ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΑΩΤΗ-ΑΓΟΡΑΣΤΗ ΑΠΟ ΕΑΑΤΤΩΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ. ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ»

Σχετικά έγγραφα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. V. Η εμπιστοσύνη ως αυτόνομο θεμέλιο ευθύνης του παραγωγού 17

Αστική Ευθύνη Προϊόντων Ελίνα Παπασπυροπούλου HDI Global SE. Money Show 2016, Θεσσαλονίκη

849 Ν. 105(Ι)/95. Ε.Ε. Παρ. 1(1) Αρ. 3028,

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Η Προστασία του Αγοραστή-Καταναλωτή από Ελαττωματικά Προϊόντα. Ελληνική και Ευρωπαϊκή Νομοθεσία και Νομολογία.

ΚΟΙΝ: α) Γρ. κ. Υπουργού β) Γρ. κ. Υφυπουργού γ) Γρ. κας Γεν. Γραμματέως

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 6 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Π Ι Ν Α Κ Α Σ Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Ω Ν

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ 7 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Νομικά ζητήματα που ανακύπτουν από τη σχεδίαση προϊόντων τα οποία αποδεικνύονται ελαττωματικά ή/ και επικίνδυνα.

«ΑΠΟΚΟΠΕΣ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΦΟΡΕΣ ΛΟΓΩ ΧΡΕΟΥΣ ΠΑΡΟΧΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΛΟΓΩ ΧΡΕΟΥΣ & ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΜΑΤΟΣ ΠΕΛΑΤΗ- ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΕ ΜΕΤΡΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

PUBLIC ΤΟΣΥΜΒΟΥΛΙΟ 9755/98 LIMITE JUSTCIV59 ΣΗΜΕΙΩΜΑ. της Προεδρίας ΡΩΜΗΙ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ H ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΩΣ ΚΡΑΤΙΚΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών

Γ. ΠΕΡΙ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΠ ΑΡΙΘ. ΔΠΜ-Θ/ΠΚΑΣΤ/

ΤΕΥΧΟΣ ΣΤ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΔΕΕΔ- 22 ΣΥΜΒΑΣΗ :

ΤΕΥΧΟΣ Ε ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ. Παροχή Υπηρεσιών: Μελέτη, Επίβλεψη, Αδειοδότηση Δομικών Έργων σε Υ/Σ ΥΤ/ΜΤ αρμοδιότητας ΔΕΔΔΗΕ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Συντομογραφίες...15 Ελληνικές...15 Ξενόγλωσσες...18

Κύκλος Κοινωνικής Προστασίας ΠΟΡΙΣΜΑ

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΜΕΣΟΥ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΖΗΜΙΩΝ ΑΠΟ ΤΡΟΧΑΙΟ ΑΤΥΧΗΜΑ. Κεφάλαιο Α'

ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

2.3. Η σημασία της ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης για. τον ζημιούμενο Εκούσια και υποχρεωτική ασφάλιση της αστικής ευθύνης

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΔΠΚΕ/ΠΕΡΙΟΧΗ ΒΟΛΟΥ Α/

3.1. ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΑΤΑ ΠΑΝΤΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 10: Προστασία της προσωπικότητας και τύπος. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

ΤΕΥΧΟΣ ΣΤ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26/2004

Κάθε μέρα που μετακινούμαστε στο δρόμο, ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον μεγάλο κίνδυνο των ανασφάλιστων οχημάτων, τα οποία ολοένα και αυξάνονται.

Απόσυρση Ανάκληση Προϊόντων Τροφίμων Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής Τεχνολογίας Τροφίμων

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κλάδος Γενικής Αστικής Ευθύνης Αστική Ευθύνη Προϊόντων

«Βασικές Αρχές Ασφάλισης Ζημιών»

ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ (Αφορά Διακηρύξεις για σύναψη Συμβάσεων Παροχής Υπηρεσιών)

Ασφαλιστικά Προγράμματα Αστικής Ευθύνης

ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Παραβίαση της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων

Κάθε μέρα που μετακινούμαστε στο δρόμο, ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον μεγάλο κίνδυνο των ανασφάλιστων οχημάτων, τα οποία ολοένα και αυξάνονται.

ΘΕΜΑΤΑΕΤΑΙΡΙΚΗΣΝΟΜΙΚΗΣΕΥΘΥΝΗΣΚΑΙ Ο ΙΚΗΓΟΡΟΣ IN-HOUSE. Επιστηµονική Συνάντηση Πέµπτη, 25 Ιανουαρίου 2007 Αµφιθέατρο Γενναδίου Βιβλιοθήκης

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Πάνος Κορνηλάκης Καθηγητής του Αστικού Δικαίου στο Τμήμα Νομικής του ΑΠΘ

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/0276(COD) της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Του σωματείου με την επωνυμία «ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ» Άρθρο 1 Πεδίο Εφαρμογής

8741/16 GA/ag,alf DGG 2B

Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: 3) «αιτούν κράτος-μέλος»: το κράτος-μέλος από το έδαφος του οποίου έχει

Κλάδος Γενικής Αστικής Ευθύνης Προγράμματα Επαγγελματικής Αστικής Ευθύνης

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

Γενική Εισαγωγή αρ. 1. Η ανάγκη προστασίας του καταναλωτή Η ειδική νομοθεσία Σύντομη κριτική επισκόπηση 20-26

Η θέση του ετερόρρυθμου εταίρου μετά την ισχύ του Ν. 4072/2012

Οι 14 βασικές αλλαγές που γίνονται στο γεωργοασφαλιστικό σύστημα με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου είναι οι ακόλουθες:

Στην Αθήνα σήμερα την. μεταξύ των κάτωθι συμβαλλόμενων:

Η προστασία της φήμης στα εμπορικά σήματα. Χρήστος Χρυσάνθης

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΕφΠειρ 301/2001

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Λ. ΑΛΕΞΑΝ ΡΑΣ 144, ΑΘΗΝΑ / ΤΗΛ.: , , ΦΑΞ:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4129, 22/6/2007. Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινοτήτας με τίτλο-

Επεξηγήσεις - Αναλύσεις - Ειδικά ζητήματα- Παραδείγματα

βιβλίου. ββ ικηγόρος-επιστημονική συνεργάτης ΟΠΙ

Όροι χρήσης. 1. Εισαγωγή

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ Ε.Α.Ε.Ε. ΠΡΟΣ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΠΟΔΟΜΩΝ & ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΑΛΥΨΗ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΟΔΗΓΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ Ο Ν

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

«Απλοποίηση διαδικασιών σύστασης προσωπικών και κεφαλαιουχικών εταιριών και άλλες διατάξεις»

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Θεσσαλονίκη, ΔΗΜΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Αρ. πρωτ.: 3603 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΡΟΣ

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

14SYMV

Η ΣΧΕΣΗ ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΩΝ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΝ

Θέµα εργασίας: «Θεσµική εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων».υπόθεση Κλόντια Σίφερ.

ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

MUTUAL ASSURANCE BROKERS S.A. CORRESPONDENT AT LLOYD S OF LONDON

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ. Έγγραφο καθοδήγησης 1

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 14ης Μαιον 1991

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3758, 3/10/2003 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ (ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΡΙΤΟΥ) ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2000 ΚΑΙ 2003

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ Α) ΕΚΤΑΣΗ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ

Ασφάλιστρο είναι το χρηματικό ποσό που δίνει κάθε χρόνο ο ασφαλισμένος, για να εξασφαλίσει την κάλυψη που του παρέχει το ασφαλιστήριο συμβόλαιό του.

Δίκαιο των προσωπικών εταιρειών Δίκαιο των κεφαλαιουχικών εταιρειών

Περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας και δικαιώματα των θυμάτων

Περίληψη της εκτίµησης επιπτώσεων

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003 Ν.122(Ι)/2003 (25/07/2003) ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ Κ.Δ.Π. 571/2005 (16/12/2005)

Κατηγορίες Προσωπικών Δεδομένων Που Συλλέγουμε Και Επεξεργαζόμαστε

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

Αρμόδια : Δρ. Αθηνά Κοντογιάννη Αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή. Εισηγητής: Ανδρέας Μαντζουράνης. Αθήνα 12 Μαρτίου 2018 Αριθ. Πρωτ.

ΤΟΜΟΣ Δ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ ΜΑΡΤΙΟΣ 2018 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΥΛΗΣ : ΒΙΚΥ ΒΑΡΔΑ

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

EIOPA-17/651 4 Οκτωβρίου 2017

Ε.Ε. ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΛΗΘΗ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΟΙΚ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Τ.Α. ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝ. Δ/ΣΗΣ & Π/Υ. Αθήνα 12 Νοεμβρίου 2013

Η Ασφάλιση της Αστικής Ευθύνης Τροφίμων

Πίνακας Περιεχομένων

Transcript:

