Κεφάλαιο 4. Γνώση και υποκειμενική πρόσληψη. Συνθετικές προσεγγίσεις

Σχετικά έγγραφα
ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

Ηθική & Τεχνολογία Μάθημα 1 ο Εισαγωγή στις Βασικές Έννοιες

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Αισθητική. Ενότητα 8: Καντ ΙΙ: Προσδιορισμός των καλαισθητικών κρίσεων κατά το ποσόν, την αναφορά και τον τρόπο. Όνομα Καθηγητή : Αικατερίνη Καλέρη

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ

Λογική. Μετά από αυτά, ορίζεται η Λογική: είναι η επιστήμη που προσπαθεί να εντοπίσει και να αναλύσει τους καθολικούς κανόνες της νόησης.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

Ο ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΚΑΝΤ

Η έννοια της αιτιότητας στη φιλοσοφία του Kant: η σημασία της Δεύτερης Αναλογίας

EΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

EDMUND HUSSERL ( Ε. ΧΟΥΣΕΡΛ, )

1. Τι γνωρίζετε για τα τρία βασικά ερωτήµατα, στα οποία στηρίχτηκε ο Καντ για να αντιµετωπίσει τον ακραίο σκεπτικισµό του Χιουµ;

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΓΓΛΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΓΝΩΣΗ

Είναι τα πράγματα όπως τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας;

ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ: ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΤΜΗΜΑ: ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ & ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ONORA O' NEIL

ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ.

ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιστημολογία κοινωνικής έρευνας ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ: Νικόλαος Ναγόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ. Immanuel Kant ( )

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ

ΕΠΙΣΗΜΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ. 1. Σι είναι επιστήμη 2. Η γέννηση της επιστημονικής γνώσης 3. Οριοθέτηση θεωριών αστικότητας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Α ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΣΤΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ. του αντικειμένου προσεγγίσεων...

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΤΕΛΕΧΗ

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ: ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

Εισαγωγή στην Παιδαγωγική

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

GEORGE BERKELEY ( )

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ-ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΣΤΟΝ J. LOCKE ΚΑΙ ΣΤΟΝ D. HUME

ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΠ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Τίτλος Μαθήματος: ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

Θέση της Φυσικής Αγωγής στο ισχύον εκπαιδευτικό σύστημα

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 1: Οι φιλοσοφικές καταβολές της ψυχολογίας

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

Νοητική Διεργασία και Απεριόριστη Νοημοσύνη

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Jannis Pissis: Kants transzendentale Dialektik. Zu ihrer systematischen Bedeutung. Berlin: De Gruyter 2012, 243 σ., 79.

Η Καντιανή Θεώρηση. Κώστας Παγωνδιώτης

VIDEOφιλοσοφείν: Η τεχνολογία στην υπηρεσία της Φιλοσοφίας

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

1. Οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στην εκπαιδευτική διαδικασία

Σέλλινγκ (Friedrich Wilhelm Joseph Schelling )

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

H ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Συνοπτική θεώρηση των κυρίων φιλοσοφικών κλάδων Συστηματικές αναγνώσεις

Περιεχόμενα. Προλογικό Σημείωμα... 17

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Η ΚΑΝΤΙΑΝΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία Επιβλέπων καθηγητής:νικόλαος Αυγελής

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

102 Φιλοσοφίας Πάτρας

Θεμελίωση της Παιδαγωγικής επιστήμης Pestalozzi- Herbart

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Δ19. Γνωστική Ψυχολογία- Ψυχολογία Μάθησης. επ. Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Τίτλος Μαθήματος: ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

ΚΕΙΜΕΝΑ Ι 1. 1 Τα κείμενα που ακολουθούν συνοδεύουν και υποβοηθούν τη μελέτη των αντίστοιχων

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Ο συμπεριφορισμός ή το μεταδοτικό μοντέλο μάθησης. Η πραγματικότητα έχει την ίδια σημασία για όλους. Διδάσκω με τον ίδιο τρόπο όλους τους μαθητές

Εκπαιδευτική Τεχνολογία και Θεωρίες Μάθησης

Αναδιάρθρωση και εξορθολογισμός διδακτέας ύλης

Εκπαιδευτική Ψυχολογία Μάθημα 2 ο. Γνωστικές Θεωρίες για την Ανάπτυξη: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

