ΗΜΕΡΙΔΑ: ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΙΣΤΟ ΟΡΓΑΝΩΣΗ: ΤΕΕ 9 Νοεμβρίου 2004 Αίθουσα ΕΒΕΑ (Ακαδημίας 7) ΘΕΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΗΣ: Πλαίσιο για μια Συνδυασμένη Αντιμετώπιση του Προβλήματος και των Συνεπειών του στο Εργασιακό και στο Ευρύτερο Περιβάλλον Χαρ. Ζιώγας, Π.Μ. Υγ/γος, Μέλος Μ.Ε.Ο.Π. Γερ. Παπαδόπουλος, Μ.Μ., Αντ/δρος Π.Σ.Δ.Μ.Η., Μέλος Δ.Σ. ΕΛΙΝΥΑΕ Τρία χρόνια μετά την κατάργηση του Π.Δ. 84/84 και την ψήφιση του νόμου 2965/01 για τη «Βιώσιμη Ανάπτυξη στην Αττική» καμία πρόοδος δεν έχει πραγματοποιηθεί προς την κατεύθυνση που επαγγέλλεται ο νόμος αυτός. Οι παράνομες μεταποιητικές δραστηριότητες στην Αττική μέσα ή στην άμεση γειτονία του οικιστικού ιστού, παραμένουν και πιθανώς ενδυναμώνουν τα ατυχήματα (κύρια πυρκαγιές) αυξάνονται και η ανεξέλεγκτη παραγωγή και εκπομπή ρύπων (υγρών, στερεών και αέριων) συνεχίζεται ακάθεκτη. Είναι, πλέον, εμφανές ότι στο τρίχρονο αυτό διάστημα διαπιστώνεται, πέρα από κάθε αμφισβήτηση, μια εμμένουσα πολιτική βούληση των Κυβερνήσεων για την διατήρηση, ως έχει, της ημιελεγχόμενης έως ανεξέλεγκτης κατάστασης στον τομέα αυτό καθώς και η άρνηση των ιδιοκτητών των μεγάλων, κυρίως, παράνομων μεταποιητικών μονάδων της Αττικής να βελτιώσουν το εργασιακό τους περιβάλλον και την εν γένει περιβαλλοντική συμπεριφορά τους. Η σκόπιμη αυτή στάση, καταστροφική για το περιβάλλον στην Αττική και τις συνθήκες εργασίας στις μονάδες αυτές, βρίσκει τώρα στις δυσλειτουργικές διατάξεις του ν. 2065/01, που οι ίδιοι θέσπισαν (με την ενεργή υποστήριξη της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης και σήμερα Κυβέρνησης) ένα βολικό άλλοθι για τη διαιώνιση και παραπέρα επιδείνωση του προβλήματος. Πρόβλημα, για το οποίο οι φορείς που πρωτοστάτησαν στην κατάργηση του Π.Δ. 84/84 αλλά και οι τοπικές αρχές, που είχαν και έχουν λόγο και ευθύνη παρέμβασης σφυρίζουν τώρα αδιάφορα. Ο λαλίστατος, προηγούμενα, Σύνδεσμος Βιομηχανιών Αττικής και Πειραιά (ο γνωστός ΣΒΑΠ), αφού ικανοποίησε τις απαιτήσεις του, τα τρία τελευταία χρόνια έχει βεβαίως σιγήσει. Η υγεία, όμως, των εργαζομένων στις μονάδες αυτές, η υγεία των περιοχών και γενικότερα των κατοίκων της Αττικής, το πολλαπλά πληττόμενο περιβάλλον του νομού μας, η φέρουσα ικανότητα του οποίου έχει προ πολλού εξαντληθεί, επιβάλλουν τη λήψη άμεσων μέτρων. Μέτρων που δεν πρέπει, όμως, να 1
