Συνέντευξη με τον Κύριο Λαποκωσταντάκη Γιώργο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Σχετικά έγγραφα
Συνέντευξη με τον κύριο Αβυσσηνό. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Κοϊνάκη Νικόλαο στην Ιεράπετρα.

Συνέντευξη με τον κ. Χριστοδουλάκη Μανώλη στη Σητεία.

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Συνέντευξη με τον κύριο Κονδυλάκη Μανώλη στο Ηράκλειο. 1. ΚΑΣΕΤΑ Α. Πλευρά

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Συνέντευξη με τον κύριο Γιώργο Βουτυράκη στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον κύριο Βασιλάκη Κωνσταντίνο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον αγαπητό τον κύριο Κανάκη Μηνά στο σπίτι του στον Άγιο Νικόλαο.

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Συνέντευξη με τον κύριο Βαρσαμίδη Γεώργιο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Τσαντάκη Γιώργο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Συνέντευξη με τον κύριο Λουφαρδάκη Μιχαήλ Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τους κύριους Αντώνη και Μιχάλη Βασαρμίδη (Συμμετέχει ο κος Εξουζίδης Παύλος) στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α.

Κατανόηση προφορικού λόγου

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Modern Greek Beginners

Συνέντευξη με τον κ. Ζερβάκη Ιωάννη 14/5/98 στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον Νίκο Τσαγκαράκη.

Συνέντευξη με τον κύριο Βαρδάκη Βαγγέλη στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Βασιλάκη Γιώργο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Συνέντευξη με τον αγαπητό φίλο μας κιθαρίστα Παξιμαδάκη Γιάννη στο Ηράκλειο. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Κανιτάκη Γιώργο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Κάποια μέρα, όπως όλοι παντρεύονται, έτσι παντρεύτηκε και ο Σοτός. Σον ρωτάει η γυναίκα του:

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Συνέντευξη με τον κύριο Γιάννη Σταυρουλάκη στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον Κύριο Σμυρνιό Μιχάλη ή Λαμπράκη στην Ιεράπετρα. Α. Πλευρά

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Συνέντευξη με τον κύριο Γιαννουλάκη Κωστή Α. Πλευρά

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Συνέντευξη με τον κύριο Μαρκάκη Αριστοτέλη στη Σητεία. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

Μάθημα 1. Ας γνωριστούμε λοιπόν!!! Σήμερα συναντιόμαστε για πρώτη φορά. Μαζί θα περάσουμε τους επόμενους

Ενότητα 7. πίνακας του Γιώργου Ιακωβίδη

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Συνέντευξη με τον Γεώργιο Ξενούδη.

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Αυτήν εκεί την κοπελιά την ξέρεις; Πού είναι τα παιδιά; Γιατί δεν είναι μέσα στις τάξεις τους;

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Μέσα από τη ζωγραφική, την κατασκευή ιστοριών και παραμυθιών βρήκαν από αρκετά έως πολύ τον τρόπο να εκφραστούν και να δημιουργήσουν.

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Τάξη: Γ. Τμήμα: 2ο. Υπεύθυνη τμήματος : ΑΝΕΣΤΗ ΑΣΗΜΙΝΑ. Εκθέσεις μαθητών.. ΜΑΘΗΤΗΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ.

Μουσικά όργανα. Κουδουνίστρα. Υλικά κατασκευής: Περιγραφή κατασκευής: Λίγα λόγια γι αυτό:

17.Α.ΜΕΓΑΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 1 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Η τέχνη της συνέντευξης Martes, 26 de Noviembre de :56 - Actualizado Lunes, 17 de Agosto de :06

Συνέντευξη με τον κύριο Φραγκιαδάκη Γιώργο στη Σητεία. Α. Πλευρά

Εισαγωγή στα Πρότυπα Γυμνάσια-N.Γλώσσα

ΓΙΑ ΕΦΗΒΟΥΣ ΚΑΙ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ

Οδηγός πως να πιάνεις σωστά το μπουζούκι για να μαθεις να παιζεις γρηγορα σε μικρότερο διαστημα βήμα-βήμα και να έχεις σωστο και ωραιο ηχο!!!

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Συντάκτης : Πηγουνάκη Βαρβάρα, Φιλόλογος ΠΡΟΤΑΣΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ (Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ) ΘΕΑΤΡΙΚΟ

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια»

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Διαγνωστικό Δοκίμιο GCSE1

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Εισαγωγή. Ειρήνη Σταματούδη, LL.M., Ph.D. Διευθύντρια Ο.Π.Ι.

Κατανόηση προφορικού λόγου

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Κατερίνα Χριστόγερου. Είμαι 3 και μπορώ. Δραστηριότητες για παιδιά από 3 ετών

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

Γραμματική και Συντακτικό Γ Δημοτικού ανά ενότητα - Παρασκευή Αντωνίου

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Συνέντευξη με τον Καντηλιεράκη Σταύρο ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Σκηνή 1 η. Μπαίνει η γραμματέας του φουριόζα και τον διακόπτει. Τι θες Χριστίνα παιδί μου; Δε βλέπεις που ομιλώ στο τηλέφωνο;

Modern Greek Stage 6 Part 2 Transcript

Συνέντευξη με τη Φανή Αναστασίου Ευδοκίας Κοτσώνια και Νάσιας Χαραλάμπους. Η Φανή Αναστασίου γεννήθηκε στη Λεμεσό σε μια επταμελή οικογένεια.


Transcript:

Συνέντευξη με τον Κύριο Λαποκωσταντάκη Γιώργο 11-10-98 στην Ιεράπετρα ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά Κύριε Γιώργο, για πέστε μου, στο χωριό σας υπήρχανε βιολιά; Ναι, βιολιά, μόνο βιολιά. Μόνο βιολιά; Μόνο βιολιά. Λύρες δεν υπήρχαν καθόλου; Ποτέ, λύρα δεν είχαμε εμείς. Ο πατέρας μου καμιά φορά έκανε καμιά λύρα, όταν έβρισκε ένα ξύλο από μουριά. Το έσκαβε και τα έκανε λυράκια, τα οποία τα δώρισε σε παιδιά που θέλανε. Έπαιζε το λυράκι αυτό. Εγώ τη λύρα δεν την έπιασα ποτέ μου, δεν μπόρεσα να παίξω λύρα. Υπήρχαν άλλοι άνθρωποι που έπαιζαν στο χωριό; Όχι, στο χωριό μου δεν παίζανε λύρα. Επαίζαμε το βιολί με νταούλι, ξέρουμε το νταούλι τι είναι. Ήταν βιολάτορες. Την εποχή αυτή ξεκινήσανε πολλοί και παίζανε. Ποιοι ήταν αυτοί οι παλιοί βιολάτορες στο χωριό; Ήταν δυο αδέρφια Σαριδάκηδες. Ο ένας ήταν, μάλιστα, αριστερόχειρ. Θυμάστε τα ονόματά τους; Ναι, ήτανε ο Μανόλης ο Σαριδάκης και ο, δεν τον θυμάμαι ήταν ο πιο μεγάλος. Και ήταν και Ρεμεδιάκηδες. Ήταν δυο πάλι Ρεμεδιάκηδες που παίζαν βιολί, δηλαδή, πιο μεγάλοι από μένα, ήταν ένας μπάρμπας μου, του πατέρα μου αδερφός, ο Γιάννης ο Πεδουλαύτης κι αυτός. Και έπαιζε κι αυτός ωραίο βιολί. Ήτανε μετά που βγήκα εγώ, ακολουθήσανε πολλά παιδιά. Ήταν ένας Λαπακωσταντάκης κι αυτός, έπαιζε ωραίο βιολί. Ο Γιώργης; 1

Όχι, ο Νικολής το φουντάκι που λέγαμε. Ήταν ένας Κοφινάκης κι ένας Δουλουμάκης. Μ αυτούς παίζαμε, γιατί ίσως εγώ ξεκίνησα μικρός, πολύ μικρός. Αυτοί είναι εν ζωή ακόμα; Όχι, ο ένας ο Δουλουμάκης πέθανε, της ηλικίας μου, πέθανε πέρσι. Δουλουμάκης, το μικρό του όνομα; Ξενοφών. Και Κοφινάκης; Ο Κοφινάκης κι αυτός πέθανε, ο Νίκος και οι Ρεμεδιάκηδες έχουν πεθάνει κι οι δυο, είναι πιο παλιοί κι οι άλλοι τώρα που λέγαμε οι Σαράκηδες έχουνε πεθάνει. Και άλλοι μετά ξεκινήσανε και παίζανε και τώρα είναι ακόμα. Ήρθε εδώ νομίζω ο Κανιουτάκης. Ποιοι είναι οι άλλοι; Γιατί κι εγώ λείπω χρόνια τώρα, απ το 1947 λείπω εγώ στην Αθήνα. Αλλά έρχομαι το χειμώνα καμιά φορά, τις ελιές. Αλλά συνήθως βιολί παίζαμε. Ωστόσο είπατε ότι έφτιαχναν λύρες. Ο πατέρας μου έκανε λυράκια. Θυμάμαι στον εγγονό στον πρώτο, στο γιο μου, του χε κάνει ένα ωραίο λυράκι και του βαλε τις χορδές. Το χε το παιδί και το κανε βάρκα μετά στη στέρνα. Παίζει κιθάρα. Δηλαδή, τα χρησιμοποιούσανε; Γιατί τα φτιάχναν τα λυράκια αυτά; Για να το παίζουνε, για να μαθαίνουν τα παιδιά. Σα παιδικό όργανο, ας πούμε, το χρησιμοποιούσαν; Όχι, ίσως για ακούσματα. Το λυράκι, επειδή ήταν εύκολο, γιατί το βιολί ήταν ακριβό τότε, ενώ το λυράκι το έφτιαχνε για ν ακούν τα παιδιά. Εμείς κάναμε ξύλα και βάζαμε και κλωστές να κάνουμε το βιολί, το όργανο. Τα λυράκια αυτά, επειδή ήξερε ο πατέρας μου και τα σκάλιζε. Μάλιστα προχθές μου λεγε κάποιος κύριος, ήτανε εδώ στο σταθμό του Παπαγεωργίου, ότι εβρέθηκε ένα λυράκι, μια ωραία λύρα μικρή, σκαμμένη μέσα, από μουριά, ξύλο και τη βρήκε κάποιος και του τη χάρισε. Κι είναι αξιόλογο, έλεγε, αυτό το όργανο, η λύρα. 2

