Βασίλης Κρεμμυοάς* Τα βιβλία των εμπορικών επιχειρήσεων Η δική μου παρέμβαση αφορά το περιεχόμενο ενός εμπορικού αρχείου στην Τουρκοκρατία. Τι περιέχει δηλαδή ένα ιδιωτικό εμπορικό αρχείο, τι έγραφαν και τι κατέγραφαν οι έμποροι. Εννοείται: ένας έλληνας έμπορος στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Δυό εξηγήσεις, πρώτα, μία για το χρόνο και μία για το χώρο. Πρώτη εξήγηση: εννοούμε την περίοδο αυτή που τελειώνει με το 1821. Δεύτερη εξήγηση: ας πούμε ότι μπορούμε να πάμε χονδρικά μέχρι το 1840.0 λόγος είναι ότι τα αρχειακά δεδομένα, ο τρόπος της καταγραφής δηλαδή και ο τρόπος τήρησης των βιβλίων ουσιαστικά δεν αλλάζει. Κάπου εκεί στα μέσα του 19ου αι. αρχίζουν και αλλάζουν τα πράγματα και θα σας εξηγήσω γιατί. Όσο για το χώρο, να φανταστείτε τον Ελληνα έμπορο οπουδήποτε κι αν ήταν εγκατεστημένος, οπουδήποτε κι αν εμπορευόταν, εννοώ από τις Κυκλάδες και την Πελοπόννησο μέχρι την Οδησσό και τη Βενετία. Ανάμεσα στον έλληνα έμπορο της Βενετίας και σ'αυτόν της Μυκόνου, για παράδειγμα, οι διαφορές στην τήρηση του αρχείου του δεν έχουν να κάνουν με το περιεχόμενο του, ούτε με το τι είδους κατάστιχα τηρούσε, αλλά μόνον με τον τρόπο καταγραφής, με την τάξη, αν ήταν πιο τακτικά γραμμένα, πιο τακτοποιημένα και ακόμη, αν θέλετε, με την υλική ποιότητα του τεκμηρίου, αν το βιβλίο ή το χαρτί είναι καλύτερης ποιότητας. Να δούμε ποιες κατηγορίες καταγραφών εμπεριέχονται σ'ένα εμπορικό αρχειακό σώμα. Τι περιλαμβάνει το αρχείο μιας εμπορικής επιχείρησης, μιας ε μπορικής εταιρείας. Η εμπορική εταιρεία είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Οσο προχωράμε προς το Εικοσιένα ο μεμονωμένος έμπορος είναι μάλλον σπάνιο φαινόμενο. Οπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, οι κατηγορίες των καταγραφών είναι συνάρτηση των δραστηριοτήτων ενός εμπόρου. Οταν λέμε έμπορος, να φαντάζεστε επιχείρηση, να φαντάζεστε εταιρεία, να φαντάζεστε πλοίο και όλα τα σχετικά. Γι'αυτό προτείνω τις πέντε κατηγορίες εμπορικού αρχειακού υλικού που βρίσκουμε να τις χωρίσουμε στα δύο: σ'αυτά που βρίσκουμε ο- * Ιστορικός, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών.
