Η αρχή της επικουρικότητας

Σχετικά έγγραφα
Η αρχή της επικουρικότητας

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/2275(INI)

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/2326(INI)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A7-0043/87. Τροπολογία. Ramón Jáuregui Atondo, David Martin εξ ονόματος της Ομάδας S&D

III ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B8-0738/ εν συνεχεία δήλωσης της Επιτροπής

9975/16 ΓΒ/ακι/ΕΚΜ 1 DRI

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI)

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/2076(INI)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΈΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0252/

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΗΜΕΙΟΥ «I/A» Γενικής Γραμματείας την ΕΜΑ / το Συμβούλιο αριθ. προηγ. εγγρ.:6110/11 FREMP 9 JAI 77 COHOM 34 JUSTCIV 16 JURINFO 4 Θέμα:

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0838),

Τροποποίηση του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τις κοινοβουλευτικές ερωτήσεις

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 2 Ιουλίου 2010 (OR. en) 11160/4/10 REV 4. Διοργανικός φάκελος: 2007/0152 (COD)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

***I ΕΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0251/

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2016) 366 final.

A8-0251/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

P7_TA(2010)0380 Χρηματοδοτικό μέσο για την προαγωγή της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου παγκοσμίως ***I

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr)

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/2322(INI)

A8-0250/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 605 final.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΙΔΙΚΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ "ΠΡΟΣΒΑΣΗ"

ιασυνοριακή µεταφορά της καταστατικής έδρας των εταιρειών

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2014/2253(INI)

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 2 Μαρτίου 2011 (04.03) (OR. en) 6524/11 Διοργανικός φάκελος: 2010/0384 (NLE) PI 10

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. της. Οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας: ενίσχυση του ρόλου τους στη διαδικασία χάραξης των πολιτικών της ΕΕ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

P7_TA-PROV(2011)0032 Μηχανισμός χρηματοδότησης της αναπτυξιακής ***II

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Тροποποιείται από: Еπίσημη Еφημερίδα αριθ. σελίδα ημερομηνία M1 Απόφαση του Συμβουλίου 2006/512/ΕΚ, της 17ης Ιουλίου 2006 L

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

*** ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΣΤΑΣΗΣ. EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0184(NLE)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B8-0733/ εν συνεχεία δήλωσης της Επιτροπής

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0075(COD)

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ. Άρθρο 310

Περιορισµός της χρήσης ορισµένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισµό ***I

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. εν συνεχεία των ερωτήσεων με αίτημα προφορικής απάντησης B8-0019/2019 και B8-0020/2019

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

10116/14 ΜΧΡ/νικ/ΚΣ 1 DG D 2B

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

10729/16 ADD 1 ΤΤ/σα 1 DGB 2C

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου κατά την πρώτη ανάγνωση (16446/1/2010 C7-0427/2010),

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

Η αρχή της επικουρικότητας Στο πλαίσιο των μη αποκλειστικών αρμοδιοτήτων της Ένωσης, η αρχή της επικουρικότητας, που περιλαμβάνεται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ορίζει τις προϋποθέσεις που δίνουν στην Ένωση προτεραιότητα δράσης έναντι των κρατών μελών. Νομική βάση Άρθρο 5, παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και πρωτόκολλο (αριθ. 2) σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Στόχοι Η αρχή της επικουρικότητας και η αρχή της αναλογικότητας διέπουν την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στους τομείς που δεν υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αρχή της επικουρικότητας έχει ως στόχο να προασπίσει τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων και ανάληψης δράσης των κρατών μελών και νομιμοποιεί την παρέμβαση της Ένωσης, εάν οι στόχοι μιας δράσης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά μπορούν μάλλον να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης «λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης». Ο στόχος της συμπερίληψής της στις Συνθήκες ήταν συνεπώς να ασκούνται οι αρμοδιότητες όσο το δυνατόν εγγύτερα στον πολίτη, σύμφωνα με την αρχή της εγγύτητας που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 της ΣΕΕ. Επιτεύγματα Α. Προέλευση και ιστορία Η αρχή της επικουρικότητας κατοχυρώθηκε επίσημα με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ που την εγγράφει στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΣΕΚ). Ωστόσο, το κριτήριο της επικουρικότητας στον τομέα του περιβάλλοντος είχε εισαχθεί ήδη στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (1987), χωρίς όμως να γίνεται ρητή αναφορά σε αυτό. Το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δήλωσε στην απόφασή του της 21ης Φεβρουαρίου 1995 (Τ-29/92) ότι η αρχή της επικουρικότητας, προτού τεθεί σε ισχύ η ΣΕΕ, δεν ήταν γενική αρχή δικαίου βάσει της οποίας έπρεπε να κρίνεται η νομιμότητα των κοινοτικών νομοθετικών πράξεων. Χωρίς να αλλάξει τη διατύπωση της αρχής της επικουρικότητας στο άρθρο 5 εδάφιο 2 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Συνθήκη του Άμστερνταμ ενσωματώνει στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας το «πρωτόκολλο (αριθ. 2) σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας». Οι κανόνες εφαρμογής που δεν περιλαμβάνονται στις Συνθήκες, αλλά συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της συνολικής προσέγγισης σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Εδιμβούργου, 1992) κατέστησαν κατ' αυτό τον τρόπο νομικά δεσμευτικοί και ελέγξιμοι. Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 1

Η Συνθήκη της Λισαβόνας ενέγραψε την αρχή της επικουρικότητας στο άρθρο 5 παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΕ και κατάργησε την αντίστοιχη διάταξη της Συνθήκης ΕΚ επαναλαμβάνοντας, ωστόσο, τη διατύπωσή της. Προσέθεσε επίσης μια ρητή αναφορά στην περιφερειακή και τοπική διάσταση της αρχής της επικουρικότητας. Επίσης, η Συνθήκη της Λισαβόνας αντικατέστησε το πρωτόκολλο του 1997 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας με ένα νέο πρωτόκολλο με