Δηλαδή, απ όσο θυμάστε ποτέ δεν έπαιξε λύρα, έστω και μια παρεούλα ας πούμε. Ποτέ, δεν είχαμε λυράρη εμείς, ποτέ. Άλλα όργανα υπήρχανε εκτός από βιολί; Είχαμε κιθάρες, μαντολίνα. Εγώ στο σπίτι μου έχω κιθάρα και μαντολίνο. Πνευστά όργανα είχε καθόλου; Όχι, ποτέ. Ασκομαντούρα δεν είχε; Α, η ασκομαντούρα, αλλά δεν την πρόλαβα εγώ. Δηλαδή, ο παππούς αυτός, ο προπάππος μου, έπαιζε ασκομαντούρα. Λαπακωσταντάκης; Λαπακωσταντάκης ναι. Έπαιζε ασκομαντούρα; Έπαιζε ασκομαντούρα, ναι. Στο γλέντι έπαιζε ασκομαντούρα; Ναι, ήταν το όργανο που διασκεδάζανε την εποχή αυτή, πριν να βγουν τα βιολιά. Μαντούρα, θιαμπόλι παίζαν; Και αυτά παίζανε, θιαμπόλι άρχισα κι έπαιζα. Ήξερα να παίζω θιαμπόλι. Συνήθως ποιοι τα χρησιμοποιούσαν αυτά, το θιαμπόλι και τη μαντούρα; Ξεκινούσαν όλοι να μάθουν κάποιο όργανο, ήταν εύκολο το θιαμπόλι. Ξέρουμε τι είναι το θιαμπόλι, ε; Και εγώ ήξερα να παίζω σκοπούς. Λύρα δεν θυμάστε εσείς να υπήρχε ποτέ; Όχι. Από τον πατέρα σας; Όχι, από τον πατέρα μου, εγώ τον ήξερα βιολάτορα. Ο πατέρας μου ήτανε ο βιολάτορας ο Μανόλης. Λέω μήπως ακούσατε ποτέ, αν υπήρχε λύρα στην περιοχή; Όχι. 3

Δηλαδή, τα ερεθίσματά σας για ν ασχοληθείτε με το βιολί τα πήρατε απ τον πατέρα σας; Ναι, τα πρώτα ακούσματα απ τον πατέρα μου. Εγώ έμαθα το βιολί, ας πούμε, κατά λάθος. Ο πατέρας μου, επειδή την εποχή αυτή όλοι οι βιολάτορες ξενυχτούσανε, πίνανε κι ίσως δεν του άρεσε αυτό το πράμα να τ ακολουθήσω κι εγώ. Σε ποια ηλικία εκδηλώσατε το ενδιαφέρον αυτό; Από μικρό παιδί. Εγώ οχτώ, εννιά χρονών τώρα, όταν μ έστειλε ο πατέρας μου, άφηνε το βιολί στο καφενείο μου λέει «άμε πάρεις το βιολί απ του Παναγιώτη το καφενείο». Πήγαινα εγώ κι έπαιρνα το βιολί κι αντί να το πάω στο σπίτι, επήγαινα στο σχολειό. Στο σκολειό νύχτα, τώρα, βράδυ. Το σχολειό μας στο Καβούσι ήταν τότε στο χωριό πάνω στην κορυφή του χωριού. Επήγαινα λοιπόν και καθόμουνα στα σκαλοπάτια κι έπαιζα το βιολί. Έτσι που το έπαιζα ένα βράδυ σημείωσα μια κοντυλιά. Μάλιστα αυτή την κοντυλιά την έχω και την έχω βάλει στο c.d. που έχουμε κάνει τώρα. Και είναι μια αξιόλογη, γιατί βάζω εγώ κι άλλα κομματάκια εκεί κι έγινε ένα. Στολίσματα; Ναι. Λοιπόν εσημείωσα την κοντυλιά αυτή. Καταλαβαίνετε εγώ τι ενθουσιασμό! Άρχισα να παίζω. Το σπίτι μας ήτανε, ας πούμε, ήτανε μια αυλή, ήτανε το πόρτεγο, εκεί που ήταν και η κουζίνα κι είχαμε και οντά. Από κάτω ήταν το μαγαζί και από πάνω είχαμε τον οντά. Κοιμόμαστε το καλοκαίρι στο δώμα. Ανεβαίναμε με ξύλινη σκάλα στο δώμα. Όταν ήθελα να θυμηθώ καμιά κοντυλιά εγώ τη νύχτα, μα δύο η ώρα, τρεις η ώρα, κατέβαινα ξυπόλητος απ το δώμα που κοιμόμαστε, κατέβαινα τη σκάλα να περάσω την αυλή μέσα, ν ανέβω στη σκάλα να βγω στον οντά, να πιάσω το βιολί, σκοτάδι τώρα, να παίζω την κοντυλιά μη την ξεχάσω. Ο οντάς είχε τέσσερα παράθυρα. Καλοκαίρι ήταν κι ανοιχτά. Ίσως ενοχλούσα. Ο κόσμος σχολίασε το θέμα αυτό, λέει «ένα κοπέλι εκουζουλάθηκε, σηκώνεται τη νύχτα και παίζει το βιολί». Αλλά είχα 4

πολύ όρεξη κι έμαθα πολύ γρήγορα. Επειδή είχα μητριά, εγώ ήρθα ένα χρόνο μετά στο γυμνάσιο και μ έβγαλε ο πατέρας μου, γιατί είχαμε δουλειές γεωργικές. Είχαμε δυο βούδια, είχαμε τρεις γαϊδάρους και μου κακοφάνηκε εμένα και θύμωσα κι εγώ, παρατάω το χωριό και έφυγα κι ήρθα στην Ιεράπετρα. Πριν πάμε εκεί για πέστε μου κάτι, δεν το είδαν με καλό μάτι οι γονείς σας το ότι αρχίσατε να παίζετε βιολί; Όχι, ο πατέρας μου δεν ήθελε να μάθω βιολί. Γιατί; Γιατί σου λέει θα πιάσει τα ίδια τ αχνάρια τα δικά μου. Γιατί ο πατέρας μου εβρήκε μια περιουσία, μεγάλη περιουσία, αλλά ήταν σπάταλος, κουβαρντάς και πέθανε και η μάνα μου η συχωρεμένη, που δεν τηνε γνώρισα εγώ και το ριξε λίγο και στο πιοτό. Σου λέει μην ακολουθήσει την ίδια τακτική και το παιδί. Δηλαδή, ο φόβος του ήτανε μήπως ακολουθήσετε το παράδειγμα στο πιοτό; Στο πιοτό, στο τσιγάρο κι όλα αυτά. Για το όργανο είχε καμιά επιφύλαξη; Ίσως, τότε ίσως δεν βλέπανε με καλό μάτι τους οργανοπαίχτες, δεν τους βλέπανε νοικοκυραίους. Έτσι νομίζω. Εσείς θα μας πείτε τι αντίληψη έχετε την εποχή εκείνη; Ο κόσμος τι έλεγε για τους οργανοπαίχτες, τους θεωρούσε παρακατιανούς; Όχι παρακατιανούς, αλλά σου λέει αυτοί δεν είναι νοικοκυραίοι, όταν σε όλες τις συντροφιές, σε όλες τις παρέες θα πιούνε, θα μεθύσουνε, θα κάνουνε, ίσως και άλλες τρέλες. Έστω κι αν είναι ο βιολάτορας από μια καλή οικογένεια, πλούσια; Δεν έχει σημασία. Και τι έγινε λοιπόν; Φύγατε απ το σπίτι; Έφυγα απ το σπίτι. Ήρθα στην Γεράπετρο. Ο πατέρας, μου ένα κουστουμάκι που είχα τότε, νεαρός, μικρός, δηλαδή, έπιασε τον μπαλτά 5

και μου το κανε κομμάτια, το πέταξε. Και έφυγα μόνο με κάτι ρούχα, όχι καλά. Εγώ ήρθα στην Γεράπετρο, είχα κάτι συγγενείς την Κοθρίνα την Ελένη, έμενα στο σπίτι της. Εγώ άρχισα να κάνω το δάσκαλο στο βιολί. Είχα κάτι παιδιά, τους έκανα μάθημα. Είχες προχωρήσει τόσο πολύ στο παίξιμο; Μα έπαιζα καλά. Έπαιζα τότε, έντεκα, δώδεκα χρονών, παραπάνω δώδεκα, δεκατρίω, έπαιζα σε χοροεσπερίδα στην Γεράπετρο, δεν ξέρω αν έχετε ακούσει το Ζήση το Γιώργη. Ο Γιώργης ο Ζήσης ήταν ο γλεντζές της εποχής. Και έπαιζα απόκριες τότε εδώ στα σχολειά, έβγαζα τη χοροεσπερίδα ολόκληρη. Σε ηλικία δώδεκα, δεκατριών χρονών; Δεκατριών χρονών και έπαιρνα πεντακόσιες δραχμές τη βραδιά. Είχα ένα ρεπερτόριο από διακόσια τραγούδια. Ό,τι άκουγα το έπαιζα. Δηλαδή, ευρωπαϊκά τραγούδια; Ευρωπαϊκά ή και όλους τους χορούς. Αλλά περισσότερο ευρωπαϊκά. Τα κρητικά τα παίζετε τότε ήδη; Πάρα πολύ καλά. Λοιπόν, κάνατε το δάσκαλο είπατε. Έκανα το δάσκαλο, πρακτικά. Έπαιρνα το τετράδιο, το δινα στο παιδί του έκανα τέσσερις χορδές, λα, ρε, σολ, κ.λ.π. και του έβαζα εγώ νούμερα, πού να πατήσει το λα, το μι και έβγαζε το σκοπό σιγά-σιγά. Γιατί το κάνατε αυτό; Δηλαδή, το δασκαλίκι γιατί το επιλέξατε; Για να πληρώνουμαι. Έπαιρνα δέκα δραχμές το μάθημα τότε. Σας έχει μείνει κανένα τέτοιο τετράδιο; Δεν μας έμεινε ούτε Και ήταν ένας χοροδιδάσκαλος τότε Καρατσώλης εδώ, είχε μια Γερμανίδα γυναίκα, ένας ωραίος τύπος, γλεντζές και έκανε Σαββατοκύριακα, για να ενισχύσει, έκανε μπουφέ. Και μ έπαιρνε κι έπαιζα και μου δινε κι αυτός κάτι. Κι έτσι εγώ τότε σαν παιδί, όχι μόνο στερήθηκα, αλλά έκαμα και βιβλιάριο. Έκαμε κουστουμάκι ο Γιωργάκης, ντύθηκα, και φάνηκα τότε, γιατί έπαιζα καλά. 6

Ο πατέρας; Ε, ο πατέρας ήταν τόσο πεισματάρης, ο πατέρας μου με είχε αποκηρύξει. Με είχε όχι καλό παιδί, γιατί λιποτάχτησα, γιατί επαναστάτησα. Μάλιστα τους έστειλα τότε, θυμάμαι, ένα ψάρι, ένα ροφό, γύρω στα τέσσερα πέντε οκάδες και τον πέταξε στον στάβλο. Τόσο πολύ. Ίσως τον επηρέαζε και η μητέρα μου, παρόλο που ήτανε καλλιεργημένη, η μητριά μου, ήταν δασκάλισσα, ήταν μητριά. Αυτό συνεχίστηκε; Οι σχέσεις σας δεν φτιάξαν ποτέ με τον πατέρα; Είχα την εντύπωση ότι δεν μ αγάπησε ο πατέρας μου ποτέ. Έτσι είχα την εντύπωση. Ίσως ήταν κι ο τύπος του, σκληρός, δεν ήταν για μένα καλός, γιατί με έδειρε δυο, τρεις φορές σαν παιδί και δεν το δικαιολόγησα ποτέ. Δηλαδή, ο τρόπος που μ έδειρε, δίχως σπουδαία παραπτώματα και μ έδειρε άσχημα και αυτό δεν το ξέχασα ποτέ μου. Αυτό σημαίνει ότι σας αποκλήρωσε κιόλα; Όχι, δεν είχα, η περιουσία που είχα ήταν απ τη μάνα μου, ο πατέρας μου δεν είχε περιουσία. Η μάνα μου ήταν τρεις αδερφές Κουδουμπογιαννάκη, που ήταν ένας απ τους καλύτερους νοικοκυραίους στο χωριό μας, είχε δυο αδερφές ακόμα η μάνα μου, οι οποίες πεθάνανε, φυματίωση. Και συνεχεία και η μάνα μου πέθανε φυματικιά. Ο πατέρας μου την πήγε στην Αθήνα ένα χρόνο, από τριών χρόνων εγώ μείναμε ορφανά, γιατί την πήγε στην Αθήνα και έφτιαξε χαρτιά να την πάει στην Ελβετία τότε. Αλλά δεν πρόλαβε και του παν οι γιατροί «πάρτη γιατί δεν πρόκειται να περάσει το Σεπτέμβρη, να ζήσει μέχρι το Σεπτέμβρη». Και πέθανε και μας άφησε ορφανά, μας χώρισαν. Η μια γιαγιά πήρε εμένα, η άλλη γιαγιά τον αδερφό μου, που ταν πιο μεγάλος δυο χρόνια και την αδερφή μου την πήρε μια θεια μου. Το σπίτι που καθόμαστε, χωριάτικο σπίτι αλλά καλό, εκάψανε σε κάθε δωμάτιο ένα τσουβάλι θειάφι. Για απολύμανση. 7

