ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 61 /

Σχετικά έγγραφα
ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 69/

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 75/

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 57/

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 99/

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ (ΕΕ) 2016/65 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 91/ Το ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, αφού έλαβε υπόψη:

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 88/

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 93/

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 82/

Ι10) ΕΙΣOΔOΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔOΣ ΣΤΗ ΖΩΝΗ ΤOΥ ΕΥΡΩ. Η ΥΠ ΑΡΙΘ. 4519/ ΠΡΑΞΗ ΤOΥ ΣΥΜΒOΥΛΙOΥ ΝOΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠOΛΙΤΙΚΗΣ

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 85/

ΟΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 2002 ΕΩΣ (ΑΡ.3) ΤΟΥ Οδηγία δυνάμει των άρθρων 20(3)(β) και 48(2)

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 87/

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 54 /

ΟΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 2002 ΕΩΣ (Αρ. 3) του Οδηγία δυνάμει των άρθρων 20(3)(β) και 48(2)

L 301/6 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΜΕΡΟΣ Ι - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ.80/

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΜΕΡΟΣ Ι - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Ι7) ΕΓΓΥOΔOΤΙΚΑ ΠΕΡΙOΥΣΙΑΚΑ ΣΤOΙΧΕΙΑ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Ι7) ΕΓΓΥOΔOΤΙΚΑ ΠΕΡΙOΥΣΙΑΚΑ ΣΤOΙΧΕΙΑ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Ι8) ΜΕΤΡΑ ΕΛΕΓΧOΥ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 98/

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του

Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

ΗΜΟΣΙΑ ΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΟΥ ΙΕΠΕΙ ΤΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4404,

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

1. Στο τέλος του άρθρου 1 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: (*) ΕΕ L 275 της , σ. 39.» 2. Στο άρθρο 2 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του

G EUAQLOCG SGR MOLIRLASIJGR POKISIJGR RSG FXMG SOT ETQX

ΟΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 2002 ΕΩΣ 2007 (138(Ι)/2002, 166(Ι)/2003 και 34(Ι)/2007)

ΟΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 2002 ΕΩΣ (ΑΡ.3) ΤΟΥ Οδηγία δυνάμει των άρθρων 20(3)(β) και 48(2)

Κατευθυντήριες γραμμές Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τους σύνθετους χρεωστικούς τίτλους και τις δομημένες καταθέσεις

ΟΙ ΠΕΡΙ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 2002 ΕΩΣ Οδηγία δυνάμει των άρθρων 20(3)(β) και 48(2)

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΟΙ ΠΕΡΙ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 1997 ΕΩΣ 2016

D Frankfurt am Main. D Frankfurt am Main. Φαξ ecb d

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 71/

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2011 ΕΩΣ 2013»

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΠΙΝΑΚΩΝ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ (Ζ01/Α1, Ζ02/Α2, Ζ03/Β)

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του

ΠΡΑΞΗ ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΑΡΙΘΜ. 2596/

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

G EUAQLOCG SGR MOLIRLASIJGR POKISIJGR RSG FXMG SOT ETQX UEBQOTAQIOR 2005

105(Ι)/2013 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΝΟΜΟΥΣ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1985 ΜΕΧΡΙ (ΑΡ. 3) ΤΟΥ 2012

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ 19/776/ του Διοικητικού Συμβουλίου

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ.86/

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

C 120/2 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ A01: ΜΕΤΟΧΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 125/

ΑΠΟΦΑΣΗ 2/804/ τoυ Διοικητικού Συμβουλίου. Θέμα: Τροποποίηση του Κανονισμού Εκκαθάρισης Συναλλαγών επί Παραγώγων

Κατευθυντήριες γραμμές

CEMIJG SEJLGQIXRG CIA SA LERA JAI SIR DIADIJARIER MOLIRLASIJGR POKISIJGR SOT ETQX- RTRSGLASOR G EUAQLOCG SGR MOLIRLASIJGR POKISIJGR RSG FXMG SOT ETQX

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κατηγοριοποίηση πελατών

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4289, 29/7/2011

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ECB-PUBLIC ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 4ης Απριλίου 2017

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 111/

ο περί Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμος του 2012

103(Ι)/2013 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Οι Περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμοι του 1999 έως 2015

Δημόσια διαβούλευση. Ερωτήσεις και απαντήσεις

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4289, 29/7/2011 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΣΥΜΦΩΝΙΩΝ ΠΑΡΟΧΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2004

Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2001/914/ΕΚ)

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4364,

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Ν.3723/2008 Published on TaxExperts (

Transcript:

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 61 /6.12.2006 ΘΕΜΑ: Τροποποίηση της Πράξης ΣΝΠ 54/27.2.2004, όπως ισχύει, η οποία αφορά τα μέσα και διαδικασίες εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής από την Τράπεζα της Ελλάδος Το ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, αφού έλαβε υπόψη: α) τα Άρθρα 2, 35α, και 55 του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, β) την Πράξη ΣΝΠ 54/27.2.2004 «Μέσα και διαδικασίες άσκησης νομισματικής πολιτικής από την Τράπεζα της Ελλάδος», όπως τροποποιήθηκε με τις Πράξεις ΣΝΠ 57/24.5.2005 και 60/11.4.2006, γ) την Κατευθυντήρια Γραμμή ΕΚΤ/2000/7 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σχετικά με τα μέσα και τις διαδικασίες άσκησης της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος, όπως τροποποιήθηκε με την Κατευθυντήρια Γραμμή ΕΚΤ/2006/12, δ) την Κατευθυντήρια Γραμμή ΕΚΤ/2001/3 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σχετικά με το Διευρωπαϊκό Αυτοματοποιημένο Σύστημα Ταχείας Μεταφοράς Κεφαλαίων σε Συνεχή Χρόνο (TARGET), όπως ισχύει, ε) το Καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ να τροποποιήσει τις σχετικές διατάξεις της Πράξης ΣΝΠ 54/27.2.2004, όπως ισχύει, και να καθορίσει τα ακόλουθα: Μέρος 1 ο : Πλαίσιο αποδεκτών ασφαλειών Το Κεφάλαιο V της Πράξης ΣΝΠ 54/27.2.2004, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: 1