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ:ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΑΩΤΗ-ΑΓΟΡΑΣΤΗ ΑΠΟ ΕΑΑΤΤΩΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ. ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ» ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ:ΚΑΛΑΜΠΟΥΚΑ ΠΟΠΗ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ:ΡΙΤΣΑΚΗ ΔΕΣΠΟΙΝΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μεγάλη ανάπτυξη της τεχνολογίας, ιδιαίτερα στο τέλος του 20 αιώνα, έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολλοί κίνδυνοι για τον καταναλωτή. Ο καταναλωτής πρέπει να προστατευτεί από ορισμένες πρακτικές των παραγωγών. Το σύγχρονο δίκαιο δημιουργήθηκε έτσι ώστε να μην υπάρχουν αντιθέσεις στην οικονομία της αγοράς. Εξασφαλίζεται η προστασία του καταναλωτή από τυχόν ελαττωματικά προϊόντα αλλά και υπηρεσίες. Η υπερπροστασία όμως του καταναλωτή θα οδηγούσε σε ακραίες καταστάσεις. Έτσι κρίθηκε ότι η προστασία του καταναλωτή θα έπρεπε να μετεξελιχθεί σε πολιτική του καταναλοκή. Το αποτέλεσμα είναι ότι η σύγχρονη νομοθεσία κατευθύνεται προς την ενίσχυση της αυτοπροστασίας του καταναλωτή. Ο Έλληνας καταναλωτής προστατεύεται από την ελληνική νομοθεσία.(ν.2251/94 όπως τροποποιήθηκε από τον ν.3587/2007). Η Ελλάδα όμως ως χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης διέπεται και από την κοινοτική νομοθεσία. Τα εθνικά σύνορα πλέον δεν αποτελούν και οικονομικά σύνορα. Η ασφάλεια των τροφίμων και η προστασία του καταναλωτή είναι συνυφασμένα με την καθημερινότητα του ευρωπαίου πολίτη. Βασικός στόχος είναι η δημιουργία μιας Ευρώπης όπου όλοι οι πολίτες θα μπορούν να απολαμβάνουν εξίσου όλα τα τρόφιμα και όλα τα προϊόντα, έχοντας τη βεβαιότητα φυσικά ότι είναι απολύτως ασφαλή. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την τελευταία διεύρυνση, της 1ης Ιανουαρίου 2007, αριθμεί πάνω από 495 εκατομμύρια καταναλωτές, σύμφωνα με τις τελευταίες δημογραφικές προβλέψεις της Ευιοδΐώ. Τα κράτη μέλη έχουν χαράξει πολιτικές με στόχο την υπεράσπιση των ειδικών συμφερόντων των καταναλωτών, των οποίων ο οικονομικός και πολιτικός ρόλος είναι πρωταρχικός στην κοινωνία. Αναγνωρίζοντάς τους έναν ορισμένο αριθμό θεμελιωδών δικαιωμάτων, τα κράτη εφαρμόζουν πολιτικές με σκοπό τη μείωση των ανισοτήτων, την καταπολέμηση των αθέμιτων πρακτικών, την προαγωγή της υγείας και της ασφάλειας και τη βελτίωση του επιπέδου της ζωής γενικότερα. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τη διασφάλιση αυτών των δικαιωμάτων αντανακλούν τις διαφορές στα συστήματα έννομης τάξης, στις κοινωνικοπολιτιστικές παραδόσεις και στα θεσμικά και πολιτικά πλαίσια. Ορισμένα κράτη ευνοούν μια κανονιστική προσέγγιση και βασίζονται σε μια ολοκληρωμένη διοικητική δομή για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αφορούν τους καταναλωτές. Άλλα κράτη έχουν υιοθετήσει μια περισσότερο ρεαλιστική προσέγγιση, προωθώντας την αυτορύθμιση, σε κάποιο βαθμό, των αγορών ή των κλάδων. Τέλος, εάν η νομοθεσία για τα τρόφιμα αποτέλεσε προτεραιότητα για ορισμένες κυβερνήσεις, άλλες προτίμησαν να επικεντρωθούν στις εμπορικές επωνυμίες ή στην παροχή αγαθών και υπηρεσιών. Η ύπαρξη αυτής της διαφοροποίησης κανονιστικών πλαισίων και δομών δικαιολογεί τη χάραξη μιας πολιτικής σε κοινοτικό επίπεδο, προκειμένου οι καταναλωτές να έχουν επαρκή εμπιστοσύνη για να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην ενιαία αγορά, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα ένα υψηλό επίπεδο προστασίας.

1.1 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ Ως παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής τελικού προϊόντος, πρώτης ύλης ή συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος βάζοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή άλλο διακριτικό του γνώρισμα. Η ρύθμιση αυτή έχει ως στόχο να προστατεύσει τον καταναλωτή από τα προϊόντα εκείνα που διοχετεύονται στην αγορά, συνήθως από μεγάλα καταστήματα με τα δικά τους διακριτικά γνωρίσματα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανίζονται ως παραγωγοί και να δημιουργούν στο καταναλωτικό κοινό τη δικαιολογημένη εντύπωση ότι είναι πραγματικοί κατασκευαστές, χωρίς ωστόσο να έχουν αναμειχθεί με οποιονδήποτε τρόπο στην παραγωγική διαδικασία. Ως παραγωγός του τελικού προϊόντος θεωρείται και εκείνος που απλώς συναρμολογεί σε ένα τελικό προϊόν κομμάτια που άλλοι έχουν κατασκευάσει και τα οποία είναι ελαττωματικά. Ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του. Ο νόμος αυτός για την ευθύνη του παραγωγού ελαττωματικών προϊόντων, δεν αποκλείει τα δικαιώματα που μπορεί να έχει ο ζημιωθείς με βάση τις διατάξεις περί ενδοσυμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης του κοινού δικαίου. Η ένταξη της ευθύνης του παραγωγού στο αδικοπρακτικό δίκαιο προϋποθέτει υπαίτια παραβίαση εκ μέρους του παραγωγού υποχρέωσης πρόνοιας ή ασφάλειας, από την οποία προέκυψε το ελάττωμα του πράγματος που προκάλεσε τη ζημιογόνο προσβολή έννομου αγαθού. Ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται στο ελάττωμα του προϊόντος και στη ζημία περιλαμβάνεται η ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης, καθώς και η βλάβη ή καταστροφή κάθε περιουσιακού στοιχείου, εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν. Δηλαδή πρέπει να πρόκειται για ζημία που προκλήθηκε σε άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από το ελαττωματικό προϊόν εφόσον όμως αυτό κατά τη φύση του, προοριζόταν και πραγματικά χρησιμοποιήθηκε για προσωπική χρήση ή κατανάλωση. 1.2 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ Ως προμηθευτή ο νόμος εννοεί το πρόσωπο που διαθέτει το προϊόν προς πώληση, μίσθωση, χρηματοδοτική μίσθωση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή διανομής στο πλαίσιο της επαγγελματικής δραστηριότητας. Ο προμηθευτής ευθύνεται όπως ακριβώς ο πραγματικός παραγωγός εκτός αν ενημερώσει τον ζημιωθέντα για την ταυτότητα του παραγωγού ή του προσδιπου που του προμήθευσε το προϊόν. Η ευθύνη του προμηθευτή είναι πρωτογενής, ευθύνεται λόγω παραβιάσεως της υποχρέωσής του να ενημερώνει τον καταναλωτή σχετικά με την ταυτότητα του παραγωγού. Ο χαρακτηρισμός της ευθύνης του προμηθευτή έχει σημασία για το λόγο ότι η καθυστέρηση ή η παράλειψη της ενημέρωσης του καταναλωτή προς το πρόσωπο του παραγωγού καθιστά τον προμηθευτή υπεύθυνο για τη ζημία που βαρύνει τον παραγωγό και όχι μόνο για αυτήν που προκλήθηκε λόγω παράλειψης ή καθυστερημένης ενημέρωσης. Επίσης ο προμηθευτής μπορεί να απαλλαγεί από την ευθύνη όποις ο παραγωγός. Γ.Καράκωστας, προστασία καταναλωτών από ελαττωματικά προϊόντα, σελ.202-204

1.1 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ Ως παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής τελικού προϊόντος, πρώτης ύλης ή συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος βάζοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή άλλο διακριτικό του γνώρισμα. Η ρύθμιση αυτή έχει ως στόχο να προστατεύσει τον καταναλωτή από τα προϊόντα εκείνα που διοχετεύονται στην αγορά, συνήθως από μεγάλα καταστήματα με τα δικά τους διακριτικά γνωρίσματα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανίζονται ως παραγωγοί και να δημιουργούν στο καταναλωτικό κοινό τη δικαιολογημένη εντύπωση ότι είναι πραγματικοί κατασκευαστές, χωρίς ωστόσο να έχουν αναμειχθεί με οποιονδήποτε τρόπο στην παραγωγική διαδικασία. Ως παραγωγός του τελικού προϊόντος θεωρείται και εκείνος που απλώς συναρμολογεί σε ένα τελικό προϊόν κομμάτια που άλλοι έχουν κατασκευάσει και τα οποία είναι ελαττωματικά. Ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του. Ο νόμος αυτός για την ευθύνη του παραγωγού ελαττωματικών προϊόντων, δεν αποκλείει τα δικαιώματα που μπορεί να έχει ο ζημιωθείς με βάση τις διατάξεις περί ενδοσυμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης του κοινού δικαίου. Η ένταξη της ευθύνης του παραγωγού στο αδικοπρακτικό δίκαιο προϋποθέτει υπαίτια παραβίαση εκ μέρους του παραγωγού υποχρέωσης πρόνοιας ή ασφάλειας, από την οποία προέκυψε το ελάττωμα του πράγματος που προκάλεσε τη ζημιογόνο προσβολή έννομου αγαθού. Ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται στο ελάττωμα του προϊόντος και στη ζημία περιλαμβάνεται η ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης, καθώς και η βλάβη ή καταστροφή κάθε περιουσιακού στοιχείου, εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν. Δηλαδή πρέπει να πρόκειται για ζημία που προκλήθηκε σε άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από το ελαττωματικό προϊόν εφόσον όμως αυτό κατά τη φύση του, προοριζόταν και πραγματικά χρησιμοποιήθηκε για προσωπική χρήση ή κατανάλωση. 1.2 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ Ως προμηθευτή ο νόμος εννοεί το πρόσωπο που διαθέτει το προϊόν προς πώληση, μίσθοιση, χρηματοδοτική μίσθωση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή διανομής στο πλαίσιο της επαγγελματικής δραστηριότητας. Ο προμηθευτής ευθύνεται όπως ακριβώς ο πραγματικός παραγωγός εκτός αν ενημερώσει τον ζημιωθέντα για την ταυτότητα του παραγωγού ή του προσώπου που του προμήθευσε το προϊόν. Η ευθύνη του προμηθευτή είναι πρωτογενής, ευθύνεται λόγοι παραβιάσεως της υποχρέωσής του να ενημερώνει τον καταναλωτή σχετικά με την ταυτότητα του παραγωγού. Ο χαρακτηρισμός της ευθύνης του προμηθευτή έχει σημασία για το λόγο ότι η καθυστέρηση ή η παράλειψη της ενημέρωσης του καταναλωτή προς το πρόσωπο του παραγωγού καθιστά τον προμηθευτή υπεύθυνο για τη ζημία που βαρύνει τον παραγωγό και όχι μόνο για αυτήν που προκλήθηκε λόγω παράλειψης ή καθυστερημένης ενημέρωσης. Επίσης ο προμηθευτής μπορεί να απαλλαγεί από την ευθύνη όπως ο παραγωγός. Γ.Καράκωστας, προστασία καταναλωτών από ελαττωματικά προϊόντα, σελ.202-204

