ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ



Σχετικά έγγραφα

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38)

πανέτοιμος για να έλθει είναι πολύ πρόθυμος και έτοιμος κάθε στιγμή με ευχαρίστηση, με χαρά, με καλή διάθεση, να έλθει να επισκιάσει και να βοηθήσει

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Να λες στη γυναίκα. σου ότι την αγαπάς και να της το δείχνεις.

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

Το θέλημα του Θεού και η ζωή μας

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Λίγα λόγια για την προσευχή με το κομποσχοίνι.

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ Ο ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ηµοτικού

ΙΕΦΘΑΕ Ο ΓΑΛΑΑΔΙΤΗΣ. Οι Ισραηλίτες άλλαξαν συμπεριφορά και μετανόησαν πραγματικά. Τούτο

Κατωτέρου Κατηχητικού Ιεραποστολικού Έτους Συνάντηση 1: Σαββατοκύριακο 13 και : Η αποστολή των δώδεκα μαθητών

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

Ομιλία στην Σχολική Εορτή των Τριών Ιεραρχών Γυμνάσιο Ξυλοφάγου

Ποιος φταίει; (Κυριακή του Τυφλού)

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Το παραμύθι της αγάπης

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας):

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Θαύματα Αγίας Ζώνης (μέρος 4ο)

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Αδέλφια στο σχολείο

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ!

Ο Γέροντας Ιωσήφ εμφανίσθηκε πολλές φορές μετά την κοίμηση του

Η Ουράνια Γλώσσα. (The heavenly language)

Παύλος και Φιλήμονας

31 Ιουλίου 6 Αυγούστου 2017 Πνεύμα

Η θεραπεία του δαιμονιζομενου των Γαδαρηνων ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ

FAX : spudonpe@ypepth.gr) Φ. 12 / 600 / /Γ1

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Ομιλία εις την Δ Κυριακή των νηστειών

Άγιος Νείλος ο ασκητής Περί Προσευχής

ΣΟΦΟΚΛΈΟΥΣ ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ. Μετάφραση ΔΉΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ 2017

Η πορεία προς την Ανάσταση...

Η Αγία Σοφία και οι κόρες της Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη

Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν).

Λόγοι για την παιδαγωγική της οικογένειας (Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης)

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναῒτου, συγγραφέως τῆς Κλίμακος. (Δ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

ΜΑΘΗΜΑTA ΓΙΑ ΜΕΡΟΣ Δ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ V ΜΑΘΗΜΑ 171. Ο Θεός είναι µόνο και µόνο Αγάπη και εποµένως το ίδιο είµαι κι Εγώ.

Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ (Ματθ. 25, 31-46)

«Χρηματοδοτική Ανάλυση και Διοικητική», Τόμος A

ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΠΗΤΕ ΟΤΙ ΕΓΙΝΕ ΝΟΘΕΙΑ;

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε

Τι είναι το Άγιο Πνεύμα. Διδ. Εν. 8

1) Μες τους κάμπους τ αγγελούδια ύμνους ουράνιους σκορπούν κι από τα γλυκά τραγούδια όλα τριγύρω αχολογούν. Gloria in excelsis Deo!

ο Θε ος η η µων κα τα φυ γη η και δυ υ υ να α α α µις βο η θο ος ε εν θλι ψε ε ε σι ταις ευ ρου ου ου ου ου σαις η η µα α α ας σφο ο ο ο

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

«Έχουμε χρέος να συγχωρούμε τους συνανθρώπους μας»

ΑΠΌΚΡΥΦΑ ΤΗΣ Η ΑΓΊΑ ΓΡΑΦΉ ΒΑΣΙΛΈΩΣ ΙΑΚΏΒΟΥ 1611 ΠΡΟΣΕΥΧΉ ΤΗΣ ΑΖΑΡΊΑΣ και ΤΡΑΓΟΎΔΙ από ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΕΒΡΑΊΟΥΣ

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού Β Περίοδος

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

«Όταν τα μικρά δεν φυλάττωμεν, πως ημπορούμεν να φυλάξωμεν τα μεγάλα;»

Μοναχός Χριστόδουλος Κατουνακιώτης ( Απριλίου 1982)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ο ΝΑΖΩΡΑΙΟΣ

Η ευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου

Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον. Ἕτερον. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη.

Το κήρυγμα και τα θαύματα του Χριστού μέσα από τη λατρεία. Διδ. Εν. 9

Βλέπουν τα θαύματα και ομολογούν τη χάρη (Κυριακή Ζ Ματθαίου)

Ἅγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου: Ἀληθῶς Ἀνέστη

1. Ποιος μαθητής πήγε στους Αρχιερείς; Τι του έδωσαν; (Μτ 26,14-16) Βαθ. 1,0 2. Πόσες μέρες έμεινε στην έρημο; (Μκ 1,12)

«Αν είσαι συ ο βασιλιάς των Ιουδαίων, σώσε τον εαυτό σου». Υπήρχε και μια επιγραφή από επάνω του: «Αυτός είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων».

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Ο Τριαδικός Θεός: οι γιορτές της Πεντηκοστής και του Αγίου Πνεύματος. Διδ. Εν. 14

Πεντηκοστή Πώς ενεργεί η Θεία Χάρις;

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Η χαρά της αγάπης

Ακόμα και ο Χριστός έκανε υπακοή στη Μητέρα Του

[1] Α Ν Τ Ι Φ Ω Ν Η Σ Ι Σ Ε Ι Σ Τ Η Ν Ι Ε Ρ Α Ρ Χ Ι Α Ν ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΑΡΥΣΤΙΑΣ ΚΑΙ ΣΚΥΡΟΥ κ.κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ τήν

ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΣΤΗΝ ΥΛΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Επιλέγω τα συναισθήματα που βιώνω, και αποφασίζω για τον στόχο που θέλω να πετύχω.

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΕΥΧΕΣ ΑΠΟΛΥΣΗΣ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΔΕΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΛΑΟΥ. Α. Στις Ακολουθίες Περιόδου

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΧΩΜΑΤΟΣ

ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ Ο ΘΕΙΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

ΤΡΩΑΔΕΣ ΕΚΑΒΗ-ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ. 306 κεξ. Εκ. Όχι. Δεν είναι πυρκαγιά. Είναι η κόρη μου η Κασσάνδρα.

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ (Λουκ. 18, 10-14)

Modern Greek Beginners

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΟΥ ΤΗΣ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ (Μαρκ. 2, 1-12)

Η νέα ακαδημαϊκή χρονιά αρχίζει σε μια δύσκολη για τη χώρα μας

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

(, )

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών Γυµνασίου - Λυκείου

ΚΕΙΜΕΝΑ. Α. Ένα παράδειγμα σεβασμού προς τους γονείς

Ένας θαυμάσιος μαρτυρικός αγιογράφος χωρίς χέρια και πόδια

Ρώσοι Νεομάρτυρες και ομολογητές:το μαρτύριο του Μητροπολίτη Βενιαμίν

ΠΕΡΙ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑΣ Αγ. Ιωάννη της Κλίμακος

ΠΡΟΣΕΥΧΗ: Η ΠΗΓΗ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ Β ΤΟΜΟΣ (Το πρακτικό μέρος)

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

Transcript:

1 ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ www.prophet-elias.com

2 ΛΟΓΟΣ ΑΣΚΗΤΙΚΟΣ ΕΠΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΟΣ «ΠΛΑΚΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑΙ» ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ τὸ ὁποῖο ἀπέστειλε εἰ τὸ ἀββᾶ Ἰωάη, καθηγούμεο τῆ Ῥαϊθο ῦ. Εἶαι διηρημέο εἰ τριάκοτα κεφάλαια, τ ὰ ὁποῖα ὡσὰ βαθμίδε κλίμακο, ἀαβιβάζου ὅσου τ ὰ ἀκολουθοῦ ἀπ ὸ τ ὰ χαμηλότερα εἰ τ ὰ ὑψηλότερα, ἐξ ο ὗ κα ὶ τ ὸ βιβλίο ὠομάσθη ΚΛΙΜΑΞ Νεοελληικ ὴ ἀπόδοση: Ἱερ ὰ Μο ὴ Παρακλήτου

3 ΣΤΙΧΟΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ Ὡ ἄλλο εἰδότε σε θεῖο Μωσέα ἐξ οὐραο ῦ τε μάλλο ἥπερ ἐξ ὄρου τὰ μυστικὰ λαβότα πασέπτω πλάκα, ἐκ χειρὸ αὐτο ῦ το ῦ Θεο ῦ κα ὶ Δεσπότου κα ὶ δότα πᾶσι προσξέου σωτηρία τὰ σωστικά σου, Πάτερ, πασόφου βίβλου, τιμῶμε ὡ μάλιστα σ ὲ πρὸ ἀξία ὡ μυσταγωγὸ ἐθέω διδαγμάτω κα ὶ πρᾶξι αὐτὴ κα ὶ θεωρία βάθη πολλοῖ ἐφικτ ὰ μηδαμῶ πεφυκότα σαφ ῆ προθέτα τοῖ θέλουσι εἰδέαι κα ὶ μ ὴ φθό ῳ φεύγουσι τὴ τούτω θέα. Φλεχθεὶ γὰρ αὐτὸ ἄθρακι τρισολβίῳ ψυχή, λόγο, ῦ κα ὶ καθαρθεὶ τὰ φρέα, φέγγει ὁμο ῦ τε κα ὶ φλογίζει τοῖ λόγοι τοὺ μὲ ποηροὺ πυρπολεῖ τε κα ὶ φλέγει, χρησοὺ δ ὲ φωτίζει τε κα ὶ σώζει ὅλω συγγράμμασι σοῖ ἀσμέω πειθηίοι, ὧ περ τ ὸ πλῆθο, κάλλο, ὕψο κα ὶ βάθο κα ὶ τ ὸ κραταιὸ ἰσχύο οημάτω διδαγμάτω τε ποικίλα διακρίσει, τί ἐξιχιάσειε, ἢ ψυχ ὴ μόη; τούτου τὸ σεπτὸ ῦ ἔχω τι προσέμοι, ικῶσι μήη κα ὶ κράτη τ ὰ τῶ λόγω. Ταῦτα βδέλυγμα πατρ ὶ τ ῷ σεβασμί ῳ, τῆ πίστεω ἔδειγμα τῆ ἐμῆ μόο.

4 ΠΙΝΑΞ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ 1. Περ ὶ ἀποταγῆ 2. Περ ὶ ἀπροσπαθεία 3. Περ ὶ ξειτεία 4. Περ ὶ ὑπακοῆ 5. Περ ὶ μεταοία 6. Περ ὶ μήμη θαάτου 7. Περ ὶ το ῦ χαροποιο ῦ πέθου 8. Περ ὶ ἀοργησία 9. Περ ὶ μησικακία 10.Περ ὶ καταλαλιᾶ 11.Περ ὶ πολυλογία κα ὶ σιωπῆ 12.Περ ὶ ψεύδου 13.Περ ὶ ἀκηδία 14.Περ ὶ γαστριμαργία 15.Περ ὶ ἁγεία 16.Περ ὶ φιλαργυρία 17.Περ ὶ ἀαισθησία 18.Περ ὶ ὕπου κα ὶ προσευχῆ 19.Περ ὶ ἀγρυπία 20.Περ ὶ δειλία 21.Περ ὶ κεοδοξία 22.Περ ὶ ὑπερηφαεία 23.Περ ὶ λογισμῶ βλασφημία 24.Περ ὶ πραότητο κα ὶ ἁπλότητο 25.Περ ὶ ταπειοφροσύη 26.Περ ὶ διακρίσεω 1. Περ ὶ διακρίσεω λογισμῶ κα ὶ παθῶ κα ὶ ἀρετῶ 2. Περ ὶ διακρίσεω εὐ διακρίτου 3. Σύτομο ἀακεφαλαίωσι τῶ προηγουμέω 27.Περ ὶ ἡσυχία 1. Δι ὰ τὴ ἱερὰ «ἡσυχία», τὴ σωματικὴ κα ὶ τὴ ψυχική 2. Περ ὶ διαφορᾶ κα ὶ διακρίσεω ἡσυχιῶ 28.Περ ὶ προσευχῆ 29.Περ ὶ ἀπαθεία 30.Περ ὶ ἀγάπη, ἐλπίδο κα ὶ πίστεω ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΠΡΟΤΡΟΠΗ ΛΟΓΟΣ ΕΤΕΡΟΣ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ

