ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Σχετικά έγγραφα
ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ 2009

«ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ: ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΜΒΛΥΝΣΗΣ»

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2010:

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2007

Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ. Οικονοµική ανισότητα. ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ 2016 (Περίοδος αναφοράς εισοδήµατος 2015)

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2011:

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ

ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ

Σχέδιο Δράσης: «Φτώχεια και Εργασία: Μια Ολοκληρωμένη Προσέγγιση Διερεύνησης και Άμβλυνσης του Φαινομένου»

ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ 2008

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Δ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ

ΚΟΙΝΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΔΙΑΚΟΜΜΑΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών: Έτος 2018 (Περίοδος αναφοράς εισοδήματος 2017)

Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ. Οικονοµική ανισότητα. ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ 2015 (Περίοδος αναφοράς εισοδήµατος 2014)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ

ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2012:

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2008

Τριµηνιαία ενηµέρωση για την απασχόληση και την οικονοµία Βασικά µεγέθη & συγκριτικοί δείκτες

ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, ΕΤΟΥΣ 2005

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2010:

ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ 2002

Στατιστικά απασχόλησης στην ΕΕ

ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ 2009

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334,

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2011:

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2011:

Πολιτικές κατά της φτώχειας

Τριμηνιαία ενημέρωση για την απασχόληση, την ανεργία, τους μισθούς και τις συντάξεις

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ Α τρίµηνο 2005

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ τρίµηνο 2004

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2012:

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2017

Εξέλιξη της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ τρίµηνο 2003

Κίνδυνος φτώχειας. ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ 2015 (Περίοδος αναφοράς εισοδήµατος 2014)

Κίνδυνος φτώχειας. ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ 2016 (Περίοδος αναφοράς εισοδήµατος 2015)

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2013:

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΘΕΣΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΟΙ 18 ΕΙΚΤΕΣ ΤΟΥ LAEKEN

Τριµηνιαία ενηµέρωση για την απασχόληση, τις συνθήκες διαβίωσης και την οικονοµία Βασικά µεγέθη & συγκριτικοί δείκτες

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

Πολιτικές Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ «ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ (EU-SILC 2003)»

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Δ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, 2011:

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΙ ΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΜΕΣΩΝ ΑΠΟΓΟΝΩΝ ΤΟΥΣ


Εισαγωγή στη Στατιστική- Κοινωνικές Στατιστικές. Διάλεξη

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ. Τριμηνιαία Έρευνα. B Τρίμηνο 2010

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ

Δ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ

Τριμηνιαία ενημέρωση για την απασχόληση, τις συνθήκες διαβίωσης και την οικονομία Βασικά μεγέθη & συγκριτικοί δείκτες

Έκθεση της ΕΕ για την εκπαίδευση: ικανοποιητική πρόοδος, χρειάζονται όµως περισσότερες προσπάθειες για να επιτευχθούν οι στόχοι

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ERSA

Μισθολογικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών στην Ελλάδα Ανισότητες: από την καταγραφή στην ανατροπή

Επιτρέπεται η αναπαραγωγή για μη εμπορικούς σκοπούς με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή (Παρατηρητήριο ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε.).

Μεταξύ 2011 και 2012 η ανεργία στην Ελλάδα συνέχισε να αυξάνεται σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης και ειδικά στους ενήλικες νέους.

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών: Έτος 2018 (Περίοδος αναφοράς εισοδήματος 2017)

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Απασχόληση και Ανεργία ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

Μερική απασχόληση γυναικών

sep4u.gr Δείκτες εκροών στην εκπαίδευση

Έρευνα και Ανάλυση Παρατηρητήριο Ανταγωνιστικότητας ΕΛΛΑ Α 2002: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΝ

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΟΚΩΜΕΝΗ ΖΩΗ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΓΕΙΑΣ

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Απασχόληση και Ανεργία ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

Η απασχόληση στον Τουρισμό και τους Λοιπούς κλάδους της ελληνικής Οικονομίας, Ιούνιος 2018

Διαχρονικές Τάσεις Δεικτών Ανθρώπινου Δυναμικού στην Κύπρο: Απασχόληση και Ανεργία

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΠΟΣΟΣΤΩΝ ΑΝΕΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ

OΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ Βασικά συµπεράσµατα

ΠΑΙΔΕΙΑ Τι πληρώνουν οι Έλληνες ΠΑΙΔΕΙΑ. Τι πληρώνουν οι Έλληνες. Συνοπτική Παρουσίαση

ΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΩΝ ΑΜΟΙΒΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ

2 Η απασχόληση στο εμπόριο: Διάρθρωση και εξελίξεις

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ. Απασχόληση και Ανεργία ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ EU-SILC

Διαχρονικές Τάσεις Δεικτών Ανθρώπινου Δυναμικού στην Κύπρο: Σύγκριση με Ευρωπαϊκή Ένωση

Διαχρονικές Τάσεις Δεικτών Ανθρώπινου Δυναμικού στην Κύπρο: Απασχόληση και Ανεργία

Μεθοδολογία εντοπισμού ευπαθών κοινωνικών ομάδων και εφαρμογή της

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Α τρίμηνο 2006

Ένας «γυάλινος τοίχος» για τις Ευρωπαίες

Τα Βασικά Χαρακτηριστικά του Ελληνικού Πρωτογενούς Τομέα

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΠΟΣΟΣΤΩΝ ΑΝΕΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ

Μάριος Βρυωνίδης Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου Εθνικός Συντονιστής Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΝΑΛΥΣΗ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ (ΓΑΜΩΝ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ ΘΑΝΑΤΩΝ)

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ. Τριμηνιαία Έρευνα. A Τρίμηνο 2010

Κείµενο Οι γυναίκες διδάσκουν και οι άνδρες διοικούν

ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ, ΕΤΟΥΣ 2009

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Δ τρίμηνο 2005

ΘΕΜΑ: Ύψος Φορολογικών συντελεστών στα Κράτη Μέλη της Ε.Ε. (27) -Πηγή Eurostat -

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. Κοινωνικός πίνακας αποτελεσμάτων. που συνοδεύει το έγγραφο

ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Σύγκριση με Ευρωπαϊκή Ένωση ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

Τεύχος 127, Απρίλιος 2006

Οι οικονομικές ανισότητες

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Σύγκριση με Ευρωπαϊκή Ένωση ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

Δαπάνες Εκπαίδευσης: Μία Συγκριτική Καταγραφή Ανάμεσα σε Ελλάδα και Ευρώπη

«Χώροι για ανάπτυξη κοινωνικής συνοχής»

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ Γ τρίµηνο 2007

Transcript:

Ε ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ Κ ΟΚΠ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέµα: ΟΙ ΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α: Η ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΩΝ ΟΜΑ ΩΝ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΣΕ ΚΙΝ ΥΝΟ ΦΤΩΧΕΙΑΣ Επιβλέπων: Γεώρµας Κωνσταντίνος Σπουδάστρια: Αυγερινοπούλου Ελένη ΑΘΗΝΑ - 2011

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον καθηγητή µου κ. Γεώρµα Κωνσταντίνο για την πολύτιµη βοήθεια και στήριξη που µου προσέφερε κατά τη διάρκεια εκπόνησης της παρούσας εργασίας, αλλά και για την αξιέπαινη συνέπεια και προθυµία που έδειξε στο να µου δώσει τις απαραίτητες κατευθυντήριες γραµµές, ώστε να ολοκληρώσω αυτή την εργασία. Επίσης, ευχαριστώ ολόψυχα την οικογένειά µου για την στήριξη και υποµονή που δείχνει σε κάθε προσπάθειά µου. Τέλος, ευχαριστώ θερµά µία αξιόλογη συνάδελφό µου, η οποία µε τις παρατηρήσεις της διευκόλυνε ουσιαστικά το εγχείρηµά µου. 2

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εργασία έχει ως αντικείµενο τη σκιαγράφηση των οµάδων του πληθυσµού της Ελλάδας που πλήττονται περισσότερο από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισµό. Σε πρώτο στάδιο, επιχειρείται η εννοιολογική προσέγγιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού, προκειµένου να κατανοήσουµε τις έννοιες και το περιεχόµενο των φαινοµένων αυτών και εξετάζονται ορισµένα ζητήµατα µεθοδολογίας, τα οποία είναι κρίσιµης σηµασίας για την κατανόηση της ανάλυσης. Εν συνεχεία, µέσα από τη µελέτη των αποτελεσµάτων της Έρευνας Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης των Νοικοκυριών, όπως αυτά δηµοσιεύονται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, αναδεικνύονται οι οµάδες υψηλού κινδύνου φτώχειας και τα χαρακτηριστικά αυτών. Προκύπτει η στατιστική απεικόνιση της φτώχειας στη χώρα µας και ακολουθούν συγκρίσεις µε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αναλύονται τα χαρακτηριστικά εκείνα που διαφοροποιούν τα ποσοστά φτώχειας µεταξύ των χωρών, όπως είναι το σύστηµα κοινωνικής προστασίας. Επιπλέον εξετάζεται και η διαχρονική εξέλιξη της φτώχειας στη χώρα µας. Ακολουθεί σχολιασµός της ακαδηµαϊκής συζήτησης που διεξάγεται γύρω από τα ζητήµατα αυτά. Η ακαδηµαϊκή κοινότητα φαίνεται να δίνει ιδιαίτερη έµφαση στο ρόλο του θεσµού της οικογένειας στα ζητήµατα της φτώχειας και ιδιαίτερα του κοινωνικού αποκλεισµού. Όπως αποδεικνύεται, για ορισµένες οµάδες ατόµων που αντιµετωπίζουν µεγάλο ποσοστό κινδύνου φτώχειας και έχουν πραγµατική ανάγκη για στήριξη από το κράτος, δεν προβλέπονται προγράµµατα κοινωνικής υποστήριξης. Τέλος, εξετάζεται το πώς αντιλαµβάνεται η ελληνική Πολιτεία τα προβλήµατα αυτά, µέσα από τις πολιτικές που εφαρµόζει και τα µέτρα που λαµβάνει για τις οµάδεςστόχο. Η Πολιτεία θεωρεί την εκπαίδευση και την απασχόληση ως όπλα ενάντια στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισµό και λαµβάνει µέτρα προς αυτή την κατεύθυνση. Καταλήγοντας, η στατιστική και η ακαδηµαϊκή έρευνα, εν πολλοίς, συµφωνούν στα ευρήµατά τους για την ανάδειξη των οµάδων που πλήττονται, ενώ σε σχέση µε την Πολιτεία εντοπίζονται ορισµένες διαφωνίες, όπως θα δούµε. Από την ανάλυση των διαφορετικών αυτών προσεγγίσεων, προκύπτει η εικόνα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού και η διαχρονική εξέλιξη των οµάδων που πλήττονται από τα 3

εν λόγω κοινωνικο-οικονοµικά προβλήµατα και καταλήγουµε σε ορισµένες διαπιστώσεις, οι οποίες είναι κρίσιµης σηµασίας, αρχικά για την κατανόηση και σε δεύτερο επίπεδο για την επίλυση των προβληµάτων που πραγµατεύεται η εν λόγω εργασία. 4

