Η Ερευνητική Στρατηγική Ο τομέας της Υγείας Η σύγχρονη έρευνα στον τομέα της υγείας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης σκοπεύει να εξασφαλίσει την πρόσβαση όσων ζουν στα κράτημέλη σε υγειονομική περίθαλψη υψηλής ποιότητας, η οποία προσανατολίζεται: Στην προαγωγή καλής υγείας σε μια Ευρώπη που γερνάει Στη μείωση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας Στην προστασία των πολιτών από απειλές κατά της υγείας Στην προστασία των δικαιωμάτων των χρηστών υπηρεσιών υγείας Στην προώθηση δυναμικών συστημάτων υγείας και νέων τεχνολογιών Στη διασφάλιση της ποιότητας, της ανάπτυξης e-health και καινοτομίας στις υπηρεσίες υγείας. Αυτή η στρατηγική έρευνας υλοποιείται κυρίως μέσω προγραμμάτων έργων και δράσεων για την υγεία, όπως τα προγράμματα Υγεία 2007-2013, Υγεία 2014-2020. Τα Ευρωπαϊκά Συστήματα Υγείας χρειάζονται αναμόρφωση για να ανταποκριθούν στις δημογραφικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές. Ωστόσο, όλα τα Συστήματα Υγείας των κρατώνμελών, παρά τις υπάρχουσες σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, βασίζονται στην κοινή αξία του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου ότι η φροντίδα υγείας δεν είναι «ένα κανονικό εμπορεύσιμο οικονομικό αγαθό», καθώς η υγεία είναι αφενός θεμελιώδες δικαίωμα ανεξάρτητα αν παρέχεται από το δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα και αφετέρου μέσο διαφύλαξης της κοινωνικής συνοχής και της οικονομικής ανάπτυξης. Παράλληλα οι διαμορφωτές πολιτικών υγείας των Συστημάτων Υγείας χρειάζονται ερευνητική και μελετητική υποστήριξη σε κρατικό επίπεδο για να σχεδιάσουν πιο βιώσιμες υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης, να λάβουν καινοτόμα μέτρα στον τομέα της υγείας, να βελτιώσουν τη δημόσια υγεία, να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της διασυνοριακής υγείας και μετανάστευσης, να κάνουν βέλτιστη χρήση των δημοσιονομικών πόρων, να αξιοποιήσουν άλλους πόρους και την τεχνογνωσία και να συμβάλλουν στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας και στην προώθηση της ισότητας και αλληλεγγύης. Ειδικότερα η καινοτομία στην υγεία σε επίπεδο πολιτικής και νομοθεσίας της ΕΕ εννοείται ως «στρατηγική δημόσιας υγείας που δεν περιορίζεται σε τεχνολογικές προόδους από πλευράς προϊόντων και υπηρεσιών». Προσανατολισμός στην καινοτομία σημαίνει παρεμβάσεις δημόσιας υγείας, στρατηγικές πρόληψης, διαχείριση των Συστημάτων Υγείας, οργάνωση και παροχή
υπηρεσιών υγείας και περίθαλψης, ποιότητα φροντίδας στους ασθενείς, καθώς και κάλυψη αναγκών του πληθυσμού που δεν ικανοποιούνται. Το Σύστημα Υγείας στη χώρα μας είναι δημόσιο (ΕΣΥ) και ιδιωτικό τόσο ως προς την παροχή υπηρεσιών όσο και ως προς τη χρηματοδότηση. Ενώ έχουν τεκμηριωθεί επανειλημμένα οι ανεπάρκειες και τα προβλήματα του. Επιπροσθέτως, λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις διαπιστώσεις, το ερευνητικό ενδιαφέρον της ΔΜΥΠ την προηγούμενη πενταετία στράφηκε κυρίως στη βελτίωση τόσο της αποδοτικότητας όσο και της αποτελεσματικότητας και ποιότητας της παροχής υπηρεσιών υγείας στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ). Στόχος της ήταν αφενός η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του ΕΣΥ σε σχέση με τις ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας και αφετέρου η σταδιακή δημιουργία ενός κοινάαποδεκτού ποιοτικού πλαισίου αναφοράς στην παροχή υπηρεσιών υγείας στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα υγείας. Με τον τρόπο αυτό θα ήταν δυνατό να επιτευχθεί: η οργανωτική και διαχειριστική αποδοτικότητα των Υγειονομικών