μείνουν μόνο στα χαρτιά, όπως επανειλημμένα έχει γίνει μέχρι σήμερα. Μια επιστροφή στο κοντινό παρελθόν είναι, αλήθεια, πολύ διδακτική. Οι εμπνευστές του Ν. 2965/01 «Για τη βιώσιμη ανάπτυξη στην Αττική», του νόμου που κατάργησε το Π.Δ. 84/84 ως δυσλειτουργικό, δήλωναν ότι στόχος του νόμου ήταν «η εναρμόνιση των παραγωγικών δραστηριοτήτων με της αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης». Πολλές διαβεβαιώσεις είχαν δοθεί με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο και πολλά μέτρα είχαν αναγγελθεί για την επίτευξη του κεντρικού στόχου. Ανάμεσά τους και η οριστική επίλυση του προβλήματος των μεταποιητικών επιχειρήσεων που λειτουργούσαν παράνομα. Όπως διαβεβαίωνε ο τότε Υπουργός Ανάπτυξης κ. Χριστοδουλάκης, με το νέο νόμο «δίνονται ευκαιρίες, σε όσες επιχειρήσεις λειτουργούν παράνομα, να αποφασίσουν να προσαρμοστούν... εντός συγκεκριμένων προθεσμιών, διαφορετικά θα κλείσουν» και παρακάτω: «Υπάρχουν οι πόροι από το ΚΠΣ, υπάρχουν οι τεχνολογίες. Από σήμερα [18/4/01] υπάρχει ένα νέο πλαίσιο το οποίο μπορεί να διευκολύνει αυτόν τον επιχειρησιακό, βιομηχανικό και οικολογικό αναπροσανατολισμό της δραστηριότητας». [1] Τι προέβλεπε το «πλαίσιο» αυτό, δηλ. ο νέος νόμος, γι αυτόν τον περίφημο αναπροσανατολισμό; Βασικό του εργαλείο ήταν η μετεγκατάσταση των παράνομων βιομηχανιών βιοτεχνιών και εργαστηρίων, σε συμβατές από πλευράς όχλησης περιοχές. Συνοπτικά: Απομάκρυνση όλων των μεταποιητικών δραστηριοτήτων, εργαστηρίων, αποθηκών κλπ., δηλ. ακόμη και χαμηλής όχλησης, από τις περιοχές αμιγούς κατοικίας. Δυνατότητα εγκατάστασης μονάδων χαμηλής όχλησης σε περιοχές γενικής κατοικίας, εφόσον η χρήση γης στις περιοχές αυτές το επέτρεπε και Υποχρεωτική μετεγκατάσταση των μονάδων υψηλής όχλησης που λειτουργούσαν σε περιοχές Γενικής Κατοικίας σε «οριοθετημένους από τα ΓΠΣ χώρους (ΒΙΠΑ, ΒΙΟΠΑ)» ή «σε οργανωμένους χώρους υποδοχής βιομηχανιών (ΒΕΠΕ)» [2] Κι όλα αυτά θα έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το 2006. Τι έχει γίνει μέχρι σήμερα, τρία ολόκληρα χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου, ως προς την επίλυση του προβλήματος των παρανόμων μεταποιητικών μονάδων, εργαστηρίων και αποθηκών; Όλοι γνωρίζουμε την απάντηση: Ουσιαστικά τίποτε ή μάλλον κάτι έγινε. Μια εύλογη, σε περιπτώσεις συνειδητής πολιτικής απραξίας, διολίσθηση προς το χειρότερο: 1. Η προηγούμενη Κυβέρνηση, συνεπής στην δική της πολιτική της «βιώσιμης ανάπτυξης» για την Αττική, με μεθοδικότητα και στοχοπροσήλωση, άφησε τα πράγματα ως είχαν χωρίς, έστω για τα προσχήματα, να φροντίσει να 2
ενεργοποιήσει κάποιες καίριες διατάξεις του Ν. 2965/01 με τις απαραίτητες γι αυτό Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις. Στην ίδια, τώρα, γραμμή πλεύσης κινείται και η καινούρια Κυβέρνηση. Τα πρώτα δείγματα γραφής είναι χαρακτηριστικά: Η δυνατότητα χωροθέτησης «Τεχνοπόλεων» στις περιοχές «Α» της Αττικής (Π.