ΟΔΗΓΙΑ 2003/9/ΕΚ σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη

Σχετικά έγγραφα
ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

12306/17 ΠΧΚ/σα 1 DGD 1B

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

14708/16 ΜΑΠ/ακι/ΕΚΜ 1 DGD 1B

14797/12 IKS/nm DG B4

12802/17 ΔΠ/σα 1 DGD 1B

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 2 Ιουλίου 2010 (OR. en) 11160/4/10 REV 4. Διοργανικός φάκελος: 2007/0152 (COD)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Β. ΑΝΑΛΥΣΗ ΙΑΤΑΞΕΩΝ

18475/11 ΔΠ/νκ 1 DG H 2A

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14796/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0078 (NLE) SOC 818 ME 8 COWEB 155

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2014/0202(COD)

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2017 (OR. en)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επιλεγμένα κείμενα αναφοράς

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Φεβρουαρίου 2016 (OR. en)

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/2263(INI) σχετικά με την κατάσταση των ασυνόδευτων ανηλίκων στην ΕΕ (2012/2263 (INI))

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14798/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0076 (NLE) SOC 820 NT 29

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

11088/15 ADD 1 1 DPG

12724/16 ΔΠ/ριτ 1 DGD 1B

9011/15 ΔΑ/μκρ 1 DG B 3A

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

A8-0250/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2018 (OR. en)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΙ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2018 (OR. en)

L 180/96 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

*** ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΣΤΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0122(NLE)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση

16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της σχετικά με ένα ευρωπαϊκό σύστημα επανεγκατάστασης

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0434/79. Τροπολογία

Κώδικας ορθής διοικητικής συμπεριφοράς για το προσωπικό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων

A8-0251/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. Έγγραφο το οποίο συνοδεύει την. Πρόταση

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ. σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

JAI.1 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 11 Δεκεμβρίου 2018 (OR. en) 2018/0371 (COD) PE-CONS 66/18 JAI 1211 ASIM 154 FRONT 413 CADREFIN 379 CODEC 2124

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΟΔΗΓΙΑ 2013/32/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Тροποποιείται από: Еπίσημη Еφημερίδα αριθ. σελίδα ημερομηνία M1 Απόφαση του Συμβουλίου 2006/512/ΕΚ, της 17ης Ιουλίου 2006 L

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

η µάλλον ευρύτερη αναγνώριση του ενδιαφέροντος που παρουσιάζει η θέσπιση διατάξεων για την ενισχυµένη συνεργασία στον τοµέα της ΚΕΠΠΑ.

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 17 Φεβρουαρίου 2017 (OR. en)

Πρόλογος... ΙΧ Συντομογραφίες... ΧΧV Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Ι. Περιεχόμενο του Δικαίου Καταστάσεως

13036/3/11 REV 3 ADD 1 ΔΠ,ΠΜ/ρα,ακι 1 DG H 1B

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

15057/17 ΔΛ/γομ 1 DGD 1B

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2017/0035(COD) της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΗΜΕΙΟΥ «I/A» Γενικής Γραμματείας την ΕΜΑ / το Συμβούλιο αριθ. προηγ. εγγρ.:6110/11 FREMP 9 JAI 77 COHOM 34 JUSTCIV 16 JURINFO 4 Θέμα:

PE-CONS 54/1/15 REV 1 EL

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Κατηγορία 14 : είδη επίπλωσης διακοσμητικά και μεταχειρισμένα : Ecu, μουσικά όργανα : Ecu, όλα τα άλλα είδη : Ecu.

Transcript:

ΟΔΗΓΙΑ 2003/9/ΕΚ σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη Επιλεγμένα κείμενα αναφοράς Αθήνα, Μάρτιος 2008

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελίδα Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη (COM/2001/0181 τελικό) Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 213 E της 31/07/2001 σ. 0286 0295 1 Συστάσεις της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες για τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο στα πλαίσια της εναρμόνισης της πολιτικής μεταχείρισης αιτούντων άσυλο και προσφύγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση 43 Οδηγία 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιανουαρίου 2003 Σχετικά με τις Ελάχιστες Απαιτήσεις για την Υποδοχή των Αιτούντων Άσυλο στα Κράτη Μέλη, Επίσημη Εφημερίδα L 31 της 6/2/2003.. 61 Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες: Σχολιασμός της Οδηγίας 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου της 27.1.2003 «σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη» 73 Προεδρικό Διάταγμα 220/2007 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (ΕΕL 31/6.2.2003)» (ΦΕΚ 251, τ. Α ).. 95 Εγκύκλιος με αριθμό πρωτ. 5401/1-261100 του Υπουργείου Εσωτερικών / Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας για την εφαρμογή του Π.Δ. 220/2007 107 Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την Εφαρμογή της Οδηγίας 2003/9/ΕΚ της 27.1.2003 σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη COM(2007) 745 τελικό 113 Φωτογραφία: Οι μνήμες ενός παιδιού από το σπίτι του στο Darfur. Η τραυματική εμπειρία της βίας που προκαλεί εξαναγκασμένη μετακίνηση έχει μακροχρόνιες συνέπειες στα παιδιά και κάποιες φορές επιδρά στην ικανότητα της μάθησης. UNHCR/H.Caux II

Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη COM/2001/0181 τελικό Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 213 E της 31/07/2001 σ. 0286-0295 Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη (υποβληθείσα από την Επιτροπή) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. Ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη: Ένα πρόσθετο βήμα για την καθιέρωση κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου Σύμφωνα με τα Συμπεράσματα της Προεδρίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε, που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 1999, το «κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου» πρέπει να περιλαμβάνει, βραχυπρόθεσμα, μία σαφή και ευεφάρμοστη μέθοδο προσδιορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο να εξετάσει την εκάστοτε αίτηση χορήγησης ασύλου, κοινές απαιτήσεις για τη διεξαγωγή δίκαιης και αποτελεσματικής διαδικασίας χορήγησης ασύλου, κοινές ελάχιστες συνθήκες υποδοχής των προσώπων που ζητούν άσυλο, καθώς και την προσέγγιση των κανόνων που ισχύουν για την αναγνώριση και το περιεχόμενο του καθεστώτος του πρόσφυγα. Συμπληρωματικώς, προβλέπεται να ληφθούν μέτρα σχετικά με επικουρικές μορφές προστασίας, ούτως ώστε κάθε πρόσωπο το οποίο χρήζει τέτοιας προστασίας να υπάγεται στο κατάλληλο καθεστώς. Επιπλέον, στα Συμπεράσματα γίνεται σαφές ότι, πιο μακροπρόθεσμα, η κοινοτική νομοθεσία πρέπει να οδηγήσει στη θέσπιση κοινής διαδικασίας ασύλου και ενιαίου καθεστώτος που να ισχύει σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση για εκείνους στους οποίους έχει χορηγηθεί άσυλο. Τέλος, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε κάλεσε με έμφαση το Συμβούλιο να εντείνει τις προσπάθειές του για την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με το θέμα της προσωρινής προστασίας των εκτοπισθέντων, με βάση την αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ κρατών μελών. Στις 28 Σεπτεμβρίου 2000, το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση (2000/596/ΕΚ) για τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες ως μέτρο αλληλεγγύης με στόχο τη συμβολή στην εξισορρόπηση των προσπαθειών που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για την υποδοχή των προσφύγων και των εκτοπισθέντων και για την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτής. Στις 11 Δεκεμβρίου 2000, το Συμβούλιο εξέδωσε κανονισμό (2725/2000/ΕΚ) σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου περί καθορισμού του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε ένα από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκτός από τις προτάσεις για τη θέσπιση των προαναφερθεισών πράξεων που ε- γκρίθηκαν από το Συμβούλιο, η Επιτροπή εξέδωσε: * στις 24 Μαΐου 2000, πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής συρροής εκτοπισθέντων, με βάση την αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ κρατών μελών. * στις 20 Σεπτεμβρίου 2000, πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα. 1