ABSTRACT The object of this thesis is to outline certain groups of the Greek population that mostly face poverty and social exclusion. Firstly it is attempted a semantic approach of poverty and social exclusion in order to understand the nature of these social-economic issues. In addition, there is an examination of some methodological questions which are crucial for the context of our analysis. Moreover, we describe the high-risk poverty groups and their characteristics by using the results that come out from official data based on European Union Statistics on Income and Living Conditions (EU-SILC). The above data are being processed by the Greek Statistic Authority (ELSTAT). Another aim of this paper is to depict the statistical aspects of poverty in Greece and to make respective comparisons to other European countries. These comparisons will also focus on the different systems of social protection. It is also mentioned the development of poverty between different time periods. The academic discussion regarding poverty and social exclusion is analyzed to a great extent. The academic society seems to give special emphasis to the role of family as an institution that prevents groups from falling into poverty and social exclusion. In the country profile of Greece, there are not adequate provisions of social assistance programs for all vulnerable groups. Lastly, the paper draws attention on the way that Greek State is tackling these problems via a series of programs and policies for these target groups. Among others, the Greek State considers education and employment as weapons against poverty and social exclusion. In general, there is a consensus about the high-risk groups between findings of statistic and academic studies. On the other hand, the Greek State follows a slightly different approach concerning the high-risk groups. Through the combination of all these opinions, we get a whole idea about poverty and social exclusion. 5

ΛΕΞΕΙΣ-ΚΛΕΙ ΙΑ Φτώχεια, κοινωνικός αποκλεισµός, οµάδες υψηλού κινδύνου φτώχειας, υλική αποστέρηση, οικονοµική ανισότητα, εισόδηµα και συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών. KEY-WORDS Poverty, social exclusion, high risk poverty groups, material deprivation, economic inequality, income and living conditions. 6

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Περίληψη..σελ.3 Λέξεις-Κλειδιά..σελ.6 Εισαγωγή..σελ. 8 Κεφάλαιο 1: Εννοιολογική και µεθοδολογική προσέγγιση των δύο φαινοµένων.σελ. 10 Κεφάλαιο 2: Η στατιστική διερεύνηση του κινδύνου φτώχειας σελ.14 2.1. Μέτρηση της φτώχειας..σελ.14 2.2. Η γενική απεικόνιση της φτώχειας σελ.15 2.3. Φτώχεια και εισοδηµατικές ανισότητες σελ.21 2.4. Σύστηµα κοινωνικής προστασίας και φτώχεια.σελ.25 2.5. Κίνδυνος φτώχειας και καθεστώς ιδιοκτησίας.σελ.30 2.6. Κίνδυνος φτώχειας και εργασία σελ.31 2.7. Κίνδυνος φτώχειας και εκπαιδευτικό επίπεδο..σελ.35 2.8. Κίνδυνος φτώχειας και είδος νοικοκυριού...σελ.38 2.9. Κίνδυνος φτώχειας και ηλικιακή οµάδα...σελ.41 2.10. Κίνδυνος φτώχειας και γεωγραφική περιοχή.σελ.44 2.11. Φτώχεια και υλική αποστέρηση.σελ.46 Κεφάλαιο 3: Η εικόνα της φτώχειας στην Ελλάδα µέσα από την ακαδηµαϊκή συζήτηση.σελ.51 Κεφάλαιο 4: Ποια η θέση της ελληνικής Πολιτείας σελ.64 Κεφάλαιο 5: Οι κυριότερες αιτίες της φτώχειας Συµπεράσµατα...σελ.70 Βιβλιογραφία..σελ.74 7

Εισαγωγή Τα προβλήµατα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού βρίσκονται στο επίκεντρο του δηµόσιου, κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου. Η σύγχρονη κυρίαρχη συζήτηση γύρω από τα φαινόµενα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού συνοδεύεται από µία προσπάθεια εµπειρικής και στατιστικής καταγραφής των φτωχών και κοινωνικά αποκλεισµένων οµάδων, µε βάση κυρίως το εισόδηµά τους. Με αυτό τον τρόπο οι ανισότητες δεν εστιάζονται τόσο στη µισθωτή σχέση, όσο στη σχέση µεταξύ εκείνων που είναι ενταγµένοι στην κοινωνία (κυρίως αυτών που µετέχουν στην αγορά εργασίας) και αυτών που είναι αποκλεισµένοι από αυτήν, οι οποίοι δεν µπορούν να συµµετάσχουν στη φυσιολογική ζωή της κοινωνίας, κυρίως λόγω της φτώχειας (Τράντας, 2004,1). Η επικέντρωση στην εµπειρική και ποσοτική ανάλυση του ύψους του εισοδήµατος, οδηγεί στην ύπαρξη πολλών εναλλακτικών ορισµών και δεικτών που προσπαθούν να προσεγγίσουν τα φαινόµενα της φτώχειας, της οικονοµικής ανισότητας και του κοινωνικού αποκλεισµού. Η προσπάθεια µέτρησης της φτώχειας και των ανισοτήτων, αντανακλά διαφορετικές αξιακές προσεγγίσεις και δείχνει ότι δεν µπορεί να υπάρξει ένας αξιακά ουδέτερος και κοινώς αποδεκτός ορισµός της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού. Η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισµός αποτελούν φαινόµενα, τα οποία χαρακτηρίζονται από πολυπλοκότητα και για το λόγο αυτό η εξέταση και µέτρησή τους δεν είναι εύκολο εγχείρηµα. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να κατανοηθούν και εν συνεχεία να µετρηθούν, ώστε να βρεθούν τρόποι καταπολέµησής τους. Κρίσιµης σηµασίας θεωρείται η ανάδειξη των οµάδων του πληθυσµού της Χώρας, οι οποίες πλήττονται σε µεγαλύτερο βαθµό σε σχέση µε το σύνολο του πληθυσµού. Με άλλα λόγια, είναι απαραίτητη η χαρτογράφηση των οµάδων υψηλού κινδύνου, προκειµένου να βρεθούν οι κατάλληλες πολιτικές καταπολέµησης των φαινοµένων της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού. Και όταν λέµε κατάλληλες, εννοούµε στοχευµένες και αποτελεσµατικές πολιτικές. Παρά τους σχετικά υψηλούς ρυθµούς οικονοµικής ανάπτυξης που σηµειώθηκαν στη χώρα µας, τις τελευταίες δεκαετίες, το πρόβληµα της ανισοκατανοµής του εισοδήµατος εξακολουθεί να υφίσταται. Αυτό έχει ως αποτέλεσµα την ύπαρξη 8

σηµαντικού αριθµού νοικοκυριών, τα οποία απειλούνται σε µεγάλο βαθµό από τον κίνδυνο της φτώχειας. Ο ιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος εξέφρασε στην ηµερίδα µε θέµα: «Κοινωνικές πολιτικές και κοινωνική συνοχή στην Ελλάδα εν µέσω της κρίσης» τον προβληµατισµό ότι οι δείκτες σχετικού κινδύνου φτώχειας και ανισότητας παρουσιάζουν σταθερότητα τα τελευταία 15 τουλάχιστον χρόνια στη χώρα µας, παρά το γεγονός ότι οι κοινωνικές δαπάνες έχουν αυξηθεί (ως ποσοστό του ΑΕΠ). Η αύξηση αυτή των κοινωνικών δαπανών δεν οδήγησε σε µείωση της οικονοµικής ανισότητας και της φτώχειας κι αυτό εγείρει ερωτήµατα σχετικά µε την αποτελεσµατικότητα των παροχών κοινωνικής πρόνοιας στη χώρα µας. Τα τελευταία χρόνια οι δείκτες της φτώχειας για το σύνολο του πληθυσµού παραµένουν σταθεροί. Ωστόσο, φαίνεται ότι υπάρχουν σοβαρές διαφοροποιήσεις αναφορικά µε τις διαστάσεις της σχετικής φτώχειας για ορισµένες πληθυσµιακές οµάδες. Πιο συγκεκριµένα, ο σχετικός κίνδυνος φτώχειας µετατοπίζεται στην Ελλάδα από την οµάδα των ηλικιωµένων προς την οµάδα των νεότερων ζευγαριών µε παιδιά, αλλά και προς τους νέους εργαζόµενους, καθώς και στα παιδιά. 9

Κεφάλαιο 1 Εννοιολογική και µεθοδολογική προσέγγιση των δύο φαινοµένων Η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισµός αποτελούν φαινόµενα σύνθετα και πολυδιάστατα. Επιπλέον, πρόκειται για δύο έννοιες, οι οποίες συσχετίζονται, αλλά δεν είναι ταυτόσηµες. Συχνά η φτώχεια συνοδεύεται από κοινωνικό αποκλεισµό των ατόµων, ωστόσο δεν οδηγεί απαραίτητα σε αυτόν. Υπάρχουν φτωχοί άνθρωποι, οι οποίοι δεν είναι κοινωνικά αποκλεισµένοι και υπάρχουν άτοµα που βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισµό, χωρίς να είναι φτωχοί (Atkinson, 1998, 9). Στην ακαδηµαϊκή βιβλιογραφία δεν υπάρχει ένας κοινώς αποδεκτός ορισµός της φτώχειας. Αυτό συµβαίνει γιατί «οι αντιλήψεις για το ποιος είναι φτωχός και ποιος όχι, διαφέρουν µεταξύ των θεωρητικών που έχουν µελετήσει το φαινόµενο της φτώχειας, των ερευνητών που προσπαθούν να την µετρήσουν και των πολιτικών εξουσιών που ασκούν πολιτική για την καταπολέµησή της» (Καράγιωργας κ.ά., 1999, 34). Αντιθέτως, υπάρχει πληθώρα ορισµών και εναλλακτικών µεθοδολογικών προσεγγίσεων. Κάποιες από αυτές επικεντρώνονται στη σχετική φτώχεια ενώ άλλες επικεντρώνονται στην απόλυτη διάσταση της φτώχειας (Παπαθεοδώρου, 2010). Η απόλυτη διάσταση της φτώχειας αναφέρεται στην οικονοµική κατάσταση ενός ατόµου που στερείται πόρους για την κάλυψη των βασικών αναγκών διαβίωσής του. Ενώ η σχετική διάσταση της φτώχειας αναφέρεται στην αδυναµία ενός ατόµου να συµβαδίζει µε το επίπεδο διαβίωσης της κοινωνίας στην οποία ζει. Συνεπώς, η απόλυτη διάσταση της φτώχειας γίνεται αντιληπτή ως ανεπάρκεια ενός νοικοκυριού, ενώ η σχετική διάστασή της εκλαµβάνεται ως ανισότητα διαβίωσης (Μπαλούρδος, 2003-2004,133 ). Έχουν διατυπωθεί αρκετές κριτικές παρατηρήσεις για την απόλυτη φτώχεια. Παραδείγµατος χάριν, ο Townsend ήταν ο πρώτος που αµφισβήτησε την έννοια της απόλυτης φτώχειας (Townsend, 1979, σελ.31). Η έννοια της σχετικής φτώχειας απορρέει από την αντίληψη ότι οι ανάγκες δεν είναι βιολογικά δεδοµένες, αλλά προσδιορίζονται από κοινωνικούς και πολιτισµικούς παράγοντες (Καράγιωργας κ.ά., 1999, 42). Η απόλυτη διάσταση συνήθως χρησιµοποιείται για να περιγράψει την φτώχεια στον αναπτυσσόµενο κόσµο, ενώ η σχετική διάσταση της φτώχειας αναφέρεται στον αναπτυγµένο κόσµο. Η Ελλάδα, ως µέλος της Ε.Ε. εφαρµόζει την προσέγγιση για την σχετική διάσταση της φτώχειας. Μάλιστα, µετά την υιοθέτηση της Ανοικτής Μεθόδου 10

