ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΩΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ Κ.Γ. Δρούτσα*, Σ. Κοντογιαννίδης, Ε.Γ. Δασκαλάκη, Κ.Α. Μπαλαράς Ομάδα Εξοικονόμησης Ενέργειας, Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος & Βιώσιμης Ανάπτυξης, Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, Π. Πεντέλη, email: pdroutsa@noa.gr ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα εργασία γίνεται μια προσπάθεια ποιοτικού ελέγχου των δεδομένων που περιλαμβάνονται στα Πιστοποιητικά Ενεργειακής Απόδοσης (ΠΕΑ), ώστε να πραγματοποιηθεί μια πρώτη αποτύπωση της ενεργειακής συμπεριφοράς των ελληνικών κτιρίων στην υπάρχουσα κατάσταση. Επίσης διερευνώνται οι πιο συνηθισμένες επεμβάσεις εξοικονόμησης ενέργειας που προτείνονται στα ΠΕΑ καθώς και αυτών που υλοποιήθηκαν στα πλαίσια του Προγράμματος «Εξοικονόμηση κατ Οίκον». Από τα πιστοποιητικά που είχαν εκδοθεί στην Ελλάδα μέχρι και τον Ιούνιο 2014, για τον οικιακό τομέα το 15% αφορά σε κτίρια μονοκατοικιών, ενώ το 85% αφορά σε πολυκατοικίες (κτίρια ή διαμερίσματα). Στον τριτογενή τομέα το 56% των πιστοποιητικών αφορούν σε καταστήματα και ακολουθούν τα γραφεία με 16%. Από την πρώτη ανάλυση των δεδομένων επιβεβαιώνεται ότι τα κτίρια παρουσιάζουν χαμηλή ενεργειακή απόδοση στην υπάρχουσα κατάσταση. Οι κατοικίες κατατάσσονται στην ενεργειακή κλάση Η κατά 34%, ενώ μόνο το 3% κατατάσσεται στις ενεργειακές κλάσεις Β και πάνω. Η υπολογιζόμενη μέση κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας είναι 261,3 kwh/m 2 και οι μέσες εκπομπές CO 2 είναι 70,3 kg/m 2. Όπως είναι αναμενόμενο, οι μονοκατοικίες έχουν υψηλότερη μέση κατανάλωση 380,8 kwh/m 2 και οι πολυκατοικίες 239,8 kwh/m 2. Τα κτίρια του τριτογενή τομέα παρουσιάζουν γενικότερα καλύτερη ενεργειακή συμπεριφορά με το 37% να κατατάσσονται στην ενεργειακή κλάση Δ, ενώ μόνο το 12% κατατάσσονται στις ενεργειακές κλάσεις Ζ και Η. Η υπολογιζόμενη μέση κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας είναι 461,2 kwh/m 2 και οι μέσες εκπομπές CO 2 είναι 145,9 kg/m 2. Τα κλειστά κολυμβητήρια και γυμναστήρια παρουσιάζουν τις υψηλότερες καταναλώσεις και τα σχολικά κτίρια τις μικρότερες. Η πιο συχνά εμφανιζόμενη επέμβαση εξοικονόμησης στα κτίρια είναι η αντικατάσταση των κουφωμάτων. Λέξεις Κλειδιά: ενεργειακά πιστοποιητικά, κατανάλωση ενέργειας, ενεργειακή κατάταξη, επεμβάσεις, εξοικονόμηση
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο κτιριακός τομέας έχει έντονο ενεργειακό και περιβαλλοντικό αποτύπωμα από τη χρήση πρωτογενών υλών, την κατανάλωση φυσικών πόρων καθώς και την παραγωγή ρύπων και αποβλήτων. Το κτιριακό απόθεμα εκτιμάται περίπου σε 4 εκ. κτίρια, από τα οποία το 77% είναι κατοικίες. Η πλειοψηφία των κτιρίων έχουν κατασκευαστεί πριν από το 1980, και κατ επέκταση έχουν ελλιπή ή καθόλου θερμομονωτική προστασία και ηλεκτρομηχανολογικές (Η/Μ) εγκαταστάσεις με χαμηλές αποδόσεις. Συνεπώς, είναι προφανές ότι τα ελληνικά κτίρια είναι ενεργοβόρα και ότι η πλειοψηφία τους θα χρειαστεί κάποιας μορφής ανακαίνιση στο κέλυφος και στις Η/Μ εγκαταστάσεις τα επόμενα χρόνια ώστε να εναρμονιστεί με τους νέους κανονισμούς ενεργειακής απόδοσης ή για να μειωθεί το λειτουργικό τους κόστος και να βελτιωθεί η ποιότητα εσωτερικού περιβάλλοντος. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία για το 2012 [1], η τελική κατανάλωση ενέργειας στα ελληνικά κτίρια είναι περίπου 42% ή 7,3 εκατ. τόνοι ισοδυνάμου πετρελαίου (ΜΤΙΠ) από 20% το 1980, 26% το 1990 και 32% το 2000. Περίπου 5,04 ΜΤΙΠ ή 58,615 GWh καταναλώθηκαν στα κτίρια κατοικιών (69% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας στον κτιριακό τομέα) και 2,23 ΜΤΙΠ ή 25,935 GWh στα κτίρια του τριτογενή τομέα (30,5%), εκτός γεωργικών χρήσεων. Επίσης, τα ελληνικά κτίρια καταναλώνουν περίπου το 72% της τελικά διαθέσιμης παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας και συμβάλλουν κατά περίπου 45% στις συνολικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα. Στην παρούσα εργασία γίνεται μια πρώτη αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης του κτιριακού μας αποθέματος από την ανάλυση των Πιστοποιητικών Ενεργειακής Απόδοσης (ΠΕΑ) όσον αφορά στην ενεργειακή τους συμπεριφορά και μια διερεύνηση των πιο συνηθισμένων επεμβάσεων εξοικονόμησης ενέργειας που υλοποιήθηκαν στα πλαίσια του Προγράμματος «Εξοικονόμηση κατ Οίκον» για τα κτίρια του οικιακού τομέα, καθώς και αυτών που προτείνονται για τα κτίρια του τριτογενή τομέα. Τα στοιχεία προέρχονται από την επίσημη βάση δεδομένων των ΠΕΑ της πλατφόρμας buildingcert. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιήθηκαν πραγματικά δεδομένα για τα κτίρια (χρήση, ηλικία, κλιματική ζώνη, συνολική και θερμαινόμενη επιφάνεια) καθώς και υπολογιζόμενα δεδομένα (ενεργειακή κατάταξη, πρωτογενής κατανάλωση, εκπομπές CO 2, τύπος καυσίμου, προτεινόμενες επεμβάσεις, εξοικονόμηση ενέργειας, περίοδος αποπληρωμής). Κατά τη διάρκεια της ανάλυσης των δεδομένων έγινε ένας βασικός ποιοτικός έλεγχος των διαθέσιμων στοιχείων, για την εξασφάλιση της εγκυρότητας των αποτελεσμάτων. Εκτός από την χρήση των κτιρίων, η ομαδοποίηση των δεδομένων γίνεται με βάση την κλιματική ζώνη και την ηλικία. Συγκεκριμένα χρησιμοποιούνται οι τέσσερεις κλιματικές ζώνες: Ζώνη Α (ΖΑ), Ζώνη Β (ΖΒ), Ζώνη Γ (ΖΓ) και Ζώνη Δ (ΖΔ). Επίσης, χρησιμοποιούνται 4 χρονικές περίοδοι κατασκευής: Τ1 για κτίρια πριν το 1980, T2 για την περίοδο 1981-2000, T3 για το 2001-2010 και T4 για τα κτίρια που κατασκευάστηκαν μετά το 2010. Η κατηγοριοποίηση αυτή έγινε σε αντιστοιχία με την Ελληνική τυπολογία κατοικιών TABULA [2]. Οι επεμβάσεις ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων χωρίζονται σε τρεις γενικές κατηγορίες. Επεμβάσεις στο κέλυφος, με σκοπό την ελαχιστοποίηση των θερμικών απωλειών το χειμώνα και των ηλιακών κερδών το καλοκαίρι, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την ποιότητα εσωτερικού περιβάλλοντος. Επεμβάσεις στις Η/Μ εγκαταστάσεις, με σκοπό την μεγιστοποίηση της απόδοσης των συστημάτων και την ελαχιστοποίηση της κατανάλωσης καυσίμων. Επεμβάσεις ενσωμάτωσης συστημάτων με χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) ή υβριδικών συστημάτων, με σκοπό την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας. Από τον Ιανουάριο του 2011, που ξεκίνησε η διαδικασία έκδοσης των ΠΕΑ, μέχρι και τα μέσα του 2014, έχουν εκδοθεί πάνω από 563.000 ΠΕΑ για διάφορες χρήσεις κτιρίων. Η συντριπτική τους πλειοψηφία (85%) αφορά σε κτίρια κατοικιών (μονοκατοικίες / πολυκατοικίες), ενώ μόλις το 15% αφορά σε κτίρια του τριτογενή τομέα, με τα γραφεία, τα καταστήματα και τους χώρους μαζικής εστίασης να έχουν τα μεγαλύτερα ποσοστά.