«Κεφάλαιο V: Ασφάλειες Α. Ορισμοί και κριτήρια καταλληλότητας 1. Η Τράπεζα της Ελλάδος αποδέχεται ως ασφάλειες για τη διενέργεια των πάσης φύσεως πράξεων νομισματικής πολιτικής και την παροχή ενδοημερήσιας πίστωσης τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία ικανοποιούν τα κριτήρια που προβλέπονται στις εκάστοτε ισχύουσες Κατευθυντήριες Γραμμές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), οι οποίες αφορούν τα μέσα και τις διαδικασίες εφαρμογής της ενιαίας νομισματικής πολιτικής (τελευταία σχετική Κατευθυντήρια Γραμμή ΕΚΤ/2006/12, Παράρτημα Ι, Κεφάλαιο 6.2.1 και 6.2.2). 1 2. Τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία διακρίνονται σε εμπορεύσιμα και μη εμπορεύσιμα. Τα εμπορεύσιμα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία δημοσιεύονται από την ΕΚΤ στην ιστοσελίδα της (www.ecb.int). Τα μη εμπορεύσιμα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία πληρούν κοινά σε όλο το Ευρωσύστημα κριτήρια καταλληλότητας που έχει θεσπίσει η ΕΚΤ, αλλά δεν δημοσιεύονται. Επίσης δεν δημοσιεύονται τα εμπορεύσιμα αποδεκτά χρεόγραφα που έχουν εκδοθεί από μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις για τα οποία δεν υπάρχει πιστοληπτική διαβάθμιση από οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. 2 3. Κοινά ομολογιακά δάνεια τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένες αγορές, για τα οποία εκδίδονται ενσώματοι τίτλοι στον κομιστή οι οποίοι διατίθενται εξ ολοκλήρου σε πιστωτικά ιδρύματα, θεωρούνται ότι εμπίπτουν στην κατηγορία των μη εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων. 4. Ειδικά σε ό,τι αφορά τις δανειακές απαιτήσεις απαιτείται να πληρούνται οι ακόλουθες νομικές προϋποθέσεις: δυνατότητα ελέγχου της ύπαρξης των δανειακών απαιτήσεων αναγγελία στον οφειλέτη της δημοσίευσης ενεχύρασης της δανειακής απαίτησης απουσία περιορισμών που συνδέονται με το τραπεζικό ή άλλο απόρρητο και το καθήκον εχεμύθειας απουσία περιορισμών σχετικά με την παροχή της δανειακής απαίτησης ως ασφάλειας απουσία περιορισμών σχετικά με τη ρευστοποίηση της δανειακής απαίτησης. 1 Περιουσιακά στοιχεία της υφιστάμενης σήμερα δεύτερης βαθμίδας που δεν πληρούν τα κριτήρια καταλληλότητας του ενιαίου πλαισίου θα συνεχίσουν να είναι αποδεκτά έως τις 31.5.2007 και οι συναφείς περικοπές αποτίμησης για τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία της δεύτερης βαθμίδας οι οποίες προβλέπονται στην Πράξη ΣΝΠ 54/27.2.2004 εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την παραπάνω ημερομηνία. Επίσης, τα μερίδια των γαλλικών fonds communs de créances (FCC) που περιλαμβάνονται στον κατάλογο περιουσιακών στοιχείων της πρώτης βαθμίδας θα συνεχίσουν να είναι αποδεκτά για μια μεταβατική περίοδο έως τις 31.12.2008. 2 Για τα εν λόγω χρεόγραφα, η καταλληλότητά τους ή μη εξαρτάται από τη διαβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας που προκύπτει από την πηγή αξιολόγησης την οποία επιλέγει ο αντισυμβαλλόμενος σύμφωνα με τους κανόνες του Πλαισίου για την Αξιολόγηση της Πιστοληπτικής Ικανότητας του Ευρωσυστήματος οι οποίοι ισχύουν για τις δανειακές απαιτήσεις. 2

5. Το ελάχιστο ύψος δανειακής απαίτησης, κατά τη στιγμή της υποβολής της ως ασφάλειας στην Τράπεζα της Ελλάδος, ορίζεται σε 500.000 ευρώ. 6. Η επαλήθευση της ύπαρξης δανειακών απαιτήσεων μέσω της διαδικασίας που ορίζεται στις εκάστοτε ισχύουσες Κατευθυντήριες Γραμμές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) οι οποίες αφορούν τα μέσα και τις διαδικασίες εφαρμογής της ενιαίας νομισματικής πολιτικής (τελευταία σχετική Κατευθυντήρια Γραμμή ΕΚΤ/2006/12, Παράρτημα Ι, Παράρτημα 7) ανατίθεται στη Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος της Τράπεζας της Ελλάδος. Ειδικότερες διατάξεις σχετικά με την εκπλήρωση των κριτηρίων περιλαμβάνονται στη Σύμβαση Χρηματοδότησης και Παροχής Ενεχύρου μεταξύ της Τράπεζας της Ελλάδος και του αντισυμβαλλομένου. 7. Για την αποδοχή και χρήση μη εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων ως ασφάλεια, επιβάλλονται προμήθειες το μέγεθος των οποίων καθορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. 8. Σε ό,τι αφορά εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία για τα οποία έχει δοθεί εγγύηση, εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία των οποίων οι εκδότες είναι εγκατεστημένοι σε χώρες της Ομάδας των Δέκα (G-10) εκτός Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) 3, καθώς και χρεόγραφα που προέρχονται από τιτλοποίηση απαιτήσεων (asset-backed securities), οι αντισυμβαλλόμενοι υποχρεούνται να προσκομίζουν επαρκείς, κατά την κρίση της Τράπεζας της Ελλάδος, πληροφορίες και στοιχεία, καθώς και νομική επιβεβαίωση ή/και νομική γνώμη, κατά περίπτωση, προκειμένου να καθίσταται εφικτή η αξιολόγηση της καταλληλότητας των περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν εκάστοτε εντός του Ευρωσυστήματος. Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να καθορίζει το ειδικότερο περιεχόμενο και τον τύπο της ως άνω νομικής επιβεβαίωσης και νομικής γνώμης. 9. Οι αντισυμβαλλόμενοι οφείλουν να μην παρέχουν ως ασφάλεια, ακόμη και εάν πληρούν τα κριτήρια καταλληλότητας, περιουσιακά στοιχεία τα οποία έχουν εκδώσει, χορηγήσει ή για τα οποία έχουν εγγυηθεί οι ίδιοι ή άλλα πρόσωπα με τα οποία οι αντισυμβαλλόμενοι συνδέονται με στενό οικονομικό δεσμό. Για τους σκοπούς της παρούσας Πράξης, θεωρείται ότι υφίσταται στενός οικονομικός δεσμός όταν ο αντισυμβαλλόμενος συνδέεται με έναν εκδότη ή εγγυητή ή οφειλέτη αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων ως εκ του ότι: (i) ο αντισυμβαλλόμενος κατέχει ποσοστό τουλάχιστον 20% του κεφαλαίου του εκδότη ή εγγυητή ή οφειλέτη ή (ii) ένα ή περισσότερα νομικά πρόσωπα στα οποία ο αντισυμβαλλόμενος κατέχει την πλειοψηφία του κεφαλαίου κατέχουν ποσοστό τουλάχιστον 20% του κεφαλαίου του εκδότη ή εγγυητή ή οφειλέτη ή (iii) ο αντισυμβαλλόμενος και ένα ή περισσότερα νομικά πρόσωπα στα οποία ο αντισυμβαλλόμενος κατέχει την πλειοψηφία του κεφαλαίου κατέχουν από κοινού ποσοστό τουλάχιστον 20% του κεφαλαίου του εκδότη ή εγγυητή ή οφειλέτη ή 3 Κατά το χρόνο έκδοσης της παρούσας Πράξης περιλαμβάνονται: ΗΠΑ, Καναδάς, Ιαπωνία, Ελβετία. 3

