ΌΝΟΜΑ ΙΗΣΟΥΣ: Ο ΘΕΟΣ ΠΟΥ ΣΩΖΕΙ ΤΟΝ ΛΑΟ ΤΟΥ π. Αντώνιος Πινακούλας Είναι συνηθισμένο στη ζωή των ανθρώπων η αναμονή της γέννησης, η γέννηση και η ανατροφή ενός παιδιού να συνδέονται στενά με την οικογένεια του. Οι άνθρωποι γεννιούνται μέσα σε μια οικογένεια. Περισσότερο μάλιστα τους συνδέει με την οικογένεια τους ό,τι συμβαίνει μετά το γεγονός της γέννησης. Οι γονείς, που δεν είναι πάντα και γεννήτορες, αναλαμβάνουν την ευθύνη να αναθρέψουν το παιδί. Και εκείνο με τη σειρά του συμμετέχει στα αγαθά της οικογένειας, μαθαίνει τον τρόπο ζωής των γονέων και απολαμβάνει της προστασίας τους. Με αυτό τον τρόπο μεγαλώνουν τα παιδιά και εντάσσονται στην κοινωνία των ανθρώπων. Ο Θεός έγινε άνθρωπος και με αυτό τον τρόπο επέλεξε να συναναστραφεί μαζί μας. Επέλεξε να γεννηθεί μέσα σε μια οικογένεια. Ο Ιωσήφ και η Μαρία έγιναν γονείς του Χρίστου χωρίς να είναι και οι δύο γεννήτορες Του. Όπως σημειώνει ο ευαγγελιστής Λουκάς (3, 23), ο Ιωσήφ ήταν πατέρας του Χριστού «ως ενομίζετο», όπως νόμιζαν οι άνθρωποι. Μια λεπτομέρεια της οικογενειακής ζωής, που αναφέρεται στα πρώτα βήματα του παιδιού, είναι η ονοματοδοσία του. Οι γονείς, με βάση την ιστορία της οικογένειάς τους η τις προτιμήσεις τους, δίνουν στο παιδί που γεννήθηκε ένα όνομα. Έτσι συνέβη και με τον Χριστό. Του δόθηκε το όνομα Ιησούς, που στα εβραϊκά σημαίνει: Ο Θεός που σώζει το λαό Του. Συνέβη μάλιστα αυτό το όνομα να το γνωρίζουν η Μαρία και ο Ιωσήφ χωριστά ο καθένας, από πριν, σύμφωνα με αποκάλυψη του Θεού. Επειδή η ονοματοδοσία του Χρίστου κρύβει πολλά πράγματα, όχι μόνο για την ιστορία των Χριστουγέννων αλλά και για το μυστήριο της ενανθρώπησης του Θεού και την εκ μέρους μας βίωση του, θα προσπαθήσουμε να την προσεγγίσουμε από την πλευρά του Ιωσήφ. Ας δούμε πρώτα πότε και με ποιες συνθήκες του αποκαλύπτεται το όνομα του Χρίστου. Όντας ο Ιωσήφ και η Μαρία αρραβωνιασμένοι, βρέθηκε η Μαρία έγκυος. Αυτό έφερε σε μεγάλη ταραχή τον Ιωσήφ. Αυτός την αρραβωνιάστηκε για να την παντρευτεί και εκείνη ήταν τώρα έγκυος. Ο προβληματισμός του αφορούσε το δικαίωμα του να διαλύσει τον αρραβώνα, όπως προβλεπόταν στον μωσαϊκό Νόμο, και μάλιστα με δημόσια διαδικασία. "Έπρεπε δηλαδή να τη διαπομπεύσει, τηρώντας τις διατάξεις του Νόμου. Εκείνος όμως, επειδή, όπως γράφει το Ευαγγέλιο, ήταν δίκαιος, δεν ήθελε να το κάνει αυτό και σκεπτόταν να τη διώξει στα κρυφά. Ήδη την είχε βγάλει από την καρδιά του, την έδιωξε από μέσα του, δεν είχε καμιά συναισθηματική σχέση μαζί της. Το πρόβλημα του ήταν με ποιο τρόπο θα απαλλασσόταν εξωτερικά από τον δεσμό που είχε μαζί της. Και τότε δέχτηκε την επίσκεψη του Θεού. Ένας άγγελος ήρθε στον ύπνο του και του είπε: «Ιωσήφ, απόγονε του Δαβίδ, μη διστάσεις να πάρεις στο σπίτι σου τη Μαριάμ τη γυναίκα σου, γιατί το παιδί που περιμένει προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει γιό και θα του δώσεις το όνομα Ιησούς, γιατι αυτός θα σώσει τον λαό Του από τις αμαρτίες τους» (Μτ. 1, 20-22). Ας πάρουμε τα πράγματα ένα ένα για να καταλάβουμε καλύτερα τι ακριβώς συνέβη. Στην αρχή ο άγγελος του λέει: «μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναικά σου». Τι ήταν αυτό που φοβόταν; Πρώτα απ' όλα φοβόταν το θέλημα και τον Νόμο 1
