ΠΠρΚορινθ 9/2009 [Πτώχευση. Διαδικασία συνδιαλλαγής] Πρόεδρος Ε. Νικόπουλος, Πρόεδρος Πρωτοδικών Εισηγήτρια Κ. Β. Κοκκινάκη, Πρωτοδίκης Δικηγόροι Γ. Ζαχαρόπουλος, Χ. Βενετσάνος Διατάξεις: άρθρα 99 επ. Ν 3588/2007 (ΠτΚ) ΠΤΩΧΕΥΣΗ. Ανάκληση ή μεταρρύθμιση αποφάσεων που εκδίδονται κατά την εκούσια δικαιοδοσία και που αποδέχονται εν όλω ή εν μέρει την αρχική αίτηση. Μεταβολή συνθηκών. Έννοια νέων πραγματικών περιστατικών. Ποιος δικαιούται να ασκήσει την αίτηση. Διάδικοι. Διαδικασία συνδιαλλαγής. Τριπλή παρέμβαση δικαστηρίου. Προϋποθέσεις υπαγωγής στη διαδικασία και απαιτούμενα στοιχεία για το ορισμένο της αίτησης. Δυνατότητα διαταγής εξασφαλιστικών μέτρων. Μεταρρύθμιση της σχετικής απόφασης, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Διορισμός νέου μεσολαβητή. Παράταση προθεσμιών περάτωσης της διαδικασίας. Μεταβολή της διάταξης που απαγόρευε τη διάθεση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου από τον οφειλέτη. Κατά τη διάταξη του άρθρου 758 παρ. 1 του ΚΠολΔ, οι αποφάσεις που αποφαίνονται οριστικά, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, μπορούν με αίτηση των διαδίκων, μετά από τη δημοσίευσή τους, να ανακληθούν ή να μεταρρυθμισθούν από το Δικαστήριο, που τις εξέδωσε, αν προκύψουν νέα πραγματικά περιστατικά ή μεταβληθούν οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες εκδόθηκαν, αφού κληθούν οι διάδικοι της αρχικής δίκης και τα πρόσωπα, τα οποία είχαν διοριστεί ή είχαν αντικατασταθεί ή παυθεί από την απόφαση για την άσκηση του λειτουργήματος. Κατά δε την παρ. 2 του άρθρου 758 του ΚΠολΔ, η ανακλητική ή μεταρρυθμιστική αυτή απόφαση δεν έχει αναδρομική ενέργεια, εκτός αν ορίσει ειδικά το Δικαστήριο (βλ. σχετ. ΕφΑθ 7094/2003 ΕπισκΕΔ 2004,180). Κατά την παρ. 3 του ιδίου ως άνω άρθρου, η ανακλητική ή μεταρρυθμιστική απόφαση σημειώνεται, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στο βιβλίο, που τηρείται κατά το άρθρο 776, και στο περιθώριο της απόφασης, που ανακαλείται ή μεταρρυθμίζεται, με επιμέλεια της γραμματείας του Δικαστηρίου. Με την ως άνω διάταξη, σύμφωνα με την έννοια, τη φύση και τη λειτουργία της εκούσιας δικαιοδοσίας, θεσπίζεται η δυνατότητα ανάκλησης ή μεταρρύθμισης των αποφάσεων, που εκδίδονται κατά την εκούσια δικαιοδοσία, η οποία αναγορεύεται στο θεμελιώδες δόγμα του, κατ αρχήν, μεταβλητού αυτών και της, κατ εξαίρεση, https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 1/14
μόνο απαγόρευσης μεταβολής τους, η δε αιτία, που επιβάλλει τη μεταβολή των πραγμάτων, μπορεί να συνίσταται, επί διαρκούς ρύθμισης, στη μη εκπλήρωση των όρων, που τάχθηκαν με αυτή, ώστε η ρύθμιση να μη δικαιολογείται πλέον. Κατά την ορθή έννοια της εν λόγω διάταξης, σε ανάκληση υπόκεινται, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, όλες οι οριστικές αποφάσεις, που εκδίδονται σε υποθέσεις των άρθρων 782 έως 866 του ΚΠολΔ ή σε άλλες υποθέσεις, που με διάταξη νόμου υπάγονται στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, έστω εάν είναι τελεσίδικες ή αμετάκλητες ή ανακλητικές ή μεταρρυθμιστικές προηγούμενων ανακλητικών ή μεταρρυθμιστικών αποφάσεων (βλ. σχετ. ΑΠ 1275/2001 (/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/331554) ΕΕμπΔ ΝΓ,886, ΕφΝαυπλ 304/2000 ΕΕμπΔ ΝΒ,774, ΕφΑθ 9707/1999 ΕλλΔνη 41,1394). Η ρύθμιση αυτή οφείλεται στη φύση των υποθέσεων της εκούσιας δικαιοδοσίας, καθόσον τα μέτρα, που λαμβάνουν, ή η διάπλαση των έννομων σχέσεων, που επιφέρουν οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις, προσομοιάζουν με τα μέτρα, που λαμβάνει η δημόσια διοίκηση και επιτρέπει την προσαρμογή αυτών (δικαστικών αποφάσεων) στις νεότερες συνθήκες και τα νέα δεδομένα, που προκύπτουν μετά από την έκδοσή τους (βλ. σχετ. ΕφΠειρ 