ο προμηθευτής εισαγόμενων προϊόντων από τρίτες χώρες στη Ε.Ε ευθύνεται αν η ταυτότητα του εισαγωγέως δεν αναγράφεται στο προϊόν. Για να απαλλαγεί δεν αρκεί να υποδείξει τον πραγματικό παραγωγό ή εκείνον που προμήθευσε το συγκεκριμένο προϊόν αλλά πρέπει να κατονομάσει τον εισαγωγέα. Αν ο προμηθευτής δεν καταστήσει γνωστή την ταυτότητα του παραγωγού, ο ζημιωθείς δεν μπορεί να τον εξαναγκάσει δικαστικά στην επίδειξη αυτής της συμπεριφοράς ούτε και να ζητήσει αποζημίωση για μη εκπλήρωση. Ο προμηθευτής οφείλει να προβεί σε ρητή επισήμανση προς τον καταναλωτή ασφαλισμένο κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης ότι η σύμβαση πρέπει να καταρτισθεί από προτεινόμενους όρους. Επίσης ο ασφαλιστής πρέπει να εξασφαλίσει στον ασφαλισμένο τη δυνατότητα να λάβει πραγματική γνώση περιεχομένου τους, ο δε ασφαλισμένος να λάβει γνώση αυτών. Αν ο προμηθευτής δεν καταστήσει γνωστή την ταυτότητα του παραγωγού, ο ζημιωθείς δεν μπορεί ούτε να τον εξαναγκάσει δικαστικά στην επίδειξη αυτής της συμπεριφοράς ούτε να ζητήσει αποζημίωση για μη εκπλήρωση, καθώς δεν είναι φορέας μιας ενδεχόμενης αξίωσης πληροφόρησης. Ο προμηθευτής υποχρεούται να αποκαταστήσει τη ζημία που προκάλεσε το ελαττωματικό προϊόν αφού θεωρείται παραγωγός. Ο προμηθευτής φέρει τον πλήρη κίνδυνο σχετικά με τις πηγές εντοπισμού και κατονομασίας του παραγωγού ώστε να ευθύνεται ακόμη και αν αυτές καταστραφούν από λόγους ανώτερης βίας. 1.3 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ Καταναλωτής είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για το οποίο προορίζονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προσφέρονται στην αγορά ή το οποίο κάνει χρήσΐ] τέτοιων προϊόντων ή υπηρεσιών εφόσον αποτελεί τον τελικό αποδέκτη τους. Ο ορισμός αυτός του καταναλωτή δεν καλύπτει μόνο εκείνο που ενεργεί συναλλαγές για την ικανοποίηση μη επαγγελματικών του αναγκών αλλά γενικότερα τον τελικό αποδέκτη αγαθών ή υπηρεσιών, επομένως και εκείνων που συναλλάσσεται για ικανοποίηση και επαγγελματικών του αναγκών, περιλαμβάνοντας μάλιστα όχι μόνο τα φυσικά αλλά και τα νομικά πρόσωπα τόσο ιδιωτικού όσο και δημόσιου δικαίου. Καταναλωτής είναι και ο αποδέκτης του διαφημιστικού μηνύματος. 1.4 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ Προϊόντα θεωρούνται τα κινητά πράγματα που ενσωματώθηκαν ως συστατικά σε άλλα πράγματα κινητά ή ακίνητα. Προϊόντα θεωρούνται επίσης οι φυσικές δυνάμεις κυρίως το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα, εφόσον υπόκεινται σε εξουσίαση όταν περιορίζονται σε ορισμένο χώρο. Πρόκειται για έναν ορισμό ο οποίος περιλαμβάνει από πρώτες ύλες μέχρι συστατικά μέρη αυτοκινήτων, μηχανημάτων κλπ. Από είδη οικιακής χρήσης, προσθετικά τροφίμων, φάρμακα και παιχνίδια μέχρι επικίνδυνες ουσίες. Οι φυσικές δυνάμεις, ιδιαίτερα το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα εφόσον υπόκεινται σε εξουσίαση, θεωρούνται και αυτά ως προϊόντα και επομένως επισύρουν την αντικειμενική ευθύνη του παραγωγού τους, διαφορετικά, ο άυλος χαρακτήρας των προϊόντων αυτών θα οδηγούσε στην εξαίρεσή τους από την έννοια του προϊόντος.

ο προμηθευτής εισαγόμενων προϊόντων από τρίτες χώρες στη Ε.Ε ευθύνεται αν η ταυτότητα του εισαγωγέως δεν αναγράφεται στο προϊόν. Για να απαλλαγεί δεν αρκεί να υποδείξει τον πραγματικό παραγωγό ή εκείνον που προμήθευσε το συγκεκριμένο προϊόν αλλά πρέπει να κατονομάσει τον εισαγωγέα. Αν ο προμηθευτής δεν καταστήσει γνωστή την ταυτότητα του παραγωγού, ο ζημιωθείς δεν μπορεί να τον εξαναγκάσει δικαστικά στην επίδειξη αυτής της συμπεριφοράς ούτε και να ζητήσει αποζημίωση για μη εκπλήρωση. Ο προμηθευτής οφείλει να προβεί σε ρητή επισήμανση προς τον καταναλωτή ασφαλισμένο κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης ότι η σύμβαση πρέπει να καταρτισθεί από προτεινόμενους όρους. Επίσης ο ασφαλιστής πρέπει να εξασφαλίσει στον ασφαλισμένο τη δυνατότητα να λάβει πραγματική γνώση περιεχομένου τους, ο δε ασφαλισμένος να λάβει γνώση αυτών. Αν ο προμηθευτής δεν καταστήσει γνωστή την ταυτότητα του παραγωγού, ο ζημιωθείς δεν μπορεί ούτε να τον εξαναγκάσει δικαστικά στην επίδειξη αυτής της συμπεριφοράς ούτε να ζητήσει αποζημίωση για μη εκπλήρωση, καθώς δεν είναι φορέας μιας ενδεχόμενης αξίωσης πληροφόρησης. Ο προμηθευτής υποχρεούται να αποκαταστήσει τη ζημία που προκάλεσε το ελαττωματικό προϊόν αφού θεωρείται παραγωγός. Ο προμηθευτής φέρει τον πλήρη κίνδυνο σχετικά με τις πηγές εντοπισμού και κατονομασίας του παραγωγού ώστε να ευθύνεται ακόμη και αν αυτές καταστραφούν από λόγους ανώτερης βίας. 1.3 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ Καταναλωτής είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για το οποίο προορίζονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προσφέρονται στην αγορά ή το οποίο κάνει χρήση τέτοιων προϊόντων ή υπηρεσιών εφόσον αποτελεί τον τελικό αποδέκτη τους. Ο ορισμός αυτός του καταναλωτή δεν καλύπτει μόνο εκείνο που ενεργεί συναλλαγές για την ικανοποίηση μη επαγγελματικών του αναγκών αλλά γενικότερα τον τελικό αποδέκτη αγαθών ή υπηρεσιιον, επομένως και εκείνων που συναλλάσσεται για ικανοποίηση και επαγγελματικών του αναγκών, περιλαμβάνοντας μάλιστα όχι μόνο τα φυσικά αλλά και τα νομικά πρόσωπα τόσο ιδιωτικού όσο και δημόσιου δικαίου. Καταναλωτής είναι και ο αποδέκτης του διαφημιστικού μηνύματος. 1.4 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ Προϊόντα θεωρούνται τα κινητά πράγματα που ενσωματώθηκαν ως συστατικά σε άλλα πράγματα κινητά ή ακίνητα. Προϊόντα θεωρούνται επίσης οι φυσικές δυνάμεις κυρίως το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα, εφόσον υπόκεινται σε εξουσίαση όταν περιορίζονται σε ορισμένο χώρο. Πρόκειται για έναν ορισμό ο οποίος περιλαμβάνει από πρώτες ύλες μέχρι συστατικά μέρη αυτοκινήτων, μηχανημάτων κλπ. Από είδη οικιακής χρήσης, προσθετικά τροφίμων, φάρμακα και παιχνίδια μέχρι επικίνδυνες ουσίες. Οι φυσικές δυνάμεις, ιδιαίτερα το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα εφόσον υπόκεινται σε εξουσίαση, θεωρούνται και αυτά ως προϊόντα και επομένως επισύρουν την αντικειμενική ευθύνη του παραγωγού τους, διαφορετικά, ο άυλος χαρακτήρας των προϊόντοιν αυτών θα οδηγούσε στην εξαίρεσή τους από την έννοια του προϊόντος.

Προβληματισμός υπάρχει επίσης για το εάν στην έννοια του προϊόντος περιλαμβάνονται και οι ελαττωματικές πληροφορίες που παρέχονται π.χ. σε βιβλία ή άλλα έντυπα. Η άποψη πάνω σ αυτό είναι ότι θα πρέπει να θεωρηθεί ως προϊόν το υλικό στοιχείο που δίνει την πληροφορία π.χ. το βιβλίο ή η δισκέτα του Η.Υ όχι όμως και η πλ'ευματικι'ι παραγωγή. Και αυτό γιατί ως προϊόντα θεωρούνται μόνο τα κινητά αγαθά που αποτελούν αντικείμενο βιομηχανικής παραγωγής. Αντικειμενική ευθύνιι θα υπάρχει μόνο όταν ο υλικός φορέας είναι ελαττωματικός, π.χ. όταν ένας ελαττωματικός Η.Υ είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί ολόκληρο το αρχείο του χρήστη, ή όταν ένα βιβλίο χημείας, από τυπογραφικό λάθος του εκδότη δίνει λανθασμένες πληροφορίες για ένα πείραμα με αποτέλεσμα να προκληθεί έκρηξη. Ο νόμος δεν περιορίζει την εφαρμογή του μόνο στα καινούρια προϊόντα επομένως στην αντικειμενική ευθύνη εμπίπτουν και τα μεταχειρισμένα, όμως ο κατασκευαστής του προϊόντος θα μπορεί ενδεχομένως να επικαλεσθεί και να αποδείξει ότι το ελάττωμα δεν υπήρχε όταν το προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία." 1.5 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΟΣ Ελαττωματικό είναι το προϊόν αν δεν παρέχει την εύλογα αναμενόμενη ασφάλεια εν όψει όλων των ειδικών συνθηκών και κυρίως της εξωτερικής εμφάνισής του, της εύλογα αναμενόμενης χρησιμοποίησής του και του χρόνου κατά τον οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία. Δεν είναι ελαττωματικό ένα προϊόν για το λόγο ότι μεταγενέστερα τέθηκε σε κυκλοφορία άλλο τελειότερο. Το ελάττωμα συνδέεται με την ανασφάλεια του προϊόντος, ενώ στο δίκαιο της πώλησης το ελάττο^μα αφορά απόκλιση από τις συμφωνηθείσες ιδιότητες του πωληθέντος πράγματος. Κριτήριο για την εξεύρεση της εύλογα αναμενόμενης ασφάλειας θα πρέπει να αποτελεί η αντίληψη του συγκεκριμένου κύκλου καταναλωτών στον οποίο το προϊόν απευθύνεται. Γίνεται επομένως σαφές ότι για την κρίση της ελαττωματικότητας δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε το επίπεδο ασφάλειας που ανέμενε για το συγκεκριμένο προϊόν ο χρήστης του, ούτε όμως και το σύνολο των καταναλωτών, όλων των προϊόντων, αφού προφανώς δεν είναι δυνατόν να υπάρχει ένα κοινό επίπεδο ασφάλειας για όλα τα προϊόντα. Σημασία λοιπόν έχει το ποιο επίπεδο ασφάλειας ανέμενε από το προϊόν ο κύκλος των προσώπων που συσχετίζεται με το συγκεκριμένο προϊόν. Λογικό πάντως είναι να αναμένει ο καταναλωτής ότι θα έχουν ληφθεί αυξημένα μέτρα ασφάλειας για τα προϊόντα εκείνα τα οποία από τη φύση τους θεωρούνται ιδιαίτερα επικίνδυνα όπως, π.χ. μία φιάλη υγραερίου, κάποιο φάρμακο ή φυτοφάρμακο. Ωστόσο δεν είναι κάθε επικίνδυνο προϊόν, και ανασφαλές προϊόν. Έτσι κάποια προϊόντα που ως εκ του προορισμού τους είναι εγγενώς επικίνδυνα, δεν γεννούν προφανώς αποζημιωτική ευθύνη παρά μόνο εάν δεν παράσχουν την εύλογα αναμενόμενη ασφάλεια όταν χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την χρήση για την οποία έχουν κατασκευασθεί. Έτσι π.χ. ανασφαλείς και επομένως ελαττωματικές θα είναι οι κροτίδες που εκρήγλωνται στα χέρια του χρήση τους και προκαλούν ακρωτηριασμό του. ^ Γ.Καράκωστας, προστασία καταναλωτών από ελαττωματικά προϊόντα, σελ.210-214 6