Δ. 5/13-12-79), (για την Πάρνηθα έχει εκδηλωθεί το σχετικό επιχειρηματικό ενδιαφέρον, που θεωρεί ακριβή την προσφερόμενη περιοχή των Σπάτων) θεσμοθετήθηκε, ήδη, με τροπολογία στο Σχέδιο Νόμου «Μειοδοτικό Σύστημα Ανάθεσης Δημόσιων Έργων» [3] των Υπουργών Ανάπτυξης και ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. Είναι η ίδια, άλλωστε, πολιτική «βιώσιμης ανάπτυξης» που εγκατέλειψε στην τύχη της τα τελευταία οκτώ χρόνια, όταν δεν δυναμίτισε, τη χωροθέτηση νέων εγκαταστάσεων διαχείρισης απορριμμάτων στην Αττική, που έκλεινε πεισματικά τα μάτια μπροστά στο πρόβλημα διαχείρισης της λάσπης από την Ψυτάλλεια. Είναι τέλος η ίδια, ακριβώς, πολιτική «βιώσιμης ανάπτυξης» που πολύ ενεργητικά, αυτή τη φορά, υλοποιήθηκε σε βάρος των ελάχιστων μεγάλων ελεύθερων χώρων της Αττικής φυτεύοντας στην καρδιά τους μεγαθήρια από μπετόν και χάλυβα για την υλοποίηση της «μεγάλης ιδέας» των Ολυμπιακών Αγώνων από κοινού με το πολυεθνικό κεφάλαιο, χορηγικό και μη, τους εγχώριους μεγαλοκατασκευαστές και τις ξένες μυστικές υπηρεσίες. Είτε χωροθετώντας, με απλή ΚΥΑ, λίγο πριν τις εκλογές, ένα τεράστιο τεχνητό νησί- εμπορικό κέντρο με μαρίνες και λιμενοβραχίονες μπροστά στη Νέα Μάκρη, πάνω σε λειμώνες ποσειδωνίας, σε έκταση αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. 2. Ο «Σύνδεσμος Βιομηχανιών Αττικής και Πειραιά» που θεωρούσε ως υπαίτιο για πάσα νόσο το Π.Δ. 84/84, επανέρχεται με νέες προτάσεις για μεγαλύτερη ακόμη ελευθερία κινήσεων (εμείς θα το λέγαμε «ασυδοσία») των μεγάλων βιομηχανιών. Από την άλλη μεριά, προβεβλημένα μέλη του ασχολούνται με άλλα, σοβαρότερα ζητήματα, όπως οι συνεχιζόμενες απολύσεις εκατοντάδων, κάθε φορά, εργαζομένων ή η μεταφορά των μονάδων εκτός Αττικής και όμορων νομών. 3. Οι χιλιάδες χαμηλής όχλησης βιοτεχνίες της Αττικής ψάχνουν απεγνωσμένα να εντοπίσουν μερικά από τα «40.000 στρέμματα» των ΒΙΠΑ, ΒΙΟΠΑ και ΒΕΠΕ που θα πολεοδομούσε και θα υποδομούσε το Κράτος και θα έπρεπε ήδη να λειτουργούν, στη Μεταμόρφωση, την Κηφισιά, το Λαύριο, τον Ασπρόπυργο- Μάνδρα, στα Α. Λιόσια και αλλού. 4. Οι παράνομες (χωρίς άδεια) μεταποιητικές μονάδες, εργαστήρια και αποθήκες, όσες δεν έχουν κλείσει (θύματα όχι του παράνομου καθεστώτος τους αλλά της «αναπτυξιακής» πολιτικής των Κυβερνήσεων, βλέπε κλάδο του δέρματος), εξακολουθούν να λειτουργούν όπως και πριν. 5. Ως συνέπεια των παραπάνω, το περιβάλλον στην Αττική και ειδικότερα στη Δυτ. Αττική, που εξακολουθεί να πλήττεται κατά προτεραιότητα από τις βολές του «χωροταξικού ρατσισμού» της άρχουσας τάξης, συνεχίζει να υποβαθμίζεται, το εργασιακό περιβάλλον το ίδιο, η ανεργία να αυξάνει. Τα ατυχήματα από τις παράνομες μονάδες (πυρκαγιές, διαρροές) παρακολουθούν από κοντά τις άλλες 3
