Πρώτο μέρος Εισαγωγή Είναι σημαντικό να παρατηρηθεί ότι ο Χομπς απέχει συνειδητά από την ενσωμάτωση στο έργο του των βαθμών θέσεων της κραταιής τότε αντιαριστοτελικης, καρτεσιανής θεώρησης για τον κόσμο, αυτή που υποστήριζε την ύπαρξη μηχανιστικών κινήσεων για να περιγράψει την κρίση αλλά και γενικά την φιλοσοφική θεώρηση των ατόμων. Παρόλα αυτά, ο Χομπς υιοθετεί την αποστροφή προς την αριστοτελική επαγωγή και αναπτύσσει μια (κατά τα πρότυπα του προαναφερθέντος μηχανιστικού υλισμού) μια απαγωγική σκέψη όπου κυριαρχούν οι προσωρινές υποθέσεις οι οποίες είναι συνεχώς υπό εξέταση. Με άλλα λόγια, η κανονιστικότητα της θεωρίας δεν βασίζεται σε μια φυσικώς υπαρκτή αλήθεια αλλά στην εμπειρική βάση της μη διάψευσης, της μη αντίφασης. Μετριοπαθής είναι ο Χομπς όμως και αναφορικά με την ενσωμάτωση νομιναλιστικών στοιχείων στο έργο του. Παρότι ο τελευταίος πρεσβεύει ότι οι οντότητες έχουν αυστηρά ατομική υπόσταση αλλά και επενέργεια στο κόσμο και ότι οι σχέσεις και οι κατηγοριοποιήσεις είναι γλωσσικό επινόημα, ο Χομπς δεν διστάζει να στηρίξει την πραγματεία του στο συμπέρασμα ότι πίσω από την βεβαιότητα που αντιλαμβανόμαστε μπορεί να μην υπάρχει τίποτα άλλο παρά σύμβαση. Με άλλα λόγια, η γνώση στο Χόμπς στον χώρο του δικαίου και της πολιτικής ειναι περισσότερο μια prudentia, δηλαδή εμπειρικώς αποδείξιμης αρχής και ποτέ δεν φτάνει στην εγκυρότητα μιας επιστημολογικής προσέγγισης, ποτέ δεν γίνεται scientia. Στην τελευταία, η γνώση παραμένει μεν καταρχήν αισθητηριακή αλλά οι πρώτες αρχές ειναι βέβαιες με τρόπο ανεξάρτητο από εμάς. Έτσι λοιπόν στον Χόμπς, οι επιστήμες ειναι είτε φυσικές είτε συμβατικές. Ύστερα από αυτά, η πολιτική δεν ειναι χώρος ενός πολιτικού ζώου, αλλά ενός ατομισμού που νομιμοποιείται όχι από αιώνιες ηθικές αρχές αλλά από μια συμβολαιϊκή πρωταρχική κατάσταση. Η πολιτική ειναι προϊόν θετικού δικαίου το οποίο επιβάλλει μια συμβολαιϊκή κατάσταση που ειναι επωφελής για όλους. Υπό μια έννοια, η δικαιοσύνη στον Χομπς είναι βαθιά αντιπλατωνικη: προσυμβατικά υπάρχει και πάλι δίκαιο αλλά είναι αυτό που ορίζει
ο καθένας. Μετασυμβατικά, δίκαιο είναι ό,τι συμφωνηθεί. Έτσι, νόμος δεν είναι παρά η απεμπόληση των φυσικών δικαιωμάτων και η αναγνώριση μιας δύναμης επιβολής ενός Κυριάρχου. Αυτό ειναι το επιστέγασμα άλλωστε της ορθολογικότητας που έχουμε ως άτομα. Φάνηκε καθαρά ότι στον Χομπς λείπει κάθε στοιχείο υπερβατολογικής, θείας ηθικής. Γενεσιουργός αιτία της κοινωνίας είναι ο αμοιβαίος φόβος. Καλό είναι ότι προωθεί το συμφέρον, την αυτοσυντήρηση μας. Αλλά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τυπικά ως ωφελιμιστικός επειδή δεν έχει καμία ηθική απόχρωση. Η ισότητα εδώ επιβάλλεται ως πολιτικός όρος συμβίωσης και