του Θεού. Τι έπρεπε να κάνει; Έπρεπε να παντρευτεί μία μοιχαλίδα; Το ήθελε αυτό ο Νόμος του Θεού; Από την άλλη όμως, τον έλεγχε η συνείδηση του. Έπρεπε να διαπομπεύσει μία κοπέλα; Και τι έλεγε πάλι ο Νόμος του Θεού; Βέβαια, από αυτά που μας λέει ο ευαγγελιστής, ο Ιωσήφ ήταν ουσιαστικά δίκαιος. Ήταν ουσιαστικά ευσεβής. Γι' αυτό αποφάσισε να μην τηρήσει το γράμμα του Νόμου, αλλά το πνεύμα του Νόμου. Αποφάσισε να τη διώξει κρυφά και να μην την εξευτελίσει δημόσια. Με αυτό τον τρόπο όμως, ενώ ακολουθούσε τη συνείδηση του, έμενε έκθετος στα μάτια των συμπολιτών του. Έρχεται τώρα ο άγγελος και του λέει: «μη φοβηθείς να την πάρεις μαζί σου, να την παραλάβεις. Ήδη την έχεις απολύσει μέσα σου και δεν έχει καμιά θέση στην καρδιά σου. Αλλά μη φοβηθείς να την ξαναπαραλάβεις, να τη βάλεις πάλι στην καρδιά σου και να την πάρεις μαζί σου. Μη φοβηθείς ούτε τον Θεό γι' αυτά που σκέφτεσαι ούτε τους ανθρώπους γι' αυτά που θα σε κατηγορήσουν αν την πάρεις μαζί σου». Στη συνέχεια του αποκάλυψε τι είναι αυτό το οποίο θα γεννηθεί, ποιον είχε η Παναγία στην κοιλιά της. Του αποκάλυψε ότι είναι από το Άγιο Πνεύμα. Και το σπουδαιότερο για εκείνον και για μας, του είπε πως «εσύ θα τον ονομάσεις αυτόν που θα γεννηθεί. Εσύ θα του δώσεις το όνομα, και μάλιστα το όνομα Ιησούς». Εδώ βρίσκεται το κλειδί αυτών που γράφει ο ευαγγελιστής. Τι σημαίνει ότι θα του δώσει το όνομα; Αλλού στο Ευαγγέλιο, και συγκεκριμένα τη στιγμή του Ευαγγελισμού, ο άγγελος είπε τα ίδια στην Παναγία. «Εσύ θα τον ονομάσεις Ιησού» (Λκ. 1, 31). Τώρα τα ίδια λέει και στον Ιωσήφ. Το όνομα στην Αγία Γραφή δεν είναι μία συμβατική υπόθεση, δεν είναι δηλαδή κάτι που το δίνουμε σε έναν άνθρωπο για να τον αναγνωρίζουμε όλοι και όταν αναφερόμαστε σε αυτόν να λέμε ότι είναι ο Κώστας ή ο Γιάννης κλπ, και έτσι να τον ξεχωρίζουμε από τους άλλους. Κάνουμε μια συμφωνία μεταξύ μας και ονομάζουμε κάποιον με ένα όνομα για να ξέρουμε ποιος είναι εκείνος ανάμεσά μας. Είναι αυτός που φέρει το όνομα τάδε. Εδώ δεν εννοεί ο ευαγγελιστής τέτοια πράγματα. Στην Αγία Γραφή, όταν γίνεται λόγος για όνομα, εννοούνται άλλα πράγματα. Όταν κάποιος δίνει το όνομα σε έναν άλλον, περιγράφει τα έργα του, περιγράφει τη δραστηριότητα του, ποιος είναι ο τρόπος της ύπαρξης του μέσα στον κόσμο. Εδώ πρέπει να θυμηθούμε ότι η πρώτη ονοματοδοσία έγινε στον Παράδεισο από τον Αδάμ με εντολή του Θεού. «Και ό,τι όνομα έδινε ο άνθρωπος σε κάθε ζωντανή ύπαρξη, αυτό ήταν και το όνομα της» (Γεν. 2, 