τον ίδιο τίτλο (το πρωτόκολλο αριθ. 2), του οποίου η βασική καινοτομία αφορά τον ρόλο που αποδίδεται στα εθνικά κοινοβούλια στον έλεγχο της τήρησης της αρχής της επικουρικότητας (βλ. δελτίο 1.3.5). Β. Ορισμός Η γενική σημασία και ο γενικός στόχος της αρχής της επικουρικότητας είναι η διασφάλιση ενός βαθμού ανεξαρτησίας σε μια ιεραρχικά κατώτερη αρχή έναντι μιας ανώτερης, και ειδικότερα σε μια τοπική αρχή έναντι της κεντρικής εξουσίας. Αφορά λοιπόν την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των διαφόρων επιπέδων εξουσίας, αρχή που αποτελεί τη θεσμική βάση των κρατών με ομοσπονδιακή δομή. Εφαρμοζόμενη στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αρχή της επικουρικότητας λειτουργεί ως κριτήριο που ρυθμίζει την άσκηση των μη αποκλειστικών αρμοδιοτήτων της Ένωσης. Αποκλείει την παρέμβαση της Ένωσης εφόσον ένα ζήτημα μπορεί να ρυθμιστεί αποτελεσματικά από τα κράτη μέλη σε κεντρικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο και νομιμοποιεί την Ένωση να ασκήσει τις εξουσίες της όταν τα κράτη μέλη δεν είναι σε θέση να επιτύχουν τους στόχους μιας σχεδιαζόμενης δράσης κατά τρόπο ικανοποιητικό και η δράση σε επίπεδο Ένωσης μπορεί να επιφέρει προστιθέμενη αξία. Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΕ, η παρέμβαση των θεσμικών οργάνων της Ένωσης δυνάμει της αρχής της επικουρικότητας προϋποθέτει ότι πληρούνται τρεις όροι: α) δεν πρέπει να αφορά τομέα που εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης (μη αποκλειστική αρμοδιότητα) β) οι στόχοι της σχεδιαζόμενης δράσης είναι αδύνατο να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη (ανάγκη) γ) η δράση μπορεί, λόγω της κλίμακας ή των επιπτώσεών της, να εκτελεσθεί καλύτερα με μια παρέμβαση της Ένωσης (προστιθέμενη αξία). Γ. Πεδίο εφαρμογής 1. Η οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης Η αρχή της επικουρικότητας εφαρμόζεται σε τομείς μη αποκλειστικής αρμοδιότητας μοιρασμένους ανάμεσα στην Ένωση και τα κράτη μέλη. Η έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας θέσπισε την ακριβέστερη οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Ένωση. Πράγματι, στο πρώτο μέρος τίτλος Ι της Συνθήκης ΛΕΕ γίνεται ταξινόμηση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης σε τρεις κατηγορίες (αποκλειστικές αρμοδιότητες, συντρέχουσες αρμοδιότητες και υποστηρικτικές αρμοδιότητες) και παρατίθενται οι τομείς που εμπίπτουν στις τρεις κατηγορίες αρμοδιοτήτων. 2. Οι αποδέκτες της αρχής της επικουρικότητας Η αρχή της επικουρικότητας αφορά όλα τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και έχει πρακτική σημασία ιδίως στο πλαίσιο των νομοθετικών διαδικασιών. Η Συνθήκη της Λισαβόνας ενίσχυσε τον αντίστοιχο ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων και του Δικαστηρίου ως προς τον έλεγχο της τήρησης της αρχής της επικουρικότητας. Επίσης, κάνοντας ρητή αναφορά στην υποεθνική διάσταση της αρχής της επικουρικότητας, η συνθήκη της Λισαβόνας ενίσχυσε τον ρόλο της Επιτροπής των Περιφερειών και παρέσχε στα περιφερειακά κοινοβούλια που διαθέτουν νομοθετικές εξουσίες τη δυνατότητα να συμμετέχουν στο μηχανισμό «έγκαιρης Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 2