* στις 22 Νοεμβρίου 2000, ανακοίνωση για κοινή διαδικασία ασύλου και ενιαίο καθεστώς που να ισχύει σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση για εκείνους στους οποίους έχει χορηγηθεί άσυλο. Όπως προαναγγέλλεται στον πίνακα αποτελεσμάτων για την παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά τη δημιουργία χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο οποίος εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 27 Μαρτίου 2000, η Επιτροπή προτείνει σήμερα, δηλαδή στις αρχές του 2001, μία οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη. Η παρούσα πρόταση έχει καταρτισθεί με βάση μια σειρά προπαρασκευαστικών εργασιών και έναν όγκο σχετικού υλικού τεκμηρίωσης. Η Επιτροπή ανέθεσε την εκπόνηση μελέτης, η οποία υποβλήθηκε στις αρχές Νοεμβρίου του 2000, «σχετικά με το νομικό πλαίσιο και τις διοικητικές πρακτικές που ι- σχύουν στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις συνθήκες υποδοχής των προσώπων που ζητούν άσυλο, των εκτοπισμένων και των υπόλοιπων προσώπων που ζητούν διεθνή προστασία». Τον Ιούνιο του 2000, η γαλλική αντιπροσωπία υπέβαλε έγγραφο προς συζήτηση σχετικά με τις συνθήκες υποδοχής των προσώπων που ζητούν άσυλο. Ακολούθησε η έγκριση των σχετικών συμπερασμάτων από το Συμβούλιο του Δεκεμβρίου. Στα τέλη Ιουλίου του 2000, η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (στο εξής: «UNHCR») εξέδωσε βαρυσήμαντη μελέτη για το ίδιο θέμα 1. Τον Δεκέμβριο του 2000 η Επιτροπή έκρινε σκόπιμη τη διεξαγωγή διμερών διαβουλεύσεων με τα κράτη μέλη, επί τη βάσει ενός εγγράφου προς συζήτηση σχετικά με τη μελλοντική κοινοτική πράξη που θα διέπει τις συνθήκες υποδοχής των προσώπων που ζητούν άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκτός από τα κράτη μέλη, η Επιτροπή πραγματοποίησε ειδικές διαβουλεύσεις με την UNHCR και με μερικές από τις πλέον αρμόδιες για το θέμα μη κυβερνητικές οργανώσεις. Τα Συμπεράσματα του Συμβουλίου του Δεκεμβρίου, η μελέτη σχετικά με τις συνθήκες υποδοχής καθώς και οι γραπτές και προφορικές παρατηρήσεις επί του εγγράφου προς συζήτηση της Επιτροπής αποτέλεσαν τα «θεμέλια» για την κατάρτιση της παρούσας πρότασης. Επίσης ελήφθησαν υπόψη η μελέτη της UNHCR, η 4η Έκθεση του Δανικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες με θέμα τους νομικούς και κοινωνικούς όρους που ισχύουν για τους αιτούντες άσυλο και τους πρόσφυγες στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες, καθώς και οι υπάρχοντες κανόνες μειωμένης νομικής ισχύος (πρωτίστως το ψήφισμα του Συμβουλίου του 1997 σχετικά με τους ασυνόδευτους ανηλίκους υπηκόους τρίτων χωρών). Τέλος, δόθηκε προσοχή στο σχέδιο κοινής δράσης σχετικά με τις συνθήκες υποδοχής των προσώπων που ζητούν άσυλο, το οποίο υπεβλήθη μεν από την ισπανική Προεδρία το 1995, αλλά ουδέποτε ενεκρίθη. 2. Οι στόχοι της πρότασης Με την παρούσα πρόταση οδηγίας, η Επιτροπή επιδιώκει να επιτύχει τους εξής στόχους: 1. εφαρμογή του άρθρου 63, πρώτο εδάφιο, σημείο (1), στοιχείο β) της συνθήκης, της παραγράφου 36(β)(V) του Προγράμματος Δράσης της Βιέννης, του Συμπεράσματος αριθ. 14 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε και του δεύτερου σκέλους της παραγράφου για τη θέσπιση δίκαιης και αποτελεσματικής διαδικασίας χορήγησης ασύλου, που περιλαμβάνεται στον «Πίνακα αποτελεσμάτων» που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο και στο Κοινοβούλιο τον Μάρτιο του 2000. 1 Βλέπε στη σελίδα 43 2

2. θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για τις συνθήκες υποδοχής των προσώπων που ζητούν άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. οι συνθήκες αυτές πρέπει κανονικά να αρκούν για τη διασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης των ενδιαφερομένων. 3. προσδιορισμός των διαφόρων συνθηκών υποδοχής που δικαιούνται οι αιτούντες άσυλο στα διάφορα στάδια ή στο πλαίσιο των διαφόρων ειδών διαδικασίας χορήγησης ασύλου, καθώς επίσης σε σχέση με ομάδες με ειδικές ανάγκες, όπως είναι οι α- νήλικοι. προσδιορισμός των προϋποθέσεων αποκλεισμού, μείωσης και αναθεώρησης των συνθηκών αυτών. 4. επεξεργασία των πιθανών μέτρων με σκοπό τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των εθνικών συστημάτων υποδοχής. 5. περιορισμός των δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων άσυλο οι οποίες επηρεάζονται αποκλειστικά και μόνο από την ανομοιογένεια των κανόνων που ισχύουν για τις συνθήκες υποδοχής. 6. λήψη μέριμνας ώστε να εξασφαλίζονται συγκρίσιμοι όροι διαβίωσης σε όλα τα κράτη μέλη για τα πρόσωπα που ζητούν άσυλο, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τη σύμβαση του Δουβλίνου, τα πρόσωπα αυτά δεν έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν το κράτος μέλος που θα εξετάσει την αίτησή τους. 3. Επισκόπηση των απαιτήσεων που προβλέπονται στην πρόταση Η παρούσα πρόταση απαρτίζεται από πέντε βασικές δέσμες κανόνων: (α) Η πρώτη ενότητα διατάξεων περιλαμβάνει τις κατεξοχήν γενικές διατάξεις της πρότασης, περιλαμβανομένου του στόχου και του πεδίου εφαρμογής της. επίσης περιέχει τους ορισμούς των εννοιών που έχουν σημασία για τη σαφή κατανόηση της πρότασης. (β) Η δεύτερη ενότητα κανόνων επικεντρώνεται στις συνθήκες υποδοχής που πρέπει να παρέχονται σε όλα τα στάδια και στο πλαίσιο όλων των τύπων διαδικασίας χορήγησης ασύλου (ενημέρωση, χορήγηση επίσημων εγγράφων, ελευθερία μετακίνησης, στέγαση, σίτιση, ρουχισμός, χρηματικό βοήθημα για τα καθημερινά έξοδα, ενότητα της οικογένειας, ιατρική περίθαλψη, σχολική εκπαίδευση για τους ανήλικους). Επιπλέον, η αρχή ότι κανείς δεν πρέπει να στερείται κανονικές συνθήκες διαβίωσης για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα αποτελεί το έρεισμα των διατάξεων βάσει των οποίων τα κράτη μέλη οφείλουν σε γενικές γραμμές να μην αρνούνται ορισμένες συνθήκες υποδοχής όταν οι αιτούντες άσυλο δεν ευθύνονται για τη χρονική διάρκεια της σχετικής διαδικασίας και η διαδικασία που τους αφορά έχει ήδη διαρκέσει επί μεγάλο χρονικό διάστημα (πρόσβαση στην αγορά εργασίας και σε επαγγελματική κατάρτιση). (γ) Σε μία τρίτη ενότητα κανόνων καθορίζονται οι προδιαγραφές (ή ελάχιστες α- παιτήσεις) για ορισμένες συνθήκες υποδοχής (υλικές συνθήκες υποδοχής και ιατρική περίθαλψη) τις οποίες τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να παρέχουν. Η τακτική που προτείνεται στην πρόταση είναι αρκετά ευέλικτη ώστε κάθε κράτος μέλος να μπορεί να διατηρεί σημαντικά περιθώρια ελιγμών κατά την υλοποίηση των εν λόγω ελάχιστων απαιτήσεων. Η γενική αρχή είναι ότι οι συνθήκες διαβίωσης των αιτούντων άσυλο πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι αξιοπρεπείς και ότι πρέπει να βελτιώνονται οσάκις η αίτηση χορήγησης ασύλου μπορεί να θεωρηθεί παραδεκτή και όχι προδήλως αβάσιμη ή οσάκις η σχετική διαδικασία διαρκεί επί υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν ο αιτών άσυλο ανήκει σε κάποια ομάδα ατόμων με ειδικές ανάγκες ή όταν κρατείται, οι συνθήκες υποδοχής πρέπει να είναι ικανές να καλύψουν τις ειδικές ανάγκες του. (δ) Η τέταρτη ενότητα κανόνων περιλαμβάνει τις διατάξεις σχετικά με τον περιορισμό ή την ανάκληση του δικαιώματος σε μερικές ή και όλες τις συνθήκες υποδοχής, καθώς και τη δυνατότητα επανεξέτασης από δικαστήριο της απόφασης περί περιορισμού ή ανάκλησης συνθηκών υποδοχής. Στόχος των κανόνων αυτών είναι να διασφαλιστεί η μη κατάχρηση του συστήματος υποδοχής. Εντούτοις, επειδή ο περιορισμός ή η ανάκληση συνθηκών υποδοχής ενδέχεται να επηρεάσει το επίπεδο διαβίωσης των αι- 3