1.6 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΕΑ Παράλληλα με τον παραγωγό, ως παραγωγός θεωρείται και ευθυνεται και ο εισαγωγέας ενός προϊόντος για πώληση, μίσθωση, χρημα^δοτική μίσθωση ή οποιαόηποτε άλλη μορφή διανομής στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Για τη θεμελίωση της ευθύνης του εισαγωγέα απαιτείται η συνδρομή τριών προϋποθέσεων. Πρόκειται; 1) για το αντικειμενικό γεγονός της εισαγωγής ενός προϊόντος στο χώρο της ΕΕ, 2) στα πλαίσια της επαγγελματικής εμπορικής δραστηριότητας και 3) με σκοπο την πώλησιη χρηματοδοτική ή απλή μίσθωση ή άλλης μορφής διανομή. 1) Εισαγωγή στο χώρο της ΕΕ: Προκειμένου να θεωρηθεί ένα πρόσωπο ως εισαγωγέας πρέπει να εισαγάγει από Τρίτη χώρα σε χώρα της ΕΕ, χωρίς να είναι αναγκαία και η παραγωγή του προϊόντος σε Τρίτη χώρα. Εισαγωγή από χώρα της ΕΕ δεν θεμελιώνει ευθύνη για τον εισαγωγέα του συγκεκριμένου πράγματος. Σύμφωνα με τη νομολογία πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο αποκλεισμός της ευθύνης του διακινούντος προϊόντα από χώρα της ΕΕ στην Ελλάδα οφείλεται στην επιδίωξη των συντακτών της Οδηγίας, να μην δημιουργούνται τεχνητά εμπόδια στο εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. 2) Στο πλαίσιο της επαγγελματικής, εμπορικής δραστηριότητας: Η επαγγελματική, εμπορική δράση του εισαγωγέα καταλαμβάνει κάθε νοητή δραστηριότητα που σχετίζεται με την επαγγελματική δράση του. Η σωρευτική παράθεση της επαγγελματικής και εμπορικής δραστηριότητας υπαινίσσεται το ισχύον στο ελληνικό δίκαιο σύστημα συγκρότησης της έννοιας του εμπόρου, σύμφωνα με το οποίο απαιτείται η τέλεση αντικειμενικά εμπορικών πράξεων με τρόπο επαγγελματικό, στο πλαίσιο δηλαδή μιας συστηματικής και διαρκούς επιδίωξης βιοπορισμού. 3) Ο σκοπός της περαιτέρω διανομής: Η πράξη της εισαγωγής πρέπει να συνδυάζεται με τον σκοπό της περαιτέρω διανομής του προϊόντος στους καταναλωτές. Η εισαγωγή ενός προϊοντος με σκοπο την προσωπική έστω και επαγγελματική-εμπορικη χρήση δεν υποχρεώνει τον εισαγωγέα να αποκαταστήσει τη ζημία που υφίστανται τρίτοι από το ελάττωμα του προϊόντος. 1.7 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΣΦΑΑΟΥΣ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ Ασφαλές θεωρείται ένα προϊόν όταν, υπό συνήθεις ή ευλόγως προβλεπόμενες συνθήκες χρήσεως, δεν παρουσιάζει κανένα κίνδυνο ή παρουσιάζει κινδύνους χαμηλού επιπέδου, οι οποίοι κρίνονται αποδεκτοί στο πλαίσιο ενός υψηλού βαθμού προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων. Προκειμένου να θεωρηθεί ότι ένα προϊόν παρέχει την ασφάλεια που απαιτείται για την ακεραιότητα των εννόμων αγαθών λαμβάνονται υπόψη ιδίως: α) Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του προϊόντος σε συνάρτηση με τον τρόπο παρασκευής, σύνθεσης συναρμολόγησης, συσκευασίας (διάθεση χύμα ή συσκευασμένο) και συντήρησης σε σχέση με το χρόνο ζωής ή λειτουργίας του προϊόντος. Α

β) Οι ενδεχόμενες ζημιογόνες επιπτώσεις που είναι δυνατόν να εχει το προϊον σε άλλα αγαθά σε περίπτωση που σύμφωνα με την εύλογα αναμενόμενη χρηση του, χρησιμοποιείται μαζί με αυτά. γ) Οι οδηγίες χρήσης και λειτουργίας καθώς και ο τρόπος παρουσίασης, εμφάνισης και διάθεσης του στους καταναλωτές. δ) Οι κατηγορίες των καταναλοιτών που εκτίθενται σε κίνδυνο ^λογω της χρησιμοποίησης του προϊόντος, ιδίως των παιδιών, των ηλικιωμένων ή ασθενών ή άλλων προσώπων που από τη φύση τους χρήζουν μεγαλύτερης προστασίας. Μόνη η δυνατότητα επίτευξης υψηλότερου βαθμού ασφαλείας ή προμήθειας άλλων προϊόντων που παρουσιάζουν μικρότερο κίνδυνο, δεν συνιστά επαρκή λόγο για το χαρακτηρισμό ενός προϊόντος ως ανασφαλούς ή επικίνδυνου. Επικίνδυνο προϊόν θεωρείται κάθε προϊόν που δεν ανταποκρίνονται στον ορισμό ασφαλούς προϊόντος. 8

2.1 ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΝΟΜΟΥ Στις 16 Νοεμβρίου 1994, δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ένας νέος νόμος για την προστασία του καταναλωτή. Ο νόμος αυτός 2251/94 καταργούσε τον Ν. 1961/91 για την προστασία των καταναλωτών όπως αυτός είχε τροποποιηθεί και συμπληρωθεί με το Ν. 2000/91 για την αποκρατικοποίηση, απλούστευση των διαδικασιών εκκαθάρισης, ενίσχυση των κανόνων ανταγωνισμού και άλλες διατάξεις. Το 2007 δημιουργήθηκε νέος νόμος 3587/2007 που καταργεί και αυτός τον 2251/94. 2.2 ΟΙ ΝΕΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 3587/2007 Κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 7, «ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του.» Η ρύθμιση αυτή αποτελεί το βασικό κανόνα στον οποίο στηρίζεται η ευθύνη του παραγωγού κατά το ελληνικό και το κοινοτικό δίκαιο. Από την παραπάνω διάταξη συνάγονται οι εξής βασικές προϋποθέσεις για την ευθύνη του παραγωγού. Πρέπει να υπάρχει, πρώτον, ελάττωμα στο προϊόν που έθεσε ο παραγωγός σε κυκλοφορία, δεύτερον ζημία κα τρίτον, αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του ελαττώματος και της ζημίας. Κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 7, «ως παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής τελικού προϊόντος, πρώτης ύλης ή συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του τελικού προϊόντος επιθέτοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή άλλο διακριτικό του γνώρισμα.» Προσδίδεται λοιπόν μία ευρύτατη ερμηνεία στην έννοια του παραγωγού που περιλαμβάνει εκτός από τον κατασκευαστή του τελικού προϊόντος και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο συμμετέχει σε κάποιο από τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας. Ευθύνονται λοιπόν τόσο ο παραγωγός της πρώτης ύλης όσο και ο κατασκευαστής κάθε συστατικού που ενσωματώθηκε στο τελικό προϊόν, με την προϋπόθεση όμως ότι η ζημία προκλήθηκε από ελάττωμα είτε του συστατικού είτε της πρώτης ύλης αντίστοιχα. Ως παραγωγός του τελικού προϊόντος θεωρείται και εκείνος που απλώς συναρμολογεί σε ένα τελικό προϊόν κομμάτια που οι άλλοι έχουν κατασκευάσει και τα οποία είναι ελαττωματικά και διαπιστώνουμε ότι έχει την μεγαλύτερη ευθύνη από όσους συμμετέχουν στην παραγωγική διαδικασία. Ως παραγωγός όμως ευθύνεται και οιοσδήποτε, εμφανιζόμενος ως κατασκευαστής επιθέτει στο προϊόν την επωνυμία του, το σήμα ή άλλο διακριτικό του γνώρισμα. Η ρύθμιση αυτή έχει ως στόχο να προστατεύσει τον καταναλωτή από τα προϊόντα εκείνα που διοχετεύονται στην αγορά συνήθως από μεγάλα καταστήματα με τα δικά τους διακριτικά γνωρίσματα, με τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανίζονται ως παραγωγοί και να δημιουργούν στο καταναλωτικό κοινό την εντύπωση ότι είναι πραγματικοί κατασκευαστές. Προϊόντα με την έννοια αυτού του άρθρου θεωρούνται και τα κινητά πράγματα που ενσωματώθηκαν ως συστατικά σε άλλα πράγματα κινητά ή ακίνητα. Προϊόντα θεωρούνται νο