853/1994 ΕλλΔνη 36,1311, Κ. Μπέη, ΠολΔ άρθρο 758 παρ. 3, αριθ. 16, σελ. 326 και παρ. 4, αριθ. 4, σελ. 330). Ως «νέα πραγματικά περιστατικά», υπό την έννοια της παραπάνω διάταξης, νοούνται εκείνα, που εντοπίζονται μετά από τη δημοσίευση της υπό ανάκληση απόφασης, τα οποία πρέπει να θεωρούνται, απαραιτήτως, κατ εύλογη κρίση, σημαντικά και αποφασιστικά για την υπόθεση και να ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (βλ. σχετ. ΕφΘεσ 2801/2004 ΕπισκΕΔ 2004,770, ΕφΘεσ 71/2003 (/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/154351) ΔΕΕ 2003,646), να προσδίδουν διαφορετική πραγματική εικόνα από εκείνη, που είχε δεχθεί το Δικαστήριο, και να αποτρέπουν ή να διαφοροποιούν σημαντικά τη βάση, επί της οποίας στηρίχθηκε η απόφασή του (βλ. σχετ. ΕφΘεσ 2801/2004, Nomos, ΕφΝαυπλ 304/2000 ΕΕμπΔ ΝΒ,774, ΕφΑθ 9707/1999 ΕλλΔνη 41,1394). Το στοιχείο του «νέου» δεν έχει την έννοια του μεταγενέστερου από το χρόνο της αρχικής δίκης και, συνεπώς, ως νέα περιστατικά νοούνται και γεγονότα, που υπήρχαν όταν εκδόθηκε η υπό ανάκληση ή μεταρρύθμιση απόφαση, αλλά δεν τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου, που την εξέδωσε, για οποιοδήποτε λόγο (βλ. σχετ. ΕφΑθ 8687/2007 ΕλλΔνη 2008,1096, Βαθρακοκοίλης, ΕρμΚΠολΔ, έκδ. 1996, άρθρο 758 σελ. 447 με παραπομπές στη θεωρία και νομολογία), χωρίς να ενδιαφέρει η τυχόν υπαιτιότητα του αιτούντος στην έγκαιρη προβολή τους, ενώ δεν περιλαμβάνονται σε αυτά οι πραγματικές ή νομικές πλημμέλειες της απόφασης, για τις οποίες αυτή μπορεί να προσβληθεί μόνο με ένδικα μέσα, σε περίπτωση που επιτρέπονται από το νόμο (βλ. σχετ. ΕφΛαρ 583/2002, Γιαννούλη, Δ 7,516, Μπέη, Οι διαδικασίες ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου, ΙΙΙ παρ. 6 σελ. 540, Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ άρθρο 758 σελ. 447, Ερμηνεία ΚΠολΔ, Κεραμεύς Κονδύλης Νίκας, τόμος ΙΙ σελ. 1504). Ως μεταβολή δε των συνθηκών, κατά την έννοια της πιο πάνω διάταξης, νοείται η μεταγενέστερη επίκληση νέων πραγματικών γεγονότων, τα οποία ανατρέπουν ή διαφοροποιούν σημαντικώς τη https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 2/14
βάση, επί της οποίας στηρίχθηκε η απόφαση, διότι, ήδη, διαφοροποιείται με το ρυθμιστικό μέτρο, που διατάχθηκε, η εξυπηρέτηση είτε του συμφέροντος του αιτούντος είτε του γενικότερου συμφέροντος. Επισημαίνεται ότι η μεταστροφή της νομολογίας σε κάποιο συγκεκριμένο κρίσιμο νομικό θέμα, αποτελεί, πράγματι «μεταβολή των συνθηκών», κατά την έννοια του άρθρου 758 του ΚΠολΔ. Αντιθέτως, δεν συνιστά νέο πραγματικό περιστατικό ή μεταβολή συνθηκών, η διαφορετική στάθμιση ή αξιολόγηση, εκ μέρους των ενδιαφερομένων, της πραγματικής κατάστασης, με βάση την οποία εκδόθηκε η υπό ανάκληση απόφαση. Σε κάθε, πάντως, περίπτωση, ανάκληση ή μεταρρύθμιση απόφασης είναι δυνατή μόνο επί αποδοχής, εν όλω ή εν μέρει, της αρχικής αίτησης (βλ. σχετ. ΕφΠατρ 1177/1988 ΑχΝομ 1989,651), ενώ σε περίπτωση απορριπτικής απόφασης επιβάλλεται η άσκηση νέας αίτησης, η οποία, για να είναι παραδεκτή, πρέπει να θεμελιώνεται στην επίκληση νέων πραγματικών περιστατικών. Περαιτέρω, δικαίωμα να ασκήσει αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης, σύμφωνα με το άρθρο 758 του ΚΠολΔ, έχει όποιος προσέλαβε την ιδιότητα του διαδίκου στη δίκη της υπό ανάκληση απόφασης (βλ. σχετ. Πρακτ. Αναθ. Επιτροπής, σελ. 385, Κ. Μπέη, Πολ. Δικονομία, υπ άρθρο 758, σελ. 323), δηλαδή, όποιος μετείχε σε αυτή ως αιτών, καθ ου η αίτηση, ή άσκησε κύρια ή πρόσθετη παρέμβαση, εφόσον θίγεται από την έκδοση ή από το περιεχόμενο της απόφασης και δικαιολογεί άμεσο έννομο συμφέρον για την ανάκλησή της (άρθρα 747 παρ. 1γ και 69 του ΚΠολΔ - βλ. σχετ. ΕφΘεσ 2801/2004 ΕπισκΕΔ 2004,770, ΕφΑθ 