Υπηρεσιών και του ΕΣΥ, ο έλεγχος του κόστους συνδυάζοντας τις αξίες του κοινωνικού κράτους με τα προτερήματα του ιδιωτικού τομέα, η δυνατότητα Συμπράξεων Δημόσιου & Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) στην Υγεία με πολλαπλασιαστικά οφέλη για τον τελικό «χρήστη/καταναλωτή», η εξωστρέφεια του Εθνικού Συστήματος Υγείας και η χρηματοδότησή του από δημόσιους οργανισμούς και ιδιωτικούς ασφαλιστικούς φορείς. Επίσης οι μελέτες για τη ζήτηση των υπηρεσιών υγείας προσεγγίζουν ερευνητικά τόσο την υποκειμενική αντίληψη του ατόμου για την έννοια της αξίας της υγείας όσο και άλλους παράγοντες δημογραφικούς και κοινωνικούς που επηρεάζουν τελικά τις προτιμήσεις των «χρηστών/καταναλωτών». Αντίστοιχα στον τομέα της προσφοράς, η παραγωγή των υπηρεσιών υγείας διαμορφώνεται από συγκεκριμένους συντελεστές παραγωγής όπως είναι το ανθρώπινο δυναμικό (ιατροί, νοσηλευτές, άλλοι επαγγελματίες υγείας) και η ιατρική τεχνολογία (ιατροτεχνολογικός εξοπλισμός, πληροφορική της υγείας), που αναλύονται μεμονωμένα αλλά και σε συνδυασμούς ώστε να εξετάζεται αφενός η δυνατότητα της μεταξύ τους υποκατάστασης και αφετέρου το κόστος. Παράλληλα, οι τεχνικές αξιολόγησης των υπηρεσιών υγείας αξιοποιούνται με πρωτοτυπία από την ΔΜΥΠ για την αποτύπωση συγκεκριμένων δεικτών που σχετίζονται με την ωφελιμότητα των υπηρεσιών υγείας. Έτσι αναλύεται τόσο το οικονομικό όσο και το κοινωνικό κόστος της ασθένειας και διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις
κατάθεσης προτάσεων για τη χρηματοδότηση, την παροχή και διανομή υπηρεσιών υγείας. Τέλος η αξιολόγηση των επιπτώσεων της λειτουργίας του Συστήματος Υγείας στον πληθυσμό καθώς και η διαλειτουργική σχέση (ως ανοικτού συστήματος) με άλλα συστήματα (περιβάλλον, οικονομία, κοινωνία, δίκαιο, τεχνολογία κ.λπ.) αποτελούν θεμελιώδεις στόχους ερευνητικού ενδιαφέροντος. Ο τομέας της Κοινωνικής Προστασίας Η ανάπτυξη των κοινωνικών πολιτικών στην Ελλάδα παρουσιάζει ιστορικά σοβαρές αδυναμίες και στρεβλώσεις, οι οποίες κατά κύριο λόγο εντοπίζονται στην έλλειψη στοχευμένων στρατηγικών προστασίας των ατόμων σε κατάσταση ανάγκης και στην απουσία ολοκληρωμένων ενεργητικών δράσεων εργασιακής και κοινωνικής ένταξης των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού, που είτε εγκλωβίζονται στην περιστασιακή λήψη επιδοματικών παροχών, χωρίς προοπτικές απεξάρτησης από τη δημόσια συνδρομή, είτε παραπέμπονται σε αναχρονιστικές μορφές ιδρυματικής περίθαλψης με κίνδυνο «υψηλού στιγματισμού». Παράλληλα, διαπιστώνονται οργανωτικά, διοικητικά και χρηματοδοτικά προβλήματα στη λειτουργία του ασφαλιστικού συστήματος,καθώς και καθυστερήσεις / κενά στην αποτελεσματική κάλυψη της ζήτησης για ποιοτικές υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας των παιδιών, των ηλικιωμένων και των ατόμων με αναπηρίες, που αναμένεται να αυξηθεί εξαιτίας δημογραφικών και κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων. Η περιορισμένη ενεργοποίηση των φορέων της δημόσιας διοίκησης για την προστασία των δικαιωμάτων των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού και οι αδυναμίες σε επίπεδο οργάνωσης και διαχείρισης των κοινωνικών υπηρεσιών έχουν παγιώσει την αναπαραγωγή ενός υπολειμματικού μοντέλου παρέμβασης του δημόσιου τομέασε σχέση με τον κυριαρχικό ρόλο τηςοικογένειας και των άτυπων δικτύων σε επίπεδο κοινότητας, το οποίο εμφανίζει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: αδυναμία εξασφάλισης επαρκών (από πλευράς υποδομής, οργάνωσης και ανθρώπινων πόρων) κοινωνικών υπηρεσιών για την κάλυψη των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού έλλειψη ομοιόμορφης γεωγραφικής ανάπτυξης βασικών κοινωνικών υπηρεσιών επικάλυψη και πλεονασματική προσφορά παράλληλων υπηρεσιών από διάφορους φορείς της διοίκησης για τις ίδιες ανάγκες / ομάδες στόχου αναπαραγωγή παραδοσιακών προτύπων παροχής υπηρεσιών φροντίδας, κυρίως ιδρυματικού χαρακτήρα, προς την κατεύθυνση της