5 ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ἡ πόλι πο ὺ ἐγέησε κα ὶ ἀέθρεψε τὸ θεῖο αὐτὸ ἄδρα πρὶ ἀπ ὸ τὴ ἀθλητικ ὴ κα ὶ ἀσκητική του ζω ὴ δὲ μπορ ῶ ὰ ἀαφέρω μ ὲ ἀκρίβεια κα ὶ ἀσφάλεια. Τὴ πόλι ὅμω ὅπου τώρα ζ ῆ κα ὶ ἡ ὁποία τὸ τρέφει μ ὲ ἀμβροσία, τὴ ἐγώρισε πρὶ ἀπ ὸ ἐμᾶ ὁ μέγα Ἀπόστολο Παῦλο διότι ὁπωσδήποτε εὑρίσκεται τώρα κα ὶ αὐτὸ σ ἐκείη τὴ ἐ πουράιο Ἱερουσαλήμ, στὴ ὁποία ὑπάρχει ἡ ἐκκλησία τῶ πρωτοτόκω, τῶ ὁποίω «τ ὸ πολίτευμα ἐ οὐραοῖ ὑπάρχει». Ἐκε ῖ χορταίοτα τ ὰ ἀχόρταστα μ ὲ ἄϋλη αἴσθησι κα ὶ βλέποτα τ ὰ ἀ θέατα κάλλη, ἀπολαμβάει τὶ ἀτάξιε ἀμοιβὲ τῶ ἱδρώτω του. Κα ὶ ἀφο ῦ σὰ ἄκοπο βραβεῖο τῶ κόπω το ῦ ἐκέρδισε τὴ οὐράιο κληροομία, χορεύει αἰώια μαζ ὶ μ ἐκείου, τῶ ὁποίω πλέο «ὁ ποὺ ἔστη ἐ εὐθύτητι». Πῶ δ ὲ κέρδισε αὐτὴ τὴ μακαριότητα ὁ ἀοίδιμο, αὐτ ὸ θ ὰ τὸ ἐκθέσω στὴ συέχεια. Αὐτὸ λοιπὸ ὁ ὅσιο Πατὴρ σ ὲ ἡλικία περίπου δέκα ἓξ περίπου ἐτῶ προσέφερε τὸ ἑ αυτό του στὸ Χριστὸ ὡ «θυσία εὐάρεστο κα ὶ δεκτή», μ ὲ τ ὸ ὰ εἰσέλθ ῃ στὸ ζυγ ὸ τῆ μοαχικῆ πολιτεία στ ὸ ὄρο Σι ᾶ. Ἀπ ὸ αὐτ ὴ δ ὲ τὴ διαμοή του στὸ ὁρατ ὸ τόπο, πορευότα κα ὶ κατευθυότα πρὸ τὸ ἀόρατο Θεό. Κα ὶ τὴ μὲ ξειτεία ἀκολούθησε σὰ προστάτιδα τῶ οερῶ εαίδω, δηλαδ ὴ τῶ ἀρετῶ τῆ ψυχῆ. Μ ὲ αὐτὴ τὴ ξειτεία ἀπέβαλε ὅλη τὴ ἄσεμη παρρησία κα ὶ ἐφόρεσε τὴ εὐπρεπ ῆ ταπείωσι κα ὶ ἔτσι ἀπ ὸ τὴ εἴσοδο ἀκόμη ἀ πεδίωξε τὸ δαίμοα τῆ αὐταρεσκεία κα ὶ τῆ ἐμπιστοσύη στὸ ἑαυτό του. Ὑπετάγη κα ὶ ἐ μπιστεύθηκε τὴ ψυχή του ἐ Κυρί ῳ στὸ πευματικό του πατέρα σὰ σ ὲ ἕα ἄριστο κυβερήτη, κα ὶ ἔ τσι ἀκίδυα ἐταξείδευε τ ὸ μεγάλο, ἐπικίδυο κα ὶ τρικυμιῶδε ταξείδι τῆ παρούση ζωῆ. Τόσο πολ ὺ δ ὲ ἀπέθαε γι ὰ τὸ κόσμο κα ὶ τ ὰ προσωπικά του θελήματα, σὰ ὰ εἶχε ψυχ ὴ χωρὶ λογικ ὴ κα ὶ χωρὶ θέλησι κα ὶ ἀποξεωμέη τελείω ἀπ ὸ τὶ φυσικὲ κλίσει κα ὶ ἐπιθυμίε. Ἂ κα ὶ ἐωρίτερα ἀπ ὸ τὴ οὐράια τούτη «ἀμάθεια» εἶχε ἀποκτήσει καλ ὰ τὴ ἐγκύκλιο κοσμικὴ σοφία-πράγμα παράδοξο, διότι ὡ ἐπ ὶ τ ὸ πλεῖστο ἡ ὑπερηφάεια τῆ κοσμικῆ σοφία ἐ κφυλίζει τὴ ἐ Χριστ ῷ ταπείωσι. Ἀφο ῦ λοιπὸ ἔτσι ἐπολιτεύθηκε ἐπ ὶ δεκαεέα χρόια κα ὶ στολίσθηκε μ ὲ τ ὰ κατορθώματα τῆ μακαρία ὑποταγῆ, ὅτα πλέο ὁ ἅγιο Γέροτα πο ὺ τὸ ἐπαιδαγώγησε εἶχε φύγει ἀπ ὸ αὐτὴ τὴ ζωή, τότε ἐξέρχεται κα ὶ ὁ ἴδιο στὸ ἀγώα τῆ ἡσυχαστικῆ ζωῆ, κρατώτα στ ὰ χέρια του, σὰ ὅπλα δυατά, τὶ ἱερὲ εὐχὲ το ῦ Γέροτό του, γι ὰ ὰ καταρρίψει μ ὲ αὐτὲ τὰ ὀχυρώματα το ῦ σατα ᾶ. Ἐκλέγει τὴ παλαίστρα τῆ ἐρημιτικῆ του ἀσκήσεω σ ὲ ἀπόστασι πέτε «σημείω» (δηλαδὴ ὀκτ ὼ χιλιομέτρω), ἀπ ὸ τ ὸ Κυριακ ὸ τῆ Μοῆ, στὴ τοποθεσία πο ὺ λεγότα Θολᾶ, καὶ διαβιο ῖ ἐκε ῖ σαράτα ὁλόκληρα χρόια, χωρὶ ὀκηρία κα ὶ ἀμέλεια, πυρπολούμεο πάτοτε ἀπὸ

6 τὸ διακα ῆ ἔρωτα κα ὶ τὴ φλόγα τῆ θεία ἀγάπη. Ἀλλ ὰ ποιὸ εἶαι ἱκαὸ ὰ περιγράψ ῃ καὶ ὰ ἐγκωμιάσ ῃ μ ὲ λόγια του μόχθου πο ὺ κατέβαλε στ ὸ μέρο αὐτ ὸ ὁ Ὅσιο; Πῶ δ ὲ ὰ ἔ λθου στὴ ἐπιφάεια ὅλοι ἐκεῖοι ο ἱ κόποι, ο ἱ ὁποῖοι ἐσπείροτο ἀφαῶ χωρὶ καεὶ ὰ τοὺ βλέπει; Ὅμω παίροτα σὰ μικρὲ ἀφορμὲ μερικ ὰ ἀπ ὸ τ ὰ γωστ ὰ κατορθώματά του, ἂ ἀκούσουμε τὴ ὁσιωτάτη ζω ὴ το ῦ μεγάλου Ὁσίου. * * * Ἔτρωγε ἀπ ὅλα ὅσα ἐπιτρέποται στοὺ μοαχού, πολ ὺ ὀλίγο ὅμω. Ἔτσι ὥστε μ ὲ μεγάλη σοφία ικοῦσε συγχρόω τ ὸ κέρα τῆ ἀλαζοεία κα ὶ τῆ οἰήσεω. Διότι μ ὲ ὀλίγη τροφὴ συέθλιβε πατοιοτρόπω τὴ μαιώδη κα ὶ ἄπληστη δέσποια, τὴ κοιλία, κα ὶ μαζ ὶ μ ὲ τὴ στέρησι τῆ ἔλεγε: «σιώπα, πεφίμωσο», κλεῖσε δηλαδ ὴ τ ὸ στόμα σου. Κα ὶ μ ὲ τ ὸ ὅτι ἔ τρωγε ὀλίγο κα ὶ ἀπ ὅλα τ ὰ φαγητ ὰ ικοῦσε κα ὶ ὑπεδούλωε τὴ τυραία τῆ κεοδοξία. Ἐπ ὶ πλέο δ ὲ μ ὲ τὴ ἀπόλυτη μοαξι ὰ κα ὶ τὴ ἀποφυγ ὴ συατήσεω μ ὲ ἄλλα πρόσωπα, ἔσβησε τὴ φλόγα κα ὶ τὴ κάμιο τῆ σαρκικῆ ἐπιθυμία, μέχρι πο ὺ τὴ ἔκαε ὁριστικ ὰ στάχτη κα ὶ τὴ ἀπεκοίμισε. Ἀδρείω ὁ ἀδρεῖο ἀπέφυγε, μ ὲ τ ὸ ἔλεο το ῦ Θεο ῦ κα ὶ μ ὲ τὴ στέρηση τῶ ἀαγκαίω γιὰ τὴ συτήρησή του, κα ὶ τὴ προσκύησι τῶ εἰδώλω, (δηλαδ ὴ τὴ φιλαργυρία κα ὶ τὴ προσκόλλησι στ ὰ ὑλικά). Τὴ ψυχή του τὴ ἀέστησε ἀπ ὸ τὸ θάατο πο ὺ τὴ ἀπειλοῦσε κάθε στιγμή, δηλαδ ὴ ἀπ ὸ τὴ ἀκηδία κα ὶ τὴ ἀδράεια, κετώτα τη μ ὲ τ ὸ κετρ ὶ τῆ μήμη το ῦ θαάτου. Μ ὲ τὴ ἀποέκρωσι πάλι κάθε «προσπαθεία», ἴσω κα ὶ μ ὲ κάποια αἴσθησι τῶ ἀΰλω καὶ οὐραίω ἀγαθῶ, ἔκοψε τ ὰ δεσμ ὰ τῆ λύπη. Ἐωρίτερα δ ὲ εἶχε θαατώσει μ ὲ τ ὸ ξίφο τῆ ὑπακοῆ, τὴ τυραικ ὴ ὀργή. Μ ὲ τ ὸ σῶμα πο ὺ δὲ ἔβγαιε ἔξω κα ὶ μ ὲ τ ὸ λόγο πο ὺ ἀκόμη περισσότερο δὲ ἐξερχότα ἀπὸ τ ὸ στόμα του, ἐθαάτωσε τὴ βδέλλα τῆ κεοδοξία πο ὺ ἁπλώει πατο ῦ τὸ ἱστό τη σὰ ἀράχη. Τί ἀπέμειε λοιπό; Ἡ ίκη κα ὶ τ ὸ βραβεῖο κατ ὰ τῆ ὀγδόη κακία, ἡ τελεία δηλαδ ὴ κάθαρσι ἀπ ὸ τὴ ἀτίθεο ὑπερηφάεια. Τὴ κάθαρσι αὐτ ὴ τὴ ἄρχισε μὲ ὁ ἴδιο μ ὲ τὴ ὑπακοή, σὰ ἄλλο Βεσελεήλ, τὴ ἀπετελείωσε δ ὲ ὁ Κύριο τη ἐπουραίου Ἱερουσαλήμ, πο ὺ ἦλθε ὁ ἴ διο αὐτοπροσώπω κα ὶ ὕψωσε ἐατίο τῆ ὑπερηφαεία τὴ ταπείωσι, χωρὶ τὴ ὁποία δὲ εἶ αι δυατὸ ὰ ικηθ ῆ ὁ διάβολο κα ὶ ἡ συμμορία του. * * * Ἀλλ ὰ κα ὶ σ ὲ ποι ὸ μέρο το ῦ στεφάου πο ῦ πλέκω ὰ τοποθετήσω τὴ πηγ ὴ τῶ δακρύω τοῦ Ὁσίου; Χάρισμα πο ὺ δὲ εὑρίσκεται σ ὲ πολλού. Τῶ δακρύω αὐτῶ τ ὸ ἀπόκρυφο ἐ ργαστήριο σώζεται ἀκόμη μέχρι σήμερα κα ὶ εἶαι ἕα πολ ὺ μικρ ὸ σπήλαιο πο ὺ εὑρίσκεται σ ὲ κάποια ἄ κρη, στοὺ πρόποδε το ῦ ὄρου, κα ὶ σ ὲ τόση ἀπόστασι ἀπ ὸ τ ὸ ἰδικό του κα ὶ ἀπ ὸ κάθε κελλί, ὅ ση χρειαζότα γι ὰ ὰ φράξ ῃ τ ὰ αὐτιά του στὶ φωὲ τῆ κεοδοξία, ὰ φθά ῃ δ ὲ μέχρι τὸ οὐρα ὸ μ ὲ τοὺ ὀλολυγμού, μ ὲ τὶ κραυγὲ κα ὶ τὶ ἐπικλήσει τῆ θεία βοηθεία κα ὶ ἄ λλα παρόμοια, σὰ αὐτ ὰ πο ὺ παρατηροῦται σ ὲ ὅσου τοὺ κτυποῦ μ ὲ ξίφη κα ὶ πυρωμέα σίδερα κα ὶ τοὺ βγάζου τ ὰ μάτια. Ὁ ὕπο πο ὺ ἔπαιρε ἦτα τόσο, ὅσο χρειαζότα γι ὰ ὰ μ ὴ βλαφθ ῇ τ ὸ μυαλό του ἀπ τὴ ἀγρυπία. Πρ ὸ το ῦ ὕπου δέ, προσευχότα πολ ὺ κα ὶ τακτοποιοῦσε τ ὰ κείμεα πο ὺ ἔ γραφε, διότι αὐτ ὸ εἶχε σὰ φίμωτρο τῆ ἀκηδία. Ὅλη ἡ πορεία τῆ ζωῆ το ῦ ἦτα προσευχ ὴ ἀέαο καὶ

7 ἔρω ἀέκφραστο πρὸ τὸ Θεό. Αὐτὸ ύκτα κα ὶ ἡμέρα ἐατέιζε μέσα στὸ καθαρώτατο καθρέπτη τῆ ἁγότητό του, χωρὶ ὰ θέλ ῃ ὰ χορτάσ ῃ, ἢ καλύτερα χωρὶ ὰ μπορ ῇ ὰ τὸ χορτάσ ῃ. * * * Κάποιο μοαχὸ ὀομαζόμεο Μωυσῆ, ἔοιωσε στὴ καρδιά του ὰ ἀάβ ῃ ἀπ ὸ ἀγάπη πρὸ τὸ θεοφόρο αὐτὸ Πατέρα κα ὶ τὸ ἐκλιπάρησε πολύ, χρησιμοποιώτα γι ὰ μεσίτε πολλοὺ ἀπὸ τοὺ πατέρε, ὰ τὸ δεχθ ῇ σὰ μαθητή του, γι ὰ ὰ διδαχθ ῇ ἀπ ὸ αὐτὸ τὴ ἀληθι ὴ φιλοσοφία. Πιέζοτά το λοιπὸ μ ὲ τὶ παρακλήσει ἐκείω, τὸ ἔκαμψε τὸ μακάριο, ὥστε ὰ τὸ προσλάβη κοτά του ὡ ὑποτακτικό. Συέβη δ ὲ κάποτε ὰ τὸ διατάξ ῃ ὁ ἅγιο Πατὴρ ὰ μεταφέρη κατάλληλο χῶμα γι ὰ ὰ καλλιεργήσου λάχαα. Ὁ Μωυσῆ πράγματι ἔφθασε στὸ τόπο πο ὺ το ῦ ὑπέδειξε κα ὶ πρόθυμα ἐκτελοῦσε τὴ ἐτολ ὴ πο ὺ ἔλαβε. Ὅτα ὅμω πέρασε ἡ ὥρα κα ὶ ἦλθε τ ὸ καταμεσήμερο, ὅ ποτε ἡ ζέστη ἐφλόγιζε σὰ καμίι τὸ τόπο, διότι ἦτα Αὔγουστο μήα, ὁ Μωυσῆ ἐλύγισε καὶ κουρασμέο πολ ὺ ἀπ ὸ τὴ μεταφορ ὰ το ῦ χώματο, σκέφθηκε ὅτι ἔπρεπε ὀλίγο ὰ ξεκουρασθ ῇ. (Γι ὰ ὰ ἔχ ῃ δ ὲ σκιά), ξάπλωσε κάτω ἀπ ὸ ἕα τεράστιο λίθο καί, ὅπω ἦ τα φυσικό, ἀπεκοιμήθηκε. Ἀλλ ὁ φιλάθρωπο Θεό, ὁ ὁποῖο δὲ θέλει ὰ πικραίωται μ ὲ τίποτα οἱ γήσιοι δοῦλοι του, ἐπρόφθασε μ ὲ τ ὴ συήθη εὐσπλαχία του τ ὸ κακό, τὴ ὥρα ἀκριβῶ ἐ κείη πο ὺ ἐκιδύευε ἡ ζω ὴ το ῦ Μωυσ ῆ. Ἔγιε αὐτό, θ ὰ σᾶ τ ὸ διηγηθ ῶ ἀμέσω. Ὁ μέγα Πατὴ ρ ἡμῶ Ἰωάη, ἐ ῶ καθότα στ ὸ κελλί του, κατ ὰ τὴ συήθειά του, μελετώτα καὶ συομιλώτα μ ὲ τὸ ἑαυτό του κα ὶ μ ὲ τὸ Θεό, ἔπεσε σ ἕα ἐλαφρότατο ὕπο, ὅ ποτε βλέπει κάποιο ἱεροπρεπ ῆ ἄδρα, πο ὺ προσπαθοῦσε ὰ τὸ ξυπήσ ῃ κα ὶ σὰ ὰ τὸ εἰρωευότα γιὰ τὸ ὕπο, το ῦ ἔλεγε: «Ἰωάη, πῶ κοιμᾶσαι ἀμέριμο, ἐ ῶ ὁ Μωυσῆ εὑρίσκεται σὲ κίδυο»; Πετάχτηκε τότε ἀπ ὸ τὸ ὕπο κα ὶ ἄρχισε ἀμέσω ὰ προσεύχεται, χρησιμοποιώτα τὴ προσευχ ὴ σὰ ὅπλο γι ὰ τὴ σωτηρία το ῦ μαθητο ῦ του. Ἀργ ὰ τ ὸ βράδυ, ὅτα ἐπέστρεψε ὁ Μωυσῆ, τὸ ἐρώτησε μήπω το ῦ συέβη τίποτε τ ὸ φοβερ ὸ ἢ ἀέλπιστο. «Ἕα λίθο τεράστιο το ῦ ἀπήτησε ἐκεῖο κατ ὰ τὶ μεσημβριὲ ὧρε τῆ ἡμέρα θ ὰ μ ὲ ἐπλάκωε κα ὶ θ ὰ μ ὲ συέτριβε, ἐ ῶ κοιμώμου βαθει ὰ ἀπ ὸ κάτω του, ἐὰ δὲ ἄκουγα ἔτσι μο ῦ φάηκε- τὴ φωή σου. Πετάχθηκα τότε μ ἕα ὁρμητικ ὸ κα ὶ ἀ πότομο πήδημα κα ὶ ἀπομακρύθηκα, ὅποτε τὴ ἴδια στιγμ ὴ εἶδα τὸ βράχο ὰ ἀποσπᾶται κα ὶ ὰ πέφτει στὸ χῶμα». Ἀκούοτα τ ὸ αὐτ ὸ ὁ τόσο ταπειὸ Ὅσιο, δὲ ἀέφερε τίποτε ἀπ ὸ τὴ ὀ πτασία του στὸ ὑποτακτικό του, μέσα του ὅμω μ ὲ ἔτοε κραυγὲ κα ὶ αἰσθήματα ἀγάπη ἀυμοῦσε καὶ εὐγωμοοῦσε τὸ Θεό. * * * Ἦτα ἀκόμη κα ὶ ἰατρὸ τῶ κρυφῶ παθῶ ὁ ἄθρωπο το ῦ Θεο ῦ. Κάποτε ἕα μοαχὸ πο ὺ ὠομαζότα Ἰσαὰκ δοκίμαζε δυατ ὸ σαρκικ ὸ πόλεμο κα ὶ ἦτα γι αὐτ ὸ γεμάτο θλίψι κα ὶ ἀθυμία. Ἦλθε γρήγορα στὸ Ὅσιο κα ὶ μ ὲ δάκρυα κα ὶ ἀαστεαγμοὺ το ῦ φαέρωσε τὸ ἐσωτερικό του πόλεμο. Ὁ παθαύμαστο ἀφο ῦ ἐθαύμασε τὴ πίστη κα ὶ τὴ ταπείωσί του, «Ἔλα, ἀδελφέ μου -το ῦ λέγει- ὰ προσευχηθοῦμε ἀπ ὸ κοιο ῦ κα ὶ ὁ ἀγαθὸ καὶ εὐσπλαχικὸ Θεὸ δὲ θ ὰ παραβλέψ ῃ τὴ ἱκεσία μα». Δὲ εἶχα τελειώσει ἀκόμη τὴ προσευχή του. Ὁ ταλαιπωρημέο μοαχὸ ἐκείτετο μ ὲ τ ὸ πρόσωπο στ ὸ ἔδαφο. Κα ὶ ὁ εὐσπλαχικὸ Θεὸ ἱκαοποίησε τ ὸ αἴτημα το ῦ δούλου του, κα ὶ ἀπέδειξε ἔτσι ἀληθι ὸ τὸ προφήτη Δαβίδ (πρβλ. Ψαλμ. ρμδ 19). Ὁ ὄφι δέ, ὁ δαίμω δηλαδ ὴ το ῦ σαρκικο ῦ πολέμου, κτυπημέο μ ὲ τ ὸ μαστίγιο τῆ θερμῆ προσευχῆ το ῦ Ὁσίου δραπέτευσε. Ὁ πρώη ἀσθεὴ