36 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ πωσδήποτε σ'ένα εμπορικό αρχείο και σ'αυτά που μπορεί να μην υπάρχουν, ό χι όμως επειδή χάθηκαν, αλλά επειδή δεν χρειάζονταν, επειδή δεν είχε τέτοιες αντίστοιχες δραστηριότητες ο έμπορος, τον οποίο μελετούμε. Οι δύο σίγουρες κατηγορίες υλικού που βρίσκουμε σ'ένα εμπορικό αρχειακό σώμα είναι η αλληλογραφία και τα κατάστιχα. Αυτά που δεν υπάρχουν πάντοτε, ή δεν υπάρχουν όλα, είναι οι ομολογίες, δηλαδή τα χρεωστικά έγγραφα, τα ναυλοσύμφωνα, τα επίσημα τελωνειακά έγγραφα, τα δικαιοπρακτικά έγγραφα, φορτωτικές κ.ά. Να προσθέσω εδώ και μια τρίτη κατηγορία τεκμηρίων που τη βρίσκουμε σπανιότερα και που θα μπορούσαν να μη θεωρηθούν ευθέως ε μπορικό αρχειακό υλικό: εννοώ τις διαθήκες, τα προικοσύμφωνα, τα επίσημα κρατικά έγγραφα (για το ελληνικό κράτος μετά το Εικοσιένα). Να δούμε τι καταγράφεται σε κάθε μια από τις κατηγορίες τεκμηρίων. Θα αρχίσω από την Αλληλογραφία. Μια τυπική επιστολή εμπορικού περιεχομένου και χαρακτήρα, μετά την α παραίτητη προσφώνηση, η οποία σαφέστατα υπενθυμίζει το χαρακτήρα της κοινωνικής ιεραρχικής σχέσης του αποστολέα με τον αποδέκτη, αρχίζει με αναφορά και σύντομη περίληψη της προηγούμενης ή των προηγούμενων επιστολών που είχε στείλει ο ίδιος αποστολέας και συνεχίζει με αντίστοιχη αναφορά στο περιεχόμενο της απάντησης που έλαβε, με υπόμνηση και της ημερομηνίας. Αν δεν έχει λάβει απάντηση, διατυπώνει τα παράπονα του. Ακολουθεί ενημέρωση ή ανάλυση του κυρίου θέματος. Κάθε επιστολή ή ομάδα επιστολών έχει έ να κύριο θέμα για το οποίο γράφεται, που μπορεί να είναι εντολή ή εκτέλεση ε ντολής για αγορά ή πώληση εμπορεύματος, για ασφάλιση του εμπορεύματος ή του πλοίου, για αποστολή ή παραλαβή του εμπορεύματος, για την κίνηση της α γοράς κλπ. Κλείνει με ενημέρωση του αποδέκτη, π.χ., για τις καιρικές συνθήκες για την παραγωγή ενός προϊόντος, για το ταξίδι ενός πλοίου, για την κίνηση των τιμών και τον όγκο της παραγωγής, για την κίνηση των λιμανιών, για τη δραστηριότητα άλλων εμπόρων και άλλα όμοια. Φυσικά όλα αυτά αναφέρονται στον τόπο όπου βρίσκεται ο έμπορος αποστολέας της επιστολής. Αυτός είναι ο καθιερωμένος τύπος της εμπορικής επιστολής του τέλους της Τουρκοκρατίας. Είναι ο τύπος της επιστολής που υπάκουε σε κάποιους κανόνες καθιερωμένους από την πρακτική και που είναι αποτυπωμένος σε κάποια ε μπορικά εγχειρίδια. Θα πάμε τώρα στα Κατάστιχα. Είναι αυτά που γενικώς σήμερα ονομάζουμε βιβλία και οι λογιστές έχουν το δικαίωμα να τα λένε και λογιστικά βιβλία. Είναι τα ποσοτικού ή στατιστικού τύπου τεκμήρια για τους ιστορικούς. Σ'ένα ε μπορικό αρχείο αυτά είναι πολλά. Διακρίνονται όμως σε δύο ποιοτήτων βι-
