Πολιτική Οικουμενικού Συμφώνου των Η.Ε. για την Αναφορά Προόδου (COP) 1. Επισκόπηση Η Αναφορά Προόδου (COP) είναι μια ετήσια δημοσιοποίηση στοιχείων μέσω της οποίας η επιχείρηση ενημερώνει τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τις προσπάθειές της για την εφαρμογή των αρχών του Οικονομικού Συμφώνου των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ). Ο κύριος στόχος της COP, ως βασικού συστατικού στοιχείου ακεραιότητας του Οικονομικού Συμφώνου, είναι να λειτουργήσει ως δημόσιο μέσο πληροφόρησης για τις επιδόσεις βιωσιμότητας και αειφορίας της επιχείρησης. Παράλληλα, η COP μπορεί να αποβεί ένα αποτελεσματικό εργαλείο διαλόγου με τα ενδιαφερόμενα μέρη και ανταλλαγής βέλτιστων και νεοεμφανιζόμενων πρακτικών. Ως δημόσιο έγγραφο, η COP αποτελεί μία σημαντική ένδειξη εταιρικής δέσμευσης για διαφάνεια και λογοδοσία. Τυχόν παράλειψη υποβολής της COP μέσω της ιστοσελίδας του Οικουμενικού Συμφώνου οδηγεί σε μεταβολή της κατάστασης της συμμετέχουσας επιχείρησης και δυνητικά στον αποκλεισμό της από την πρωτοβουλία. Η υποβολή της COP ενισχύει την πρόσβαση των ενδιαφερόμενων μερών σε πληροφορίες σχετικές με τις επιδόσεις βιωσιμότητας και αειφορίας της συμμετέχουσας επιχείρησης. Η πολιτική της COP εφαρμόζεται αποκλειστικά στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις. 2. Ελάχιστες Απαιτήσεις της COP 1. Οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις οφείλουν να κοινοποιούν στα ενδιαφερόμενα μέρη την επιτευχθείσα πρόοδο, σε ετήσια βάση. Η COP αποτελεί μία απευθείας επικοινωνία μεταξύ των συμμετεχουσών επιχειρήσεων και των ενδιαφερόμενων μερών. Για το λόγο αυτό, οι συμμετέχοντες καλούνται να καθιστούν τις Αναφορές τους ευρέως διαθέσιμες. Ενώ η μορφή της COP είναι σε γενικές γραμμές ευέλικτη, απαιτείται να περιλαμβάνει κατ ελάχιστον τα ακόλουθα τρία στοιχεία: α. Δήλωση του Διευθύνοντος Συμβούλου που να εκφράζει τη συνέχιση της στήριξης και την ανανέωση της συνεχιζόμενης δέσμευσης της επιχείρησης στην πρωτοβουλία και τις αρχές του Οικουμενικού Συμφώνου.
β. Περιγραφή των δράσεων (δηλαδή δημοσιοποίηση όλων των συναφών πολιτικών, διαδικασιών, δραστηριοτήτων) που η επιχείρηση έχει πραγματοποιήσει (ή σκοπεύει να αναλάβει) για την εφαρμογή των αρχών του Οικουμενικού Συμφώνου σε κάθε έναν από τους τέσσερις τομείς ( ανθρώπινα δικαιώματα, συνθήκες εργασίας, περιβάλλον και καταπολέμηση της διαφθοράς). ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στις περιπτώσεις που η COP δεν καλύπτει έναν ή περισσότερους από τους τέσσερις τομείς, θα πρέπει να τεκμηριώνεται ο λόγος («αναφορά ή αιτιολόγηση»). γ. Μέτρηση των αποτελεσμάτων (δηλαδή ο βαθμός επίτευξης των δεικτών στόχου/επίδοσης, ή άλλων ποιοτικών ή ποσοτικών μετρήσεων των αποτελεσμάτων). 2. Οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις πρέπει να υποβάλλουν την ετήσια COP μέσω της ιστοσελίδας του Οικουμενικού Συμφώνου. Οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις καλούνται να υποβάλουν την πρώτη τους COP εντός ενός έτους 1 από την ημερομηνία προσχώρησης στο Οικονομικό Σύμφωνο. Όλες οι μεταγενέστερες COP πρέπει να υποβάλλονται εντός διαστήματος ενός έτους από την προηγούμενη υποβολή. 2 α. Οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις καλούνται να υποβάλουν τη COP σε ηλεκτρονική μορφή στη βάση δεδομένων COP του Οικουμενικού Συμφώνου (www.unglobalcompact.org/admin), συμπεριλαμβάνοντας ένα αρχείο pdf καθώς και, εφόσον υπάρχει, τον σύνδεσμο (URL) στην ιστοσελίδα όπου περιέχεται η οικεία COP. β. Οι συμμετέχοντες θα πρέπει να συμπληρώνουν μια σύντομη αυτοαξιολόγηση που να συνοψίζει το περιεχόμενο της COP. 3. Κατάταξη COP Οι COP θα κατατάσσονται σε ένα από τα ακόλουθα επίπεδα, βάσει της διαδικασίας αυτοαξιολόγησης: 1 http://www.globalcompactnetworkhellas.gr/portal/index.php?option=ozo_content&perform=view&id=155&itemid=99&lang= Στην ελληνική ιστοσελίδα η προθεσμία πρώτης υποβολής ορίζεται ως εξής: Οι επιχειρήσεις καλούνται να υποβάλλουν ένα πρώτο COP μέσα σε ένα χρόνο από την ημερομηνία προσχώρησης στο Οικουμενικό Σύμφωνο. 2 http://www.globalcompactnetworkhellas.gr/portal/index.php?option=ozo_content&perform=view&id=155&itemid=99&lang= Στην ελληνική ιστοσελίδα η υποχρέωση ανανέωσης των COP ορίζεται ως εξής: Όλα τα COP υποβάλλονται ένα χρόνο μετά την προηγούμενη υποβολή COP.