Γνωστική ανάπτυξη Piaget

Παλιό Νέο: Τάσεις και στάσεις στην Ελλάδα σήμερα

ΜΟΡΦΕΣ ΕΜΦΑΝΣΗΣ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ-ΔΙΑΥΛΩΝ. Βιβλίο-Δίαυλος 1: Η ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Τι είναι οι αξίες και ποια η σχέση τους με την εκπαίδευση; Σε τι διαφέρουν από τις στάσεις και τις πεποιθήσεις; Πώς ταξινομούνται οι αξίες;

Μάθημα 1 ο Immanuel Kant. Η μουσική στη φιλοσοφία του κριτικού ιδεαλισμού

Η Απουσία του Χρόνου Σελίδα.1

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών στην Προσχολική Εκπαίδευση

Αισθητική φιλοσοφία της τέχνης και του ωραίου

18/11/ η ΠΑΡΑΔΟΣΗ. Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ (Κονστρουκτιβιστική προσέγγιση)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Μεταγνωστικές διεργασίες και αυτο-ρύθμιση

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

Ενότητα σώματος και ψυχής κατά τον Max Scheler

ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Κοινωνικο-πολιτισμική προσέγγιση - VYGOTSKY

Transcript:

Κεφάλαιο 4. Γνώση και υποκειμενική πρόσληψη. Συνθετικές προσεγγίσεις Με τη διαίρεση ανάμεσα σε έναν κόσμο εμπειρικών αποφάνσεων, που αφορούσε αλήθειες βάσει παρατηρησιακών δεδομένων και γεγονότων και σε έναν νοησιαρχικό κόσμο, που διατύπωνε αξιώσεις εγκυρότητας με αναφορά στη λογική, είχε αγνοηθεί ή παρερμηνευτεί ένας ιδιαίτερα σημαντικός τύπος αποφάνσεων που αφορά τις λεγόμενες «συνθετικές a priori κρίσεις». 1 Πρόκειται για αποφάνσεις που δεν προκύπτουν άμεσα από την εμπειρία, και γι αυτόν τον λόγο είναι a priori κρίσεις, ενώ η αξίωση και η διακρίβωση της αλήθειας τους δεν προκύπτει επίσης άμεσα από το λογικό περιεχόμενο καθαρών εννοιολογικών σχημάτων, και κατά συνέπεια δεν διατηρούν αναλυτικό χαρακτήρα. Αναζητώντας τις πρωταρχικές ουσίες που μπορούν να βεβαιώσουν αναγκαίες και αληθείς γνώσεις, ο Kant θεωρεί ότι η αποστολή μιας επιστημονικής Μεταφυσικής είναι ακριβώς η διατύπωση τέτοιων συνθετικών a priori κρίσεων. Η επιστήμη αυτή έχει ως αποστολή να καθορίζει τις a priori αρχές και το εύρος όλων των διαδικασιών πρόσκτησης γνώσης. Οι γνωστικές αυτές διαδικασίες έχουν χαρακτήρα υπερβασιακό, καθότι δεν συνδέονται με την εμπειρική πραγματικότητα, αλλά με τις εσωτερικές a priori διαδικασίες που επιτελούνται από τα ίδια τα υποκείμενα, ως εγγενείς υποκειμενικές προϋποθέσεις για τη δυνατότητα απόκτησης γνώσης. πριν από οποιαδήποτε γνώση. 2 Αυτό το επιχειρεί μέσα από τη Γνωσιοθεωρία του, καταλήγοντας στην υπόθεση ύπαρξης ενός υπερβασιακού υποκειμένου, το οποίο διαθέτει γενετικά a priori τις γνώσεις αυτές και εξ αυτού του λόγου μπορεί να φθάσει σε συνθετικές a priori κρίσεις. O συνδυασμός της ίδιας της πραγματι- κότητας και αυτής από την οποία εκπορεύεται η υπερβασιακή οπτική προϋποθέτει τόσο τον περιορισμό της εμπειρίας όσο και των γενικευτικών νοησιαρχικών σχημάτων. Στην ουσία πρόκειται για μια Γνωσιοθεωρία που νοείται ως μια «μη εμπειρική επιστήμη του εμπειρικού κόσμου». 1 I. Kant : Kritik d er reinen Vernunft, Recla m, Leipzi g, 1971B 12/A 9 επ. 2 Βλ. ό.π. Με την επισήμανση αυτή διαπιστώνεται η διαφοροποίηση της υπερβασιακής (transzendental) προσέγγισης του Kant από τις παραδόσεις του Ορθολογισμού (προέλευση της γνώσης πέρα από την υποκειμενική εποπτεία) και του Εμπειρισμού (προέλευση της γνώσης μέσα από την εμπειρική φυσιολογία της ανθρώπινης νόησης).