8 ἀτελήφθηκε τὸ ἑαυτό του ἐτελῶ θεραπευμέο κα ὶ ἀεόχλητο πλέο. Ἐθαύμαζε γι αὐτὸ κα ὶ γεμάτο ἔκπληξι εὐγωμοοῦσε τὸ Θεὸ πο ὺ ἐδόξασε τὸ δοῦλο του, κα ὶ τὸ δοῦ λο του πο ὺ ἐδοξάσθηκε. Μερικο ὶ δ ὲ ποηρο ὶ ἄθρωποι κετημέοι ἀπ ὸ φθόο ἐατίο το ῦ ἀειμήστου Πατρό, ποὺ σκορποῦσε πλούσια τὸ λόγο τῆ χάριτο κα ὶ ἐπότιζε ὅλου ὅσου τὸ ἐπλησίαζα μ ὲ τὰ ἄφθοα άματα τῆ διδασκαλία του, τὸ κατηγοροῦσα ὡ «λάλο κα ὶ φλύαρο», προσπαθώτα μ ὲ τὸ τρόπο αὐτό, ὰ σταματήσου τὴ τόση ὠφέλεια πο ὺ προσέφερε. Ἐκεῖο δ ὲ γωρίζοτα ὅτι «πάτα ἰσχύει ἐ τ ῷ ἐδυαμοῦτι Χριστ ῷ» κα ὶ μ ὴ θέλοτα ὰ παιδαγωγ ῇ μόο μ ὲ τ ὰ λόγια ὅσου τὸ ἐπλησίαζα γι ὰ ὠφέλεια, ἀλλ ὰ πολ ὺ περισσότερο μὲ τὴ σιωπ ὴ κα ὶ τὴ μελέτη το ῦ παραδείγματό του, ἐπ ὶ πλέο δ ὲ καθὼ λέγει κα ὶ ἡ Γραφὴ-γιὰ ὰ κόψει τὴ ἀφορμ ὴ «τῶ ζητούτω ἀφορμή», ἐσιώπησε γι ὰ ὁρισμέο διάστημα καὶ σταμάτησε τ ὸ μελιστάλακτο ῥεῖθρο το ῦ διδασκαλικο ῦ του λόγου. Κα ὶ τ ὸ ἔκαε αὐ τό, διότι ἔκριε καλύτερο ὰ ζημιώσ ῃ γι ὰ ὀλίγο αὐτοὺ πο ὺ ἐπιθυμοῦσα τ ὰ καλά, τοὺ ὁποίου μ ὲ τὴ σιωπ ὴ ἴσω θ ὰ ὠφελοῦσε, παρ ὰ ὰ ἐξερεθίσ ῃ περισσότερό του ἀγώμοα ἐκείου ἐπικριτὰ κα ὶ ὰ αὐξήσ ῃ ἔτσι τὴ μαία τῆ κακία του. Ἐκεῖοι τότε ἐσεβάσθηκα κα ὶ ἐξετίμησα τὴ ὑποχωρητικότητα κα ὶ τὴ μετριοφροσύη το ῦ ἀδρό, συαισθάθηκα ὅτι ἔφραξα μία πηγὴ τόση ὠφελεία κα ὶ ἔγια αἴτιοι μεγάλη βλάβη σ ὲ ὅλου, κα ὶ ἄρχισα ὰ τὸ ἱκετεύου καὶ ὰ τὸ παρακαλοῦ μαζ ὶ μ ὲ τοὺ ἄλλου ὰ συεχίσ ῃ τὸ λόγο τῆ διδαχῆ του, ὥστε ὰ μὴ ζημιώωται μ ὲ τὴ σιωπή του, ἐκεῖοι πο ὺ ἐπιζητοῦσα τ ὰ σωτήρια λόγια του. Τότε ὑπεχώρησε ἀμέσω αὐτὸ πο ὺ δὲ εἶχε μάθει ὰ ἀτιλέγ ῃ κα ὶ συέχισε πάλι τὴ προηγούμεη τακτική του. Ἐπειδ ὴ λοιπὸ τόσο πολ ὺ τὸ ἐθαύμαζα, διότι ὑπερτεροῦσε ὅλου σ ὲ ὅλα, ὅλοι μαζ ὶ οἱ μοαχο ὶ σὰ ἕα έο Μωυσ ῆ τὸ ἀέβασα δι ὰ τῆ βία στὸ ἡγουμεικ ὸ θρόο. Ἔτσι αὐτοὶ πο ὺ ἐγώριζα ὰ διακρίου καλ ὰ τὶ ἱκαότητε το ῦ καθεό, ἐτοποθέτησα τὸ λύχο ἐ πάω στὴ λυχία τῆ ἡγουμεία κα ὶ δὲ διεψεύσθησα στὶ ἐλπίδε του. Διότι ἀέβηκε κα ὶ αὐτὸ στ ὸ θεοβάδιστο Ὄρο, ( ὅπω ὁ Μωυσῆ), εἰσῆλθε στὸ ἄδυτο γόφο κα ὶ ἔλαβε τὴ θεοτύπωτη ομοθεσία κα ὶ θεωρία, προχωρώτα ἐπάω στὶ βαθμίδε τῆ οητῆ ἀαβάσεω. Μ ὲ τὸ λόγο το ῦ Θεο ῦ ἄοιξε τ ὸ στόμα του, προσείλκυσε τ ὸ Πεῦμα κα ὶ ἄφησε ὰ ἐξέλθ ῃ λόγο ἀγαθὸ ἀπ ὸ τὸ ἀγαθ ὸ θησαυρ ὸ τῆ καρδιᾶ του. Τ ὸ τέλο το ῦ ἐπιγείου βίου του τὸ εὑρῆκε ἐπάω στ ὸ ἔργο τῆ καθοδηγήσεω τῶ Ἰσραηλιτῶ, δηλαδ ὴ τῶ μοαχῶ. Δὲ ὡμοίασε ὅμω στὸ Μωυσ ῆ σ ὲ ἕα σημεῖο: Στ ὸ ὅτι αὐτὸ ἀσφαλῶ ἀέβηκε εἰ τὴ ἄω Ἱερουσαλήμ, ἐ ῶ ἐκεῖο δὲ γωρίζω πὼ ἔχασε τὴ κάτω Ἱερουσαλήμ. * * * Μάρτυρε αὐτῶ πο ὺ λέγω εἶαι ὅλοι ὅσοι ἀπήλαυσα ἀπ ὸ αὐτὸ τὶ ἀπηχήσει κα ὶ τὶ διδασκαλίε το ῦ Ἁγίου Πεύματο κα ὶ ἐσώθηκα, ἀλλ ὰ κα ὶ ἐκεῖοι πο ὺ ἀ κόμη σώζοται. Ἄριστο μάρτυ τῆ σωτηρία πο ὺ προξεοῦσε κα ὶ τῆ διδασκαλικῆ σοφία πο ὺ εἶχε, εἶαι κα ὶ ὁ έο Δαβίδ ἐπ ὶ πλέο κα ὶ ὁ καλό μα ποιμὴ Ἰωάη, ὁ ὁποῖο παρεκάλεσε θερμ ὰ κα ὶ ἔ πεισε τὸ Μέγα ὰ κατεβ ῆ ἀπ ὸ τ ὸ Σι ᾷ, ὰ ἔλθη οερῶ πλησίο μα κα ὶ σὰ ἄλλο έο Θεόπτη ὰ μᾶ φέρει τὶ θεογραφὲ πλάκε, ο ἱ ὁποῖε ἐξωτερικ ὰ μὲ περιέχου τ ὰ πρακτικά, ἐσωτερικ ὰ δὲ τ ὰ θεωρητικ ὰ διδάγματα.

9 ΕΤΕΡΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΗΛΘΕ ΚΑΠΟΤΕ ὁ ἀββὰ Μαρτύριο, ὁ Γέροτα το ῦ ἀββ ᾶ Ἰωάου, στὸ μέγα Ἀ αστάσιο, κα ὶ ἐκεῖο ὅτα τοὺ εἶδε λέγει στὸ ἀββ ᾶ Μαρτύριο: «Πέ μου, ἀββ ᾶ Μαρτύριε, ἀπ ὸ ποῦ εἶαι αὐτὸ ὁ έο κα ὶ ποιὸ τὸ ἔκειρε μοαχό»; Κα ὶ ἐκεῖο το ῦ ἀπήτησε: «Δοῦ λό σου εἶαι, πάτερ, κα ὶ ἐγ ὼ τὸ ἔκειρα».«πωπώ! ἀββ ᾶ Μαρτύριε το ῦ λέγει μ ὲ θαυμασμὸ- ποιὸ ὰ τ ὸ εἰπ ῆ ὅτι Ἡγούμεο το ῦ Σι ᾶ ἔκειρε»! Κα ὶ δὲ διεψεύσθη ὁ Ἅγιο, διότι ὕστερα ἀπὸ σαράτα χρόια ἔγιε Ἡγούμεό μα. Ἄλλοτε πάλι τὸ ἴδιο Ἰωάη τὸ ἐπῆρε μαζί του ὁ Γέροτα, το ῦ ὁ ἀββᾶ Μαρτύριο, καὶ ἐπῆγα στὸ μέγα Ἰωάη τὸ Σαββαΐτη πο ὺ ἔμεε τότε στὴ ἔρημο το ῦ Γουδ ᾶ. Μόλι λοιπὸ τὸ εἶδε ὁ Γέροτα, σηκώθηκε ἔβαλε ερό, ἔιψε τ ὰ πόδια το ῦ Ἰωάου καὶ κατεφίλησε τ ὸ χέρι του, ἐ ῶ το ῦ ἀββ ᾶ Μαρτυρίου δὲ το ῦ ἔιψε τ ὰ πόδια. Ὅτα δ ὲ τοῦ ἐζήτησε ἐξήγησι γι αὐτ ὸ ὁ μαθητή του Στέφαο, ὁ Γέροτα ἀ πήτησε: «Πίστευσε, τέκο μου ὅτι ἐγ ὼ δὲ γωρίζω ποιὸ εἶαι αὐτὸ ὁ έο. Ἐγ ὼ τὸ ἡγούμεο το ῦ Σι ᾶ ὑποδέχθηκα κα ὶ τὰ πόδια το ῦ Ἡγουμέου ἔιψα». Κα ὶ ὁ ἀββᾶ Στρατήγιο, τὴ ἡμέρα πο ὺ ἐκάρη μοαχὸ ὁ ἀββᾶ Ἰωάη, σ ὲ ἡλικία εἴ κοσι ἐτῶ, προεῖπε περ ὶ αὐτο ῦ, ὅτι θ ὰ ἀαδειχθε ῖ μεγάλο ἀστήρ. Ἀλλ ὰ κα ὶ κάτι πι ὸ θαυμαστ ὸ ἀκόμη: Τὴ ἡμέρα πο ὺ ἐγκαθιδρύθη ὡ Ἡγούμεό μα κα ὶ εἶ χα ἔλθει στ ὸ Μοαστήρι μα ἑξακόσιοι περίπου ξέοι, ὅτα ἐκάθησα στὴ τράπεζα κα ὶ ἔ τρωγα, ἔβλεπε κάποιο μ ὲ κοτ ὰ μαλλιά, τυλιγμέο μ ὲ ἕα σετόι ὅπω ο ἱ Ἰουδαῖοι, ὁ ὁποῖο ἔ τρεχε πατο ῦ κα ὶ διέταζε ἐξουσιαστικ ὰ τοὺ μαγείρου, τοὺ οἰκοόμου, τοὺ κελλαρίτα, κα ὶ τοὺ ἄλλου διακοητά. Ὅτα λοιπὸ ἔφυγε ὁ κόσμο κα ὶ ἐκάθησα ο ἱ διακοητα ὶ ὰ φάγου, ἀεζητεῖτο αὐτὸ πο ὺ ἔτρεχε πατο ῦ κα ὶ διέταζε, κα ὶ δὲ εὑρισκότα. Τότε ὁ δοῦλο το ῦ Θεο ῦ, Πατὴρ ἡμῶ Ἰωάη, μᾶ εἶπε: «Ἀφῆστέ το. Δὲ ἔκαε τίποτε τ ὸ παράξεο ὁ κύριο Μωυσῆ μ ὲ τ ὸ ὰ διακοήσ ῃ στὸ ἰδικό του τόπο»! Σ ὲ κάποια ἄλλη περίστασι ὅτα εἶχε πέσει ξηρασία στ ὰ μέρη τῆ Παλαιστίη ἀφο ῦ τὸ παρεκάλεσα ο ἱ περίοικοι, προσευχήθηκε κα ὶ ἔπεσε πλούσια βροχή. Κα ὶ δὲ εἶαι ἀ πίστευτο αὐτό, διότι «θέλημα τῶ φοβουμέω αὐτὸ ποιήσει ὁ Κύριο κα ὶ τῆ δεήσεω αὐτῶ εἰσακούσεται». Πρέπει ὰ γωρίζουμε κα ὶ τοῦτο: ὅτι ὁ Ἰωάη τῆ Κλίμακο εἶχε ἀδελφ ὸ κάποιο θαυμαστὸ ἀββ ᾶ Γεώργιο, τὸ ὁποῖο ζώτα ἀκόμη ἐγκατέστησε Ἡγούμεο το ῦ Σι ᾶ, κα ὶ ὁ ἴ διο ἀπεσύρθη στὴ ἡσυχία, τὴ ὁποία ἐξ ἀρχῆ ὁ σοφὸ εἶχε λάβει ὡ σύζυγό του. Ὅτα δ ὲ ἐπρόκειτο ὰ πορευθε ῖ στὸ Κύριο ὁ έο μα Μωυσῆ, ὁ ὁσιώτατο Ἡ γούμεο Ἰωάη, εὑρισκότα δίπλα του κλαίγοτα ὁ ἀββᾶ Γεώργιο, ὁ ἀδελφό του, κα ὶ το ῦ ἔ λεγε: «Μ ὲ ἀφίει λοιπὸ κα ὶ φεύγει; Ἐγ ὼ παρακαλοῦσα, ἐσ ὺ ὰ προπέμψη ἐμέα. Διότι ἐγ ὼ κύριέ μου δὲ μπορ ῶ χωρὶ ἐσέα ὰ ποιμάω τὴ συοδία. Κα ὶ τώρα ἀτίθετα προπέμπω ἐσέα»! Τοῦ ἀπήτησε τότε ὁ ἀββᾶ Ἰωάη: «Ν ὰ μ ὴ λυπῆσαι κα ὶ ὰ μὴ ἀησυχῇ, διότι ἐὰ βρῶ παῤῥησία ἐώπιο το ῦ Κυρίου, δὲ θ ὰ σ ὲ ἀφήσω πίσω μου ὰ συμπληρώσει χρόο». Μέσα σὲ δέκα μῆε ἀπῆλθε κα ὶ αὐτὸ πρὸ τὸ Κύριο.