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΈΣ ΠΡΟΣΕΓΓΊΣΕΙΣ 37 βλία, στα πρόχειρα ή καθημερινά και στο επίσημο βιβλίο, το λεγόμενο τότε Μαέστρο και μεταγενέστερα Καθολικό. Τα πρόχειρα ή καθημερινά ήταν πολλά και διαφόρων διαστάσεων και όγκων. Από 4 μέχρι και πάνω από 100 φύλλα, από δεμένα με ένα σκοινάκι μέχρι δεμένα με χαρτόνι για εξώφυλλο, μέχρι πανόδετα και δερματόδετα. Αυτά τα βρίσκουμε με διάφορες ονομασίες, το καταστιχάκι, το μικρό κατάστιχο, ή το πρόχειρο κατάστιχο ή το μεγάλο κατάστιχο (όχι όμως το Μαέστρο). Μεγάλο ως προς τα άλλα κατάστιχα, που κρατούσε αυτός ο έ μπορος. Το Μαέστρο ήταν κατά κανόνα ένα κατάστιχο μεγάλου σχήματος με πολλά φύλλα, ήταν ένα συνήθως και καλοδεμένο. Ένα Μαέστρο μπορείτε να δείτε στη βιτρίνα που υπάρχει έξω, του Κούππα. Είναι ένα εμπορικό βιβλίο του πατέρα των Κούππα, που έφτιαξαν το μηχανουργείο. Κατάστιχο είναι αυτό το βιβλίο στο οποίο ο έμπορος κατέγραφε τις δραστηριότητες του στην αριθμητική τους έκφραση και η καταγραφή γινόταν στον τύπο dare-avere, δηλαδή στον επίσημο τύπο δούναι-λαβείν, και αυτό ανεξάρτητα από το εάν στο κατάστιχο υπάρχουν οι λέξεις αυτές. Στα κατάστιχα του ο έμπορος κατέγραφε την ποσότητα των αγαθών και των χρημάτων που είχε να λάβει ή να δώσει ή που έπρεπε να λάβει ή να δώσει. Ας δούμε από πιο κοντά τι έγραφε στα κατάστιχα του ένας έμπορος. Εκεί κατέγραφε μέχρι και το παραμικρό ποσό και την παραμικρή ποσότητα που έδινε ή που έπαιρνε από όλων των μορφών τις συναλλαγές. Από την αγορά και την πώληση εμπορευμάτων, από τη ναύλωση πλοίων είτε αυτός ναύλωνε ξένα είτε ναύλωνε τα δικά του σε άλλους, από ενοικίαση φόρων ή αγοραπωλησία α κινήτων, από δανεισμό δικό του ή προς άλλους, μέχρι καλλιεργητικά έξοδα για αγροτικά εισοδήματα, ακόμη και έξοδα ένδυσης, υπόδυσης, σίτησης και αγοράς οικιακών σκευών. Όλα αυτά είναι καταγραμμένα, μιλάω για τα πρόχειρα, φίρδην-μίγδην και όχι ανά κεφάλαιο δραστηριοτήτων. Σπανιότερα βρίσκουμε και κάποια τέτοια καταγραφή, με κάποια τάξη. Αυτό συμβαίνει συνήθως με τα μικρά κατάστιχα τα ολιγοσέλιδα μπορούσε δηλαδή κάποιος έμπορος ν'ανοίξει έ να κατάστιχο ολιγοσέλιδο, στο οποίο κατέγραφε την ελαιοπαραγωγή του και την πώληση της ελαιοπαραγωγής του σε μια χρονιά μόνον. Μπορούμε επίσης να βρούμε ένα καταστιχάκι όπου ο εφοπλιστής κατέγραφε τη σερμαγιά που είχε μαζέψει αποκλειστικά για ένα ταξίδι ενός πλοίου. Σε τέτοιες περιπτώσεις μόνον μπορούμε να μιλήσουμε για κάποια τάξη. Μικρότερη είναι η φίρδην-μίγδην καταγραφή ως προς την χρονολογική τάξη. Λέω μικρότερη γιατί και κει υ πάρχει. Ας δούμε ένα παράδειγμα: πούλησε ένα εμπόρευμα ο έμπορος ή δάνεισε χρήματα το 1804, αλλά έλαβε τα χρεωστούμενα το 1809. Έχουν εν τω μεταξύ
38 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΈΣ ΠΡΟΣΕΓΓΊΣΕΙΣ μεσολαβήσει άλλες πράξεις και καταγραφές και αυτό το κλείσιμο της πράξης αυτής μπορεί να το βρούμε ακόμη και σε άλλο κατάστιχο. Έκλεισε το κατάστιχο, έγραψε όσα είχε να γράψει. Θα μου πείτε αυτό δεν είναι χρονολογική τάξη; Ορθή πράξη θα ήταν, γιατί το βρίσκουμε και αυτό, ν'αφήσει ένα κενό ώστε ό ταν πάρει τα λεφτά του πίσω να το σημειώσει εκεί στη θέση του. Όλα αυτά τα περί καταγραφικής αταξίας αναφέρονται στα πρόχειρα και τα καθημερινά και ποτέ στο