Δεδομένου ότι η εμπειρική προσέγγιση στην πρόσληψη της γνώσης προϋποθέτει ως μέθοδο την επαγωγή, ενώ η ορθολογική την απαγωγή, ο Kant προτείνει για τις «συνθετικές a priori κρίσεις» την υπερβασιακή θεμελίωση. Μέσω αυτών των συνθετικών a priori κρίσεων θέτει τα γνωσιοθεωρητικά ζητήματα από την πλευρά του αναστοχαστικού υποκειμένου της γνώσης, ανεξάρτητα από την εμπειρία και τα πραγματικά γεγονότα, και προτάσσει τις μορφές θέασης του χώρου και του χρόνου, καθώς και τις λεγόμενες κατηγορίες. Συγκεκριμένα, η δυνατότητα ταξινόμησης του απέραντου κόσμου των φαινομένων, η οποία φαντάζει εφικτή για τον απλοϊκό ρεαλισμό, δεν θα μπορούσε να υπάρξει για τον Kant χωρίς τις εγγενείς a priori προϋποθέσεις των οργάνων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα υποκείμενα της γνώσης. Στην κατεύθυνση αυτή ο Kant επιχειρεί να θέσει τα κριτήρια επιστημονικότητας για την ίδια τη μεταφυσική σκέψη και γνώση. Με βάση τα παραπάνω γίνεται κατανοητή και η διάκριση που επιχειρεί ο Kant ανάμεσα στα αντικειμενικά γεγονότα και στα πράγματα καθ αυτά, καθώς τα πρώτα δεν μπορούν να προσληφθούν ανεξάρτητα από τα δεύτερα και επιπλέον αναδεικνύονται μέσω αυτών ως φαινόμενα. Κατά συνέπεια, στον υποκειμενικό Ιδεαλισμό του Kant, τα φαινόμενα που υπάρχουν στον αντικειμενικό κόσμο καθίστανται ορατά και αντιληπτά μέσα από τα αισθητήρια όργανα του υπερβασιακού υποκειμένου της γνώσης. Τα ίδια τα γεγονότα του αντικειμενικού κόσμου δεν αποτελούν πράγματα καθ αυτά, καθώς από μόνα τους δεν είναι αναγνωρίσιμα, απλά μετουσιώνονται ως φαινόμενα μέσα από τα ίδια τα υποκείμενα της γνώσης. Ακόμη και οι επιστημονικές αποφάνσεις αναφέρονται στα πράγματα του αντικειμενικού κόσμου όχι ως πράγματα καθ αυτά, αλλά ως φαινόμενα, δηλαδή ως διαμεσολαβημένα από τα αισθητήρια όργανα των υποκειμένων της παρατήρησης. Κατά παρόμοιο τρόπο ο Kant επιχειρεί να μετασχηματίσει τον οντολογικό δυϊσμό του Πλάτωνα, εισάγοντας τη γνωσιοθεωρητική διάκριση ανάμεσα σε φαινόμενα (mundus sensibilis) και νοούμενα (mundus intelligibilis). 3 Ο άνθρωπος αναγνωρίζει μόνο τον κόσμο των φαινομένων και αυτό σημαίνει ότι τον αντιλαμβάνεται από τα δεδομένα της αισθητηριακής του εμπειρίας, σύμφωνα με τις μορφές που αυτός παρουσιάζεται στις διαστάσεις του χώρου και του χρόνου. Ο γνωσιοθεωρητικός δυϊσμός του Kant 3 Βλ. I. Kant :ό.π Α247 και Β303.