Για απολύμανση. Και κλείσαν τα παράθυρα, τις τρύπες, τις χαραμάδες και εκάψανε, δεν αφήσαν τίποτα. Όταν μετά μεγάλωσα και μπήκαμε σ αυτό το σπίτι, είχε μόνο δυο ντουλάπες και δυο καναπέδες. Όλα τ άλλα δεν υπήρχε τίποτα, ούτε ρούχα, ούτε τίποτα. Τα κάψαν όλα, τα πετάξαν όλα. Ήταν τότε η φυματίωση που μάστιζε τον κόσμο. Και καταλαβαίνετε, παντρεύτηκε ο πατέρας μου αμέσως για να μαζέψει τα παιδιά. Η μητριά μου δεν έκανε παιδιά, ήταν, όμως, καλλιεργημένη, ήταν δασκάλα. Ο πατέρας μου ήταν γεωργός και ήταν τύπος ωραίος, γλεντζές, με τον κόσμο, με την παρέα, κουμπαριές από δω κι από κει, αλλά δεν ήτανε, ας πούμε, προοδευτικός. Κι ένας λόγος που τα παιδιά μου εγώ ήθελα να τα μορφώσω. Όταν έκανα το πρώτο παιδί, το παιρνα απ το χεράκι στην Αθήνα τώρα που έζησα εγώ. Εγώ έπαιζα στο μουσικό συγκρότημα του Πανεπιστημίου Αθηνών, έπαιζα δυο χρόνια. Πηγαίναμε για ψυχαγωγία στα διάφορα ιδρύματα. Και η γυναίκα μου σπούδαζε, φιλόλογος. Και γνωριστήκαμε, μπλέξαμε, παντρευτήκαμε. Κάμαμε το πρώτο παιδί κι όταν μεγάλωνε, τεσσάρων, πέντε χρονών, το παιρνα απ το χεράκι, περνάγαμε απ το Πανεπιστήμιο, απ το Πολυτεχνείο και του έλεγα «αν ζούσε η μάνα μου και ο πατέρας μου ήταν λίγο προοδευτικός, θα ήθελα κι εγώ να σπουδάσω». Ήθελα να γίνω μάλιστα γιατρός. Ίσως το παιδί το έδεσε κι απ τη τετάρτη τάξη του γυμνασίου μου λεγε «μπαμπά, θέλω να γίνω γιατρός. Κι αν δεν μπορώ να σπουδάσω εδώ θα πάω στον Καναδά να πλένω πιάτα να γίνω γιατρός». «Σώπα» του λέω «γιατρός θα γίνεις τα χωράφια που έχουμε» είχαμε περιουσία «θα τα δώσω όλα να σπουδάσεις». Και το παιδί τελείωσε, έδωσε, πέρασε Ιατρική αμέσως στην Αθηνών και από τους πρώτους. Τελείωσε, έγινε ορθοπεδικός, είναι γιατρός, έχει ιατρείο. Ο άλλος είναι χημικός. Μάλιστα στον άλλο έλεγα να γίνει γιατρός, αλλά το σκέφτηκε. Ήταν πολύ έξυπνος, πιο έξυπνος ο μικρός ακόμα. Λέει «δεν μ αρέσει η Ιατρική, δεν μ αρέσουν οι άρρωστοι, η μόνη επιστήμη που μ αρέσει είναι η Χημεία». 8

Λοιπόν, για να επιστρέψουμε πάλι πίσω λιγάκι. Ήρθατε στην Ιεράπετρα μετά που φύγατε απ τον πατέρα κι ήρθατε εδώ, μείνατε πόσα χρόνια στην Ιεράπετρα; Δεν έζησα, δυο, τρία χρόνια. Επανήλθα πάλι στο χωριό. Τα πράγματα τότε δυσκολέψανε, διότι άρχισε πια να ετοιμάζομαι για στρατιώτης. Πήγα στο χωριό, εκεί πάλι άρχισα, γιατί έπαιζα δέκα χρόνια βιολί τότε, πάρα πολύ καλά. Όταν ξεκίνησα, με τον μπάρμπα μου τώρα, αυτόν που λέγαμε πως παίζει βιολί, που έπαιζε βιολί έτυχε, να δεις πώς ξεκίνησα δηλαδή. Έτυχε να παίζουνε σ ένα γάμο. Εμείς παιδιά τότε πηγαίναμε απ έξω απ το σπίτι, στα σπίτια που κάνανε το αυτό, πηγαίναμε απ έξω απ την πόρτα και κοιτάζαμε που γλεντάγανε μέσα. Ο μπάρμπας μου αυτός, δεν ξέρω γιατί, αδιαθέτησε, το δόντι του πόναγε και σηκώθηκε, άφησε το βιολί απάνω στην καρέκλα και βγήκε έξω. Περιμένανε και ο κόσμος ανησυχούσε, γιατί ήταν γάμος. Κάποιος που ήξερε ότι έπαιζα εγώ βιολί, μ αρπάζει απ το γιακά και με πάει στην καρέκλα, αυτή που ήταν το βιολί. Ε, αυτό ήταν το ξεκίνημα. Κι έπαιζα πιο καλά εγώ, έβγαλα τη βραδιά, απ τον μπάρμπα μου. Αυτό μετά απ την Ιεράπετρα; Προ της Ιεράπετρας. Προ της Ιεράπετρας ήταν αυτό; Πριν φύγετε απ το πατέρα; Ναι, τότε. Πριν να φύγω απ τον πατέρα μου. Κι έτσι ξεκίνησα κι έτσι συνέχισα. Μετά επήγα στρατιώτης. Στο Ηράκλειο μια διαταγή του Συντάγματος, όσοι ξέρουν όργανα να παρουσιαστούνε. Παρουσιαστήκαμε πάνω από εκατό άνθρωποι. Άλλος λύρα, άλλος μαντολίνο, λίγα βιολιά και κιθάρες. Όταν έγινε διαγωνισμός, ήρθα πρώτος εγώ. Και εκεί ο μουσικός μου λέει «θα κάνεις ένα συγκρότημα για να παίζεις Σαββατοκύριακα στη Λέσχη Αξιωματικών». Κι έκανα εγώ μια ορχηστρούλα, ήταν κι ένας δάσκαλος που έπαιζε κι αυτός βιολί, τον έβαλα στην ορχήστρα και πήραμε μια κιθάρα, ένας απ τη Σητεία, ένας 9

Τσιρακάκης και μια κορνέτα που έπαιζε ένας, ήταν στην Φιλαρμονική του Ηρακλείου και κάναμε μια ορχηστρούλα. Και παίζατε ευρωπαϊκά; Κι απ όλα και δικά μας. Και ευρωπαϊκά, περισσότερο, όμως, παίζαμε τα δικά μας στο Ηράκλειο τότε. Το Ηράκλειο κρατούσε την παράδοση. Αλλά όχι με κορνέτες όμως και τέτοια; Η κορνέτα έπαιζε μετά. Η κορονέτα, την έβαζε κι έπαιζε, όταν θέλαμε να παίξει κάτι. Αλλά τα παραδοσιακά τα παίζατε με βιολί και; Βιολί και κιθάρα. Λαούτο δεν χρησιμοποιούσατε καθόλου; Όχι ποτέ. Ούτε στο χωριό ποτέ θυμάστε λαούτο; Ποτέ, μόνο κιθάρα. Εγώ είχα κιθάρα και μαντολίνο. Νταούλι; Και νταούλι. Ναι, αλλά εγώ στην εποχή μου δεν βάζαμε νταούλι, αφού είχαμε τις κιθάρες ακομπανιαμέντο. Ο πατέρας μου είχε νταούλι, είχε αλλάξει δυο, τρεις νταουλτζίδες, που κρατάγανε το χρόνο πάρα πολύ καλά. Είχανε ένα τον λέγανε ο Παντελής του Καψούλη κι έπαιζε τόσο ωραία το νταούλι, που μπορούσες να χορεύεις δίχως βιολί, με το νταούλι μόνο. Ο Βαγγέλης του Καψούλη είπατε; Ήτανε ο Παντελής του Καψούλη. Ο Καψούλης ήτανε ο πατέρας του. Επώνυμο είναι αυτό ή είναι παρατσούκλι; Καψούλης, ναι, επώνυμο ήταν. Κι ήτανε κι ένας Σαριδάκης πάλι, ο οποίος έπαιζε κι αυτός ωραίο νταούλι. Αυτό ήταν το ακομπανιαμέντο. Μετά εγώ είχα και κιθάρα και μαντολίνο στο σπίτι. Η αδερφή μου έπαιζε μαντολίνο και κιθάρα, παίζαμε μαζί καμιά φορά, έτσι για δική μας ψυχαγωγία. 10

Μια και το αναφέρατε τώρα, οι γυναίκες στο χωριό, επιτρεπόταν να παίζουν όργανα; Ναι. Δηλαδή, ο κόσμος το θεωρούσε φυσιολογικό; Όχι, εμείς ήμασταν μια οικογένεια, ας πούμε, μουσικών. Η γενική αντίληψη που επικρατούσε στο χωριό. Όχι, η αδερφή μου και ετραγουδούσε πολύ ωραία, έπαιζε κιθάρα και μαντολίνο έπαιζε και έκανε και ποιήματα. Για την αδερφή μου ήτανε το κάτι άλλο, την ανέβαζε. Τι έπαιζε στο μαντολίνο; Κομμάτια. Τραγούδια. Σκοπούς. Ευρωπαϊκά, κοντυλιές, τι έπαιζε; Όχι, κοντυλιές και με κομπάνιαρε κιόλας. Είπατε προηγουμένως ότι παρουσιαστήκατε στο στρατό και ήτανε λίγα βιολιά και πολλές λύρες. Όχι, δεν είχε πολλές λύρες. Είχε και λύρες, αλλά βιολιά, τότε εμείς που μπορούσαμε να παίξουμε καλά, γιατί δεν παίζανε καλά, πώς να το πούμε. Τα βιολιά δεν παίζαν καλά; Ούτε οι λύρες, αυτοί που παρουσιαστήκανε δεν ήταν καλοί οργανοπαίχτες. Αλλά αν θέλαμε να μετρήσουμε τα βιολιά σε σχέση με τις λύρες, ποια ήταν περισσότερα; Εμείς βιολί είχαμε, βάλαμε στην ορχήστρα, άλλος μαντολίνο, άλλος έπαιζε και ασκομαντούρα παρουσιαστήκανε και παίζανε. Μάλιστα. Με το στρατό έγινε αυτό με τα συγκροτήματα. Ήταν κάτι ιδιαίτερο ο στρατός, καμία εμπειρία ιδιαίτερη έχετε απ το στρατό ως προς τη μουσική την παραδοσιακή; 11