επίσης οι φυσικές δυνάμεις ιδίως το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα εφοσον υποκεινται σε εξουσίαση όταν περιορίζονται σε ορισμένο χώρο. Προϊόντα θεωρούνται και τα κινητά που ενσωματώθηκαν ως συστατικά τόσο σε κινητά όσο και σε ακίνητα. Οι φυσικές δυνάμεις ιδιαίτερα το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα εφόσον υπόκεινται σε εξουσίαση, θεωρούνται και αυτά ως προϊόντα και επομένως επισύρουν την αντικειμενική ευθύνη του παραγωγού τους. Σύμφωνα με την παράγραφο 3, «όποιος εισάγει ένα προϊόν για πώληση, χρηματοδοτική ή απλή μίσθωση ή άλλης μορφής διανομή στα πλαίσια της επαγγελματικής εμπορικής του δραστηριότητας ευθύνεται όπως ο παραγωγός.» Ως παραγωγός ευθύνεται και ο εισαγωγέας ενός προϊόντος είτε το εισάγει για πώληση είτε για χρηματοδοτική ή απλή μίσθωση είτε για οποιασδήποτε άλλης μορφής διανομή στα πλαίσια της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Μέσα στα γεωγραφικά πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να υπάρχει πάντοτε κάποιος υπαίτιος σε καταβολή αποζημίωσης. Ετσι απλοποιείται η θέση του ζημιωθέντα καταναλωτή στο βαθμό που αυτός εξοικονομεί χρόνο και χρήμα από άσκοπες και μακρινές μετακινήσεις, διευκολύνεται στη χρήση γλώσσας αλλά και χρησιμοποιούμενου δικαίου. Κατά την παράγραφο 4, «όταν η ταυτότητα του παραγωγού είναι άγνωστη, κάθε προμηθευτής του προϊόντος θεωρείται για την εφαρμογή του νόμου αυτού παραγωγός, εκτός αν μέσα σε εύλογο χρόνο ενημερώσει τον καταναλωτή για την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προμήθευσε το προϊόν. Το ίδιο ισχύει και για τον προμηθευτή προϊόντων εισαγωγής, όταν η ταυτότητα του εισαγωγέα είναι άγνωστη, έστω και αν η ταυτότητα του παραγωγού είναι γνωστή.» Στα ανώνυμα προϊόντα τα οποία κυκλοφορούν στο εμπόριο και στα οποία η εξακρίβωση της ταυτότητας των συνυπεύθυνων προσώπων είναι αδύνατη, ευθύνη προς αποζημίωση έχει καταρχήν ο προμηθευτής τους εκτός αν μέσα σε κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα δώσει στον καταναλωτή τα πλήρη στοιχεία του πραγματικού παραγωγού. Τα ίδια ισχύουν περίπου όταν η ταυτότητα εκείνου που εισάγει από Τρίτη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι άγνωστη, οπότε ο προμηθευτής οφείλει να γνωστοποιήσει την ταυτότητα του εισαγωγέα μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Ο προμηθευτής ευθύνεται στην περίπτωση αυτή ακόμη και αν η ταυτότητα του παραγωγού είναι γνωστή και αυτό για να διευκολύνεται στην ικανοποίηση των απαιτήσεών του ο ζημιωθείς καταναλωτής, εφόσον θα υπάρχει πάντοτε κάποιος υπεύθυνος σε καταβολή αποζημίωσης στην Ελλάδα. ^ Κορνηλία Δελούκα-Ιγγλέση, ελληνικό και κοινοτικό δίκαιο του καταναλωτή,εκδόσεις Σακκούλα, Αθήνα- 1998 σελ. 106-110 και Ελίζα Αλεξανδρίδου, δίκαιο προστασίας του καταναλωτή, εκδόσεις Σακκούλα, Θεσσαλονίκη 1996 σελ. 155-158

«Ελαττωματικό είναι το προϊόν σύμφωνα με την παράγραφο 5, το οποίο δεν παρεχει την προβλεπόμενη απόδοση σύμφωνα με τις προδιαγραφές του ή και την ευλογως αναμενόμενη ασφάλεια εν όψει όλων των ειδικών συνθηκών και κυρίως της εξωτερικΐ]ς εμφάνισης του, της αναμενόμενης χρησιμοποίησης του και του χρόνου κατα τον οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία. Δεν είναι ελαττωματικό ένα προϊόν για το μονο λογο οτι μεταγενέστερα τέθηκε σε κυκλοφορία άλλο τελειότερο.» Κριτήριο για την εξεύρεση της εύλογα αναμενόμενης ασφάλειας θα πρέπει να αποτελεί η αντίληψη του συγκεκριμένου κύκλου καταναλωτών στον οποίο το προϊόν απευθύνεται ενώ η αντίληψη του παραγωγού δεν ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Άρα λοιπον γίνεται σαφές ότι για την κρίση της ελαττωματικότητας δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε το επίπεδο ασφαλείας που ανέμενε για το συγκεκριμένο προϊόν ο χρήστης του, ούτε όμως και το σύνολο των καταναλωτών, όλων των προϊόντων αφού δεν είναι δυνατόν να υπάρχει ένα κοινό επίπεδο ασφάλειας για όλα τα προϊόντα. Σημασία λοιπόν έχει το ποιο επίπεδο ασφαλείας ανέμενε από το προϊόν ο κύκλος των προσώπων που συσχετίζεται με το συγκεκριμένο προϊόν. Ο καταναλωτής πάντως αναμένει ότι θα έχουν ληφθεί αυξημένα μέτρα ασφάλειας για τα προϊόντα εκείνα τα οποία από τη φύση τους θεωρούνται ιδιαίτερα επικίνδυνα όπως π.χ. μία φιάλη υγραερίου, κάποιο φάρμακο ή φυτοφάρμακο. Όμως δεν είναι κάθε επικίνδυνο προϊόν και ανασφαλές προϊόν. Έτσι κάποια προϊόντα που είναι εγγενώς επικίνδυνα δεν δημιουργούν αποζημιωτική ευθύνη παρά μόνο αν δεν παράσχουν την εύλογα αναμενόμενη ασφάλεια όταν χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τη χρήση για την οποία έχουν κατασκευασθεί. ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΩΝ Α) Ελαττώματα της παραγωγικής διαδικασίας: αυτά οφείλονται σε απόκλιση από τους όρους και από την διαδικασία παραγωγής την οποία έχει καθορίσει ο παραγωγός. Θεμελιώνεται η ευθύνη του παραγωγού γιατί οι απαιτήσεις ασφαλείας του καταναλωτή διαμορφώθηκαν επί τη βάση των δεδομένων του συγκεκριμένου παραγωγού. Β) Ελαττώματα σχεδιασμού, δομής ή σύστασης; ο καταναλωτής προσδοκά ότι το προϊόν είναι σχεδιασμένο κατά τέτοιο τρόπο ώστε αν χρησιμοποιηθεί με βάση τις οδηγίες χρήσης και σύμφωνα με τον προορισμό του, να αναμένει ευλόγως ακίνδυνη χρήση του. Γ) Ελαττώματα παροχής υττηρεσιών: εντάσσονται στο πεδίο των ειδικών διατάξεων. Η έλλειψη οδηγιών χρήσης ή παροχή ανεπαρκούς πληροφόρησης για την χρήση ή κατανάλωση του προϊόντος συνιστά ελάττωμα που συνδέεται με τον πλημμελή τρόπο παρουσίασης ή εμφάνισης του προϊόντος στο καταναλωτικό κοινό. Λ) Ελαττώματα παρακολούθησης, ελέγχου και ανάκλησης του προϊόντος: αποτελούν εκείνα τα οποία διαπιστώνονται με βάση νεότερες επιστημονικές ή τεχνολογικές εξελίξεις και τα οποία δεν ήταν δυνατόν να εντοπιστούν κατά το χρόνο παραγωγής με τα τότε 1'ΪΙ

γνωστά επιστημονικά και τεχνολογικά δεδομένα. Πρόκειται ^για ^ελαττώματα που προέρχονται από τους κινδύνους της επιστημονικής και τεχνολογικής εξέλιξης. ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΑ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Για τον προσδιορισμό της εύλογα αναμενόμενης ασφάλειας πρέπει κατά το νόμο να λαμβάνεται υπόψη: α) η εξωτερική εμφάνιση του προϊόντος, β) η εύλογα αναμενόμενη χρησιμοποίηση του προϊόντος, γ) ο χρόνος κατά τον οποίο αυτό τέθηκε σε κυκλοφορία και δ) η φύση του προϊόντος."* Πιο αναλυτικά; αί Η εςωτερική εαφάνιση του προϊόντος Τρόπο παρουσίασης του προϊόντος αποτελεί η διαφήμιση και οι ετικέτες των προϊόντων και οι ενδείξεις κινδύνου και πρόληψης, οι οδηγίες ασφαλούς χρήσης, οι κάθε είδους ανακοινώσεις που δημιουργούν στους αγοραστές του προϊόντος αυτού συγκεκριμένες προσδοκίες όπως τις ιδιότητες του προϊόντος, την παρεχόμενη ασφάλεια κ.α. και τέλος η κάθε είδους δραστηριοποίηση του παραγωγού για την προώθηση του προϊόντος στην αγορά. Επίσης ιδιαίτερη σημασία για τον προσδιορισμό της ελαττωματικότητας θα πρέπει να δίνεται στις οδηγίες χρήσης ή προφύλαξης με τις οποίες συνοδεύει ο παραγωγός το προϊόν οι οποίες πρέπει να είναι κατανοητές και σαφείς. β) Η εύλονα αναιτενόμεντι γρησιαοποίηση του προϊόντος Όταν ένα αυτοκίνητο με μία ελαφριά σύγκρουση αναφλεγεί γιατί πήρε φωτιά το ντεπόζιτο βενζίνης επειδή δεν ήταν σωστά τοποθετημένο, δεν μιπορεί να ισχυριστεί ο κατασκευαστής του ότι το αυτοκίνητο δεν ήταν ελαττωματικό, επειδή η εύλογα αναμενόμενη χρήση του δεν είναι να συγκρούεται. Πρέπει επίσης να γίνει δεκτό ότι αυτό το κριτήριο είναι και η χρησιμοποίηση που μπορούσε να προβλεφθεί και είναι κοινωνικά πρόσφορη. Έτσι όταν π.χ. ένα απορρυπαντικό ποιλείται σε μια φιάλη ίδια με της λεμονάδας, το πώμα αφαιρείται εύκολα, το ενδεχόμενο να πιει ένα μικρό παιδί από το περιεχόμενο της φιάλης δεν είναι εύλογο, είναι όμως δυνατόν να προβληθεί. ν) Ο γρόνοο κατά τον οποίο αυτό τέθηκε σε κυκλοφορία Για να κριθεί η εύλογα αναμενόμενη ασφάλεια του προϊόντος, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος κατά τον οποίο αυτό τέθηκε σε κυκλοφορία. Ο χρόνος αυτός έχει σημασία και για την ανεύρεση του επιπέδου επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων Γ.Καράκωστας, προστασία καταναλωτών από ελαττωματικά προϊόντα, σελ.216-220