(iv) ο εκδότης ή ο εγγυητής ή οφειλέτης κατέχει ποσοστό τουλάχιστον 20% του κεφαλαίου του αντισυμβαλλομένου ή (v) ένα ή περισσότερα νομικά πρόσωπα, στα οποία ο εκδότης ή ο εγγυητής ή ο οφειλέτης κατέχει την πλειοψηφία του κεφαλαίου, κατέχουν ποσοστό τουλάχιστον 20% του κεφαλαίου του αντισυμβαλλομένου ή (vi) ο εκδότης ή ο εγγυητής ή ο οφειλέτης και ένα ή περισσότερα νομικά πρόσωπα, στα οποία ο εκδότης ή ο εγγυητής ή ο οφειλέτης κατέχει την πλειοψηφία του κεφαλαίου, κατέχουν από κοινού ποσοστό τουλάχιστον 20% του κεφαλαίου του αντισυμβαλλoμένου ή (vii) ένα τρίτο πρόσωπο κατέχει συγχρόνως την πλειοψηφία του κεφαλαίου του αντισυμβαλλομένου και την πλειοψηφία του κεφαλαίου του εκδότη ή εγγυητή ή οφειλέτη, είτε άμεσα είτε έμμεσα, μέσω ενός ή περισσότερων νομικών προσώπων, στα οποία αυτό το τρίτο πρόσωπο κατέχει την πλειοψηφία του κεφαλαίου. 10. Η προαναφερόμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται: α) στους στενούς δεσμούς που τυχόν συνδέουν τον αντισυμβαλλόμενο με τις δημόσιες αρχές χωρών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης που δημόσια αρχή αποτελεί εγγυητή του εκδότη ή του εγγυητή ή του οφειλέτη), β) στις καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες που πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 22 (4) της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, όπως ισχύει, γ) σε περιπτώσεις στις οποίες τα χρεόγραφα προστατεύονται με νομικές διασφαλίσεις ανάλογες των προβλεπομένων στο εδάφιο (β) της παρούσας παραγράφου. 11. Σε περίπτωση κατά την οποία αντισυμβαλλόμενος χρησιμοποιήσει περιουσιακά στοιχεία που εμπίπτουν σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες της παραγράφου (9) ανωτέρω, οφείλει να ειδοποιήσει αμέσως την Τράπεζα της Ελλάδος. Κατά την αποτίμηση που έπεται της ως άνω ειδοποίησης ή της διαπίστωσης εκ μέρους της Τράπεζας της Ελλάδος ότι συντρέχει ο ως άνω λόγος αποδίδεται μηδενική αξία στα εν λόγω στοιχεία και, εφόσον καταστεί αναγκαίο, ενεργοποιείται ο μηχανισμός κάλυψης διαφορών αποτίμησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ.2, του παρόντος Κεφαλαίου. Επιπλέον, ο αντισυμβαλλόμενος υποχρεούται να αποσύρει τα εν λόγω στοιχεία το συντομότερο δυνατό. 12. Η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί το δικαίωμα να μην αποδέχεται ως ασφάλειες περιουσιακά στοιχεία τα οποία πληρούν τα κριτήρια καταλληλότητας, εφόσον λήγουν πριν από τη λήξη της αντίστοιχης πράξης για την οποία παρέχονται ως ασφάλεια. 13. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει τη διακριτική ευχέρεια να μην αποδεχτεί ως ασφάλειες περιουσιακά στοιχεία τα οποία πληρούν τα κριτήρια καταλληλότητας, εφόσον υπάρχει σχετική εισοδηματική ροή (π.χ. πληρωμή τοκομεριδίου) κατά τη διάρκεια ισχύος της καλυπτόμενης πράξης νομισματικής πολιτικής. 14. Όλα τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία δύνανται να χρησιμοποιούνται για όλες τις πράξεις νομισματικής πολιτικής και την παροχή ενδοημερήσιας πίστωσης, με 4

εξαίρεση τις πράξεις οριστικής αγοράς ή πώλησης, όπου χρησιμοποιούνται μόνον τα εμπορεύσιμα στοιχεία. Β. Πιστοληπτική διαβάθμιση περιουσιακών στοιχείων 1. Η αξιολόγηση των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων γίνεται με βάση το Πλαίσιο για την Αξιολόγηση της Πιστοληπτικής Ικανότητας του Ευρωσυστήματος το οποίο περιγράφεται στις Κατευθυντήριες Γραμμές της ΕΚΤ οι οποίες αφορούν τα μέσα και τις διαδικασίες εφαρμογής της ενιαίας νομισματικής πολιτικής (τελευταία σχετική Κατευθυντήρια Γραμμή ΕΚΤ/2006/12, Παράρτημα Ι, Κεφάλαιο 6.3). 2. Προκειμένου να γίνουν αποδεκτά ως ασφάλειες στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος τα περιουσιακά στοιχεία πρέπει να αξιολογηθούν ως υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης. Για την αξιολόγηση το Ευρωσύστημα λαμβάνει υπόψη πληροφορίες προερχόμενες από συστήματα αξιολόγησης που ανήκουν σε μία από τις εξής τέσσερις πηγές: α) τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (External Credit Assessment Institutions ECAI ), β) τα εσωτερικά συστήματα αξιολόγησης των εθνικών κεντρικών τραπεζών (In-house Credit Assessment Systems), γ) τα εσωτερικά συστήματα διαβάθμισης των ίδιων των αντισυμβαλλομένων (Ιnternal Ratings-Based systems IRB ) και δ) τα μέσα διαβάθμισης (εφαρμογές λογισμικού) που διατίθενται από τρίτους φορείς (Rating Tools). Για την εξασφάλιση της ισοδυναμίας μεταξύ των διαφορετικών συστημάτων αξιολόγησης, το Ευρωσύστημα έχει θεσπίσει κριτήρια αποδοχής αυτών των συστημάτων, τα οποία περιλαμβάνονται στις Κατευθυντήριες Γραμμές της ΕΚΤ οι οποίες αφορούν τα μέσα και τις διαδικασίες εφαρμογής της ενιαίας νομισματικής πολιτικής (τελευταία σχετική Κατευθυντήρια Γραμμή ΕΚΤ/2006/12, Παράρτημα Ι, Κεφάλαιο 6.3.4). Η ΕΚΤ δημοσιεύει τα αποδεκτά, για σκοπούς πράξεων νομισματικής πολιτικής και παροχής ενδοημερήσιας ρευστότητας, συστήματα των πηγών (α), (β) και (δ) στην ιστοσελίδα της. 3. Oι αντισυμβαλλόμενοι της Τράπεζας της Ελλάδος έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιήσουν την αξιολόγηση οιασδήποτε από τις τέσσερις πηγές της ανωτέρω παραγράφου. Προκειμένου περί της πηγής (β) οι αντισυμβαλλόμενοι της Τράπεζας της Ελλάδος μπορούν να κάνουν χρήση ενός εσωτερικού συστήματος αξιολόγησης άλλης Εθνικής Κεντρικής Τράπεζας του Ευρωσυστήματος. 4. Αντισυμβαλλόμενος ο οποίος προτίθεται να χρησιμοποιήσει το δικό του εσωτερικό σύστημα διαβάθμισης (IRB system) υποβάλλει αίτηση στην Τράπεζα της Ελλάδος, στην οποία περιλαμβάνονται στοιχεία τα οποία καθορίζει η Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις Κατευθυντήριες Γραμμές της ΕΚΤ οι οποίες αφορούν τα μέσα και τις διαδικασίες εφαρμογής της ενιαίας νομισματικής πολιτικής (τελευταία σχετική Κατευθυντήρια Γραμμή ΕΚΤ/2006/12, Παράρτημα Ι, Κεφάλαιο 6.3.4). 5