Συντονισµού για την κοινωνική ένταξη, χρησιµοποιεί και την, υιοθετηµένη σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, µέθοδο µέτρησης της ΕΕ «Εισόδηµα και Συνθήκες ιαβίωσης Νοικοκυριών». Στην χώρα µας δεν υπάρχει επίσηµος ορισµός της φτώχειας. Ένας τέτοιος ορισµός, που ουσιαστικά υιοθετούσε τον ορισµό της Eurostat, εισήχθη µε τον νόµο για την ίδρυση του Εθνικού Ταµείου Κοινωνικής Συνοχής αλλά η πρόσφατη κατάργηση του Ταµείου οδήγησε και στην απάλειψη του ορισµού. Ως σχετική φτώχεια ορίζεται το επίπεδο διαβίωσης που είναι χαµηλότερο από αυτό που επιτρέπει στα άτοµα να συµµετέχουν στη φυσιολογική ζωή της κοινωνίας στην οποία ζουν (Παπαθεοδώρου, 2010). Ο επίσηµος ορισµός της Eurostat για τη σχετική φτώχεια βασίζεται αποκλειστικά στο εισόδηµα των νοικοκυριών. Σύµφωνα µε αυτόν, ένα άτοµο θεωρείται φτωχό όταν το εισόδηµα του νοικοκυριού στο οποίο είναι µέλος είναι µικρότερο από το 60% του διαθέσιµου ισοδύναµου εισοδήµατος της χώρας. Το διαθέσιµο εισόδηµα είναι το εισόδηµα που αποµένει στο νοικοκυριό, αφού αφαιρεθούν από αυτό οι φόροι και οι µεταβιβαστικές πληρωµές. Για τον προσδιορισµό του διαθέσιµου εισοδήµατος χρησιµοποιείται η τροποποιηµένη κλίµακα ισοδυναµίας του ΟΟΣΑ, σύµφωνα µε την οποία, ο πρώτος ενήλικας του νοικοκυριού σταθµίζεται µε συντελεστή 1, κάθε επιπλέον µέλος, άνω των 14 ετών σταθµίζεται µε συντελεστή 0,5 και όλα τα υπόλοιπα µέλη, κάτω των 14 ετών, σταθµίζεται µε συντελεστή 0,3. Έτσι προκύπτει το λεγόµενο ισοδύναµο διαθέσιµο εισόδηµα. Η έννοια του κοινωνικού αποκλεισµού βρίσκεται σε διαδικασία προσδιορισµού. Τα κύρια στοιχεία της είναι ο πολυδιάστατος χαρακτήρας των αποστερήσεων που οδηγούν στον αποκλεισµό, η µακρόχρονη διάρκεια, η επικέντρωσή της σε ορισµένες περιοχές ή συγκεκριµένες οµάδες πληθυσµού, ανάµεσά τους και οι µετανάστες και οι πρόσφυγες, και αντίστασή της σε παραδοσιακές κοινωνικές πολιτικές. Ο κοινωνικός αποκλεισµός οδηγεί στην περιθωριοποίηση των ατόµων. Εκδηλώνεται στην εκπαίδευση, στην αποβιοµηχάνιση ορισµένων περιοχών, λόγω οικονοµικής κρίσης, στις δυσλειτουργίες της αγοράς εργασίας, αλλά και στις προσφερόµενες κοινωνικές υπηρεσίες (Φερώνας, 2004). «Ως κοινωνικό αποκλεισµό θα ορίζαµε την κοινωνική και πολιτική στάση της πλειονότητας ενός πληθυσµού στάση που εκφράζει την κυρίαρχη ιδεολογία του 11

πλήθους που θεωρεί τον εαυτό του ως «ένα» -, έναντι ενός µικρού ποσοστού συνανθρώπων τους (µειονότητα) που το θεωρεί κι αυτό σαν «ένα άλλο», διαφορετικό από τους ίδιους, µε συνέπεια το µικρό ποσοστό να µην έχει πρόσβαση ακόµη και στα στοιχειώδη ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα» (Έξαρχος, 2004, 195 ). Οποιοσδήποτε ορισµός συσχετίζεται µε στοιχεία αποστέρησης αλλά και µε έναν ελλειµµατικό και περιθωριακό τρόπο ζωής. Η πολυπλοκότητα του ορισµού αντανακλάται και στην πολυπλοκότητα της στατιστικής µέτρησης της φτώχειας, η οποία όµως κρίνεται απαραίτητη για το σχεδιασµό κατάλληλων πολιτικών καταπολέµησης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού (Μπαλούρδος, 2003-2004, 130). Υπάρχουν, ωστόσο, διάφορες µέθοδοι καταµέτρησης της φτώχειας, γι αυτό άλλωστε ακόµα και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο η συζήτηση συνεχίζεται ακόµα. Η µέθοδος είναι σηµαντική αφού από αυτή καθορίζεται το ποιος θα οριστεί ως φτωχός, µε ότι συνέπειες έχει αυτό τόσο σε επίπεδο πολιτικών όσο και σε επίπεδο παροχών και επιδοµάτων. Κάνοντας µία αναδροµή στο παρελθόν 1, διαπιστώνουµε ότι έχει πραγµατοποιηθεί πληθώρα µελετών για την φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισµό, οι οποίες είτε αφορούσαν αποκλειστικά στην Ελλάδα, είτε εξέταζαν την Ελλάδα σε συγκριτικό πλαίσιο µε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Άλλες µελέτες, επικεντρώνονταν στην ανάλυση του φαινοµένου της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού, συγκεκριµένων οµάδων του πληθυσµού. Οι µελέτες αυτές εξετάζουν ερωτήµατα, τα οποία σχετίζονται µε το επίπεδο, τη δοµή και τους προσδιοριστικούς παράγοντες της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού καθώς και µε τη διαχρονική µεταβολή της φτώχειας στην Ελλάδα. Επιπλέον, κάποιες από τις παραπάνω µελέτες χρησιµοποιούν στοιχεία των καταναλωτικών δαπανών ενώ κάποιες άλλες χρησιµοποιούν στοιχεία του συνολικού ή διαθέσιµου εισοδήµατος. Υπάρχουν, ωστόσο, και άλλες µελέτες, οι οποίες χρησιµοποιούν µη χρηµατικά δεδοµένα των συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών (κυρίως αυτές που ασχολούνται µε ζητήµατα κοινωνικού αποκλεισµού). Αξίζει, ακόµη 1 Οι πρώτες εµπειρικές µελέτες του φαινοµένου της φτώχειας στην Ελλάδα εµφανίζονται στα τέλη της δεκαετίας του 1970. 12

να σηµειωθεί ότι πολλοί επιστήµονες δέχονται ότι η φτώχεια αποτελεί ένα πολυδιάστατο φαινόµενο και ενσωµατώνουν σε αυτή την έννοια της αποστέρησης (ΕΥΣΕΚΤ, 2009).. 13

Κεφάλαιο 2 Η στατιστική διερεύνηση του κινδύνου φτώχειας 2.1. Μέτρηση της φτώχειας Μέχρι τα µέσα περίπου της δεκαετίας του 1970, η διερεύνηση της φτώχειας στην Ελλάδα υπήρξε µάλλον αποσπασµατική και δεν βρισκόταν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των κοινωνικών ερευνών. Σε αυτό συνέβαλε και η ουσιαστική ανυπαρξία κατάλληλων στατιστικών δεδοµένων. Ωστόσο, µετά την οικονοµική ύφεση που σηµειώθηκε την ίδια δεκαετία, τα πράγµατα άλλαξαν και το ενδιαφέρον των ερευνητών για µέτρηση της φτώχειας αυξήθηκε σηµαντικά. Μπορεί να διακρίνει κανείς τέσσερις πηγές δεδοµένων στις οποίες βασίστηκαν κυρίως οι µελέτες για την φτώχεια στην Ελλάδα 2 : Πρώτον, τα δεδοµένα από τη φορολογία του εισοδήµατος (Φ.Ε.), δεύτερον την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισµών (Ε.Ο.Π.), τρίτον, τα δεδοµένα από τις δειγµατοληπτικές έρευνες που πραγµατοποίησε το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.) και τέταρτον τις έρευνες του Ευρωπαϊκού Πάνελ Νοικοκυριών (European Community Household Panel, E.C.H.P.). Σήµερα για την πλειοψηφία των µελετητών βασικές πηγές για τη µέτρηση της φτώχειας αλλά και του κοινωνικού αποκλεισµού αποτελούν πλέον οι εξής δύο: Πρώτον η Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισµών (Ε.Ο.Π.) και δεύτερον η Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης των Νοικοκυριών ( European Union Statistics on Income and Living Conditions, EU-SILC) 3. Η πρώτη Ε.Ο.Π. πραγµατοποιήθηκε το 1957-58 στην Ελλάδα, η οποία όµως αφορούσε µόνο τις αστικές περιοχές. Ουσιαστικά, η πρώτη Ε.Ο.Π. που κάλυψε το σύνολο της χώρας πραγµατοποιήθηκε το 1974 και επαναλήφθηκε το 1981/1982, το 1987/1988, το 1994, το 1998/1999 και το 2004, όπου αναφέρονται και τα πιο πρόσφατα διαθέσιµα στοιχεία. Από το 2008 και µετά, πραγµατοποιούνται Οικογενειακοί Προϋπολογισµοί (Ο.Π.). Σκοπός αυτής της έρευνας είναι η συγκέντρωση πληροφοριών από τα νοικοκυριά, σχετικά µε τη σύνθεσή τους, 2 Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι οι εκτιµήσεις για τη φτώχεια των επιµέρους µελετών µπορεί να διαφέρουν µεταξύ τους, ακόµα και αν οι τελευταίες χρησιµοποιούν την ίδια πηγή δεδοµένων. Κι αυτό γιατί δεν χρησιµοποιούν όλες οι µελέτες την ίδια µεθοδολογία ανάλυσης ούτε τους ίδιους ορισµούς. 3 Οι Έρευνες Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης των Νοικοκυριών αποτελούν µέρος κοινοτικού στατιστικού προγράµµατος, στο οποίο συµµετέχουν χώρες-µέλη της Ε.Ε. σε συνεργασία µε την Eurostat. 14

την απασχόληση των µελών τους, τις συνθήκες στέγασης, τις δαπάνες διαβίωσής τους και τα εισοδήµατά τους. Παράλληλα, από το 2003, η µέτρηση της φτώχειας, σε επίπεδο Ε.Ε., συνεπώς και στην Ελλάδα, πραγµατοποιείται από τις Έρευνες Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης των Νοικοκυριών, οι οποίες αντικατέστησαν το ευρωπαϊκό πάνελ νοικοκυριών, προκειµένου να βελτιωθεί η ποιότητα των στατιστικών δεδοµένων σχετικά µε τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισµό (ΕΛΣΤΑΤ, 2009). Βασικός στόχος των παραπάνω ερευνών είναι η µελέτη των συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών σε σχέση µε το εισόδηµά τους, τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε εθνικό επίπεδο. Οι εν λόγω έρευνες αποτελούν την κύρια πηγή αναφοράς των συγκριτικών στατιστικών για τον κοινωνικό αποκλεισµό και την κατανοµή του εισοδήµατος σε ευρωπαϊκό επίπεδο. (Παπαθεοδώρου & Πετµετζίδου, 2004, 310-325). Αξίζει να σηµειωθεί ότι το ποσοστό κινδύνου φτώχειας υπολογίζεται µε βάση τον επίσηµο ορισµό της Eurostat. Σύµφωνα µε αυτό τον ορισµό, ένα άτοµο θεωρείται φτωχό όταν το ισοδύναµο διαθέσιµο εισόδηµά του είναι χαµηλότερο από το 60% του διάµεσου ισοδύναµου εισοδήµατος της χώρας στην οποία ζει. 2.2. Η γενική απεικόνιση της φτώχειας Από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για την Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης των Νοικοκυριών 2009, µε περίοδο αναφοράς εισοδήµατος το 2008, η οποία είναι και η πιο πρόσφατη έρευνα, προκύπτει ότι οι Έλληνες διατρέχουν τον κίνδυνο φτώχειας σε ποσοστό περίπου 20% Πιο συγκεκριµένα, σύµφωνα µε την Ελληνική Στατιστική Αρχή, το 19,7% του συνολικού πληθυσµού της Ελλάδας απειλείται από τη φτώχεια 4. Αυτό σηµαίνει ότι ο πληθυσµός των φτωχών, στη χώρα µας, ισούται µε 2.147.108 άτοµα. Ειδικότερα, το ποσοστό των ανδρών που απειλείται από τη φτώχεια στη χώρα µας, αγγίζει το 19,1%, ενώ των γυναικών το 20,2% (ΕΛΣΤΑΤ, 2009, 6). Παρατηρούµε ότι το ποσοστό κινδύνου φτώχειας είναι υψηλότερο στις γυναίκες σε σχέση µε τους άνδρες. Ωστόσο, αυτή η διαφορά είναι µικρή και είναι ίση µε µία ποσοστιαία µονάδα, περίπου, ενώ σε 4 Το ποσοστό αυτό αφορά τα στοιχεία που είναι διαθέσιµα µέχρι και το 2009. Από εκεί και πέρα δεν υπάρχουν επίσηµα δηµοσιευµένα στοιχεία. 15