Όχι, εγώ έπαιζα μετά, επειδή έπαιζα πολύ καλά, τότε με καλούσαν στα σπίτια, επειδή δεν υπήρχανε ούτε ραδιόφωνα, ούτε κασέτες. Και όλοι αυτοί οι αξιωματικοί τότε που ήτανε στη Για ποια περιοχή μιλάμε; Πού ήσασταν; Στο Ηράκλειο. Εκεί με καλούσαν στα σπίτια, όταν θέλανε να κάνουμε μια οικογενειακή διασκέδαση, με παίρνανε. Μάλιστα είχα κι ένα άλλο μετά που συνδεθήκαμε, ένα άλλο παιδί, που παίζαμε μαζί δυο βιολιά. Απ τις Αρχάνες, ένας ωραίος φίλος. Όταν λέτε ότι παίζατε δυο βιολιά, πώς παίζατε δηλαδή; Δυο βιολιά, κάναμε καντάδα με δυο βιολιά παίζαμε σερενάτες. Παίζαμε κομμάτια ευρωπαϊκά. Δυο βιολιά σερενάτα όπως τον Σούμπερτ κ.λ.π. Παίζατε και κρητικά με δύο βιολιά; Όχι, μετά αρχίσαμε εδώ και παίζαμε δυο βιολιά. Εδώ στο χωριό. Αργότερα; Με επίδραση απ τον Καλογερίδη; ή έτσι από μόνοι σας; Από μόνοι μας. Τον Καλογερίδη τον γνώρισα μικρός εγώ, όταν άρχισα να παίζω τότε που μουνα στην Ιεράπετρα. Τότε είχε αρχίσει ο Καλογερίδης. Στο Ηράκλειο ποια εποχή ήσασταν; Το 1946-47-48. Ήταν ο Καλογερίδης εκεί στο Ηράκλειο; Ναι. Εκεί δεν τον γνωρίσατε; Τον Καλογερίδη τον γνώρισα όταν είχαμε τους πρώτους δίσκους. Ο Καλογερίδης, την ιστορία του δεν ξέρω αν την ξέρετε; Όχι, θέλουμε να μας πείτε μερικά πράγματα. Τον Καλογερίδη τον γνώρισα εγώ στον Πόρο. Ήξερα το σπίτι του, πήγα, όταν άκουσα πού βρισκότανε, πήγα στο σπίτι του Καλογερίδη. Πόρος Ηρακλείου; 12

Στον Πόρο Ηρακλείου. Ο άνθρωπος με δέχτηκε. Του είπα τι κάνω, τι παίζω, μου λέει «για παίξε μου ένα κομματάκι» και μου λέει «μπράβο, είσαι πάρα πολύ καλός και ξεκίνα» μου λέει. Και μάλιστα ένα δοξάρι που παίζω τώρα εδώ είναι του Καλογερίδη του Στρατή. Μου το χάρισε ένας ανιψιός του, Μπελιμπασάκης, κάνουμε πολύ παρέα, παίζουμε μαζί, παίζει ωραία κιθάρα στην Αθήνα και παίζουμε μαζί και στη γιορτή μου μου χάρισε το δοξάρι του Στρατή. Το Στρατή τονε θαύμαζα, ήταν ωραίος άνθρωπος. Δηλαδή, είχατε ευκαιρίες να τον ακούσετε να παίζει; Πολλές φορές, επαίξαμε και μαζί, δηλαδή, επαίξαμε. Του λέω «θα ήθελα να μου παίξετε κάτι». Ο Στρατής επήγε να σπουδάσει στην Γαλλία και δεν ξέρω γιατί δεν αυτό και ασχολήθηκε με τη μουσική και μάλιστα έκανε ίσως και παρτιτούρες μόνος του, που έχει γράψει κομμάτια με κρητική μουσική ο Καλογερίδης. Και ήρθε στη Σητεία και στα χωριά εδώ και από ακούσματα από διάφορους τότε παλιούς βιολάτορες, πήρε αυτά τα ακούσματα, τα οποία τα βαλε σε μια τάξη, σε μια σειρά και την ανέβασε τη μουσική την κρητική. Εσείς τον είδατε ο ίδιος να γράφει μουσική; Όχι. Εγώ είδα μετά τις παρτιτούρες. Μάλιστα έχω του εγγονού μου πάρει κάμποσα κομματάκια. Γιατί κάποιοι το αμφισβήτησαν ότι ξέρει μουσική και μάλιστα κι ένας συγγενής του θα λεγα, κάποιος συγγενής του αμφισβήτησε έντονα το ότι ήξερε μουσική. Ότι τις παρτιτούρες, λέει, του τις έγραφε κάποιος άλλος. Εγώ ξέρω ότι ο Καλογερίδης έγραψε τις παρτιτούρες αυτές, τους σκοπούς αυτούς του φα και του ντο και τις κοντυλιές. Εσείς ξέρετε, δηλαδή, τον είδατε ποτέ να γράφει μουσική; Όχι, δεν τον είδα, αλλά ήξερα ότι είχε γράψει τις παρτιτούρες αυτές. Τώρα αυτός τις έγραψε, άλλος τις έγραψε, δεν ξέρω. Πάντως ήτανε ένας 13

ωραίος τύπος, εγνώρισα, είχε μια κόρη τη Γεωργία, την οποία την γνώρισα και είχαμε βγει και πολλές φορές παρέα μετά. Για πέστε μου κάτι αφού τον γνωρίσατε. Τι έκανε ο Καλογερίδης στην πραγματικότητα, δηλαδή αυτά που έγραφε, αυτά που λέμε σήμερα κοντυλιές του Καλογερίδη, είναι κάτι καινούργιο ή είναι παλιά τα οποία Αυτά είναι ακούσματα από παλιές ρίζες, παλιούς σκοπούς. Μάλιστα ένα σκοπό που παίζω εγώ τώρα με ρίζα του φα, δηλαδή, η ρίζα του είναι το φα, αυτό που λένε «η λιγνή μου», που λέω ο σκοπός του «γέρο Ρεμέντιο». Είναι η ρίζα του φα. Έτσι επαρουσιάστει η κοντυλιά του φα. Και άλλες κοντυλιές. Πώς είπατε, του γέρο; «Του γέρο Ρεμέντιο». Ήταν ένας γέρος Ρεμεντιάκης ήταν το επώνυμο. Γέρο, όταν λέμε, ήταν ο γέρος Ρεμέντιος, ο οποίος ήτανε ένας τύπος ωραίος, ένας καπετάνιος, μ ένα ψαρί άλογο και με φραγκοφόρους, βέβαια και έχει μείνει η εικόνα στο μυαλό μου. Αυτός έπαιζε ή τραγουδούσε; Όχι, τραγουδούσε. Μάλιστα ο σκοπός αυτός ήταν η «λιγνή μου». «Η λιγνή μου»; «Η λιγνή μου» που έλεγε (τραγουδάει) «αϊντές λιγνή μου, μα μένα η κοπέλα μου κρασί, ρακί δεν πίνει». Αυτό το στυλ δηλαδή. «Αϊντές λιγνή μου, μόνο νεράκι δροσερό, στα ρόδα πως τα χύνει». Ρόδα εννοούμε τα μάγουλα. Το κόκκινο χρώμα στα μάγουλα. Ναι. Και τέτοιες μαντινάδες, αλλά σε στυλ αυτό αργό, μα εχορεύετο και σαν αγκαλιαστός. 14

Β. Πλευρά Τέτοιες μαντινάδες, αλλά σε στυλ αργό. Εχορεύετο και σαν αγκαλιαστός αυτός ο σκοπός, αργός και με ωραία μελωδία. Μου κάνει, όμως, εντύπωση, ας μη ξεφύγουμε απ αυτό, γιατί είναι ενδιαφέρον να σε ρωτήσω κάτι. Αυτό που μου λέτε τώρα κάτι μου θυμίζει, αλλά δεν το έχω ακούσει πουθενά να το τραγουδάνε, δηλαδή, το «λιγνή μου» σαν να θυμάμαι ότι κάποτε το τραγουδούσε και η γιαγιά μου. Δηλαδή, «άι λιγνή μου» και μετά τραγουδούσαν την μαντινάδα και επαναλαμβανόταν το «λιγνή» πολλές φορές. Πώς ξεχάστηκε αυτό, γιατί είναι κάτι ωραίο; Εγώ τον βρήκα αυτό το σκοπό, γιατί τον είχα ακούσει απ τον πατέρα μου και λέει «αυτός είναι ο σκοπός του γέρου Ρεμέντιου», λέω «πατέρα για παίχ τον μου» και τον έπιασα εγώ αμέσως, εχτός που του έβαλα κάποια αρμονία, γιατί ήτανε λίγο μονότονος και του έβαλα μια συνέχεια και βγαίνει ένα ωραίο κομμάτι. Αυτό το παίζετε από φα; Ναι, από φα. Ξεκινάει από φα, είναι η ρίζα του φα. Και κρατήσατε και το «άι λιγνή μου» ή το καταργήσατε αυτό; Όταν τραγουδάμε αυτό το σκοπό του γέρου Ρεμέντιο το λέμε «άιντε λιγνή μου». Μάλιστα σ αυτό το c.d. που έχω κάνει τώρα, γράφουμε ότι «Η λιγνή μου». Παίζουμε τη «Λιγνή». Είχε καμιά σχέση με την κοντυλιά του φα; Έχει, είναι η ρίζα του φα, γιατί παίζεται ακριβώς στον ίδιο τόνο. Δηλαδή, θέλετε να πείτε ότι ο Καλογερίδης άκουσε αυτό και με βάση αυτό έκανε του φα; Έτσι νομίζω εγώ. Και πάρα πολλούς άλλους σκοπούς, όπως του λα μινόρε, παίζουμε στο σολ που μετά εγώ κατεβαίνω σε όλες τις χορδές, στις τέσσερις χορδές τα κομμάτια αυτά κι αυτά είναι παλιά ακούσματα. 15