κατά τη χρονική αυτή στιγμή. Η εξέλιξη της τεχνολογίας δεν καθιστα ελαττωματικό ενα προϊόν που κατασκευάστηκε σε προγενέστερο τεχνολογικό στάδιο. Η ρύθμιση αυτή σχετίζεται άμεσα με τη δυνατότητα απαλλαγής του προμηθευτή εαν αποδείξει οτι το επίπεδο των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων όταν το προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία δεν επέτρεπε τη διαπίστωση του ελαττώματος. δϊ Η (ρύση του προϊόντος και άλλοι παράγοντες Η φύση ενός προϊόντος είναι δυνατόν να προκαλέσει κατά τη χρήση του ζημιογόνες παρενέργειες. Πρόκειται για παρενέργειες που γίνονται αποδεκτές από το κοινωνικό σύνολο και δεν λαμβάνονται υπόψη στο αξιολογικό μέγεθος της ελαττωματικότητας είτε γιατί με την με την ζημιογόνα χρήση του προϊόντος ικανοποιείται μια αξιολογικά, υπερέχουσα κοινωνική αναγκαιότητα που δεν μπορεί να καλυφθεί με άλλο τρόπο είτε γιατί το καταναλωτικό κοινό δεν επιθυμεί να εγκαταλείψει τη χρήση τους. Επίσης ιδιαίτερα σημαντικός είναι ο παράγοντας της τιμής του προϊόντος. Κάθε καταναλωτής δικαιούται να αναμένει ότι κάθε προϊόν ακόμα και το πιο φθηνό καλύπτει ένα ελάχιστο όριο ασφάλειας. Αν καλύπτεται από το προϊόν το ελάχιστο αυτό όριο ασφάλειας, τότε είναι δικαιολογημένο να θεωρηθεί ότι ο καταναλωτής αναμένει από το ακριβότερο προϊόν μεγαλύτερο επίπεδο ασφάλειας από ότι το φθηνότερο. «Στη ζημία κατά την παράγραφο 6 περιλαμβάνεται: α) η ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης, β) η βλάβη ή καταστροφή εξαιτίας του ελαττωματικού προϊόντος, κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, έκτος από το ίδιο το ελαττωματικό προϊον, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος χρήσης των περιβαλλοντικών αγαθών, εφόσον η ζημία από τη βλάβη ή την καταστροφή τους υπερβαίνει το ποσό των 500 ευρώ και υπό την προϋπόθεση ότι κατά τη φύση τους προορίζονταν και πραγματικά χρησιμοποιήθηκαν από τον ζημιωθέντα για προσωπικιί του χρήση ή κατανάλωση.» Ζημία λοιπόν είναι εκείνη που προκαλείται αρχικά από θάνατο ή σωματική βλάβη. Η ζημία αυτή δημιουργεί ευθύνη του παραγωγού ανεξάρτητα από το αν προκλήθηκε ζημία σε ιδιώτη καταναλο^τή ή επαγγελματία. Ζημία θεωρείται επίσης και εκείνη που προκαλεί υλική καταστροφή κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή με τον περιορισμό όμως ότι το περιουσιακό στοιχείο σύμφωνα με τη φύση του προορίζεται για ιδιωτική χρήση ή κατανάλωση και ότι πράγματι χρησιμοποιήθηκε για ιδιωτική χρήση. Εξάλλου η ευθύνη του κατασκευαστή περιορίζεται και από το γεγονός ότι η υλική ζημία θα πρέπει να επέλθει σε άλλο περιουσιακό στοιχείο του καταναλωτή και όχι στο ίδιο το ελαττωματικό προϊόν. ^ Ελίζα Αλεξανδρίδου, δίκαιο προστασίας του καταναλωτή, εκδόσεις Σακκούλα, Θεσσαλονίκη-1996 σελ.162-164

. ΖΗΜΙΑ ΛΟΓΩ ΘΑΝΑΤΟΥ Η ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΒΛΑΒΗΣ α) ΔίκανούΎΟι της απο^ημίωσης Ο παραγωγός ευθύνεται καταρχήν για τη ζημία που προκλήθηκε από το ελαττωματικό προϊόν του σε πρόσωπα και συνιστάται σε ζημία λόγω θανάτου ή σωματικών βλαβών. 1 ) Οι καταναλωτές Στη ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης εμπίπτουν ζημίες που προέρχονται στο πρόσωπο όχι μόνο του καταναλωτή που χρησιμοποιεί ή αναλώνει το ελαττωματικό προϊόν για ιδιωτικούς λόγους, αλλά και αυτό που κάνει επαγγελματική χρήση του προϊόντος. Τέτοιο πρόσωπο μπορεί να είναι ο έμπορος που προμηθεύτηκε το προϊόν για επαγγελματική χρήση ή ο εργαζόμενος που χρησιμοποιεί το ελαττωματικό προϊόν αφού αυτό τέθηκε σε κυκλοφορία. 2) Πριν την κυκλοφορία του προϊόντος Οι ζημίες που προκαλούνται σε πρόσωπα όπως υπάλληλοι και συνεργάτες του παραγωγού, δεν εμπίπτουν στο πεδίο των ειδικοιν διαταζεων, οσο ακόμη και αν διαρκει η παραγωγική διαδικασία, αλλά και μετά την ολοκλήρωσή της προτού το προϊόν τεθεί σε κυκλοφορία. Στην περίπτιοση παραγωγής προϊόντος για ίδια χρήση της επιχείρησης γεννάται ένα ζήτημα ως προς την αποκατάσταση της ζημίας σε πρόσωπα όπου η θέση σε κυκλοφορία του προϊόντος είναι αμφισβητούμενη. Και στις δύο περιπτώσεις πρέπει να γίνει δεκτή η εφαρμογή των ειδικών διατάξεων κυρίως εάν η ζημία επέρχεται σε τρίτα πρόσωπα εκτός της παραγωγικής διαδικασίας. βί Αποκαταστατέα ξηιιία Αποκαταστατέα ζημία δεν είναι μόνο η ζημία που επέρχεται στο ίδιο το πρόσωπο αλλά και η περιουσιακή ζημία εξαιτίας της βλάβης του προσώπου. Άρα καλύπτονται από το νόμο, όχι μόνο η αποκατάσταση των εξόδων κηδείας, η αξίωση για καταβολή των δαπανών ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης αλλά και η αξίωση για περαιτέρω ζημίες. Επίσης ο νόμος δεν θέτει ανώτατο χρηματικό ποσό ως όριο της ευθύνης του κατασκευαστή για αποζημίωση. Στη ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης ο νόμος 1961/94 ανέφερε ότι η εν λόγω ζημία περιλαμβάνει και τις ζημίες τρίτοον προσώπων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 928-930 ΑΚ. Σε αυτές τις διατάξεις ορίζεται ότι σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου ή βλάβης του σώματος ή της υγείας του η αποζημίωση περιλαμβάνει και τα έξοδα κηδείας και οτιδήποτε θα στερείται στο μέλλον ο παθών. 15

. ΖΗΜΙΑ ΛΟΓΩ ΒΛΑΒΗΣ Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΟΥ ΣΤΟΙΧΕΙΟΥ α) Ζιιμία σε άλλο περιουσιακό στοιχείο εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προιον Η ζημία που πραγματοποιείται από τη βλάβη ή την καταστροφή του ίδιου του ελαττωματικού προϊόντος (3ρίσκεται εκτός του προστατευτικού σκοπού του νόμου. Για να αποκατασταθεί η ζημία αυτή ρυθμίζεται από τις διατάξεις του δικαίου των συμβάσεων η οποίες δίνουν ικανοποιητικές λύσεις και καλύπτουν την αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται εξαιτίας της ελαττωματικότητας του προϊόντος. Κρίσιμη επομένως είναι η διάκριση μεταξύ του ίδιου του ελαττωματικού προϊόντος αφενός και του άλλου περιουσιακού στοιχείου αφετέρου. Ο νόμος καταλογίζει την ευθύνη για ζημίες σε πρόσωπα και πράγματα όχι μόνο στον τελικό παραγωγό αλλά και στον παραγωγό μέρους πράγματος. Ως παραγωγός ευθύνεται και ο κατασκευαστής ενός συστατικού του κυρίου πράγματος και ως ελαττωματικό θεωρείται τόσο το σύνθετο όσο και το συστατικό μέρος του όλου πράγματος. Άρα η ελαττωματικότητα και η ζημία που προκαλέθηκε περιορίζονται στο συστατικό ή στο μέρος του πράγματος τότε πρόκειται περί ζημίας στο ίδιο το ελαττωματικό πράγμα που δεν εμπίπτει στον προστατευτικό σκοπό του νόμου. Αν όμως το ελάττωμα προκαλέσει ζημία ή καταστροφή στο υπόλοιπο θα πρέπει να πούμε ότι πρόκειται περί ζημίας που εκτείνεται εκτός του ίδιου του ελαττωματικού προϊόντος σε περιουσιακά στοιχεία που χρήζουν προστασίας και εμπίπτουν στο πεδίο της αποζημιωτικής ευθύνης του νόμου. Όπως είπαμε ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα προϊόντος. Προϋπόθεση λοιπόν για την ευθύνη του παραγωγού είναι η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ ελαττώματος προϊόντος και ζημίας. Σύμφωνα με το κριτήριο της συνάφειας μεταξύ ελαττώματος και επερχόμενης ζημίας, η αποκατάσταση της ίδιας της ελαττωματικότητας του μέρους ή του όλου σύνθετου πράγματος και των ζημιών που τελούν σε συνάφεια με αυτήν δεν εμπίπτουν στον προστατευτικό σκοπό του νόμου. Αντίθετα, οι ζημίες που προκαλούνται από τη μεταδοτικότητα του ελαττώματος του μέρους πράγματος στο σύνθετο και οι ζημίες που επέρχονται συνεπεία της προσβολής αυτής στην περιουσία του θύματος, εντάσσονται στη σφαίρα προστασίας των διατάξεων περί ευθύνης του παραγωγού.^ β) Προορισμός του πράγματος για ιδιωτική χρήση Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.6 νόμος 2251/94, η υποχρέωση αποκαταστάσεως της ζημίας υπόκειται στον περαιτέρω περιορισμό ότι το ζημιούμενο περιουσιακό στοιχείο πρέπει να είναι από εκείνα που κατά κανόνα προορίζονται για ιδιωτική χρήση ή κατανάλωση. Το περιουσιακό στοιχείο που ζημιώθηκε πρέπει αντικειμενικά να προορίζεται για ιδιοιτική χρήση ή κατανάλωση. Αντίθετα, πράγματα που από τη φύση τους προορίζονται για επαγγελματική χρήση δεν εμπίπτουν στα προστατευόμενα από το νόμο αγαθά. Η εξαίρεση ισχύει επίσης και στις περιπτώσεις που τα υπό κρίση αντικείμενα προορίζονται τόσο για επαγγελματική όσο και για ιδιωτική χρήση ή κατανάλωση. Η ^ Γ.Καράκωστας, προστασία καταναλωτών από ελαττωματικά προϊόντα, σελ.226-231 Ιο