περιβαλλοντικές επιπτώσεις, ενώ όλο και πιο ορατός προβάλλει ο κίνδυνος κάποιου βιομηχανικού ατυχήματος μεγάλης έκτασης (ΒΑΜΕ), σε συνδυασμό με τη πιθανότητα εκδήλωσης του φαινομένου domino. Σημειώνουμε ότι ο πιο πάνω κίνδυνος πρόκλησης αλυσιδωτών ατυχημάτων αυξάνεται όταν υπάρχουν επιχειρήσεις που λειτουργούν χωρίς άδεια. Η ύπαρξη των παράνομων αυτών επιχειρήσεων, που συνεπάγεται έλλειψη γνώσης σημαντικών στοιχείων ως προς το ανθρώπινο δυναμικό, την παραγωγική δραστηριότητα, τις χρησιμοποιούμενες χημικές ουσίες και τους κινδύνους που τη συνοδεύουν, δυσκολεύει, παράλληλα, και την οργάνωση της αντιμετώπισης περιστατικού έκτακτης ανάγκης για την περιοχή (περίπτωση ενός μεγάλου ατυχήματος, σεισμού κλπ). Πρόσθετα προβλήματα ασφαλείας δημιουργεί η διέλευση του φυσικού αερίου. Οι σχέσεις εργασίας, σε συνθήκες παράνομης μεταποιητικής δραστηριότητας, επιδεινώνονται. Η μαύρη εργασία, η εντατικοποίηση, η παράνομη απασχόληση, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθούν. Η εφαρμογή της νομοθεσίας για την Υγιεινή και Ασφάλεια της Εργασίας αντιμετωπίζει πρόσθετα εμπόδια. Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός, ότι σε μια περιοχή όπου, ανεξάρτητα από το καθεστώς νομιμότητας, συμβιώνουν βιομηχανίαβιοτεχνία-κατοικία, σημαντικοί είναι και οι κίνδυνοι για την υγεία εργαζομένων και πληθυσμού που εκτίθενται σε ένα συνδυασμό βλαπτικών παραγόντων του εργασιακού και ευρύτερου περιβάλλοντος όπως: έκθεση σε χημικούςφυσικούς βλαπτικούς παράγοντες του εργασιακού περιβάλλοντος, έκθεση εξαιτίας της ρύπανσης του αέρα, του υδροφόρου ορίζοντα και του εδάφους από την καθημερινή λειτουργία των επιχειρήσεων ή μετά από ατυχήματα σε κάποια από αυτές, έκθεση σε επικίνδυνες ουσίες μέσω της τροφικής αλυσίδας, εργασιακό στρες κλπ. Η συνεργική έκθεση σε τέτοιου είδους παράγοντες αυξάνουν την πιθανότητα εκδήλωσης μακροπρόθεσμων επιπτώσεων στην υγεία. Φυσικά, η λειτουργία παράνομων δραστηριοτήτων αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα του προβλήματος αυτού. 6. Θα ήταν, όμως, παράλειψή μας, παραμένοντας στο κρίσιμο ζήτημα της υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, εάν δεν επισημάνουμε ότι στην προβληματική αυτή κατάσταση συμβάλλουν και οι γενικότερες ελλείψεις που υπάρχουν στις υποστηρικτικές υποδομές καθώς και τα μεθοδολογικά και νομοθετικά κενά. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε: - την ελλιπή καταγραφή εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών, - την έλλειψη δημόσιων υποδομών υποστήριξης των σχετικών διαδικασιών ανάλυσης και εκτίμησης των βλαπτικών παραγόντων εργασιακού και ευρύτερου περιβάλλοντος και των επιπτώσεών τους στην υγεία εργαζομένων και κατοίκων - την έλλειψη πλαισίου για την έγκαιρη ενημέρωση αρμοδίων αρχών και υπηρεσιών για τις αλλαγές που συμβαίνουν σε κάθε χώρο 4