5. Η πιστοληπτική ικανότητα των οφειλετών ή εγγυητών των δανειακών απαιτήσεων διαπιστώνεται σύμφωνα με τους κανόνες τους οποίους έχει θεσπίσει το Ευρωσύστημα και περιέχονται στις Κατευθυντήριες Γραμμές της ΕΚΤ οι οποίες αφορούν τα μέσα και τις διαδικασίες εφαρμογής της ενιαίας νομισματικής πολιτικής (τελευταία σχετική Κατευθυντήρια Γραμμή ΕΚΤ/2006/12, Παράρτημα Ι, Κεφάλαιο 6.3.3). 6. Η ελάχιστη απαιτούμενη διαβάθμιση αποδεκτού περιουσιακού στοιχείου ορίζεται ως Α 4. 7. Ειδικά σε ό,τι αφορά τις δανειακές απαιτήσεις, οι αντισυμβαλλόμενοι υποχρεούνται να επιλέξουν μια μόνον πηγή αξιολόγησης και να τη διατηρήσουν για τουλάχιστον ένα έτος. Περαιτέρω, επιλέγουν ένα μόνο σύστημα αξιολόγησης από την επιλεχθείσα πηγή 5. Για τη χρησιμοποίηση περισσότερων πηγών αξιολόγησης στη διάρκεια του έτους ή για την αλλαγή της πηγής μετά την πάροδο ενός έτους απαιτείται αιτιολογημένη έγγραφη αίτηση προς την Τράπεζα της Ελλάδος. Η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί το δικαίωμα απόρριψης αυτής της αίτησης. 8. Οι αντισυμβαλλόμενοι πρέπει να γνωστοποιούν αμέσως στην Τράπεζα της Ελλάδος κάθε πιστωτικό γεγονός, όπως, για παράδειγμα, καθυστέρηση πληρωμών από τους οφειλέτες, του οποίου λαμβάνουν γνώση και, εφόσον απαιτείται, πρέπει να αποσύρουν ή να αντικαθιστούν το περιουσιακό στοιχείο. Επιπλέον, από το σύστημα ή την πηγή αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας που έχουν επιλέξει, οι αντισυμβαλλόμενοι υποχρεούνται να χρησιμοποιούν τις πιο πρόσφατες διαθέσιμες πληροφορίες για τους οφειλέτες 6 ή εγγυητές των υποβληθέντων περιουσιακών στοιχείων. 9. Η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίσει κατά πόσον μια έκδοση, ένας εκδότης ή εγγυητής ή οφειλέτης ικανοποιεί τα ελάχιστα απαιτούμενα κριτήρια ποιότητας και να απορρίψει περιουσιακά στοιχεία με βάση οποιεσδήποτε συναφείς πληροφορίες έχει στη διάθεσή της. Γ. Αποτίμηση ασφαλειών 1. Η Τράπεζα της Ελλάδος εφαρμόζει, κατά κανόνα, το σύστημα συγκέντρωσης ασφαλειών 7 για την παροχή ρευστότητας στους αντισυμβαλλομένους έναντι ενεχύρου αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων. Το εν λόγω σύστημα προβλέπει τη 4 Η διαβάθμιση A ισούται με τη διαβάθμιση μακροπρόθεσμου χρέους A- της Fitch και της S&P ή την Α3 της Moody s. 5 Η υποχρέωση δεν ισχύει όταν η επιλεχθείσα πηγή αξιολόγησης είναι αποδεκτός οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ECAI). 6 Στην περίπτωση των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων που εκδίδονται από μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και για τα οποία δεν υπάρχει πιστοληπτική διαβάθμιση από οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ECAI), αυτή η υποχρέωση ισχύει για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του εκδότη. 7 Βλ. Παράρτημα 2. 6

δημιουργία μίας συνολικής βάσης επαρκών ασφαλειών για την κάλυψη του συνόλου των παρεχόμενων πιστώσεων μέσω των αντιστρεπτέων πράξεων, της πάγιας διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης ή για σκοπούς ενδοημερήσιας ρευστότητας. Παράλληλα, η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί το δικαίωμα να επιλέξει, κατά περίπτωση, την εφαρμογή του συστήματος εξειδίκευσης ασφαλειών 8 έναντι ενεχύρου αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων ή της αγοράς αποδεκτών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων από τους αντισυμβαλλομένους με συμφωνία επαναπώλησης. 2. Η αποτίμηση των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων γίνεται ημερησίως σε τρέχουσες τιμές, με βάση την τιμή αναφοράς κάθε εργάσιμης ημέρας όπως προσδιορίζεται ανά περιουσιακό στοιχείο στην αγορά στην οποία αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Στην περίπτωση που υφίστανται περισσότερες από μία τιμές, λαμβάνεται υπόψη η χαμηλότερη. Στην περίπτωση που δεν ανακοινωθεί σχετική τιμή κατά την εργάσιμη ημέρα πριν από την αποτίμηση, ως τιμή αναφοράς λαμβάνεται η τιμή της τελευταίας εργάσιμης ημέρας. Σε περίπτωση που η τιμή αναφοράς είναι παλαιότερη των πέντε ημερών ή έχει παραμείνει αμετάβλητη για πέντε συνεχείς ημέρες, χρησιμοποιείται η μεθοδολογία του Ευρωσυστήματος για τον προσδιορισμό θεωρητικής τιμής. Στην τρέχουσα τιμή προστίθενται οι δεδουλευμένοι τόκοι. Ως τιμή αναφοράς στην περίπτωση τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου λαμβάνεται η τιμή της Ηλεκτρονικής Δευτερογενούς Αγοράς Τίτλων (ΗΔΑΤ) του άρθρου 26 του Ν. 2515/1997, όπως ισχύει. 3. Η Τράπεζα της Ελλάδος αποτιμά τα μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία με βάση το ανεξόφλητο υπόλοιπο, για κάθε μεταβολή του οποίου το αντισυμβαλλόμενο πιστωτικό ίδρυμα ενημερώνει έγκαιρα, και σε κάθε περίπτωση εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας, την Τράπεζα της Ελλάδος. Δ. Μέτρα ελέγχου κινδύνων 1. Περικοπές επί της αποτίμησης Οι περικοπές επί της αποτίμησης μειώνουν κατά συγκεκριμένο ποσοστό την αξία των χρησιμοποιουμένων ως ασφάλεια περιουσιακών στοιχείων, για τα μεν εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία ανάλογα με το βαθμό ρευστότητας, το είδος τοκομεριδίου και την εναπομένουσα διάρκεια μέχρι τη λήξη του περιουσιακού στοιχείου, για τα δε μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία ανάλογα με το είδος του επιτοκίου και την εναπομένουσα διάρκεια. α) Εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία 8 Βλ. Παράρτημα 2. 7