10 ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ Ἐπιστολ ὴ Ἰωάου, ἡγουμέου τῆ Ῥαϊθο ῦ, πρὸ Ἰωάη τὸ Σιαΐτη Πρὸ τὸ ὑπερφυέστατο κα ὶ ἰσάγγελο κα ὶ «ὑπερλία» (μέγιστο) διδάσκαλο, ὁ ἁμαρτωλὸ Ἰωάη, ἡγούμεο τῆ Ραιθο ῦ, ἀπευθύει τὸ ἐ Κυρί ῳ χαιρετισμό. ΕΠΕΙΔΗ γωρίζομε ἐμεῖ ο ἱ μηδαμιο ὶ τὴ ὑπακο ὴ πο ὺ ἔχει μ ὲ τὴ χάρι το ῦ Κυρίου, ὑπακοὴ ἀδιάκριτο πο ὺ λάμπει σὰ κόσμημα πρὶ ἀπ ὸ ὅλε κα ὶ μαζ ὶ μ ὲ ὅλε τὶ ἀρετέ, κα ὶ πο ὺ τὶ ἀσκεῖ ἰδιαίτερα ἐκε ῖ πο ὺ θ ὰ ἐχρειαζότα ὰ αὐξηθ ῇ τ ὸ κέρδο στ ὸ τάλατο πο ὺ σο ῦ ἔδωσε ὁ Θεό, σο ῦ προβάλλομε τὴ ἀξίωσι αὐτή, λαμβάοτα ὑπ ὄψι κα ὶ τὸ λόγο τῆ Γραφῆ : «Ἐπερώτησο τὸ πατέρα σου, κα ὶ ἀαγγελε ῖ σοι τοὺ πρεσβυτέρου σου, κα ὶ ἐροῦσί σοι (=θὰ σο ῦ εἰποῦ)». Γι αὐτὸ τὸ λόγο, σὰ σ ὲ κοι ὸ πατέρα ὅλω μα κα ὶ ἀώτερο ἀπ ὸ ὅλου στὴ ἄσκηση κα ὶ τὴ ὀξύοια κα ὶ ἄριστο διδάσκαλο, πέφτουμε στ ὰ πόδια σου μ ὲ τ ὰ γράμματά μα αὐτ ὰ κα ὶ καθικετεύομε ἐσέα, τὴ κορωίδα τῶ ἀρετῶ, ὰ γράψῃ κα ὶ ὰ στείλῃ σ ἐμᾶ τοὺ ἀμαθεῖ ὅσα εἶδε τὴ ὥρα πο ὺ ἀτίκρυσε τὸ Θεὸ ὅπω ὁ παλαιὸ Μωυσῆ ἐπάω στὸ ἴδιο ὄρο. Ἔτσι τὴ σεπτὴ ἐπιστολ ὴ πο ὺ θ ὰ μᾶ στείλη ὡσὰ πλάκε θεογραφὲ θ ὰ τὴ προβάλωμε γιὰ διδασκαλία το ῦ έου Ἰσραήλ, τῶ μοαχῶ δηλαδ ὴ πο ὺ τώρα ἐξῆλθα ἀπ ὸ τὴ οητ ὴ Αἴ γυπτο κα ὶ ἀπ ὸ τὴ θάλασσα τῆ κοσμικῆ ζωῆ. Σ ὲ θεωροῦμε ὡσὰ τὸ Μωυσ ῆ ποὺ ἐθαυματούργησε στὴ θάλασσα χρησιμοποιώτα γι ὰ ράβδο τὴ θεολογικ ὴ κα ὶ θεόπευστο γλώσσα σου. Ὅπω λοιπὸ ἐθαυματούργησε στὴ θάλασσα, ἔτσι κα ὶ τώρα πο ὺ σ ὲ παρακαλοῦ με μὴ ἀρηθῇ ὰ μᾶ ἀαπτύξῃ πρόθυμα κα ὶ μ ὲ εὐκρίεια, σὰ πραγματικὸ μέγα καθηγητή, τ ὰ πρέποτα στὴ μοαχικ ὴ ζω ὴ πρὸ σωτηρία αὐτῶ πο ὺ ἐδιάλεξα αὐτο ῦ το ῦ εἴδου τὴ ἀγγελικ ὴ πολιτεία. Ἂ μὴ θεωρήσει τοὺ λόγου μα ὡ κολακεῖε ἢ θωπεῖε -γωρίζει ἄλλωστε, ὦ ἱερ ὲ φίλε, πῶ αὐτ ὰ εἶαι ξέα σ ἐμᾶ-, ἀλλ ὰ ἂ παραδέχεσαι αὐτ ὸ πο ὺ φαίεται καθαρ ὰ κα ὶ γίεται ἀτιληπτ ὸ κα ὶ ὁμολογεῖται ἀπ ὸ ὅλου. Δι ὰ τοῦτο εἴμεθα βέβαιοι ὅτι μ ὲ τὴ χάρι το ῦ Κυρίου θ ὰ λάβωμε σύτομα κα ὶ θὰ ἐαγκαλισθοῦμε ὅ,τι ἐλπίζομε: τὶ σεπτὲ χαραγμέε πλάκε ο ἱ ὁποῖε θ ὰ καθοδηγοῦ πραγματικ ὰ ὅσου ἐπιθυμοῦ ὰ τὶ ἀκολουθοῦ ὀρθά. Θ ὰ εἶαι ὡσὰ κάποια κλίμαξ πο ὺ θὰ φθάη τὶ πύλε το ῦ οὐραο ῦ κα ὶ θ ὰ ἀεβάζη ἐκε ῖ σώου κα ὶ ἀβλαβεῖ ὅ σου θέλου, περώτα ἀεμπόδιστα τ ὰ ποηρ ὰ πεύματα κα ὶ τοὺ κοσμοκράτορα το ῦ σκότου κα ὶ τοὺ ἄρχοτα το ῦ ἀέρο. Ἐὰ βέβαια ὁ Ἰακὼβ πο ὺ ἦτα ποιμὴ προβάτω ἀτίκρυσε αὐτ ὴ τὴ φοβερ ὰ ὀπτασία τῆ κλίμακο, πόσο μᾶλλο ὁ ποιμὴ τῶ λογικῶ προβάτω ὄχι μόο σ ὲ ὀπτασία, ἀλλ ὰ στὴ πραγματικότητα θ ὰ μποροῦσε ὰ ὑποδείξ ῃ σ ὲ ὅλου τὴ ἀσφαλ ῆ ἀάβασι πρὸ τὸ Θεό; Ὑγίαιε ἐ Κυρίω, Τιμιώτατε Πάτερ.

11 Ἡ ἀπάτησι εἰ τὴ ἐπιστολὴ Ὁ Ἰωάη ἀπευθύει χαιρετισμὸ εἰ τὸ Ἰωάη. ΕΛΑΒΑ ΤΗΝ ἁρμόζουσα στὸ σεμ ὸ κα ὶ ἀπαθ ῆ σου βίο κα ὶ στὴ καθαρ ὰ κα ὶ ταπειή σου καρδι ὰ σεπτ ὴ ἐπιστολ ὴ πο ὺ ἔστειλε σ ἐμᾶ τοὺ «πτωχοὺ κα ὶ πέητα» ἀπ ὸ ἀρετέ τὴ ἐπιστολή, πο ὺ εἶαι μᾶλλο ἐπιταγ ὴ κα ὶ διαταγ ὴ ἀωτέρα τῶ δυάμεώ μα. Σ ὲ σέα πραγματικ ὰ κα ὶ στὴ ἱερά σου ψυχ ὴ ἅρμοζε ὰ ζητήσει ἀπ ὸ ἐμᾶ τοὺ ἀπαίδευτου, κα ὶ στὸ λόγο κα ὶ στὴ πράξι ἀμαθεῖ, λόγο διδασκαλία κα ὶ ουθεσία. Διότι ἐσ ὺ πάτοτε συηθίζει ὰ μᾶ προσφέρῃ μ ὲ τὴ συμπεριφορά σου ὑποδείγματα ταπειοφροσύη. Ἐμεῖ στὴ προκειμέη περίπτωσι ἔχομε ὰ εἰποῦμε τ ὸ ἑξῆ: Ἐὰ δὲ ὑπῆρχε φόβο κα ὶ πολὺ κίδυο ὰ ἀπορρίψωμε ἀπ ὸ πάω μα τὸ ζυγ ὸ τῆ εὐλογημέη ὑπακοῆ πο ὺ εἶαι μητέρα ὅλω τῶ ἀρετῶ, δὲ θ ὰ ἀπετολμούσαμε σὰ παράλογοι αὐτ ὰ πο ὺ ὑπερβαίου τὴ δύαμί μα. Ἔ πρεπε ὦ θαυμάσιε πάτερ, ἔπρεπε γι αὐτ ὰ πο ὺ ζητεῖ ὰ μάθῃ, ὰ ἀπευθυθῇ σ αὐτοὺ ποὺ γωρίζου καλ ὰ τ ὰ πράγματα. Ἐμεῖ εὑρισκόμεθα ἀκόμη στὴ τάξι τῶ μαθητευομέω. Ἐπειδ ὴ ὅμω ο ἱ ἰδικοί μα θεοφόροι Πατέρε κα ὶ μυσταγωγο ὶ τῆ ἀληθιῆ γώσεω τοῦ το ὁρίζου ὡ ὑπακοή, τ ὸ ὰ πείθεται καεὶ κα ὶ ὰ ὑποτάσσεται ἀδιακρίτω σ αὐτοὺ πο ὺ τὸ διατάζου πράγματα ὑπὲρ τὴ δυαμί του, γι αὐτὸ τὸ λόγο παρεβλέψαμε μ ὲ φόβο Θεο ῦ τὴ ἀδυαμία μα κα ὶ ἐπεχειρήσαμε μ ὲ τόλμη πράγματα ἀώτερά μα. Δὲ πρόκειται βέβαια ὰ σοῦ διηγηθοῦμε κάτι πο ὺ θ ὰ σο ῦ εἶαι χρήσιμο ἢ ὰ σο ῦ παρουσιάσωμε ἐκεῖο πο ὺ ἐσ ὺ δὲ γωρίζει καλύτερα ἀπ ὸ ἐμᾶ, ὦ θεῖε κα ὶ ἱερ ὲ φίλε. Ἐγ ὼ εἶμαι πεπεισμέο, ὅπω ἀσφαλῶ καὶ καθέα συετὸ κα ὶ διακριτικό, ὅτι ἔχει καθαροὺ τοὺ πευματικού σου ὀφθαλμοὺ ἀπὸ κάθε γεῶδε κα ὶ σκοτει ὸ πάθο κα ὶ ἀτείζει ἀεμπόδιστα τ ὸ θεικ ὸ φῶ κα ὶ καταφωτίζεσαι ἀπ ὸ τὴ λάμψι του. Ἐπειδ ὴ ὅμω, ὅπω εἶπα, φοβοῦμαι τὸ θάατο πο ὺ γε ᾶ ἡ παρακοή, ὠθούμεο ἔτσι πρὸ τὴ ὑπακοή, ἔφθασα μ ὲ φόβο κα ὶ πόθο στὴ ἐκτέλεσι τῆ ὁσιωτάτη κα ὶ εὐλογημέη ἐτολῆ σου. Σὰ εὐγώμω ὑποτακτικὸ κα ὶ σὰ ἀδέξιο μαθητὴ ἀρίστου ζωγράφου μ ὲ τὴ πτωχ ὴ καὶ ἀσθε ῆ μου γῶσι κα ὶ τὴ ἰσχ ὴ προφορά μου, σο ῦ ἔχω σκιαγραφήσει μ ὲ τ ὸ μελάι ἁπλ ὰ καὶ ἀπέριττα τ ὰ λόγια τη ζωῆ. Τ ὰ ὑπόλοιπα, ὦ ἄριστε διδάσκαλε κα ὶ κορυφαῖε, τ ὰ ἀφήω σ ἐσέα ὰ τ ὰ στολίσῃ περισσότερο, ὰ τ ὰ μεγαλύῃ κα ὶ ὰ τ ὰ συμπληρώσῃ, σὰ ἐκτελεστὴ πο ὺ εἶσαι το ῦ πευματικο ῦ όμου. Δὲ τ ὸ ἐστείλαμε αὐτ ὸ αὐτ ὸ τ ὸ ποημά μα γι ὰ τὴ ἰ δική σου καθοδήγησι. Μακρι ὰ ἀπ ὸ τέτοια σκέψη! Αὐτ ὸ θ ὰ ἦτα ἀπόδειξι τῆ πι ὸ μεγάλη ἀ οησία. Ἐσ ὺ ἔχει μ ὲ τὴ χάρι το ῦ Κυρίου τὴ ἱκαότητα, ὄχι τοὺ ἄλλου, ἀλλ ὰ κα ὶ ἐμᾶ τοὺ ἰ δίου ὰ μᾶ στερεώη στ ὰ θεῖα ἤθη κα ὶ διδάγματα. Τ ὸ ἐστείλαμε, ὦ ἄριστε διδάσκαλε, γι ὰ τὴ συοδία τῶ ἀδελφῶ πο ὺ ἔχου κληθε ῖ ἀπ τὸ Θεὸ στὴ μοαχικ ὴ ζω ὴ κα ὶ διδάσκοται καθὼ κα ὶ ἐμεῖ ἀπ ὸ ἐσέα. Μ ὲ αὐτὲ τὶ εὐχὲ αὐτῶ, σὰ μ ὲ κάποιε μυστικὲ ἐλπίδε, αἰσθάομαι ὰ ὀλιγοστεύ ῃ ἡ ἀμάθειά μου κα ὶ ἔτσι ἁπλώω τώρα τ ὰ παι ὰ τῆ πέα καί, παραδίδοτα γεμάτο ἱκεσία τὸ τιμόι το ῦ λόγου στὸ καλ ὸ κυβερήτη Χριστό, ἀρχίζω μ ὲ τὴ βοήθειά σου ὰ γράφω πρὸ

