδίωξή τους αποτελεί η ηθική προαγωγή των πολιτών, ενώ διαφοροποιούνται ως προς το βαθμό επιτυχίας της προσπάθειας των νομοθετών να εθίσουν τους πολίτες στην αρετή. Επομένως, οι νομοθέτες αθωώνονται στο επίπεδο της πρόθεσής τους, κρίνονται όμως εκ του αποτελέσματος των ενεργειών τους. Έτσι καλό είναι το πολίτευμα το οποίο είναι πιο αποτελεσματικό στην άσκηση των πολιτών προς την αρετή, ενώ λιγότερο καλό (φαύλο) εκείνο στο οποίο δεν ασκείται καθόλου ή ασκείται λιγότερο απ όσο πρέπει η αρετή. Στο σημείο αυτό ο φιλόσοφος δεν κάνει διάκριση σε ορθά πολιτεύματα και παρεκβάσεις καθώς προυποτίθεται πως ο νομοθέτης επιδιώκει σε κάθε περίπτωση το καλό των πολιτών. Απλώς μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία στο στόχο του αυτόν. Σε άλλο χωρίο των Ηθικών Νικομαχείων ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για νόμο που είναι κείμενος ὀρθῶς και για νόμο ἀπεσχεδιασμένον- προχειροφτιαγμένο που δεν έχει επιτυχία. { Στη φράση παρατηρείται μια παρέκκλιση από τη φυσική σειρά τοποθέτησης των λέξεων, η οποία θα έπρεπε να είναι: καί διαφέρει τούτῳ ἀγαθή πολιτεία φαύλης πολιτείας. Η διαφορετική σειρα των λέξεων στο λόγο οφείλεται ίσως στο γεγονός ότι τα κείμενα του Αριστοτέλη είναι προφορικές σημειώσεις, βοηθητικές για τη διδασκαλία του, γι αυτό και συχνά παρουσιάζουν χαρακτηριστικά προφορικού λόγου. } Η αιτία λοιπόν διαφοροποίησης των πολιτευμάτων είναι η επιτυχία ή η αποτυχία στο ἐθίζειν τους πολίτες στην αρετή. Επομένως η αξιολόγησή τους είναι τελολογική. Η ηθική τελείωση του συνόλου των πολιτών, ως έργο της πολιτικής κοινότητας, αποτελεί βασική θέση και της Σωκρατικής και της Πλατωνικής διδασκαλίας. Β2. Στις διάφορες περιστάσεις της καθημερινής ζωής αποκτούμε ή όχι τις ηθικές αρετές ανάλογα με τη στάση και τη συμπεριφορά μας, όπως αυτή εκδηλώνεται στα προβλήματα και στα γεγονότα της καθημερινής ζωής. Έτσι, οι άνθρωποι αναδεικνύονται καλοί ή κακοί ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται. Πιο συγκεκεριμένα:
. ο τρόπος συναλλαγής με τους άλλους ανθρώπους στις μεταξύ μας σχέσεις μας καθιστά δίκαιους ή άδικους. η συμπεριφορά που επιδεικνύουμε στις δύσκολες καταστάσεις και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε επικίνδυνα πράγματα μας καθιστά ανδρείους ή δειλούς. στο χώρο των επιθυμιών εκείνοι που αντιστέκονται στις επιθυμίες και τις χαλιναγωγούν χαρακτηρίζονται σώφρονες, ενώ εκείνοι που ενδίδουν αλόγιστα και υποτάσσονται στις σωματικές ηδονές χαρακτηρίζονται ακόλαστοι.. ως προς την τάση για οργή οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται πράοι ή οργίλοι, όταν αντιδρούν βίαια, εκρηκτικά και παράφορα. Δύο είναι λοιπόν οι τρόποι συμπεριφοράς στον καθένα από τους τομείς ή στην καθεμιά από τις περιπτώσεις της καθημερινής μας ζωής. Ο ένας τρόπος είναι αυτός που μας οδηγεί στις αρετές( δικαιοσύνη, ανδρεία, σωφροσύνη, πραότητα), ενώ ο άλλος στις αντίστοιχες κακίες( αδικία, δειλία, ακολασία, οργή) Όχι μόνο οι αρετές αλλά γενικά όλα τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας (ἕξεις), καλά και κακά διαμορφώνονται με όμοιους τρόπους συμπεριφοράς και διαμορφώνονται ανάλογα με αυτούς. Η αριστοτελική έννοια είναι η έξις ( παράγεται από τον μέλλοντα ἕξω, του ρήματος ἔχω). Η έξη αναφέρεται τόσο στην ενέργεια όσο και στην ιδιότητα που χαρακτηρίζεται ως συνήθεια. Με τον όρο ἔξεις δηλώνονται τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας, καλά ή κακά, που προκύπτουν από σταθερή άσκηση, από επανάληψη όμοιων ενεργειών. Συμβαίνει όμως και το αντίστροφο: οι έξεις γίνονται η πηγή των αντίστοιχων ενεργειών και έτσι δημιουργείται ένας κύκλος. Ας πάρουμε ως παράδειγμα την ανδρεία: συνηθίζοντας να περιφρονούμε τους κινδύνους γινόμαστε ανδρείοι, και, αφού γίνουμε ανδρείοι, μπορούμε να αντιμετωπίζουμε ακόμη καλύτερα αυτά που προκαλούν φόβο. [Το ρήμα γίνονται ( ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν αἱ ἕξεις γίνονται) μας οδηγεί στη θέση ότι οι έξεις δεν υπάρχουν εκ φύσεως, αλλά είναι αποτέλεσμα κάποιων