1. Ενεργό μέλος του GC: Η COP πληροί τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο 1 ο τμήμα των ελάχιστων απαιτήσεων, ως ανωτέρω. 2. Προηγμένο μέλος GC: Η COP πληροί το σύνολο των ελάχιστων απαιτήσεων ενώ στην αυτοαξιολόγηση παρέχονται στοιχεία σχετικά με πρόσθετα προηγμένα κριτήρια στους ακόλουθους τομείς: Εφαρμογή των Δέκα Αρχών στις Στρατηγικές & τις Λειτουργίες της επιχείρησης Ανάληψη Δράσης για την Υποστήριξη των Ευρύτερων Στόχων και Ζητημάτων Ενδιαφέροντος των Ηνωμένων Εθνών Εταιρική Διακυβέρνηση και Ηγεσία για Βιωσιμότητα και Αειφορία. Ένα κριτήριο πληρούται όταν η επιχείρηση δημοσιοποιεί την υλοποίηση ή το σχεδιασμό υλοποίησης των βέλτιστων πρακτικών που προτείνονται στο πλαίσιο του κριτηρίου αυτού, ανάλογα με την περίπτωση. Με την πάροδο του χρόνου, οι συμμετέχοντες ενθαρρύνονται να εφαρμόσουν όλες τις συναφείς βέλτιστες πρακτικές. Στις περιπτώσεις που η COP δεν ανταποκρίνεται σε ένα συγκεκριμένο κριτήριο, ο (οι) λόγος (οι) παράλειψης θα πρέπει να τεκμηριώνονται εκτενώς (όπως ενδεικτικά: κριτήριο που δεν έχει σχέση με τη λειτουργία της επιχείρησης, υφιστάμενοι περιορισμοί νομικού χαρακτήρα ζητήματα απορρήτου, ανταγωνιστικό πλεονέκτημα). Ο κατάλογος βέλτιστων πρακτικών που καταγράφηκαν για κάθε κριτήριο είναι ενδεικτικός και όχι αποκλειστικός και, ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόσουν πρόσθετες καθιερωμένες ή νεοεμφανιζόμενες βέλτιστες πρακτικές, επισημαίνοντάς το στην αυτοαξιολόγησή τους στη COP. 4. Συνέπειες της Μη Γνωστοποίησης της Αναφοράς Προόδου Εκπαιδευτική Περίοδος Χάριτος Όταν μία επιχείρηση υποβάλλει COP που δεν πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις (βλ. 1 ο τμήμα των απαιτήσεων ως ανωτέρω) λαμβάνει εφάπαξ μία 12μηνη «εκπαιδευτική» περίοδο χάριτος, προκειμένου να υποβάλει νέα COP, η οποίο θα πληροί το σύνολο των απαιτήσεων. Κατά την περίοδο χάριτος, μέσω της πλατφόρμας Εκπαιδευομένων, οι συμμετέχοντες λαμβάνουν στήριξη και βοήθεια από το Οικουμενικό Σύμφωνο και από το Τοπικό Τους Δίκτυο, κατά περίπτωση. ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ο κανόνας αυτός εφαρμόζεται επίσης σε «μη επικοινωνούσες» επιχειρήσεις κατά την υποβολή της COP. Καθεστώς μη επικοινωνίας Μια επιχείρηση ορίζεται ως «μη επικοινωνούσα» στην ιστοσελίδα του Οικουμενικού Συμφώνου, εφόσον παραλείψει να υποβάλει την COP εντός των προκαθορισμένων προθεσμιών (βλ. τμήμα 2α των ελάχιστων απαιτήσεων ως ανωτέρω).
