(2015) 1 PRO JUSTITIA. Η ευθύνη του κράτους-μέλους για παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης. Δήμητρα Γαμπά,

Σχετικά έγγραφα
Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 2 ο μέρος Αποκεντρωτικό σύστημα. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

PUBLIC ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες,27Μαΐου 2014 (OR.en) 10296/14 LIMITE JUR321 JAI368 POLGEN75 FREMP104

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Επιμέλεια: Μ.Δ. Χρυσομάλλης Επίκουρος Καθηγητής Νομικής ΔΠΘ

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Κλεοπάτρα Καλλικάκη Εφέτης Δ.Δ. Απόφαση URGENTA. Μια νέα προοπτική για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής;

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

(2015) 1 PRO JUSTITIA ΕΞΩΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΑΠΟ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΤΗΣ (ΑΡΘΡΟ 340 ΙΙ ΣΛΕΕ)

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ι

της δίωξης ή στην αθώωση.

Ένδικα μέσα και κυρώσεις σε υποθέσεις διακρίσεων: ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Εισαγωγή στο δίκαιο ΕΕ

Ένδικα βοηθήματα κατά Απόφασης ανάκτησης κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ

Διάταξη Θεματικής Ενότητας DEE 121 / Δικαστική Προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. V. Η εμπιστοσύνη ως αυτόνομο θεμέλιο ευθύνης του παραγωγού 17

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Τα θεμελιώδη δικαιώματα γίνονται πραγματικότητα για τους πολίτες χάρη στον Χάρτη της ΕΕ

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

(2015) 1 PRO JUSTITIA. Όψεις της κρατικής ευθύνης προς αποζημίωση υπό το φως του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος

Eυρωπαϊκό Δίκαιο Περιβάλλοντος-Βασικοί Άξονες και Αρχές. Βίκυ Ι. Καραγεώργου Επίκουρη Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου

Θεσσαλονίκη, Νοέμβριος Αλκιβιάδης Φερεσίδης Πρόεδρος Πρωτοδικών Αθηνών. Σημασία του μηχανισμού υποβολής προδικαστικού ερωτήματος

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΤΟΚΑΤΛΙΔHΣ - ΚΟΝΤΙΑΔΗ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

ΜΙΧΑΛΗΣ Δ. ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΗΣ, Αναπληρωτής Καθηγητής, Νομική Σχολή ΔΠΘ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

(2015) 1 PRO JUSTITIA. «Αρχή Υπεύθυνου Δανεισμού» Άννα Οβσεπιάν, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Η ΠΡΟΤΥΠΗ ΔΙΚΗ ΩΣ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣτΕ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

Αρχή της ισότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου. Ενότητα 8 η : ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Η Αρχή του Αμέσου Αποτελέσματος

5524/17 ADD 1 1 GIP 1B

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Διοικητικό Δίκαιο. Πηγές διοικητικού δικαίου - 3 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία µέλος του ΣΑΤΕ υπέβαλε το ακόλουθο ερώτηµα:

Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων από την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018

Αρχή της ισότητας: ειδικές μορφές

Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου

Το διοικητικό δίκαιο παραμένει προεχόντως «νομολογιακό»; Σκέψεις με αφορμή την απόφαση ΣτΕ Ολ 1501/2014

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΜΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΥΝΗΘΗ ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΑΣΤΟΧΙΕΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

Σύνοψη περιεχομένων. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο δικαστικός έλεγχος της διοικήσεως και η έννομη προστασία του ιδιώτη

Παρατηρήσεις. Το διοικητικό δίκαιο παραμένει προεχόντως «νομολογιακό»; ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ. Τεύχος 5/ Έτος 7ο 411

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Προς: τις Ομοσπονδίες Μέλη της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

Μερικές σκέψεις πάνω στην αρχή της ισότητας µε αφορµή την Α.Π. 668/2003 Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Αθήνα, 18 Ιουλίου 2006 Αρ. Πρωτ.: Υ190

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 5: Σύνταγμα και Ευρωπαϊκή Ένωση

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/2275(INI)

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 336/2014. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Τμήμα Ε' Συνεδρίαση της 4πς Νοεμβρίου 2014