Μαέστρο. Σ'αυτό η καταγραφή γίνεται με άλλο πνεύμα, είναι στον τύπο του δούναι-λαβείν, επομένως αποκλείεται αυτού του τύπου η αταξία. Προκύπτει από μόνο του ότι στο Μαέστρο καταγράφονταν οι δοσοληψίες που είχαν κάποια διάρκεια, κάποιο μέγεθος και πάντως δεν καταγράφονταν έσοδα και έξοδα που βρίσκονταν στο περιθώριο κάποιας εμπορικής πρακτικής όπως δεν θα βρούμε στο Μαέστρο, "αγόρασα δέκα κιλά λάδι για το σπίτι ή έδωσα του δούλου μου τρία γρόσια". Ας πούμε δυο σύντομα λόγια για τα τεκμήρια των άλλων τύπων που μπορεί να βρίσκονται σε ένα εμπορικό αρχείο γιατί η ονομασία τους και μόνο δηλώνει το περιεχόμενο τους. Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι αρκετά απ'αυτά, όπως χρεωστικές ομολογίες, αγοραπωλησίες, μετοχικά έγγραφα σε εμπορικές εταιρείες, σε πλοίο ή σε κατάστημα, τελωνειακά έγγραφα και άλλα είναι κατά κάποιο τρόπο επίσημα, επισημότερα από την αλληλογραφία ή τα κατάστιχα, είτε γιατί εκδίδονται από κάποια επίσημη αρχή, είτε γιατί συντάσσονται ενώπιον αρχής ή ενώπιον μαρτύρων. Φυσικά πάντοτε αναγράφονται τα ονόματα των εμπλεκομένων, τα ποσά και ο λόγος της συναλλαγής. Για να κατανοήσουμε την ιστοριογραφική αξία ενός εμπορικού αρχείου της Τουρκοκρατίας, επιτρέψτε μου καταρχήν να πω ότι η γνώση της ιστοριογραφικής αξίας ενός αρχειακού σώματος, οφείλει να είναι όρος για τον αρχειακό και όχι μόνον για τον ιστορικό. Απ'αυτήν προσδιορίζεται ως ένα βαθμό η καταγραφική και ταξινομική εργασία του. Δεν αρκεί μόνον να ξέρουμε τι περιέχει έ να τεκμήριο, μιλώ για τα εμπορικά εδώ αλλά αυτό που σας λέω έχει μάλλον γενικότερη αξία, δεν αρκεί μόνον να ξέρουμε τι περιέχει ένα αρχείο, είναι καλό να ξέρουμε και ποια είναι η ιστοριογραφική του αξία. Αυτό για τη σωστή ταξινόμηση και πάντως για να μην το πετάμε. Υπάρχουν ερωτήματα που πρέπει να μας απασχολήσουν διότι ακριβώς προκύπτουν από τη σύνθεση των πληροφοριών στους τύπους των καταγραφών. Διότι πρέπει να ξέρουμε σε ποια λογική υπακούει η συγκρότηση, η τέτοια και όχι η αλλιώτικη συγκρότηση, του αρχείου ενός εμπόρου. Βέβαια ο λόγος ύπαρξης ενός συμβολαίου αγοραπωλησίας, μιας χρεωστικής ομολογίας, μιας φορτωτικής κλπ. είναι αυτονόητος. Αλλωστε μερικά από αυτά τα τεκμήρια εκδίδονταν από τις
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ 39 κρατικές ή τις κοινοτικές αρχές. Δεν είναι όμως εξίσου αυτονόητη η χρησιμότητα της τήρησης των κατάστιχων ή ακόμη και της επιστολογραφίας. Η φορολόγηση τους δεν γινόταν με βάση τις εργασίες που ήταν εγγεγραμμένες στα κατάστιχα τους. Και κάτι άλλο, ο έμπορος δεν χρησιμοποιούσε τα κατάστιχα του για ισολογιστικούς λόγους. Δεν έκανε ισολογισμούς. Εκανε προσθέσεις αλλά όχι ισολογισμούς. Η μόνη περίπτωση που γινόταν ισολογισμός είναι η περίπτωση ενός εμπορικού δικτύου. Αν ένα από τα ζητούμενα μας είναι να κατανοήσουμε και να καταγράψουμε τις πρακτικές, τη σκέψη, τη συμπεριφορά, μ'άλλα λόγια την πολιτική που οργάνωνε ο έμπορος για το εμπόριο του, τότε η αλληλογραφία