VΙΙΙ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΙΝ ΥΝΟΣ 4. Εξελιγµένη µέθοδος µέτρησης Εξελιγµένη µέθοδος µέτρησης. Παράρτηµα Χ Παράρτηµα Χ Παράρτηµα Χ 49. (1) Οι τράπεζες δύνανται να χρησιµοποιούν εξελιγµένες µεθόδους µέτρησης βάσει των δικών τους συστηµάτων µέτρησης λειτουργικού κινδύνου, εφόσον η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου εγκρίνει ρητά τη χρήση των σχετικών µοντέλων για τον υπολογισµό των απαιτήσεων σε ίδια κεφάλαια. (2) Οι τράπεζες διαβεβαιώνουν γραπτώς την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ότι πληρούν τα κριτήρια του Παραρτήµατος Χ, Μέρος 3. (3) Όταν πρόκειται να χρησιµοποιηθεί εξελιγµένη µέθοδος µέτρησης από µητρικό πιστωτικό ίδρυµα εγκατεστηµένο στην ΕΕ και τις θυγατρικές του, ή από τις θυγατρικές µιας µητρικής χρηµατοδοτικής εταιρείας συµµετοχών εγκατεστηµένης στην ΕΕ, οι αρµόδιες για τα διάφορα νοµικά πρόσωπα αρχές, συνεργάζονται στενά µεταξύ τους η εφαρµογή της µεθόδου αυτής περιλαµβάνει τα στοιχεία που απαριθµούνται στο Παράρτηµα Χ, Μέρος 3. (4) Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, σε περίπτωση που ένα µητρικό πιστωτικό ίδρυµα εγκατεστηµένο στην ΕΕ και οι θυγατρικές αυτού ή οι θυγατρικές µιας µητρικής χρηµατοδοτικής εταιρείας συµµετοχών εγκατεστηµένης στην ΕΕ χρησιµοποιούν εξελιγµένη µέθοδο µέτρησης σε ενοποιηµένη βάση, δύνανται να επιτρέπει την εκπλήρωση των κριτηρίων του Παραρτήµατος Χ, Μέρος 3, από κοινού από το µητρικό ίδρυµα και τις θυγατρικές του.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X: ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΙΝ ΥΝΟΣ ΜΕΡΟΣ 3: ΕΞΕΛΙΓΜΕΝΕΣ ΜΕΘΟ ΟΙ ΜΕΤΡΗΣΗΣ 1. Κριτήρια επιλεξιµότητας 1. Για να µπορούν να εφαρµόζουν µια εξελιγµένη µέθοδο µέτρησης, οι τράπεζες πρέπει να αποδεικνύουν στη Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ότι ικανοποιούν τα ακόλουθα κριτήρια επιλεξιµότητας, επιπλέον των γενικών προτύπων διαχείρισης κινδύνων της παραγράφου 66 της Ενότητας Α και του Παραρτήµατος V. 1.1. Ποιοτικά πρότυπα 2. Το εσωτερικό σύστηµα µέτρησης του λειτουργικού κινδύνου της τράπεζας πρέπει να είναι στενά ενταγµένο στις διαδικασίες καθηµερινής διαχείρισης κινδύνων. 3. Η τράπεζα πρέπει να διαθέτει ανεξάρτητο τµήµα επιφορτισµένο µε τη διαχείριση του λειτουργικού κινδύνου. 4. Τα ανοίγµατα σε λειτουργικό κίνδυνο και οι ζηµίες από τον κίνδυνο αυτό πρέπει να αποτελούν αντικείµενο τακτικών εκθέσεων. Η τράπεζα πρέπει να εφαρµόζει διαδικασίες που επιτρέπουν τη λήψη κατάλληλων διορθωτικών µέτρων. 5. Το σύστηµα διαχείρισης κινδύνων της τράπεζας πρέπει να είναι πλήρως και γραπτώς τεκµηριωµένο. Η τράπεζα εφαρµόζει τακτικές διαδικασίες για τη διασφάλιση της συµµόρφωσης, καθώς και πολιτικές για την αντιµετώπιση των περιπτώσεων µη συµµόρφωσης. 6. Οι διαδικασίες διαχείρισης και τα συστήµατα µέτρησης του λειτουργικού κινδύνου πρέπει να υπόκεινται σε τακτική επανεξέταση από εσωτερικούς και/ή εξωτερικούς ελεγκτές. 7. Προτού εγκρίνει (validate) το σύστηµα µέτρησης του λειτουργικού κινδύνου, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου πρέπει να πεισθεί: (α) ότι τα συστήµατα εσωτερικής επικύρωσης λειτουργούν ικανοποιητικά