19). Θέλοντας εκεί να μας πει ο προφήτης που έγραψε το βιβλίο της Γενέσεως σε ποια κατάσταση πνευματική ήταν ο Αδάμ, ποια σχέση είχε με τον Θεό, αναφέρει την κατ' εντολή του Θεού ονοματοδοσία. Ήταν δηλαδή πολύ κοντά στον Θεό, άρα μπορούσε να βλέπει πίσω από τα φαινόμενα, μπορούσε να βλέπει τα έργα των ανθρώπων και να περιγράφει τις ιδιότητες των ζώων και των πραγμάτων, και έτσι να δίνει τα ονόματά τους. Το να δώσουμε όνομα λοιπόν στην Αγία Γραφή σημαίνει να περιγράψουμε ποιος είναι, τι δραστηριότητα έχει ως δημιούργημα του Θεού και ενώπιον τού Θεού. Ας θυμηθούμε ότι ο Χριστός ονόμασε Λάζαρο τον φτωχό της παραβολής, που θα πει «εκείνος που παρακαλάει τον Θεό, που ζητάει το έλεος Του», γιατί έτσι ζούσε εκείνος ο φτωχός. Αντίθετα, οι άνθρωποι που δεν έχουν καλή σχέση με τον Θεό δεν έχουν όνομα, όπως ο πλούσιος της παραβολής. Μάλιστα πολλές φορές αυτός που δίνει το όνομα ενεργεί στην ύπαρξη του άλλου ο οποίος φέρει το όνομα. Όταν λοιπόν λέει εδώ ο άγγελος ότι «εσύ θα τον ονομάσεις Ιησού», όπως είχε ειπωθεί και στην Παναγία, θέλει να πει το εξής: «πάρε μαζί σου τη Μαρία, μη φοβηθείς να τη βάλεις ξανά στην καρδιά σου, ακολούθησε το δρόμο που σου λέει ο Θεός, θα γεννήσει εκ Πνεύματος Αγίου, και το παιδί θα το ονομάσεις Ιησού. Εσύ τότε θα καταλάβεις, θα έρθεις σε επίγνωση του μυστηρίου του Θεού, θα καταλάβεις ότι ο Θεός είναι αυτός που σώζει, και αυτός που θα γεννηθεί από αυτήν που οι άλλοι θα λένε ότι είναι γυναίκα σου αυτός θα σώσει τον λαό Του, αυτούς δηλαδή που θα 2
πιστέψουν σε εκείνον». Αυτό λοιπόν εννοούσε όταν του είπε να δώσει το όνομα, ότι δηλαδή «εσύ θα κατανοήσεις, θα ζήσεις, θα βιώσεις, θα γίνει μέσα σου ατράνταχτη πληροφορία, ότι ο Θεός ήρθε στον κόσμο και θα σώσει τους ανθρώπους». Ο Ιωσήφ στη μετέπειτα πορεία του αφοσιώνεται στο μυστήριο της γέννησης του Χριστού. Υπηρετεί στη γέννηση Του, στη συνέχεια Τον ακολουθεί νήπιο μαζί με την Παναγία στην Αίγυπτο, επιστρέφει και εγκαθίσταται στη Ναζαρέτ. Δεν γνωρίζουμε τίποτε άλλο γι' αυτόν παρά μόνο ότι πορευόταν με την οικογένεια του κατ' έτος στα Ιεροσόλυμα. Ήταν αρχηγός της οικογένειας μέσα στην οποία ο Ιησούς ζούσε με υπακοή μεγαλώνοντας και προκόβοντας (Λκ. 2, 41-51). Ο Ιωσήφ ταυτίστηκε διαπαντός με την οικογενειακή ζωή του Χριστού. Τι σημαίνουν αυτά για μας, για τη μεγάλη γιορτή των Χριστουγέννων και για τη σχέση που έχουμε εμείς με τη γιορτή αυτή; Σημαίνουν ότι και εμείς κάπως έτσι πρέπει να σκεπτόμαστε. Όπως ο Ιωσήφ. Δηλαδή να μην έχουμε στο μυαλό μας την πολύ διαδεδομένη ιδέα ότι πνευματική ζωή και ζωή μέσα στην Εκκλησία και ζωή σύμφωνη με τον Νόμο του Θεού είναι μία ζωή ηρεμίας, ησυχίας, γαλήνης, ανθρώπων κουρασμένων που πρέπει να ξεκουραστούν. Όχι, αυτό είναι λάθος. Αντίθετα, είναι πολλές φορές μια ζωή ταραχής, μια ζωή προβληματισμού, μια ζωή κρίσεως της συνειδήσεως, μια ζωή κατά την οποία