είναι που θα μας δώσει τις περισσότερες και πιο στέρεες πληροφορίες. Κατόπιν έρχονται τα κατάστιχα, γιατί σε πολλές περιπτώσεις, όταν ο έ μπορος κατέγραφε ένα αριθμητικό στοιχείο ή μια εμπορική πράξη, κατέγραφε και το λόγο που την προκάλεσε, δηλαδή κατέγραφε τη σκέψη που την συνόδευε. Επίσης, από τα κατάστιχα έχουμε πληροφορίες και για τον τρόπο της ζωής του, τι έτρωγε, πώς ντυνόταν, αν επέκτεινε ή επιδιόρθωνε το σπίτι του, αν είχε δούλους κλπ. Απ'αυτές τις καταγραφές μπορούμε να βγάλουμε ένα σωρό πράγματα για την κοινωνική του υπόσταση και τη νοοτροπία του. Στην αναγνώριση της εμπορικής του πολιτικής μας βοηθούν τα κατάστιχα, γιατί μας αποκαλύπτουν τις εμπορικές του επιλογές. Μας βοηθούν να κατανοήσουμε την εμπορική πολιτική του: γιατί, για παράδειγμα, δίνει έμφαση στο δανεισμό χρημάτων ο ένας, στην αγορά πλοίων ο άλλος, στην αγορά ή πώληση εμπορεύματος ο άλλος, σε όλα μαζί ο άλλος, σε μερικά απ'αυτά ο πέμπτος. Να πλησιάσω λίγο και στα δικά σας θέλω, με την άδεια σας. Είναι βέβαιο, και θα το έχετε ήδη καταλάβει, ότι το περιεχόμενο ενός εμπορικού αρχείου της Τουρκοκρατίας δε διαφέρει ουσιαστικά από ένα βιομηχανικό αρχείο του 19ου αι. Τελευταία είδα ένα βιβλίο Μαέστρο κάποιου εφοπλιστή της περιόδου 1864-1875. Δε διαφέρει ως προς την καταγραφική λογική απ'αυτά που σας είπα για τα προγενέστερα. Όμως η ιστοριογραφική αξία ενός τεκμηρίου, ενός κατάστιχου ή ενός λογιστικού βιβλίου, αλλάζει, κάποια στιγμή α κυρώνεται κιόλας, από τη στιγμή που μετατρέπεται σε αποδεικτικό στοιχείο απέναντι σε μια κρατική φορολογούσα αρχή και από τη στιγμή που η σύνταξη του υπακούει σε νομικούς προσδιορισμούς. Επομένως θέλω να πω: η ιεράρχηση της ιστοριογραφικής αξίας των κατηγοριών ενός βιομηχανικού σώματος του 19ου αι. και των αρχών του 20ου αι. οφείλει να είναι διαφορετική. Άλλη χρησιμότητα έχει το κατάστιχο του εμπόρου Χαζηπαναγιώτη και άλλη το λογι-
40 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ στικό βιβλίο του βιομηχάνου Κούππα. Ο όγκος και η αξία των λογιστικών εργασιών δεν προκύπτουν με ασφάλεια από τα βιβλία του Κούππα, προκύπτουν όμως από τα λογιστικά βιβλία του Χατζηπαναγιώτη, εφόσον τα έχουμε όλα. ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΡΟΣΦΑΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ 1. Τριαντάφυλλος Σκλαβενίτης, Τα εμπορικά εγχειρίδια της Βενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας και η Εμπορική εγκυκλοπαίδεια του Νικολάου Παπαδοπούλου, Αθήνα, Ε.Μ.Ν.Ε., 1991. 2. Γιώργος Παπαγεωργίου, Ο εκσυγχρονισμός του έλληνα πραγματευτή σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα (τέλος 18ου - αρχές 19ου αιώνα) ένα μαθηματάριο του Αθανασίου Ψαλίδα, Αθήνα, Αφοί Τολίδη, 1990. 3. Βασίλης Κρεμμυδάς, Εμπορικές πρακτικές στο τέλος της Τουρκοκρατίας, Αθήνα, Ναυτικό Μουσείο Αιγαίου, 1993. 4. Βασίλης. Κρεμμυδάς, Έμποροι και εμπορικά δίκτυα στα χρόνια του Εικοσιένα( 1820-1835), Αθήνα, Ναυτικό Μουσείο Αιγαίου, 1996.