τούντων και την ικανότητά τους να αξιοποιούν αποτελεσματικά τις διαδικαστικές εγγυήσεις που τους παρέχονται, έχει κεφαλαιώδη σημασία να παρέχεται η δυνατότητα επανεξέτασης των αποφάσεων σχετικά με τα ζητήματα αυτά. (ε) Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει αρκετούς κανόνες με σκοπό να διασφαλισθεί η πλήρης εφαρμογή της καθώς και η βελτίωση των εθνικών συστημάτων υποδοχής. Η επίτευξη των τελικών στόχων της μελλοντικής οδηγίας προϋποθέτει τον έλεγχο, την επανεξέταση και την προσαρμογή των μηχανισμών που θα θεσπισθούν με σκοπό ακριβώς την επίτευξη των εν λόγω στόχων, διότι με τον τρόπο αυτό θα εξασφαλισθεί ότι πράγματι θα προκύψουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Η διαδικασία αυτή πρέπει να διεξαχθεί σε ποικίλα επίπεδα. Σε εθνικό επίπεδο, χρειάζεται ο προσανατολισμός, η παρακολούθηση και ο έλεγχος του συστήματος, καθώς και η πρόβλεψη της δυνατότητας βελτίωσής του και διόρθωσης των στοιχείων εκείνων που αποτελούν παράγοντα αναποτελεσματικότητας. Πέραν αυτού, είναι σημαντικό να καθορισθούν εθνικά σημεία ε- παφής και να ληφθούν κατάλληλα μέτρα με στόχο τη μεθόδευση άμεσης συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Σε επίπεδο Κοινότητας, έχει σημασία να αξιολογείται κατά πόσο επιτυγχάνονται πράγματι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας ή κατά πόσον υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης. Εκτιμάται ότι η συγκεκριμένη ανάγκη θα καλυφθεί χάρη στο σύστημα αναφοράς που περιλαμβάνεται στην πρόταση. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη γενική στάση της κοινής γνώμης απέναντι στα πρόσωπα που ζητούν άσυλο, είναι σαφές ότι οι πολιτικές και κοινωνικές αντιλήψεις γύρω από τα ζητήματα που άπτονται του ασύλου, τόσο από την πλευρά της κοινής γνώμης εν γένει όσο και, ειδικότερα, από την πλευρά των τοπικών κοινοτήτων, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα ζωής των αιτούντων άσυλο. Η παρούσα οδηγία δεν επιβάλλει λεπτομερείς υποχρεώσεις στα κράτη μέλη, αλλά καθορίζει τους επιδιωκτέους στόχους (προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη αρμονικών σχέσεων μεταξύ των τοπικών κοινοτήτων και των κέντρων υποδοχής και φιλοξενίας που βρίσκονται εντός των γεωγραφικών τους ορίων). Η Επιτροπή από την πλευρά της σχεδιάζει τη σύσταση επιτροπής επαφών. Η επιτροπή επαφών θα διευκολύνει τη μεταφορά της οδηγίας στη νομοθεσία των κρατών μελών και, στη συνέχεια, την εφαρμογή της μέσω τακτικών διαβουλεύσεων σχετικά με όλα τα πρακτικά προβλήματα που ενδέχεται να προκύψουν κατά την εφαρμογή της. Θα συμβάλει στην αποφυγή της αλληλεπικάλυψης προσπαθειών κατά τη θέσπιση κοινών απαιτήσεων. Εξάλλου, η εν λόγω επιτροπή θα διευκολύνει τις διαβουλεύσεις ανάμεσα στα κράτη μέλη όσον αφορά τις απαιτήσεις υποδοχής των αιτούντων άσυλο που τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν σε εθνικό επίπεδο. Αυτό θα συνέβαλε κατά πολύ στη συγκρότηση κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, όπως προβλέπεται στα Συμπεράσματα της Προεδρίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε του Οκτωβρίου 1999. Τέλος, η επιτροπή επαφών θα συμβουλεύει την Επιτροπή, εάν χρειάζεται, για τις τυχόν επιβεβλημένες προσθήκες και τροποποιήσεις της παρούσας οδηγίας ή για τις τυχόν προσαρμογές που κρίνονται αναγκαίες. 4. Επιλογή της νομικής βάσης Η επιλογή της νομικής βάσης συνάδει με τις τροποποιήσεις που επήλθαν στη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τη συνθήκη του Άμστερνταμ, η ο- ποία άρχισε να ισχύει την 1η Μαΐου 1999. Το άρθρο 63, πρώτο εδάφιο, σημείο (1), στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ προβλέπει ότι το Συμβούλιο θεσπίζει μέτρα περί ασύλου, σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951 και με το Πρωτόκολλο της 31ης Ιανουαρίου 1967 περί του Καθεστώτος των Προσφύγων, και σύμφωνα με άλλες σχετικές συμβάσεις στον τομέα των ελάχιστων απαιτήσεων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη. Συνεπώς, το άρθρο 63 αποτελεί την ενδεδειγμένη νομική βάση για την υποβολή πρότασης σχετικά με την καθιέρωση ελάχιστων απαιτήσεων για τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη. 4

Ο Τίτλος IV της συνθήκης ΕΚ δεν εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία, εκτός εάν τα εν λόγω κράτη μέλη αποφασίσουν διαφορετικά σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο Πρωτόκολλο σχετικά με τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας που προσαρτάται στις συνθήκες. Ο Τίτλος IV δεν εφαρμόζεται ούτε στη Δανία, δυνάμει του Πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στις συνθήκες. 5. Επικουρικότητα και αναλογικότητα: αιτιολόγηση και προστιθέμενη αξία Επικουρικότητα Η προσθήκη του νέου Τίτλου IV (Θεωρήσεις, άσυλο, μετανάστευση και λοιπές πολιτικές σχετικές με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων) στη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αποδεικνύει τη βούληση των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών να αναθέσουν στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα εξουσίες στους εν λόγω τομείς. Αλλά η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δεν έχει αποκλειστικές εξουσίες εν προκειμένω. Συνεπώς, ακόμη και αν διαθέτει την πολιτική βούληση να εφαρμόσει κοινή πολιτική για το άσυλο και τη μετανάστευση, οφείλει να ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 5 της συνθήκης ΕΚ, δηλαδή η Κοινότητα μπορεί να επεμβαίνει μόνον εάν και στο βαθμό που οι στόχοι της προτεινόμενης ενέργειας δεν είναι δυνατό να επιτευχθούν σε ικανοποιητικό βαθμό από τα κράτη μέλη, οπότε, λόγω των διαστάσεων ή των συνεπειών της προτεινόμενης ε- νέργειας, μπορούν να επιτευχθούν κατά καλύτερο τρόπο από την Κοινότητα. Η προτεινόμενη οδηγία πληροί τα κριτήρια αυτά. Η εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης συνεπάγεται τη θέσπιση μέτρων σχετικών με το άσυλο. Ειδικός στόχος της παρούσας πρωτοβουλίας είναι η θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη. Οι απαιτήσεις που καθορίζονται στη παρούσα πρόταση πρέπει να μπορούν να εφαρμοσθούν με την παροχή ελάχιστων συνθηκών σε όλα τα κράτη μέλη. Η θέσπιση ελάχιστων κοινοτικών απαιτήσεων πρέπει να γίνει με τη διαδικασία που προτείνεται στο παρόν έγγραφο. Θα συντελέσουν στον περιορισμό των δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων άσυλο ως αποτέλεσμα της ανομοιογένειας των συνθηκών υποδοχής στα κράτη μέλη. Στο εξής, θα περιορισθεί η τάση των αιτούντων άσυλο να επιλέγουν τη χώρα προορισμού τους με κριτήριο τις συνθήκες υποδοχής που ισχύουν σε αυτή. Η συνεχιζόμενη ανυπαρξία απαιτήσεων όσον αφορά τις συνθήκες υποδοχής θα επηρέαζε αρνητικά την αποτελεσματικότητα των άλλων μέσων που σχετίζονται με το άσυλο. Αντιστρόφως, αφ' ης στιγμής θεσπισθούν ελάχιστες απαιτήσεις για τις συνθήκες υποδοχής, θα δικαιολογείται πλήρως η εφαρμογή, μεταξύ άλλων, αποτελεσματικού συστήματος μέσω του οποίου θα καθορίζεται ποιο κράτος μέλος είναι αρμόδιο για την εξέταση της εκάστοτε αίτησης ασύλου. Οι αιτούντες άσυλο που δεν μπορούν να επιλέξουν με πλήρη ελευθερία τον τόπο όπου θα υποβάλουν την αίτησή τους θα πρέπει να μπορούν να υπολογίζουν στις ίδιες ελάχιστες απαιτήσεις υποδοχής σε οποιοδήποτε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αρχή ότι ένα μόνο κράτος μέλος είναι αρμόδιο να εξετάσει την εκάστοτε αίτηση χορήγησης ασύλου θα γίνει δικαιότερη για τους αιτούντες άσυλο αν για τις συνθήκες υποδοχής των προσώπων αυτών ισχύουν οι ίδιες ελάχιστες απαιτήσεις σε όλα τα κράτη μέλη. Συγχρόνως, οι ελάχιστες απαιτήσεις για τις συνθήκες υποδοχής θα μπορούσαν να περιορίσουν τη σημασία ενός από τους παράγοντες που επηρεάζουν τις δευτερογενείς μετακινήσεις στο εσωτερικό της Ένωσης και να συμβάλουν έτσι στην παγίωση της αποτελεσματικότητας των μηχανισμών βάσει των οποίων επιλέγεται το αρμόδιο κράτος μέλος. Η θέσπιση κοινών ελάχιστων απαιτήσεων για τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο είναι ένα μέσο θεμελιώδους σημασίας προκειμένου να καταστούν αποτελεσματικότερα τα εθνικά συστήματα ασύλου και να γίνει πιο χειροπιαστό το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου. 5