i) Για τον υπολογισμό της περικοπής, τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία κατανέμονται κατά φθίνοντα βαθμό ρευστότητας σε μία από τις πιο κάτω τέσσερις κατηγορίες 9 : ΠΙΝΑΚΑΣ 1 Κατηγορία Ι Κατηγορία ΙΙ Κατηγορία ΙΙΙ Κατηγορία ΙV Χρεόγραφα κεντρικής κυβέρνησης Χρεόγραφα τοπικών και περιφερειακών κυβερνήσεων Παραδοσιακά καλυμμένα τραπεζικά ομόλογα Χρεόγραφα προερχόμενα από τιτλοποίηση απαιτήσεων (α) Χρεόγραφα εκδοθέντα από κεντρικές τράπεζες (β) Καλυμμένα τραπεζικά ομόλογα τύπου Jumbo (γ) Χρεόγραφα ειδικών φορέων-εκδοτών χρεογράφων Χρεόγραφα υπερεθνικών οργανισμών Χρεόγραφα πιστωτικών ιδρυμάτων Χρεόγραφα εκδοθέντα από εταιρίες και άλλους εκδότες (δ) (α) Χρεόγραφα προερχόμενα από τιτλοποίηση απαιτήσεων υπάγονται στην κατηγορία ρευστότητας ΙV, ανεξάρτητα από την ταξινόμηση του εκδότη. (β) Τα πιστοποιητικά χρέους που εκδίδονται εκάστοτε από την ΕΚΤ και τα χρεόγραφα που έχουν εκδοθεί από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες πριν από την υιοθέτηση του ευρώ στα αντίστοιχα κράτη-μέλη υπάγονται στην κατηγορία ρευστότητας Ι. (γ) Περιλαμβάνονται αποκλειστικά και μόνο τίτλοι με ποσό έκδοσης τουλάχιστον 1 δισεκ. ευρώ και για τους οποίους τουλάχιστον τρεις βασικοί διαπραγματευτές αγοράς παρέχουν σε τακτική βάση τιμές αγοράς και πώλησης. (δ) Μόνο οι τίτλοι που εκδίδονται από εκδότες οι οποίοι έχουν ταξινομηθεί από την ΕΚΤ ως "ειδικοί φορείς-εκδότες χρεογράφων" περιλαμβάνονται στην κατηγορία ρευστότητας ΙΙ. Οι τίτλοι που εκδίδονται από άλλους ειδικούς φορείς-εκδότες χρεογράφων, περιλαμβάνονται στην κατηγορία ρευστότητας ΙΙΙ. ii) Με βάση τις ανωτέρω κατηγορίες ρευστότητας, τα ποσοστά περικοπών επί της αποτίμησης που εφαρμόζονται στα αποδεκτά εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία σταθερού και μηδενικού τοκομεριδίου καθορίζονται κατά κλιμάκιο εναπομένουσας διάρκειας, ως ακολούθως 10 : 9 Γενικά, η ταξινόμηση του εκδότη καθορίζει την κατηγορία ρευστότητας. Ωστόσο, όλα τα χρεόγραφα που προέρχονται από τιτλοποίηση απαιτήσεων υπάγονται στην κατηγορία ΙV, ανεξάρτητα από την ταξινόμηση του εκδότη. Τα καλυμμένα χρεόγραφα τύπου «Jumbo» υπάγονται στην κατηγορία ΙΙ, αντίθετα με τα λοιπά χρεόγραφα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία υπάγονται στην κατηγορία ΙΙΙ. 10 Οι ως άνω περικοπές εφαρμόζονται επίσης σε τίτλους με ρήτρα τιμαρίθμου καθώς και σε τίτλους των οποίων το τοκομερίδιο συναρτάται με την πιστοληπτική διαβάθμιση του εκδότη. 8

Εναπομένουσα διάρκεια ΠΙΝΑΚΑΣ 2 Ποσοστά περικοπής για εμπορεύσιμα περουσιακά στοιχεία ανά κατηγορία ρευστότητας Κατηγορία Ι Κατηγορία ΙΙ Κατηγορία ΙΙΙ Κατηγορία ΙV σταθερό τοκ/διο μηδενικό τοκ/διο σταθερό τοκ/διο μηδενικό τοκ/διο σταθερό τοκ/διο μηδενικό τοκ/διο σταθερό τοκ/διο μηδενικό τοκ/διο 0-1 έτος 0,5% 0,5% 1% 1% 1,5% 1,5% 2% 2% 1-3 έτη 1,5% 1,5% 2,5% 2,5% 3% 3% 3,5% 3,5% 3-5 έτη 2,5% 3% 3,5% 4% 4,5% 5% 5,5% 6% 5-7 έτη 3% 3,5% 4,5% 5% 5,5% 6% 6,5% 7% 7-10 έτη 4% 4,5% 5,5% 6,5% 6,5% 8% 8% 10% > 10 έτη 5,5% 8,5% 7,5% 12% 9% 15% 12% 18% iii) Οι περικοπές επί της αποτίμησης που εφαρμόζονται στα αποδεκτά εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία με αντιστρόφως κυμαινόμενο επιτόκιο είναι ίδιες για όλες τις κατηγορίες ρευστότητας και έχουν ως εξής: ΠΙΝΑΚΑΣ 3 Ποσοστά περικοπής για εμπορεύσιμα περουσιακά στοιχεία με αντιστρόφως κυμαινόμενο επιτόκιο Εναπομένουσα Ποσοστό περικοπής διάρκεια 0-1 έτος 2% 1-3 έτη 7% 3-5 έτη 10% 5-7 έτη 12% 7-10 έτη 17% > 10 έτη 25% 9