όχι ως αξιολογικώς ηθική αξία. Εν τέλει, η ισότητα εδώ κατοχυρώνεται πολύ πιο ωμά από ότι κάνει ο σύγχρονος φιλελευθερισμός. Το μόνο φυσικό δικαίωμα δεν είναι παρά η ζωή (ούτε καν η ιδιοκτησία). Όσο, δε, για την αξία του ατόμου, αυτή δεν υπάρχει όπως θέλει να πιστεύει η Αναγέννηση. Αξία έχεις στο βαθμό που είσαι ισχυρός και οι άλλοι θέλουν να έχουν την φιλιά σου η έστω την ανοχή σου. Η οποία επίκληση της θεολογίας, πάλι, είναι ένας τακτικισμός, ένα ακόμη βήμα προς την κατοχύρωση της ειρήνης. Κατά τα άλλα, η θρησκεία είναι κατά Χομπς αποτέλεσμα φόβου, άγνοιας για τα μελλούμενα. Από εκεί και πέρα, ο πολιτικός του στοχασμός είναι βαθιά αθεϊστικός. Παρενθετικά, πρέπει να σημειωθεί ότι παρότι προσκείμενος θετικά στην μοναρχία, ο Χομπς δεν αποκλείει την δημοκρατική δόμηση του Κυρίαρχου. Πάντως, εξαγγέλλει σπερματικα τη διάκριση ιδιωτικού-δημοσίου αφού αναγνωρίζει ως αρμοδιότητες/ καθήκοντα του Κυρίαρχου μόνο την εξασφάλιση της ειρήνης και της ασφαλείας. Κείμενο Μέρος Α -ΠΕΡΙ ΑΤΟΜΟΥ ΙΙ Πέρα από την αίσθηση που είναι πρωταρχική αιτία αλληλεπίδρασης με τα πράγματα, υπάρχει και η εμπειρία που είναι η συσσωρευμένη μνήμη πολλών πραγμάτων. ΙΙΙ Ότι σκεφτόμαστε είναι τρόπο τινά αισθητό επειδή ακριβώς ότι αντιλαμβανόμαστε είναι αισθητό.
IV Η φύση έχει πλάσει πλάσματα με δόντια, με κέρατα και άλλα με χέρια για να πλήττουν τους εχθρούς τους. Έτσι, δεν είναι παρά κατάχρηση να βλάπτουμε και με την γλώσσα εκτός και αν πρόκειται για εκείνους που είμαστε υποχρεωμένοι να κυβερνούμε. V Ο Λόγος δεν είναι παρά η πρόσθεση ή η αφαίρεση νοήματος, όπως αυτά ενσωματώνονται στα ονόματα. Παρόλα αυτά, πρωτεύουσα σημασία έχει εδώ ο ορισμός κάθε λέξης, ονόματος. Μάλιστα, ασκείται κριτική σε όλους συλλήβδην τους φιλοσόφους γιατί κανείς δεν έχει στο έργο του μια πλήρη μεθοδολογική εξήγηση για τους ορισμούς που χρησιμοποιεί. Ο Λόγος δεν είναι έμφυτος αλλά αποκτάται με την προσπάθεια. VI Οι λέξεις καλό ή κακό δεν αποκτούν παρά την σημασία που τους δίνει είτε ένα άτομο είτε μια πολιτική κοινότητα. Βούληση είναι η καταληκτική επιλογή στη στάθμιση μεταξύ καλού και κακού. VII ΙΧ Η επιστήμη ως έννοια περιλαμβάνει τη γνώση τόσο των φυσικών επιστημών (εκεί ανήκει πλην της αστρονομίας και γεωμετρίας και η πρώτη φιλοσοφία) όσο και των πολιτικών επιστημών (που περιλαμβάνει την ηθική, την ρητορική, τη λογική και την επιστήμη του δικαίου) Χ Η μεγαλύτερη ισχύς βρίσκεται στην συνένωση πολλών ατόμων, στην πολιτική κοινότητα. Η φήμη της βασίζεται στο ότι προσφέρει προστασία. Η αξία ενός ατόμου είναι η τιμή του, το ποσό δηλαδή που θα προσφερόταν για την χρησιμοποίηση της ισχύος του. Ο πωλητής καθορίζει την τιμή. Ο πλούτος, η καταγωγή, η διανοητική δύναμη είναι πηγές ισχύος.