άλλες Ευρωπαϊκές χώρες οι διαφορές µεταξύ των φύλων είναι µεγαλύτερες (βλ. Πίνακας 1). Είναι σκόπιµο να επισηµανθεί το γεγονός ότι ενώ αυτό το συµπέρασµα ισχύει εν γένει, «εξαιρούνται συγκεκριµένες περιφερειακές και ηλικιακές οµάδες όπου τα ποσοστά φτώχειας αντιστρέφονται, εις βάρος των γυναικών (10,4% των γυναικών έναντι 5,5% των ανδρών στις περιφέρειες των Ιονίων Νήσων και της υτικής Μακεδονίας και αντίστοιχα 28,9% των γυναικών έναντι 23,2% των αδρών στην ηλικιακή οµάδα ατόµων 65-79 ετών)». (ΟΚΕ, 2009, 15). Πίνακας 1 Κίνδυνος φτώχειας ανά φύλο (2008) Χώρα Γυναίκες Άνδρες EU27 17 16 Βέλγιο 16 14 Βουλγαρία 23 20 ανία 12 12 Γερµανία 16 14 Ιρλανδία 16 15 Ελλάδα 21 20 Ισπανία 21 18 Γαλλία 14 13 Ιταλία 20 17 Κύπρος 18 14 Ολλανδία 11 11 Αυστρία 13 11 Πολωνία 17 17 Πορτογαλία 19 18 Ρουµανία 24 22 Φιλανδία 14 13 Σουηδία 13 11 Η. Βασίλειο 20 18 Πηγή: Eurostat 16

Γράφηµα Πληθυσµός σε κίνδυνο φτώχειας Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης Νοικοκυριών 2009 Ο κίνδυνος φτώχειας που διατρέχουν οι Έλληνες πολίτες, παρουσιάζει µία διαχρονική σταθερότητα, τουλάχιστον τα τελευταία 14 έτη (1994-2008) για τα οποία διατίθενται στοιχεία. Ο δείκτης κινδύνου φτώχειας στο παραπάνω διάστηµα κυµαίνεται µεταξύ 20 και 23%. Ανατρέχοντας και στα στοιχεία που προκύπτουν από την ίδια έρευνα του προηγούµενου έτους (2008, µε περίοδο αναφοράς εισοδήµατος το 2007), όπου διαπιστώνεται ότι το 20% του πληθυσµού της χώρας αντιµετωπίζει τον κίνδυνο της φτώχειας, γεγονός που συνεπάγεται ότι 832.975 νοικοκυριά ή διαφορετικά 2.186.869 µέλη αυτών, βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας, η παραπάνω διαπίστωση επιβεβαιώνεται. Σχετικά µε το εισοδηµατικό όριο της φτώχειας, σύµφωνα µε τα στοιχεία που προκύπτουν από την ΕΛΣΤΑΤ για την Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης των Νοικοκυριών του 2009, το όριο της φτώχειας, ανά άτοµο υπολογίζεται σε 6.897,30 ευρώ (έναντι 6.480,00 ευρώ το προηγούµενο έτος), ενώ για νοικοκυριά µε δύο ενήλικες 17

και δύο εξαρτώµενα παιδιά κάτω των 14 ετών ανέρχεται σε 14.484,40 ευρώ (έναντι 13.608,00 ευρώ το προηγούµενο έτος), αντίστοιχα. Ακολούθως, το µέσο ατοµικό ισοδύναµο 5 εισόδηµα, ανά έτος υπολογίζεται σε 13.504,88 ευρώ (έναντι 12.763,95 ευρώ το προηγούµενο έτος), ενώ το µέσο ετήσιο διαθέσιµο εισόδηµα των νοικοκυριών της Χώρας ανέρχεται σε 23.394,73 ευρώ (έναντι 22.243,04 ευρώ το προηγούµενο έτος).(βλ. Πίνακας 2). Πίνακας 2 Πληθυσµός σε κίνδυνο φτώχειας και κατώφλι φτώχειας Ποσοστό πληθυσµού σε κίνδυνο φτώχειας Κατώφλι κινδύνου φτώχειας ανά άτοµο Κατώφλι κινδύνου φτώχειας για νοικοκυριά µε 2 ενήλικες και 2 εξαρτώµενα παιδιά κάτω των 14 ετών Μέσο ετήσιο ατοµικό ισοδύναµο εισόδηµα Μέσο ετήσιο διαθέσιµο εισόδηµα νοικοκυριών 19,7% 6.897,30 ευρώ 14.484,40 ευρώ 13.504,88 ευρώ 23.394,73 ευρώ Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης Νοικοκυριών 2009 Συνοψίζοντας, ο δείκτης κινδύνου φτώχειας παρουσιάζει σχετική σταθερότητα, όπως προαναφέρθηκε, την τελευταία δεκαετία, τουλάχιστον. Οι µικρές διακυµάνσεις που παρατηρούνται την περίοδο αυτή δεν προσδιορίζουν κάποια σαφή τάση. 5 Χρησιµοποιείται η τροποποιηµένη κλίµακα ισοδυναµίας του ΟΟΣΑ, όπου το πρώτο µέλος του νοικοκυριού σταθµίζεται µε συντελεστή 1, κάθε επιπλέον ενήλικας µε συντελεστή 0,5 και κάθε παιδί, οµοίως, µε 0,5. 18

Από το παραπάνω διάγραµµα, διαπιστώνεται µία πτωτική τάση της φτώχειας από το 1994 έως το 2000. Από εκεί και πέρα, η κατάσταση σταθεροποιείται σε επίπεδο περίπου 20%. Ωστόσο, εκτιµάται, µέσα από υπολογισµούς και χρήση στατιστικών εργαλείων ότι από το 2010, το επίπεδο της φτώχειας στην Ελλάδα θα αυξηθεί. Μπορεί κανείς να συµπεράνει, µε αυτό τον τρόπο, ότι η οικονοµική κρίση προκαλεί αύξηση της αναλογίας των φτωχών. Την ίδια περίοδο, το µέσο ποσοστό φτώχειας στην Ε.Ε. κυµάνθηκε σε αρκετά χαµηλότερα επίπεδα, γύρω στο 16% (βλ. Πίνακας 1). Παρά τους ιδιαίτερα υψηλούς ρυθµούς οικονοµικής µεγέθυνσης αυτής της περιόδου αλλά και τη σηµαντική άνοδο των δαπανών για κοινωνική προστασία (ως % του ΑΕΠ), η Ελλάδα δεν κατάφερε να µειώσει τα ποσοστά φτώχειας στον πληθυσµό της και να πλησιάσει τον ευρωπαϊκό µέσο όρο. Ειδικότερα, το 2008, το ποσοστό φτώχειας 19

στην Ελλάδα, ανερχόταν σε 20%. Μόνο η Ρουµανία και η Βουλγαρία παρουσίαζαν υψηλότερα ποσοστά φτώχειας σε σχέση µε τη χώρα µας. Στο ίδιο επίπεδο µε την Ελλάδα βρισκόταν και η Ισπανία και ακολουθούσαν η Ιταλία και η Πορτογαλία, µε λίγο χαµηλότερα ποσοστά. Αντίθετα, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Σουηδία και η ανία, απείχαν πολύ από την Ελλάδα, έχοντας να επιδείξουν σηµαντικά µικρότερα ποσοστά φτώχειας. Πίνακας 3 Επίπεδο φτώχειας* στην Ε.Ε., 2005-2008 Χώρα 2005 2006 2007 2008 %κατανοµή φτωχού πληθυσµού EU27 16 16 17 17 100 Βέλγιο 15 15 15 15 2,01 Βουλγαρία 14 18 14 21 2,07 ανία 12 12 12 12 0,85 Γερµανία 12 13 15 15 14,86 Ιρλανδία 20 18 18 16 0,85 Ελλάδα 20 21 20 20 2,9 Ισπανία 20 20 20 20 11,1 Γαλλία 13 13 13 13 9,9 Ιταλία 19 20 20 19 13,85 Κύπρος 16 16 16 16 0,17 Ολλανδία 11 10 10 11 1,91 Αυστρία 12 13 12 12 1,29 Πολωνία 21 19 17 17 7,87 Πορτογαλία 19 18 18 18 2,33 Ρουµανία 18 19 25 23 5,84 Φιλανδία 12 13 13 14 0,96 Σουηδία 9 12 11 12 1,42 Η. Βασίλειο 19 19 19 19 14,23 * 60% του διάµεσου ισοδύναµου εισοδήµατος µετά τις κοινωνικές µεταβιβάσεις Πηγή: Eurostat 20

2.3. Φτώχεια και εισοδηµατικές ανισότητες Η οικονοµική κρίση που έχει ξεσπάσει αναµένεται να πλήξει περισσότερο τις ευαίσθητες κοινωνικές οµάδες, να αυξήσει ακόµη περισσότερο τις οικονοµικές και κοινωνικές ανισότητες και εν τέλει, να αυξήσει τον αριθµό των φτωχών ατόµων. Έχει παρατηρηθεί ότι η φτώχεια και οι ανισότητες αλληλοεξαρτώνται. Συνεπώς, κρίνεται σκόπιµο να εξεταστούν αυτές οι ανισότητες και να αναλυθούν οι επιδράσεις τους στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισµό. Μελετώντας κανείς τις εισοδηµατικές ανισότητες στην Ελλάδα, διαχρονικά, µπορεί να διαπιστώσει την ύπαρξη σοβαρών εισοδηµατικών ανισοτήτων όχι µόνο µεταξύ διαφορετικών κοινωνικών οµάδων, αλλά και εντός των ίδιων των κοινωνικών οµάδων. Συγκεκριµένα, το Παρατηρητήριο Φτώχειας Εισοδηµάτων και Κοινωνικού Αποκλεισµού (ΠΑΦ-ΕΑΚ) αναδεικνύει ότι το µεγαλύτερο µέρος των εισοδηµατικών ανισοτήτων οφείλεται στις ανισότητες εντός των ίδιων των κοινωνικών οµάδων. Ως εκ τούτου: «η υιοθέτηση γενικών µέτρων καθολικής εµβέλειας µέσω της ενίσχυσης των χαµηλών εισοδηµάτων, εµφανίζεται ως το πλέον κατάλληλο και αποτελεσµατικό µέτρο για την άµβλυνση της ανισότητας». 6 Η ανισότητα εκφράζεται, κυρίως µε το δείκτη κατανοµής εισοδήµατος σε πεντηµόρια (S80/S20), το δείκτη άνισης κατανοµής εισοδήµατος (συντελεστής Gini) και τη µισθολογική διαφορά µεταξύ των δύο φύλων. Τα στοιχεία για την ανισότητα στην κατανοµή του εισοδήµατος ανακοινώνονται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, προερχόµενα από την Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης των Νοικοκυριών, έτους 2009, η οποία αποτελεί τη βασική πηγή αναφοράς των συγκριτικών στατιστικών για την κατανοµή του εισοδήµατος και τον κοινωνικό αποκλεισµό. Ειδικότερα, ο δείκτης κατανοµής εισοδήµατος (S80/S20) σε πεντηµόρια εισοδήµατος αναφέρεται στο µερίδιο του ισοδύναµου διαθέσιµου εισοδήµατος του πλουσιότερου 20% του πληθυσµού προς το ανάλογο εισόδηµα του φτωχότερου 20% του πληθυσµού. Επιπλέον, ο δείκτης αυτός επηρεάζεται από τις ακραίες τιµές της 6 Βλ. ΠΑΦ-ΕΑΚ, ελτίο Τύπου (27/11/2008) µε θέµα «Η Φτώχεια στη Ελλάδα σε σχέση µε την Ευρώπη : Συµπεράσµατα από τα επίσηµα στοιχεία της Eurostat» 21