επεκτείνεται λοιπόν ανάμεσα στην εμπειρία και τη νόηση. Ο άνθρωπος είναι πολίτης δύο κόσμων, του κόσμου των φυσικών φαινομένων που υπόκειται στην αρχή της αιτιότητας και του κόσμου των πνευματικών διεργασιών (πράγματα καθαυτά). Από την άλλη, η διάκριση που επιχειρείται μέσα από την υποκειμενική ιδεαλιστική Γνωσιολογία του Kant ανάμεσα στα φαινόμενα και τα νοούμενα παρουσιάζει υψηλή συνάφεια με τη δυαρχία του Descartes, 4 ανάμεσα στην ύλη (σώμα) και στο πνεύμα (συνείδηση). Η natura cοrporea και η natura intellectualis στη μεταφυσική του Descartes συνθέτουν τις δύο πρωταρχικές ουσίες, οι οποίες, ενώ βρίσκονται σε στενή σχέση μεταξύ τους, διαφοροποιούνται απόλυτα σε ό,τι αφορά τη φυσική τους υπόσταση. Η ανθρώπινη υπόσταση εξαρτάται από έμφυτα στοιχεία που παράγουν έλλογη γνώση, καθώς και από μια άυλη, αδιαίρετη και μυστηριώδη οντότητα, αυτήν του σκέπτεσθαι, που αποτελεί μια a priori νοητική κατηγορία, μια πρώτη αρχή, η οποία, για να υπάρχει, δεν έχει ανάγκη από κανέναν τόπο και ούτε εξαρτάται από τίποτε υλικό. Έτσι που «αυτό το εγώ, δηλαδή η ψυχή [ ] είναι εντελώς ξεχωριστή από το σώμα, και είναι μάλιστα ευκολότερο να γνωρίσει κανένας αυτήν παρά εκείνο, κι αν ακόμα τούτο δεν υπήρχε καθόλου, πάλι η ψυχή δεν θα έπαυε να είναι ότι είναι». 5 Στη σχέση αυτή, το άχρονο πνεύμα επιδρά στο μηχανικό σώμα μέσω μιας διεργασίας που πραγματοποιείται στο εσωτερικό του εγκεφάλου. Διά των επιδράσεων αυτών καθορίζονται οι διάφορες πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας, καθώς και η ίδια η κοινωνική πραγματικότητα. Από τη νοητική εποπτική ικανότητα και τη γνωστική αυτάρκεια του υποκειμένου συνάγεται επιπλέον η αποδεικτική λογική μιας τέλειας ύπαρξης και νόησης. Όλο το οικοδόμημα της γνώσης θεμελιώνεται πάνω στις a priori κρίσεις του νου και όχι στις παραπλανητικές και αναξιόπιστες μαρτυρίες των αισθήσεων. Μια θεώρηση που επιχειρεί να ανατρέψει σε βάθος την ελληνική κατανόηση του λόγου, που εδράζεται στην εμπειρική επαλήθευση της γνώσης, αλλά και στην κοινωνική δυναμική που αναπτύσσουν οι ανθρώπινες σχέσεις. Κατόπιν τούτου, η αδυνατότητα αναγωγής των συνειδητών, ψυχικών και νοητικών φαινομένων στη φύση (παρά το γεγονός ότι ο Kant απορρίπτει την ενορατική γνώση) 4 R. Descartes: Λ όγος περί της μεθόδου, Παπαζήση, Αθήνα, 1976, Μέρος 4ο, σελ. 37. 5 R. Descartes: ό.π, σελ. 61.