προειδοποίησης», δυνατότητα ωστόσο που επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των εθνικών κοινοβουλίων. Δ. Έλεγχος των εθνικών κοινοβουλίων Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 εδάφιο 12 και με το άρθρο 2, στοιχείο β της Συνθήκης ΕΕ, τα εθνικά κοινοβούλια μεριμνούν για την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο πρωτόκολλο αριθ. 2. Βάσει αυτής της διαδικασίας («έγκαιρη προειδοποίηση»), κάθε εθνικό κοινοβούλιο ή κάθε σώμα εθνικού κοινοβουλίου μπορεί, εντός οκτώ εβδομάδων από την ημερομηνία διαβίβασης ενός σχεδίου νομοθετικής πράξης, να απευθύνει στους Προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής αιτιολογημένη γνώμη στην οποία εκθέτει τους λόγους για τους οποίους εκτιμά ότι το υπό εξέταση σχέδιο δεν τηρεί την αρχή της επικουρικότητας. Εάν η αιτιολογημένη γνώμη προέρχεται τουλάχιστον από το ένα τρίτο των ψήφων που μοιράζονται τα εθνικά κοινοβούλια (μία ψήφος ανά σώμα για τα κοινοβούλια με δύο νομοθετικά σώματα, δύο ψήφοι για τα κοινοβούλια με ένα νομοθετικό σώμα), το σχέδιο οφείλει να επανεξεταστεί («κίτρινη κάρτα»). Το θεσμικό όργανο από το οποίο προέρχεται το σχέδιο νομοθετικής πράξης δύναται να αποφασίσει τη διατήρηση, την τροποποίηση ή την απόσυρση του σχεδίου, αιτιολογώντας την απόφαση. Για τα κείμενα που σχετίζονται με το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το ελάχιστο αυτό όριο μειώνεται στο ένα τέταρτο. Εφόσον, στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, τουλάχιστον η απλή πλειοψηφία των ψήφων που μοιράζονται τα εθνικά κοινοβούλια αμφισβητεί τη συμβατότητα μιας νομοθετικής πρότασης με την αρχή της επικουρικότητας και η Επιτροπή αποφασίσει να διατηρήσει την πρότασή της, το ζήτημα διαβιβάζεται στον νομοθέτη (το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο), που αποφαίνεται σε πρώτη ανάγνωση. Εάν ο νομοθέτης κρίνει ότι η νομοθετική πρόταση δεν συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας, δύναται να την απορρίψει με την πλειοψηφία του 55% των μελών του Συμβουλίου ή με την πλειοψηφία των ψηφισάντων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο («πορτοκαλί κάρτα»). Τον Μάιο του 2012 δόθηκε για πρώτη φορά «κίτρινη κάρτα» σε πρόταση κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την άσκηση του δικαιώματος ανάληψης συλλογικής δράσης στο πλαίσιο της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών («Monti II»). Δώδεκα εθνικά κοινοβούλια ή νομοθετικά σώματα των κοινοβουλίων αυτών επί συνόλου 40 (19 ψήφοι από συνολικά 54) θεώρησαν ότι η πρόταση δεν ήταν σύμφωνη με την αρχή της επικουρικότητας από άποψη περιεχομένου. Η Επιτροπή τελικά απέσυρε την πρότασή της, διατυπώνοντας ωστόσο την εκτίμηση ότι δεν υφίστατο παράβαση της αρχής της επικουρικότητας. Τον Οκτώβριο 2013, μια άλλη «κίτρινη κάρτα» δόθηκε από 14 νομοθετικά σώματα εθνικών κοινοβουλίων 11 κρατών μελών (18 ψήφοι) στην πρόταση κανονισμού για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Η Επιτροπή, αφού ανέλυσε τις αιτιολογημένες γνώμες των εθνικών κοινοβουλίων, αποφάσισε να διατηρήσει την πρόταση, διευκρινίζοντας ότι, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, θα τεθεί ενδεχομένως σε εφαρμογή μέσω ενισχυμένης συνεργασίας. Tέλος, τον Μάιο του 2016, εκδόθηκε τρίτη «κίτρινη κάρτα» από 14 νομοθετικά σώματα 11 κρατών μελών κατά της πρότασης αναθεώρησης της οδηγίας για την απόσπαση των εργαζομένων. H Επιτροπή αποφάσισε για άλλη μια φορά να εμείνει στην πρότασή της, δεδομένου ότι δεν παραβιάζει την αρχή της επικουρικότητας επειδή η απόσπαση των εργαζομένων συνιστά, εξ ορισμού διασυνοριακό ζήτημα. Ε. Δικαστικός έλεγχος Η τήρηση της αρχής της επικουρικότητας υπόκειται σε εκ των υστέρων έλεγχο (μετά την έγκριση της νομοθετικής πράξης), μέσω προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως διευκρινίζεται και στο πρωτόκολλο. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της εν Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 3