αποκατάσταση της ζημίας που προκαλείται λόγω ελαττώματος σε περιουσιακό στο^είο άλλο εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν προϋποθέτει ότι το πραγμα που ζημιώθηκε προορίζεται κατά κανόνα για ιδιωτική χρήση ή κατανάλωση και ότι χρησιμοποιήθηκε απο τον συγκεκριμένο καταναλωτή και στη συγκεκριμένη περίπτωση για ιδιωτική χρηση η κατανάλωση. 1) Ορισμός του περιουσιακού στοιχείου γ) Αποκαταστατέα ζημία Το περιουσιακό στοιχείο ταυτίζεται με την έννοια πράγμα. Ως συνώνυμο του πράγματος, το περιουσιακό στοιχείο δεν πρέπει να ταυτίζεται με την ιδιοκτησία γιατί οι τελευτα,ίες συνδέονται με τον φορέα ενώ το εύρος της αποζημιωτικής ευθύνης δεν περιορίζεται μόνο στην αποκατάσταση του δικαιώματος κυριότητας, αλλά και των άλλων περιουσιακών δικαιωμάτων επάνω στο πράγμα. 2) Έκταση αποζημίωσης Ο νόμος αναφέρεται σε ζημία ή καταστροφή επιδιώκοντας να περιλάβει όλες τις περιπτώσεις επιβλαβούς επενέργειας του ελτχττώματος επί του πράγματος, η οποία έχει ως συνέπεια τη μείωση της αξίας του. Υποχρέωση αποκατάστασης της ζημίας βάσει των ειδικών διατάξεων δεν γεννάται μόνο λόγω μεταβολής ή αλλοίωσης της ουσίας ή της υλικής σύστασης του πράγματος αλλά και λόγω της μείωσης της αξίας του γενικά ή περιορισμού της χρησιμότητάς του εφόσον είναι αποτέλεσμα ή συνέπεια του ελαττώματος. Η ευθύνη του παραγωγού καλύπτει και την περαιτέρω περιουσιακή ζημία που προέρχεται από την καταστροφή ή βλάβη άλλου πλην του ελαττωμιατικού πράγματος εξαιτίας του ελαττώματος. 3) Δικαιούχοι της αποζημίωσης Ως δικαιούχος της αποζημίωσης πρέπει πρώτα να θεωρηθεί ο κύριος του ζημιωθέντος πράγματος, καθώς επίσης ο εμπράγματος δικαιούχος, ο νομεύς, ο κάτοχος ή ακόμα και αυτός που έχει δικαίωμα προσδοκίας, οι οποίοι υπάγονται στον προστατευτικό σκοπό του νόμου εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις και ειδικότερα η ιδιωτική χρήση ή κατανάλωση του πράγματος από τον ζημιωθέντα.. ΗΘΙΚΗ ΒΛΑΒΗ Ως ζημία λογίζεται και η ηθική βλάβη που υπέστησαν τα πρόσωπα για κάθε ζημία που συνίσταται είτε στην πρόκληση θανάτου ή σωματικών βλαβών είτε στην βλάβη ή καταστροφή κάθε περιουσιακού στοιχείου, εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν.

ο ζημιωθείς θα πρέπει να επικαλεσθεί τη συνδρομή των προϋποθέσεων του κοινού αδικοπρακτικού δικαίου ή του νομολογιακού δικαίου της ευθυνης του παραγωγού, αποκατάσταση της μη περιουσιακής ζημίας με βάση τα άρθρα 57^ και εν αποκλείεται, κυρίως στις περιπτώσεις όπου η διάψευση της εμπιστοσύνης με την οποία επεχ'δύει το ελαττωματικό προϊόν ο καταναλωτής, συνιστά προσβολή της προσωπικότητάς του. Κατά την εφαρμογή των γενικών διατάξεων περί αδικοπραξιών προκειμενου να επιτευχθεί η ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που προκλήθηκε εξαιτίας ελαττωματικού προϊόντος, ο καταναλωτής βαρύνεται με απόδειξη πταίσματος του παραγωγού. Για τον ζημιωθέντα καταναλωτή μπορεί να μην απαιτείται η απόδειξη πταίσματος του ζημιώσαντος όμως απαλλάσσεται αν αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει πταίσμα ως προς την παραβίαση της συναλλακτικής υποχρέωσης από την οποία προκλήθηκε η ηθική βλάβη. Από τη στιγμή που η ικανοποίηση της ηθικής βλάβης έχει αποκαταστατικό χαρακτήρα και ειδικότερα ότι αποβλέπει στην αποκατάσταση της ισορροπίας των ηθικών και κοινωνικών αγαθών του προσβληθέντος θα πρέπει να συνίσταται στην επιδίκαση χρηματικού ποσού ικανού να επαναφέρει τα αγαθά που προσβλήθηκαν στην προηγούμενη της προσβολής κατάσταση. Επομένως πρέπει να αναζητηθούν οι περιουσιακές επιπτώσεις της ηθικής βλάβης, ώστε μέσω της αποκατάστασης των περιουσιακών επιπτώσεων να επιτευχθεί η επούλωση της ηθικής βλάβης και με τον τρόπο αυτό να εκπληρώσει η χρηματική ικανοποίηση την εκ του νόμου αποστολή της. Με τον τρόπο αυτό η χρηματική ικανοποίηση επιτελεί τον αποκαταστατικό της προορισμό, χωρίς να απειλείται η αρχή της ασφάλειας του δικαίου. Οι επιπτώσεις της ηθικής προσβολής στην περιουσιακή κατάσταση του ζημιωθέντος συνιστούν σταθερούς παράγοντες επιμέτρησης του ύψους της ζημίας που οδηγούν σε ασφάλεια κριτηρίων και εννόμων αποτελεσμάτων και συγχρόνως σε ικανοποιητική αντιμετώπιση των ηθικών προσβολών. «Χρηματική ικανοποίηση κατά την παράγραφο 7 λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, οφείλεται και σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος άρθρου.» Κατά το κοινό αδικοπρακτικό δίκαιο ο καταναλωτής βαρύνεται με την απόδειξη πταίσματος στο πρόσωπο του παραγωγού. Σύμφωνα με το νομολογιακό δίκαιο της ευθύνης του παραγωγού και πάλι η θέση του καταναλωτή θα είναι δυσχερής εάν ο παραγωγός αποδείξει ότι δεν βαρύνεται με πταίσμα όσον αφορά την παραβίαση της συναλλακτικής του υποχρέωσης εξαιτίας της οποίας προκλήθηκε η ηθική βλάβη. Επίσης η αξίωση αποζημίωσης για σωματικές βλάβες ή θάνατο έχει κάθε πρόσωπο ακόμα και αν αυτό δεν ήταν ο χρήστης του ελαττωματικού προϊόντος. Έτσι αποζημίωση μπορεί να αξιώσει ακόμα και κάποιος που εντελώς τυχαία βρέθηκε στο χώρο όπου επέφερε τις ζημιογόνες συνέπειες το ελαττωματικό προϊόν.^ Κορνηλία Δελούκα-Ιγγλέση, ελληνικό και κοινοτικό δίκαιο του καταναλωτή, εκδόσεις Σακκούλα, Αθήνα- 1998, σελ.117-118