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

(2015) 1 PRO JUSTITIA. Τι σημαίνει «εύλογη» χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κατ άρθ. 932 Α.Κ.; Μια πινελιά μεθοδολογίας του δικαίου 1

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

Βρυξέλλες, C(2017)5402 final. κ. Αναστάσιο ΚΟΥΡΑΚΗ Πρόεδρο της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Βουλής των Ελλήνων

10116/14 ΜΧΡ/νικ/ΚΣ 1 DG D 2B

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Περιεχόμενα. Μέρος Ι Συνταγματικό Δίκαιο... 17

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

Pro Justitia Τόμος 1, 2015 Η ευθύνη του κράτους-μέλους για παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης Δήμητρα Γαμπά, μεταπτυχιακή φοιτήτρια, Τομέας Διεθνών Σπουδών, Νομική Σχολή ΑΠΘ Περίληψη: Στις γραμμές που ακολουθούν παρουσιάζεται με συντομία ο θεσμός της αστικής ευθύνης του κράτους για παραβιάσεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αρχικά, αναλύονται οι νομολογιακές καταβολές του θεσμού και οι ειδικότερες προϋποθέσεις θεμελίωσης της ευθύνης με αναφορά στις κρισιμότερες αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη συνέχεια, εξετάζεται η προβληματική της ευθύνης του κράτους για παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης από ανώτατα δικαστήρια και η επίδραση της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αντίστοιχη του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το παρόν έργο υπάγεται σε Άδεια Χρήσης: Creative Commons Αναφορά Δηµιουργού-Μη Εµπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές (CC BY-NC-ND 4.0) https ://creativecommons. org / licenses / by - nc - nd /4.0/ deed. el Ι. Νομική θεμελίωση της ευθύνης Η ευθύνη των κρατών-μελών για παραβιάσεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν προκύπτει ρητά από κάποια διάταξη του πρωτογενούς ή του παράγωγου ενωσιακού δικαίου είναι, κατά βάση, έργο της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Δικαστήριο είχε εντοπίσει το νομοθετικό κενό ήδη από την δεκαετία του 1970, σε μία περίοδο όμως που οι θεμελιώδεις αρχές της αυτονομίας και της υπεροχής της κοινοτικής έννομης τάξης δεν είχαν ακόμη εμπεδωθεί, είχε προτιμήσει να θεμελιώσει την ευθύνη του κράτους στο εκάστοτε εθνικό δίκαιο 1. Ο αρχικός δισταγμός ξεπεράσθηκε με την περίφημη απόφαση Francovich, εκδοθείσα το 1991 κατόπιν προδικαστικού ερωτήματος ιταλικού 1 Βλ. έτσι ΔΕΚ 16.12.1960, 6/60 Humblet, Συλλογή (ελληνική ειδική έκδοση) 1954-1964, σ. 543, ΔΕΚ 19.12.1968, 13/68 Salgoil, Συλλογή (ελληνική ειδική έκδοση) 1965-1968, σ. 825, και ΔΕΚ 22.1.1976, 60/75 Russo, Συλλογή (ελληνική ειδική έκδοση) 1976, σ. 7. 1