(β) ότι οι ροές δεδοµένων και οι διαδικασίες που συνδέονται µε τα συστήµατα µέτρησης του λειτουργικού κινδύνου είναι διαφανείς και προσπελάσιµες. 1.2. Ποιοτικά πρότυπα 1.2.1. ιαδικασίες 8. Οι τράπεζες υπολογίζουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις κατά τρόπο ώστε να καλύπτεται τόσο η αναµενόµενη όσο και η µη αναµενόµενη ζηµία, εκτός εάν µπορούν να αποδείξουν ότι η αναµενόµενη ζηµία λαµβάνεται επαρκώς υπόψη στις εσωτερικές επιχειρηµατικές πρακτικές τους. Η µέτρηση του λειτουργικού κινδύνου πρέπει να συλλαµβάνει δυνητικά σοβαρά ακραία γεγονότα και να επιτυγχάνει ένα πρότυπο αξιοπιστίας συγκρίσιµο µε διάστηµα εµπιστοσύνης (confidence interval) 99,9% σε περίοδο ενός έτους. 9. Το σύστηµα µέτρησης του λειτουργικού κινδύνου της τράπεζας πρέπει να περιλαµβάνει ορισµένα στοιχεία-κλειδιά που εξασφαλίζουν ότι ανταποκρίνεται στο πρότυπο αξιοπιστίας της παραγράφου 8. Τα στοιχεία αυτά περιλαµβάνουν υποχρεωτικά τη χρησιµοποίηση εσωτερικών δεδοµένων, εξωτερικών δεδοµένων, αναλύσεων σεναρίων και παραγόντων που αντικατοπτρίζουν το οικονοµικό περιβάλλον και τα συστήµατα εσωτερικού ελέγχου, σύµφωνα µε τις παραγράφους 13 έως 24. Η τράπεζα πρέπει να διαθέτει πλήρως και γραπτώς τεκµηριωµένη προσέγγιση για τη στάθµιση των τεσσάρων αυτών στοιχείων στο συνολικό σύστηµα µέτρησης του λειτουργικού κινδύνου. 10. Το σύστηµα µέτρησης του λειτουργικού κινδύνου συλλαµβάνει τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου που επηρεάζουν το σχήµα της κατανοµής των εκτιµήσεων της ζηµίας στα αποµακρυσµένα σηµεία της. 11. Οι συσχετίσεις µεταξύ µεµονωµένων εκτιµήσεων ζηµίας από λειτουργικό κίνδυνο µπορούν να λαµβάνονται υπόψη µόνον εάν οι τράπεζες µπορούν να αποδείξουν στη Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ότι τα συστήµατα µέτρησης αυτών των συσχετίσεων είναι άρτια, εφαρµόζονται µε ακεραιότητα και λαµβάνουν υπόψη την αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει αυτές τις εκτιµήσεις συσχέτισης, ιδίως
σε περιόδους ακραίων καταστάσεων. Η τράπεζα πρέπει να επικυρώνει τις παραδοχές της για τις συσχετίσεις αυτές µε κατάλληλες ποσοτικές και ποιοτικές τεχνικές. 12. Το σύστηµα µέτρησης του κινδύνου είναι συνεπές σε εσωτερικό επίπεδο και αποφεύγει την πολλαπλή συνεκτίµηση ποιοτικών αξιολογήσεων ή τεχνικών µείωσης του κινδύνου που αναγνωρίζονται σε άλλους τοµείς του πλαισίου κεφαλαιακής επάρκειας. 1.2.2. Εσωτερικά δεδοµένα 13. Οι εσωτερικές µετρήσεις του λειτουργικού κινδύνου βασίζονται σε ελάχιστη περίοδο ιστορικής παρατήρησης πέντε ετών. Όταν η τράπεζα εφαρµόζει για πρώτη φορά µια εξελιγµένη µέθοδο µέτρησης, µπορεί να γίνει δεκτή τριετής περίοδος ιστορικής παρατήρησης. 