- τις ελλείψεις στη στελέχωση και οργάνωση των αρμόδιων υπηρεσιών για την αποτελεσματική απόκριση σε έκτακτη κατάσταση (π.χ. πυροσβεστική, ΕΚΑΒ κλπ) και τις ελλείψεις σχετικών υποδομών (π.χ. δρόμοι, ειδικές νοσοκομειακές μονάδες κλπ) - την έλλειψη θεσμοθετημένων μεθοδολογιών εκτίμησης επικινδυνότητας και ορίων συνεργικής έκθεσης σε βλαπτικούς παράγοντες, καθώς και την απουσία κριτηρίων αξιολόγησής τους, - την απουσία κριτηρίων και προδιαγραφών για αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ εγκαταστάσεων και μεταξύ εγκαταστάσεων και κατοικιών - την απουσία ολοκληρωμένου πλαισίου ελέγχου από το κράτος για τη λειτουργία εγκαταστάσεων φυσικού αέριου. Κι όμως, η κατάληξη αυτή από πλευράς, τουλάχιστον, βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και πολεοδομικών εργαλείων δεν ήταν, ούτε είναι μονόδρομος. Αυτό όλοι το γνωρίζουμε. Δεν παρεμποδίζονταν π.χ. από κανόνες της πολεοδομικής επιστήμης ή από τεχνολογικούς περιορισμούς η έκδοση της ΚΥΑ του άρθ. 2, παρ. 6 του Ν. 2965/01 για την «Εφαρμογή από τις μεταποιητικές επιχειρήσεις της Αττικής περιβαλλοντικών μέτρων που ανταποκρίνονται σε βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές» οι οποίες θα ενεργοποιούσε τις βασικές του διατάξεις. Τα αίτια, επομένως, του προβλήματος είναι πολύ βαθύτερα: α) Είναι, πρώτα-πρώτα, ο τρόπος ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, με χαρακτηριστικές πλευρές: - Την κρατική πολιτική στο ζήτημα των χρήσεων γης, με κύριο στοιχείο την πλήρη απουσία θεσμοθετημένων χρήσεων γης και χωροταξικού σχεδιασμού, με αποτέλεσμα αυτός να έπεται, αντί να προηγείται, της οικοδομικής δραστηριότητας, - Τον ιδιόμορφο ρόλο της μικρής «οικογενειακής» επιχείρησης. - Την καλλιέργεια της παράνομης/άτυπης απασχόλησης και την ανάπτυξη της παραοικονομίας β) Είναι, στη συνέχεια, η συνολικότερη «αναπτυξιακή» πολιτική και όλων των Κυβερνήσεων της μεταπολίτευσης, που υπηρέτησε και υπηρετεί συγκεκριμένες πολιτικές προτεραιότητες, με κεντρικό στόχο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του μεγάλου Κεφαλαίου σύμφωνα με τις καθοδηγητικές κατευθύνσεις των Βρυξελλών. Η απραξία, επομένως, στη λήψη μέτρων, η εμμονή σε αναποτελεσματικές «λογικές» (π.χ. ασαφές θεσμικό πλαίσιο, πολυδιάσπαση και αλληλεπικάλυψη αρμοδιοτήτων, 5
πολυνομία κλπ.) δεν αποτελούν τις αιτίες του προβλήματος, όπως διατείνονται μερικοί, αλλά συγκεκριμένα εργαλεία προκειμένου να προωθούνται οι πιο πάνω πολιτικές προτεραιότητες και να εξυπηρετούνται τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. γ) Είναι, τέλος, στο πλαίσιο των πιο πάνω βασικών αιτιών (α) και (β), και η εγγενής αδυναμία των μικρών βιοτεχνικών μονάδων να ανταγωνιστούν ασύδοτους