Έτσι νομίζω, δηλαδή, δικά του δεν νομίζω να ήτανε του Καλογερίδη, ήταν τελείως άσχετος, δεν ήτανε μεγαλωμένος εκεί, να έχει ζήσει. Τα παιδικά του χρόνια δεν έζησε στην Δεν ξέρω ακριβώς. Από πού ήτανε; Απ τη Μυρσίνη μου φαίνεται; Όχι, από την Σητεία, έξω απ την Σητεία, δεν ξέρω πώς το λένε το χωριό. Γιατί έχω φίλους μου τώρα, ο Βαγγέλης ο Μπελιμπασάκης, ο οποίος ήταν αδερφή του η μάνα του Βαγγέλη, αδερφή του Καλογερίδη. Ήταν δασκάλα. Κι από κει τώρα εγώ είχα την επαφή στο σπίτι μετά. Της ξαδέρφης του της Γεωργίας μετά. Δηλαδή, αν κατάλαβα καλά η γνώμη σας είναι ότι ο Καλογερίδης έπαιζε παλιούς σκοπούς Τους οποίους τους έβαλε σε μια σειρά όμορφη. Γιατί ήτανε σκόρπιοι οι σκοποί, τους πήρε τους αξιοποίησε, τους ανέβασε. Μέχρι την εποχή αυτή του Καλογερίδη, υπήρχαν ονόματα των σκοπών αυτών; Όχι. Δηλαδή, αυτό που λέμε σήμερα κοντυλιές του φα, κοντυλιές του σολ; Όχι, αυτές τις κοντυλιές τους έχουμε όνομα. Ούτε όνομα κάτι, όπως το «λιγνή μου», ξέρω γω, μια και τ αναφέρατε. «Η λιγνή μου» ήταν ο σκοπός του Ρεμέντιου. Επειδή το τραγουδούσε αυτός κι έλεγε «άιντες λιγνή». Τώρα πιο μπροστά, πιο πίσω, δεν ξέρω τώρα πού τη βρήκε αυτός «τη λιγνή μου» την έλεγε, εγώ φανταζόμουνα πως ήτανε μια κοπέλα απού αγαπούσε αυτός και έλεγε «άιντε λιγνή μου». Ωστόσο κυκλοφορούσαν πολλοί τέτοιοι σκοποί, πώς τους αναγνωρίζατε αυτούς; Δεν είχατε κάποιο όνομα; Μετά εγώ, όταν μεγάλωσα που έμαθα να λέω ότι «κομπάνιαρε, παίξε μου ρε ματζόρε ή λα μινόρε», με την επαφή που είχαμε, όταν παίζαμε, εμάθαμε τους τόνους και μπορέσουμε να το λέμε με τ όνομά τους. 16

Μέχρι να γνωρίσετε τον Καλογερίδη πώς τα ονομάζατε αυτά που παίζατε εσείς τα κομμάτια; Να σας το πω πιο απλά. Παίζατε με τον πασαδόρο σας και θέλατε να παίξετε τις κοντυλιές του φα, λέω παράδειγμα, δεν είχαν ακόμα όνομα τότε, λέω πριν απ τον Καλογερίδη, πώς του λέγατε ότι θα παίξω αυτό; Βάρεσέ μου στο λα τη δεύτερη χορδή. Μα δεν ξέρατε ακόμη πιο είναι το λα; Όχι, το λα το ήξερα, το λα, το μι και το ρε και το σολ το ήξερα εγώ. Κι ο πασαδόρος το ήξερε; Το ήξερε, βέβαια. Πώς έπαιζε ακομπανιαμέντο; Μόνο δεν ξέραμε ότι το φα είναι το φα. Το λα το ξέραμε ποιο ήτανε, το μι ξέραμε ποιο είναι. Πάνω στο βιολί. Απάνω στο βιολί. Αλλά δεν ξέραμε ότι είναι του φα ή του ρε ματζόρε, δεν ξέραμε όλες τις ονομασίες αυτές. Και τι του λέγατε λοιπόν; Ότι πάμε στη δεύτερη σολ, ή τρίτη σολ, στο δεύτερο λα κ.λ.π. Κι έτσι αναγνωρίζατε τους σκοπούς; Ναι. Μάλιστα εγώ, όταν δεν ήξερε κανείς, όταν έπρεπε να πατήσει επάνω στα πατήματα του εκούρδιζα ανοιχτά, το φα έκτης το εκούρδιζα ανοιχτά στην κιθάρα. Να παίζει απλώς, ν ακούγεται η αρμονία, η μελωδία. Τι ακουγόταν στο ανοιχτά; Ποιες νότες ακουγόντουσαν στ ανοιχτά; Ανοιχτά λέμε να μη πατάει χορδές. Ναι, ποιες νότες άκουγε κανείς; Του φα αίφνης, κούρδιζα ακριβώς, όταν πατάς το φα, κούρδιζα φα όλες τις χορδές, ανέβαζα το μι δυο τόνους, ανέβαζα το σολ κ.λ.π. Κι ακουγόταν μόνο φα; Φα ναι. Μόνο φα. Όπως το ρε ματζόρε, όπως λα μινόρε. Και τι παίζατε; Στους σκοπούς αυτούς απάνω. 17

Θα παίξει όταν δεν ξέρει ισοκράτημα; Ναι, βέβαια και πιο καθαρά, γιατί δεν κάνανε φάλτσο να πατάει να μη το βγάζει φάλτσο. Και ακουγότανε αρμονία. Ναι, όταν έπαιζε κανείς όλες τις χορδές στην κιθάρα, ακουγόταν μόνο το φα; Μόνο το φα. Ντο δεν ακουγόταν καθόλου; Στο σολ, το χα κουρδίσει στο σολ. Όχι, στο φα; Φα, ναι. Μόνο φα, ή ήταν φα και ντο; Όχι, μόνο φα. Το ντο, το κούρδιζα ντο. Όχι ντο και σολ; Όχι. Σολ κούρδιζα σολ. Λα μινόρε κούρδιζα το λα. Κι έκανε κανείς έτσι κι άκουγε μόνο λα. Μόνο λα. Την κιθάρα την κουρδίζανε έτσι. Αυτές ήταν εμπειρίες δικές μου. Το κάνανε κι άλλοι αυτό; Όχι δεν ήταν εύκολο να το κάνει κανείς, γιατί έπρεπε να χεις πολύ αυτό, για να κουρδίσεις ακριβώς, είναι το κομπανιαμέντο. Και πώς γινότανε, δηλαδή, κάθε φορά που παίζατε μια κοντυλιά, ξεκουρδίζατε την κιθάρα; Ε, ξεκουρδίζαμε. Όταν ήταν να παίξω, ας πούμε, τον πηδηχτό παίζαμε, εκούρδιζα σολ. Και απάνω στο σολ τα παιζες όλα τα κομμάτια. Α, και τις άλλες κοντυλιές, δηλαδή, τις παίζατε πάνω στο σολ; Ναι, και τώρα ακόμα εγώ μπορώ να παίξω πολλά κομμάτια απάνω στο σολ ή στο ρε ματζόρε. Δηλαδή, ανεξάρτητα αν λέγονται κοντυλιές του ρε, ή αν είναι του σι, εσείς παίζετε στο σολ, μπορείτε να τις παίξετε στο σολ; 18

Μπορώ να τις παίξω στο σολ. Τώρα, μια και μιλάμε για κοντυλιές, όταν παίζετε κοντυλιές του φα, επιτρέπεται ή είναι καλό ή δεν είναι καλό, εσείς θα μου πείτε, παίζοντας κοντυλιές του φα, να βάλετε και μια κοντυλιά του ρε μέσα, ένα γύρισμα του ρε μέσα; Αν ο κιθαρίστας, που κάνει ακομπανιαμέντο, μπορεί να παρακολουθήσει, μπορεί να γυρίσω ή και όλα τα κομμάτια μπορείς να τα παίξεις όταν σε παρακολουθεί το ακομπανιαμέντο. Εγώ δεν λέω να πάτε στο ρε, αλλά λέω μια κοντυλιά του ρε, ένα γύρισμα του ρε να το μεταφέρετε στο φα, να κάνετε τρανσπότο που λέμε; Μπορώ να παίξω. Όχι αν μπορείτε, εάν το κάνουν, θέλω να μου πείτε και αν το θεωρείτε σωστό αυτό να γίνεται. Εδώ να μη κάνεις φάλτσα, να μη βγαίνει φάλτσα, να μη βγάνεις παρατονία. Να παίξεις όλα τα κομμάτια που παίζεις, να παίξεις όλο φα. Απάνω εκεί στην αρμονία του φα. Δίχως να ξεφύγεις. Κάτι άλλο ρωτήσαμε εμείς, εάν μπορείτε να πάρετε κάποιο τμήμα από την κοντυλιά του ρε και να τη βάλετε στη φα; Εξαρτάται. Μπορείς. Γίνεται αυτό; Μπορείς. Μπορείτε, δηλαδή, ν αναμίξετε δύο κοντυλιές; Μπορείς, ναι. Δηλαδή, δεν θεωρείται κακό, αν το ακούσει κάποιος άλλος βιολάτορας, να πει «τι παίζεις εκεί πέρα» ή να πει «μπράβο καλά έκανες που το βαλες αυτό»; Πώς το αντιμετωπίζουν οι άλλοι αυτό; Οι ακροατές; Όταν δεν βγαίνει παρατονία, είναι ωραίο. Μόνο να μη το βγάζεις φάλτσο. Υπάρχει ο κίνδυνος, δηλαδή, να βγει φάλτσο; 19

Εξαρτάται. Όταν παίζεις φα και κρατάει ακομπανιαμέντο ντο ή ρε ματζόρε. Όχι, τότε δεν με καταλάβατε στην ερώτηση που σας έκανα. Εγώ σας είπα, παίζετε φα, υπάρχει μια σειρά από κοντυλιές που παίζονται στο φα. Εσείς όμως ξαφνικά, ενώ παίζετε το φα, σας έρχεται στο μυαλό μια κοντυλιά του ρε και αντί να την παίξετε στο ρε κάτω, την παίζετε πάνω στο φα. Μπορεί να την παίξω, μόνο να μη βγει φάλτσα. Ναι, δεν βγαίνει φάλτσο, την παίζετε καλά. Λέω αυτός που ακούει και αναγνωρίζει ότι αυτό το γύρισμα είναι του ρε Ξέρει ότι αυτός που παίζει, έχει πείρα, είναι καλός, είναι καλλιτέχνης. Μπορεί αυτά τα κομμάτια να τα παίζουν σολ Το αντιμετωπίζουν θετικά; Ναι, βεβαίως. Εγώ όταν ακούσω έναν που έχει δοξάρι καλό, που πιάνει αυτούς τους σκοπούς, λέω αυτός είναι καλός, έχει πείρα, είναι δυνατός παίχτης, έχει δοξάρι καλό. Για να το πούμε αλλιώς, παίζετε όλες τις κοντυλιές σ όλες τις χορδές; Όχι όλες τις κοντυλιές, γιατί άλλο είναι το ντο. Δηλαδή, παίζετε κοντυλιές του ρε, αυτό το παίζετε σ όλες τις χορδές, απ όποια χορδή και να πιάσετε παίζετε κοντυλιές; Ναι, μπορώ να τις παίξω. Αυτό γίνεται με όλες τις κοντυλιές; Εξαρτάται, εγώ το ρε ματζόρε το παίζω στο σολ και βγαίνει, γιατί είναι μια σειρά μετά που καταλήγει μέχρι τη διαπασών. Από το σολ, παίζεις του ρε τις κοντυλιές απάνω στη μελωδία του σολ. Γιατί το κάνετε αυτό; Γιατί μπορείς να βάλεις πολύ συνέχεια εκεί. Συνέχεια κοντυλιές. Δηλαδή, σας έρχονται συνειρμικά κι άλλα πολλά; Ε, ναι, τα έχω ελέγξει αυτά. Τα χετε δέσει ωραία. 20