3025/2000 ΕλλΔνη 2002,791, ΕφΑθ 1290/1992 ΕλλΔνη 35,481). Το έννομο συμφέρον αποτελεί όρο του παραδεκτού της αίτησης ανάκλησης και πρέπει να υφίσταται κατά το χρόνο συζήτησης (βλ. σχετ. ΑΠ 640/2003 ΕλλΔνη 45,1347), διαφορετικά η αίτηση αυτή είναι απαράδεκτη (βλ. σχετ. ΑΠ 1639/2007 ΕλλΔνη 2008,861, ΕφΑθ 1639/2007 ΕλλΔνη 2008,861). Τέλος, κατά την ίδια πιο πάνω διάταξη του άρθρου 758 του ΚΠολΔ, η ανάκληση ή η μεταρρύθμιση γίνεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 έως 781, αφού κληθούν οι διάδικοι της αρχικής δίκης και τα πρόσωπα, τα οποία είχαν διοριστεί ή είχαν αντικατασταθεί ή παυθεί από την κρίσιμη απόφαση για την άσκηση λειτουργήματος (βλ. σχετ. ΕφΑθ 9707/1999 ΕλλΔνη 2000,1398, ΕφΑθ 10382/1997 (/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4221711) ΔΕΕ 1998,175, Μπέης, ό.π., άρθρο 758 σελ. 325, Κ. Γιαννούλη, ό.π.). Ως κλητευόμενος διάδικος θεωρείται κάθε πρόσωπο, που έλαβε μέρος στη δίκη και απέκτησε την ιδιότητα αυτή, κατά τον οριζόμενο στις σχετικές διατάξεις της εκούσιας δικαιοδοσίας του ΚΠολΔ, τρόπο, καθόσον η έννοια του διαδίκου, όπως αυτή καθορίζεται στο πλαίσιο της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, δεν προσαρμόζεται στη ρυθμιζόμενη από τα άρθρα 741-781 του ΚΠολΔ διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, στην οποία δεν υπάρχει αντιδικία, αλλά μετέχουν της διαδικασίας αυτής οι ενδιαφερόμενοι για την ρύθμιση, που θα αποφασισθεί, προσλαμβάνουν δε την ιδιότητα αυτή του διαδίκου: α) με την υποβολή της αίτησης για εκδίκαση ορισμένης υπόθεσης της εκούσιας δικαιοδοσίας, β) με την κλήτευση στη διαδικασία αυτή, κατόπιν διάταξης του αρμοδίου Δικαστή (άρθρο 748 παρ. 3 του ΚΠολΔ), γ) με την, κατόπιν πρωτοβουλίας των διαδίκων ή https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 3/14
αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, προσεπίκληση (άρθρο 753 ΚΠολΔ), δ) με την άσκηση κυρίας ή πρόσθετης παρέμβασης (άρθρο 752 ΚΠολΔ) και ε) με την άσκηση τριτανακοπής. Εκτός αυτών, κανένας άλλος δεν μπορεί να προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου κατά την προκείμενη διαδικασία (βλ. σχετ. ΑΠ 1305/1994 ΕλλΔνη 37,638, ΕφΑθ 7054/2007 (/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4644674) ΔΕΕ 2008,199, ΕφΑθ 9707/1999 ΕλλΔνη 41,1394, ΕφΑθ 1794/1992 ΕλλΔνη 37,1106, ΕφΠειρ 13/1983 ΕλλΔνη 24,843, Σαμ. Σαμουήλ: Η έφεση, έκδ. β, παρ. 163). Τέλος, με τις διατάξεις των άρθρων 99-106 του Ν 3588/2007 (Νέος Πτωχευτικός Κώδικας) εισήχθη από τη Γαλλία στο ελληνικό δικαιϊκό σύστημα ο θεσμός της διαδικασίας συνδιαλλαγής (procedure de conciliation). Σκοπός του νομοθέτη ήταν η πρόληψη της πτώχευσης με το να τεθούν στη διάθεση του οφειλέτη νομικοί μηχανισμοί, αποτρεπτικοί της αναπόδραστα καταστροφικής ρευστοποίησης, ώστε οι οικονομικές δυσκολίες να αντιμετωπίζονται, κατά τρόπο προσεκτικό, σοβαρό, με φαντασία, διαπραγμάτευση, ασφάλεια και διαμόρφωση περιβάλλοντος εμπιστοσύνης μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών. Με τη διαδικασία συνδιαλλαγής επιδιώκεται, υπό την εγγύηση της Δικαστικής αρχής και με τη σύμπραξη των πιστωτών, η ικανοποίηση των τελευταίων μέσω της διάσωσης της επιχείρησης, που απειλείται με οικονομική κατάρρευση, ή εκείνης, που τα δεδομένα της επιχειρηματικής δραστηριότητας δεν αφήνουν προσδοκία επιβίωσης, με απώτερους σκοπούς τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, την προαγωγή του τοπικού κοινωνικοοικονομικού χώρου, όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση, και, ευρύτερα, της εθνικής οικονομίας. Η διαδικασία συνδιαλλαγής δεν είναι παρά μία συλλογική συναινετική διαδικασία, που λειτουργεί στα πλαίσια της συμβατικής αυτονομίας. Εντούτοις, προβλέπεται, εκ του νόμου, τριπλή παρέμβαση του Δικαστηρίου, υπό την έννοια ότι στα πλαίσια της εκδίδονται τρεις (3) αποφάσεις, δυνάμει των οποίων λειτουργεί η διαδικασία συνδιαλλαγής, ήτοι η 1η απόφαση, που επιτρέπει το «άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής» (άρθρο 100 του ΠτωχΚ), η 2η απόφαση επικυρώνει ή μη τη συμφωνία, που, τυχόν, θα συναφθεί μεταξύ του οφειλέτη και εκείνων των πιστωτών, που έχουν την πλειοψηφία των απαιτήσεων, με τη συμμετοχή του μεσολαβητή (άρθρο 101 παρ. 1 του ΠτωχΚ) και η 3η απόφαση διατάσσει τη λύση της συμφωνίας λόγω μη εκπλήρωσης των όρων της (άρθρο 105 του ΠτωχΚ). Στη διαδικασία συνδιαλλαγής μπορεί να υπαχθεί κάθε οφειλέτης, που σε περίπτωση πτώχευσης θα είχε πτωχευτική ικανότητα, κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του ΠτωχΚ, δηλαδή, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έμπορος ή ένωση προσώπων με νομική προσωπικότητα, που επιδιώκει οικονομικό σκοπό (άρθρο 99 παρ. 1 του ΠτωχΚ). Η απόφαση για υπαγωγή στη διαδικασία συνδιαλλαγής είναι πράξη διαχείρισης, για την οποία εξουσία έχει μόνο το όργανο του νομικού προσώπου ή ο έμπορος ατομικά. Ο οφειλέτης ούτε υποχρέωση έχει για υπαγωγή στη διαδικασία αυτή, αλλά ούτε και δικαίωμά του είναι, αν δεν συντρέχουν οι κάτωθι αναφερόμενες αντικειμενικές προϋποθέσεις. Η υπαγωγή προϋποθέτει οικονομική αδυναμία, παρούσα ή προβλέψιμη, χωρίς είσοδο στο στάδιο της παύσης των πληρωμών. Συνεπώς, https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 4/14
οικονομική αδυναμία μπορεί να συνιστά η μη γενική, κατά την αντίληψη των συναλλαγών, οικονομική αδυναμία ή η πρόσκαιρη ή η οφειλόμενη σε παροδικούς λόγους οικονομικής στενότητας ή σε λόγους δικαιολογημένης αρρυθμίας πληρωμών. Δεν απαιτείται η οικονομική αδυναμία να είναι παρούσα, αλλά αρκεί, κατά αντικειμενική εκτίμηση, να προβλέπεται ότι στο άμεσο μέλλον η επιχείρηση θα αντιμετωπίσει οικονομικές δυσκολίες. Ο προβλέψιμος χαρακτήρας προϋποθέτει πρόγνωση, όχι αόριστα και αφηρημένα, αλλά με συγκεκριμένες καταστάσεις και ενδείξεις, οι οποίες μπορεί να είναι: α) τα οικονομικά δεδομένα, όπως αρνητικός ισολογισμός, συνεχής έλλειψη κερδοφορίας και αδυναμία μερισματικής πολιτικής, υπερβολικός βραχυπρόθεσμος δανεισμός, διακοπή τραπεζικών συναλλαγών, αφαίρεση βιβλιαρίου επιταγών, διακοπή οικονομικής υποστήριξης από μητρική εταιρία ομίλου, β) η περιουσιακή κατάσταση, όπως η επιβάρυνση των περιουσιακών στοιχείων με πολλαπλές εμπράγματες ασφάλειες ή η ανυπαρξία ελεύθερης περιουσίας ή η εκποίηση περιουσιακών στοιχείων για αντιμετώπιση βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων, γ) η επιχειρηματική δραστηριότητα, όπως έλλειψη των αναγκαίων πρώτων υλών, υπολειτουργία της επιχείρησης, δυσχέρειες στην κάλυψη αποθεμάτων, προβλήματα και διεκδικήσεις προσωπικού μη αντιμετωπίσιμες, δυσαναλογία εσόδων και λειτουργικών εξόδων και δ) το οικονομικό περιβάλλον της επιχείρησης, όπως μείωση παραγγελιών, ανάκληση ή μη παράταση αδειών εκμετάλλευσης ή ευρεσιτεχνιών, προβληματικές σχέσεις με προμηθευτές, συγκρούσεις με προσωπικό, καταστροφή ολική ή μερική εγκαταστάσεων ή παραγωγής, ευρεία ελαττωματικότητα προϊόντων και μαζικές υπαναχωρήσεις καταναλωτών. Για την υπαγωγή του σε διαδικασία συνδιαλλαγής, ο οφειλέτης υποβάλλει σχετική αίτηση ενώπιον του πτωχευτικού Δικαστηρίου, ήτοι του πολυμελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας, στην οποία έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του -ειδικά δε για τα νομικά πρόσωπα τεκμαίρεται ως τέτοιος ο τόπος της καταστατικής έδρας (άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του ΠτωχΚ)- το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (741 επ. του ΚΠολΔ), με