12 αὐτού. Ζητ ῶ ἀπ ὸ ὅλου ὅσοι θ ὰ ἐγκύψου στοὺ λόγου, ἐὰ κάποιο συατήσ ῃ σ αὐτοὺ κάτι τ ὸ ὠφέλιμο, ὰ τ ὸ λογαριάσ ῃ σὰ εὐγώμω στὸ καλό μα Ἡγούμεο. Γι ὰ ἐμᾶ δ ὲ ὰ ζητήσει ἀπ ὸ τὸ Θε ὸ ὰ μᾶ ἀταμείψ ῃ μόο γι ὰ τὸ κόπο πο ὺ κατεβάλαμε ὰ τοὺ γράψωμε. Κα ὶ ἂ μ ὴ σταθ ῇ στ ὰ στ ὰ λεγόμεα, διότι πράγματι εἶαι μηδαμι ὰ κα ὶ γεμάτα ἀπ ὸ κάθε ἄ γοια κα ὶ ἀπειρία, ἀλλ ὰ ἂ ἀποδεχθ ῇ τὴ πρόθεσι το ῦ προσφέροτο, καθὼ τ ὸ δίλεπτο τῆ χήρα. Διότι ὁ Θεὸ δὲ ἀποδίδει τοὺ μισθοὺ σύμφωα μ ὲ τὴ ποσότητα τῶ δώρω κα ὶ τῶ κόπω, ἀλλ ὰ σύμφωα μ ὲ τὴ θερμότητα τῆ προαιρέσεω. Ὑγίαιε. Κλίμαξ θεία ἀόδου Σ ὲ αὐτοὺ πο ὺ θέλου ὰ γράφου τ ὰ ὀόματά του στ ὸ βιβλίο τῆ ζωῆ, τὸ παρὸ βιβλίο ὑποδεικύει καθαρ ὰ τὸ ἄριστο δρόμο. Ἐὰ τ ὸ ἀαγώσωμε, θὰ διαπιστώσωμε ὅτι ὅσοι τ ὸ ἔχου ὡ ὁδηγό, τοὺ χειραγωγε ῖ μ ὲ ἀσφάλεια κα ὶ τοὺ διασώζει ἀπ ὸ κάθε ὀλέθριο πρόσκομμα. Μᾶ προβάλλει κλίμακα πο ὺ ξεκι ᾶ ἀπὸ τ ὰ γήια κα ὶ φθάει στ ὰ οὐράια, μ ὲ τὸ Θεὸ ἀκουμπισμέο ἐπάω στὴ ἄ κρη τη. Αὐτὴ βέβαια, ομίζω, πὼ κα ὶ ὁ «πτεριστὴ» Ἰακώβ, αὐτὸ πο ὺ ὑ ποσκέλισε τ ὰ πάθη, ἀτικρυσε ἐ ῶ κοιμότα κα ὶ ἀαπαυότα ἐπάω στ ὸ ἀσκητικ ὸ κρεββάτι. Ἐμπρὸ λοιπὸ κι ἐμεῖ ὰ προχωρήσωμε, παρακαλ ῶ, μ ὲ προθυμία κα ὶ πίστη σ

13 αὐτὴ τὴ οερ ὰ κα ὶ οὐραοδρόμο ἀάβασι, πο ὺ σὰ ἀρχ ὴ ἔχει τὴ «ἀποταγ ὴ» τῶ γηΐω κα ὶ τέλο τὸ Θεὸ τῆ ἀγάπη. ΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΣ Περ ὶ ἀποταγῆ (Δι ὰ τὴ ἀποταγὴ το ῦ ματαίου βίου) 1. Τ ὸ «ΑΠΟ ΘΕΟΥ ἄρχεσθαι» εἶαι ὀρθὸ κα ὶ πρέπο, ἐφ ὅσο ἀπευθύομαι πρὸ ὑ πηρέτα το ῦ Θεο ῦ. Αὐτο ῦ λοιπὸ το ῦ ἀγαθο ῦ κα ὶ ὑπεραγαθο ῦ κα ὶ πααγάθου Θεο ῦ κα ὶ βασιλέω μα, ὁ ὁποῖο ἐτίμησε ὅλα τ ὰ λογικ ὰ ὄτα πο ὺ ἐδημιούργησε μ ὲ τ ὸ δῶρο το ῦ αὐτεξουσίου, ἄ λλοι εἶαι φίλοι Του κα ὶ ἄλλοι γήσιοι δοῦλοι Του. Ἄλλοι εἶαι ἀχρεῖοι δοῦλοι Του κα ὶ ἄ λλοι τελείω ἀποξεωμέοι ἀπ Αὐτό. Ὑπάρχου τέλο κα ὶ αὐτο ὶ πο ὺ εἶαι ἐχθροί Του, καίτοι εἶ αι ἀδύατοι κα ὶ ἀίσχυροι. 2. Φίλου κατ ἐξοχὴ το ῦ Θεο ῦ, ὦ ἱερ ὲ φίλε, ἐμεῖ ο ἱ ἀμόρφωτοι θεωροῦμε τὶ οερὲ καὶ ἀσώματε δυάμει τῶ ἀγγέλω. Γησίου δούλου το ῦ Θεο ῦ ἐκείου πο ὺ ἐξετέλεσα καὶ ἐκτελοῦ τ ὸ παάγιο θέλημά Του ἀκούραστα κα ὶ χωρὶ καμμία παράλειψι. Ἀχρείου δούλου ὀομάζουμε αὐτοὺ πο ὺ ἀξιώθηκα μὲ ὰ λάβου τ ὸ ἅγιο Βάπτισμα, δὲ ἐφύλαξα ὅμω γήσια τὶ πρὸ τὸ Θεὸ ὑποσχέσει του. Ὡ ξέου κα ὶ ἐχθρού του Θεο ῦ θ ὰ ἐοήσωμε αὐτοὺ πο ὺ εἶαι ἀβάπτιστοι ἢ δὲ ἔχου ὀρθὴ πίστι. Ἀτίπαλοι τέλο το ῦ Θεο ῦ εἶαι ἐκεῖοι ο ἱ ὁποῖοι ὄχι μόο ἀπέκρουσα κα ὶ ἀπέρριψα ἀπὸ τὴ ζωή του τ ὸ θέλημα το ῦ Κυρίου, ἀλλ ὰ κα ὶ πολεμοῦ μ ὲ πάθο αὐτοὺ πο ὺ τ ὸ τηροῦ. 3. Ἐπειδ ὴ ὅμω γι ὰ κάθε μία ἀπ ὸ τὶ κατηγορίε τῶ ἀθρώπω πο ὺ ἀαφέραμε, χρειάζεται ὰ γίει ἰδιαίτερο κα ὶ ἀάλογο πρὸ τὴ κάθε περίπτωση λόγο, γι ὰ μᾶ δ ὲ τοὺ ἀμαθεῖ δὲ εἶαι συμφέρο ἐπ ὶ το ῦ παρότο ὰ τ ὰ ἀαπτύξωμε ὅλα αὐτά, ἐμπρὸ λοιπὸ ἂ ἀπλώσωμε μὲ ἀδιάκριτο ὑπακο ὴ τ ὸ ἀάξιο χέρι μα πρὸ τοὺ γησίου δούλου το ῦ Θεο ῦ, ο ἱ ὁποῖοι μᾶ ἐπίεσα μ ὲ τὴ εὐσέβειά του κα ὶ μᾶ ἐβίασα μ ὲ τὴ ἐμπιστοσύη του, ὥστε ὰ ὑ πακούσωμε στὴ προσταγή του. Κα ὶ ἀφο ῦ δεχθοῦμε ἀπ ὸ τὴ ἰδική του σοφία τὴ πέα κα ὶ τὴ βυθίσωμε στ ὸ οητ ὸ μελάι, πο ὺ εἶαι ἡ σκυθρωπ ὴ κα ὶ συγχρόω χαρωπ ὴ ταπειοφροσύη, ἂ τὴ σύρωμε ἐπάω στὶ λεῖε κα ὶ λευκὲ καρδιέ του, σὰ σ ὲ χαρτί, μᾶλλο δ ὲ σὰ σ ὲ πλάκε πευματικέ, κα ὶ ἀαγράφοτα τ ὰ θεῖα λόγια ἂ εἰποῦμε τ ὰ ἑξῆ: 4. Ὁ Θεὸ εἶαι, γι ὰ ὅσου θέλου, ἡ ζω ὴ κα ὶ ἡ σωτηρία του, ὅλω, κα ὶ τῶ πιστῶ κα ὶ τῶ

14 ἀπίστω, κα ὶ τῶ δικαίω κα ὶ τῶ ἀδίκω, κα ὶ τῶ εὐσεβῶ κα ὶ τῶ ἀσεβῶ, κα ὶ τῶ ἀπαθῶ κα ὶ τῶ ἐμπαθῶ, κα ὶ τῶ μοαχῶ κα ὶ τῶ κοσμικῶ, κα ὶ τῶ σοφῶ κα ὶ τῶ ἀγραμμάτω, κα ὶ τῶ ὑγιῶ κα ὶ τῶ ἀσθεῶ, κα ὶ τῶ έω κα ὶ τῶ ἡλικιωμέω. Εἶαι κάτι παρόμοιο μ ὲ τὴ ἀκτιοβολία το ῦ φωτό, μ ὲ τὴ θέα το ῦ ἡλίου κα ὶ μ ὲ τὴ ἐαλλαγὴ τῶ ἐποχῶ (τ ὰ ὁποῖα προσφέροται ἐξ ἴσου σ ὲ ὅλου τοὺ ἀθρώπου). Κα ὶ δὲ μπορε ῖ ὰ εἶαι διαφορετικά, διότι «δὲ ὑπάρχει προσωποληψία στὸ Θεὸ» (Ρωμ. Β 11). 5. Ἄθρωπο ἀσεβῆ εἶαι μία ὕπαρξι λογικ ὴ κα ὶ θητή, ἡ ὁποία θεληματικ ὰ ἀποφεύγει τὴ ζωή, κα ὶ τὸ Δημιουργό τη, πο ὺ ὑπάρχει αἰώια, τὸ θεωρε ῖ ὡ ἀύπαρκτο. 6. Παράομο εἶαι αὐτὸ πο ὺ μ ὲ τὴ κακή του σκέψι διαστρέφει τὸ όμο το ῦ Θεο ῦ κα ὶ ποὺ ομίζει ὅτι πιστεύει, ἐ ῷ ἔχει ἐπιθυμίε κα ὶ ἀτιλήψει ἀτίθετε πρὸ τὸ Θεό. 7. Χριστιαὸ εἶαι ἡ ἀπομίμησι το ῦ Χριστο ῦ, ὅσο εἶαι δυατὸ στὸ ἄθρωπο, κα ὶ στ ὰ λόγια κα ὶ στ ὰ ἔργα κα ὶ στὴ σκέψι. Πιστεύει δ ὲ ὀρθ ὰ κα ὶ ἀλάθαστα στὴ Ἁγία Τριάδα. 8. Θεοφιλὴ εἶαι ἐκεῖο πο ὺ ἀπολαμβάει ὅλα τ ὰ φυσικ ὰ κα ὶ ἀαμάρτητα δῶρα το ῦ Θεο ῦ, συγχρόω ὅμω δὲ ἀμελε ῖ, ὅσο μπορε ῖ, ὰ ἐπιτελε ῖ τ ὸ ἀγαθό. 9. Ἐγκρατὴ εἶαι αὐτὸ πο ὺ ζ ῆ μέσα στοὺ πειρασμοὺ κα ὶ τὶ παγίδε κα ὶ τοὺ θορύβου τοῦ κόσμου κα ὶ ἀγωίζεται μ ὲ ὅλη του τὴ δύαμι ὰ μιμηθ ῆ τὴ ζω ὴ ἐκείω πο ὺ εἶ αι ἀπηλλαγμέοι ἀπ ὸ τοὺ θορύβου το ῦ κόσμου. 10. Μοαχὸ εἶαι τάξι κα ὶ κατάστασι τῶ ἀσωμάτω ἀγγέλω πο ὺ κατορθώεται μέσα σὲ ὑλικ ὸ κα ὶ ρυπαρ ὸ σῶμα. Μοαχὸ εἶαι ἐκεῖο πο ὺ εἶαι ἀφοσιωμέο μόο στὶ ἐτολὲ καὶ στοὺ λόγου το ῦ Θεο ῦ κα ὶ τὶ ἐφαρμόζει σ ὲ κάθε χρόο κα ὶ τόπο κα ὶ πράγμα. Μοαχὸ εἶ αι μία συεχὴ βία τῆ ἀθρώπιη φύσεω κα ὶ μία ἀδιάκοπη φυλακ ὴ τῶ αἰσθήσεω. Μοαχὸ εἶαι ἐξαγισμέο σῶμα κα ὶ καθαρ ὸ στόμα κα ὶ φωτισμέο οῦ. Μοαχὸ εἶ αι καταλυπημέη ψυχή, πο ὺ εἶαι ἀπησχολημέη μ ὲ τὴ συεχ ῆ μήμη το ῦ θαάτου, κα ὶ ὅτα εἶαι ξύπια καὶ ὅτα κοιμᾶται. 11. Ἀαχώρησι ἀπ ὸ τὸ κόσμο εἶαι τ ὸ ὰ μισήσῃ μ ὲ τὴ θέλησί σου πράγματα ἐπαιετ ὰ καὶ ὰ ἀρηθῆ τὴ φύσι, γι ὰ ὰ ἐπιτύχη τ ὰ ὑπὲρ φύσι. 12. Ὅλοι ὅσοι ἐγκατέλειψα πρόθυμα τ ὰ βιοτικά, τ ὸ ἔπραξα ἀαμφιβόλω ἢ γι ὰ τὴ μέλλουσα βασιλεία ἢ γι ὰ τ ὰ πολλ ὰ τοὺ ἁμαρτήματα ἢ γι ὰ τὴ ἀγάπη το ῦ Θεο ῦ. Ἐὰ καεὶ ἀπ ὸ τοὺ τρεῖ αὐτοὺ σκοποὺ δὲ τοὺ παρακίησε, τότε ἡ ἀαχώρησί του εἶαι παράλογο. Παρ ὅ λα αὐτ ὰ ὁ καλό μα Ἀγωοθέτη περιμέει ὰ ἰδ ῆ ποι ὸ θ ὰ εἶαι τ ὸ τέρμα το ῦ δρόμου. 13. Ὅποιο ἐξῆλθε ἀπ ὸ τὸ κόσμο γι ὰ ὰ σκορπίση τ ὸ φορτίο τῶ ἁμαρτιῶ του, ἂ μιμῆ ται ἐκείου πο ὺ κάθοται ἐμπρὸ στοὺ τάφου ἔξω ἀπ ὸ τὴ πόλι, ( ὅπω ο ἱ ἀ δελφέ του Λαζάρου Μάρθα κα ὶ Μαρία), κα ὶ ἂ μ ὴ σταματήση τ ὰ θερμ ὰ κα ὶ πύρια δάκρυα κα ὶ τοὺ ἀ φώου ὀλολυγμοὺ τῆ καρδία του, ὥσπου ὰ ἰδ ῆ κα ὶ αὐτὸ τὸ Ἰησοῦ, ὅτι ἦλθε κα ὶ ἀπεκύλισε τὸ λίθο τῆ πωρώσεω ἀπ ὸ τὴ καρδία του κα ὶ ἐλευθέρωσε τὸ ο ῦ μα, σὰ ἄλλο Λάζαρο, ἀπ ὸ τὰ δεσμ ὰ τῶ ἁμαρτιῶ κα ὶ διέταξε τοὺ ὑπηρέτα Του ἀγγέλου: «Λύσατέ το ἀπ ὸ τ ὰ πάθη καὶ ἀφῆστε τὸ ὰ πορευθ ῆ πρὸ τὴ μακαρία ἀπάθεια». Ἐὰ δὲ πράξη ἔτσι, τότε δὲ ἐ κέρδησε τίποτε μ ὲ τὴ ἀαχώρησί του ἀπ ὸ τὸ κόσμο. 14. Ὅσοι θέλομε ὰ φύγωμε ἀπ ὸ τὴ Αἴγυπτο κα ὶ ὰ ἐλευθερωθοῦμε ἀπ ὸ τὴ τυραία τοῦ Φαραώ, ἔχομε ὁπωσδήποτε κα ὶ ἐμεῖ ἀάγκη ἑὸ Μωϋσέω, ὁ ὁποῖο θ ὰ εἶ αι μεσίτη μα πρὸ τὸ Θεὸ κα ὶ ὁδηγό μα μετ ὰ τὸ Θεό. Αὐτὸ θ ὰ ἵσταται μεταξ ὺ τῆ πράξεω κα ὶ τῆ