Ναι, και βγαίνει μια ωραία μελωδία. Είναι ορισμένοι που παίζουνε συνέχεια το ρε ματζόρε, όλοι αν δείτε Στειακούς βιολάτορες, όλοι οι Στειακοί είναι το ρε ματζόρε. Όλα τα κομμάτια που βγάνουν και πηδηχτό κι αυτά παίζουν στο ρε ματζόρε, στις κοντυλιές του ματζόρε. Εγώ μπορώ να παίξω και στο ρε ματζόρε πολύ καλά και το σολ. Και μετά απ το σολ κατεβαίνει στο λα μινόρε μέχρι τη διαπασών. Για πέστε μου κάτι, όλες οι κοντυλιές αυτές που ξέρετε, που έχετε ακούσει και παίζετε, τραγουδιούνται και χορεύονται ή υπάρχει διάκριση ανάμεσά τους; Συνήθως χορεύονται τώρα. Όχι τώρα, μιλάμε στο παρελθόν, παλιά τι θεωρούσαν; Ο πηδηχτός Όχι για τον πηδηχτό, για κοντυλιές μιλάμε. Οι κοντυλιές δεν τις χορεύανε παλιά σε αργό στυλ, όπως τις χορεύουνε τώρα. Χορεύανε μόνο τον πηδηχτό, χορεύανε τον πεντοζάλη, χορεύανε τον πρινιώτικο, χορεύανε ορισμένους σκοπούς, χορούς σε κομμάτια που χορεύανε. Δηλαδή, κοντυλιές δεν χορεύανε; Κοντυλιές μόνο τραγουδούσανε. Τώρα, όμως, χορεύονται σε αργό ρυθμό. Δηλαδή, δεν υπήρχε η συνήθεια στο Καβούσι να χορεύουνε κοντυλιές και μετά να το κάνουνε γρήγορο και να πηγαίνουνε στον πηδηχτό; Όχι. Το Καβούσι μια εποχή είχε πολύ κόσμο, πολύ νεολαία, πολλούς γλεντζέδες, ωραίους τραγουδιστάς, ωραίους χορευτάς, το καμάρωνες. Εγώ όταν έπαιζα, χόρευε πρώτος, ας πούμε, ομπρός μερά, καλός χορευτής ζωγραφίζει το σώμα του το βλέπεις να μη κουνιέται καθόλου απ τη μέση και πάνω, μόνο τα πόδια του. Να κάνει κάτι ωραία πατήματα, να ναι ζωγραφιά. Γιατί ο χορευτής, όταν χάσει το ρυθμό, προσπαθώ εγώ που παίζω να τον επαναφέρω, να βρει το ρυθμό. Όταν δεν μπορεί, δεν μπορώ να τον κοιτάζω εγώ να χορεύει. Ο καλός χορευτής είπατε χορεύει απ τη μέση και κάτω; 21

Εμάς ο πηδηχτός χορευότανε πάντοτε απ τη μέση και κάτω. Δεν είναι όπως ο μαλεβιζιώτης απού πηδάς από πάνω μέχρι κάτω. Ο πηδηχτός ο στειακός χορεύεται πιο αργός, χορευόταν, και δεν κουνιόταν καθόλου το σώμα του χορευτή. Όταν χόρευε γυναίκα, η καλή χορεύτρα την παρομοιάζαν με κανένα πουλί; Ναι η γυναίκα, όταν, χόρευε «πέταγε σαν πέρδικα» λέει. Χορεύει σαν πέρδικα; Κι αυτή χόρευε απ τη μέση και κάτω; Ναι βέβαια. Ο χορός ήτανε ίσος, πώς να το πούμε τώρα, δίχως πηδήματα. Στρωτός. Στρωτός πολύ. Για τις κοντυλιές, για να τελειώσουμε μ αυτό. Απ ό,τι ξέρετε εσείς την εποχή εκείνη δεν υπήρχε διάκριση ανάμεσα σε χορευτικές και τραγουδιστικές, δηλαδή, όλες τις τραγουδούσαν. Τι λέγατε για το πηδηχτό; Στο πηδηχτό είχαμε κοντυλιές του σολ, τις χορεύαμε στον πηδηχτό. Τώρα που το λέτε αυτό, είχατε κοντυλιές του σολ; Ναι. Άρα οι κοντυλιές του σολ χορευόντουσαν; Ναι. Του σολ ήτανε ο πηδηχτός, ξεκινούσες από το σολ. Και μετά κατεβαίνεις και πιάνεις και λα μινόρε και μι και ρε. Δηλαδή, υπάρχουν κοντυλιές του σολ που είναι αργές και υπάρχουν και κοντυλιές του σολ που είναι γρήγορες; Στο ίδιο, ανακατεμένες, αλλά τα παιζαν, ο άλλος θέλει να χορέψει γρήγορα, την έβαζες και έπαιζες πιο γρήγορα. Κατέβαινες και στο μι, λα μινόρε και μι. Δηλαδή, τις τραγουδούσατε κιόλας τις σολ, αργά έτσι στο τραπέζι τις τραγουδούσατε; 22

Τις παίζουμε μετά από το γλέντι, μετά απ το χορό, καθόντανε τώρα ο κόσμος, οι νέοι κι αρχίζαν και τραγουδάγανε τις μαντινάδες. Μάλιστα εκάνανε και πειράγματα. Εκεί ήξερες τώρα ποιος αγαπάει μια κοπέλα, ποιος την άλλη. Απ τις μαντινάδες. Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Οι κοντυλιές του σολ ήταν ο πηδηχτός; Ναι, αλλά εγώ τον έπαιζα και στο ρε ματζόρε. Δηλαδή, δεν υπήρχαν άλλες κοντυλιές του σολ, που δεν ήταν πηδηχτός; Υπήρχανε πολλές κοντυλιές. Όχι άλλες, κοντυλιές του σολ; Του σολ παίζεις κοντυλιές του σολ και τραγουδιστικές, σκοπούς που τραγουδιούνται στο σολ. Αλλά και από κει ξεκινάς και τον πηδηχτό. Δηλαδή, έχουμε δυο λογιών κοντυλιές του σολ. Τραγουδιστικές που τις παίζουνε αργά Ναι, και είναι και ο χορός. Και γρήγορες που είναι ο πηδηχτός χορός. Ο πηδηχτός χορός ναι. Υπάρχουν άλλες τέτοιες κοντυλιές που είναι έτσι; Τώρα έχουμε το σολ. Όχι τώρα τότε. Τότε εμείς ήταν ο πηδηχτός. Όχι, άλλες κοντυλιές που μπορούσαν να είναι το ίδιο, δηλαδή, να τις παίξει αργά και να τραγουδήσει κανείς και μετά να τις παίξει γρήγορα και να είναι πηδηχτός; Εξαρτάται, εκείνος που έπαιζε, πώς έπαιζε και πόσο έπαιζε, δηλαδή, μπορεί να έβαζες κι άλλες κοντυλιές που να χορεύονται. Καβουσανές κοντυλιές λέγατε κάποιες; Ναι. Ποιες λέγατε καβουσανές; 23

Εγώ τις έχω ηχογράψει. Καβουσανές είναι πολλές, του λα μινόρε έχω κάνει εγώ πολλά κομμάτια κι αυτή το «κλάιμα» που λένε, που έχει την εισαγωγή του ντο. «Κλάιμα», κλάμα; Ναι. Και αυτό κουρδίζεται αλλά ντο, του κατεβάζουμε το αυτό, χαμηλώναμε το μι και ανεβάζαμε το σολ. Γιατί το κάνατε αυτό; Αυτό είναι ένα είδος, ας πούμε, ανατολίτικο, αυτό το κούρδισμα. Ναι, αλλά τι εξυπηρετεί, γιατί το κάνετε; Γιατί έχει μια αρμονία σε κείνη τη φωνή. Εγώ είμαι ο μόνος που ίσως το εφάρμοσα αυτό το κούρδισμα και παίζω πολλούς σκοπούς απάνω. Έτσι μόνος σας το βρήκατε αυτό ή το μάθατε από κάπου; Το κούρδισμα; Το κούρδισμα το άκουσα από κούρδιζε ο πατέρας μου, καμιά φορά παίζεις μου λέει κάποια, πώς λέγονται αυτά τα τραγούδια τα ανατολίτικα. Αμανέδες; Αμανέδες ναι, αλλά πώς αλλιώς. Ξεχνάω τώρα πώς τα λένε. Και είχα ακούσει μια φορά ένα κούρδισμα του πατέρα μου που έκανε για να παίξει ένα σκοπό αυτό τον ανατολίτικο και μ άρεσε το κούρδισμα και ανέβαζα μετά και το σολ. Γαζέλια μήπως; Όχι. Και έβαζα μετά την καβουσανή κοντυλιά, η οποία πραγματικά ήτανε ωραία, τραγουδούσανε, μετά μάθανε τραγουδούσανε όλοι την εποχή αυτή. Και το κάνανε κλάμα. Παραπονιάρικες δηλαδή. Ναι. Εκτός απ τις καβουσανές, δηλαδή, το όνομα καβουσανές, υπήρχαν άλλες κοντυλιές που να είχατε κάποιο τέτοιο όνομα; 24

Καβουσανές λέγανε τις πιο πολλές του λα μινόρε, γυρίσματα του λα μινόρε. Άλλες κοντυλιές που να είχαν κάποιο όνομα; Μας είπατε προηγουμένως «λιγνή». Άλλα τέτοια ονόματα υπήρχαν; Όχι, την εποχή μου, μόνο λέγανε τώρα «παίξε τη μπουχλουμπού». Δεν ξέρω αν την έχετε ακούσει; Ναι. Η μπουχλουμπού τώρα είναι του ρε ματζόρε κοντυλιές. Άλλο τέτοιο όνομα θυμάστε κανένα; Δεν θυμάμαι. Αν την είχατε ακούσει τη μπουχλουμπού. Και λέγανε μάλιστα και μια μαντινάδα που λέει «μα γω δεν είμαι μπουχλουμπού, να θέλω παρακάλια κι έχει κι αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια». Τι θα πει μπουχλουμπού ξέρετε; Δεν ξέρω ακριβώς. Μπουχλουμπού, εγώ την φανταζόμουνα έτσι μια κοπέλα, όχι με κέφια, κάπως έτσι δύσκολη. Σύμφωνα με ό,τι έλεγε η μαντινάδα, δηλαδή; Ναι. Ήθελε παρακάλια. Ναι. «Εγώ δεν είμαι μπουχλουμπού να θέλω παρακάλια κι έχει κι αλλού πορτοκαλιές και κάνουν πορτοκάλια». Να σας ρωτήσω κάτι άλλο. Ο ρυθμός σ αυτά τα κομμάτια, στις κοντυλιές στον πηδηχτό, ήτανε σταθερός, παίζατε πάντα τον ίδιο ρυθμό; Τον πηδηχτό τότε, το στειακό, όταν τον παίζαμε είχαμε ένα ρυθμό. Τώρα ήτανε πολλοί που θέλανε πιο γρήγορα, αλλά συνήθως είχαμε ένα συγκεκριμένο ρυθμό. Δηλαδή, εσείς όταν βλέπατε ένα χορευτή που ήτανε καλός και χόρευε όμορφα τον πηδηχτό, δεν το παίζατε πιο γρήγορα ή πιο αργά; 25