και ανέλεγκτους ομίλους με νόμιμο τρόπο (δαπάνες εγκατάστασης και λειτουργίας μονάδων, δαπάνες εφαρμογής εργατικής ασφαλιστικής νομοθεσίας, καταβολή νόμιμης φορολογίας κλπ.). Συνεπώς, οι προτάσεις που υποβάλλονται στη συνέχεια από την πλευρά μας για την επίλυση του προβλήματος, διατυπώνονται με σαφή επίγνωση του γεγονότος ότι δεν απευθύνονται στα ώτα των μη ακουόντων αλλά στις δυνάμεις εκείνες που πραγματικά ενδιαφέρονται για να δοθούν ουσιαστικές λύσεις και είναι διατεθειμένες να αγωνιστούν γι αυτό. Προτείνουμε λοιπόν: Προώθηση συγκεκριμένης κλαδικής πολιτικής για εγκατάσταση μονάδων υψηλής τεχνολογίας και ειδικευμένης εργασίας Αποτελεσματική ενίσχυση των μηχανισμών άσκησης περιβαλλοντικού ελέγχου και ελέγχου των συνθηκών εργασίας (εργασιακό περιβάλλον, υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας) Ουσιαστική, παράλληλα, ενίσχυση (θεσμική, οικονομική, διοικητική)της Νομαρχιακής και πρωτοβάθμιας αυτοδιοίκησης στην άσκηση του ρόλου του περιβαλλοντικού ελέγχου. Καθιέρωση ουσιαστικών ποινών σε βάρος των ρυπαινουσών βιομηχανιών και εν γένει όσων παραβιάζουν τις περιβαλλοντικές διατάξεις με κλιμάκωση της ποινής ανάλογα με το μέγεθος της μονάδας και την επικινδυνότητα της παράβασης Πριμοδότηση της χρήσης του φυσικού αερίου Πριμοδότηση του εκσυγχρονισμού των μικρομεσαίων εγκαταστάσεων με προτεραιότητα στην εισαγωγή επαρκούς αντιρρυπαντικής προστασίας. Ειδικότερα για τις μονάδες χαμηλής όχλησης που λειτουργούν σε χώρους αμιγούς ή γενικής κατοικίας, και των οποίων, σύμφωνα με την κοινή πεποίθηση, η λειτουργία συνάδει με αυτήν της αμιγούς κατοικίας (π.χ. επιδιορθωτήρια, βιοτεχνίες ενδυμάτων και υπόδησης, συνεργεία μοτοποδηλάτων, βιοτεχνίες επίπλου κλπ.), να δημιουργηθούν, σε συνεργασία με τους αντίστοιχους δήμους και τους συνδικαλιστικούς φορείς, μικρά βιοτεχνικά πάρκα ή «τετράγωνα» για τη στέγαση των οικείων βιοτεχνιών, στο πλαίσιο μιας ήπιας εφαρμογής της πολεοδομικής αντίληψης για την «οργανωμένη μίξη των χρήσεων». 6
Λήψη συγκεκριμένων μέτρων και υιοθέτηση υλοποιήσιμων στόχων για την μετεγκατάσταση των οχλουσών δραστηριοτήτων, σε ορθολογικά επιλεγμένες περιοχές. Σημειώνουμε, όμως, εδώ, και μάλιστα με ιδιαίτερη έμφαση, ότι η πιο πάνω χωροθέτηση της παραγωγικής δραστηριότητας πρέπει να υπηρετεί συνδυασμένα: - την ασφάλεια των εργαζομένων και των κατοίκων - την προστασία του εργασιακού και ευρύτερου περιβάλλοντος - τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας και την εξοικονόμηση ενέργειας - την περιφερειακή ανάπτυξη - την ανάπτυξη εγχωρίων κλάδων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας - τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Τροποποίηση του Ν. 2965/01 ως προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης περιβαλλοντικής άμυνας της Αττικής με μέτρα που θα ενσωματώνουν τους προαναφερθέντες άξονες και επιπλέον θα διασφαλίζει: - Απαγόρευση κάθε επέκτασης, ακόμη και έμμεσης (μέσω δήθεν εκσυγχρονισμού παραγωγικής διαδικασίας) - Ειδική μέριμνα για την ορθολογική διαχείριση των στερεών αποβλήτων της Αττικής - Απαγόρευση αλλαγής της παραγωγικής δραστηριότητας υφισταμένων μονάδων - Δυνατότητα νομιμοποίησης υπό συγκεκριμένους όρους, μη αδειοδοτημένων μονάδων με αυστηρά παραγωγικά αλλά και περιβαλλοντικά κριτήρια Ενεργοποίηση προθεσμιών του, όπως πιο πάνω, τροποποιημένου ν.2965/01, που έχουν παρέλθει άπρακτες, ύστερα από εύλογη μικρή παράταση. Καθιέρωση νέου τρόπου κατηγοριοποίησης, από πλευράς βαθμού όχλησης και επικινδυνότητας των επιχειρήσεων, όχι στη βάση μιας απλής στατικής καταγραφής του είδους της οχλούσας δραστηριότητας, όπως γίνεται σήμερα, αλλά με συνεκτίμηση και άλλων ουσιαστικών κριτηρίων, όπως: το είδος και η ποσότητα (i) των παραγόμενων αποβλήτων και (ii) των διακινούμενων χημικών ουσιών, η κατάσταση του παραγωγικού και λοιπού εξοπλισμού, οι διαδικασίες της εργασίας με βάση την εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου, το εξωτερικό περιβάλλον της κάθε επιχείρησης, η αθροιστική επίδραση των συνολικά παραγόμενων στην περιοχή ρύπων (συνέργεια βλαπτικών παραγόντων). 7
Κάλυψη του κόστους που απαιτούν οι παραπάνω παρεμβάσεις από τα υπερκέρδη του μεγάλου Κεφαλαίου και όχι από τα λαϊκά εισοδήματα, κατά την προσφιλή τακτική της μετακύλισης αυτού στη τιμή των καταναλωτικών προϊόντων. Θεωρούμε, όμως, υποχρέωσή μας να επισημάνουμε ότι οι παραπάνω προτάσειςάξονες έχουν ουσιαστικό νόημα και περιεχόμενο μόνο στο πλαίσιο μιας άλλης αναπτυξιακής πολιτικής που θα ασκείται προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων και όχι υπέρ των κατόχων των μεγάλων μέσων παραγωγής, όπως, κατά κοινή και εν πολλοίς «κυνική» ομολογία, γίνεται σήμερα. Με άλλα λόγια ενάντια στα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, που ασκεί σήμερα τη διαχείριση του συστήματος παραγωγής. Στην αντίπερα αυτού όχθη, υπάρχει η εναλλακτική λύση για ένα άλλο σύστημα παραγωγής, που θα οργανώνεται και θα ελέγχεται από τη δημοκρατική πλειοψηφία του λαού σε πολιτικές συνθήκες μιας γνήσιας λαϊκής εξουσίας, που θα λειτουργεί για την εξυπηρέτηση των αναγκών όλων των εργαζομένων. Παραπομπές [1] Κοινή Συνέντευξη Τύπου Υπουργών Ανάπτυξης και ΠΕΧΩΔΕ (18-4-01) [2] Εισηγητική Έκθεση στο Σχ. Νόμου «Βιώσιμη Ανάπτυξη στην Αττική και άλλες διατάξεις» (μετέπειτα Ν. 2965/01) [3] Τροπολογία Προσθήκη στο Σχ. Νόμου «Μειοδοτικό Σύστημα Ανάθεσης Δημοσίων Έργων» (10-9-04) Υπουργών Ανάπτυξης και ΠΕΧΩΔΕ. 8