Από την ανάλυση των δεδομένων, επιβεβαιώνεται ότι τα κτίρια παρουσιάζουν χαμηλή ενεργειακή απόδοση στην υπάρχουσα κατάσταση και συνεπώς, υπάρχει μεγάλο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας. Οι κατοικίες κατατάσσονται στην ενεργειακή κλάση Η κατά 32%, ενώ μόνο το 3% κατατάσσεται στις ενεργειακές κλάσεις Β και πάνω. Τα κτίρια του τριτογενή τομέα παρουσιάζουν γενικότερα καλύτερη ενεργειακή συμπεριφορά με το 37% να κατατάσσονται στην ενεργειακή κλάση Δ, ενώ μόνο το 6% κατατάσσονται στην ενεργειακή κλάση Η. Τα νέα αυτά στοιχεία δεν διαφοροποιούνται σημαντικά από την εικόνα που αποτυπώθηκε σε προγενέστερες μελέτες [3-5]. Η ενεργειακή κατάταξη των κτιρίων του οικιακού και του τριτογενή τομέα παρουσιάζεται στην Εικόνα 1. Η κατανομή των ενεργειακών κλάσεων ανά κλιματική ζώνη δεν παρουσιάζει έντονη διαφοροποίηση. Για όλους τους τύπους κτιρίων παρατηρείται μια μικρή αύξηση του ποσοστού των κτιρίων που κατατάσσονται στην ενεργειακή κλάση Η πηγαίνοντας από την κλιματική ζώνη Α προς την κλιματική ζώνη Δ, ενώ για τα κτίρια του οικιακού τομέα παρατηρείται μια αντίστοιχη μείωση του ποσοστού των κτιρίων στις υπόλοιπες ενεργειακές κλάσεις. Τα κτίρια του τριτογενή τομέα, εκτός από εκείνα που κατατάσσονται στην ενεργειακή κλάση Η, παρουσιάζουν μια ομοιόμορφη κατανομή στις κλιματικές ζώνες. Εικόνα 1: Ενεργειακή κατάταξη για τις μονοκατοικίες (Μ), τις πολυκατοικίες (Π) και τα κτίρια του τριτογενή τομέα (Τ) ανά κλιματική ζώνη από τα διαθέσιμα ΠΕΑ (2014). Σύμφωνα με τα δεδομένα από τα διαθέσιμα ΠΕΑ, η μέση υπολογιζόμενη ετήσια συνολική κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας είναι 261,3 kwh/m 2 για τα κτίρια του οικιακού τομέα και 461,2 kwh/m 2 για τα κτίρια του τριτογενή τομέα. Αντίστοιχα, οι υπολογιζόμενες εκπομπές CO 2 είναι 70,3 kg/m 2 για τα κτίρια του οικιακού τομέα και 145,9 kg/m 2 για τα κτίρια του τριτογενή τομέα. Στην Εικόνα 2 παρουσιάζονται η μέση υπολογιζόμενη ετήσια συνολική
κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας και οι εκπομπές CO 2 για μερικές από τις πιο βασικές χρήσεις κτιρίων. Τα πλέον ενεργοβόρα κτίρια είναι τα κλειστά κολυμβητήρια, ενώ τα σχολεία παρουσιάζουν την μικρότερη πρωτογενή κατανάλωση. Στην ανάλυση και συγκριτική ερμηνεία των στοιχείων πρέπει να λάβουμε υπόψη τη περίοδο λειτουργίας, τις διαφορετικές Η/Μ εγκαταστάσεις καθώς επίσης και τους διαφορετικούς τύπους καυσίμων. Εικόνα 2: Μέση υπολογιζόμενη ετήσια συνολική κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας (κολώνες, πρωτεύων άξονας) και εκπομπές CΟ 2 (σύμβολα, δευτερεύων άξονας) για διαφορετικές κατηγορίες κτιρίων, από τα διαθέσιμα ΠΕΑ (2014). (Σχολεία *: Σχολεία / Φροντιστήρια/Ωδεία / Αίθουσες διδασκαλίας, Καταστήματα* Καταστήματα / Φαρμακεία / Εμπορικά κέντρα / Αγορές / Υπεραγορές, Εστιατόρια * Εστιατόρια / Ζαχαροπλαστεία / Καφενεία) 2. ΟΙΚΙΑΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ Η ανάλυση των δεδομένων για τα κτίρια του οικιακού τομέα, βασίστηκε σε 437263 ΠΕΑ από τα οποία το 15% είναι μονοκατοικίες (κτίρια μέχρι δύο ορόφους) και το υπόλοιπο 85% πολυκατοικίες (διαμερίσματα ή ολόκληρα κτίρια). Η πλειοψηφία των κτιρίων (περίπου 60%), όπως ήταν αναμενόμενο, βρίσκεται στην κλιματική ζώνη Β, ενώ τα λιγότερα κτίρια (περίπου 3%) στην κλιματική ζώνη Δ. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία έρευνας της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) που ανακοινώθηκαν το 2013, περίπου 60% των ελληνικών κτιρίων κατασκευάστηκαν πριν από το 1980, δεν διαθέτουν θερμομόνωση και παρουσιάζουν χαμηλή ενεργειακή απόδοση, ενώ παράλληλα στην πλειοψηφία τους διαθέτουν παλιές Η/Μ εγκαταστάσεις [6]. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την ανάλυση των δεδομένων, σύμφωνα με την οποία τα κτίρια των κατοικιών (Μονοκατοικίες και Πολυκατοικίες) κατατάσσονται σε χαμηλές ενεργειακές κλάσεις, με αρκετά υψηλές καταναλώσεις. Η μέση υπολογιζόμενη κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας για κάθε ενεργειακή κλάση, απεικονίζεται στην Εικόνα 3. Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, κάθε Ελληνικό νοικοκυριό καταναλώνει 13994 kwh ετησίως κατά μέσο όρο για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών του, από τις οποίες 73,2% θερμική και 26,8% ηλεκτρική ενέργεια [6]. Ανάλογα την τελική χρήση, 63,7% της συνολικής
ετήσιας καταναλισκόμενης ενέργειας χρησιμοποιείται για θέρμανση χώρων, 17,3% για μαγείρεμα, 10,2% για ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, 5,7% για ΖΝΧ, 1,7% για φωτισμό, και 1,3% για ψύξη. Σύμφωνα με τα δεδομένα από τα διαθέσιμα ΠΕΑ, 67% της συνολικής ετήσιας καταναλισκόμενης πρωτογενούς ενέργειας χρησιμοποιείται για θέρμανση χώρων, 20% για ζεστό νερό χρήσης (ΖΝΧ) και 13% για ψύξη. Η μέση κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας είναι 174,4 kwh/m 2 για θέρμανση, 33,3 kwh/m 2 για ψύξη και 53,6 kwh/m 2 για ΖΝΧ. Εικόνα 3: Μέση κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας ανά κλιματική ζώνη και ενεργειακή κλάση για τα κτίρια του οικιακού τομέα. Η επίδραση των μετεωρολογικών συνθηκών στην κατανάλωση ενέργειας είναι σημαντική και εμφανής εξετάζοντας την θέση των κτιρίων στις διαφορετικές κλιματικές ζώνες. Η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας για θέρμανση και για ΖΝΧ αυξάνεται προοδευτικά όσο μειώνεται η εξωτερική θερμοκρασία. Σύμφωνα με τα δεδομένα από τα διαθέσιμα ΠΕΑ, η μέση τιμή της υπολογιζόμενης πρωτογενούς ενέργειας για θέρμανση είναι 130,5 kwh/m 2 (ZΑ), 141,9 kwh/m 2 (ZΒ), 244,8 kwh/m 2 (ZΓ) και 317,1 kwh/m 2 (ZΔ). Αντίστοιχα για ΖΝΧ είναι 45,6 kwh/m 2 (ZΑ), 53,3 kwh/m 2 (ZΒ), 56,3 kwh/m 2 (ZΓ) και 59,8 kwh/m 2 (ZΔ). Η κατάσταση αντιστρέφεται για την ψύξη. Η κατανάλωση μειώνεται προοδευτικά από την κλιματική ζώνη Α προς την Δ. Η μέση τιμή της είναι 39,7 kwh/m 2 (ZΑ), 37,1 kwh/m 2 (ZΒ), 24,5 kwh/m 2 (ZΓ) και 19,0 kwh/m 2 (ZΔ). Επίσης, η κατανάλωση ενέργειας παρουσιάζει έντονη συσχέτιση με την ηλικία του κτιρίου, τόσο εξαιτίας της κατασκευής του κελύφους, όσο και των εγκατεστημένων Η/Μ συστημάτων. Η κατανάλωση μειώνεται από τα παλιότερα προς τα νεότερα κτίρια. Η μέση τιμή της υπολογιζόμενης πρωτογενούς ενέργειας για θέρμανση είναι 221,2 kwh/m 2 (T1), 150,7 kwh/m 2 (T2), 95,1 kwh/m 2 (T3) και 74,0 kwh/m 2 (T4). Αντίστοιχα για ΖΝΧ είναι 58,9 kwh/m 2 (T1), 51,0 kwh/m 2 (T2), 45,1 kwh/m 2 (T3) και 34,1 kwh/m 2 (T4). Τέλος, η μέση τιμή για ψύξη είναι 38,3 kwh/m 2 (T1), 29,7 kwh/m 2 (T2), 26,0 kwh/m 2 (T3) και 26,2 kwh/m 2 (T4). Η μέση κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας για θέρμανση χώρων, ψύξη και ΖΝΧ, ανά κλιματική ζώνη και ηλικία, για τα κτίρια του οικιακού τομέα παρουσιάζεται στην Εικόνα 4.
Εικόνα 4: Μέση κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας για θέρμανση χώρων, ψύξη και παραγωγή ζεστού νερού χρήσης (ΖΝΧ), ανά κλιματική ζώνη και ηλικία, για τα κτίρια του οικιακού τομέα. 2.1. ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Από τα διαθέσιμα ΠΕΑ για τον οικιακό τομέα, χρησιμοποιήθηκαν αυτά που αντιστοιχούν στην «Εξοικονόμηση κατ' οίκον - πρώτη ενεργειακή επιθεώρηση» και για τα οποία υπάρχει το αντίστοιχο «Εξοικονόμηση κατ' οίκον - δεύτερη ενεργειακή επιθεώρηση», έτσι ώστε να διασφαλιστεί, όσο είναι δυνατόν, η υλοποίηση των προτεινόμενων επεμβάσεων ΠΕΑ που πληρούν τα παραπάνω κριτήρια και παράλληλα περιλαμβάνουν αναλυτική περιγραφή των επεμβάσεων που υλοποιήθηκαν είναι 33165. Συνολικά αξιολογήθηκαν 41 επεμβάσεις ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων του οικιακού τομέα, οι οποίες υλοποιήθηκαν στα πλαίσια του Προγράμματος «Εξοικονόμηση κατ Οίκον» είτε μεμονωμένες είτε σε συνδυασμό μεταξύ τους. Από την πρώτη ανάλυση του μεγαλύτερου τμήματος των δεδομένων αυτών προκύπτει ότι οι πιο συνηθισμένες επεμβάσεις είναι η αντικατάσταση των κουφωμάτων (42%) και η τοποθέτηση/αντικατάσταση ηλιακών συλλεκτών για ΖΝΧ (19%). Αναλυτικά, οι πιο συνηθισμένες επεμβάσεις με συχνότητα εμφάνισης πάνω από 1% φαίνονται στην Εικόνα 5. Από τα αποτελέσματα δεν προκύπτει σημαντική διαφοροποίηση της κατάταξης των επεμβάσεων ούτε ανά κλιματική ζώνη, με εξαίρεση τις επεμβάσεις που αφορούν στο φυσικό αέριο, οι οποίες δεν εμφανίζονται στις ζώνες Α και Δ, όπως είναι αναμενόμενο.