14. Οι τράπεζες πρέπει να είναι σε θέση να αντιστοιχίζουν τα εσωτερικά τους ιστορικά δεδοµένα ζηµίας µε τους επιχειρηµατικούς τοµείς που ορίζονται στο Μέρος 2 και τις κατηγορίες γεγονότων που ορίζονται στο Μέρος 5 και να παρέχουν τα δεδοµένα αυτά στη Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου όταν αυτή τα ζητά. Ο καταλογισµός των ζηµιών στους διάφορους επιχειρηµατικούς τοµείς και κατηγορίες γεγονότων πρέπει να γίνεται µε αντικειµενικά και γραπτώς τεκµηριωµένα κριτήρια. Οι ζηµίες από λειτουργικό κίνδυνο που συνδέονται µε τον πιστωτικό κίνδυνο και έχουν ιστορικά περιληφθεί στις εσωτερικές βάσεις δεδοµένων για τον πιστωτικό κίνδυνο πρέπει να καταχωρούνται στις βάσεις δεδοµένων για το λειτουργικό κίνδυνο και να εντοπίζονται χωριστά. Οι ζηµίες αυτές δεν υπόκεινται σε κεφαλαιακή απαίτηση για λειτουργικό κίνδυνο ενόσω εξακολουθούν να αντιµετωπίζονται ως πιστωτικός κίνδυνος για τους σκοπούς του υπολογισµού των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων. Οι ζηµίες από λειτουργικό κίνδυνο που σχετίζονται µε τον κίνδυνο αγοράς περιλαµβάνονται στην κεφαλαιακή απαίτηση για λειτουργικό κίνδυνο. 15. Τα εσωτερικά δεδοµένα ζηµίας της τράπεζας πρέπει να είναι πλήρη και να καλύπτουν όλες τις σηµαντικές δραστηριότητες και ανοίγµατα σε όλα τα
κατάλληλα υποσυστήµατα και γεωγραφικούς τόπους. Η τράπεζα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει ότι οι εξαιρούµενες δραστηριότητες ή ανοίγµατα, τόσο µεµονωµένα όσο και στο σύνολό τους, δεν θα είχαν καµία ουσιώδη επίπτωση στη συνολική εκτίµηση των κινδύνων. Πρέπει να καθορίζονται κατάλληλα ελάχιστα όρια ζηµίας για τη συλλογή των εσωτερικών δεδοµένων ζηµίας. 16. Εκτός από τις πληροφορίες για τα ακαθάριστα ποσά ζηµίας, οι τράπεζες συγκεντρώνουν πληροφορίες σχετικά µε την ηµεροµηνία του σχετικού γεγονότος, τις ενδεχόµενες επανεισπράξεις (recoveries) ακαθάριστων ποσών ζηµίας, καθώς και ορισµένες περιγραφικές πληροφορίες σχετικά µε τους παράγοντες ή τις αιτίες του ζηµιογόνου γεγονότος. 17. Υπάρχουν ειδικά κριτήρια για τον καταλογισµό των ζηµιών από ένα γεγονός ή από γεγονότα που συνδέονται µεταξύ τους διαχρονικά σε µια κεντρική λειτουργία ή σε δραστηριότητα κοινή σε περισσότερους του ενός επιχειρηµατικούς τοµείς. 18. Οι τράπεζες διαθέτουν γραπτώς τεκµηριωµένες διαδικασίες για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των ιστορικών δεδοµένων ζηµίας η αξιολόγηση αυτή αφορά ιδίως καταστάσεις στις οποίες µπορούν να χρησιµοποιηθούν υπερβάσεις που βασίζονται στην ανθρώπινη κρίση (judgment overrides), αναθεωρήσεις ποσών (scaling) ή άλλες προσαρµογές, το βαθµό στον οποίο αυτές µπορούν να χρησιµοποιηθούν και το πρόσωπο που είναι εξουσιοδοτηµένο να λάβει τις σχετικές αποφάσεις. 1.2.3. Εξωτερικά δεδοµένα 19. Το σύστηµα µέτρησης του λειτουργικού κινδύνου της τράπεζας χρησιµοποιεί κατάλληλα εξωτερικά δεδοµένα, ιδίως εάν υπάρχουν λόγοι να θεωρηθεί ότι η τράπεζα είναι εκτεθειµένη σε κίνδυνο έκτακτων αλλά δυνητικά σοβαρών ζηµιών. Η τράπεζα πρέπει να διαθέτει συστηµατική διαδικασία προσδιορισµού των καταστάσεων στις οποίες πρέπει να χρησιµοποιούνται εξωτερικά δεδοµένα και των µεθόδων ενσωµάτωσης των δεδοµένων αυτών στο σύστηµα µέτρησης. Οι προϋποθέσεις και πρακτικές για τη χρήση εξωτερικών δεδοµένων πρέπει να αναθεωρούνται τακτικά, να τεκµηριώνονται γραπτώς και να υπόκεινται σε περιοδική ανεξάρτητη επανεξέταση.