iv) Οι περικοπές που εφαρμόζονται στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία κυμαινόμενου τοκομεριδίου 11 είναι ίδιες με αυτές που προβλέπονται στον ανωτέρω Πίνακα 2 για εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία σταθερού τοκομεριδίου και εναπομένουσας διάρκειας 0-1 έτος της αντίστοιχης κατηγορίας ρευστότητας στην οποία υπάγεται ο τίτλος. v) Τα μέτρα ελέγχου κινδύνων που εφαρμόζονται στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία με περισσότερα του ενός είδους τοκομερίδια εξαρτώνται μόνον από τα είδη τοκομεριδίων που ισχύουν κατά το εναπομένον μέχρι τη λήξη του περιουσιακού στοιχείου διάστημα. Η εφαρμοζόμενη περικοπή σε αυτά τα περιουσιακά στοιχεία καθορίζεται ίση με την υψηλότερη περικοπή από εκείνες που ισχύουν για περιουσιακά στοιχεία με την ίδια εναπομένουσα διάρκεια, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα είδη τοκομεριδίων των οποίων η πληρωμή θα πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια του εναπομένοντος μέχρι τη λήξη του περιουσιακού στοιχείου διαστήματος. β) Μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία i) Τα ποσοστά περικοπών επί του ανεξόφλητου υπολοίπου τα οποία εφαρμόζονται στα αποδεκτά μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία σταθερού επιτοκίου καθορίζονται κατά κλιμάκιο εναπομένουσας διάρκειας, ως ακολούθως: ΠΙΝΑΚΑΣ 4 Ποσοστά περικοπής για μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία σταθερού επιτοκίου Εναπομένουσα διάρκεια Ποσοστό περικοπής 0-1 έτος 9% 1-3 έτη 15% 3-5 έτη 20% 5-7 έτη 24% 7-10 έτη 29% > 10 έτη 41% 11 Η πληρωμή ενός τοκομεριδίου θεωρείται ως κυμαινόμενη εάν το εν λόγω τοκομερίδιο συνδέεται με ορισμένο επιτόκιο αναφοράς και η περίοδος επαναπροσδιορισμού του δεν υπερβαίνει το ένα έτος. Τοκομερίδια των οποίων η περίοδος επαναπροσδιορισμού είναι μεγαλύτερη του έτους αντιμετωπίζονται ως πληρωμές σταθερού τοκομεριδίου, και ως εναπομένουσα διάρκεια, για σκοπούς εφαρμογής της περικοπής αποτίμησης, λογίζεται η εναπομένουσα διάρκεια μέχρι τη λήξη του τίτλου. 10

ii) Το ποσοστό περικοπής επί του ανεξόφλητου υπολοίπου το οποίο εφαρμόζεται στα αποδεκτά μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία κυμαινόμενου επιτοκίου 12 καθορίζεται σε 7%. iii) Τα μέτρα ελέγχου κινδύνων που εφαρμόζονται στα αποδεκτά μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία με περισσότερα του ενός είδους εφαρμοζόμενα επιτόκια κατά την εναπομένουσα διάρκεια εξαρτώνται μόνον από τα είδη επιτοκίων που ισχύουν κατά το εναπομένον μέχρι τη λήξη του περιουσιακού στοιχείου διάστημα. Αν υπάρχει περισσότερο του ενός είδους επιτόκια στο εναπομένον διάστημα, η εφαρμοζόμενη περικοπή καθορίζεται ίση με την περικοπή που ισχύει για περιουσιακό στοιχείο με την ίδια εναπομένουσα διάρκεια και σταθερό επιτόκιο. iv) Ειδικά για τα μη εμπορεύσιμα χρεόγραφα εξασφαλισμένα με στεγαστικά δάνεια (Retail Mortgage-Backed Debt Instruments) εφαρμόζεται περικοπή ίση με 20%. 2. Κάλυψη των διαφορών αποτίμησης Στην περίπτωση που η προσαρμοσμένη αξία των περιουσιακών στοιχείων, δηλαδή, προκειμένου περί εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων, η αξία τους πλέον τόκων μειωμένη κατά τις περικοπές επί της αποτίμησης, ή, προκειμένου περί μη εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων, η αξία τους μειωμένη κατά τις περικοπές επί του ανεξόφλητου υπολοίπου, αποκλίνει κατά τα πιο κάτω προκαθορισμένα ποσοστά από το ύψος της χρηματοδότησης από την Τράπεζα της Ελλάδος, ενεργοποιείται συμμετρικά για την Τράπεζα της Ελλάδος και τους αντισυμβαλλομένους, ο ακόλουθος μηχανισμός κάλυψης της διαφοράς: α) Εάν η προσαρμοσμένη αξία των περιουσιακών στοιχείων που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια για την κάλυψη χρηματοδότησης εκ μέρους της Τράπεζας της Ελλάδος υπολείπεται της χορηγηθείσας χρηματοδότησης κατά ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 0,5% του ύψους αυτής, οι αντισυμβαλλόμενοι υποχρεούνται να παραδώσουν πρόσθετα περιουσιακά στοιχεία ή να καταβάλουν μετρητά στην Τράπεζα της Ελλάδος μέχρι του ποσού που θα αποκαθιστά πλήρως την υφιστάμενη διαφορά. β) Εάν η προσαρμοσμένη αξία των ως άνω περιουσιακών στοιχείων υπερβαίνει τη χορηγηθείσα χρηματοδότηση κατά ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 0,5% του ύψους αυτής, η Τράπεζα της Ελλάδος επιστρέφει περιουσιακά στοιχεία ή μετρητά στους αντισυμβαλλομένους μέχρι του ποσού που θα αποκαθιστά πλήρως την υφιστάμενη διαφορά. 12 Για το κριτήριο υπαγωγής ενός περιουσιακού στοιχείου στην κατηγορία κυμαινόμενου επιτοκίου βλέπε υποσημείωση 11. 11