δικαστηρίου. Εκεί, το Δικαστήριο για πρώτη φορά θεμελίωσε την αστική ευθύνη του κράτους για παραβίαση κοινοτικού δικαίου, συγκεκριμένα δε για τη μη εμπρόθεσμη μεταφορά οδηγίας, στο ίδιο το κοινοτικό δίκαιο, τονίζοντας μάλιστα πως πρόκειται για αρχή σύμφυτη προς το σύστημα της Συνθήκης 2. Με την απόφαση Francovich, προστέθηκε λοιπόν ένας ακόμη λόγος θεμελίωσης ευθύνης του Δημοσίου απέναντι στους ιδιώτες, προθήκη που δεν μπορεί παρά να χαρακτηρισθεί συνεπής, με δεδομένη την κατά τα λοιπά ένταξη της έννοιας της ευθύνης για παραβίαση του εσωτερικού δικαίου στο σύνολο των εθνικών εννόμων τάξεων. Ειδικότερα, η νομική θεμελίωση της αστικής ευθύνης δεν περιορίζεται στην επίκληση των σημερινών άρθρων 4 παρ. 3 ΣΛΕΕ, για το καθήκον καλόπιστης συνεργασίας των κρατών-μελών, και 340 ΣΛΕΕ, για το καθεστώς εξωσυμβατικής ευθύνης της ίδιας της Ένωσης (το οποίο λειτουργεί ως πυξίδα για την εφαρμογή και ερμηνεία της αστικής ευθύνης των κρατών), αλλά επεκτείνεται στην αναφορά ενός πολυεπίπεδου πλέγματος αρχών. Σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρεται, καταρχάς, η αρχή του Κράτους Δικαίου 3, η οποία επιβάλλει τον έλεγχο της διοίκησης και την αποκατάσταση των σφαλμάτων της και, ακολούθως, η ιδιαιτερότητα της Ένωσης, ως μία νέα έννομη τάξη, απευθυνόμενη όχι μόνο στα κράτη αλλά και στους ιδιώτες. Πράγματι, στους ιδιώτες δεν επιβάλλονται μόνον υποχρεώσεις, απονέμονται και δικαιώματα, χωρίς μάλιστα να είναι ανάγκη να προβλέπονται από τις Συνθήκες ως τέτοια, αρκεί να μπορεί να προκύπτουν εμμέσως από υποχρεώσεις του κράτους ή άλλων ιδιωτών. Αυτά τα δικαιώματα είναι απαραίτητο να αναπτύσσουν πλήρη αποτελεσματικότητα, που διασφαλίζεται μέσω της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας 4. II. Προϋποθέσεις θεμελίωσης της ευθύνης Η απόφαση Francovich μπορεί να έθεσε τις πρώτες βάσεις για την θεμελίωση της αστικής ευθύνης του κράτους-μέλους, άφησε όμως και πολλά ανοιχτά ζητήματα, στα οποία η νομολογία χρειάσθηκε εν συνεχεία να απαντήσει. Από το πλήθος των επιγενόμενων αποφάσεων, άξια ιδιαίτερης μνείας είναι η απόφαση Brasserie du Pêcheur και Factortame 5, η οποία έχει επίσης χαρακτηρισθεί ως απόφαση-σταθμός 2 ΔΕΚ 19.11.1991, C-6/90 και C-9/90 Francovich και Bonifaci και λοιποί, Συλλογή 1991, σ. Ι-5357. Βλ. και το σχόλιο της Ε. Μουαμελετζή, ΕΕΕυρΔ 1993, σ. 388. 3 Βλ. και άρθρο 2 ΣΕΕ 4 Βλ. αναλυτικότερα σε Γ. Αυδίκος, Η αστική ευθύνη του κράτους μέλους της Ε.Ε. για τις παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου και η ένταξή της στην εθνική έννομη τάξη, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2014, σ. 45-47. 2