Εικόνα 5. Συχνότητα εμφάνισης των πιο κοινών επεμβάσεων που υλοποιούνται στον οικιακό τομέα, σύμφωνα με το δείγμα των ΠΕΑ του «Εξοικονόμηση κατ' οίκον - πρώτη ενεργειακή επιθεώρηση» 3. ΤΡΙΤΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ Η ανάλυση των δεδομένων για τα κτίρια του τριτογενή τομέα, βασίστηκε σε 84757 ΠΕΑ από τα οποία το 56% είναι καταστήματα. Η πλειοψηφία των κτιρίων (περίπου 55%) βρίσκεται στην κλιματική ζώνη Β, ενώ τα λιγότερα κτίρια (περίπου 3%) στην κλιματική ζώνη Δ. Η ενεργειακή κατάταξη για τις πιο βασικές χρήσεις κτιρίων του τριτογενή τομέα παρουσιάζεται στην Εικόνα 6. Η πλειοψηφία των κτιρίων ανά χρήση κατατάσσεται στην ενεργειακή κλάση Δ. Εικόνα 6: Ενεργειακή κατάταξη για τις πιο βασικές κατηγορίες κτιρίων του τριτογενή τομέα. (Σχολεία *: Σχολεία / Φροντιστήρια/Ωδεία / Αίθουσες διδασκαλίας, Καταστήματα* Καταστήματα / Φαρμακεία / Εμπορικά κέντρα / Αγορές / Υπεραγορές, Εστιατόρια * Εστιατόρια / Ζαχαροπλαστεία / Καφενεία) Τα κτίρια του τριτογενή τομέα δεν έχουν την ομοιομορφία των κτιρίων κατοικιών ως προς τις συνθήκες λειτουργίας, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν σημαντική διαφοροποίηση στην κατανάλωση ενέργειας ανάλογα με την χρήση. Οι τελικές χρήσεις που λαμβάνονται υπόψη
στο ΠΕΑ είναι η θέρμανση, η ψύξη, το ΖΝΧ και ο φωτισμός. Σε αντίθεση με τα κτίρια του οικιακού τομέα, στις περισσότερες χρήσεις κτιρίων, η μεγαλύτερη κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας είναι για την ψύξη και δευτερευόντως για τον φωτισμό. Τα κτίρια σχολείων και νοσοκομείων, αποτελούν εξαίρεση, με τη θέρμανση να έχει το μεγαλύτερο ποσοστό στη συνολική κατανάλωση εξαιτίας της περιόδου λειτουργίας τους. Η κατανάλωση ενέργειας παρουσιάζει διακυμάνσεις ανάλογα με την κλιματική ζώνη και την ηλικία του κτιρίου, ακολουθώντας κατά κύριο λόγο, τις αντίστοιχες τάσεις με αυτές των κτιρίων του οικιακού τομέα. Η κατανάλωση για φωτισμό δεν επηρεάζεται από την κλιματική ζώνη, όπως είναι αναμενόμενο, καθώς λίγα κτίρια εκμεταλλεύονται τον φυσικό φωτισμό. Η κατανομή της υπολογιζόμενης κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας ανά τελική χρήση παρουσιάζεται στην Εικόνα 7 για τις πιο αντιπροσωπευτικές κατηγορίες κτιρίων του τριτογενή τομέα. Η συνολική κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας για τις συγκεκριμένες κατηγορίες κτιρίων παρουσιάζεται στην Εικόνα 2. Εικόνα 7: Mέση κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας ανά τελική χρήση, για τις πιο βασικές κατηγορίες κτιρίων του τριτογενή τομέα. (Σχολεία *: Σχολεία / Φροντιστήρια/Ωδεία / Αίθουσες διδασκαλίας, Καταστήματα* Καταστήματα / Φαρμακεία / Εμπορικά κέντρα / Αγορές / Υπεραγορές, Εστιατόρια * Εστιατόρια / Ζαχαροπλαστεία / Καφενεία) 3.1. ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Από τα διαθέσιμα ΠΕΑ για τον τριτογενή τομέα, χρησιμοποιήθηκαν 73641, τα οποία περιλαμβάνουν αναλυτική περιγραφή των επεμβάσεων που προτείνονται. Συνολικά αξιολογήθηκαν 35 επεμβάσεις ενεργειακής αναβάθμισης, οι οποίες προτάθηκαν στα ΠΕΑ, είτε μεμονωμένες είτε σε συνδυασμό μεταξύ τους. Από την πρώτη ανάλυση του μεγαλύτερου τμήματος των δεδομένων αυτών προκύπτει ότι οι πιο συνηθισμένες επεμβάσεις είναι η αντικατάσταση των κουφωμάτων (29%) και η αντικατάσταση των φωτιστικών σωμάτων (14%) Αναλυτικά, οι πιο συνηθισμένες επεμβάσεις με συχνότητα εμφάνισης πάνω από 1% φαίνονται στην Εικόνα 8.
Εικόνα 8. Συχνότητα εμφάνισης των πιο κοινών προτεινόμενων επεμβάσεων στον τριτογενή τομέα, σύμφωνα με το δείγμα των ΠΕΑ. Παρατηρούνται μικρές διαφοροποιήσεις, κυρίως ως προς την ιεράρχηση, για τις διαφορετικές κατηγορίες κτιρίων. Συγκεκριμένα, η εγκατάσταση ηλιακών συλλεκτών έχει τη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης στα κλειστά γυμναστήρια (41%), νοσοκομεία/ κλινικές (33%), ξενοδοχεία/ ξενώνες (30%) και στα εστιατόρια/ ζαχαροπλαστεία /καφενεία (25%). Στις τράπεζες η πιο συχνά προτεινόμενη επέμβαση είναι η αντικατάσταση των λαμπτήρων (30%), ενώ στα κλειστά κολυμβητήρια έχουν την ίδια συχνότητα εμφάνισης η θερμομόνωση της στέγης, η θερμομόνωση των εξωτερικών τοίχων και η αντικατάσταση των κουφωμάτων (19%). 4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η αποτύπωση της ενεργειακής συμπεριφοράς των ελληνικών κτιρίων μέσα από τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στα Πιστοποιητικά Ενεργειακής Απόδοσης, αφού προηγήθηκε ένας ποιοτικός έλεγχος αυτών των δεδομένων. Τελικά αναλύθηκαν δεδομένα από 522020 ΠΕΑ για κτίρια τόσο του οικιακού, όσο και του τριτογενή τομέα. Οι δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας στον κτιριακό τομέα είναι σημαντικές, αφού η πλειοψηφία των κτιρίων είναι μεγάλης ηλικίας. Από τα κτίρια που περιλαμβάνονται στη βάση των ΠΕΑ μέχρι τα μέσα του 2014, 51% έχουν κτιστεί πριν το 1980, οπότε άρχισε να ισχύει ο Κανονισμός Θερμομόνωσης, 28% την περίοδο 1981 2000, 19% μεταξύ 2001 2010, ενώ μόλις 2% μετά το 2010. Τα ποσοστά αυτά δεν διαφοροποιούνται σημαντικά για τα κτίρια του οικιασκού και του τριτογενή τομέα. Οι δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας για την παραγωγή ζεστού νερού χρήσης, είναι επίσης αρκετά σημαντικές αφού μόνο το 2% των Ελληνικών πολυκατοικιών που καταγράφηκαν χρησιμοποιούν αποκλειστικά ηλιακούς συλλέκτες (12% των διαμερισμάτων που καταγράφηκαν). Από την καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης των κτιρίων επιβεβαιώνεται η ύπαρξη σημαντικού δυναμικού εξοικονόμησης ενέργειας. Από τα αποτελέσματα της πρώτης ανάλυσης δεδομένων για τις πιο συχνές επεμβάσεις εξοικονόμησης, η αντικατάσταση των κουφωμάτων είναι η πιο δημοφιλής επέμβαση σε όλες τις κατηγορίες κτιρίων, αφού συνδυάζει εξοικονόμηση ενέργειας, βελτιωμένες εσωτερικές συνθήκες, καλύτερη ηχομόνωση, βελτιωμένη αισθητική και ασφάλεια. Η ανάλυση συνεχίζεται με στόχο να εξεταστούν τόσο οι μεμονωμένες επεμβάσεις, όσο και οι συνδυασμού τους και να