ο άνθρωπος συχνά ταλαντεύεται, προβληματίζεται και βρίσκεται σε πολύ μεγάλα διλήμματα, όπως ο Ιωσήφ που ταράχτηκε. Ο άγιος αυτός άνθρωπος, που αξιώθηκε να υπηρετήσει όσο κανείς άλλος από τόσο κοντά το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Θεού, ταράχτηκε και πέρασε δύσκολες ώρες και μέρες και για να βρει την ησυχία του ήρθε ένας άγγελος για να τον οδηγήσει. Η πνευματική ζωή λοιπόν δεν είναι πάντα ησυχία και γαλήνη. Δεν είναι για ανθρώπους που έχουν κουραστεί και αισθάνονται την ανάγκη να ξεκουραστούν. Είναι ένας αγώνας συνεχής, ένας αγώνας για την τήρηση του Νόμου του Θεού, που πολλές φορές ο άνθρωπος δεν είναι σίγουρος τι πρέπει να κάνει μπροστά στον Θεό και μπροστά στους ανθρώπους. Είναι μια ζωή διακινδύνευσης. Χωρίς διακινδύνευση δεν υπάρχει αυθεντική πνευματική ζωή, σαν αυτήν που θέλει ο Θεός. Το δεύτερο που πρέπει να κρατήσουμε είναι πως πρέπει να βάλουμε κι εμείς βαθιά στην καρδιά μας το μυστήριο της Παναγίας. Όπως την πήρε ο Ιωσήφ και την έβαλε πάλι στην καρδιά του και δεν της έδωσε διαζύγιο, ούτε στα κρυφά ούτε στα φανερά, άλλα την έβαλε στην καρδιά του, αφοσιώθηκε σε αυτό που ήθελε ο Θεός και αξιώθηκε να ονομάσει τον Θεό που γεννήθηκε Ιησού. Τα Χριστούγεννα δεν είναι μόνο μια γιορτή και μια πληροφορία. Δεν είναι μια αναφορά σε ένα ιστορικό γεγονός που έγινε κάποτε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Είναι βέβαια ιστορικό γεγονός και γεννήθηκε όντως εκεί ο Χριστός και Τον προσκύνησαν οι μάγοι και οι βοσκοί και έψαλαν οι άγγελοι. Αλλά αυτό δεν λέει τίποτα για μας αν εμείς δεν συνδεθούμε με τον Χριστό, αν δεν έχουμε και εμείς μετοχή σ' αυτό το μυστήριο. Αν δηλαδή δεν ονομάσουμε και εμείς μέσα από την καρδιά μας, μέσα από την ψυχή μας, αυτόν που γεννήθηκε «Ιησού», αν δεν καταλάβουμε και εμείς ότι ήρθε στον κόσμο να μας σώσει, όπως το κατάλαβε ο Ιωσήφ και Τον ονόμασε «Ιησού». Αν αυτό συμβεί, όντως θα εορτάσουμε Χριστούγεννα, και όντως θα γιορτάζουμε πάντοτε Χριστούγεννα, και όχι μόνο κάθε 25 Δεκεμβρίου. Ας επανέλθουμε τώρα στο χώρο της οικογένειας, αυτό το χώρο που επέλεξε ο Θεός να γίνει άνθρωπος και να συναναστραφεί μαζί μας. Η οικογένεια είναι χώρος και θεσμός φυσικός και έτσι τον χρησιμοποιεί ο Θεός στη γέννηση Του. Ταυτόχρονα όμως, στην περίπτωση του Χριστού, είναι και χώρος που συμβαίνουν υπερφυσικά πράγματα. Η Μαρία και ο Ιωσήφ αξιώνονται να γίνουν γονείς του Ιησού, αλλά δεν 3
είναι και γεννήτορες Του. Η Παναγία Τον φέρει στα σπλάχνα της «εκ Πνεύματος Αγίου». Ο Ιωσήφ Του δίνει όνομα όχι σύμφωνα με τις προτιμήσεις του άλλα σύμφωνα με την εντολή του Θεού. Η εντολή του Θεού δεν είναι κάτι που έρχεται και εμβάλλεται στη θέληση του Ιωσήφ με βάση τη θέση του Θεού ως κυρίαρχου του κόσμου και του Ιωσήφ ως άνθρωπου που οφείλει να ακούει και να υποτάσσεται μόνο. Αντίθετα, αυτό γίνεται μέσα από μια διαδικασία που