λόγω αρχής, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης έχουν μεγάλη διακριτική ευχέρεια. Στις αποφάσεις του της 12ης Νοεμβρίου 1996 (υπόθεση C-84/94, Συλλογή I-5755) και της 13ης Μαΐου 1997 (υπόθεση C-233/94, Συλλογή I-2405), το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η συμμόρφωση με την αρχή της επικουρικότητας συγκαταλέγεται στις περιπτώσεις όπου υφίσταται υποχρέωση αιτιολόγησης δυνάμει του άρθρου 296 της Συνθήκης ΛΕΕ. Η υποχρέωση έχει ήδη εκπληρωθεί εάν από την ανάγνωση των αιτιολογικών σκέψεων συνάγεται ότι η εν λόγω βασική αρχή τηρήθηκε και ελήφθη υπόψη κατά την εξέταση της πράξης. Σε μια πιο πρόσφατη υπόθεση του 2010 (C-58/08, Vodafone, Συλλογή I-4999), ο γενικός εισαγγελέας διευκρίνισε ότι το Δικαστήριο δεν οφείλει να εξετάσει τον σκοπό της ίδιας της δράσης, αλλά μόνο το ερώτημα αν η επιδίωξη αυτού του σκοπού δικαιολογεί την παρέμβαση της Ένωσης. Επιπλέον, η πρόθεση του νομοθέτη δεν δύναται να αποτελεί επαρκή αιτιολόγηση. Στην ίδια υπόθεση, το Δικαστήριο έλαβε έμμεσα υπόψη την εκτίμηση επιπτώσεων για την κατάρτιση αυτής της αιτιολόγησης, η οποία βασίστηκε κατά κύριο λόγο στον διακρατικό χαρακτήρα του σχεδιαζόμενου μέτρου. Στην απόφασή του στην υπόθεση Philipp Morris (C-547/14, EU:C:2016:325, παράγραφος 218), το Δικαστήριο επαναβεβαίωσε ότι οφείλει να ελέγξει «αν ευλόγως ο νομοθέτης της Ένωσης έκρινε, βάσει εμπεριστατωμένων στοιχείων, ότι ο σκοπός που επιδιωκόταν με τη σχεδιαζόμενη δράση μπορούσε να υλοποιηθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης». Η προσφυγή μπορεί να ασκηθεί ή να διαβιβαστεί από κράτος μέλος, ενδεχομένως εξ ονόματος του εθνικού κοινοβουλίου του ή ενός σώματός του, σύμφωνα με την έννομη τάξη αυτού. Η ίδια δυνατότητα προσφυγής παρέχεται και στην Επιτροπή των Περιφερειών κατά των νομοθετικών πράξεων για την έγκριση των οποίων η Συνθήκη ΛΕΕ προβλέπει διαβούλευση με την ΕτΠ. Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ήταν ο εμπνευστής της έννοιας της επικουρικότητας όταν, στις 14 Φεβρουαρίου 1984, κατά την έγκριση του σχεδίου της Συνθήκης ΕΕ, πρότεινε μια διάταξη που προέβλεπε ότι όπου η Συνθήκη αναθέτει στην Ένωση αρμοδιότητα συντρέχουσα με την αρμοδιότητα των κρατών μελών, τα κράτη μέλη ενεργούν μόνον εάν η Ένωση δεν έχει νομοθετήσει. Επί πλέον, η πρόταση τόνιζε ότι η Ένωση πρέπει να ενεργεί μόνο στις περιπτώσεις που μια ενέργεια είναι πιο αποτελεσματική εάν πραγματοποιηθεί από κοινού παρά από μεμονωμένα κράτη μέλη. Το Κοινοβούλιο επανέλαβε αυτές τις προτάσεις σε μεγάλο αριθμό ψηφισμάτων (για παράδειγμα, ψηφίσματα της 23ης Νοεμβρίου 1989, της 14ης Δεκεμβρίου 1989, της 12ης Ιουλίου 1990, της 21ης Νοεμβρίου 1990 και της 18ης Μαΐου 1995), στα οποία επιβεβαίωσε την προσήλωσή του στην αρχή της επικουρικότητας. Α. Διοργανικές συμφωνίες Το Συμβούλιο, το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή υπέγραψαν, στις 25 Οκτωβρίου 1993, διοργανική συμφωνία στην οποία διατυπώνεται ρητά η βούληση και των τριών θεσμικών οργάνων να προβούν σε αποφασιστικά βήματα στον τομέα αυτόν. Και τα τρία θεσμικά όργανα δεσμεύονται να σέβονται την αρχή της επικουρικότητας. Η συμφωνία προσδιορίζει, μέσω διαδικασιών εφαρμογής της αρχής της επικουρικότητας, τους όρους άσκησης των αρμοδιοτήτων που οι Συνθήκες αναθέτουν στα θεσμικά όργανα της Ένωσης, ώστε οι στόχοι που προβλέπονται από τις Συνθήκες να μπορούν να πραγματοποιηθούν. H Επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη την αρχή της επικουρικότητας και θα δικαιολογεί και θα αιτιολογεί την τήρησή της το ίδιο ισχύει για το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που τους έχουν ανατεθεί. Τα τρία θεσμικά όργανα ελέγχουν τακτικά, στο πλαίσιο των εσωτερικών διαδικασιών τους, εάν η σχεδιαζόμενη δράση συμμορφώνεται με την αρχή της επικουρικότητας τόσο σε σχέση με Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 4