κατανοµής του εισοδήµατος (δηλαδή στο πλουσιότερο και στο φτωχότερο τµήµα του πληθυσµού). Όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία (ΕΛΣΤΑΤ,2009 α,2), ο δείκτης S80/S20 ισούται µε 5,8 για το 2009. Αυτό ερµηνεύεται ως εξής: το µερίδιο του εισοδήµατος του πλουσιότερου 20% του πληθυσµού είναι 5,8 φορές µεγαλύτερο από το µερίδιο του εισοδήµατος του φτωχότερου 20% του πληθυσµού. Μελετώντας τη διαχρονική εξέλιξη του δείκτη S80/S20, παρατηρούµε ότι παρουσιάζει σηµαντική µείωση. Πιο συγκεκριµένα, το 1994 ήταν ίσος µε 7,6 µονάδες, ενώ το 2009 ανέρχεται σε 5,8 µονάδες. Παρατηρείται µείωση κατά 1,8 φορές. Από το γράφηµα που ακολουθεί, παρατηρείται ότι η οικονοµική ανισότητα µειώνεται, όταν υπολογιστούν και οι κοινωνικές µεταβιβάσεις. Συγκεκριµένα, πριν τις κοινωνικές µεταβιβάσεις ο δείκτης S80/S20 ισούται µε 6,3, ενώ µετά από τις κοινωνικές µεταβιβάσεις, µειώνεται στο 5,8. Στο γράφηµα που ακολουθεί, απεικονίζονται τα παραπάνω. Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ, ελτίο Τύπου για την Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης Νοικοκυριού, 2009, Οικονοµική Ανισότητα. 22

Ο εν λόγω δείκτης διαφοροποιείται ανάλογα µε την ηλικία και το φύλο. Συγκεκριµένα, για άτοµα ηλικίας 18 έως 64 ετών, το 2009, εκτιµάται σε 6,1, για άτοµα ηλικίας 65 ετών και άνω, εκτιµάται σε 4,1. Για άνδρες, 18 έως 64 ετών, ο δείκτης S0/S20, εκτιµάται σε 6, ενώ για γυναίκες, της ίδιας ηλικιακής οµάδας σε 6,1. Συµπεραίνουµε ότι, ο δείκτης S80/S20 παρουσιάζει µεγάλη διαφοροποίηση ανάλογα µε την ηλικία, ενώ ο παράγοντας φύλο δεν φαίνεται να επηρεάζει ουσιαστικά τον τελευταίο. ιαγραµµατικά: ΕΛΣΤΑΤ, ελτίο Τύπου για την Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης Νοικοκυριού, 2009, Οικονοµική Ανισότητα. Παράλληλα µε τον παραπάνω δείκτη, ο συντελεστής Gini, επιτρέπει να µελετηθεί η συνολική κατανοµή των εισοδηµάτων, εν αντιθέσει µε τον προηγούµενο δείκτη, ο οποίος εµφανίζεται ευαίσθητος στις µεταβολές στα άκρα της κατανοµής εισοδήµατος. 23

Ο συντελεστής Gini ισούται µε τον λόγο των αθροιστικών µεριδίων του πληθυσµού, κατανεµηµένου ανάλογα µε το ύψος του εισοδήµατος, προς το αθροιστικό µερίδιο του συνολικού εισοδήµατος όλου του πληθυσµού. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι οι τιµές που λαµβάνει κυµαίνονται µεταξύ 0 (πλήρης ισότητα) και 1 (πλήρης εισοδηµατική ανισότητα). Ερµηνεύεται ως η στατιστικά αναµενόµενη διαφορά του αποτελέσµατος της σύγκρισης δύο τυχαίων εισοδηµάτων, ως ποσοστό του µέσου όρου. Αν όλο το εθνικό εισόδηµα ήταν συγκεντρωµένο σε ένα άτοµο, ο συντελεστής θα ήταν 1. Αν ο συντελεστής Gini ήταν π.χ. 0,30, αυτό σηµαίνει ότι αν πάρουµε 2 τυχαία άτοµα, τότε αναµένουµε ότι το εισόδηµά τους θα διαφέρει κατά 30% του µέσου όρου (ΕΛΣΤΑΤ). Ο συντελεστής Gini το 2005 ανερχόταν στο 0,29 στην Ε.Ε. (κατά µέσο όρο) και 0,34 στην Ελλάδα. Και πάλι η Ελλάδα κατέχει την υψηλότερη θέση στην ανισοκατανοµή του εισοδήµατος, χωρίς ωστόσο να διαφαίνονται βελτιωτικές τάσεις στο µέλλον. Κάτι τέτοιο αναδεικνύει, µεταξύ άλλων, την αναποτελεσµατικότητα των πολιτικών αναδιανοµής του εισοδήµατος. Ωστόσο, εξετάζοντας τη διαχρονική πορεία του συντελεστή αυτού, στη χώρα µας, παρατηρείται µείωση. Πιο συγκεκριµένα, το 1994 ήταν ίσος µε 37,4%, το 2007 άγγιζε το 34,3%, ενώ το 2009 ανήλθε σε 33,1%. Άρα συµπεραίνουµε ότι από το 1994 έως το 2009, η συνολική ανισότητα µειώθηκε κατά 4,3 ποσοστιαίες µονάδες. Τέλος, η µισθολογική διαφορά µεταξύ των δύο φύλων αποτελεί έναν ακόµη τρόπο υπολογισµού της εισοδηµατικής ανισότητας. Αυτή ορίζεται ως η διαφορά των µέσων ωριαίων ακαθάριστων εισοδηµάτων ανδρών και γυναικών από µισθωτή εργασία, που εκφράζεται ως ποσοστό επί των ωριαίων ακαθάριστων εισοδηµάτων των ανδρών. Ο δείκτης υπολογίζεται επί µισθωτών ηλικίας 16-64 ετών που εργάζονται περισσότερο από 15 ώρες την εβδοµάδα. Οι αµοιβές των µισθωτών ανδρών υπερτερούν των αντίστοιχων των γυναικών κατά 12,7%. 24

2.4. Σύστηµα κοινωνικής προστασίας και φτώχεια Από την άλλη πλευρά, οι κοινωνικές µεταβιβάσεις διαπιστώνεται ότι αποτελούν σηµαντικό παράγοντα καταπολέµησης της φτώχειας αλλά και διατήρησης της κοινωνικής συνοχής. Ωστόσο, στην Ελλάδα, δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσµατικές και θα µπορούσε να ειπωθεί ότι, εκτός από τις συντάξεις, δεν αντιµετωπίζουν αποτελεσµατικά το πρόβληµα της φτώχειας. Ειδικότερα, το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές µεταβιβάσεις ανέρχεται σε 42%, ενώ αν σε αυτό συµπεριληφθούν οι συντάξεις, τότε µειώνεται στο 22,7% (δηλαδή παρατηρείται µείωση 19,3%). Τα κοινωνικά επιδόµατα µειώνουν τον κίνδυνο φτώχειας κατά 3 ποσοστιαίες µονάδες, ενώ οι συντάξεις κατά 19,3 ποσοστιαίες µονάδες. Το σύνολο των κοινωνικών µεταβιβάσεων µειώνει το ποσοστό κινδύνου φτώχειας κατά 22,3 ποσοστιαίες µονάδες (ΕΛΣΤΑΤ, 2009). Συγκεκριµένα για την οµάδα των ηλικιωµένων διαπιστώνεται ότι οι κοινωνικές µεταβιβάσεις και ιδιαίτερα οι συντάξεις έχουν σηµαντική επίδραση. Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας, χωρίς τις κοινωνικές µεταβιβάσεις, για τα άτοµα ηλικίας άνω των 65 ετών αγγίζει το 85,2%, ενώ µετά από τις κοινωνικές µεταβιβάσεις φθάνει στο 26,7%. Παρατηρείται µεγάλη µείωση της τάξης των 58,5 ποσοστιαίων µονάδων. Συµπληρωµατικά, σηµειώνεται ότι οι κοινωνικές µεταβιβάσεις αποτελούν το 28,1% του συνολικού διαθέσιµου εισοδήµατος της χώρας. 7 Στο γράφηµα που ακολουθεί απεικονίζεται η παραπάνω πραγµατικότητα. 7 Οι συντάξεις καταλαµβάνουν αξιόλογο µερίδιο του διαθέσιµου εισοδήµατος της τάξης του 24,8%, ενώ τα επιδόµατα αποτελούν µόνο το 3,3% του διαθέσιµου εισοδήµατος. 25

Γράφηµα Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης Νοικοκυριών 2009 (σελ.6) Η οµαδοποίηση των χωρών µε βάση το σύστηµα κοινωνικής προστασίας που εφαρµόζουν παρουσιάζει ενδιαφέρον για τη σύγκριση των ποσοστών φτώχειας µεταξύ των χωρών. Ειδικότερα η Ελλάδα, το χρονικό διάστηµα 1994-2008, παρουσίαζε το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας (20,5%) µεταξύ των χωρών της ΕΕ- 15. Παρατηρείται ότι τα υψηλότερα ποσοστά φτώχειας παρουσιάζουν οι χώρες της Νότιας Ευρώπης. Το σύστηµα κοινωνικής προστασίας των χωρών αυτών χαρακτηρίζεται από περιορισµένη καθολικότητα παροχών, κενά και πόλωση, ενώ σηµαντικό ρόλο διαδραµατίζει η οικογένεια. Αµέσως µετά ακολουθούν οι χώρες που έχουν αναπτύξει φιλελεύθερο κοινωνικό κράτος, όπου η αγορά έχει κυρίαρχο ρόλο στην αναδιανοµή των πόρων, ενώ το κράτος παρεµβαίνει µε στοχευµένες παροχές - µετά από έλεγχο των πόρων των δικαιούχων - µόνο σε περίπτωση που η αγορά αδυνατεί να παίξει το ρόλο της. Αντίθετα, οι χώρες µε σοσιαλδηµοκρατικό κοινωνικό κράτος (κυρίως σκανδιναβικές) εµφανίζουν τα χαµηλότερα ποσοστά φτώχειας. Το σύστηµα κοινωνικής προστασίας τους χαρακτηρίζεται από καθολικές και γενναιόδωρες παροχές, οι οποίες δίνονται χωρίς έλεγχο πόρων των δικαιούχων και χρηµατοδοτούνται µέσω υψηλής 26