σταθερά επαναλαμβανόμενων ενεργειών. Οι μετοχές επίσης πράττοντες και ἐθιζόμενοι αναφέρονται στις πράξεις εκείνες, μέσα από τη συστηματική επανάληψη των οποίων ο άνθρωπος οδηγείται στη διαμόρφωση των αντίστοιχων έξεων. Αξιοσημείωτο είναι ότι η χρονική βαθμίδα είναι ο ενεστώτας, ο οποίος δηλώνει επανάληψη. } Γι αυτό πρέπει να προσδίδουμε μια ορισμένη ποιότητα στις ενέργειές μας, ώστε να μπορέσουμε μέσα από αυτές να οδηγηθούμε στην ηθική αρετή. Η ποιότητα των πράξεών μας αποτελεί τον περιορισμό προκειμένου να οδηγηθούμε στην ηθική αρετή. Οι καλοί ή οι κακοί τρόποι συμπεριφοράς και οι καλές ή κακές συνήθειες που δημιουργούνται διαμορφώνουν τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας, θετικά ή αρνητικά. Χρειάζεται λοιπόν ιδιαίτερη φροντίδα για τη ρύθμιση της ποιότητας των πράξεών μας. Σ αυτό συντελεί σημαντικά ο εθισμός από την παιδική ηλικία, γιατί οι οποιεσδήποτε συνήθειες των νέων θα δεσμεύουν ανάλογα τη βούλησή τους και θα προσδιορίζουν, αντίστοιχα, την πορεία της ζωής τους. Β4α. διαφέρει, γίνεται, εἶχεν, πολιτεία, ἀναστρέφεσθαι Β4β. σύν + ἀλλάττω ἐπί + θυμόω-ῶ σῷος+ φρήν ἀνά + στρέφομαι ΑΔΙΔΑΚΤΟ Α. Κύρε, ενώ ( εμείς) οι άνθρωποι μπορούμε να προβλέπουμε για το μέλλον τόσο λίγα, ωστόσο προσπαθούμε να κάνουμε πολλά. Γιατί κι εγώ τώρα, ενώ προσπάθησα να βρω την ελευθερία, έγινα δούλος όσο ποτέ πιο πριν. κι αφού αιχμαλωτιστήκαμε, ενώ νομίσαμε ότι είχαμε σίγουρα χαθεί, αποδεικνύεται τώρα ότι έχουμε σωθεί όσο ποτέ προηγουμένως. Γιατί αυτοί που ποτέ στο παρελθόν δεν έπαυαν να μας κάνουν κάθε κακό, τώρα τους βλέπω να είναι όπως ακριβώς ευχόμουν. Και να ξέρεις και τούτο, είπε, Κύρε, ότι δηλαδή εγώ, για να διώξω τους
Χαλδαίους από αυτές τις κορυφές, θα μπορούσα να πάρω πολλαπλάσια χρήματα από όσα έχεις πάρει τώρα εσύ από μένα. και όσα καλά υποσχέθηκες να μας κάνεις όταν πήρες τα χρήματα, έχουν γίνει ήδη από σένα, ώστε είναι φανερό ότι σου οφείλουμε επιπλέον και άλλες χάρες, τις οποίες βέβαια, αν δεν είμαστε κακοί, θα ντραπούμε αν δεν σου τις ανταποδώσουμε. Β. χρήμασι, κακίονες /κακίους και χείρονες/χείρους, μειόνων, οὕς, ἀποδιδοῦσι, μηχανῷο, δόντων/δότωσαν, ὑπόσχῃ, ἀπελᾶν, ᾒσχυνται Γ1. ὅτι ἐγώ πολλαπλάσια ἄν ἔδωκα χρήματα : Δευτερεύσα ονοματική ειδική πρόταση, εκεφέρεται με δυνητική οριστική «ἄν ἔδωκα» που δηλώνει το δυνατό να γίνει στο παρελθόν και λειτουργεί ως επεξήγηση στη δεικτική αντωνυμία τοῦτο. ὥστε ἀπελάσαι Χαλδαίους ἀπό τούτων τῶν ἄκρων: Δευτερεύουσα συμπερασματική απαρεμφατική πρόταση, εκφέρεται με απαρέμφατο σε θέση ρήματος που δηλώνει επιδιωκόμενο αποτέλεσμα ή σκοπό και λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του επιδιωκόμενου αποτελέσματος στο ρήμα ἔδωκα της δευτερεύουσας ειδικής πρότασης. ὧν σύ νῦν ἔχεις παρ ἐμοῦ: Δευτερεύουσα αναφορική ονοματική πρόταση, εκφέρεται με οριστική που δηλώνει το πραγματικό και λειτουργεί ως γενική συγκριτική από το επίθετο πολλαπλάσια. Γ2. μή ἀποδιδόντες: η υποθετική μετοχή αποτελεί λανθάνουσα μορφή υποθετικού λόγου και έχει ως απόδοση το ρήμα αἰσχυνοίμεθα ἄν. Ο υποθετικός λόγος που σχηματίζεατι δηλώνει την απλή σκέψη του λέγοντος. ἡμεῖς γε αἰσχυνοίμεθ ἄν, εἰ σοι μή ἀποδιδοίημεν/ἀποδιδοῖμεν Γ3. Εἶπεν τῷ Κύρῳ (ἡμᾶς) τούς ἀνθρώπους ὀλίγα δυναμένους προορᾶν περί τοῦ μέλλοντος πολλά ἐπιχειρεῖν πράττειν.