1.2.4. Ανάλυση σεναρίων 20. Η τράπεζα χρησιµοποιεί αναλύσεις σεναρίων βασιζόµενων σε γνώµες εµπειρογνωµόνων σε συνδυασµό µε τα εξωτερικά δεδοµένα για να αξιολογεί το βαθµό στον οποίο είναι εκτεθειµένη στον κίνδυνο πολύ σοβαρών γεγονότων. Με την πάροδο του χρόνου, οι αξιολογήσεις αυτές πρέπει να επικυρώνονται και να αναθεωρούνται βάσει συγκρίσεων µε τις πραγµατικές ζηµίες προκειµένου να διασφαλίζεται ο εύλογος χαρακτήρας τους. 1.2.5. Παράγοντες επιχειρηµατικού περιβάλλοντος και εσωτερικού ελέγχου 21. Η µεθοδολογία αξιολόγησης που εφαρµόζεται σε επίπεδο επιχείρησης πρέπει να συλλαµβάνει τους βασικούς παράγοντες του επιχειρηµατικού περιβάλλοντος και του εσωτερικού ελέγχου οι οποίοι µπορούν να µεταβάλουν το προφίλ κινδύνου της. 22. Η επιλογή καθενός από τους παράγοντες αυτούς πρέπει να δικαιολογείται από την πραγµατική του επίπτωση στον κίνδυνο, µε βάση την αποκτηθείσα εµπειρία και τη γνώµη εµπειρογνωµόνων για τους επηρεαζόµενους επιχειρηµατικούς τοµείς. 23. Η ευαισθησία των εκτιµήσεων κινδύνου στις µεταβολές των παραγόντων και οι σχετικές σταθµίσεις των διαφόρων παραγόντων πρέπει να βασίζονται σε εµπεριστατωµένη ανάλυση. Εκτός από τις µεταβολές του κινδύνου που σχετίζονται µε βελτιώσεις στον έλεγχό του, το πλαίσιο πρέπει επίσης να συλλαµβάνει τις δυνητικές αυξήσεις κινδύνου λόγω µεγαλύτερης πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων ή του αυξηµένου όγκου τους. 24. Το πλαίσιο πρέπει να τεκµηριώνεται γραπτώς και υπόκειται σε ανεξάρτητη επανεξέταση τόσο εντός της τράπεζας όσο και από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. Με την πάροδο του χρόνου, η διαδικασία και τα αποτελέσµατα της επανεξέτασης επικυρώνονται και να αναθεωρούνται βάσει συγκρίσεων µε εσωτερικά δεδοµένα πραγµατικών ζηµιών και µε κατάλληλα εξωτερικά δεδοµένα.
2. Επίπτωση της ασφάλισης και άλλων µηχανισµών µεταφοράς κινδύνου 25. Οι τράπεζες µπορούν να αναγνωρίζουν την επίπτωση της ασφάλισης, µε την επιφύλαξη των προϋποθέσεων των παραγράφων 26 έως 29 και άλλων µηχανισµών µεταφοράς κινδύνου, όπου η τράπεζα µπορεί να αποδείξει, κατά την κρίση της Κεντρική Τράπεζας της Κύπρου, ότι επιτυγχάνεται σηµαντική µείωση του κινδύνου. 26. Ο ασφαλειοδότης έχει λάβει άδεια να παρέχει ασφαλιστικά ή αντασφαλιστικά προϊόντα και ο ασφαλειοδότης έχει ελάχιστη ικανότητα πληρωµής αποζηµιώσεων διαβαθµισµένη από επιλέξιµο ΕCΑΙ που κρίθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ότι αντιστοιχεί στην βαθµίδα πιστωτικής ποιότητας 3 ή υψηλότερη δυνάµει των κανόνων περί συντελεστών στάθµισης ανοιγµάτων έναντι πιστωτικών ιδρυµάτων κατά την έννοια των παραγράφων 22 έως 27 της Ενότητας Α. 27. Η ασφάλιση και το ασφαλιστικό πλαίσιο της τράπεζας οφείλουν να πληρούν τις κατωτέρω προϋποθέσεις. (α) Το ασφαλιστήριο συµβόλαιο πρέπει να έχει αρχική διάρκεια ενός έτους τουλάχιστον. Για τα ασφαλιστήρια συµβόλαια µε εναποµένουσα διάρκεια µικρότερη του ενός έτους, η τράπεζα πρέπει να εφαρµόσει κατάλληλο