φορολογίας. Χαµηλά επίσης ποσοστά κινδύνου φτώχειας παρουσιάζουν και οι χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης µε συντηρητικό-κορπορατιστικό καθεστώς, το οποίο χαρακτηρίζεται από σχετικά γενναιόδωρες παροχές, ενώ το δικαίωµα σε αυτές καθορίζεται από την κοινωνικοεπαγγελµατική θέση του ατόµου. Στο διάγραµµα που ακολουθεί απεικονίζονται τα ποσοστά φτώχειας των χωρών όπως διαµορφώνονται βάσει των διαφορετικών συστηµάτων κοινωνικής προστασίας που εφαρµόζονται από κάθε χώρα. 27

Εξετάζοντας τη σχέση φτώχειας και ύψους δαπανών για κοινωνική προστασία, µπορούµε να διαπιστώσουµε κατά πόσο ένα σύστηµα κοινωνικής προστασίας είναι αποτελεσµατικό ή όχι. Συγκεκριµένα, αν ο δείκτης σχετικής αποτελεσµατικότητας µιας χώρας είναι υψηλότερος από τον αντίστοιχο µίας άλλης, τότε συµπεραίνεται ότι πρόκειται για αποτελεσµατικό σύστηµα κοινωνικής προστασίας, το οποίο επιτυγχάνει µείωση του ποσοστού φτώχειας µε ίδιο ή χαµηλότερο ποσοστό κοινωνικών δαπανών (ως ποσοστό του ΑΕΠ). Στο παρακάτω διάγραµµα παρουσιάζονται τα στοιχεία που αφορούν το δείκτη σχετικής αποτελεσµατικότητας (σχέση των δαπανών για κοινωνική προστασία και της φτώχειας). Με βάση τα στοιχεία αυτά η Ελλάδα εµφανίζεται ως µία από τις περισσότερο αναποτελεσµατικές χώρες της ΕΕ-15 στην αξιοποίηση των δαπανών για κοινωνική προστασία. Οι µόνες χώρες που εµφανίζουν χαµηλότερη αποτελεσµατικότητα από τη χώρα µας είναι η Ιταλία, η Μ. Βρετανία και η Ιρλανδία. Αυτό το γεγονός αντανακλά βασικά δοµικά χαρακτηριστικά του συστήµατος κοινωνικής προστασίας στη χώρα µας, το οποίο χαρακτηρίζεται από υψηλή πόλωση, διαφθορά, έλλειψη διαφάνειας, περιορισµό των καθολικών παροχών και υψηλή γραφειοκρατία. Χαµηλή αποτελεσµατικότητα παρουσιάζουν οι χώρες µε φιλελεύθερο κοινωνικό κράτος και οι χώρες της νοτίου Ευρώπης (κυρίως Ελλάδα, Ιταλία και Πορτογαλία). Αντίθετα, την υψηλότερη αποτελεσµατικότητα εµφανίζουν οι χώρες που έχουν αναπτύξει σοσιαλδηµοκρατικά συστήµατα κοινωνικής προστασίας, τα οποία χαρακτηρίζονται από καθολικές παροχές, που απευθύνονται στα άτοµα, χωρίς έλεγχο πόρων των δικαιούχων. 28

29

2.5. Κίνδυνος φτώχειας και καθεστώς ιδιοκτησίας Ένα άλλο στοιχείο που επηρεάζει τον κίνδυνο της φτώχειας που διατρέχουν τα άτοµα είναι και το καθεστώς ιδιοκτησίας ή µη κατοικίας. Εύλογα, θα µπορούσε να υποθέσει κανείς ότι τα άτοµα που διαθέτουν τη δική τους κατοικία είναι περισσότερο προστατευµένα απέναντι στον κίνδυνο της φτώχειας, σε σχέση µε εκείνα τα άτοµα που δεν διαθέτουν σπίτι και καταβάλλουν ενοίκιο για αυτό. Έως το 2005 όµως συνέβαινε το αντίθετο. Καταγράφεται για το 2005, στη χώρα µας, ποσοστό κινδύνου φτώχειας των ατόµων µε ιδιόκτητη κατοικία 20%, έναντι 18% των ατόµων που διέµεναν σε ενοικιαζόµενη κατοικία. Ωστόσο, από το 2006 και έπειτα, η κατάσταση αντιστρέφεται. Συγκεκριµένα, το 2008 οι ιδιοκτήτες κατοικιών εµφάνιζαν ποσοστό κινδύνου φτώχειας 18,5%, έναντι 25,1% που εµφάνιζαν οι ενοικιαστές (ΕΛΣΤΑΤ, 2009). Επιπλέον, συνθέτοντας δύο κριτήρια µαζί (ιδιοκτησιακό καθεστώς και ηλικία), διαπιστώνεται ότι: Ιδιοκτήτες κατοικίας, άνω των 75 ετών αντιµετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχειας σε ποσοστό 35,1%, ενώ ενοικιαστές, άνω των 75 ετών 11,7%, αντίστοιχα. Πίνακας 4 Κίνδυνος φτώχειας ανά ιδιοκτησιακό καθεστώς και ηλικία Οµάδες ηλικιών Ιδιοκτήτες Ενοικιαστές Σύνολο 18,5 25,1 Άνω των 65 ετών 21,8 17,3 Άνω των 75 ετών 35,1 11,7 30

2.6. Κίνδυνος φτώχειας και εργασία Από την Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης 2009, προκύπτουν ορισµένοι δείκτες, οι οποίοι σκιαγραφούν τα βασικά χαρακτηριστικά της φτώχειας στην Ελλάδα, τόσο για το σύνολο του πληθυσµού της, όσο και για τις επιµέρους οµάδες του πληθυσµού που πλήττονται από αυτήν. Σηµαντικό ρόλο διαδραµατίζει ένα σύνολο παραγόντων, όπως για παράδειγµα, η απασχόληση, το εκπαιδευτικό επίπεδο, ο τύπος-µέγεθος του νοικοκυριού, η ηλικία και η γεωγραφική περιοχή, όπως διαπιστώνεται παρακάτω. Η απασχόληση των ατόµων παίζει, αναµφίβολα, πολύ σηµαντικό ρόλο στην έκθεση των ατόµων απέναντι στον κίνδυνο της φτώχειας και συνιστά ασπίδα προστασίας έναντι αυτού. Ωστόσο, δεν αποτελεί ικανή συνθήκη προστασίας από µόνη της. Η ένταση της εργασίας παίζει πολύ σηµαντικό ρόλο στον βαθµό κινδύνου φτώχειας. Με τον όρο ένταση εργασίας εννοείται το είδος της απασχόλησης του εργαζόµενου, δηλαδή πλήρης ή µερική απασχόληση. Υπάρχουν περιπτώσεις ατόµων που ενώ εργάζονται, πλήττονται από την φτώχεια. Στην Ελλάδα το 13,8% των απασχολούµενων είναι φτωχοί, γεγονός που φέρνει τη χώρα µας στη δεύτερη θέση των χωρών µε τα υψηλότερα ποσοστά «εργαζόµενων-φτωχών» στην Ε.Ε.-27. Η φτώχεια των εργαζοµένων προκύπτει λόγω ασταθών συνθηκών απασχόλησης, µερικής απασχόλησης, εποχιακής απασχόλησης, χαµηλά αµειβόµενης εργασίας κ.α Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στη χώρα µας οι προσωρινά µερικά απασχολούµενοι, το 2008, αντιµετώπιζαν κίνδυνο φτώχειας σε ποσοστό 26,9%, έναντι 12,5% των εργαζόµενων µε καθεστώς πλήρους απασχόλησης (ΕΛΣΤΑΤ, 2009 β ). Τα ποσοστά αυτά είναι εντυπωσιακά αυξηµένα σε σχέση µε το προηγούµενο έτος (19% ο κίνδυνος φτώχειας των µερικά απασχολούµενων, έναντι 5% των µόνιµα απασχολούµενων). Το φαινόµενο αυτό οφείλεται σε µία σειρά άλλων παραγόντων, όπως: ο αριθµός των µελών της οικογένειάς τους που εξαρτώνται οικονοµικά από αυτούς, δηλαδή τους εργαζόµενους, το χαµηλό εισόδηµα ή τα χαµηλά κέρδη, όταν πρόκειται για ελεύθερους επαγγελµατίες, η µη σταθερή εργασία, προβλήµατα που 31

σχετίζονται µε την κατάσταση της αγορά εργασίας, όπως η ανεργία, η αδυναµία εξεύρεσης µόνιµης και πλήρους απασχόλησης, οι χαµηλοί µισθοί κ.α. ιαπιστώνεται ότι το χαµηλό επίπεδο εισοδηµάτων από εργασία αποτελεί σοβαρό επιβαρυντικό παράγοντα για την εµφάνιση της φτώχειας (το 1/3 του πληθυσµού άνω των 16 ετών που αντιµετωπίζει αυξηµένο κίνδυνο φτώχειας, είναι εργαζόµενοι). (Κετσετζοπούλου, 2010, 219). Σύµφωνα µε τα στοιχεία οι εργαζόµενοι κινδυνεύουν λιγότερο από τους ανέργους και τους οικονοµικά µη ενεργούς (συνταξιούχους, νοικοκυρές κλπ.). Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας των εργαζοµένων ανέρχεται σε 13,8% (άνδρες 16,1% και γυναίκες 10,6%), των λοιπών µη οικονοµικά ενεργών σε 26,5% και των ανέργων σε 38,1%. Πίνακας 5 Κατάσταση Σύνολο Θήλεις Άρρενες απασχόλησης Πληθυσµού Εργαζόµενοι 13,8 10,6 16,1 Μη εργαζόµενοι 23,9 25,6 21,1 Άνεργοι 38,1 40,1 35,3 Συνταξιούχοι 18,4 19,2 17,8 Λοιποί µη οικονοµικά ενεργοί 26,5 27,0 24,5 Παρατηρείται ότι το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τους ανέργους είναι ιδιαίτερα υψηλό και επιπλέον, εµφανίζεται αυξηµένο κατά 1,1 ποσοστιαίες µονάδες, σε σχέση µε το προηγούµενο έτος (37%). Στην Ελλάδα, παρόλο που οι άνεργοι εµφανίζουν υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας συγκριτικά µε τους εργαζόµενους, έχουν σχετικά µικρή συµµετοχή στη συνολική φτώχεια. 32

Πίνακας 6 Κίνδυνος φτώχειας εργαζοµένων και ανέργων και κίνδυνος φτώχειας εργαζοµένων κατά τύπο απασχόλησης Σύµβαση εργασίας 2007 Ωράριο 2007 Μήνες εργασίας 2007 Απασχολούµενοι Άνεργοι Όλο Λιγότερο το από έτος έτος 2008 2008 Χώρα Μόνιµη Προσωρινή Πλήρες Μερικό EU27 5 13 7 12 8 15 8 44 Βέλγιο 3 9 3 5 4 11 5 35 Βουλγαρία 4 13 5 15 5 17 7 56 ανία 3 13 4 5 4 11 5 34 Γερµανία 6 9 6 10 7 16 7 56 Ιρλανδία 3 19 4 11 5 8 6 28 Ελλάδα 5 12 13 27 13 26 14 37 Ισπανία 5 13 10 14 10 14 11 38 Γαλλία 4 19 5 12 6 13 7 39 Ιταλία 6 17 9 14 9 18 9 42 Κύπρος 5 16 6 10 5 13 7 30 Ολλανδία 3 8 4 4 5 4 5 36 Αυστρία 5 12 5 8 6 10 6 41 Πολωνία 5 10 11 19 11 18 12 39 Πορτογαλία 5 20 8 28 9 15 12 35 Ρουµανία 5 10 15 56 18 27 18 43 Φιλανδία 3 20 3 15 4 11 5 42 Σουηδία 5 10 6 8 6 17 7 39 Η. Βασίλειο 5 13 6 13 7 26 9 54 Πηγή: Το Κοινωνικό Πορτραίτο της Ελλάδας 2010 (σελ. 44), ΕΚΚΕ. «Η απώλεια θέσεως εργασίας και γενικά η ανεργία αποτελεί σηµαντικό φτωχογόνο παράγοντα, ειδικά όταν πλήττει αρχηγούς νοικοκυριών» (ΕΥΣΕΚΤ). Στην Ελλάδα, ένας µεγάλος αριθµός νοικοκυριών (128.000) αντιµετωπίζει υψηλό κίνδυνο φτώχειας εξαιτίας του γεγονότος ότι τα µέλη τους είναι άνεργα ή αµείβονται µε πολύ χαµηλό µισθό. Ο αριθµός ανέργων µελών αυτών των νοικοκυριών υπολογίζεται στις 167.000. Ειδικά αυτή η κατηγορία ανέργων βρίσκεται σε χειρότερη θέση από τους υπόλοιπους ανέργους. Στα νοικοκυριά αυτά εκτιµάται ότι ζουν 59.000 παιδιά και 81.500 µη οικονοµικά ενεργά άτοµα. 33