τον δοκιμάζει ως άνθρωπο του Θεού. Δοκιμάζει την πίστη του, την ακεραιότητα του, τις αντοχές του μπροστά στις απαιτήσεις του Νόμου του Θεού και τις υποχρεώσεις του μέσα στην κοινωνία των ανθρώπων. Ο Ιωσήφ στέκεται μπροστά στον Θεό όπως θέλει ο Θεός. Τηρεί ουσιαστικά τον Νόμο, αναλαμβάνει τις ευθύνες του και αξιώνεται να δώσει όνομα στον Χριστό. Με αυτό τον τρόπο καταργείται η απόσταση που χωρίζει τον Θεό από τους ανθρώπους, επειδή ο Ιωσήφ έρχεται σε επίγνωση του Θεού και των έργων του Θεού για τον καθένα μας. Αυτό το τελευταίο δεν γίνεται επειδή ο ίδιος ενεργεί στην ύπαρξη του νηπίου και περιγράφει τα έργα του. Αλλά γίνεται επειδή ο Θεός ενεργεί στην ύπαρξη του Ιωσήφ και τη μεταβάλλει σε ύπαρξη όπως τη θέλει ο Θεός. Επειδή ο Θεός σώζει τον Ιωσήφ, ο Ιωσήφ ονομάζει τον Θεό σωτήρα του, Ιησού. Έχουμε εδώ μια σύνθεση φυσικής και υπερφυσικής οικογένειας. Ή μία σύνθεση ανθρώπινης οικογένειας και πνευματικής οικογένειας. Ο Θεός ήρθε στον κόσμο μέσα από μία φυσική οικογένεια, αλλά δεν εξάντλησε το έργο Του στα όρια της. Αντίθετα μάλιστα, έδειξε ότι η φυσική οικογένεια είναι εικόνα μιας άλλης οικογένειας που ήρθε να ιδρύσει, της Εκκλησίας. Η Παναγία και ο Ιωσήφ, σαν πρώτα μέλη αυτής της νέας οικογένειας, αξιώθηκαν να ζήσουν σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν τον νέο οργανισμό. Τη φυσική οικογένεια τη συγκροτούν και τη διέπουν, μαζί με άλλα, τρία χαρακτηριστικά: το ένστικτο της καταγωγής, η συμβατική ηθική και το κοινό συμφέρον των μελών της. Ο Ιωσήφ αξιώθηκε να αντικαταστήσει και τα τρία χαρακτηριστικά με άλλα. Και αυτό έγινε στη διαδικασία της βιώσεως του μυστηρίου του Χριστού, όπως παραπάνω αναφέραμε. Αλλά ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι. Όταν ο Ιωσήφ σκεφτόταν να χωρίσει την εγκυμονούσα Μαρία, είχε μπροστά του τους κανόνες της συμβατικής ηθικής. Η εξωτερική τήρηση του μωσαϊκού Νόμου πήγαζε από τη δέσμευση του ως μέλους της κοινωνίας του Ισραηλιτικού λαού. Μπορούσε να ζει και να είναι μέλος αυτής της κοινωνίας, εάν τηρούσε το συμβόλαιό της, που ήταν ο Νόμος. Εάν δεν τηρούσε τον Νόμο, δεν είχε θέση μέσα της. Γι' αυτό και εκείνος φοβόταν να προχωρήσει στη λαθραία απόλυσή της. Του αποκαλύπτεται όμως η εντολή του Θεού και εκείνος αβίαστα αντικαθιστά τη συμβατική ηθική με αυτή. Με βάση την εντολή του Θεού ο Ιωσήφ επωμίζεται τεράστιες ευθύνες για την εγκυμονούσα Μαρία, τη Μητέρα του Ιησού, και για το ίδιο το παιδί, τον Ιησού. Το φυσικό ένστικτο του απαιτούσε να μείνει κοντά στην Οικογένεια που ήδη είχε από τον πρώτο του γάμο. Εκείνος όμως ανέλαβε να συνοδεύσει μία εγκυμονούσα κοπέλα, να σηκώσει το βάρος του τοκετού της και να πορευτεί στην Αίγυπτο εξόριστος για να γλιτώσει ο Ιησούς από τις επιβουλές του Ηρώδη. Εδώ το ένστικτο της καταγωγής αντικαθίσταται από την ευθύνη. Το άλογο σύνολο συναισθημάτων και επιθυμιών που κατατείνουν σε πράξεις και κινήσεις που τις ονομάζουμε ενστικτώδεις μεταμορφώνεται σε λογικές και συνειδητές αποφάσεις, που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της διακονίας των ανθρώπων και της υπηρεσίας των έργων του Θεού. Συμπληρωματικά με τα παραπάνω, η ανάληψη των ευθυνών από τον Ιωσήφ τον οδήγησε πολύ μακριά από αυτό που συνήθως οι άνθρωποι εννοούν και ονομάζουν 4