ΧΙ Δεν υπάρχει απόλυτος σκοπός ούτε ύψιστο αγαθό αλλά μια διαρκής πορεία προς την επιθυμία. Η ασίγαστη επιθυμία όλων είναι για συνεχώς αυξανόμενη ισχύ. Η επιθυμία για άνεση και γνώση προδιαθέτει τα άτομα να υπακούουν σε μια κοινή εξουσία. Η θέληση για εξουσία είναι τόση που ακόμη και η αλήθεια της γεωμετρίας θα καταστρατηγούνταν εάν αυτό συνέφερε τους φορείς της εξουσίας. ΧΙΙ Ρίζες της θρησκείας αποτελούν η πίστη στα φαντάσματα, η άγνοια των αιτίων και η αναγωγή φαινομένων σε οιωνούς. ΧΙΙI Τα άτομα είναι από σωματικής και από νοητικής κατάστασης ίσα. Αυτό σημαίνει ότι έχουν ίσα μερίδια στην ικανοποίηση των αξιώσεων και των προσωπικών τους φιλοδοξιών. Εξ ου και το ότι εκτός υποταγής σε μια κοινή εξουσία, θα υπήρχε πάντα πόλεμος για επιβίωση και κυριαρχία. Και κοινή εξουσία δεν σημαίνει απλά νόμοι αλλά συμφωνία για το ποιους θα τους θεσπίσει. Μόνο ο ορθός Λόγος μπορεί να κάνει τα άτομα να δουν ότι η ειρήνη είναι το πλέον συμφέρον. ΧΙV Η ελευθερία, ως απουσία εξωτερικών εμποδίων, είναι φυσικό δικαίωμα. Όμως εάν κανείς δεν είναι διατεθειμένος να την αφήσει τότε δεν θα μπορέσει να επιτευχθεί και ειρήνη, η οποία είναι πλέον συμφέρουσα με βάση τον Ορθό λόγο. Επειδή όμως πρέπει ταυτόχρονα να την αφήσουν όλοι και όχι ένας με την ελπίδα ότι στο μέλλον θα την αφήσουν και άλλοι, η απεμπόληση της φυσικής ελευθερίας πρέπει να είναι μαζική και αμοιβαία, και αυτή ακριβώς η απεμπόληση είναι που αποκαλούμε συμβόλαιο. Η εξαναγκαστή κρατική εξουσία είναι αυτή που διατηρεί βέβαιη την από κοινού δέσμευση και τήρηση της συμφωνίας. Είναι το απαραίτητο στοιχείο ου φόβου για κύρωση που διατηρεί έγκυρες όλες τις συμβάσεις. Μόνο που εδώ ο φόβος δεν είναι ο ίδιος με αυτόν της υπεροχής που υπάρχει στην φυσική κατάσταση. Πάντως, η απεμπόληση δικαιωμάτων από το συμβόλαιο δεν είναι απόλυτη: δικαιώματα όπως η αντίσταση στην βία (η αυτοενοχοποίηση ή τα αποδεικτικά μέσα από βασανιστήρια) δεν θα μπορούσαν ποτέ να παραχωρηθούν
ΧV Η δικαιοσύνη αποκτά νόημα μόνο εντός της πολιτικής κοινότητας αφού πριν όλοι έχουν αξίωση επί όλων των πραγμάτων και άρα δεν μπορεί να τεθεί θέμα αδικίας. Το άτομο που είναι εντός συμφωνίας δεν είναι λογικό να την αθετήσει γιατί εξίσου λογικά μπορεί να εκτιμήσει ότι θα γίνει αντιληπτός και θα αποπεμφθεί από τη κοινωνία ή θα υποστεί βαρύτατες συνέπειες. Άρα το να είμαστε δίκαιοι φαίνεται λογική απαίτηση εντός της κοινωνίας. Έτσι, δίκαιος είναι εν τέλει αυτός του οποίου οι πράξεις είναι σύμφωνες με το Λόγο: να μην προσπαθείς να ωφεληθείς με την αθέτηση της συμφωνίας. Αδικία μπορεί να υφίσταται και εναντίον του προσώπου της κοινότητας, Γι αυτό και η μη δίωξη για κλοπή ή θάνατο δεν μπορούν ποτέ να συμφωνηθούν μεταξύ ιδιωτών. Νόμος της φύσης είναι και ο σωφρονισμός. Γιατί κάθε ποινή που είχε ως στόχο μόνο την εκδίκηση δεν θα προξενούσε κανένα καλό θα ήταν όμοιο με ότι συμβαίνει στην φυσική κατάσταση. Και γενικά, νόμος της φύσης είναι το να μεταχειριζόμαστε τον άλλον ως ίσο (η ισότητα είναι άλλωστε φυσική) αλλιώς πάλι δεν εξασφαλίζεται η ειρήνη. Όλη η προηγούμενη αναφορά σε φυσικούς νόμους συνοψίζεται στο: να μην πράττουμε ό,τι δεν θα θέλαμε να μας κάνουν. Και η ηθική φιλοσοφία δεν πρέπει να στοχεύει στο να χαλιναγωγεί απλά την ένταση των παθών αλλά να προωθεί την τήρηση όλων των φυσικών νόμων που είναι νόμοι που μας επιτρέπουν να συμβιώνουμε με τους άλλους