Αναλογικότητα Η μορφή της κοινοτικής δράσης πρέπει να είναι η απλούστερη που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων της πρότασης και για την όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη εφαρμογή της. Βάσει αυτής της λογικής, η νομική πράξη που επιλέγεται είναι μια οδηγία η οποία καθιστά δυνατή τη θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων, ενώ αφήνει τις ε- θνικές αρχές ελεύθερες να επιλέξουν την καταλληλότερη μορφή και μέθοδο για την εφαρμογή της στο εκάστοτε εθνικό σύστημα κοινωνικής πρόνοιας και γενικό πλαίσιο. Η πρόταση εστιάζεται σε ένα σύνολο ελάχιστων απαιτήσεων που είναι απολύτως αναγκαίες για τη συνοχή της σχεδιαζόμενης ενέργειας, χωρίς να προβλέπει απαιτήσεις για τις άλλες πτυχές του δικαιώματος ασύλου. Σε αρκετές περιπτώσεις προτείνονται διαφορετικά μεθοδολογικά πρότυπα και παρέχεται στα κράτη μέλη η ευχέρεια να επιλέξουν ε- κείνο που θεωρούν ως το πλέον κατάλληλο για τα εθνικά τους δεδομένα. Σε άλλες περιπτώσεις, η πρόταση προβλέπει προθεσμίες αντίστοιχες με εκείνες που προβλέπονται στην πρόταση οδηγίας σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις κοινές διαδικασίες χορήγησης ασύλου (COM(2000)578), ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η συνεκτικότητα στο εσωτερικό του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Τέλος, αρκετοί από τους κανόνες επιτάσσουν απλώς στα κράτη μέλη να συμμορφωθούν με ορισμένους στόχους (π.χ. τα κράτη μέλη καλούνται να λαμβάνουν υπόψη την προβληματική της προστασίας των προσώπων με ειδικές ανάγκες κατά την κατάρτιση της εθνικής νομοθεσίας σχετικά με την ψυχολογική και ιατρική περίθαλψη των προσώπων αυτών και τις υλικές συνθήκες υποδοχής), αλλά παραχωρείται στα κράτη μέλη πλήρης ελευθερία επιλογής των μέσων επίτευξης αυτού του στόχου. Κατά συνέπεια, η πρόταση περιορίζεται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου της οδηγίας. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ Κεφάλαιο I : Αντικείμενο, ορισμοί και πεδίο εφαρμογής Άρθρο 1 Το άρθρο αυτό ορίζει τον σκοπό της οδηγίας. Οι συνθήκες υποδοχής των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη υπόκεινται στις ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπει η οδηγία. Άρθρο 2 Το άρθρο αυτό περιέχει τους ορισμούς των διαφόρων εννοιών και όρων που χρησιμοποιούνται στις διατάξεις της πρότασης. (α) Στο σύνολο της πρότασης, ο όρος "σύμβαση της Γενεύης" αναφέρεται στη σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων της 28ης Ιουλίου 1951, όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967. Όλα τα κράτη μέλη είναι συμβαλλόμενα μέρη σε αμφότερα κείμενα χωρίς χρονικό ή γεωγραφικό περιορισμό. (β) Ο όρος "αίτηση χορήγησης ασύλου" ορίζεται σε συνάρτηση με τον ορισμό του πρόσφυγα στη σύμβαση της Γενεύης. Κάθε αίτηση για προστασία που υποβάλλει ένας υπήκοος τρίτης χώρας ή ένας άπατρις στα σύνορα ή στο έδαφος των κρατών μελών θεωρείται ότι εμπίπτει στις διατάξεις της σύμβασης της Γενεύης, εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος ζητεί ρητά κάποια άλλη μορφή προστασίας, εφόσον στο οικείο κράτος μέλος ισχύει ξεχωριστή διαδικασία για τον σκοπό αυτό. Η αναφορά στις έννοιες των υπηκόων τρίτης χώρας και των απάτριδων αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας ο- δηγίας τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υποβάλλουν αίτηση για τη χορήγηση ασύλου. (γ) Η ιδιότητα του αιτούντος άσυλο ορίζεται σε σχέση με τη διαδικασία που οδηγεί στην έκδοση τελεσίδικης απόφασης όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα. Κάθε ε- 6

νήλικο μέλος της οικογένειας μπορεί να έχει την ιδιότητα του αιτούντος άσυλο δεδομένου ότι, σύμφωνα με την οδηγία για τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα, ακόμη και όταν κάποιος έχει υποβάλει αίτηση εξ ονόματος και των μελών της οικογενείας του που τον συνοδεύουν, ο κάθε ενήλικας από τα εν λόγω μέλη της οικογενείας πρέπει να ενημερωθεί κατ' ιδίαν σχετικά με το δικαίωμα υποβολής αυτοτελούς αίτησης χορήγησης ασύλου. (δ) Η έννοια των «μελών της οικογενείας» συμπίπτει με την έννοια που απαντά στο άρθρο 13 της πρότασης οδηγίας σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την προσωρινή προστασία. Το εν λόγω άρθρο αναφέρεται στις προϋποθέσεις που ισχύουν για τη διατήρηση της οικογενειακής ενότητας κατά τον χρόνο παροχής της προσωρινής προστασίας. Κρίνεται σκόπιμη η εφαρμογή της ίδιας έννοιας και στην παρούσα οδηγία, διότι το καθεστώς του αιτούντος άσυλο είναι και αυτό, εξ ορισμού, προσωρινό. i. Η υποπαράγραφος αυτή αφορά τους ή τις συζύγους και τα πρόσωπα που συμβιώνουν σε ελεύθερη ένωση (τα οποία ενδέχεται να είναι του ιδίου φύλου). Η διάταξη για τα πρόσωπα που συμβιώνουν σε ελεύθερη ένωση εφαρμόζεται μόνο στα κράτη μέλη στα οποία τα άγαμα ζευγάρια αντιμετωπίζονται από νομική άποψη όπως και τα ζευγάρια που έχουν τελέσει γάμο. Αυτή η διάταξη δεν δημιουργεί καμία ουσιαστική εναρμόνιση των εθνικών κανόνων που αφορούν την αναγνώριση των άγαμων ζευγαριών. απλώς επιτρέπει την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Προκειμένου να αποφευχθούν ενδεχόμενες καταχρήσεις, τα πρόσωπα που συμβιώνουν σε ελεύθερη ένωση πρέπει να διατηρούν σταθερή σχέση η οποία να τεκμηριώνεται με στοιχεία που αποδεικνύουν τη συγκατοίκηση ή με αξιόπιστες μαρτυρίες. ii. Η υποπαράγραφος αυτή αφορά τα ανύπανδρα και μη ανεξάρτητα τέκνα των παντρεμένων ή άγαμων ζευγαριών, χωρίς να έχει σημασία αν τα τέκνα είναι ανήλικα. Δεν προβλέπεται καμία διάκριση για την αντιμετώπιση των τέκνων που έχουν γεννηθεί εκτός γάμου ή προέρχονται από προηγούμενο γάμο ή είναι υιοθετημένα. Συνεπώς, τα ανύπανδρα τέκνα που έχουν ενηλικιωθεί εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι ανεξάρτητα, είτε επειδή αντικειμενικά αδυνατούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους είτε εξαιτίας της κατάστασης της υγείας τους. iii. Η υποπαράγραφος αυτή αφορά τα μέλη της οικογενείας που δεν καλύπτονται ακόμη, υπό την προϋπόθεση ότι εξαρτώνται από τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας. Τα πρόσωπα αυτά πρέπει επομένως αντικειμενικά να αδυνατούν να ικανοποιήσουν τις α- νάγκες τους ή να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας ή να έχουν βιώσει ιδιαίτερα τραυματικές εμπειρίες. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτουν τα εγγόνια, οι παππούδες, οι γιαγιάδες, οι προπαππούδες, οι προγιαγιάδες ή άλλοι ενήλικες οι οποίοι εξαρτώνται από τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας. (ε) Η έννοια των συνοδευόντων μελών της οικογενείας ορίζεται σε συνάρτηση με τον ορισμό των μελών της οικογενείας που προβλέπεται στην παράγραφο (δ) και με το γεγονός ότι η παρουσία τους στη χώρα υποδοχής σχετίζεται με την αίτηση χορήγησης ασύλου. Με τον τρόπο αυτό αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας περί ενοποίησης των οικογενειών τα τυχόν μέλη της οικογενείας τα οποία βρίσκονται στη χώρα υποδοχής για διαφορετικούς λόγους (π.χ. για εργασία) ή τα οποία βρίσκονται σε ένα άλλο κράτος μέλος ή σε κάποια τρίτη χώρα. (στ) "Πρόσφυγας" είναι το πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1(A) της σύμβασης της Γενεύης. (ζ) Σύμφωνα με τη διατύπωση του άρθρου 63 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, με τον όρο "καθεστώς πρόσφυγα" νοείται το καθεστώς που χορηγεί ένα κράτος μέλος σε ένα πρόσωπο που είναι πρόσφυγας και γίνεται δεκτό υπό αυτή την ιδιότητα στο έ- δαφος του εν λόγω κράτους. 7