αποτελεί την αφετηρία συγκρότησης του νεότερου σκεπτικισμού, ο οποίος ενσαρκώνει, κατά κάποιον τρόπο, το alter ego της νεότερης ορθολογικής φιλοσοφίας. Παρατηρούμε λοιπόν ότι η δυαρχία του Descartes αποκτά στη θεωρία του Kant ένα νέο περιεχόμενο, καθώς στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος δεν τίθενται κάποιες ανεξάρτητες του υποκειμένου (θεϊκές) αρχές, αλλά οι σιωπηρές εγγενείς προϋποθέσεις του ίδιου του υποκειμένου που προηγείται κάθε άλλης εμπειρικής γνώσης. Με τη θέση αυτή, οι γνωσιοθεωρητικές απόψεις του Kant διακρίνονται τόσο από τον απλοϊκό εμπειρισμό όσο και από τον ιδεαλιστικό ορθολογισμό. 6 Πίσω από την κριτική αυτή προσέγγιση θεμελιώνεται η σύνθεση της φυσικής νομοτέλειας με την ανθρώπινη ελευθερία, η οποία νοείται ως πραγματική δραστηριότητα επέκεινα της φύσης. 7 Έτσι, παράλληλα με τους νόμους της φύσης που περιγράφουν τα πράγματα του κόσμου ως φαινόμενα σύμφωνα με ένα αξίωμα αιτιότητας (Kausalitätsprinzip), υπάρχουν οι κανονιστικοί νόμοι που αναδεικνύουν γενικά υποδείγματα πράξεων ως ηθικές επιταγές. Απέναντι δηλαδή στις αισθητές εικόνες, τις οποίες αντιλαμβανόμαστε εμπειρικά ως αντικείμενα (φαινόμενα) σύμφωνα με την ενότητα των κατηγοριών, ο Kant παραθέτει τα αντικείμενα της νόησης (νοούμενα), τα οποία δεν συναντούνται στην αισθητή εποπτεία. Στην αδιαχώριστη αυτή σχέση οι a priori νοητικές κατηγορίες στη συνείδηση του ανθρώπου μορφοποιούν το εμπειρικό υλικό της γνώσης. Τα φαινόμενα δεν μπορεί να είναι αντικείμενα καθ αυτά. Δεν αποτελούν τίποτε από μόνα τους και έξω από τον τρόπο της κατ αίσθηση παράστασής μας. Διατηρούν δε μια αναγκαία σχέση με την εμπειρική χρήση της νόησης, καθώς στη φύση βρίσκονται οι a priori απαιτήσεις του Λόγου. Η διαδικασία αυτή, κατά την οποία τα νοούμενα διαμεσολαβούνται από τα φαινόμενα εντός της γνωσιακής διαδικασίας, οδηγεί στη θεμελίωση του πρακτικού λόγου. Η γνώση στον υπερβατολογικό ιδεαλισμό του Καντ προκύπτει a priori μόνο μέσα από τις προσλαμβάνουσες εμπειρικές παραστάσεις, οι οποίες υπόκεινται σε 6 Για σχολιασμό, βλ. C. Meidl : Wissenschaftstheorie für Sozialwissenschaften, Böhlau, 2009, σελ. 24. 7 I. Kant: Kritik, ό.π., σελ. 214, 345.

επιστημονικούς νόμους και δεν ανάγονται στα «πράγματα καθ αυτά». 8 Τα τελευταία, που δεν αποτελούν εμπειρικές αναπαραστάσεις αλλά υπερβάσεις και αφαιρέσεις από την εμπειρία, μπορούν ή και οφείλουν να διασφαλίσουν την αντικειμενική τους ιδιότητα, όχι μέσω συγκεκριμένης αισθητηριακής εμπειρίας αλλά μέσω της πράξης. Έτσι, στο πλαίσιο της πολιτικής και ηθικής θεωρίας δίδεται μια πρακτική νοηματοδότηση στα νοούμενα, ώστε τα τελευταία να αποκτήσουν μια θετική σημασία μέσω της εκπλήρωσης του σκοπού της πρακτικής τους χρήσης. 9 Από την άλλη, η απαλλαγμένη από κάθε αισθητικότητα καθαρή νόηση αποτελεί μια τυπική και συνθετική αρχή για κάθε μορφή εμπειρίας. Τα νοούμενα μπορούν κατά αυτόν τον τρόπο να χρησιμοποιηθούν αρνητικά, δηλαδή ως προς την οριοθέτηση της γνώσης και ως προς τον χαρακτηρισμό των πραγμάτων καθ αυτά. 10 Επιπλέον, ο Kant στη βάση της διάκρισης που επιχειρεί αναφορικά με τον τρόπο σύλληψης της γνώσης (αναλυτικός και λογικός τρόπος έναντι του εμπειρικού και επιστημονικού) διακρίνει τις κρίσεις/προτάσεις που μπορούν αντίστοιχα να διατυπωθούν ως a priori αναλυτικές και a posteriori συνθετικές. 11 Κατ αυτόν τον τρόπο διαφαίνεται η συμβατότητα της επιστήμης με την καντιανή Γνωσιοθεωρία, καθώς π.χ οι απόλυτες κατηγορίες του χώρου και του χρόνου αποτελούν τις καθολικές και καθαρές προϋποθέσεις που διέπουν τις ίδιες αυτές έννοιες στην εμπειρική τους διάσταση, μεταβλητότητα και σχετικότητα. Για να επιχειρήσουμε να περιγράψουμε όσα αντιλαμβανόμαστε διά των αισθήσεών μας πρέπει να βασιστούμε στην εφαρμογή εννοιών που ταξινομούν τον εμπειρικό κόσμο. Η αδιαχώριστη αυτή σχέση ανάμεσα στις έννοιες και στις αντιλήψεις υποδηλώνει ότι η παρατήρηση δεν περιορίζεται στην καταγραφή και στην απλή ταξινόμηση του εμπειρικού κόσμου, αλλά αποτελεί κρίση αυτού που οι έννοιες υποβάλλουν. Κατ αυτόν τον τρόπο οι έννοιες διέπουν την ίδια την ερμηνεία που δίνουμε στον κόσμο, και κατά συνέπεια αποτελούν τα εννοιολογικά προαπαιτούμενα ενός οργανωμένου 8 I. Kant : ό.π, Β 307. 9 Για σχολιασμό, βλ. Α. Λαβράνου : Γνώση και Πράξη. Για τη σχέση Θεωρητικού και Πρακτικού Λ όγου στον Ιμμάνουελ Κάντ, Πόλις, Αθήνα, 2010, σελ. 47, 73, 77. 10 I. Kant : ό.π, Α 255, Β 311. 11 Για το θέμα, βλ. P. Un ruh : Transzend entale Ästhetik d es Raumes: zu I mmanuel Kants Raumkonzeption, Köni gshausen / Neu mann, 2006, σελ. 245επ.