Η κατάσταση επιδεινώνεται ακόµη περισσότερο όταν εκτός από την ανεργία τα νοικοκυριά έχουν και εξαρτώµενα µέλη. Εργαζόµενοι µε µηδενική ή χαµηλή ένταση εργασίας που έχουν παιδιά βρίσκονται κάτω από τη γραµµή της φτώχειας, σε ποσοστό 42%, ενώ χωρίς παιδιά σε ποσοστό 18% (Eurostat, 2009 β ). Η διαφορά αυτή δείχνει το βαθµό που επηρεάζει την κατάσταση ενός νοικοκυριού η ύπαρξη εξαρτώµενων µελών. Ο πίνακας που ακολουθεί δίδει µία πιο σαφή εικόνα των παραπάνω: Πίνακας 7 Κίνδυνος Φτώχειας µετά τις κοινωνικές µεταβιβάσεις, κατά ένταση εργασίας του νοικοκυριού Τύπος Νοικοκυριού κατά ένταση % εργασίας Νοικοκυριά χωρίς εξαρτώµενα παιδιά και 9 µε όλα τα µέλη εργαζόµενα Νοικοκυριά µε εξαρτώµενα παιδιά και 44 χωρίς εργαζόµενα µέλη Νοικοκυριά µε εξαρτώµενα παιδιά και µε 28 ένα τουλάχιστον εργαζόµενο µέλος Νοικοκυριά µε εξαρτώµενα παιδιά ηλικίας 52 κάτω των 16 ετών και µε ένα τουλάχιστον εργαζόµενο µέλος Νοικοκυριά µε εξαρτώµενα παιδιά και µε 10 όλα τα µέλη εργαζόµενα Νοικοκυριά χωρίς εξαρτώµενα παιδιά και 29 χωρίς εργαζόµενα µέλη Νοικοκυριά χωρίς εξαρτώµενα παιδιά και 17 µε ένα τουλάχιστον εργαζόµενο µέλος. 34

2.7. Κίνδυνος φτώχειας και εκπαιδευτικό επίπεδο Σε ότι αφορά την εκπαίδευση, διαπιστώνεται ότι διαδραµατίζει προστατευτικό ρόλο έναντι της φτώχειας. Ιδιαίτερα στις µέρες µας, όπου το περιβάλλον στο οποίο ζούµε χαρακτηρίζονται από την «επανάσταση» των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.) και διανύουµε την «ψηφιακή εποχή», η γνώση απαξιώνεται πολύ γρήγορα και οι απαιτήσεις σε επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων εµφανίζονται αυξηµένες. Έτσι όσοι έχουν χαµηλό επίπεδο εκπαίδευσης βρίσκονται αναπόφευκτα σε µειονεκτική θέση, τόσο στο να βρουν µόνιµη απασχόληση, όσο και απέναντι στον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισµού. Παρατηρείται ότι τα άτοµα που διαθέτουν χαµηλό εκπαιδευτικό επίπεδο πλήττονται περισσότερο από τη φτώχεια, σε σχέση µε άτοµα υψηλού εκπαιδευτικού επιπέδου. Ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι ιδιαίτερα σηµαντικός για τη µείωση της φτώχειας. Υπολογίζεται ότι το 63,3% του συνόλου των φτωχών έχει ολοκληρώσει, µόλις, την βαθµίδα υποχρεωτικής εκπαίδευσης, ενώ για τους µη φτωχούς, το αντίστοιχο ποσοστό εκτιµάται στο 38,9%, εµφανώς χαµηλότερο. Επιπροσθέτως, το 47,3% των ατόµων που είναι αναλφάβητοι ή δεν έχουν ολοκληρώσει το δηµοτικό σχολείο, απειλείται από τη φτώχεια. Το αντίστοιχο ποσοστό µεταξύ των ατόµων που έχουν τελειώσει ανώτατη βαθµίδα (ΤΕΙ, ΑΕΙ, Μεταπτυχιακό) µειώνεται δραστικά στο 5,6%. (ΈΛΣΤΑΤ, 2009 β ). Οι πίνακες που ακολουθούν δείχνουν πως εξαρτάται ο βαθµός κινδύνου φτώχειας από το επίπεδο εκπαίδευσης των ατόµων. 35

Πίνακας 8 Κίνδυνος φτώχειας ανά εκπαιδευτικό επίπεδο Επίπεδο Σύνολο Φτωχός Μη φτωχός εκπαίδευσης εν τελείωσε το 2,1 4,1 1,5 δηµοτικό ηµοτικό 30,2 43,2 27,2 Γυµνάσιο 11,2 16,0 10,2 Λύκειο 31,3 27,8 32,2 ΙΕΚ 4,7 3,3 5,0 ΑΤΕΙ, ΑΕΙ 19,9 5,6 23,3 ιδακτορικό 0,6 0,0 0,6 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ 36

Πίνακας 9 Κίνδυνος Φτώχειας ατόµων µε χαµηλό και υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης στην Ε.Ε.27, 2007-2008 Χαµηλό επίπεδο εκπαίδευσης Με πτυχίο τριτοβάθµιας εκπαίδευσης Χώρα 2007 2008 2007 2008 EU27 24 : 7 : Βέλγιο 23 24 6 6 Βουλγαρία 38 41 5 5 ανία 17 15 6 8 Γερµανία 24 23 9 8 Ιρλανδία 27 27 6 : Ελλάδα 26 27 8 7 Ισπανία 23 24 8 8 Γαλλία 17 17 6 6 Ιταλία 25 : 5 : Κύπρος 33 32 4 5 Ολλανδία 11 11 6 6 Αυστρία 20 24 6 6 Πολωνία 23 24 3 4 Πορτογαλία 18 19 3 3 Ρουµανία 41 36 1 1 Φιλανδία 21 22 4 5 Σουηδία 11 18 8 8 Η. Βασίλειο 34 34 7 : Όπου : σηµαίνει ότι δεν υπάρχουν στοιχεία Πηγή: Eurostat 37

2.8. Κίνδυνος φτώχειας και είδος νοικοκυριού Το µέγεθος και η σύνθεση του νοικοκυριού αποτελεί καθοριστικό προσδιοριστικό παράγοντα για τον κίνδυνο της φτώχειας. Σύµφωνα µε τα στοιχεία, τα νοικοκυριά που αποτελούνται από περισσότερα µέλη, εµφανίζουν και µεγαλύτερα ποσοστά φτώχειας (ΕΛΣΤΑΤ, 2009 β ). Περίπου στα µισά από τα κράτη µέλη της Ε.Ε. ισχύει ότι τα νοικοκυριά µε δύο παιδιά αντιµετωπίζουν µεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας από ότι τα νοικοκυριά µε ένα παιδί. Ωστόσο, είναι πολύ σηµαντικό να επισηµανθεί ότι ο µεγάλος αριθµός παιδιών αλλά και οι µονογονεϊκές οικογένειες είναι παράγοντες που συνιστούν ιδιαίτερα ευάλωτες τις οµάδες ατόµων έναντι του κινδύνου της φτώχειας. Στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες της Ε.Ε. υπολογίζεται ότι ένα στα τρία νοικοκυριά που είναι πολύτεκνα (δηλαδή µε 3 ή περισσότερα παιδιά) έχει εισόδηµα κάτω από το όριο της φτώχειας. ιαπιστώνεται ότι τα µονοπρόσωπα νοικοκυριά µε θήλυ µέλος απειλούνται από τη φτώχεια σε ποσοστό 28,3% 8 ενώ τα αντίστοιχα µε άρρεν µέλος σε ποσοστό 23%. Επιπλέον, υφίστανται διαφοροποιήσεις, ανάλογα µε τον τύπο και τη σύνθεση του νοικοκυριού. Παρακάτω, µπορεί να διαπιστώσει κανείς αυτή τη διαφοροποίηση. 8 Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας νοικοκυριού µε θήλυ µέλος εµφανίζεται αυξηµένο κατά 1,3 ποσοστιαίες µονάδες σε σχέση µε το προηγούµενο έτος (23%). Αντίθετα, το αντίστοιχο ποσοστό για νοικοκυριό µε άρρεν µέλος παρέµεινε σταθερό. 38

Πίνακας 10 Τύπος Νοικοκυριού Κίνδυνος Φτώχειας (%) Νοικοκυριά χωρίς εργαζόµενα µέλη, µε 43,3% εξαρτώµενα παιδιά Νοικοκυριά χωρίς εργαζόµενα µέλη, χωρίς 28,2% παιδιά Νοικοκυριά µε ένα γονέα και τουλάχιστον 32,1% ένα εξαρτώµενο παιδί Νοικοκυριά µε δύο γονείς και τρία ή 28,6% περισσότερα εξαρτώµενα παιδιά 39

Πίνακας 11 Κίνδυνος φτώχειας (%) κατά επιλεγµένο τύπο νοικοκυριού, στις χώρες της Ε.Ε., 2007 και 2008 Χώρα Νοικοκυριό µε 2 ενήλικες και 1 παιδί Νοικοκυριό µε 2 ενήλικες και 2 παιδιά Νοικοκυριό µε 2 ενήλικες και 3 ή περισσότερα παιδιά Μόνος γονέας µε παιδί/παιδιά 2007 2008 2007 2008 2007 2008 2007 2008 EU27 12 12 14 14 25 26 34 35 Βέλγιο 9 8 8 8 18 16 36 39 Βουλγαρία 12 12 22 15 71 74 30 38 ανία 4 4 4 4 15 12 17 16 Γερµανία 10 9 8 8 12 15 34 36 Ιρλανδία 12 9 10 12 20 13 40 42 Ελλάδα 20 17 22 22 30 27 34 27 Ισπανία 16 15 22 22 37 44 34 38 Γαλλία 8 10 10 9 18 23 27 27 Ιταλία 15 15 23 22 41 38 31 36 Κύπρος 9 10 9 10 16 20 33 31 Ολλανδία 7 5 5 7 19 17 30 29 Αυστρία 9 9 10 11 19 21 31 26 Πολωνία 15 14 20 18 36 34 31 30 Πορτογαλία 12 16 17 21 43 32 34 39 Ρουµανία 15 14 22 24 55 57 42 40 Φιλανδία 6 7 5 7 12 12 20 24 Σουηδία 6 9 5 5 13 13 24 26 Η. Βασίλειο 11 10 13 14 31 31 44 44 Πηγή: Το Κοινωνικό Πορτραίτο της Ελλάδας 2010, σελ. 43, ΕΚΚΕ. 40