(η) Οι διαδικασίες που προβλέπονται στο σύνολο της οδηγίας καθορίζονται στην οδηγία για τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα. (θ) Η έννοια του "ασυνόδευτου ανηλίκου" προέρχεται από τον ορισμό που περιλαμβάνεται στο ψήφισμα του Συμβουλίου της 26ης Ιουλίου 1997 σχετικά με τους ασυνόδευτους ανηλίκους που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών. (ι) Η έννοια των "συνθηκών υποδοχής" καλύπτει ολόκληρη τη δέσμη μέτρων που τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή δυνάμει της παρούσας οδηγίας (συνεπώς δεν εμπίπτουν στην έννοια αυτή τα μέτρα διαδικαστικού χαρακτήρα) υπέρ των αιτούντων άσυλο και τα οποία σχετίζονται με την εξέταση της αίτησής τους. (κ) Ο όρος "υλικές συνθήκες υποδοχής" καλύπτει όλες τις μορφές υλικής βοήθειας που τα κράτη μέλη παρέχουν στους αιτούντες άσυλο, δηλαδή τη στέγη, την τροφή, το ρουχισμό και τα βοηθήματα για τα καθημερινά έξοδα. (λ) Ο όρος "κράτηση" καλύπτει οποιονδήποτε περιορισμό ενός αιτούντος άσυλο από κράτος μέλος σε οριοθετημένο χώρο όπου η ελευθερία μετακίνησής του περιορίζεται σημαντικά. (μ) Τα χαρακτηριστικά που καθιστούν έναν χώρο "κέντρο φιλοξενίας" είναι τα ε- ξής: στον χώρο αυτό πρέπει να διαμένουν αποκλειστικά και μόνο πρόσωπα που έχουν ζητήσει άσυλο και τα μέλη της οικογενείας τους που τα συνοδεύουν. η στέγαση που παρέχεται εκεί πρέπει να είναι ομαδική (συνεπώς αποκλείονται τα μεμονωμένα διαμερίσματα και τα δωμάτια ξενοδοχείου). Όσο πιο μεγάλη είναι η προβλεπόμενη διάρκεια της παραμονής, τόσο πιο ευρείες πρέπει να είναι οι υπηρεσίες και οι εγκαταστάσεις που τίθενται στη διάθεση των αιτούντων και των συνοδευόντων μελών της οικογενείας τους. (ν) Για να γίνει δεκτό ότι ένας χώρος αποτελεί "κέντρο κράτησης" αρκεί το ότι ο χώρος αυτός χρησιμοποιείται για τη διαμονή αιτούντων και συνοδευόντων μελών της οικογενείας τους υπό συνθήκες σημαντικού περιορισμού της ελευθερίας μετακίνησης των προσώπων αυτών. Συνεπώς, ως κέντρα κράτησης κατά την έννοια της οδηγίας είναι δυνατό να θεωρηθούν επίσης οι χώροι που δημιουργούνται ειδικά με σκοπό τη στέγαση των αιτούντων άσυλο και των συνοδευόντων μελών της οικογενείας τους κατά τη διάρκεια της εξέτασης της αίτησης που έχουν υποβάλει στο πλαίσιο διαδικασίας που οδηγεί στη λήψη απόφασης για το κατά πόσο έχουν το δικαίωμα να εισέλθουν νομίμως στο έδαφος ενός κράτους μέλους. Το ίδιο ισχύει για τα κέντρα φιλοξενίας από τα οποία οι αιτούντες άσυλο και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογενείας τους δεν έχουν, καταρχήν, το δικαίωμα να εξέλθουν. Άρθρο 3 Αυτό το άρθρο αφορά το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. 1) Με τη χρήση του όρου "υπήκοοι τρίτων χωρών και απάτριδες" αντί του όρου "πρόσωπα" η παράγραφος αυτή καθιστά σαφές ότι οι διατάξεις της οδηγίας ισχύουν μόνο για τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους απάτριδες και όχι για τους κοινοτικούς υπηκόους. Για αυτούς τους τελευταίους ισχύουν οι συνήθεις συναφείς διατάξεις σχετικά με την πρόνοια και την ελευθερία κυκλοφορίας των κοινοτικών υπηκόων. Δυνάμει της παραγράφου αυτής, οι διατάξεις της οδηγίας εφαρμόζονται επίσης όταν λαμβάνονται αποφάσεις όσον αφορά το παραδεκτό ή/και την ουσία μιας αίτησης ασύλου στο πλαίσιο διαδικασίας που οδηγεί στη λήψη απόφασης για το κατά πόσο ένας αιτών έχει το δικαίωμα να εισέλθει νομίμως στο έδαφος ενός κράτους μέλους. Επομένως, η παρούσα πρόταση καλύπτει πλήρως τις συνθήκες υποδοχής των υπηκόων τρίτων χωρών και των απάτριδων για τους οποίους διεξάγεται κάποια από τις καλούμενες «συνοριακές» διαδικασίες. 2) Η οδηγία δεν ισχύει για τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους απάτριδες που υποβάλλουν αίτηση για τη χορήγηση διπλωματικού ή εδαφικού ασύλου στις αντιπρο- 8

σωπίες των κρατών μελών. Ούτε η χορήγηση διπλωματικού ασύλου (συνήθως στη χώρα καταγωγής του αιτούντος) ούτε η (προκαταρκτική) εξέταση του εδαφικού ασύλου (συνήθως σε τρίτη χώρα), όταν η σχετική αίτηση έχει υποβληθεί σε αντιπροσωπία στα κράτη μέλη, σημαίνει ότι οι αιτούντες απολαύουν των ελάχιστων απαιτήσεων που ισχύουν για την υποδοχή στην περίπτωση των αιτήσεων χορήγησης ασύλου που υποβάλλονται στα σύνορα ή στο έδαφος των κρατών μελών. 3) Βάσει της παραγράφου αυτής, τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να εφαρμόζουν την οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής των υπηκόων τρίτων χωρών και των απάτριδων που υποβάλλουν αίτηση για την παροχή μορφών προστασίας μη υπαγόμενων στη σύμβαση της Γενεύης. Από τις συζητήσεις που διεξήχθησαν κατά το παρελθόν σε διάφορα επίπεδα στο πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της μελλοντικής κοινοτικής πράξης κατέστη σαφές ότι υπήρχαν διαφορετικές εναλλακτικές δυνατότητες. Η παρούσα πρόταση εισηγείται την επιλογή της εναλλακτικής δυνατότητας βάσει της οποίας η απόφαση για το κατά πόσον η κοινοτική πράξη θα ισχύει και για τις άλλες μορφές προστασίας πρέπει να αφεθεί εξ ολοκλήρου στη διακριτική ευχέρεια κάθε κράτους μέλους. Η ρύθμιση αυτή είναι πλησιέστερη στις βουλήσεις της συνθήκης του Άμστερνταμ και στην αρχή της σταδιακής θεσμοθέτησης ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, για το οποίο γίνεται λόγος στα Συμπεράσματα του Τάμπερε. Πέραν αυτού, συνάδει με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα. Εν πάση περιπτώσει, το τεκμήριο που προβλέπεται στο άρθρο 2 στοιχείο (β) της παρούσας πρότασης επιτρέπει την όσο το δυνατόν ευρύτερη εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Άρθρο 4 Η παρούσα πρόταση οδηγίας επικεντρώνεται μόνο στις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο. Οι συναφείς διατάξεις της συνθήκης του Άμστερναμ δεν πρέπει να ερμηνευθούν κατά τρόπο που θα σήμαινε ότι τα κράτη μέλη δεν δύνανται να παρέχουν συνθήκες υποδοχής καλύτερες από τις ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν συμφωνηθεί στον συγκεκριμένο τομέα (είτε γενικά είτε για συγκεκριμένες κατηγορίες, όπως είναι ενδεχομένως οι αιτούντες οι οποίοι είναι συγγενείς υπηκόων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Αντιστοίχως, το υπόψη άρθρο ορίζει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν στους αιτούντες άσυλο ευνοϊκότερες συνθήκες, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές συμβιβάζονται με τις ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Κεφάλαιο ΙΙ: Γενικές διατάξεις για τις συνθήκες υποδοχής Άρθρο 5 Το άρθρο αυτό αναφέρεται στις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στους αιτούντες άσυλο. 1) Η συγκεκριμένη παράγραφος, ευθυγραμμιζόμενη με τα συμπεράσματα που το Συμβούλιο ενέκρινε στις 30 Νοεμβρίου και την 1η Δεκεμβρίου, αναφέρεται στις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στους αιτούντες άσυλο σχετικά με τα δικαιώματα και τα ευεργετήματα που μπορούν να αξιώσουν, αλλά και για τις υποχρεώσεις στις ο- ποίες υπόκεινται. Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί σαφής προθεσμία μετά από την οποία ισχύει η υποχρέωση ενημέρωσης. Ως δίκαιη προθεσμία κρίνεται η χρονική στιγμή της υποβολής της αίτησης ασύλου. Η υποχρέωση ενημέρωσης αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορούν οι αιτούντες άσυλο να αξιώνουν ό,τι δικαιούνται αλλά και να τηρούν τα καθήκοντα με τα οποία τους ζητείται να συμμορφωθούν. Οι αιτούντες πρέπει επίσης να ενημερώνονται για τις οργανώσεις ή τα πρόσωπα που παρέχουν ειδική νομική συνδρομή και για τις οργανώσεις που θα μπορούσαν ενδεχομένως να τους βοηθήσουν σε σχέση με τις προβλεπόμενες συνθήκες υποδοχής, και τούτο επειδή οι οργανώ- 9