ατομικό και οικογενειακό συμφέρον. Η ανάληψη ευθυνών, και μάλιστα τόσο επικίνδυνων, όπως αυτό που γίνεται με τη φυγή στην Αίγυπτο, δείχνει πόσο ο Ιωσήφ αφομοίωσε το πνεύμα της θυσίας και πόσο έδιωξε από το μυαλό και την καρδιά του αυτό που οι άνθρωποι θεωρούν συμφέρον. Ο Ιωσήφ αξιώθηκε να ονομάσει τον Θεό που έγινε άνθρωπος «Ιησού», γιατί βίωσε με τον εντονότερο τρόπο τα ήθη της νέας οικογένειας που ήρθε να συγκροτήσει ο Χριστός. Με τα καινούργια ήθη η συμβατική ηθική αντικαταστάθηκε από τις ζωντανές εντολές του Θεού, η ενστικτώδης συμπεριφορά από τη συνειδητή και υπεύθυνη απόφαση και πράξη και το ατομικό- Οικογενειακό συμφέρον από τη θυσία χάριν των αδελφών και ένεκα του ονόματος του Χριστού. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παραλληλίζει την εντολή που έδωσε ο Θεός στον Ιωσήφ, να παραλάβει τη Μαρία και να μην τη διώξει, με αυτό που έγινε πάνω στον Σταυρό, όταν ο ίδιος ο Χριστός παρήγγειλε στον άγιο Ιωάννη, τον πιστό μαθητή Του, να παραλάβει και εκείνος την Παναγία. Λέει ότι είναι το ίδιο πράγμα. Γιατί ο Θεός, όταν έλεγε στον Ιωσήφ να παραλάβει την Παναγία και όταν έλεγε στον Ιωάννη τον ευαγγελιστή να την πάρει και εκείνος στο σπίτι του, δεν σκεπτόταν φοβούμενος τι θα γίνει η Παναγία, ποιος θα τη φροντίσει κλπ. Σκεπτόταν όλους εμάς. Άφηνε την Παναγία σε μια οικογένεια, την οικογένεια του Ιωσήφ, και αργότερα στο σπίτι του αγίου Ιωάννου. Αυτό το σπίτι είναι το σπίτι το δικό μας, η Εκκλησία. Έτσι κι εμείς γινόμαστε παιδιά του Θεού, αδελφοί του Χριστού, αδέλφια του Ιωσήφ, αδελφοί των μαθητών του Χρίστου, παιδιά της Παναγίας. Ας παραλάβουμε λοιπόν και εμείς την Παναγία μέσα μας, ας ακολουθήσουμε και εμείς τον Χριστό μαζί με τον Ιωσήφ, χωρίς φόβο, και ας αξιωθούμε να ονομάσουμε και εμείς αυτόν που γεννιέται «Ιησού», «ο Θεός που σώζει τον λαό Του». Με το όνομα Του ο θάνατος καταλύθηκε, ο Άδης συντρίφτηκε, άνοιξαν διάπλατα οι πόρτες του παραδείσου, στάλθηκε το Άγιο Πνεύμα, οι δούλοι έγιναν ελεύθεροι, οι εχθροί, οι γιοι, οι ξένοι έγιναν κληρονόμοι, οι άνθρωποι άγγελοι. Γιατί λέγω άγγελοι; Ο Θεός έγινε άνθρωπος, και ο άνθρωπος Θεός- ο ουρανός δέχθηκε τη γήινη φύση, η γη δέχθηκε Αυτόν που κάθεται επάνω στα Χερουβίμ μαζί με το αγγελικό στράτευμα. Το μεσότοιχο γκρεμίστηκε, ο φραγμός καταλύθηκε, τα διαιρεμένα ενώθηκαν, το σκοτάδι σβήστηκε, το φως έλαμψε, ο θάνατος κατατροπώθηκε. Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου (Εις Ψαλμ Η' 1) 5
6