από τη θεωρία 6. Εκεί, το Δικαστήριο κλήθηκε να απαντήσει σε ερωτήματα ενός αγγλικού και ενός γερμανικού δικαστήριο σχετικά, αφενός, με τη δυνατότητα επέκτασης της νομολογίας Francovich και σε περιπτώσεις πέραν της μη μεταφοράς οδηγίας και, αφετέρου, με τις ακριβείς προϋποθέσεις θεμελίωσης της ευθύνης του κράτους. Το Δικαστήριο ανέτρεξε στην πρότερη νομολογία του και απάντησε καταφατικά ως προς την ύπαρξη ευθύνης του κράτους για παραβιάσεις του κοινοτικού δικαίου και από την νομοθετική εξουσία 7. Ως προς το έτερο ζήτημα, τις προϋποθέσεις της ευθύνης, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε τη ρήση του στην απόφαση Francovich περί της εξάρτησης της ευθύνης από την φύση της παράβασης του κοινοτικού δικαίου και του αντικειμενικού χαρακτήρα της ευθύνης αυτής, αλλά προχώρησε περεταίρω στην καθιέρωση προϋποθέσεων γενικής ισχύος. Σχηματικά, οι προϋποθέσεις αυτές είναι: α) η παραβίαση να αφορά κανόνα που απονέμει δικαιώματα στους ιδιώτες, β) η παραβίαση να είναι κατάφωρη και γ) να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παραβίασης και της προκληθείσας στον ιδιώτη ζημίας 8. Α. Ως προς την πρώτη προϋπόθεση, το Δικαστήριο επηρεάστηκε από το καθεστώς εξωσυμβατικής ευθύνης της ίδιας της Ένωσης και ισχύουν τα όσα αναφέρθηκαν στη σχετική εισήγησή. Εδώ αρκεί να επισημανθεί ότι το Δικαστήριο προβαίνει σε μία ad hoc στάθμιση, για την οποία διαθέτει διακριτική ευχέρεια, και τείνει να προστατεύει κυρίως ορισμένα δικαιώματα, όπως είναι τα δικαιώματα των καταναλωτών και τα περιβαλλοντικά δικαιώματα 9. 5 ΔΕΚ 5.3.1996, C-46/93 και C-48/93 Brasserie du Pêcheur και Factortame, Συλλογή 1996, σ. Ι-1029. 6 Βλ. το σχόλιο του P. Oliver, CMLRev. 19967, σ. 658. 7 Ενδιαφέρον παρουσιάζει στις συγκεκριμένες αποφάσεις η συνύπαρξη της αστικής ευθύνης για αποζημίωση με το άμεσο αποτέλεσμα του κοινοτικού δικαίου, καθώς επρόκειτο για παραβιάσεις διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου, οι οποίες πληρούσαν τις προϋποθέσεις για την άμεση επίκληση τους από τον ιδιώτη στα εθνικά δικαστήρια. Το ΔΕΚ χαρακτήρισε το άμεσο αποτέλεσμα ως ελάχιστη κατοχύρωση της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, που δεν λειτουργεί απαγορευτικά ως προς την ταυτόχρονη θεμελίωση ευθύνης προς αποζημίωση, όπως υποστήριξαν ορισμένα κράτη-μέλη. 8 Βλ. και Ε. Νικολάου, 20 χρόνια Francovich: Μια επισκόπηση της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της αστικής ευθύνης σε αποζημίωση για παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου, Αρμ. 2012, σ. 202-221. 9 Σε μία σειρά αποφάσεων του, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να αποσαφηνίσει την έννοια της απονομής δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα, η απονομή πρέπει να είναι ακριβής και χωρίς αιρέσεις, χωρίς όμως και να είναι ρητή, κάτι που θα οδηγούσε στην απαίτηση παραβίασης διάταξης με άμεσο αποτέλεσμα. Η διάταξη αρκεί και να απονέμει εμμέσως δικαιώματα. Βλ. έτσι ΔΕΚ 8.10.1996, C-178/94, C-179/94, C-188/94, C-189/94 και C-190/94 Dillenkofer και λοιποί, Συλλογή 1996, σ. Ι-4845, και ΔΕΚ 15.6.1999, C- 140/97 Rechberger και λοιποί, Συλλογή 1999, σ. Ι-3499). Εξάλλου, το γεγονός ότι μία πράξη του ενωσιακού δικαίου έχει πλείονες στόχους δεν απαγορεύει ένας από αυτούς να είναι η προστασία ιδιωτικών δικαιωμάτων, ενώ ακόμα και αν δεν παρέχει η ίδια η διάταξη με ακρίβεια δικαιώματα αρκεί να συγκεκριμενοποίει δικαιώματα που παρέχει το πρωτογενές δίκαιο. Βλ. έτσι ΔΕΚ 3