την απόκλιση, που καθιερώνει η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3 του ΠτωχΚ για τη δυνατότητα άσκησης παρεμβάσεων, κύριων ή πρόσθετων, και προφορικά με δήλωση που καταχωρείται στα πρακτικά. Για το ορισμένο της σχετικής αίτησης, πέραν των άλλων στοιχείων, που απαιτούν οι διατάξεις των άρθρων 118 και 216 του ΚΠολΔ, πρέπει να περιέχονται, με ποινή απαραδέκτου, πληροφορίες ως προς την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη, το μέγεθος, την κοινωνική σημασία της επιχείρησης από άποψη απασχόλησης, περιγραφή των προτεινόμενων μέτρων χρηματοδότησης του οφειλέτη και τα μέσα αντιμετώπισης της κατάστασης αυτής (99 παρ. 2 ΠτωχΚ). Το πτωχευτικό Δικαστήριο, προκειμένου να αποφανθεί για το «άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής», αρκείται σε πιθανολόγηση του ουσία βάσιμου του αιτήματος, στηριζόμενο σε έκθεση εμπειρογνώμονα, εφόσον, βέβαια, τούτος ορίσθηκε. Εάν αποφασίσει το «άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής», ορίζει μεσολαβητή, που επιλέγει από τον κατάλογο των πραγματογνωμόνων. https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 5/14
Με την ως άνω απόφαση του Δικαστηρίου καθορίζεται, ανάλογα με το μέγεθος και τη φύση της επιχείρησης του οφειλέτη, ο χρόνος, που δίνεται στον μεσολαβητή να περαιώσει το έργο του, αλλά όχι πέραν του διμήνου, αρχομένου όχι από την επίδοση σε αυτόν της απόφασης, που τον διορίζει (144 ΚΠολΔ), η οποία γίνεται με επιμέλεια της γραμματείας του πτωχευτικού Δικαστηρίου (375 ΚΠολΔ), αλλά από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών. Εφόσον ο μεσολαβητής το ζητήσει, το πτωχευτικό Δικαστήριο μπορεί να παρατείνει την προθεσμία για ένα (1) ακόμη μήνα. Με την ίδια απόφαση, το πτωχευτικό Δικαστήριο μπορεί, κατά το άρθρο 100 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 10 παρ. 1 του ΠτωχΚ, να διατάξει οποιοδήποτε εξασφαλιστικό μέτρο κρίνει αναγκαίο για να αποτραπεί κάθε επιζήμια για τους πιστωτές μεταβολή της περιουσίας του οφειλέτη ή μείωση της αξίας της και ιδίως: α) να απαγορεύσει οποιαδήποτε διάθεση περιουσιακού στοιχείου από τον οφειλέτη ή προς αυτόν, β) να διατάξει την αναστολή των ατομικών διώξεων των πιστωτών και γ) να ορίσει μεσεγγυούχο. Τα ασφαλιστικά μέτρα που διατάσσονται με την 1η απόφαση ισχύουν μέχρι την έκδοση της 2ης απόφασης, δηλαδή, της επικυρωτικής ή μη της συμφωνίας, κατά το άρθρο 103 παρ. 4 του ΠτωχΚ ή, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία, μέχρι την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου, που κηρύσσει τη λύση της διαδικασίας συνδιαλλαγής, κατά το άρθρο 101 παρ. 3 του ΠτωχΚ. Η 1η απόφαση του Δικαστηρίου για «το άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής» δημοσιεύεται στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών (άρθρο 100 παρ. 3 του ΠτωχΚ) και, επιπλέον, δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα, είτε δέχεται την αίτηση είτε όχι (άρθρο 100 παρ. 4 του ΠτωχΚ). Επειδή, τέλος, τα καθήκοντα του μεσολαβητή περιγράφονται στο νόμο, δεν είναι αναγκαία η αναφορά τους στη δικαστική απόφαση, που τον ορίζει (βλ. αιτιολογική έκθεση του Ν 3588/2007, Λ. Κοτσίρη, Πτωχευτικό Δίκαιο, έκδ. 2008, σελ. 511-529, Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, έκδ. 2007, σελ. 40-54, 77. Μάζη, Η διαδικασία συνδιαλλαγής του νέου Πτωχευτικού Κώδικα, ΔΕΕ 2/2008,172, Λ. Κοτσίρη/Π. Αρβανιτάκη, Γνωμοδότηση από 19.2.2008 Προληπτικά μέτρα στο πλαίσιο της διαδικασίας συνδιαλλαγής κατά το νέο πτωχευτικό κώδικα). Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτούσα εταιρία περιορισμένης ευθύνης υπό την επωνυμία «... ΕΠΕ», που εδρεύει στην Κοινότητα Σοφικού Ν. Κορινθίας, εκθέτει, με την υπό κρίση από 12.5.2009 (και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου.../12.5.2009) αίτησή της, ότι, δυνάμει της με αριθμό 4/3.4.2009 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, έγινε δεκτή η από 5.11.2008 αίτησή της περί υπαγωγής της στη διαδικασία συνδιαλλαγής (κατά το άρθρο 99 του Ν 3588/2007) και λήψης προσωρινών μέτρων και προσωρινής διαταγής, και εντεύθεν, διατάχθηκε το άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής, ορίσθηκε μεσολαβητής, προκειμένου να ελέγξει τη διαδικασία αυτή εντός χρονικού διαστήματος ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση της ως άνω απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων στο Ταμείο Νομικών, ενώ, επίσης, απαγορεύθηκε οποιαδήποτε διάθεση περιουσιακού στοιχείου αυτής. https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 6/14
Με βάση το ανωτέρω ιστορικό και επικαλούμενη, περαιτέρω, την ύπαρξη έννομου συμφέροντος και το γεγονός ότι προέκυψαν νέα πραγματικά περιστατικά και μεταβολή των συνθηκών, που διαφοροποιούν σημαντικά τη βάση, επί της οποίας στηρίχθηκε η ως άνω απόφαση, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο δικόγραφο αυτής, ζητεί τη μεταρρύθμιση της απόφασης αυτής και, ειδικότερα, ζητεί: α) να διορισθεί νέος μεσολαβητής, ικανός να επιτύχει τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της ιδίας και των πιστωτών αυτής, λόγω της δηλωθείσας πραγματικής αδυναμίας της, ήδη, διορισθείσας μεσολαβήτριας να ανταποκριθεί στα καθήκοντά της, β) να εκκινήσουν οι προθεσμίες, που αφορούν στο χρόνο της διαδικασίας συνδιαλλαγής από την ημερομηνία αποδοχής εκ μέρους του νέου ορισθέντος μεσολαβητή του διορισμού του, άλλως, από την επίδοση σε αυτόν της με αριθμό 4/2008 απόφασης, και γ) να μεταρρυθμιστεί το ως άνω διαταχθέν προληπτικό μέτρο της απαγόρευσης διάθεσης οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου της ιδίας στο μέτρο, που αφορά τη δυνατότητα άδειας πώλησης ιχθύων για την κάλυψη τρεχουσών δραστηριοτήτων της. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αίτηση, αρμοδίως, καθ ύλη και κατά τόπο (αφού, άλλωστε, η αίτηση περί ανάκλησης ή μεταρρύθμισης εκδικάζεται από το Δικαστήριο, που εξέδωσε την υπό ανάκληση ή μεταρρύθμιση απόφαση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 741-781: βλ. σχετ. ΕφΑθ 9284/1983 ΑρχΝ 1984,294), εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά την προκείμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (κατά τα άρθρα 741 επ. του ΚΠολΔ) και ασκείται παραδεκτά από την αιτούσα εταιρία, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 758 του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι η τελευταία αφενός μεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου στη δίκη της υπό μεταρρύθμιση απόφασης (αφού μετείχε σε αυτή ως αιτούσα), αφετέρου δε θίγεται από την έκδοση και από το περιεχόμενο της απόφασης αυτής, που έθεσε την επιχείρησή της σε διαδικασία συνδιαλλαγής, και δικαιολογεί, ως εκ τούτου, κατά το χρόνο συζήτησης της παρούσας αίτησης, το άμεσο έννομο συμφέρον για την αιτούμενη μεταρρύθμισή της (βλ. σχετ. άρθρα 747 παρ. 1γ και 69 του ΚΠολΔ και ΕφΘεσ 2801/2004, ό.π., καθώς και Πρακτ. Αναθ. Επιτροπής, σελ. 385, Κ. Μπέη, Πολ. Δικονομία, υπ άρθρο 758, σελ. 323), το οποίο (συμφέρον) αποτελεί όρο του παραδεκτού της (βλ. σχετ. ΑΠ 640/2003 ό.