σεις αυτές ενίοτε παίζουν καταλυτικό ρόλο για την εξασφάλιση της πρακτικής πρόσβασης των αιτούντων άσυλο σε νομική συνδρομή και σε συνθήκες υποδοχής. Υπό την έννοια αυτή, η συγκεκριμένη παράγραφος αποτελεί αναγκαίο συμπλήρωμα του άρθρου 9 παράγραφος 1 της πρότασης οδηγίας για τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα («Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν σε όλους τους αιτούντες άσυλο τη δυνατότητα να έρχονται σε επαφή κατά τρόπο αποτελεσματικό με οργανώσεις ή πρόσωπα που παρέχουν νομική συνδρομή σε όλα τα στάδια τη διαδικασίας»). Τέλος, η υπόψη παράγραφος επιτάσσει ρητώς την ενημέρωση των αιτούντων άσυλο σχετικά με την ύπαρξη οργανώσεων που θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν να λύσουν προβλήματα σχετιζόμενα με την ουσιαστική πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη. 2) Κατά τα προβλεπόμενα στην οδηγία για τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα, ακόμη και όταν κάποιος έχει υποβάλει αίτηση εξ ονόματος και των μελών της οικογενείας του που τον συνοδεύουν, ο κάθε ενήλικας από τα εν λόγω μέλη της οικογενείας πρέπει να ενημερωθεί κατ' ιδίαν σχετικά με το δικαίωμα υποβολής αυτοτελούς αίτησης χορήγησης ασύλου. 3) Η ανάγκη να παρέχονται στους αιτούντες ομοειδείς πληροφορίες σε όποιο μέρος και αν έχει υποβληθεί η σχετική αίτηση ασύλου και η ανάγκη να μπορούν οι αιτούντες να φυλάξουν τις πληροφορίες αυτές υποδηλώνει ότι οι παρεχόμενες πληροφορίες πρέπει να είναι γραπτές, να είναι κατανοητές ακόμη και από πρόσωπα τα οποία συνήθως δεν διαθέτουν νομικές γνώσεις και, στο μέτρο του δυνατού, σε γλώσσα κατανοητή στους αιτούντες άσυλο (εφόσον δεν είναι δυνατή η παροχή γραπτών πληροφοριών σε όλες τις υπάρχουσες γλώσσες). 4) Τα μαθήματα γλώσσας βοηθούν τους αιτούντες άσυλο να κατανοήσουν την κοινωνία που τους φιλοξενεί. Τα προγράμματα οικειοθελούς επαναπατρισμού μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην επίλυση μερικών από τα προβλήματα που συνδέονται με την επιστροφή στη χώρα καταγωγής προσώπων των οποίων έχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου. Για τον λόγο αυτό, κρίνεται σκόπιμο να ενημερώνονται οι αιτούντες για την ύπαρξη των σχετικών δυνατοτήτων που ενδεχομένως τους παρέχονται. Άρθρο 6 Το υπόψη άρθρο ικανοποιεί τις επιταγές των συμπερασμάτων του Συμβουλίου σχετικά με τα επίσημα έγγραφα που πρέπει να χορηγούνται στους αιτούντες άσυλο. 1) Σύμφωνα με την παράγραφο αυτή τα κράτη μέλη οφείλουν να χορηγούν στους αιτούντες και σε καθένα από τα ενήλικα μέλη της οικογενείας τους που τους συνοδεύουν επίσημο έγγραφο το οποίο να πιστοποιεί ότι πράγματι έχουν την ιδιότητα του αιτούντος άσυλο ή του ενήλικου μέλους της οικογενείας που συνοδεύει έναν αιτούντα άσυλο, αντιστοίχως. Στα συμπεράσματα του Συμβουλίου γίνεται αναφορά σε «οποιοδήποτε άλλο είδος αποδεικτικού στοιχείου», αλλά κρίθηκε ότι η έκφραση αυτή δεν είναι αρκούντως τεχνική για να συμπεριληφθεί στο κείμενο. Οι αιτούντες άσυλο στα κράτη μέλη ενδέχεται να έχουν το δικαίωμα να παραμείνουν στο αντίστοιχο έδαφος χωρίς να απολαύουν ελευθερίας κυκλοφορίας στο έδαφος αυτό, αλλά η παραχώρηση ελευθερίας κυκλοφορίας είναι δυνατή. Αντιστοίχως, στην τελευταία αυτή περίπτωση, τα κράτη μέλη οφείλουν να φροντίζουν ώστε το προαναφερθέν έγγραφο να πιστοποιεί ότι ο κάτοχός του βρίσκεται νομίμως στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση. Τέλος, το εν λόγω έγγραφο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί επίσης προκειμένου να απλουστευθεί η κατάσταση των αιτούντων και των μελών της οικογενείας τους που τους συνοδεύουν που χρειάζονται ιατρική περίθαλψη ή στους οποίους έχει αναγνωρισθεί το δικαίωμα προς εργασία, με την πιστοποίηση των ειδικών δικαιωμάτων που τους αναγνωρίζονται στους συγκεκριμένους τομείς. 10