την επιλογή των μέσων όσο και σε σχέση με το περιεχόμενο της πρότασης. Έτσι, το άρθρο 36 του Κανονισμού του Κοινοβουλίου ορίζει ότι κατά την εξέταση νομοθετικής πρότασης, το Κοινοβούλιο δίνει ιδιαίτερη προσοχή στον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων καθώς και των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Αφετέρου, η Επιτροπή συντάσσει ετήσια έκθεση σχετικά με την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας, επί της οποίας αποφαίνεται το Κοινοβούλιο με την εκπόνηση έκθεσης πρωτοβουλίας από την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Σύμφωνα με τη διοργανική συμφωνία «για τη βελτίωση της νομοθεσίας», της 13ης Απριλίου 2016 (η οποία αντικαθιστά τη συμφωνία της 31ης Δεκεμβρίου 2003 και τη διοργανική κοινή προσέγγιση για την εκτίμηση επιπτώσεων του Νοεμβρίου 2005), η Επιτροπή οφείλει να επεξηγεί στην αιτιολογική έκθεση, υπό το πρίσμα της αρχής της επικουρικότητας, τα προτεινόμενα μέτρα και να λαμβάνει υπόψη αυτή την αρχή στις αναλύσεις επιπτώσεων που εκπονεί. Επιπλέον, δυνάμει της συμφωνίας-πλαίσιο της 20ής Νοεμβρίου 2010, το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή δεσμεύονται να συνεργάζονται με τα εθνικά κοινοβούλια για να τα διευκολύνουν στην άσκηση της ελεγκτικής τους αρμοδιότητας στο θέμα της αρχής της επικουρικότητας. Β. Ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Το Κοινοβούλιο έκρινε ήδη, στο ψήφισμά του της 13ης Μαΐου 1997, ότι η αρχή της επικουρικότητας έχει δεσμευτικό νομικό χαρακτήρα, υπενθυμίζοντας ωστόσο ότι η εφαρμογή της δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει την άσκηση των αποκλειστικών αρμοδιοτήτων της Ένωσης, ούτε να συνεπάγεται την αμφισβήτηση του κοινοτικού κεκτημένου. Στο ψήφισμά του της 8ης Απριλίου 2003, το Κοινοβούλιο πρόσθετε ότι οι διαφορές πρέπει κατά προτίμηση να επιλύονται σε πολιτικό επίπεδο, σημειώνοντας παράλληλα τις προτάσεις της Συνέλευσης για το Μέλλον της Ευρώπης περί δημιουργίας ενός «μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης» των εθνικών κοινοβουλίων σε ζητήματα επικουρικότητας. Ο μηχανισμός αυτός περιλαμβάνεται πράγματι στη Συνθήκη της Λισαβόνας (βλέπε ανωτέρω και σημείο 1.3.5). Στο ψήφισμά του της 13ης Σεπτεμβρίου 2012 το Κοινοβούλιο επικροτεί την στενότερη εμπλοκή των εθνικών κοινοβουλίων στον έλεγχο των νομοθετικών προτάσεων υπό το πρίσμα των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, και προτείνει να εξετασθούν τρόποι για την άρση των τυχόν εμποδίων στη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων στο μηχανισμό επαλήθευσης της επικουρικότητας. Προτείνει αφετέρου να εξεταστεί η σκοπιμότητα του ορισμού καταλλήλων κριτηρίων σε επίπεδο ΕΕ για την επαλήθευση της τήρησης των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Rosa Raffaelli 10/2016 Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 5