15 θεωρία κα ὶ θ ὰ ὑψώη πρὸ χάρι μα τ ὰ χέρια του πρὸ τὸ Θεό. Ἔτσι καθοδηγούμεοι ἀπὸ αὐτὸ θ ὰ ἐπιτύχωμε ὰ διαβοῦμε τὴ θάλασσα τῶ ἁμαρτημάτω κα ὶ θ ὰ κατατροπώσωμε τὸ Ἀμαλὴκ τῶ παθῶ. Ἐκεῖοι δ ὲ πο ὺ ἐστηρίχθηκα στὶ ἰδικὲ τοὺ δυάμει κα ὶ ἐόμισα πὼ δὲ ἔχου ἀ άγκη ἀπ ὸ καέα ὁδηγό, ὁπωσδήποτε ἀπατήθηκα. 15. Ἐκεῖοι πο ὺ ἐξῆλθα ἀπ ὸ τὴ Αἴγυπτο εἶχα ὡ ὁδηγ ὸ τὸ Μωϋσ ῆ, κα ὶ αὐτο ὶ πο ὺ ἔ φυγα ἀπ ὸ τ ὰ Σόδομα ἄγγελο. Κα ὶ ο ἱ μὲ πρῶτοι ὁμοιάζου πρὸ ἐκείου πο ὺ θεραπεύου τ ὰ πάθη τῆ ψυχῆ μ ὲ τὴ φροτίδα κα ὶ τὶ ὁδηγίε ἀθρώπου-ἰατρο ῦ. Αὐτο ὶ εἶαι ὅσοι ἐξέρχοται ἀπ ὸ τὴ Αἴγυπτο. Ο ἱ δεύτεροι ὁμοιάζου πρὸ ἐκείου πο ὺ ἐπιθυμοῦ ὰ καθαρισθοῦ ἀπ ὸ τ ὰ ἀκάθαρτα καὶ ἄθλια πάθη τῆ σαρκό. Γι αὐτ ὸ κα ὶ χρειάζοται ἀγγελο-ιατρό, δηλαδ ὴ ἰσάγγελο ἄθρωπο θὰ ἔλεγα, γι ὰ ὰ τοὺ βοηθήση. Διότι στὴ προχωρημέη σῆψι τῶ τραυμάτω χρειαζόμεθα πολὺ ἔμπειρο ἰατρό. 16. Βία πράγματι κα ὶ συεχεῖ ὀδύε πρέπει ὰ ἔχου ὅσοι ἐπιχειροῦ ὰ ἀεβοῦ στὸ οὐρα ὸ μ ὲ τ ὸ σῶμα του. Κα ὶ μάλιστα στὶ ἀρχὲ τῆ μοαχικῆ ζωῆ, μέχρι ὅτου ο ἱ φιλήδοε τάσει κα ὶ ἡ σκληρότη τῆ καρδία μεταστραφοῦ μ ὲ τ ὴ βαθει ὰ λύπη κα ὶ τ ὸ πέθο σ ὲ ἀ γάπη πρὸ τὸ Θεὸ κα ὶ σ ὲ ἁγότητα. 17. Μόχθο, πραγματικὸ μόχθο, κα ὶ πολλ ὴ κα ὶ ἀφαὴ πικρία μα περιμέου, κα ὶ ἰδίω τοὺ ἀμελεῖ, ἕω ὅτου κατορθώσουμε τὸ λαίμαργο κα ὶ «φιλομάκελλο κύα», δηλαδ ὴ τὸ ο ῦ μα, ὰ τὸ κάουμε φίλο τῆ προσοχῆ κα ὶ τῆ καθαρότητο, μ ὲ τὴ βοήθεια τῆ ἁπλότητο, τῆ πολλῆ ἀοργησία κα ὶ τῆ ἐπιμελεία. Ὅμω ἂ ἔχωμε θάρρο ἐμεῖ ο ἱ ἐμπαθεῖ κα ὶ ἀδύατοι κα ὶ μ ὲ πίστι ἀδίστακτη ἂ παρουσιάσωμε μ ὲ τ ὸ δεξιό μα χέρι κα ὶ ἂ ἐξομολογηθοῦμε στὸ Χριστὸ τὴ ἀσθέεια κα ὶ τὴ ἀδυαμία τῆ ψυχῆ μα. Ἔτσι θ ὰ λάβωμε ὁπωσδήποτε τὴ βοήθειά Του κα ὶ μάλιστα περισσότερο ἀπ ὅσο τ ὸ ἀ ξίζομε. Ἀρκε ῖ μόο ὰ βυθίζωμε συεχῶ τὸ ἑαυτό μα στὸ βυθ ὸ τῆ ταπειοφροσύη. 18. Ἂ γωρίζου καλ ὰ ὅλοι ὅσοι ἀρχίζου τὸ σκληρ ὸ κα ὶ πιεστικό, ἀλλ ὰ κα ὶ ἐλαφρὸ συγχρόω ἀγώα, ὅτι ἦλθα ὰ πηδήσου σὰ μέσα στ ὸ πῦρ (τῶ πειρασμῶ κα ὶ τῶ θλίψεω), ἐφ ὅσο ἐξεκίησα μ ὲ τὴ διάθεσι ὰ κατοικήση μέσα του τ ὸ ἄϋλο θεϊκ ὸ πῦρ. Γι αὐτ ὸ προηγουμέω πρέπει ὰ ἐξετάζη καλ ὰ καθέα τὸ ἑαυτό του κα ὶ ἔπειτα ὰ πλησιάζη γιὰ ὰ γευθ ῆ τὸ ἄρτο μ ὲ τ ὰ πικρ ὰ χόρτα κα ὶ ὰ πι ῆ τ ὸ γεμάτο δάκρυα ποτήρι τῆ μοαχικῆ ζωῆ, μ ὴ τυχὸ ἡ ἐπιπολαία κατάταξί του στ ὸ στράτευμα τῶ μοαχῶ γίη αἰτία τῆ καταδίκη του. 19. Ἐφ ὅσο κα ὶ ὅλοι ὅσοι ἐβαπτίσθηκα δὲ θ ὰ σωθοῦ, δὲ χρειάζεται ὰ ἐξηγηθ ῶ μὲ περισσότερα λόγια (1). Ὅλα πρέπει ὰ τ ὰ ἀπαρηθοῦ, ὅλα ὰ τ ὰ καταφροήσου, ὅλα ὰ τὰ περιγελάσου, ὅλα ὰ τ ὰ ἀποτιάξου ὅσοι προσέρχοται στὴ μοαχικ ὴ πολιτεία, γι ὰ ὰ βάλου ἔτσι στερε ὸ θεμέλιο. 20. Καλ ὸ τρίδομο κα ὶ τρίστυλο θεμέλιο εἶαι ἡ ἀκακία, ἡ ηστεία κα ὶ ἡ σωφροσύη. Ὅλοι ο ἱ ἐ Χριστ ῷ ήπιοι ἀπ αὐτ ὰ ἂ ἀρχίζου, παίροτα παράδειγμα τ ὰ ήπια. Διότι αὐτ ὰ δὲ ἔχου καμμία κακία κα ὶ ποηρία, οὔτε ἐπιθυμία κα ὶ κοιλία ἀχόρταγη, οὔ τε σάρκα πο ὺ φλογίζεται κα ὶ ἀποθηριώεται, ὅσο ὅμω προχωροῦ στὴ αὔξησι τῆ τροφῆ του παρουσιάζεται, ὅπω φαίεται, κα ὶ ἡ πύρωσι τῆ σαρκό.

16 21. Εἶαι πραγματικ ὰ βδελυκτ ὸ κα ὶ ἐπικίδυο ὰ ἀποχαυωθ ῆ ὁ παλαιστὴ μόλι ἀρχίση ἡ πάλη. Ἔτσι δείχει σ ὲ ὅλου ὅτι εὔκολα θ ὰ τὸ σφάξη ὁ ἐχθρό. 22. Εἶαι ὁπωσδήποτε ὠφέλιμο τ ὸ ἀποφασιστικ ὸ κα ὶ ὁρμητικ ὸ ξεκίημα, κα ὶ γι ὰ ἀ ργότερα, ὅτα τυχὸ παρουσιασθ ῆ ἀμέλεια κα ὶ ἀδράεια. Διότι τὴ ψυχ ὴ πο ὺ ἄρχισε μ ὲ ἀδρεία τὸ ἀγώα κα ὶ ἔπειτα τὸ ἐχαλάρωσε, τὴ κετ ᾶ σὰ κετρ ὶ ἡ ἀάμησι το ῦ πρώτου ζήλου, πράγμα πο ὺ πολλὲ φορὲ ἀαπτέρωσε κα ὶ ἔ σωσε ἀρκετού, αὐτο ὶ ἔμοιασα ἔτσι μ ὲ ἀετοὺ πο ὺ ἀαεώθηκα τ ὰ πεσμέα του πτερά. 23. Ὅτα ἡ ψυχ ὴ προδώση τὸ ἑαυτό τη κα ὶ χάση τὴ μακαρία κα ὶ πολυπόθητη θέρμη πο ὺ εἶ χε στὴ ἀρχή, ἂ ἐρευήση ἐπιμελῶ ὰ ἐξακριβώση ἀπ ὸ ποι ὰ αἰτία τὴ ἐστερήθηκε, κα ὶ ἐ ατίο αὐτῆ τῆ αἰτία ἂ ἀαλάβη ὅλο τὸ πόλεμο κα ὶ τὸ ζῆλο τη. Διότι δὲ ὑπάρχει ἄ λλη θύρα ἀπ ὸ τὴ ὁποία ὰ ἐπιστρέψη ἡ θέρμη, παρ ὰ μόο αὐτ ὴ ἀπ ὸ τὴ ὁποία ἔφυγε. 24. Αὐτὸ πο ὺ ἀπαρήθηκε τὸ κόσμο ἀπ ὸ τὸ φόβο (τῆ κολάσεω) εἶαι ὅμοιο μ ὲ τ ὸ θυμίαμα πο ὺ ἐ ῷ καίεται, στὶ ἀρχὲ ἀαδίδει εὐωδία, στ ὸ τέλο ὅ μω καπίζει (2). Ἐκεῖο πο ὺ τὸ ἀπαρήθηκε μ ὲ τὴ ἐλπίδα μελλοτικο ῦ μισθο ῦ, κατατ ᾶ μία μυλόπετρα, πο ὺ γυρίζει συεχῶ στ ὸ ἴδιο μέρο. Ὅποιο ὅμω ἀαχώρησε ἀπ ὸ τὸ κόσμο γι ὰ τὴ ἀγάπη το ῦ Θεο ῦ, εὐθὺ ἐ ξ ἀρχῆ ἔχει μέσα του φλόγα, ἡ ὁποία ἂ τυχὸ πέση σ ὲ ξύλα ἢ σ ὲ δάσο, αὐξάει ὑπερβολικὰ κα ὶ συεχῶ ἐπεκτείεται πρὸ τ ὰ ἐμπρό. 25. Μερικο ὶ κτίζου πλίθου ἐπάω στοὺ λίθου. Ἄλλοι στερεώου στύλου ἐπάω στ ὸ χῶ μα. Κα ὶ ἄλλοι, ἀφο ῦ ἐβάδισα ὀλίγο πεζο ὶ κα ὶ ζεστάθηκα τ ὰ εῦρα κα ὶ ο ἱ κλειδώσει του, ἐπροχώρησα ἔπειτα γρηγορώτερα. Ὅποιο ἔχει ο ῦ, ἂ ἐοήση τὶ συμβολικὲ αὐτὲ εἰ κόε (3). 26. Ἂ τρέξωμε πρόθυμα, συαισθαόμεοι ὅτι μᾶ ἐκάλεσε ὁ Θεὸ κα ὶ Βασιλεύ, μήπω κα ὶ τὰ χρόια τῆ ζωῆ μα εἶαι ὀλίγα, ὁπότε θ ὰ εὑρεθοῦμε χωρὶ καρποὺ τὴ ἡμέρα το ῦ θαάτου μα κα ὶ θ ὰ πεθάωμε ἀπ ὸ τὴ πεία. Ἂ εὐαρεστήσωμε τὸ Κύριο, ὅπω ο ἱ στρατιῶτε στὸ βασιλέα. Ὁπωσδήποτε μετ ὰ τὴ ἐπιστράτευσι, μᾶ ζητεῖται ἡ ἀκριβὴ ἐκπλήρωσι τῶ ὑποχρεώσεώ μα. 27. Ἂ φοβηθοῦμε τὸ Κύριο ὅπω τ ὰ θηρία. Διότι ἐγώρισα ἀθρώπου πο ὺ ἐπήγαια ὰ κλέψου, κα ὶ τὸ Θεὸ δὲ τὸ ἐφοβήθηκα, μόλι ὅμω ἄκουσα στ ὸ μέρο ἐκεῖο τὰ γαυγίσματα τῶ σκύλω ἀμέσω ὠπισθοχώρησα. Ἔτσι αὐτ ὸ πο ὺ δὲ ἐπέτυχε ὁ φόβο τοῦ Θεο ῦ, τ ὸ κατόρθωσε ὁ φόβο τῶ θηρίω! 28. Ἂ ἀγαπήσωμε τὸ Κύριο, ὅπω ἀγαποῦμε κα ὶ σεβόμεθα τοὺ φίλου μα. Εἶδα πολλὲ φορὲ ἀθρώπου πο ὺ ἐλύπησα τὸ Θεὸ κα ὶ δὲ ἀησύχησα καθόλου γι αὐτό. Ὅτα ὅ μω συέβη ὰ πικράου ἀγαπητά του πρόσωπα, ἔστω κα ὶ σ ὲ κάτι μικρό, ἔκαα τ ὸ πᾶ, ἐχρησιμοποίησα κάθε τέχασμα, ἐσκέφθηκα κάθε τρόπο, ὑπεβλήθησα σ ὲ κάθε θλίψι, ὡμολόγησα τ ὸ σφάλμα του, κα ὶ παρεκάλεσα εἴτε αὐτοπροσώπω εἴτε μ ὲ φίλου εἴτε μὲ δῶρα, προκειμέου ὰ ἀποκαταστήσου τὴ πρώτη ἀγάπη του. 29. Ὁπωσδήποτε στὴ ἀρχ ὴ τῆ μοαχικῆ μα ζωῆ, μ ὲ κόπο κα ὶ πικρία ἐργαζόμεθα τὶ ἀ ρετέ. Ἔπειτα ὅμω, ὅτα προχωρήσωμε, δὲ θ ὰ αἰσθαώμεθα καθόλου λύπη, ἢ ὀλίγη, στὴ ἐ ξάσκησί του. Ὅτα δ ὲ τέλο ἀφαισθ ῆ τ ὸ θητό μα φρόημα κα ὶ κυριαρχήση στὴ ψυχή μα ἡ προθυμία, τότε πλέο θ ὰ τὶ ἐργαζώμεθα μ ὲ ὅλη μα τὴ χαρ ὰ κα ὶ τὸ ζῆλο κα ὶ τὸ πόθο καὶ τὴ θεϊκ ὴ φλόγα. 30. Ὅσο εἶαι ἀξιέπαιοι αὐτο ὶ πο ὺ εὐθὺ ἐξ ἀρχῆ μ ὲ χαρ ὰ κα ὶ προθυμία καλλιεργοῦ τὶ