2) Η παράγραφος αυτή ορίζει ότι το έγγραφο που προβλέπεται στην παράγραφο 1 πρέπει να χορηγείται και στους μη συνοδευόμενους ανηλίκους. 3) Η παράγραφος αυτή αναφέρεται στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι αιτούντες πρέπει να διαθέτουν τα έγγραφα για τα οποία γίνεται λόγος στις προηγούμενες παραγράφους. Το χρονικό αυτό διάστημα πρέπει να συμπίπτει με το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι αιτούντες έχουν το δικαίωμα να παραμείνουν στην εκάστοτε χώρα. 4) Βάσει της παραγράφου αυτής, επιτρέπεται παρέκκλιση από τις διατάξεις του άρθρου στην περίπτωση των διαδικασιών που διεξάγονται στα σύνορα και στους αερολιμένες. Οι διαδικασίες αυτές είναι συνήθως ταχύτατες και, όσο βρίσκονται σε εξέλιξη, θεωρείται συνήθως ότι οι αιτούντες δεν βρίσκονται στο έδαφος του κράτους μέλους που εξετάζει την εκάστοτε αίτηση εισόδου στη χώρα. 5) Ο κανόνας αυτός θα μπορούσε να βοηθήσει τα κράτη μέλη να επιλύσουν ένα πρακτικό πρόβλημα. Κατά κανόνα, οι αιτούντες άσυλο δεν απολαύουν ελευθερίας κυκλοφορίας μεταξύ κρατών μελών. Παρόλα αυτά, ενδέχεται να προκύψει ανάγκη για τη χορήγηση ταξιδιωτικού εγγράφου σε έναν αιτούντα άσυλο όταν συντρέχουν σοβαροί ανθρωπιστικοί λόγοι οι οποίοι υπαγορεύουν την παρουσία του προσώπου αυτού σε ένα άλλο κράτος μέλος. Άρθρο 7 1) Το ζήτημα της ελευθερίας κυκλοφορίας απεδείχθη ένα από τα πλέον δύσκολα για επίτευξη συμφωνίας κατά τις διαβουλεύσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Συμβούλιο σχετικά με τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο. Στα συμπεράσματα που το Συμβούλιο ενέκρινε κατά τη συνεδρίασή του της 30ής Νοεμβρίου και 1ης Δεκεμβρίου 2000 εγκρίνεται μεν η αρχή της ελευθερίας κυκλοφορίας εντός του εδάφους του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση, αλλά αφήνονται ορισμένα περιθώρια διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά τα όρια της εν λόγω ελευθερίας κυκλοφορίας. Στην πρώτη παράγραφο του υπό εξέταση άρθρου αναγνωρίζεται η αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των αιτούντων άσυλο και των συνοδευόντων μελών της οικογενείας τους στο εθνικό έδαφος ενός κράτος μέλους ή σε περιορισμένο τμήμα του εδάφους αυτού και ορίζεται ότι η ελευθερία αυτή παρέχεται υπό τους περιορισμούς που προβλέπονται στις επόμενες παραγράφους. 2) Η δεύτερη παράγραφος ορίζει ότι απαγορεύεται η κράτηση των αιτούντων ά- συλο μόνο και μόνο επειδή έχουν την ιδιότητα του αιτούντος. Η διάταξη αυτή αποτελεί λογικό επακόλουθο της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας και συγχρόνως αντιστοιχεί κατά τρόπο συνεκτικό στη σχετική διάταξη της πρότασης οδηγίας για τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα. 3) Με την παράγραφο αυτή παρέχεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα να αποφασίζουν ότι οι αιτούντες άσυλο και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογενείας τους υποχρεούνται να ζουν σε περιορισμένο τμήμα του εθνικού τους εδάφους (το τμήμα του εθνικού εδάφους εντός του οποίου είναι υποχρεωμένοι να ζουν οι αιτούντες δεν πρέπει να είναι τόσο μικρό ώστε ο περιορισμός να ισοδυναμεί με συνθήκες κράτησης). Κρίθηκε ότι οι περιορισμοί της ελευθερίας κυκλοφορίας οι οποίοι δεν είναι τόσο αυστηροί ώστε να α- ναιρούν την ουσία του συγκεκριμένου δικαιώματος (συνθήκες κράτησης) πρέπει να ε- πιτρέπονται στο βαθμό που είναι αναγκαίοι για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή για λόγους ταχείας διεκπεραίωσης των αιτήσεων χορήγησης ασύλου. Εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποδείξουν ότι ο εκάστοτε περιορισμός είναι αναγκαίος για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή για την ταχεία διεκπεραίωση των αιτήσεων χορήγησης α- σύλου. Οι σχετικοί περιορισμοί στην ελευθερία κυκλοφορίας των αιτούντων άσυλο συνάδουν με την ερμηνεία του πρωτοκόλλου αριθ. 4 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου σύμφωνα με τη νομολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Εν πάση περιπτώσει, οι περιορισμοί στην άσκηση της ε- 11

λευθερίας κυκλοφορίας επηρεάζουν την ποιότητα ζωής των αιτούντων άσυλο. για τον λόγο αυτό πρέπει στο μέτρο του δυνατού να θεσπίζονται μέτρα τα οποία να υποκαθιστούν τους σχετικούς περιορισμούς (π.χ. υποχρέωση καθημερινής δήλωσης παρουσίας στο οικείο κέντρο φιλοξενίας). 4) Ως ασφαλιστική δικλίδα για τους περιορισμούς που προβλέπονται στην παράγραφο 3 πρέπει να καθιερωθεί πρόβλεψη για τη δυνατότητα παρεκκλίσεων όταν συντρέχουν σοβαροί λόγοι. Κάθε απόφαση σχετικά με αίτηση χορήγησης προσωρινής ά- δειας αναχώρησης πρέπει να λαμβάνεται σε ατομική βάση και να είναι αντικειμενική και αμερόληπτη. Οι αρνητικές αποφάσεις πρέπει να αιτιολογούνται, ώστε να είναι δυνατή η όσο το δυνατόν αρτιότερη επανεξέτασή τους. 5) Κατά τα προβλεπόμενα στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (άρθρο 47) και κατ' αντιστοιχία προς τη νομολογία του Δικαστηρίου, η παράγραφος αυτή διασφαλίζει τα όρια που θεσπίστηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 3 και τη δυνατότητα επανεξέτασης των αρνητικών αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει της παραγράφου 4. Η επανεξέταση γίνεται από δικαστήριο (π.χ. από διοικητικό δικαστήριο, όπως είναι το Conseil d'etat στη Γαλλία), τουλάχιστον στον τελευταίο βαθμό. 6) Οι αιτούντες που είναι ελεύθεροι να επιλέξουν τον τόπο διαμονής τους μπορεί να είναι υποχρεωμένοι να γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές την τρέχουσα διεύθυνσή τους καθώς και κάθε μεταβολή διεύθυνσης. Άρθρο 8 Με βάση τα συμπεράσματα περί των συνθηκών υποδοχής που το Συμβούλιο ενέκρινε κατά τη συνεδρίασή του της 30ής Νοεμβρίου και 1ης Δεκεμβρίου 2000, «το κράτος υποδοχής οφείλει να λαμβάνει μέριμνα ώστε οι αρμόδιες αρχές υποδοχής είτε να παρέχουν φιλοξενία (στην οποία περιλαμβάνονται η στέγαση, η διατροφή και οι βασικές καθημερινές δαπάνες), είτε να καταβάλλουν χρηματικό βοήθημα, προσαυξημένο στις περιπτώσεις που είναι αναγκαίο ανάλογα με τη σύνθεση της οικογενείας». Το υπόψη άρθρο ανταποκρίνεται στον προβληματισμό που αναπτύσσεται στα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα και παραπέμπει στο κεφάλαιο ΙΙΙ, όπου προβλέπονται οι συναφείς κανονιστικές ρυθμίσεις. Άρθρο 9 Το άρθρο αυτό σχετίζεται με το ζήτημα της ενότητας των οικογενειών, με γνώμονα το συμπέρασμα του Συμβουλίου σχετικά με το ίδιο αυτό ζήτημα. Εξαρτάται από την επιθυμία του αιτούντος να παραμείνει μαζί με την οικογένειά του (π.χ. μέσω πράξεων αναζήτησης, που εν ανάγκη μπορούν να περιορίζονται στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής). Σκοπός της συγκεκριμένης διάταξης είναι η επίλυση των προβλημάτων που προκαλούνται όταν μέλη της ιδίας οικογενείας φθάνουν στη χώρα υποδοχής ταυτοχρόνως ή σε διαφορετικές χρονικές στιγμές (εάν υποτεθεί ότι η διαδικασία χορήγησης α- σύλου βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη για όλους τους αιτούντες) και για ποικίλους λόγους φιλοξενούνται σε διαφορετικούς τόπους. Άρθρο 10 Το άρθρο αυτό αναφέρεται στο θέμα της ιατρικής περίθαλψης. Ανταποκρίνεται στον προβληματισμό που αναπτύσσεται στα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα («Πρέπει να διασφαλίζεται η πρόσβαση των αιτούντων άσυλο σε κατάλληλη ιατρική περίθαλψη με σκοπό την κάλυψη των άμεσων αναγκών τους») και παραπέμπει στο κεφάλαιο ΙV, όπου προβλέπονται οι συναφείς κανονιστικές ρυθμίσεις. Άρθρο 11 Το άρθρο αυτό αναφέρεται στις ιατρικές εξετάσεις στις οποίες καλούνται να υποβληθούν οι αιτούντες άσυλο. Πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι αρμόδιοι φορείς που διε- 12