Όχι, ήξερες πώς ήθελε να χορέψει αυτός, έβλεπες το στυλ του χορού, πώς χόρευε αυτός ο χορευτής κι έπαιζες ανάλογα. Κανόνιζες εσύ το ρυθμό που ήθελε ο χορευτής. Υπήρχε συνήθεια να το ξεκινάτε αργά και μετά όσο πήγαινε ο χορός και προχώραγε κι άναβε να προχωράτε γρήγορα; Ο χορευτής αυτός ο καλός, μπορούσε σ αυτό το χώρο εκεί να χορεύει και δέκα λεφτά στο ίδιο σημείο. Γύρω-γύρω να γυρίζει και να χορεύει. Αυτό που ρώτησα είναι, το ξεκινούσατε πιο αργά κι όταν άναβε περισσότερο ο χορός το κάνατε πιο γρήγορο; Εξαρτάται τώρα αυτό ποιος ήτανε ο χορευτής. Όταν ήταν κανείς βιαστικός του παιζες γρήγορα. Αλλά συνήθως ο χορός ο στειακός χορευότανε με ρυθμό αργό. Άλλο ρώτησε η Ειρήνη. Επιτρεπόταν ή είναι σωστό, είναι παραδοσιακό να ξεκινάει λίγο αργά ο πηδηχτός χορός και ύστερα όσο προχωράει, παίζετε δυο λεπτά, ξέρω γω, στο τρίτο λεπτό τον ανεβάζει κανείς λιγάκι το ρυθμό και δίνει πιο πολύ κέφι στους χορευτές. Αυτό είναι συνηθισμένο ή δεν είναι; Είναι συνηθισμένο. Ανεξάρτητα απ το χορευτή. Διότι, προφανώς υπάρχει μια ανταπόκριση μεταξύ του, δηλαδή, παρακολουθεί το χορευτή κι ανάλογα Όταν λέμε για χορευτή, ο οποίος να έχει ένα στυλ δικό του, αυτός δεν αλλάζει. Χορεύει στο ίδιο στυλ, μέχρι να τελειώσει. Όταν πιάνουν άλλοι και νέοι που θέλουνε γρήγορα και θέλουν σαματά του ανεβάζεις το ρυθμό. Αλλά συνήθως οι καλοί χορευτές τότε, χορεύανε το παραδοσιακό στειακό, τον χορεύουν και ζωγραφίζουν κάτω. Δηλαδή, χορεύουν όμορφα. Για πέστε μου, όμως, εσείς ως οργανοπαίχτης, εάν θέλατε ν ανεβάσετε το κέφι λιγάκι, τι κάνατε στον πηδηχτό χορό; Παίζεις όσο μπορείς πιο σωστά, πιο καλά, δηλαδή, μπορείς να του ανεβάσεις και το ρυθμό ανάλογα. Οι όρτσες τι ήτανε; 26

Όρτσες είναι οι γρήγορες, λέει «όρτσες πατέρα και χάνουμε». Πώς το είπες; «Όρτσες πατέρα και χάνουμε». Δηλαδή ανεβαίνει στην αυτή το κέφι, δηλαδή μερακλώθηκε. Πότε τις παίζατε τις όρτσες; Όταν ήτανε στο κέφι ο χορευτής και άναβε είπαμε το γλέντι, λέει τις όρτσες. Τις γρήγορες δηλαδή. Δηλαδή, παίζατε και γρήγορα ταυτόχρονα κι ανεβαίνατε και πιο ψηλά, κάνατε τέτοια; Για να καταλάβουμε τι είναι οι όρτσες. Οι όρτσες είναι γρήγορα οι χορδές στον πηδηχτό. Αλλά σημαίνει μόνο γρήγορα ή σημαίνει ότι ανεβαίνω και ψηλά; Ε, ανεβάνεις και ψηλά το όργανο, το βιολί σου. Αλλά θέλει και γρήγορα. Αυτός που θα λέει όρτσες είναι γρήγορος. Διπλοδοξαριές κάνατε; Ναι. Πώς ήτανε, τι ήταν αυτές οι διπλοδοξαριές; Το δοξάρι το παίζεις διπλά. Το παίζεις και κάνεις το διπλό με το δοξάρι, πώς να το πούμε; Και παίζεις, δίνεις άλλο τόνο, άλλο χρόνο. Πότε το κάνατε αυτό; Όταν παίζατε τι; Εξαρτάται τι παίζεις, τι κομμάτια παίζεις. Εγώ σε πολλούς σκοπούς κάνω διπλοδοξαριές. Πώς είναι η κίνηση, για κάντε μας με το χέρι, πώς είναι η κίνηση. Το δοξάρι το διπλό παίζεις και αντί να το αποκολλάς απάνω, το πηδάς το δοξάρι. Και το ανεβάζεις, κάνεις τις δυο αυτές του, τρεις απάνω στις χορδές του. Δηλαδή αναπηδάει απάνω στις χορδές; Ναι. Πρέπει να το δούμε. Αυτό το κάναν και οι παλιότεροι ή εσείς; Ναι, δεν ξέρω. Εγώ πάντως είχα μια πείρα απάνω στο βιολί, μη κοιτάς τώρα έχω μεγαλώσει, αλλά και τώρα παίζω ακόμα. 27

Κάτι άλλο που ακούσαμε εδώ που κάνουν μερικοί βιολάτορες, να σηκώνουν τον καβαλάρη ψηλά. Εσείς το κάνατε αυτό; Ποιο; Να κόβουν, μάλλον, τον καβαλάρη. Εγώ τον κόβω. Το ανάποδο κάνανε, μας είπανε κύριε Αμαργιανάκη. Ένας μόνο τον κόβει μας είπε χτες ο Βαγγέλης, οι υπόλοιποι το σηκώνουνε για να πιάνουνε ένα πιο εύκολο βιμπράτο πάνω στο αριστερό χέρι. Εσείς τον καβαλάρη τον είχατε χαμηλά ή ψηλά; Όχι χαμηλά, δεν το χα ποτέ χαμηλά. Τον κόβατε τον καβαλάρη; Τον κόβουμε. Γιατί; Ανοίγει η φωνή του. Δηλαδή, βγαίνει δυνατή η φωνή; Μπορεί να μην είναι τόσο γλυκιά η φωνή του βιολιού, αλλά έχει περισσότερη ένταση. Κι από πού τον κόβετε από πάνω, όπως είναι ο καβαλάρης έτσι όρθιος και πατάει κάτω στο βιολί, τον κόβετε από πάνω ή από κάτω; Ο καβαλάρης για να έχει απόδοση το βιολί, η χορδή το λεπταίνεις, όσο είναι δυνατόν πιο λεπτό από πάνω, να μη πατάει η χορδή σε σημείο πολύ στον καβαλάρη. Δηλαδή, γίνεται έτσι ο καβαλάρης από πάνω; Ο καβαλάρης είναι αυτός. Εκεί τώρα το λεπτό, το τελευταίο σημείο του καβαλάρη το κάνεις όσο είναι δυνατόν πιο λεπτό, να μη πατάει η χορδή, να πατάει όσο πιάνει, ελάχιστα. Κι εγώ το κόβω, αυτός είναι ο καβαλάρης, το κόβω έτσι απ τη μέση, ένα κομμάτι κι είναι κενό αυτό. Και τον κόβεις σε κείνο το σημείο και είναι κενό εκεί. Και διπλασιάζει τη φωνή. Δηλαδή, ενώ πρέπει η χορδή να ναι εδώ, κατεβαίνει κάτω εκεί. 28

Ναι. Η χορδή μένει απάνω στο σημείο του καβαλάρη. Τα διαστήματα αυτά είναι τα τέσσερα, που είναι ανάλογα τα διαστήματα. Αυτό το αφαιρείς το μέσον αλλά πάλι τα διαστήματα είναι στο ίδιο σημείο. Αλλά κατεβαίνει, όμως, πιο κάτω η χορδή; Η χορδή μένει στο σημείο αυτό ακριβώς. Ναι, μια στιγμή. Όταν αγοράζετε το βιολί είναι οι χορδές εδώ πάνω. Ναι. Εσείς κάνετε μια τομή εκεί, έτσι, και κατεβαίνουν οι χορδές λίγο πιο κάτω; Όχι. Ο καβαλάρης είναι ίσιος, μόνο βάνεις σ ένα σημείο που να μην είναι στο ίδιο σημείο οι χορδές, το κάνεις να έχει κλίση κι απ τις δυο μεριές. Και στη μέση βγάζεις ένα κομματάκι που συνδέεται με τις τρυπούλες εκεί και μένει κενό, ο καβαλάρης. Και οι χορδές είναι στο σημείο αυτό. Αλλά το λεπταίνεις άκρη-άκρη αυτό, εκεί που πατάει η χορδή, για να μην έχει πολύ η χορδή, να κάθεται πάνω στο ξύλο, να είναι ελάχιστα εκεί το σημείο που πατάει η χορδή. Αυτό το κατάλαβα, αλλά οι χορδές χαμηλώνουν σε σχέση με το σώμα του βιολιού; Ανάλογα πώς παίζεις; Όχι, όταν κάνετε αυτό στον καβαλάρη, ας πούμε πως είναι τόσο η απόσταση. Εδώ είναι ο πάτος του βιολιού, η γλώσσα κι η χορδή είναι εκεί όταν το αγοράζετε. Όταν κόψεις τον καβαλάρη, κατεβαίνουν οι χορδές προς τα κάτω λιγάκι; Όχι, κανονίζεις πού θες να παίζεις, σε ποιο σημείο να θέλεις να πατάς βαριά, να πατάς ελαφριά; Συνήθως στα κομμάτια αυτά τα κρητικά, έτσι το έχω βρει εγώ, δεν πρέπει να εφάπτεται πολύ η χορδή με τη γλώσσα. Δεν βγαίνει η μελωδία καλά. Δεν ακούγεται καλά. Και πρέπει να ξέρεις, γιατί, όταν πατήσεις τη νότα, το ελάχιστο να πάει φάλτσο, βγαίνει, φαίνεται, ακούγεται. Ενώ όταν τη νότα την πατήσεις απάνω καλά, βγαίνει σωστή η νότα. 29

ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΣΕΤΑ Α. Πλευρά Εγώ έπαιζα στο πανεπιστήμιο και απορούσανε εκεί ο αρχιμουσικός και οι γύρω μουσικοί, απορούσανε πώς έβγαινε η μελωδία αυτή από έναν πρακτικό, που ήμουν εγώ. Και σου λεει «πώς βγαίνει αυτή η μελωδία». Ερχόντουσαν λέει «κάνεις πολλά ημιτόνια, κάνεις πολύ αυτό το τρέμουλο». Λοιπόν, κόβω τον καβαλάρη σημαίνει δύο πράγματα: ότι μεγαλώνω το κενό που υπάρχει στην κορυφή του καβαλάρη και το κάνω πλατύτερο και χαμηλώνω επίσης την οροφή του καβαλάρη προς τα κάτω ανάλογα με το πόσο με εξυπηρετεί στο παίξιμο. Το παίξιμο ναι. Τώρα είπατε κάτι για ψυχή. Η ψυχή είναι αυτός ο στύλος που είναι μέσα στο βιολί, κρατάει εκεί τη βάση. Πρέπει ανάλογα να το φέρεις, να φέρεις τον καβαλάρη ακριβώς δίπλα από το σημείο αυτό. Να είναι πιο πίσω λιγάκι από τις αυτές που έχει εδώ το βιολί. Από κατασκευής δεν είναι η ψυχή σ ένα ορισμένο σημείο; Πολλοί ίσως δεν ξέρουνε να το βάλουνε. Πολλοί κατασκευαστές δεν μπορεί Εγώ με την πείρα μου, κανονίζω πού με εξυπηρετεί, πού ανοίγει η φωνή πιο πολύ. Και μετακινεί κανείς την ψυχή ή μετακινεί τον καβαλάρη; Ε, τον καβαλάρη τον μετακινείς ανάλογα. Ποιο είναι πιο καλό πιο πραχτικό; Όταν είναι η ψυχή στην θέση της, δεν την αλλάζεις, αλλά όταν δεν είναι ακριβώς εκεί που πρέπει, πρέπει να τ αλλάξεις, να το βάλεις στο σημείο που νομίζεις ότι πρέπει να είναι η ψυχή. Ύστερα, από την πείρα τη δική μας, εκατό χρόνια, πενήντα χρόνια, παρακολουθείς πού βγαίνει η φωνή 30