π.). Περαιτέρω, η κρινόμενη αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη -καθώς διαλαμβάνει, κατά τα άρθρα 118 και 216 παρ. 1α του ΚΠολΔ, στο δικόγραφο αυτής σαφώς και ορισμένως, γεγονότα που φέρεται ότι συνιστούν «νέα πραγματικά περιστατικά» και «μεταβολή των συνθηκών» και δικαιολογούν τη μεταρρύθμισή της με αριθμό 4/2009 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου- και νόμιμη, στηριζόμενη στις προμνησθείσες στη μείζονα σκέψη της παρούσας διατάξεις καθώς, επίσης, και στις διατάξεις των άρθρων 68, 69, 747, 758 του ΚΠολΔ, και 99-106 του Ν 3588/2007 (Νέος Πτωχευτικός Κώδικας), αφού, κατά την ορθή έννοια των εν λόγω διατάξεων σε ανάκληση υπόκεινται, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, όλες οι οριστικές αποφάσεις, που εκδίδονται σε υποθέσεις των άρθρων 782 έως 866 ΚΠολΔ ή σε άλλες υποθέσεις, που με διάταξη νόμου υπάγονται στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (βλ. https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 7/14
σχετ. ΑΠ 1275/2001 (/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/331554) ΕΕμπΔ ΝΓ,886). Μη νόμιμο, ωστόσο, και, ως εκ τούτου, απορριπτέο τυγχάνει το δεύτερο αίτημα αυτής, κατά το μέρος κατά το οποίο δι αυτού ζητείται να εκκινήσουν οι προθεσμίες, που αφορούν στο χρόνο της διαδικασίας της συνδιαλλαγής, από την ημερομηνία αποδοχής εκ μέρους του νέου μεσολαβητή του διορισμού του, άλλως από την επίδοση σε αυτόν της με αριθμό 4/2009 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου. Τούτο δε διότι, σύμφωνα με όσα αναλυτικά αναφέρθηκαν στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη αναφορικά με τον προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 99-106 του Ν 3588/2007 (Νέος Πτωχευτικός Κώδικας) θεσμό της διαδικασίας της συνδιαλλαγής, το πτωχευτικό Δικαστήριο, το οποίο αποφαίνεται, κατόπιν πιθανολόγησης, για το «άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής», ορίζει μεσολαβητή από τον κατάλογο των πραγματογνωμόνων και με τη σχετική απόφασή του ταυτόχρονα καθορίζει, ανάλογα με το μέγεθος και τη φύση της επιχείρησης του οφειλέτη, και το χρόνο, που θα δοθεί στο μεσολαβητή να περαιώσει το έργο του, αλλά όχι πέραν του διμήνου, αρχομένου όχι από την επίδοση σε αυτόν της απόφασης, που τον διορίζει (144 ΚΠολΔ), η οποία γίνεται με επιμέλεια της γραμματείας του πτωχευτικού Δικαστηρίου (375 ΚΠολΔ), αλλά από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών, εφόσον δε ο ίδιος ο μεσολαβητής το ζητήσει, το πτωχευτικό Δικαστήριο μπορεί να παρατείνει την προθεσμία για ένα (1) ακόμη μήνα. Κατ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει, συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση κατά το μέρος κατά το οποίο κρίθηκε νόμιμη- να ερευνηθεί, περαιτέρω, και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Επισημαίνεται ότι, παρά τη διάταξη του άρθρου 758 του ΚΠολΔ, η οποία, ρητά, επιτάσσει ότι η ανάκληση ή η μεταρρύθμιση γίνεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 έως 781, αφού κληθούν όχι μόνο οι διάδικοι της αρχικής δίκης αλλά και τα πρόσωπα εκείνα, τα οποία είχαν διοριστεί από την κρίσιμη απόφαση για την άσκηση λειτουργήματος (βλ. σχετ. για το θέμα της κλήτευσης αυτής: ΕφΑθ 9707/1999 ό.π., ΕφΑθ 10382/1997 (/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4221711)), στην προκείμενη περίπτωση και κατά τη συζήτηση της κρινόμενης αίτησης δεν απαιτείτο η κλήτευση της, ήδη, διορισθείσας, δυνάμει της με αριθμό 4/2009 υπό μεταρρύθμιση απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, μεσολαβήτριας. Τούτο δε για το λόγο ότι στην περίπτωση, που -μεταξύ άλλων- ζητείται και η αντικατάσταση του δικαστικώς διορισθέντος μεσολαβητή, ο οποίος, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, παραιτήθηκε, όπως συντρέχει εν προκειμένω (αφού η ορισθείσα μεσολαβήτρια, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη εκ μέρους της αιτούσας από 7.5.2009 εξώδικη δήλωσή της, δηλώνει -επικαλούμενη φόρτο εργασίας- ότι αδυνατεί να αναλάβει το έργο αυτό της μεσολαβήτριας, που νομίμως της ανατέθηκε δυνάμει της προαναφερθείσας απόφασης, κατά την έννοια του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, και αποποιείται τον σχετικό διορισμό της), δεν ισχύει η υποχρέωση, που επιβάλλει η προαναφερθείσα διάταξη, και, κατά τη συζήτηση, δεν απαιτείται καν η κλήτευση του διορισθέντος και παραιτηθέντος μεσολαβητή. https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 8/14