Β. Σχετικά με τη δεύτερη προϋπόθεση, την ύπαρξη κατάφωρης παραβίασης το Δικαστήριο την όρισε ως πρόδηλη και σοβαρή παραβίαση του ενωσιακού δικαίου. Τον τελικό λόγο για την ύπαρξη του στοιχείου αυτού τον έχουν κατά κανόνα τα εθνικά δικαστήρια, τα οποία βοηθούνται μέσω των κατευθυντήριων γραμμών του Δικαστηρίου, αν και, σε αρκετές περιπτώσεις, το Δικαστήριο προχώρησε το ίδιο στην κρίση για την ύπαρξη κατάφωρης παραβίασης, με την αιτιολογία ότι διέθετε όλα τα αναγκαία προς τούτο στοιχεία. Σε γενικές γραμμές, το πότε μία παραβίαση είναι κατάφωρη εξαρτάται από την ύπαρξη διακριτικής ευχέρειας του κράτους, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο. Όταν δεν υπάρχει διακριτική ευχέρεια, όπως στην περίπτωση της μεταφοράς οδηγίας, αρκεί να υπάρχει παραβίαση, όταν όμως υπάρχει, η παραβίαση αυτή πρέπει να είναι σοβαρή και πρόδηλη 10. Γ. Τέλος, η τρίτη προϋπόθεση, η σχετική με την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας, είναι ζήτημα το οποίο ανήκει στην ουσιαστική κρίση των εθνικών δικαστηρίων. Το Δικαστήριο έχει ορίσει πάντως το ίδιο πως απαιτείται άμεσος και πρόσφορος σύνδεσμος, χωρίς η αμεσότητα αυτή να είναι αναγκαστικά και απόλυτη. Επίσης, το ΔΕΚ έχει προβεί το ίδιο σε κρίση επί του ζητήματος σε ορισμένες περιπτώσεις, ίσως σε μία προσπάθεια μείωσης του κινδύνου ανομοιόμορφης εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου και μη αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας του ιδιώτη, καθώς τα εθνικά δικαστήρια έχουν την τάση να χρησιμοποιούν αυτήν την προϋπόθεση για να αρνηθούν την επιδίκαση αποζημίωσης. III. Ευθύνη από πράξεις δικαιοδοτικών οργάνων Πέραν των γενικών χαρακτηριστικών που προσέδωσε η νομολογία στο καθεστώς της αστικής ευθύνης του κράτους-μέλους, ενδιαφέρον παρουσιάζει το ειδικότερο ζήτημα της ευθύνης από πράξεις δικαιοδοτικών οργάνων. Η πρώτη απόφαση στην οποία το Δικαστήριο κατοχύρωσε την ευθύνη του κράτους από δικαστικές αποφάσεις ήταν η απόφαση Κõbler, του 2003 11. Εκεί, το Δικαστήριο τόνισε πως το κράτος ευθύνεται για παραβιάσεις του κοινοτικού δικαίου, όποιο και αν είναι το όργανο που την προκάλεσε. Δεχόμενο, ωστόσο, τις ιδιαιτερότητες της δικαστικής εξουσίας, περιόρισε την ευθύνη αυτή μόνο στις αποφάσεις των ανώτατων δικαστηρίων, εναντίον των οποίων ο ιδιώτης δεν διαθέτει 24.3.2009, C-445/06 Danske Slagterier, Συλλογή 2009, σ. Ι-2119. 10 Το έργο του Δικαστηρίου στην διάπλαση της προϋπόθεσης αυτής χαρακτηρίζεται από δυσκολία, καθώς πρέπει να ισορροπήσει ανάμεσα στην διαδικαστική αυτονομία των κρατών και στην ανάγκη αποτελεσματικής εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου. 11 ΔΕΚ 30.9.2003, C-224/01 Κõbler, Συλλογή 2003, I-10239. 4