Σύμφωνα με την 8, «ο παραγωγός δεν ευθύνεχαι αν αποδείξει όχι. α) δεν έθεσε χο προϊόν σε κυκλοφορία. Είναι λογικό να συνδέεται η ευθύνη του παραγωγού με χο υποκειμενικό στοιχείο της θέλησής του σε διάθεση του προϊόντος στην αγορά. Μόνο εκείνα τα ελαττωματικά προϊόντα που τέθηκαν σε κυκλοφορία με σκοπό την πώληση ή την διανομή συνεπιφέρουν την αντικειμενική ευθύνη. Αν το ελαττωματικό προϊόν περιέλθει στον ζημιωθέντα καταναλωτή χωρίς ο παραγωγός να έχει αυτή την πρόθεση, π.χ.^ στην περίπτωση που κλαπεί ένα ελαττωματικό αυτοκίνητο από εκθεσιακό χώρο, τότε δύναται να απαλλαγεί ο κατασκευαστής του, εφόσον αποδείξει ότι δεν έθεσε αυτός το αυτοκίνητο σε κυκλοφορία και δεν το προόριζε για πώληση. Θέση σε κυκλοφορία σημαίνει συνειδητή αποστολή ή παράδοση του πράγματος από τον παραγωγό. Αντίθετα κατά την κοινή ευθύνη από αδικοπραξία είναι πιθανό ο παραγωγός να ευθύνεται για ζημίες προϊόντων που κατασκευάστηκαν κατά παράβαση της γενικής υποχρέωσης ασφάλειας και προστασίας των άλλων στις συναλλαγές, έστω και αν απλώς από αμέλειά του τέθηκαν σε κυκλοφορία, εφόσον κριθεί ότι αυτή η αμέλεια αποτελεί παραβίαση της ως άνω υποχρέωσης και μάλιστα χωρίς να ενδιαφέρει αν το προϊόν είναι ελαττωματικό. β) το ελάττωμα δεν υπήρχε όταν το προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία. Το ελάττωμα πρέπει να έχει εκδηλωθεί μέχρι τον χρόνο της κυκλοφορίας του προϊόντος. Ο παραγωγός θα πρέπει να αποδείξει ότι το ελάττωμα δεν μπορεί να αποδοθεί στη δική του περιοχή ευθύνης για να απαλλαγεί. Αρα στις περιπτώσεις που ο παραγωγός αποδεικνύει ότι το ελάττωμα μπορεί να θεωρηθεί ότι προέρχεται τόσο από την περιοχή του κατασκευαστή, όσο και από την περιοχή του εμπόρου ή του χρήστη, και πάλι δεν απαλλάσσεται. Ο οιονεί παραγωγός, ο εισαγωγέας και ο προμηθευτής, αφού ευθύνονται το ίδιο όπως ο παραγωγός, υπέχουν την ειδική ευθύνη και για τις δικές τους υπαίτιες ή ανυπαίτιες πράξεις για το ελαττωματικό προϊόν. Αρα αν ο προμηθευτής παρέλαβε μη ελαττωματικό προϊόν από τον παραγωγό και το κατέστησε ελαττωματικό, τότε υπέχει την ειδική ευθύνη. Επίσης υπάρχει περίπτωση για το ελάττωμα που δημιουργήθηκε στα χέρια του προμηθευτή να ευθύνεται ο παραγωγός. Αντίστοιχα ισχύουν και για τον εισαγωγέα με την διαφορά ότι αυτός υπέχει κύρια ευθύνη δηλαδή δεν μπορεί να αποκαλύψει τον παραγωγό για να μην υπέχει πια την ειδική ευθύνη για ενέργειες που οφείλει ο ίδιος να εκτελέσει. Ο εισαγωγέας ευθύνεται και για τα ελαττώματα που δημιουργήθηκαν στα χέρια του παραγωγού. Εάν το προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία χωρίς ελάττωμα και το ελάττωμα δημιουργήθηκε όταν βρισκόταν στα χέρια του εισαγωγέα, τότε ο εισαγωγέας ευθύνεται προσωπικά.* γ) δεν κατασκεύασε το προϊόν αποβλέποντας στη διανομή του και δεν το διένειμε στα πλαίσια της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Ελίζα Αλεξανδρίδου, δίκαιο προστασίας του καταναλωτή, εκδόσεις Σακκούλα, Θεσσαλονίκη-1996, σελ.169-178

Για την απαλλαγή του παραγωγού απαιτείται η συνδρομή δύο αρνητικών προϋποθέσεων: 1) να μην παρήγαγε το προϊόν με πρόθεση τη διανομή του με οποιαδήποτε μορφή και 2) η παραγωγή και η διανομή να μην έγιναν στο πλαίσιο της επαγγελματικής δραστηριότητας του παραγωγού. Όταν δεν επιδιώκεται οικονομικά αντάλλαγμα πρόκειται περί παραγωγής με οικονομικό σκοπό και γεννά υποχρέωση του παραγωγού. Έτσι δεν απαλλάσσεται αν το ελάττωμα υπήρξε σε δώρα που διένειμε για διαφημιστικούς λόγους. δ) το ελάττωμα οφείλεται στο γεγονός ότι το προϊόν κατασκευάστηκε σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου. Ο παραγωγός του ελαττωματικού προϊόντος απαλλασσεται αν αποδείξει ότι η ελαττωματικότητα του προϊόντος οφείλεται στους υποχρεωτικούς κανόνες που του επιβλήθηκαν από τις δημόσιες αρχές. Αν όμως πρόκειται απλά για συστάσεις, κώδικες επαγγελματικής δεοντολογίας και αυτοδέσμευσης ή κατευθυντήριες οδηγίες τότε προφανώς δεν θεμελιώνεται λόγος απαλλαγής του προμηθευτή. ε) όταν το προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία, το επίπεδο επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων δεν επέτρεπε τη διαπίστωση του ελαττώματος. Για να απαλλαγεί ο παραγωγός από την ευθύνη πρέπει να αποδείξει ότι κατά το χρόνο της θέσης του προϊόντος σε κυκλοφορία υπήρχε αντικειμενική αδυναμία με βάση τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα του συγκεκριμένου παραγωγικού κλάδου. Όταν πρόκειται για επικίνδυνα προϊόντα όπως π.χ. ένα φάρμακο για την παρασκευή του οποίου χρησιμοποιείται μια νέα χημική σύνθεση, πρέπει να μην μπορεί να απαλλαγεί ο παραγωγός. Αν όμως δεν πρόκειται για εγγενώς επικίνδυνα προϊόντα, το επίπεδο των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων πρέπει και πάλι να κρίνεται σε παγκόσμια κλίμακα. Έτσι κι αλλιώς η οδηγία 92/59/ΕΌΚ του συμβουλίου για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων, προβλέπει την υποχρέωση παρακολούθησης μετά τη θέση των προϊόντων σε κυκλοφορία. Όσο περισσότερο θεωρείται ότι επεκτείνεται χρονικά η υποχρέωση του κατασκευαστή να παρακολουθεί τα προϊόντα του, αφού τα θέσει σε κυκλοφορία, τόσο μικρότερα περιθώρια απομένουν για να απαλλαγεί από την ευθύνη του για τα ελαττώματα, για τα οποία δεν υπήρχε επιστημονική δυνατότητα να διαπιστωθούν.» Σύμφοινα με την 9, «ο παραγωγός συστατικού δεν ευθύνεται και αν αποδείξει ότι το ελάττωμα οφείλεται στο σχεδίασμά του προϊόντος στο οποίο το συστατικό έχει ενσωματοιθεί ή στις οδηγίες που παρέσχε ο κατασκευαστής του προϊόντος οπότε παραγωγός θεοιρείται ο κατασκευαστής του προϊόντος στο οποίο ενσωματώθηκε το συστατικό.» 20

ο παραγωγός δεν ευθύνεται αν αποδείξει ότι το ελάττωμα οφείλεται στο σχεδιασμο του προϊόντος στο οποίο το συστατικό έχει ενσωματωθεί οπότε παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής του προϊόντος στο οποίο ενσωματώθηκε το συστατικό.^ α) Σε περίπτωση που ο παραγωγός συστατικού παράγει τα συστατικά και προσδιορίζει ο ίδιος το τελικό προϊόν για το οποίο προορίζονται, ο κατασκευαστής του τελικού προϊόντος δεν ευθύνεται αν το προϊόν είναι ακατάλληλο για τη χρήση που υπεδειξε ο παραγωγός του συστατικού. Για τις συνέπειες τις ακαταλληλότητας ευθύνεται αποκλειστικά ο παραγωγός του συστατικού μέρους. Εάν όμως ο τελικός παραγωγός του προϊόντος επιλέξει το συστατικό παρά τις αντίθετες οδηγίες του παραγωγού του τότε πρόκειται περί ελαττώματος σχεδιασμού την οποία ευθύνη έχει αποκλειστικά ο παραγωγός του τελικού προϊόντος. β) Όταν ο παραγωγός του τελικού προϊόντος παραγγέλλει το συστατικό σε τρίτο παραγωγό ο οποίος αγνοεί τον προορισμό του πράγματος, τότε ο τελευταίος δεν ευθύνεται αν το συστατικό αποδειχθεί ακατάλληλο για τον προορισμό του. Αν όμως ο τελικός κατασκευαστής όταν παραγγέλλει συστατικά στον παραγωγό τους, γνωστοποιώντας του τη συγκεκριμένη χρήση ή προορισμό τους χωρίς να του υποδεικνύει τον τρόπο σχεδιασμού, η ακαταλληλότητα του συστατικού για τη συγκεκριμένη χρήση δεν συνιστά ελάττωμα σχεδιασμού του τελικού προϊόντος. Τέλος, ο παραγωγός που προμηθεύει στον τελικό κατασκευαστή ελαττωματικό μέρος πράγματος, δεν ευθύνεται για το ελάττωμα του προϊόντος αν αυτό οφείλεται στις οδηγίες του τελικού κατασκευαστή. Η κατασκευή σύμφωνα με τις ακριβείς τεχνικές υποδείξεις απαλλάσσει τον παραγωγό του συστατικού για τυχόν ελαττώματα. «Εάν δύο ή περισσότερα πρόσωπα ευθύνονται για την ίδια ζημία, τα πρόσωπα αυτά υπέχουν εις ολόκληρον ευθύνη έναντι του ζημιωθέντος και έχουν δικαίωμα αναγωγής μεταξύ τους ανάλογα με τη συμμετοχή του καθενός στην επέλευση της ζημίας.» Στην περίπτωση αυτή ο ζημιωθείς καταναλωτής στρέφεται κατά οποιουδήποτε εκ των συνυπεύθυνων επιθυμεί, απαιτώντας ολόκληρο το ποσό της οφειλόμενης αποζημίωσης. Όταν καταβληθεί η πλήρης αποζημίωση από τον ενταχθέντα οφειλέτη, οι υπόλοιποι συνοφειλέτες απαλλάσσονται. Μεταξύ των συνοφειλετών υφίστανται δικαίωμα αναγωγής ανάλογα με τη συμμετοχή καθενός εξ αυτών στην επέλευση της ζημίας. Έτσι π.χ. ο προμηθευτής αφού καταβάλει την αποζημίωση στον καταναλωτή, θα στραφεί κατά του εισαγωγέα, και κατά του παραγωγού ανάλογα με το ποσοστό συμβολής καθενός εξ αυτών στην ολική ζημία. «Η ευθύνη του παραγωγού δεν μειώνεται αν η ζημία οφείλεται σωρευτικώς, τόσο σε ελάττωμα του προϊόντος όσο και σε πράξη ή παράλειψη τρίτου εκτός εάν συντρέχει πταίσμα του ζημιωθέντος ή προσώπου για το οποίο ευθύνεται ο ζημιωθείς.» Σε περίπτωση που συντρέχει πταίσμα του ζημιωθέντος παρέχεται η δυνατότητα μείωσης ή ακόμα και άρσης της ευθύνης του παραγωγού ανάλογα με το βαθμό συνυπαιτιότητας του ζημιωθέντος. 21