ιατροκεντρικής περίθαλψης, που δεν συνοδεύονται από μέτρα κοινωνικής αποκατάστασης / επανένταξης των χρηστών περιορισμένη συμβολή των φορέων τοπικής αυτοδιοίκησης στην παροχή υπηρεσιών φροντίδας και ένταξης σε ομάδες που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού. απουσία συντονισμού των φορέων παροχής κοινωνικών υπηρεσιών με άλλους τομείς του συστήματος κοινωνικής προστασίας (απασχόληση, υγεία, εκπαίδευση) δυσκολία πρόσβασης του πληθυσμού στις υπηρεσίες φροντίδας και αδυναμία ορθολογικής αξιοποίησής τους. Το Ελληνικό σύστημα χαρακτηρίζεται από σοβαρά θεσμικά μειονεκτήματα και ελλείψεις, με κυριότερη την απουσία κατοχύρωσης ενός γενικού προγράμματος ελαχίστου εισοδήματος που θα καλύπτει κάθε άτομο σε κατάσταση ανάγκης, μέσω δράσεων εισοδηματικής ενίσχυσης και κοινωνικής φροντίδας, εξασφαλίζοντας την προστασία του θεμελιώδους δικαιώματος στην κοινωνική ένταξη. Από την άλλη πλευρά, το υφιστάμενο πλαίσιο διαμόρφωσης και άσκησης των πολιτικών κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας (πρόκειται για το σύνολο των νόμων και κανονιστικών διοικητικών πράξεων, που ρυθμίζουν την εσωτερική λειτουργία της διοίκησης και τις σχέσεις της με τους πολίτες και τους ιδιωτικούς / εθελοντικούς φορείς παροχής υπηρεσιών) εξακολουθεί να επηρεάζεται από σοβαρές δυσλειτουργίες, όπως ιδίως: η ατελής προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων η περιορισμένη προσαρμογή στο υπερεθνικό πλαίσιο προστασίας των κοινωνικών δικαιωμάτων η περιορισμένη εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου η έλλειψη ενιαίου πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας η περιορισμένη χρήση διαδικασιών διαχείρισης ποιότητας στην παροχή κοινωνικών υπηρεσιών η απουσία συστηματικών τεχνικών εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης του ρόλου των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας. Τα ερευνητικά υποδείγματα για τις πολιτικές ενίσχυσης ευπαθών ομάδων του πληθυσμού συγκροτούνται από τις επεξεργασίες / προτάσεις που έχουν κατατεθεί στο πλαίσιο ακαδημαϊκών / ερευνητικών αναλύσεων του πεδίου της κοινωνικής πολιτικής. Η διερεύνηση των σχετικών μελετών / ερευνών της περιόδου 1990-2010 οδηγεί στον εντοπισμό ιδιαίτερα κρίσιμων ζητημάτων θεσμικού και επιχειρησιακού ενδιαφέροντος, τα οποία είτε αφορούν γενικότερα θέματα μεταρρύθμισης των πολιτικών κοινωνικής
ασφάλισης και πρόνοιας είτε επικεντρώνονται σε ειδικότερους τομείς παρέμβασης της κεντρικής διοίκησης. Στο πλαίσιο αυτό, οι πολιτικές κοινωνικής προστασίας εξετάζονται σε τέσσερα επίπεδα: α) πολιτικές κοινωνικής ασφάλισης (με έμφαση στις συντάξεις και τα προγράμματα επιδότησης ανεργίας), β) πολιτικές κατά της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, γ) πολιτικές καθολικής κοινωνικής φροντίδας (δημογραφική πολιτική, μέτρα συμφιλίωσης οικογενειακού και επαγγελματικού βίου κλπ), δ) πολιτικές στοχευμένων κοινωνικών υπηρεσιών (άτομα με αναπηρίες, μονογονεϊκές οικογένειες, ηλικιωμένοι, παιδιά, μετανάστες). Παράλληλα, ερευνώνται και καινοτόμες πρακτικές επιχειρηματικότητας (Κοινωνική Επιχειρηματικότητα), ανάπτυξης του τρίτου τομέα (Κοινωνική Οικονομία), χρηματοδότησης κοινωνικών δράσεων (Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη) και βιώσιμης ανάπτυξης.