άλλο μέσο προστασίας. Αντικρούοντας το ενδεχόμενο πρόκλησης ανασφάλειας δικαίου, το Δικαστήριο τόνισε πως μία τέτοια δυνατότητα όχι απλώς δεν υποσκάπτει την ασφάλεια δικαίου, αλλά, αντίθετα, την ενισχύει προς μία κατεύθυνση χρηστής απονομής της δικαιοσύνης. Τέλος, δεν παραλείπει να παραπέμψει σε αποφάσεις του ΕΔΔΑ, οι οποίες έχουν κάνει δεκτή τη δυνατότητα αποζημίωσης από πράξεις των δικαστικών οργάνων. Πέρα από την ίδια την κατοχύρωση της ευθύνης, μεγάλη σημασία έχει η παράθεση των προϋποθέσεων, σύμφωνα με τις οποίες αυτή γεννάται. Αυτές είναι: α) ο βαθμός σαφήνειας και ακρίβειας του παραβιασθέντος κανόνα, β) ο αυτοπροαίρετος χαρακτήρας της παραβίασης, γ) ο συγγνωστός ή ασύγγνωστος χαρακτήρας της νομικής πλάνης και δ) η ενδεχόμενη διατύπωση γνώμης κοινοτικού οργάνου. Με άλλα λόγια, για τις πράξεις των δικαστικών οργάνων το Δικαστήριο, εφαρμόζει αυστηρότερα την προϋπόθεση της κατάφωρης παραβίασης, έτσι ώστε να μην δημιουργεί μία πρόσθετη τέταρτη προϋπόθεση αλλά και να μην εξισώσει την δικαστική εξουσία με τις άλλες δύο ως προς τις ευθύνες. Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, το ΔΕΚ επιβεβαίωσε τη θέση του σε δύο υποθέσεις με ανάλογο αντικείμενο 12, πριν φθάσει, το 2006, με την απόφαση Traghetti de lmeditteraneo, να ξεκαθαρίσει πως, για τον σκοπό θεμελίωσης της ευθύνης, ως «ανώτατο δικαστήριο» λογίζεται κάθε δικαστήριο του οποίου οι αποφάσεις, στη συγκεκριμένη κάθε φορά περίπτωση, δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο 13. Ταυτόχρονα, υπογράμμισε πως οι προϋποθέσεις που τέθηκαν με την απόφαση Kõbler αποτελούν το ανώτατο όριο αυστηρότητας για την θεμελίωση της ευθύνης και δεν μπορούν να γίνουν ακόμη αυστηρότερες από το εθνικό δίκαιο, αν και μπορούν να γίνουν ηπιότερες, προς όφελος του ιδιώτη 14. Η στάση του Δικαστηρίου στην εν λόγω σειρά αποφάσεων έγινε αντικείμενο έντονης κριτικής. Θεωρήθηκε ειδικότερα πως, παρά τις διακηρύξεις του, το Δικαστήριο δεν σεβάστηκε την αρχή του δεδικασμένου και ουσιαστικά την εξαφάνισε, χωρίς παράλληλα να μπορεί να εντοπιστεί ο λόγος που οι διατάξεις του ενωσιακού δικαίου χρήζουν αναγκαίας εφαρμογής, μιας και δεν πρόκειται για θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα αλλά κυρίως για ελευθερίες και δικαιώματα οικονομικού χαρακτήρα 15. Η νομολογία αυτή χαρακτηρίζεται από την αγωνία του ΔΕΚ να μην παρακάμπτεται το κοινοτικό δίκαιο, καθώς είχε παρατηρηθεί πως ιδίως τα ανώτατα 12 ΔΕΚ 9.12.2003 C-129/00 Επιτροπή κ. Ιταλίας, Συλλογή 2003, σ. Ι-14637, και ΔΕΚ 13.1.2004, C- 453/00 Kühne και Heitz, Συλλογή 2004, σ. Ι-837 13 ΔΕΚ 13.6.2006, C-173/03 Traghetti de lmeditteraneo, Συλλογή 2006, σ. Ι-5177. 14 Ε. Σαχπεκίδου, Ευρωπαϊκό Δίκαιο, 2 η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη, 2013, σ. 616. Βλ. επίσης ΓΕ Léger 11.10.2005, C-173/03 Traghetti de lmeditteraneo, Συλλογή 2006, σ. Ι-5177. 5