διανοητικού συστήματος που καθίσταται ικανό να ταξινομήσει και να αφομοιώσει την εμπειρία. Η διαφοροποίηση που προκύπτει από την ανάγνωση του Κant, 12 μεταξύ του είναι (Sein θετική οπτική) και του οφείλειν (Sollen ηθική διάσταση), η οποία διακατέχει και τη σκέψη που διαφαίνεται στον Max Weber, μετεξελίσσεται και μορφοποιείται σε διακριτά επιστημονικά πρότυπα, έτσι όπως αυτά αποτυπώνονται από τους εκφραστές του ρεύματος του Νεοκαντιανισμού που θα εξετάσουμε παρακάτω. Ο επιστημονικός διάλογος περί των αντικειμενικών πραγματικοτήτων και φαινομένων, τα οποία υπόκεινται σε φυσικές νομοτέλειες, αντιπαρατίθεται στις ηθικές επιταγές του πρακτικού λόγου. Ο άνθρωπος βιώνει ως πολίτης την αντινομία δύο κόσμων: Του κόσμου της εμπειρικής φυσικής αιτιότητας (Naturkausalität), πάνω στον οποίο διατηρεί μερική εποπτεία, και του κόσμου της αιτιότητας από την ελευθερία (Kausalität aus Freiheit), ο οποίος του παρέχει τη δυνατότητα να αναπτύξει ελεύθερα τις a priori δυνάμεις της λογικής και της βούλησής του. 13 Συνεπώς, η κατανόηση της κοινωνικής δράσης καθίσταται το ίδιο αναγκαία, όπως και οι φυσικοί νόμοι κατά την εξήγηση φυσικών φαινομένων. Ταυτόχρονα, η διαισθητική, δηλαδή η εκλογικευτική διαδικασία του συνειδέναι, που αναδύεται ως νοούμενον, μπορεί να αναγνωρίσει και να ανιχνεύσει τα αποτελέσματα της δικής του δραστηριότητας. Ο φυσικός κόσμος φαίνεται ότι διαχωρίζεται από τις πνευματικές αρετές και δεν δύναται να υποβληθεί σε μια καθολική νοητική εξήγηση. Τα σύνορα του φυσικού κόσμου δεν είναι απολύτως ευκρινή στην εποπτεία που ασκεί ο άνθρωπος μέσω των επιστημών. Ο Kant, αν και εμπιστεύεται και προτάσσει τον λόγο ενάντια στον σκεπτικισμό, δέχεται ότι τόσο ο λόγος όσο και η καθαρή νόηση δεν μπορούν να συλλάβουν a priori, μέσα από εννοιολογικές, απαλλαγμένες από την εμπειρία, κατασκευές, αναγκαίες σχέσεις, όπως αυτές αιτίου-αποτελέσματος. Από την άλλη, καθότι στηριγμένοι στην εμπειρία αδυνατούμε να διατυπώσουμε καθολικές προτάσεις, η αναγκαιότητα και η αυστηρή καθολικότητα ως αξιολογικές επεκτάσεις και 12 Ι. Κant : Kritik d er praktischen Vernunft, Recla m, Leipzi g, 1983, σελ. 28, 197, 228, και 268-281. 13 Ι. Kant : Kritik, ό.π., σελ. 603 και 536 καθώς και Α533