2.9. Κίνδυνος φτώχειας και ηλικιακή οµάδα Η ηλικιακή οµάδα, στην οποία ανήκουν τα άτοµα, διαδραµατίζει ουσιαστικό ρόλο στη διαφοροποίηση των ποσοστών κινδύνου φτώχειας που αντιµετωπίζουν. Πιο συγκεκριµένα, παρατηρείται ότι τα µικρότερα ποσοστά φτώχειας συναντώνται σε άτοµα των ηλικιακών οµάδων 25-49 ετών και 50-65 ετών. Αντίθετα, τα µεγαλύτερα ποσοστά φτώχειας εµφανίζονται στις εξής ηλικιακές οµάδες: Άνω των 65 ετών: 21,4% Από 18 έως 24 ετών: 22,2% Από 0 έως 17ετών: 23,7% Από τα παραπάνω, µπορεί να συµπεράνει κανείς ότι τις πιο ευάλωτες πληθυσµιακές οµάδες απέναντι στον κίνδυνο της φτώχειας, αποτελούν τα παιδιά και οι ηλικιωµένοι. Σηµειώνεται ότι, στην Ελλάδα, σύµφωνα µε την ΕΛΣΤΑΤ, ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά από 0 έως 17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε ποσοστό 23,7%. Αυτό σηµαίνει ότι 452.100 παιδιά αντιµετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχειας, στη χώρα µας. Παρατηρούµε ότι παραµένει σχεδόν αµετάβλητο συγκριτικά µε την προηγούµενη χρονιά (2007) όπου ανερχόταν σε ποσοστό ίσο µε 23%. Ωστόσο, ανατρέχοντας σε προηγούµενα έτη, διαπιστώνει κανείς ότι διαχρονικά σηµειώνεται αύξηση. Ειδικότερα, το ποσοστό της παιδικής φτώχειας το 2006, ήταν ίσο µε 22%, έναντι 19% το προηγούµενο έτος (2005) (δηλαδή 380.000 παιδιά, κάτω των 15 ετών, βρίσκονταν κάτω από το όριο της φτώχειας 9 ). Αξίζει να σηµειωθεί ότι ο κίνδυνος παιδικής φτώχειας (23,7%) είναι µεγαλύτερος από τον αντίστοιχο κίνδυνο φτώχειας του συνολικού πληθυσµού (19,7%), κατά 4 ποσοστιαίες µονάδες (ΕΛΣΤΑΤ, 2009 β ). Στους πίνακες που ακολουθούν απεικονίζεται η παραπάνω πραγµατικότητα: 9 Μητράκος Θ. «Παιδική Φτώχεια: Πρόσφατες εξελίξεις και προσδιοριστικοί παράγοντες» Οικονοµικό ελτίο, 30/5/2008, Τράπεζα Ελλάδας. 41

ιαχρονική Εξέλιξη Παιδικής Φτώχειας στην Ελλάδα (2003-2008) Παιδική φτώχεια Έτος (%) 2003 21 2004 20 2005 19 2006 22 2007 23 2008 23 Αντίστοιχα, για τα άτοµα ηλικίας άνω των 65 ετών, ο κίνδυνος φτώχειας το 2008, υπολογίζεται σε ποσοστό 21,4%, σηµειώνοντας οριακή βελτίωση σε σχέση µε το 2007 όπου ήταν ίσος µε 22%. Η βελτίωση του ποσοστού διαχρονικά είναι σηµαντική εάν ληφθεί υπόψη ότι το 2004 το ποσοστό ήταν 28,2%. ιαχρονική εξέλιξη Φτώχειας Ηλικιωµένων στην Ελλάδα (2003-2008) Φτώχεια ηλικιωµένων Έτος (%) 2003 29,5 2004 28,2 2005 27,9 2006 26 2007 23 2008 22 42

Πίνακας 12 Κίνδυνος φτώχειας στην ΕΕ ανά ηλικία 2007 2008 2008 2007 2008 0-17 ετών 18-64 ετών 65+ ετών EU27 20 20 15 20 19 Βέλγιο 17 17 12 23 21 Βουλγαρία 30 26 17 23 34 ανία 10 9 11 18 18 Γερµανία 14 15 15 17 15 Ιρλανδία 19 18 14 29 21 Ελλάδα 23 23 19 23 22 Ισπανία 24 24 16 28 28 Γαλλία 16 17 13 13 11 Ιταλία 25 25 16 22 21 Κύπρος 12 14 11 51 49 Ολλανδία 14 13 10 10 10 Αυστρία 15 15 11 14 15 Πολωνία 24 22 16 8 12 Πορτογαλία 21 23 16 26 22 Ρουµανία 33 33 20 31 26 Φιλανδία 10 12 12 22 23 Σουηδία 12 13 11 11 16 Η. Βασίλειο 23 23 15 30 30 Πηγή: Το Κοινωνικό Πορτραίτο της Ελλάδας 2010, σελ. 42, ΕΚΚ 43

2.10. Κίνδυνος φτώχειας και γεωγραφική περιοχή Η γεωγραφική περιοχή, οµοίως, επηρεάζει τον κίνδυνο φτώχειας που αντιµετωπίζουν τα νοικοκυριά. Πιο συγκεκριµένα, τα µέλη των νοικοκυριών που διαµένουν σε αραιοκατοικηµένες περιοχές, απειλούνται από τη φτώχεια περισσότερο από αυτά που διαµένουν σε πυκνοκατοικηµένες και ενδιάµεσης πυκνότητας περιοχές. Τα ποσοστά φτώχειας ανά βαθµό πυκνότητας 10 πληθυσµού είναι 32,5%, 8,8% και 58,3% (έναντι 28%, 9% και 63% το προηγούµενο έτος), αντίστοιχα, για τις πυκνοκατοικηµένες, ενδιάµεσης πυκνότητας και αραιοκατοικηµένες περιοχές (ΕΛΣΤΑΤ, 2009 β ). Παρατηρείται αύξηση του ποσοστού κινδύνου φτώχειας στις πυκνοκατοικηµένες περιοχές, κατά 4,5%). Το γράφηµα που ακολουθεί απεικονίζει την κατάσταση που περιγράφηκε παραπάνω. 10 α)πυκνοκατοικηµένη περιοχή: η περιοχή µε πυκνότητα άνω των 500 κατοίκων ανά τετραγωνικό χιλιόµετρο και πληθυσµό, τουλάχιστον, 50.000 κατοίκους. β) Περιοχή ενδιάµεσης πυκνότητας: η περιοχή µε πυκνότητα άνω των 100 κατοίκων ανά τετραγωνικό χιλιόµετρο, η οποία είτε έχει συνολικό πληθυσµό τουλάχιστον 50.000 κατοίκους είτε γειτνιάζει µε πυκνοκατοικηµένη περιοχή. γ) Αραιοκατοικηµένη περιοχή: η περιοχή που δεν ανήκει σε καµία από τις προηγούµενες δύο κατηγορίες. 44

Γράφηµα 2: Κατανοµή φτωχών νοικοκυριών ανά βαθµό πυκνότητας πληθυσµού Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ, Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης Νοικοκυριών 2009 (Σελ. 8) Επίσης, η περιφερειακή διαίρεση της χώρας, παίζει ρόλο στον κίνδυνο της φτώχειας. Ειδικότερα, η Ήπειρος εµφανίζει το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας και έπονται η Στερεά Ελλάδα 11, η Πελοπόννησος, η υτική Ελλάδα και τα Ιόνια νησιά. 11 Σύµφωνα µε την µελέτη του ΕΚΚΕ (2007). Μπαλούρδος & Ι. Υφαντόπουλος «Οικονοµική Ανισότητα και Φτώχεια στην Ελλάδα: ορισµένα αποτελέσµατα από την Έρευνα SILC», η Στερεά Ελλάδα δεν ανήκει στην οµάδα των φτωχών περιφερειών βάσει του κριτηρίου του κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ της, το οποίο είναι το υψηλότερο της χώρας, αλλά επειδή είναι η περιφέρεια µε τις υψηλότερες εισοδηµατικές ανισότητες. 45

2.11 Φτώχεια και υλική υστέρηση Από τη µελέτη των δεικτών για τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσµού της χώρας, οι οποίοι προκύπτουν από την Έρευνα Εισοδήµατος και Συνθηκών ιαβίωσης των Νοικοκυριών, του έτους 2009, όπως δηµοσιεύεται από την ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτει ότι η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών δεν αφορά µόνο το φτωχό πληθυσµό αλλά και µέρος του µη φτωχού πληθυσµού. Ένα αρκετά µεγάλο ποσοστό ατόµων αντιµετωπίζει σοβαρές οικονοµικές δυσκολίες, µε αποτέλεσµα να στερούνται τριών, τουλάχιστον, βασικών αγαθών και υπηρεσιών από το σύνολο των εξής εννέα διαστάσεων υλικής στέρησης (ΕΛΣΤΑΤ, 2009 γ ): 1. υσκολίες ανταπόκρισης στην πληρωµή πάγιων λογαριασµών όπως ενοίκιο ή δόση δανείου, πάγιοι λογαριασµοί (ηλεκτρικού ρεύµατος, νερού, αερίου κλπ.), δόσεις πιστωτικών καρτών ή δόσεις δανείου για οικοσκευή, διακοπές κ.ά., ή αγορές µε δόσεις κύριας κατοικίας 2. Οικονοµική αδυναµία για πληρωµή µιας εβδοµάδας διακοπών 3. Οικονοµική αδυναµία για διατροφή που να περιλαµβάνει κάθε δεύτερη ηµέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας 4. Οικονοµική αδυναµία για αντιµετώπιση έκτακτων, αλλά αναγκαίων δαπανών αξίας περίπου 500 ευρώ 5. Οικονοµική αδυναµία να διαθέτουν τηλέφωνο (περιλαµβάνεται και το κινητό τηλέφωνο) 6. Οικονοµική αδυναµία να διαθέτουν έγχρωµη τηλεόραση 7. Οικονοµική αδυναµία να διαθέτουν πλυντήριο ρούχων 8. Οικονοµική αδυναµία να διαθέτουν ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο και 9. Οικονοµική αδυναµία για ικανοποιητική θέρµανση. Αν ένα νοικοκυριό αδυνατεί να καλύψει τουλάχιστον τέσσερις από τις προαναφερθείσες ανάγκες, τότε χαρακτηρίζεται από ακραία υλική αποστέρηση. (Παπαθεοδώρου, αφέρµος, 2010). 46

Η υλική αποστέρηση στην Ε.Ε., 2008 Πηγή: Eurostat Πιο συγκεκριµένα, στην Ελλάδα, το 49,2% του φτωχού πληθυσµού, ηλικίας κάτω των 18 ετών, αντιµετωπίζει δυσκολίες σε τουλάχιστον τρεις από τις εννέα, συνολικά, διαστάσεις της υλικής υστέρησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του µη φτωχού πληθυσµού εκτιµάται σε 16,7%. Οµοίως, το 52,6% του φτωχού πληθυσµού, ηλικίας 18 έως 64 ετών, αντιµετωπίζει δυσκολίες σε τουλάχιστον τρεις από τις εννέα διαστάσεις της υλικής υστέρησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του µη φτωχού πληθυσµού εκτιµάται σε 15%. 47

Ενώ, για τον φτωχό πληθυσµό άνω των 65 ετών, το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει στο 55,7% και για τον µη φτωχό το 17,3%, αντίστοιχα. Το 52,5% του φτωχού πληθυσµού αντιµετωπίζει οικονοµικές δυσκολίες σε τουλάχιστον τρεις από τις εννέα, συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του µη φτωχού πληθυσµού εκτιµάται σε 15,7%. Στο γράφηµα που ακολουθεί, απεικονίζονται τα παραπάνω. Πηγή: Eurostat 48