δικαστήρια λειτουργούσαν σε μία τέτοια κατεύθυνση αποφεύγοντας κυρίως την αποστολή προδικαστικών ερωτημάτων 16. IV. Η επίδραση στην ελληνική νομολογία Στη συναφή ελληνική νομολογία τώρα, η πρόσφατη απόφαση 1501/2014 της ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας 17 είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της επιρροής του ενωσιακού δικαίου. Η επιρροή του ενωσιακού δικαίου είναι εμφανής σε τρία σημεία: Πρώτον, στην επιλογή νομικής βάσης για την θεμελίωση της ευθύνης, δεύτερον, στην θεμελίωση ευθύνης από νόμιμες πράξεις, με την οποία όμως δεν θα ασχοληθούμε περεταίρω, καθώς σχετίζεται με την εξωσυμβατική ευθύνη της ίδιας της Ένωσης, επομένως δεν εμπίπτει στο πεδίο της παρούσας παρέμβασης, και, τρίτον, με την ευθύνη από πράξεις των δικαιοδοτικών οργάνων, η οποία και ενδιαφέρει πρωτίστως. Σχετικά με τη θεμελίωση της ευθύνης, το ΣτΕ επέλεξε ως νομική βάση το άρθρο 4 παρ. 5 Συντ. σχετικά με την ισότητα στα δημόσια βάρη και όχι στο γενικότερο άρθρο 20 παρ. 1 Συντ. για την δικαστική προστασία. Το άρθρο αυτό εμπεριέχει τις αρχές της ισότητας και του κράτους δικαίου, αρχές τις οποίες, όπως είδαμε, παγίως επικαλείται και το Δικαστήριο. Σχετικά με την ευθύνη από πράξεις δικαιοδοτικών οργάνων, η επιρροή από τη νομολογία του Δικαστηρίου είναι εμφανής τόσο στην άποψη της πλειοψηφίας, όσο και σε αυτήν της μειοψηφίας που υιοθέτησε σε μεγάλο βαθμό τις αντιρρήσεις που προέβαλλαν ορισμένα κράτη μέλη στις αποφάσεις Κõbler και Traghetti de lmeditteraneo. Χωρίς να αναφέρεται σε αυτές ρητά, το ΣτΕ διαχωρίζει την αντικειμενική αστική ευθύνη του δημοσίου από την προσωπική ευθύνη των δικαστικών λειτουργών, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 99 Συντ. Για την πρώτη, υιοθετεί τόσο την άποψη του ΔΕΕ για τις ιδιαιτερότητες του δικαστικού λειτουργήματος, οι οποίες περιορίζουν την ευθύνη μόνο σε περιπτώσεις πρόδηλων σφαλμάτων, όσο και τα κριτήρια τα σχετικά με τη διαμόρφωση της έννοιας του πρόδηλου σφάλματος 18. Βασικό κριτήριο αποτελεί το συγγνωστό ή ασύγγνωστο της πλάνης, σε συνδυασμό με την υποχρέωση αποστολής προδικαστικού ερωτήματος 15 Βλ. περισσότερα σε Γ. Αυδίκος, όπ.π., σ. 115. 16 Πάντως, τα εθνικά δικαστήρια αν και αναφέρονται στην απόφαση Kõbler, δεν δείχνουν πρόθυμα να την εφαρμόσουν, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το γερμανικό Bundesferfassunggericht, το οποίο παρ ότι αναγνώρισε την δυνατότητα θεμελίωσης ευθύνης, θεώρησε πως η μη αποστολή προδικαστικού ερωτήματος δεν αποτελεί πρόδηλο σφάλμα. Αντίθετα, το γαλλικό Conseil d Etat επηρεασμένο από την νομολογία του ΔΕΚ έκανε στροφή από την πρότερη νομολογία Darmonnt, αναγνωρίζοντας την ύπαρξη ευθύνης, με την απόφαση Gestas. Βλ. σχετικά Γ. Αυδίκος, όπ.π., σ. 116. 17 ΕφΔΔ 2014, σ. 606. 6

και την σαφήνεια και ακρίβεια του παραβιασθέντος κανόνα δικαίου. Συνολικά, το ΣτΕ θεώρησε πως, παρότι η μέχρι τώρα ερμηνεία του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ δεν συμπεριελάμβανε τις παραβιάσεις από τη δικαστική εξουσία, το άρθρο 4 παρ. 5 δεν μπορεί να αφήσει δίχως προστασία τους ιδιώτες που υφίστανται ζημία από κρατικά όργανα, όποια και αν είναι αυτά. Συμπερασματικά, αξίζει να αναφερθεί πως η εν λόγω απόφαση αποτελεί σταθμό στην νομολογία και αποδεικνύει πως το ενωσιακό δίκαιο μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης προς τα εθνικά δικαστήρια. Πράγματι, μετά τις αποφάσεις Κõbler και Traghetti de lmeditteraneo, το ΣτΕ ήρθε αντιμέτωπο με τον κίνδυνο δημιουργίας αντίστροφών διακρίσεων, καθώς οι ιδιώτες, φυσικά και νομικά πρόσωπα, θα μπορούσαν να αξιώσουν αποζημίωση για κρατικές παραβιάσεις του ενωσιακού αλλά όχι του εθνικού δικαίου από τα ανώτατα εθνικά δικαστήρια. Μπροστά σε αυτό το παράδοξο, ο εθνικός δικαστής στην ουσία «εξαναγκάσθηκε» να προσαρμόσει τη νομολογία του, επεκτείνοντας το προστατευτικό της πεδίο. 18 Όπως κωδικοποιούνται στις προτάσεις του ΓΕ Léger 8.4.2003, C-224/01 Köbler, Συλλογή 2001, σ. Ι- 10239. 7