πιο καλή, πού βγαίνει η μελωδία και ανάλογα κανονίζεις τον καβαλάρη, κανονίζεις και τον τρόπο που παίζεις. Ε, αυτά, τώρα, με την πείρα τα αποκτάς ορισμένα με λεπτομέρειες. Μπορεί να παίζεις πολλά χρόνια και να μην ασχοληθείς. Να επιστρέψουμε λίγο στον πηδηχτό. Τον αρχίζατε από κάποια συγκεκριμένη χορδή, από κάποια συγκεκριμένη νότα; Ναι, συνήθως εγώ παίζω και απ το ρε ματζόρε, αρχίζω απ το σολ και καταλήγω μετά μέχρι κάτω στη διαπασών. Και όταν τελειώνατε, τελειώνατε κάπου συγκεκριμένα; Όπου θες τελειώνεις, δεν έχεις ένα συγκεκριμένο σκοπό να τελειώσεις. Όπου νομίζεις ότι κατεβαίνεις, βέβαια, και όπου σε πάει το κομμάτι. Γιατί κάποιοι μας είπανε ότι τελειώνετε με ασκομαντούρα. Με ασκομαντούρα την παίζεις και σε τραγούδια απάνω ή αν βγάζεις μια μελωδία και στο χορό. Δηλαδή, ο πηδηχτός δεν τελείωνε απαραίτητα με ασκομαντούρα; Όχι. Ή τελείωνε; Ασκομαντούρα είναι το όργανο ασκομαντούρα. Ασκομαντούρα είναι και ο σκοπός. Παίζεις ένα ορισμένο σκοπό στο βιολί που έχει τη μελωδία της ασκομαντούρας. Αυτό που ρωτάει η Ειρήνη είναι: είναι απαραίτητο ή θεωρείται ότι πρέπει οπωσδήποτε να τελειώσει ο πηδηχτός με ασκομαντούρα; Όχι. Δεν είναι απαραίτητο. Δεν είναι απαραίτητο στοιχείο της μελωδίας, του χορού η ασκομαντούρα; Όχι. Εγώ όταν παίζω μπορώ ν αλλάξω πολλούς σκοπούς απάνω στον πηδηχτό, πολλά κομμάτια. Και το άλλο που ρώτησε, ίσως δεν το καταλάβατε καλά, παίζουμε πηδηχτό χορό και ξεκινάμε από σολ, θα τελειώσουμε σε σολ; Όχι. Δεν είναι απαραίτητο; 31

Δεν είναι απαραίτητο. Μπορεί στο ρε ματζόρε, μπορεί στο λα μινόρε να τελειώσει ο χορός. Και κάτι άλλο, τις κοντυλιές, παίζετε μια κοντυλιά κι αρχίζετε και βάζετε διάφορα, πώς τα λέτε αυτά; Δηλαδή, πάντα παίζετε το ίδιο πράγμα; Όχι. Αλλάζεις το σκοπό. Δηλαδή; Αλλάζει η μελωδία. Πώς τα λέτε αυτά; Γυρίσματα. Γυρίσματα τα λέτε; Ναι. Μήπως τα λέτε και φωνές; Όχι, εμείς τα λέμε γυρίσματα. Ωραίο γύρισμα αυτός παίζει. Ωραίος σκοπός αυτός. Και δαχτυλιές μήπως; Ναι, και δαχτυλιές και κοντυλιές τα λέμε, ωραία κοντυλιά. Μια στιγμή, το δαχτυλιά είναι το ίδιο με το γύρισμα ή είναι το ίδιο με το κοντυλιά; Αυτό, με το γύρισμα. Άλλαξες κοντυλιά, άλλαξε γύρισμα. Υπήρχανε κάποια βασικά γυρίσματα, κοντυλιές, δαχτυλιές στις οποίες ξαναρχόσασταν, φεύγατε και ξαναπηγαίνατε; Μέσα στο κομμάτι ξεκινάγατε με κάποιο γύρισμα, ξαναγυρνάγατε σ αυτό το γύρισμα; Ξαναγυρνάς, είναι ανάλογα, όταν βγαίνει ένα κομμάτι μονότονο, θα τ αλλάξεις, θα το ξαναγυρίσεις, ανάλογα τώρα, ή χορευτικό είναι ή τραγουδιστικό, ανάλογα θα το γυρίσεις, θα το πας όπου νομίζεις ότι δίνει κέφι. Δηλαδή, ας πούμε πως παίζετε κοντυλιές του ρε, να πάρουμε ένα κλασικό παράδειγμα, ξεκινάτε πάντοτε με ένα συγκεκριμένο γύρισμα; Όχι. Ή βάζετε οποιοδήποτε; 32

Όποιο εκείνη την ώρα μπορεί να σου έρθει κι ό,τι σ αρέσει να διαλέξεις εσύ. Και παίζετε κοντυλιές, παίζετε γυρίσματα του ρε; Ναι. Εκεί ενδιάμεσα μου είπατε προηγουμένως ότι μπορεί να βάλει κανείς κι άλλα γυρίσματα από άλλες κοντυλιές; Μπορείς ναι. Όταν τελειώνει πρέπει να τελειώσει πάλι στο ρε; Όχι, δεν είναι απόλυτο αυτό. Ποιο είναι το σωστό κατά την αντίληψη την γενικότερη; Να τελειώσει κανείς στο ρε, εάν πάει κάπου αλλού θα τον κατηγορήσουν ότι δεν είναι καλός βιολάτορας; Όχι, αυτό όταν το βγάνεις σωστά, αυτά που παίζεις, γιατί το ρε ματζόρε μπορεί να βάλεις πολλά κομμάτια και μετά να γυρίσεις στο λα μινόρε. Εγώ στο λα μινόρε συνήθως παίζω πολλά κομμάτια. Έχει πιο καλή μελωδία. Τώρα αυτές οι δαχτυλιές, ή αυτά τα γυρίσματα, ξεκινάει, ας πούμε, ας τ ονομάσουμε έτσι, με το νούμερο ένα και πάει στο νούμερο δύο, στο νούμερο τρία, μπορεί, όταν πάει στο τρία, να ξαναπαίξεις το ένα; Μπορείς. Δηλαδή, το να επαναλάβεις ένα γύρισμα είναι καλό ή δεν είναι; Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανένας περιορισμός. Δεν υπάρχει; Δεν υπάρχει. Χανιώτικο παίζετε; Ναι. Εκεί ξαναγυρνάτε στα προηγούμενα; Το παίζω το κλασικό εγώ, το πρώτο αυτό, αλλά κάπως καλλιεργημένο, όμορφο, έχει ωραία μελωδία. Αποτελείται από γυρίσματα ο χανιώτικος; 33

Ναι. Από πόσα περίπου; Εξαρτάται, μπορεί να βάλεις πολλά γυρίσματα μέσα στο χανιώτικο. Και παίζετε, ας πούμε, το πρώτο γύρισμα, το δεύτερο, μετά μπορείτε να ξαναπάτε στο πρώτο; Ή μετά θα παίξετε τρίτο, τέταρτο και θα τελειώσετε; Μπορείς να γυρίσεις και να τελειώσεις πάλι με το πρώτο. Μπορεί να τελειώσεις πάλι μ ένα άλλο κομμάτι, ένα γύρισμα άλλο. Δεν υπάρχει κάποιος περιορισμός μία φορά θ ακουστεί το καθένα ή δύο ή τρεις; Όχι. Δεν θα ξαναγυρίσουμε σ αυτό μετά από κάποια ώρα; Όχι, δεν υπάρχει. Παίξε ό,τι θέλεις απάνω στο ρυθμό, γιατί ανάλογα τώρα με τους χορευτάς, θα παίξεις. Δε σε περιορίζει τίποτα. Αρκεί να κρατήσεις το ρυθμό. Να σας ρωτήσω τώρα εγώ κάτι άλλο; Οι κοντυλιές πόσα γυρίσματα έχουν κατά μέσο όρο; Κάθε κοντυλιά πόσα γυρίσματα έχει κατά μέσο όρο; Ή τουλάχιστον πόσα παίζονται; Εξαρτάται, το ρε ματζόρε μπορεί να παίξεις πολλά γυρίσματα, στο ντο πάρα πολλά. Μέχρι πόσα γυρίσματα; Δεν μπορείς να το υπολογίσεις. Εγώ στο ντο παίζω τον πηδηχτό, αρχίζω από το σολ και κατεβαίνω στη διαπασών και ξαναγυρίζω πάλι. Και παίζεις πολλά κομμάτια μέσα. Να σας ρωτήσω τότε αλλιώς, υπάρχουν μερικά γυρίσματα στις κοντυλιές που είναι κύρια, που είναι βασικά, που τραγουδιούνται περισσότερο, οπότε πρέπει να επαναληφθούν; Υπάρχουν πολλά γυρίσματα που τραγουδιούνται και ανάλογα που χορεύονται. 34

Αυτά που τραγουδιούνται είναι τα ίδια επαναλαμβάνονται από στροφή σε στροφή; Αυτά είναι πιο ομαλά, λέει τραγουδιούνται, πιάνουνε. Όταν παίζεις όρτσες που λέμε γρήγορες, δεν μπορεί να τραγουδήσει όποιος να ναι απάνω στο ρυθμό αυτό. Και παίζεις σε ρυθμό ομαλό, όταν είναι να τραγουδήσουνε. Κι ανάλογα τώρα το χορευτή παίζεις το κομμάτι που χρειάζεται. Το γύρισμα που ξέρει να τραγουδήσει; Ναι. Εσείς παίζατε πάντα εδώ στην περιοχή της Ιεράπετρας ή έχετε παίξει κι αλλού; Εγώ λείπω πολλά χρόνια και στη Σητεία έπαιζα, που ήταν η παρέα μου κι εδώ στην Ιεράπετρα κι απάνω στην Αθήνα σ όλες τις εκδηλώσεις παίζω επίσημα και στο Ηράκλειο. Όταν παίζατε στη Σητεία, ο κόσμος τι σας έλεγε, έβλεπε διαφορές απ ό,τι παίζανε οι τότε; Όχι, το ίδιο αυτό έχουμε εμείς με τη Σητεία. Όταν πήγαινα στη Σητεία, πολλοί λένε για ένας που άκουγε «μπράβο, σαν τον Πεδουλαύτη τα παίζει αυτός». Όταν θέλαν κανένα να τον ειρωνευτούνε «άντε ο Πεδουλαύτης». Επειδή εγώ έπαιζα καλά. Άλλοι που παίζανε βιολί, Πεδουλαύτη λέγανε όταν δεν έπαιζε καλά, ειρωνικά δηλαδή. Στη Σητεία όταν εγώ πήγαινα, οπωσδήποτε γινότανε κάποια ιστορία, έπρεπε να γίνει γλέντι. Στα χωριά που πήγαινα, γιατί πηγαίναμε παρέα συνήθως εμείς, έπρεπε να κάνουμε γλέντι όλο το χωριό, να γίνει ιστορία. Δεν έχετε παρατηρήσει κάποια διαφορά με τους ντόπιους, απ ό,τι παίζετε εσείς; Εγώ έπαιζα, ίσως, πιο καλά. Ο κόσμος το καταλάβαινε αυτό; Πώς δεν το καταλάβαινε, βέβαια. Δηλαδή, τι σας έλεγε; 35