ποσοστό περικοπής που αντικατοπτρίζει την προοδευτική µείωση της εναποµένουσας διάρκειας του ασφαλιστηρίου και µπορεί να ανέλθει στο 100% για συµβόλαια µε εναποµένουσα διάρκεια 90 ηµερών ή λιγότερο. (β) Η περίοδος προειδοποίησης για την καταγγελία του ασφαλιστηρίου συµβολαίου είναι τουλάχιστον 90 ηµέρες. (γ) Το ασφαλιστήριο συµβόλαιο δεν προβλέπει εξαιρέσεις ή περιορισµούς που ενεργοποιούνται µετά από πράξεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (supervisory actions) ή που εµποδίζουν, σε περίπτωση αφερέγγυας τράπεζας, την τράπεζα, το σύνδικο ή τον εκκαθαριστή να εισπράξει αποζηµιώσεις για ζηµίες ή έξοδα που υπέστη η τράπεζα, µε εξαίρεση τα γεγονότα που επέρχονται µετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης της τράπεζας, εφόσον το ασφαλιστήριο συµβόλαιο µπορεί να αποκλείσει κάθε πρόστιµο,
ποινική ρήτρα ή αποζηµίωση που απορρέει από πράξεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου. (δ) Ο υπολογισµός της µείωσης κινδύνου πρέπει να αντικατοπτρίζει την ασφαλιστική κάλυψη µε τρόπο διαφανή και συνεπή µε την πραγµατική πιθανότητα και τις επιπτώσεις της ζηµίας που χρησιµοποιούνται για το γενικό προσδιορισµό της κεφαλαιακής απαίτησης για λειτουργικό κίνδυνο. (ε) Η ασφάλιση παρέχεται από τρίτο. Εάν η ασφάλιση παρέχεται µέσω εξαρτηµένων ή θυγατρικών ασφαλιστικών επιχειρήσεων, το άνοιγµα πρέπει να µεταβιβάζεται σε ανεξάρτητο τρίτο που πληροί τα κριτήρια επιλεξιµότητας, για παράδειγµα µε αντασφάλιση και (στ) Το πλαίσιο αναγνώρισης της ασφάλισης είναι εύλογο και γραπτώς τεκµηριωµένο. 28. Η µεθοδολογία για την αναγνώριση της ασφάλισης πρέπει να συλλαµβάνει τα ακόλουθα στοιχεία µέσω κατάλληλων µειώσεων ή ποσοστών περικοπής του ποσού ασφάλισης που αναγνωρίζεται: (α) εναποµένουσα διάρκεια του ασφαλιστήριου συµβολαίου, εάν είναι µικρότερη του ενός έτους, όπως αναφέρεται ανωτέρω (β) όροι καταγγελίας του ασφαλιστήριου συµβολαίου, εάν η διάρκεια του είναι µικρότερη του ενός έτους και (γ) αβεβαιότητα των πληρωµών και αναντιστοιχίες κάλυψης των ασφαλιστηρίων συµβολαίων. 29. Η µείωση της κεφαλαιακής απαίτησης που προκύπτει από την αναγνώριση της ασφάλισης δεν υπερβαίνει το 20% της κεφαλαιακής απαίτησης για λειτουργικό κίνδυνο πριν την αναγνώριση των τεχνικών µείωσης του κινδύνου. 3. Αίτηση για τη χρήση εξελιγµένης µεθόδου µέτρησης σε επίπεδο οµίλου 30. Εάν το µητρικό πιστωτικό ίδρυµα εγκατεστηµένο στην ΕΕ και οι θυγατρικές του ή οι θυγατρικές µητρικής χρηµατοδοτικής εταιρείας συµµετοχών εγκατεστηµένης στην ΕΕ, όπως οι όροι αυτοί ορίζονται στην παράγραφο 1 της
Ενότητας Α, προτίθενται να χρησιµοποιήσουν εξελιγµένη µέθοδο µέτρησης, η σχετική αίτηση περιλαµβάνει περιγραφή των µεθόδων που εφαρµόζονται για την κατανοµή της κεφαλαιακής κάλυψης του λειτουργικού κινδύνου µεταξύ των διαφόρων οντοτήτων του οµίλου. 31. Η αίτηση αναφέρει εάν και µε ποιο τρόπο σχεδιάζεται να ενσωµατωθούν οι επιπτώσεις της διαφοροποίησης στο σύστηµα µέτρησης κινδύνων.