νεργούν τις ιατρικές εξετάσεις εφαρμόζουν μεθόδους ασφαλείς και μη προσβάλλουσες την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η Επιτροπή συμφωνεί με την άποψη που εξέφρασαν μερικές από τις ερωτηθείσες μη κυβερνητικές οργανώσεις σύμφωνα με την οποία πρέπει να διενεργείται εξέταση για την ανίχνευση τουλάχιστον της φυματίωσης, η οποία είναι μία από τις συνηθέστερες μεταδοτικές ασθένειες οι οποίες ανιχνεύονται σε υπηκόους τρίτων χωρών που φθάνουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Άρθρο 12 1) Η παράγραφος αυτή αναφέρεται στην παροχή σχολικής εκπαίδευσης και μόρφωσης στα ανήλικα τέκνα των αιτούντων άσυλο καθώς και στους ανήλικους αιτούντες. Η δυνατότητα της σχολικής εκπαίδευσης των ανηλίκων είναι μία από τις συνθήκες υποδοχής που χρήζουν εναρμόνισης στα κράτη μέλη. Γίνεται αναφορά στην έννοια των «ανηλίκων» χωρίς ρητή αναφορά στην έννοια της «σχολικής ηλικίας», και τούτο επειδή η ηλικία αυτή διαφέρει από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, ενώ και η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού δεν αναγορεύει την ηλικία σε κριτήριο για την παροχή σχολικής εκπαίδευσης στους ανηλίκους. Καταρχήν, πρέπει να παραχωρείται στους ανήλικους ελεύθερη πρόσβαση τουλάχιστον στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα (επιτρέπεται ο αποκλεισμός του ιδιωτικού τομέα) μέχρι τη στιγμή κατά την οποία επιτρέπεται η εκτέλεση διαταγής απέλασης. Σκοπός της αναφοράς στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα είναι η παραχώρηση της δυνατότητας αποκλεισμού των ιδιωτικών σχολείων από το περιεχόμενο της συγκεκριμένης υποχρέωσης. Η διάταξη προβλέπει έναν από τους κανόνες που υποδηλώνουν την ιδιαίτερη μέριμνα για τους ανηλίκους η οποία χαρακτηρίζει το σύνολο της πρότασης. Αφ' ης στιγμής το ανήλικο αγόρι ή κορίτσι έχει αρχίσει να πηγαίνει στο σχολείο, πρέπει να του παρέχεται η δυνατότητα να το συνεχίσει όσο υπάρχει δυνατότητα, δηλαδή μέχρι τη στιγμή που η συνέχιση της μαθητείας θα καταστεί αδύνατη λόγω της εφαρμογής μέτρων για την εκτέλεση διαταγής α- πέλασης. Η παράγραφος αυτή καθιστά δυνατή τη συνέχιση της παροχής εκπαίδευσης σε ένα παιδί που φθάνει τα 18 έτη οσάκις το ίδιο δικαίωμα αναγνωρίζεται στους υπόλοιπους (ημεδαπούς) μαθητές. 2) Η παράγραφος αυτή ορίζει ότι η παροχή πρόσβασης στη σχολική εκπαίδευση επιτρέπεται να καθυστερήσει για 65 το πολύ εργάσιμες ημέρες για λόγους οι οποίοι σχετίζονται με την πολιτική διασκορπισμού που εφαρμόζουν μερικά κράτη μέλη ή με το στάδιο στο οποίο βρίσκεται το σχολικό έτος τη στιγμή κατά την οποία η οδηγία καθίσταται εφαρμοστέα ως προς τον εκάστοτε ανήλικο. 3) Σκοπός της παραγράφου αυτής είναι να διασφαλισθεί, το νωρίτερο δυνατό, η παροχή εκπαίδευσης σε παιδιά σε περίπτωση που ο ανήλικος δεν μπορεί να πάει στο κανονικό σχολείο λόγω του ότι δεν γνωρίζει τη γλώσσα της χώρας υποδοχής. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να παρέχεται στον ανήλικο η δυνατότητα να παρακολουθήσει μαθήματα γλώσσας. Οι γονείς ή οι κηδεμόνες των ανηλίκων πρέπει να ενημερώνονται για τη σπουδαιότητα που η εκμάθηση της γλώσσας ή των γλωσσών της χώρας υποδοχής έχει και για τους ανήλικους. Άρθρο 13 Το άρθρο αυτό αναφέρεται στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Η παραχώρηση πλήρους διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά την παροχή ή μη του δικαιώματος προς εργασία δεν θα συνέβαλε στην ομοιογένεια των εθνικών συστημάτων και θα αντιστρατευόταν τόσο τους γενικούς στόχους της παρούσας πρότασης, όσο και το συμπέρασμα περί συνθηκών υποδοχής που το Συμβούλιο ενέκρινε στις 30 Νοεμβρίου και την 1η Δεκεμβρίου 2000. Το υπόψη άρθρο αξιολογείται ως μία εύλογη μέση λύση, η οποία ικανοποιεί το πρόσταγμα του Συμβουλίου (επίτευξη ενός βαθμού εναρμόνισης στο συγκεκριμένο θέμα), αλλά συγχρόνως καλύπτει την ανάγκη των αιτούντων άσυλο και των μελών της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν να διάγουν έναν ομαλό βίο, χωρίς 13

να επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να παρέχουν το δικαίωμα προς εργασία. Επομένως, τα κράτη μέλη διατηρούν τον πλήρη έλεγχο επί της εγχώριας αγοράς εργασίας, διότι είναι ελεύθερα να αποφασίζουν για τα είδη εργασίας για τα οποία δικαιούνται να εκδηλώσουν ενδιαφέρον οι αιτούντες άσυλο, για το πόσο χρόνο σε μηνιαία ή ετήσια βάση δικαιούνται να εργάζονται οι αιτούντες άσυλο, για τα προσόντα που οφείλουν να διαθέτουν, κ.ο.κ.. Για το συγκεκριμένο θέμα, ο καθοριστικός παράγοντας είναι η διάρκεια της διαδικασίας. ως εκ τούτου δεν γίνεται διάκριση, στο πλαίσιο της διαδικασίας περί του παραδεκτού, μεταξύ των περιπτώσεων που εμπίπτουν στη σύμβαση του Δουβλίνου και των υπολοίπων περιπτώσεων. Το σκεπτικό στο οποίο βασίζεται ο συγκεκριμένος κανόνας δεν μεταβάλλεται ανάλογα με τα συγκεκριμένα αίτια που επηρεάζουν τη διάρκεια της διαδικασίας, εφόσον η διάρκεια αυτή δεν μπορεί να συσχετισθεί άμεσα με τη βούληση του αιτούντος άσυλο. Τέλος, το άρθρο συμπλέει με τη λύση που προκρίνεται στο άρθρο 15 παράγραφος 4,όπου ουσιαστικά παρέχεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα να παραχωρούν το δικαίωμα προς εργασία στους αιτούντες άσυλο αφ' ης στιγμής ενδεχομένως κρίνουν ότι κάτι τέτοιο είναι σκόπιμο. 1) Η ελάχιστη απαίτηση την οποία προτείνει η Επιτροπή είναι ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν κανόνες οι οποίοι να μην αποκλείουν την πρόσβαση των αιτούντων άσυλο και των μελών της οικογενείας τους που τους συνοδεύουν στην αγορά εργασίας, και τούτο έξι μήνες μετά την υποβολή της αίτησής τους. 2) Αφ' ης στιγμής τα κράτη μέλη έχουν παραχωρήσει πρόσβαση στην αγορά εργασίας, δεν πρέπει να την ανακαλούν μόνο και μόνο επειδή εκκρεμεί η εκδίκαση έφεσης με ανασταλτικό αποτέλεσμα. Η αποφυγή της διακοπής της επαγγελματικής δραστηριότητας οσάκις οι αιτούντες έχουν το δικαίωμα να παραμείνουν στη χώρα μέχρι να εκδοθεί η απόφαση επί της έφεσης που έχουν ασκήσει αποτελεί μία εύλογη απάντηση η οποία καλύπτει τις ανάγκες των αιτούντων, αλλά ταυτόχρονα εξυπηρετεί το συμφέρον των κρατών μελών (οι αιτούντες ενδέχεται να περιέλθουν σε κατάσταση ανέχειας ή να καταλήξουν να εργάζονται παρανόμως). 3) Τα κράτη μέλη δύνανται να παρεκκλίνουν από την παράγραφο 1 όταν διαπιστώνεται ότι ο αιτών εκδηλώνει αρνητική συμπεριφορά (π.χ. κρύβεται για ορισμένο χρονικό διάστημα), κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 22. Αντιστοίχως, η άσκηση έφεσης κατά αρνητικής απόφασης ουδέποτε είναι δυνατό να θεωρηθεί ως αρνητική συμπεριφορά. Άρθρο 14 Το άρθρο αυτό αναφέρεται στο θέμα της επαγγελματικής κατάρτισης και στηρίζεται σε σκεπτικό ίδιο με αυτό που έχει αναπτυχθεί σε σχέση με το άρθρο 13. 1) Η παράγραφος αυτή στηρίζεται σε σκεπτικό ίδιο με αυτό που έχει αναπτυχθεί σε σχέση με το θέμα της πρόσβασης στην αγορά εργασίας βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 1. Επιπροσθέτως, είναι χρήσιμο να αναφερθεί ότι η κοινοτική «Πρωτοβουλία για την ισότητα», η οποία αποσκοπεί στην εξάλειψη διαφόρων μορφών διακριτικής μεταχείρισης στην αγορά εργασίας, περιλαμβάνει ρητή αναφορά στους αιτούντες άσυλο. Η επαγγελματική κατάρτιση ενδέχεται να περιλαμβάνει δραστηριότητες οι οποίες επιτρέπουν στους αιτούντες να διατηρήσουν τις δεξιότητές τους. 2) Η παράγραφος αυτή στηρίζεται σε σκεπτικό ίδιο με αυτό που έχει αναπτυχθεί σε σχέση με το άρθρο 13 παράγραφος 2. 3) Η παράγραφος αυτή στηρίζεται σε σκεπτικό ίδιο με αυτό που έχει αναπτυχθεί σε σχέση με το άρθρο 13 παράγραφος 3. 14