εκγενικεύσεις σχηματίζονται αυθαίρετα σύμφωνα με τη λογική αρχή της μη αντίφασης και της μη διαψεύσιμης συγκρότησης καθολικών καταφάσεων. Η αλήθεια ως προϊόν της καθαρής νόησης και του Λόγου, ως ανεξάρτητη από τη γνωστική δύναμη του υποκειμένου δεν είναι κάτι που αναζητεί ο Kant. Απορρίπτοντας τον ορθολογικό δογματισμό, απομακρύνεται σ ένα βαθμό και από τον σκεπτικισμό, αφού αναζητεί την προεμπειρική λογική των μορφών της νόησης (υπερβατική λογική) με σκοπό να καταστήσει δυνατή αποκλειστικά την εμπειρική γνώση. Η θεώρηση του Kant, ότι η γνώση είναι πάντα σχετική γνώση, διατυπώνεται μόνο σε σχέση με τα πράγματα καθ αυτά, τα οποία διατηρούν τον a priori χαρακτήρα τους. Επιπροσθέτως, η θεμελιακή αντινομική σχέση καταρρέει καθώς προσεγγίζουμε τη φύση της κοινωνίας. Οι ηθικές ιδέες αφενός και η φύση των κοινωνικών κανόνων αφετέρου διαμορφώνουν μέσω της ανταγωνιστικής τους σχέσης τις προϋποθέσεις για κοινωνική πρόοδο και κοινωνική χειραφέτηση. Ένα σύστημα εξωτερικής ελευθερίας, που δεν περιλαμβάνει κανόνες κοινωνικού εξαναγκασμού και προστακτικά ηθικά πρότυπα που υποτάσσουν τα άτομα, παρέχει τη δυνατότητα καλλιέργειας μιας ηθικά αυτόνομης προσωπικότητας. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες οφείλουν να εκτελούνται σύμφωνα με εκείνες τις κατηγορίες (Maxime) της βούλησης, οι οποίες αναγνωρίζουν γενικούς ηθικούς κανόνες και νόμιμες κοινωνικές αρχές (Prinzipien) και τίθενται στην υπηρεσία του υψίστου ηθικού σκοπού (des höchsten Zweckes). 14 14 Ι. Kant : Kritik der praktischer Vernunft, ό.π., σελ. 41. Για τον ορισμό της «κοινωνικής δράσης», όπως διατυπώνεται στον Κant, πρβλ. περαιτέρω R. Bubner : ό.π., ιδίως σελ. 139-147, καθώς και G. Kiss: Einführung in die Soziologischen Theorien I, Westdeutscher Verlag, Opladen (3), 1977, κυρίως σελ. 34-45.

Βιβλιογρ αφία/αν αφορές Bubner R.: Ηandlung, Sprache und Vernunft, Su hrkamp, Frank furt a.m, 1982 Descartes R.: Λόγος περί τ ης μεθόδο υ, Π απαζ ήση, Αθ ήνα, 1976 Κa nt Ι.: Kritik der praktischen Vernunft, Recla m, Leipzig, 1983 Kiss G : Einführung in die Soziologischen Theorien I, Westdeutscher Verlag, Opladen (3), 1977 Λαβράνου Α.: Γνώση και Πρ άξη. Για τ η σχέση Θεωρ ητικού και Πρακτικού Λόγου στον Ιμμάνουελ Κάντ, Π όλις, Αθήνα, 2010 Meidl C.: Wissenschaftstheorie für Sozialwissenschaften, Böhlau, 2009 Unruh P : Transzendentale Ästhetik des Raumes: zu Immanuel Kants Raumkonzeption, Königshau sen / N eu ma nn, 2006