17 ἀρετὲ κα ὶ ἐκτελοῦ τὶ ἐτολέ, τόσο ἐλεειο ὶ εἶαι ἐκεῖοι πο ὺ ἐχρόισα στὴ ἄσκησι καὶ ὅμω μ ὲ κόπο ἀκόμη τὶ ἐξασκοῦ, ἐὰ βέβαια τὶ ἐξασκοῦ. 31. Ἂ μὴ ἀποστρεφώμεθα οὔτε ὰ κατακρίωμε «τὰ περιστατικὰ ἀ ποταγά» (4). Διότι ἐγώρισα ἀθρώπου λιποτάκτε, ο ἱ ὁποῖοι χωρὶ ὰ τ ὸ θέλου συατήθηκα μ ὲ τὸ βασιλέα πο ὺ εἶχε βγ ῆ ἔξω κα ὶ ἀπ ὸ τὴ στιγμ ὴ ἐκείη ἔγια δορυφόροι του, τὸ ἀκολούθησα στὸ παλάτι κα ὶ ἐδείπησα μαζί του. 32. Εἶδα σπόρο πο ὺ ἔπεσε τυχαῖα στ ὸ ἔδαφο κα ὶ ὅμω ἔκαε ἐξαιρετικ ὸ κα ὶ πολ ὺ καρπό, καθὼ πάλι κα ὶ τ ὸ ἀτίθετο. 33. Εἶδα ἕα ἄθρωπο (πο ὺ εἶχε κάποια βλάβη στὴ ὅρασί του) ὰ μπαίει στ ὸ ἰατρεῖο γιὰ κάποια ἄλλη ἀάγκη, ὰ τὸ κρατ ᾶ ὀλίγο περισσότερο ὁ ἰατρὸ μ ὲ τὴ φιλοφροσύη του, μὲ ἀποτέλεσμα ὰ καθαρισθ ῆ κα ὶ ὰ ἀπαλλαγ ῆ ἀπ ὸ τὴ ὁμίχλη πο ὺ σκέπαζε τ ὰ μάτια του. Ἔ τσι μερικ ὰ ἀκούσια κα ὶ τυχαῖα περιστατικ ὰ πο ὺ συέβησα σ ὲ μερικοὺ εἶχα ἀ ποτελέσματα βεβαιότερα κα ὶ οὐσιαστικώτερα ἀπ ὸ ὅ,τι μερικ ὰ ἐκούσια. 34. Καεὶ ἂ μ ὴ θεωρήση τὸ ἑαυτό του ἀάξιο γι ὰ τὴ μοαχικ ὴ πολιτεία, προφασιζόμεο τὸ βάρο κα ὶ τ ὸ πλῆθο τῶ ἁμαρτιῶ του κα ὶ ἂ μ ὴ ομίζη ὅτι ταπειώει ἔτσι τὸ ἑ αυτό του, ἐ ῷ στὴ οὐσία φοβεῖται μ ὴ στερηθ ῆ τὶ ἡδοὲ το ῦ κόσμου. Ὅλα ὅσα λέγει εἶ αι «προφάσει ἐ ἁμαρτίαι» (Ψαλμ. ρμ 4). Διότι ἐκε ῖ ὅπου ἀκριβῶ ὑπάρχει βαθει ὰ κα ὶ σαπισμέη πληγή, ἐκε ῖ χρειάζεται κα ὶ μεγαλυτέρα θεραπεία, γι ὰ ὰ καθαρισθ ῆ. Ἄλλωστε στ ὸ ἰατρεῖο δὲ πηγαίου ο ἱ ὑγιεῖ! 35. Ἐὰ ὁ ἐπίγειο βασιλεὺ μᾶ προσκαλοῦσε ὰ καταταγοῦμε στὸ στρατό του, ὰ τὸ ὑπηρετοῦμε κα ὶ ὰ πολεμοῦμε στ ὸ πλευρό του, δὲ θ ὰ καθυστερούσαμε οὔτε θ ὰ προφασιζόμεθα τίποτε. Ἀλλ ὰ θ ὰ τ ὰ ἐγκαταλείπαμε ὅλα κα ὶ μ ὲ προθυμία θ ὰ τρέχαμε κοτά του. Ἂ προσέξωμε λοιπὸ μήπω, ἐ ῷ μᾶ προσκαλε ῖ ὁ Βασιλεὺ τῶ βασιλέω κα ὶ Κύριο τῶ κυρίω κα ὶ Θεὸ τῶ θεῶ στὴ οὐραία παράταξι τῶ μοαχῶ, ἀρηθοῦμε τὴ πρόσκλησι ἀπ ὸ ὀκηρία κα ὶ ρᾳθυμία, κα ὶ σταθοῦμε ἔτσι ἀαπολόγητοι ἐμπρὸ στ ὸ μέγα κα ὶ φοβερ ὸ βῆ μα τῆ Κρίσεω. 36. Μπορε ῖ βέβαια ὰ βαδίζη καεί, ἐ ῷ εἶαι δεμέο μ ὲ τὶ ὑποθέσει το ῦ κόσμου κα ὶ μὲ βαρειὲ σὰ σιδερέιε ἁλυσίδε- φροτίδε, ἀλλ ὰ θ ὰ βαδίζη μ ὲ δυσκολία. Ὅπω κα ὶ ἐκεῖ οι πο ὺ ἔχου σιδερέια δεσμ ὰ στ ὰ πόδια του βαδίζου πολλὲ φορέ, ἀλλ ὰ συεχῶ σκοτάφτου κα ὶ πληγώοται. 37. Ὁ ἄγαμο πο ὺ εὑρίσκεται στὸ κόσμο κα ὶ εἶαι δεμέο μόο μ ὲ τ ὰ πράγματα το ῦ κόσμου ὁμοιάζει μ ὲ αὐτὸ πο ὺ ἔχει τὶ χειροπέδε. Γι ὰ τοῦτο κα ὶ ὅτα ἀποφασίση ὰ τρέξη πρὸ τὸ μοαχικ ὸ βίο δὲ ἐμποδίζεται. Ἐ ῷ αὐτὸ πο ὺ ἦλθε σ ὲ γάμο ὁμοιάζει μ ὲ ἐκεῖο πο ὺ τὸ ἔ χου δέσει «χειροπόδαρα». 38. Μερικο ὶ κοσμικο ὶ πο ὺ ζοῦσα ἀμελῶ μ ὲ ἐρώτησα: «Πῶ μποροῦμε ἐμεῖ πο ὺ ζοῦμε μὲ συζύγου κα ὶ εἴμαστε περικυκλωμέοι μ ὲ τόσε κοιωικὲ ὑποχρεώσει ἀκολουθήσωμε τὴ μοαχικ ὴ ζωή»; Κα ὶ τοὺ ἀπήτησα: «Ὅσα καλ ὰ μπορεῖτε, ὰ τ ὰ κάετε, καέα ὰ μὴ περιγελάσετε, καέα ὰ μ ὴ κλέψετε, σ ὲ καέα ὰ μὴ εἰπῆτε ψέματα, καέα ὰ μὴ περιφροήσετε, καέα ὰ μ ὴ μισήσετε. Ν ὰ μ ὴ παραλείπετε τὸ ἐκκλησιασμό, ὰ δείχετε συμπόια στοὺ πτωχού, καέα ὰ μ ὴ σκαδαλίσετε. Σ ὲ ξέο πράγμα κα ὶ σ ὲ ξέη γυαίκα ὰ μὴ πλησιάσετε. Ἀρκεσθῆτε στὴ ἰδική σα γυαίκα (πρβλ. Λουκ. γ 14). Ἐὰ ζῆτε ἔτσι, «οὐ μακρὰ ἔστε τῆ βασιλεία τῶ οὐραῶ» (Μαρκ. ιβ 34).

18 39. Ἂ τρέξωμε μ ὲ χαρ ὰ κα ὶ μ ὲ φόβο στὸ καλὸ ἀγώα, χωρὶ ὰ φοβούμεθα τοὺ ἐ χθρού μα. Διότι αὐτο ὶ παρατηροῦ τὴ ὄψι τῆ ψυχῆ μα, ἔστω κα ὶ ἂ ἐμεῖ δὲ τοὺ βλέπωμε. Καὶ ὅτα ἰδοῦ τὴ ὄψι τῆ ψυχῆ μα ἀλλαγμέη ἀπ ὸ τὸ φόβο, τότε ἐ πιτίθεται δριμύτερα ἐατίο μα, ἐπειδ ὴ ἀτελήφθηκα ο ἱ δόλιοι ὅτι φοβηθήκαμε. Γι αὐτ ὸ λοιπὸ ἂ τοὺ ἐπιτεθοῦμε μ ὲ ἀδρεία. Διότι καεὶ δὲ θέλει ὰ πολεμ ῆ ἐατίο ἐκείου πο ὺ μάχεται μ ὲ ζῆλο. 40. Ὁ Κύριο φερόμεο μ ὲ συγκατάβασι ἐλάφρυε τὸ ἀγώα τῶ ἀρχαρίω γι ὰ ὰ μὴ κουρασθοῦ εὐθὺ ἐξ ἀρχῆ κα ὶ γυρίσου ἀμέσω στὸ κόσμο. Γι αὐτ ὸ «χαίρετε ἐ Κυρίῳ πάτοτε» (Φιλιπ. δ 4) ὅλοι ο ἱ δοῦλοι το ῦ Θεο ῦ, ἀφο ῦ ἀτιληφθῆτε τ ὸ πρῶτο αὐτ ὸ δεῖγμα τῆ ἀγάπη το ῦ Δεσπότου. Χαίρετε ἀκόμη, ἀφο ῦ σκεφθῆτε ὅτι Αὐτὸ σᾶ ἔχει προσκαλέσει στὸ ἀγώα τῆ μοαχικῆ ζωῆ. 41. Ἀλλ ὰ κα ὶ τοῦτο φαίεται ὅτι κάει πολλὲ φορὲ ὁ Θεό: Βλέποτα ἀδρεῖ ε ψυχέ, ἐπιτρέπει τοὺ πολέμου εὐθὺ ἐξ ἀρχῆ, μ ὲ τὴ ἐπιθυμία ὰ τὶ στεφαώση σύτομα. 42. Ἀποκρύπτει ὁ Κύριο ἀπ ὸ αὐτοὺ πο ὺ ζοῦ στὸ κόσμο τὴ δυσκολία ἢ μᾶλλο τὴ εὐκολία- το ῦ μοαχικο ῦ ἀγῶο. Διότι ἂ τὴ ἐγώριζα, καεὶ δὲ θ ὰ ἀπεφάσιζε ὰ γίη μοαχό. 43. Πρόσφερε μ ὲ προθυμία στὸ Χριστὸ τοὺ κόπου τῆ εότητό σου κα ὶ θ ὰ ἀπολαύση στὸ γῆρα σου πλοῦτο ἀπαθεία. Αὐτ ὰ πο ὺ συαθροίζοται στὴ εαικ ὴ ἡλικία τρέφου καὶ παρηγοροῦ κατ ὰ τ ὸ γῆρα ὅσου ἔχου ἐξασθεήσει. Ἂ κοπιάσωμε μ ὲ ζῆλο, ὅσο εἴμαστε έοι, ἂ τρέξωμε γρήγορα, διότι ἡ ὥρα το ῦ θαάτου εἶ αι ἄγωστη. 44. Ἔχομε ἐχθροὺ πο ὺ εἶαι πραγματικ ὰ ποηροί, σκληροί, δόλιοι, παοῦργοι, δυατοί, ἄ υποι, ἀόρατοι, ἄυλοι. Στ ὰ χέρια του κρατοῦ φωτι ὰ κα ὶ θέλου ὰ κάψου τὸ α ὸ το ῦ Θεο ῦ μ ὲ τὴ φλόγα του. 45. Καεὶ ὅσο εἶαι έο, ἂ μ ὴ παραδεχθ ῆ τοὺ ἐχθρού του δαίμοα, πο ὺ το ῦ λέγου: «Μὴ λυώση τ ὸ σῶμα σου μ ὲ τὴ πολλ ὴ ἄσκησι, γι ὰ ὰ μὴ ἀδυατήση κα ὶ ἀ ρρωστήση». Διότι, στὴ σημερι ὴ μάλιστα ἐποχή, δύσκολα θ ὰ εὑρεθ ῆ ἄθρωπο πο ὺ θ ὰ προτιμήση ὰ θαατώση τὴ σάρκα του, τ ὸ πολ ὺ πολ ὺ ἴσω ὰ στερήση τὸ ἑαυτό του ἀπ ὸ τ ὰ πολλ ὰ κα ὶ ἡδοικὰ φαγητά. Ὁ σκοπὸ το ῦ δαίμοο εἶαι ὰ ἐπιτύχη, ὥστε ἡ ἀρχ ὴ το ῦ μοαχικο ῦ μα σταδίου ὰ γίη μ ὲ ωθρότητα κα ὶ πολλ ὴ ρᾳθυμία, ὁπότε κα ὶ τ ὸ τέλο το ῦ ἀγῶο θ ὰ εἶαι παρόμοιο καὶ ἀάλογο πρὸ τὴ ἀρχή του. 46. Περισσότερο ἀπ ὅλα, ὅσοι θέλου ὰ ὑπηρετήσου πραγματικ ὰ τὸ Χριστὸ πρέπει ὰ ἐξετάσου κα ὶ ὰ πράξου τ ὸ ἑξῆ: Ν ὰ διαλέξου μ ὲ τὴ καθοδήγησι τῶ πευματικῶ Πατέρω κα ὶ μ ὲ τὴ ἐπίγωσι το ῦ ἑαυτο ῦ του, τοὺ τόπου κα ὶ τοὺ τρόπου κα ὶ τὶ καταστάσει κα ὶ τ ὰ ἐργόχειρα πο ὺ θ ὰ τοὺ ταιριάζου. Τ ὰ κοιόβια δὲ εἶαι γι ὰ ὅλου, ἐπειδ ὴ μπορε ῖ ὰ βλάψου αὐτοὺ πο ὺ εἶαι λαίμαργοι. Οὔ τε πάλι τ ὰ ἡσυχαστήρια εἶαι γι ὰ ὅλου, ἐπειδ ὴ μπορε ῖ ὰ βλάψου τοὺ θυμώδει. Καθέα ἂ ἐξετάση καλ ὰ ποι ὸ πάθο ἔχει, (κα ὶ ἀαλόγω ἂ κάη τὴ ἐπιλογή). * * * 47. Σ ὲ τρεῖ γεικὲ ἀσκητικὲ κατηγορίε περιλαμβάεται ὅλη ἡ μοαχικ ὴ ζωή: Στὸ ἡρωϊκὸ ἐρημητισμό, στὴ ἄσκησι μ ὲ ἄλλο ἕα ἢ τ ὸ πολ ὺ δυό, κα ὶ στὴ ὑπομοητικ ὴ ζω ὴ τοῦ