Ε. Άλλες διατάξεις 1. Στις πράξεις οριστικής αγοράς ή πώλησης δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις περί αποτίμησης, μέτρων ελέγχου κινδύνων και μηχανισμού κάλυψης διαφορών αποτίμησης του παρόντος κεφαλαίου. 2. Οι περικοπές δεν εφαρμόζονται στις πράξεις ανοικτής αγοράς για την απορρόφηση ρευστότητας από την Τράπεζα της Ελλάδος. 3. Οι τυχόν φόροι επί των τόκων των αποδεκτών τίτλων δεν επηρεάζουν τον τρόπο αποτίμησης. 4. Πέραν των μέτρων ελέγχου κινδύνων που προβλέπονται στις παραγράφους Δ.1 και Δ.2 του παρόντος Κεφαλαίου η Τράπεζα της Ελλάδος, ενεργώντας σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες αποφάσεις της ΕΚΤ, δύναται, εν γένει, επίσης: α) να επιβάλλει αρχικά περιθώρια 13 τα οποία προσαυξάνουν κατά συγκεκριμένο ποσοστό επί του ποσού της χρηματοδότησης την απαιτούμενη αξία των προς ενεχύραση περιουσιακών στοιχείων, β) να επιβάλλει ποσοτικά όρια στην αποδοχή περιουσιακών στοιχείων σε σχέση με εκδότες, οφειλέτες ή εγγυητές, γ) να απαιτεί πρόσθετες εγγυήσεις από οικονομικά εύρωστους φορείς προκειμένου να δεχθεί ορισμένα περιουσιακά στοιχεία. 5. Η ΕΚΤ μπορεί να αποφασίσει οποτεδήποτε τη διαγραφή ορισμένων περιουσιακών στοιχείων από τον κατάλογο των αποδεκτών ασφαλειών. Στις περιπτώσεις διαγραφής, εάν τα διαγραφόμενα περιουσιακά στοιχεία καλύπτουν υφιστάμενες κατά το χρόνο της διαγραφής πράξεις νομισματικής πολιτικής, είτε αντικαθίστανται με νέα, είτε ενεργοποιείται ο μηχανισμός κάλυψης διαφορών αποτίμησης. Επιπλέον, οι αντισυμβαλλόμενοι υποχρεούνται να αποσύρουν τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία το συντομότερο δυνατό. ΣΤ. Διασυνοριακή χρήση ασφαλειών 1. Οι αντισυμβαλλόμενοι δύνανται να λαμβάνουν χρηματοδότηση από την Τράπεζα της Ελλάδος χρησιμοποιώντας περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται κατατεθειμένα ή διαθέσιμα σε άλλο κράτος-μέλος της ζώνης του ευρώ. Τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιηθούν διασυνοριακά σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ για το διακανονισμό οποιασδήποτε πράξης χορήγησης ρευστότητας έναντι ασφαλειών μέσω: α) του Συστήματος Ανταποκριτριών Κεντρικών Τραπεζών το οποίο έχει αναπτυχθεί από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες και την ΕΚΤ ή 13 Βλ. Παράρτημα 2. 12

β) της ζεύξης των συστημάτων διακανονισμού αξιών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία ικανοποιούν τις προδιαγραφές του Ευρωσυστήματος και έχουν αξιολογηθεί ως αποδεκτά από την ΕΚΤ (όπως δημοσιοποιούνται στην ιστοσελίδα της ΕΚΤ). Το Σύστημα Ανταποκριτριών Κεντρικών Τραπεζών μπορεί να χρησιμοποιηθεί για όλα τα περιουσιακά στοιχεία. Οι ζεύξεις των συστημάτων διακανονισμού αξιών μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία. 2. Μέσω της λειτουργίας του Συστήματος Ανταποκριτριών Κεντρικών Τραπεζών, διασφαλίζεται από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες και την ΕΚΤ ότι όλα τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία που ή εκδίδονται και είναι κατεθειμένα, εάν είναι τίτλοι, ή που είναι άλλως διαθέσιμα προς παροχήν ασφάλειας σε κράτος-μέλος της ζώνης του ευρώ, μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε διασυνοριακή βάση. 3. Για τη λειτουργία του Συστήματος Ανταποκριτριών Κεντρικών Τραπεζών, κάθε εθνική κεντρική τράπεζα του Ευρωσυστήματος διατηρεί λογαριασμούς και ενεργεί ως ανταποκριτής των υπόλοιπων εθνικών κεντρικών τραπεζών. 4. Στη διασυνοριακή χρήση των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων εφαρμόζονται οι διαδικασίες, το χρονοδιάγραμμα και οι όροι λειτουργίας που ισχύουν στο πλαίσιο του Συστήματος Ανταποκριτριών Κεντρικών Τραπεζών.» Μέρος 2ο : Λοιπές τροποποιήσεις Μετά την αντικατάσταση του Κεφαλαίου V, τροποποιούνται οι συνδεόμενες με το Κεφάλαιο αυτό διατάξεις που αναφέρονται στα λοιπά Κεφάλαια της Πράξης ΣΝΠ 54/27.2.2004, ως ακολούθως: 1. Στο Κεφάλαιο Ι, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται, ως εξής: «Δεν τίθενται εκ των προτέρων περιορισμοί ή προϋποθέσεις ως προς την επιλογή των αντισυμβαλλομένων που δικαιούνται να συμμετέχουν σε πράξεις οριστικής αγοράς ή πώλησης αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων. Σε ό,τι αφορά ειδικά τις πράξεις αυτές, ως "αντισυμβαλλόμενοι" νοούνται κατ αρχήν και νομικά πρόσωπα τα οποία δεν είναι πιστωτικά ιδρύματα, ισχύουσας εν προκειμένω της διάταξης της παραγράφου Γ.2. του Κεφαλαίου VI της παρούσας Πράξης.» 2. Στο Κεφάλαιο ΙΙ, η παράγραφος Α.2 αντικαθίσταται, ως εξής: «Κατά τη διενέργεια των αντιστρεπτέων πράξεων, η Τράπεζα της Ελλάδος: α) χορηγεί δάνεια έναντι ενεχύρου επί αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων, όπως αυτά ορίζονται στο Κεφάλαιο V της παρούσης Πράξης ή β) αγοράζει ή πωλεί αποδεκτά εμπορεύσιμα στοιχεία με συμφωνία, αντιστοίχως, επαναπώλησης ή επαναγοράς τους. Οι όροι των ως άνω συναλλαγών εξειδικεύονται στη Σύμβαση 13