Αν, κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής περιόδου χάριτος, η επιχείρηση δεν υποβάλλει πλήρη COP (βλ. 1 ο τμήμα των ελάχιστων απαιτήσεων ως ανωτέρω), καθίσταται «μη επικοινωνούσα» επιχείρηση αμέσως μετά τη λήξη της περιόδου χάριτος. Μία επιχείρηση, στην οποία δόθηκε περίοδος χάριτος, καθίσταται «μη επικοινωνούσα» επιχείρηση, αν μετά την παρέλευση της περιόδου χάριτος, δεν υποβάλει COP, που ανταποκρίνεται στις ελάχιστες απαιτήσεις. Αποβολή από το Οικουμενικό Σύμφωνο Εάν μία «μη επικοινωνούσα» επιχείρηση δεν υποβάλει COP που να πληροί το σύνολο των απαιτήσεων σε διάστημα ενός έτους, αφότου κατέστη «μη επικοινωνούσα» αποβάλλεται από το Οικουμενικό Σύμφωνο. Τα ονόματα των επιχειρήσεων που αποβάλλονται παρατίθενται στον δικτυακό τόπο του Οικουμενικού Συμφώνου. Οι αποβληθείσες οργανώσεις πρέπει να υποβάλουν νέο αίτημα, εφόσον επιθυμούν να ενταχθούν εκ νέου στην πρωτοβουλία. 5. Μορφή και γλώσσα Με στόχο τη διευκόλυνση της πρόσβασης των ενδιαφερόμενων μερών εντός και εκτός της επιχείρησης αλλά και για την αποφυγή επικαλύψεων, η COP θα πρέπει να ενσωματώνεται πλήρως στο κύριο μέσο επικοινωνίας με τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως ενδεικτικά, στην έκθεση για την εταιρική ευθύνη ή για τη βιωσιμότητα και την αειφορία και/ή στην ενιαία έκθεση για τα οικονομικά αποτελέσματα και τη βιωσιμότητα και αειφορία. Σε περίπτωση που μια συμμετέχουσα επιχείρηση δε δημοσιεύει τυπικές εκθέσεις, τότε η COP μπορεί να διαμορφωθεί ως αυτοτελές έγγραφο. Υπόδειγμα βασικής COP είναι στη διάθεση των συμμετεχόντων για την υποβοήθησή τους στη σύνταξη ενός τέτοιου εγγράφου. Οι COP είναι δυνατόν να υποβληθούν σε οποιαδήποτε γλώσσα, ενδείκνυται όμως να συντάσσονται στην κύρια (ες) γλώσσα (ες) των ενδιαφερόμενων μερών. 6. Προθεσμίες τροποποίησης της COP Αίτημα προσαρμογής. Οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις μπορούν να προσαρμόζουν τις ημερομηνίες υποβολής των COP στον δικό τους κύκλο (προθεσμίες) υποβολής αναφορών. Για το σκοπό αυτό υποβάλλουν στον δικτυακό τόπο του Οικουμενικού Συμφώνου αίτημα προσαρμογής, επισημαίνοντας παράλληλα το χρονοδιάγραμμα του κύκλου αναφορών. Ένα τέτοιο αίτημα οδηγεί σε εφάπαξ αναβολή των προθεσμιών έως 11 μήνες.
Περίοδος χάριτος. Σε περίπτωση προβλεπόμενης καθυστέρησης υποβολής της COP, οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις μπορούν να αιτηθούν περιόδου χάριτος 90 ημερών, η οποία ξεκινάει από τη λήξη της αρχικής προθεσμίας υποβολής της COP. Για το σκοπό αυτό υποβάλλουν αίτημα χάριτος στον δικτυακό τόπο του Οικουμενικού Συμφώνου, επικαλούμενες έναν εύλογο λόγο καθυστέρησης και δηλώνοντας τη νέα ημερομηνία υποβολής της COP. Η χορηγούμενη περίοδος χάριτος επανακαθορίζει την προθεσμία υποβολής της COP (π.χ. αν η αρχική προθεσμία υποβολής του COP είναι η 1 η Ιανουαρίου 2014 και η περίοδος χάριτος λήγει την 1 η Απριλίου 2014, η προσεχής προθεσμία υποβολής του COP θα είναι η 1 η Απριλίου 2015).