καταλήξουμε σε μέσα ποσοστά εξοικονόμησης ενέργειας και μείωσης εκπομπών CO 2 για τις διαφορετικές χρήσεις κτιρίων στις τέσσερεις κλιματικές ζώνες. Με την ολοκλήρωση της ανάλυσης των δεδομένων, θα μπορούμε να εντοπίσουμε και να αξιολογήσουμε τις διάφορες επεμβάσεις με τελικό στόχο να εκτιμηθεί το δυναμικό εξοικονόμησης ολόκληρου του κτιριακού μας αποθέματος. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Μέρος της εργασίας αυτής πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του ευρωπαϊκού προγράμματος EPISCOPE που υλοποιείται με τη συγχρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ευφυής Ενέργεια - Ευρώπη, Εκτελεστικός Οργανισμός για την Ανταγωνιστικότητα και την Καινοτομία (EACI). Για περισσότερες πληροφορίες: http://episcope.eu Η επίσημη βάση δεδομένων για το μητρώο των πιστοποιητικών ενεργειακή απόδοσης (www.buildingcert.gr) αναπτύχθηκε και συντηρείται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) σε συνεργασία με το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ). Οι συγγραφείς ευχαριστούν το ΥΠΕΚΑ για την άδεια πρόσβασης στα ΠΕΑ στα πλαίσια της σχετική έρευνας. ΑΝΑΦΟΡΕΣ [1] EU, 2014, Energy in Figures, Statistical Pocket Book 2014, European Commission, Luxembourg, pp. 268. [2] Dascalaki, E.G., Droutsa, K.G., Balaras, C.A. and S. Kontoyiannidis, 2011, Building Typologies as a Tool for Assessing the Energy Performance of Residential Buildings A Case Study for the Hellenic Building Stock, Energy & Buildings, 43, pp. 3400-3409. [3] Dascalaki, E.G., Kontoyiannidis, S., Balaras, C.A. and K.G. Droutsa, 2013, Energy Certification of Hellenic Buildings: First findings, Energy & Buildings, 65, pp. 429-437. [4] Dascalaki, E.G., Kontoyiannidis, S., Droutsa, K.G. and C.A. Balaras, 2013, Energy Certification of Hellenic Buildings, Proc. 4th Int. Conference on Renewable Energy Sources & Energy Efficiency New Challenges, Nicosia, Cyprus, 6-7 June, pp. 199-207. [5] Gelegenis, J., Diakoulaki, D., Lampropoulou, H., Giannakidis, G., Samarakou, M. and N. Plytas, 2014, Perspectives of energy efficient technologies penetration in the Greek domestic sector, through the analysis of Energy Performance Certificates, Energy Policy, 67, pp. 56-67. [6] ΕΛΣΤΑΤ, 2013, Έρευνα Κατανάλωσης Ενέργειας στα Νοικοκυριά 2011-2012, Ελληνική Στατιστική Αρχή, Δεκέμβριος.