Χρηματοδότησης και Παροχής Ενεχύρου και τη Σύμβαση Πώλησης Τίτλων με Συμφωνία Επαναγοράς μεταξύ της Τράπεζας της Ελλάδος και των αντισυμβαλλομένων.» 3. Στο Κεφάλαιο ΙΙΙ, το πρώτο εδάφιο της Ενότητας Α, αντικαθίσταται, ως εξής: «Για την κάλυψη των προσωρινών αναγκών τους σε κεφάλαια, οι αντισυμβαλλόμενοι που πληρούν τις προϋποθέσεις του Κεφαλαίου Ι της παρούσας Πράξης, μπορούν να χρησιμοποιούν τη διευκόλυνση οριακής χρηματοδότησης έναντι ενεχύρου αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων, όπως αυτά ορίζονται στο Κεφάλαιο V, ή στο πλαίσιο συμβάσεων για την πώληση αποδεκτών εμπορεύσιμων στοιχείων με συμφωνία επαναγοράς, σύμφωνα με τους ακόλουθους όρους και προϋποθέσεις» 4. Στο Κεφάλαιο ΙV, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται, ως εξής: «Στο πλαίσιο λειτουργίας του Συστήματος ΕΡΜΗΣ/TARGET και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας, η Τράπεζα της Ελλάδος παρέχει προς τους αντισυμβαλλομένους ενδοημερήσια πίστωση έναντι ενεχύρου περιουσιακών στοιχείων. Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται επίσης να παρέχει ενδοημερήσια πίστωση μέσω αγοράς εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων από τους αντισυμβαλλομένους με συμφωνία επαναπώλησης. Η ενδοημερήσια πίστωση παρέχεται με ασφάλεια τα περιουσιακά στοιχεία που προβλέπονται στο Κεφάλαιο V της παρούσας Πράξης, σύμφωνα με τους ακόλουθους όρους και προϋποθέσεις:» 5. Στο Κεφάλαιο VI, η παράγραφος Γ.3 αντικαθίσταται ως εξής: «Στις πράξεις οριστικής αγοράς ή πώλησης περιουσιακών στοιχείων χρησιμοποιούνται αποκλειστικά εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία». 6. Στο Κεφάλαιο VIIΙ, η παράγραφος Α.2.α. αντικαθίσταται, ως εξής: «Σε περίπτωση που αντισυμβαλλόμενος δεν συμμορφώνεται με τους κανόνες χορήγησης των περιουσιακών στοιχείων που παρέχονται ως ασφάλεια για μια πράξη, δηλαδή i) στην περίπτωση που αντισυμβαλλόμενος καταθέτει ή δεσμεύει ως ασφάλεια περιουσιακά στοιχεία μη αποδεκτά (δηλαδή περιουσιακά στοιχεία εκδιδόμενα ή εγγυημένα ή οφειλόμενα από τον ίδιο τον αντισυμβαλλόμενο ή από πρόσωπο με τον οποίο ο αντισυμβαλλόμενος συνδέεται με στενό οικονομικό δεσμό, όπως η έννοια αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο Α.7 του Κεφαλαίου V της παρούσας Πράξης, ή περιουσιακά στοιχεία που δεν περιέχονται στους καταλόγους αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων) ή ii) σε περίπτωση που περιουσιακά στοιχεία παρεχόμενα ως ασφάλεια της συναλλαγής δεν αντικαθίστανται, όπως ορίζεται στο σημείο (β) της παρούσας παραγράφου, συνεπεία ενός γεγονότος μετά την επέλευση του οποίου τα περιουσιακά στοιχεία κατέστησαν μη αποδεκτά κατά την έννοια του εδαφίου (i) της παρούσας παραγράφου, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει το δικαίωμα να λάβει τα ακόλουθα μέτρα» 7. Στο Κεφάλαιο VIIΙ, η παράγραφος Α.2.β.i αντικαθίσταται, ως εξής: 14

«Όταν τα περιουσιακά στοιχεία καταστούν μη αποδεκτά εξαιτίας συγχώνευσης μεταξύ του αντισυμβαλλομένου και του εκδότη ή οφειλέτη ή εγγυητή των περιουσιακών στοιχείων και δεν αντικατασταθούν από τον αντισυμβαλλόμενο εντός περιόδου χάριτος 20 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία η συγχώνευση κατέστη οριστική και νομικώς δεσμευτική για τα μέρη». 8. Στο Κεφάλαιο VIIΙ, η παράγραφος Α.2.β.iii αντικαθίσταται, ως εξής: «Όταν τα περιουσιακά στοιχεία καταστούν μη αποδεκτά μετά την κατάθεσή τους στην Τράπεζα της Ελλάδος ως συνέπεια άλλων περιστάσεων (π.χ. εάν τα περιουσιακά στοιχεία παύσουν να περιλαμβάνονται στους καταλόγους αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων) και δεν αντικατασταθούν από τον αντισυμβαλλόμενο εντός περιόδου χάριτος 20 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία το περιουσιακό στοιχείο κατέστη μη αποδεκτό.» 9. Ο όρος «τίτλοι» αντικαθίσταται με τον όρο «περιουσιακά στοιχεία» στις ακόλουθες περιπτώσεις: Κεφάλαιο ΙΙΙ, παράγραφος Α.4 Κεφάλαιο ΙΙΙ, παράγραφος Α.5.α, Κεφάλαιο ΙV, παράγραφος 2, Κεφάλαιο VI, παράγραφος Α.7.α., με εξαίρεση τη δεύτερη υποπαράγραφο, όπου ο όρος «τίτλοι» αντικαθίσταται με τον όρο «εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία» Κεφάλαιο VI, παράγραφος Α.7.ε, Κεφάλαιο VIII Ενότητα Α, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίπτωση, Κεφάλαιο VIIΙ, Ενότητα Α, παράγραφος 1, και Κεφάλαιο VIIΙ, Ενότητα Α, παράγραφος 2.. 10. Στην περίπτωση των πράξεων οριστικής αγοράς ή πώλησης τίτλων, ο όρος «τίτλοι» αντικαθίσταται με τον όρο «περιουσιακά στοιχεία» στις ακόλουθες περιπτώσεις: Κεφάλαιο Ι, παράγραφος 4.α, Κεφάλαιο ΙΙ, Ενότητα Β, Κεφάλαιο VI, παράγραφος Α.7.δ, Κεφάλαιο VI, παράγραφος Β.1 Κεφάλαιο VI, παράγραφος Γ.1 Κεφάλαιο VI, παράγραφος Γ.2 και Κεφάλαιο VII, παράγραφος 4. 11. Κάθε αναφορά στις Ενότητες «Β» και «Γ» του Κεφαλαίου V της Πράξης ΣΝΠ 54/27.2.2004 νοείται ως αναφορά στις Ενότητες «Γ» και «Δ» του Κεφαλαίου V στις ακόλουθες περιπτώσεις: Κεφάλαιο ΙΙΙ, παράγραφος Α.4.α, Κεφάλαιο ΙΙΙ, παράγραφος Α.4.β.(ii), Κεφάλαιο ΙΙΙ, παράγραφος A.5.α Κεφάλαιο IV, παράγραφος 2 και Κεφάλαιο VI, παράγραφος Α.7.α. 15

12. Στο Παράρτημα 2 (Γλωσσάριο) τροποποιείται ο ορισμός της περικοπής αποτίμησης αγοραίας αξίας τίτλων (haircut) ως εξής: «Περικοπή αποτίμησης αξίας τίτλων (haircut): μέτρο ελέγχου κινδύνων το οποίο εφαρμόζεται στα περιουσιακά στοιχεία που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια στις αντιστρεπτέες συναλλαγές. Σύμφωνα με αυτό η κεντρική τράπεζα υπολογίζει την αξία των περιουσιακών στοιχείων, όπως προβλέπεται από την παρούσα Πράξη, μείον ένα ορισμένο ποσοστό (περικοπή)». Η παρούσα Πράξη ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2007. Από τις διατάξεις της παρούσας Πράξης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού. Η Πράξη αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος Α ). ΤΑ ΜΕΛΗ Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Νικόλαος Χ. Γκαργκάνας Π. Θωμόπουλος Ν. Παλαιοκρασσάς Γ. Δημόπουλος Αντ. Μαντζαβίνος Γ. Οικονόμου Ακριβές Αντίγραφο, Αθήνα, Διεύθυνση Χρηματοοικονομικών Δραστηριοτήτων Ο Διευθυντής Παναγιώτης Πλιάτσικας 16