19 Κοιοβίου. «Μ ὴ ἐκκλίη λέει ὁ Ἐκκλησιαστή- εἰ τ ὰ δεξι ὰ ἢ εἰ τ ὰ ἀριστερά, ἀλλ ὁδῷ βασιλικ ῇ πορεύθητι» (Παροιμ. δ 27). Διότι ὁ μεσαῖο τρόπο ἀπ ὸ τοὺ τρεῖ πο ὺ ἀ αφέραμε, φαίεται ὰ ταιριάζη στοὺ περισσοτέρου. Ἐπειδή, ὅπω λέγει ἡ Γραφή, «ἀλλοίμοο στὸ ἕα, διότι ἂ πέση» σ ὲ ἀκηδία, ἢ ὕπο, ἢ ρᾳθυμία, ἢ ἀπόγωσι, «δὲ ἔχει ἄθρωπο ὰ τὸ σηκώση» ( Ἐκκλ. δ 10). Ὅπου ὅ μω εὑρίσκοται «δυ ὸ ἢ τρεῖ συηγμέοι εἰ τ ὸ ἐμὸ ὄομα, ἐκε ῖ εἴμι ἐ μέσ ῳ αὐτῶ» εἶπε ὁ Κύριο (Ματθ. ιη 20). 48. Ποιὸ ἄραγε θ ὰ εἶαι ὁ πιστὸ κα ὶ φρόιμο μοαχό, ὁ ὁποῖο τὴ πρώτη θέρμη θ ὰ τὴ κρατήση ἄσβεστη, κα ὶ δὲ θ ὰ παύση μέχρι τῆ στιγμῆ το ῦ θαάτου του, ὰ προσθέτη κάθε ἡμέρα φωτι ὰ στὴ φωτιά, θέρμη στὴ θέρμη, πόθο στὸ πόθο κα ὶ προθυμία στὴ προθυμία; Βαθμὶ πρώτη! Σ ὺ πο ὺ ἀέβηκε σ αὐτή, «μ ὴ στραφῆ εἰ τ ὰ ὀπίσω». ---------- 1. Κα ὶ ὅσοι δηλαδ ὴ ἐκάρησα μοαχο ὶ - ἡ κουρ ὰ θεωρεῖται ὡ δεύτερο βάπτισμα - κα ὶ δὲ ἐπέδειξα ἐ συεχείᾳ βίο ἐάρετο κα ὶ συεπ ῆ πρὸ τὴ ὁμολογία του, δὲ θ ὰ τύχου σωτηρία. 2. Ὁ θεάρεστο δηλαδ ὴ ζῆλο πο ὺ παρατηρεῖται στὴ ἀρχή, μεταβάλλεται ἀργότερα σ ὲ καπ ὸ ἀμελεία καὶ ψυχρότητο. 3. Ο ἱ πρῶτοι φαίεται ὅτι εἶαι ὅσοι ἐξεκίησα μ ὲ καλὲ κα ὶ στερεὲ βάσει, ἀλλ ὰ ἀργότερα ἀμέλησα καὶ ὑποβάθμισα κάπω τὴ πευματική του ζω ὴ ο ἱ λίθοι ἀτικατεστάθησα μ ὲ πλίθου. Ο ἱ δεύτεροι, ὅ σοι ξεκίησα μ ὲ ζῆλο ὰ ἀεγείρου ὑψηλ ὸ οἰκοδόμημα, ἀλλ ὰ δὲ ἐξασφάλισα στερε ὰ θεμέλια οὔτε ἐχρησιμοποίησα ἐκλεκτὰ οἰκοδομικ ὰ ὑλικά. Ο ἱ τρίτοι, ὅσοι ἐξεκίησα χωρὶ ζῆλο κα ὶ ὑψηλὲ προοπτικέ, ἀλλ ὰ ἀργότερα ἐ θερμάθηκα κα ὶ ἐσημείωσα ταχεία πρόοδο. 4. «Περιστατικα ὶ ἀποταγαί» ὀομάζοται ο ἱ περιπτώσει κατ ὰ τὶ ὁποῖε τυχαῖα κα ὶ ἀπρόβλεπτα γεγοότα ὁδηγοῦ κάποιο στ ὴ μοαχικ ὴ ζωή. Ἂ ἀαφέρωμε ἕα παράδειγμα: Ἕα πρόσωπο ἀτιμετωπίζει κάποιο σοβαρ ὸ κίδυο κα ὶ ἀαγκάζεται ὰ καταφύγη σ ὲ μία Μο ὴ σὰ σ ὲ τόπο ἀσφαλεία. Ἐκε ῖ ὑπάρχει τ ὸ ἐδεχόμεο ὰ ἀγαπήση τὴ θεοφιλ ῆ ζω ὴ τῶ μοαχῶ κα ὶ ὰ ἀποφασίση ὰ τὴ ἀσπασθ ῆ. ΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ Περ ὶ ἀπροσπαθεία ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ἀγάπησε πραγματικ ὰ τὸ Κύριο κα ὶ ἐπεζήτησε ἀληθι ὰ ὰ κερδήση τὴ μέλλουσα βασιλεία, ἐκεῖο πο ὺ ἀπέκτησε πραγματικ ὸ πόο γι ὰ τ ὰ ἁμαρτήματά του καὶ ζωτα ὴ ἐθύμησι τῆ κολάσεω κα ὶ τῆ αἰωίου κρίσεω, ἐκεῖο πο ὺ ξύπησε ἀληθι ὰ μέσα του τὸ φόβο το ῦ θαάτου του, δὲ θ ὰ ἀγαπήση πλέο οὔτε θ ὰ ἐδιαφερθ ῆ οὔτε θ ὰ μεριμήση καθόλου γι ὰ χρήματα ἢ γι ὰ κτήματα ἢ γι ὰ τοὺ γοεῖ του ἢ γι ὰ ἐπίγειο δόξα ἢ γι ὰ φίλου ἢ γιὰ

20 ἀδελφοὺ ἢ γι ὰ τίποτε τ ὸ γήϊο. Ἀλλ ὰ ἀφο ῦ ἀποτιάξη ἀπ ὸ ἐπάω του κα ὶ μισήση κάθε ἐπαφὴ κα ὶ κάθε φροτίδα γι ὰ ὅλα αὐτά, ἐπ ὶ πλέο δ ὲ κα ὶ πρὶ ἀπ ὅλα ἀφο ῦ μισήση κα ὶ τὴ ἴδια τὴ σάρκα του, ἀκολουθε ῖ τὸ Χριστὸ γυμὸ κα ὶ ἀμέριμο κα ὶ ἀκούραστο, ἀ τείζοτα πάτοτε στὸ οὐρα ὸ κα ὶ ἀαμέοτα τὴ ἐξ ὕψου βοήθεια, καθὼ τ ὸ εἶπε ἕα Ἅγιο: «Ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ὀπίσω σου» (Ψαλμ. ξβ 9). Κα ὶ καθὼ τ ὸ εἶπε πάλι ὁ ἀείμηστο ἐκεῖο Προφήτη: «Ἐγ ὼ δ ὲ οὐκ ἐ κοπίασα κατακολουθῶ σοι κα ὶ ἡμέρα ἢ ἀάπαυσι ἀθρώπου οὐκ ἐπεθύμησα, Κύριε» ( Ἱερεμ. ιζ 16). 2. Εἶαι μεγάλη ἐτροπή, ἀφο ῦ ἐγκαταλείψαμε ὅλα τ ὰ προηγούμεα, μετ ὰ τὴ κλῆσι πο ὺ μᾶ ἔκαε ὁ Κύριο κα ὶ ὄχι καεὶ ἄθρωπο, ὰ φροτίζωμε γι ὰ κάτι ἄλλο, τ ὸ ὁποῖο δὲ μπορε ῖ ὰ μᾶ φα ῆ χρήσιμο τὴ ὥρα τῆ μεγάλη μα ἀάγκη, δηλαδ ὴ το ῦ θαάτου μα. Αὐτ ὸ ἐοοῦσε ὁ Κύριο, ὅτα ὡμίλησε γι ὰ τὸ ἄθρωπο πο ὺ «ἐστράφη εἰ τ ὰ ὀπίσω κα ὶ δὲ εἶαι εὔθετο εἰ τὴ βασιλεία τῶ οὐραῶ» (Λουκ. θ 62). 3. Ὁ Κύριο, ἐπειδ ὴ γωρίζει πόσο εὔκολα γλυστροῦμε ἐμεῖ ο ἱ ἀρχάριοι κα ὶ ἐπιστρέφομε στὸ κόσμο, ἐὰ συααστρεφώμεθα ἢ ἔστω συατώμεθα μ ὲ κοσμικού, ἀπήτησε σ αὐτὸ πο ὺ τοῦ εἶπε, «ἐπίτρεψό μοι ἀπελθεῖ κα ὶ θάψαι τὸ πατέρα μου»: «Ἅφε τοὺ εκροὺ θάψαι τοὺ ἑαυτῶ εκρού» (Ματθ. η 22). 4. Μετ ὰ τὴ ἀποταγή μα ο ἱ δαίμοε μᾶ παρακιοῦ ὰ μακαρίζωμε τοὺ κοσμικοὺ ποὺ τυχὸ εἶαι ἐλεήμοε κα ὶ εὔσπλαγχοι, κα ὶ ὰ ἐλεειολογοῦμε τὸ ἑαυτό μα, διότι δῆθε τὸ ἐστερήσαμε ἀπ ὸ αὐτὴ τὴ ἀρετή. Ὁ δ ὲ σκοπὸ τῶ ἐχθρῶ μα εἶαι, μ ὲ αὐτὴ τὴ όθο ταπείωσι ὰ μᾶ ξααφέρου στὸ κόσμο ἤ, ἂ παραμείωμε μοαχοί, ὰ μᾶ κατακρημίσου στὴ ἀπόγωσι. 5. Εἶαι δυατὸ ὰ ἐξευτελίζωμε τοὺ κοσμικοὺ ἀπ ὸ οἴηση, ὅπω ἐπίση ὰ τοὺ ἐξουθεώωμε ἀπότα, γι ὰ ὰ πολεμοῦμε τὴ ἀπόγωσι κα ὶ ὰ ἀποκτοῦ με περισσότερο θάρρο κα ὶ ἐλπίδα. 6. Ἂ ἀκούσωμε τί εἶπε ὁ Κύριο στὸ έο ἐκεῖο πο ὺ εἶχε τηρήσει ὅλε σχεδὸ τὶ ἐ τολέ: «Ἕα σο ῦ λείπει, ὰ πωλήση τ ὰ ὑπάρχοτά σου, ὰ τ ὰ δώση στοὺ πτωχοὺ κα ὶ ὰ γίη ἐσὺ πτωχὸ πο ὺ θ ὰ δέχεται ἐλεημοσύε» (πρβλ. Ματθ. ιθ 21). 7. Ὅσοι ἐπιθυμοῦμε ὰ τρέχωμε μ ὲ ταχύτητα (στὸ δρόμο τῆ ἀσκήσεω), ἂ στοχασθοῦ με καλά, ὅτι ὁ Κύριο ὅσου ζοῦ στὸ κόσμο τοὺ ἔκριε κα ὶ τοὺ ἐχαρακτήρισε σὰ ζωταοὺ εκρού, λέγοτα σ ὲ κάποιο: «Ἄφησε τοὺ εκρού του κόσμου ὰ θάψου τοὺ εκροὺ κατὰ τ ὸ σῶμα» (πρβλ. Ματθ. η 22). 8. Σ ὲ τίποτε δὲ ἐμπόδισε ὁ πλοῦτο ἐκεῖο «τὸ πλούσιο εαίσκο» ὰ προσέλθη στὸ βάπτισμα. Πλαῶται λοιπὸ μερικο ὶ πο ὺ ἰσχυρίζοται ὅτι χάρι το ῦ βαπτίσματο ὁ Κύριο τὸ διέταξε ὰ πωλήση τὸ πλοῦτο του. Ἡ μαρτυρία αὐτ ὴ ἂ εἶαι ἀρκετ ὴ γι ὰ μᾶ, σὰ μεγίστη ἀπόδειξι τῆ δόξη τῆ μοαχικῆ μα πολιτεία. 9. Ἐκεῖοι πο ὺ ζοῦ στὸ κόσμο κα ὶ λυώου στὶ ἀγρυπίε, τὶ ηστεῖε, τοὺ κόπου κα ὶ τὶ κακουχίε, ὅτα ἀαχωρήσου ἀπ ὸ τοὺ ἀθρώπου πρὸ τὴ μοαχικ ὴ ζωή, σὰ σ ὲ κάποιο δοκιμαστήριο ἢ στάδιο, ὅλη αὐτ ὴ τὴ προηγούμεη ἄσκησί του, τὴ οθευμέη καὶ ἐπιφαειακή, δὲ τὴ συεχίζου πλέο (1). 10. Ἔχω ἰδε ῖ πολλ ὰ κα ὶ διάφορα φυτ ὰ ἀρετῶ, φυτευμέα μέσα στὸ κόσμο, ο ὗ ἐ ποτίζοτα ἀπ ὸ τὸ βόρβορο το ῦ ὑποόμου τη κεοδοξία κα ὶ ἐσκαλίζοτα ἀπ ὸ τ ὸ πεῦμα τῆ ἐ πιδείξεω