Προς επίρρωση των ανωτέρω, αξίζει, ίσως, να επισημανθεί και η περίπτωση της διάταξης του άρθρου 786 παρ. 3 του ΚΠολΔ, η οποία, καθιερώνοντας την αντικατάσταση του εκκαθαριστή νομικού προσώπου, ρητά ορίζει μεν ότι η αντικατάσταση αυτή γίνεται μετά από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον και μόνο για «σπουδαίους λόγους», κατά δε τη συζήτηση καλούνται υποχρεωτικά, επί ποινή, μάλιστα, απαραδέκτου της συζήτησης (βλ. σχετ. ΕφΑθ 4426/1989 ΕΕμπΔ 1991,263) και τα πρόσωπα (εκκαθαριστές), των οποίων ζητείται η αντικατάσταση, πλην, όμως, κατά την κρατούσα στη νομολογία άποψη, γίνεται δεκτό ότι, προκειμένου για την αντικατάσταση εκκαθαριστών, που ορίσθηκαν μεν δικαστικώς, όμως, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους παραιτήθηκαν, δεν απαιτείται να επικαλείται ο αιτών «σπουδαίο λόγο», δεδομένου ότι, μετά από την παραίτησή τους, δεν γίνεται, πλέον, λόγος για «αντικατάσταση» εκκαθαριστή, αλλά για «διορισμό» (άρθρο 786 παρ. 1 του ΚΠολΔ) νέου, οπότε, κατά τη συζήτηση, δεν απαιτείται καν και η κλήτευση του διορισθέντος και παραιτηθέντος εκκαθαριστή, υποχρέωση, που επιβάλλει, ως ανωτέρω εκτέθηκε, η διάταξη της 3ης παραγράφου του άρθρου 786 του ΚΠολΔ. Από [...], αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά για την υπόθεση αυτή: Η αιτούσα είναι μία εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «... ΕΠΕ» και το διακριτικό τίτλο «F.C. ΕΠΕ», που συστάθηκε το έτος 1991, εδρεύει στην Κοινότητα Σοφικού του Νομού Κορινθίας και δραστηριοποιείται στον τομέα της ιχθυοκαλλιέργειας. Ειδικότερα, σύμφωνα με το καταστατικό της εν λόγω εταιρίας, σκοποί της είναι: α) η παραγωγή, η εμπορία, οι εισαγωγείς και οι εξαγωγές ιχθύων, β) η εκτέλεση παραγγελιών παραγωγής ιχθύων για λογαριασμό οίκων του εσωτερικού ή του εξωτερικού, γ) η κοινοπραξία ή σύμπραξη με άλλες εταιρίες ή επιχειρήσεις του εσωτερικού ή του εξωτερικού ή η συμμετοχή σε εταιρίες, που επιδιώκουν παρόμοιους με τους πιο πάνω σκοπούς, καθώς και άλλη νομική ή υλική πράξη και επιχείρηση, που θα έχει σχέση, θα είναι συναφής και θα εξυπηρετεί τους πιο πάνω σκοπούς. Ο βασικός κλάδος, στον οποίο δραστηριοποιείται η ως άνω εταιρία είναι ο κλάδος των ιχθυοκαλλιεργειών, [...]. Περαιτέρω, όπως αποδείχθηκε, η ως άνω εταιρία περιορισμένης ευθύνης, με την από 5.11.2008 αίτησή της ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (του τόπου της καταστατικής της έδρας - άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του ΠτωχΚ), επικαλούμενη προβλήματα ρευστότητας και επικείμενη οικονομική αδυναμία της, ζήτησε το άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής, το διορισμό μεσολαβητή καθώς, επίσης, και τη λήψη προληπτικών μέτρων, όπως αυτά αναφέρονταν και απαριθμούνταν στο δικόγραφο της εν λόγω αίτησής της. Πράγματι δε, το πτωχευτικό αυτό Δικαστήριο, δυνάμει της με αριθμό 4/3.4.2009 απόφασής του, αφού έκρινε, κατά την προκείμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, ως επαρκώς ορισμένη και νόμιμη την ως άνω αίτηση περί υπαγωγής στη διαδικασία συνδιαλλαγής και περί λήψης προσωρινών μέτρων και προσωρινής διαταγής, έκανε αυτή δεκτή, ως και κατ ουσία βάσιμη, συγκεκριμένα δε διέταξε, κατόπιν, πιθανολόγησης, για την αιτούσα εταιρία περιορισμένης ευθύνης, με όλα τα https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 9/14
προπαρατιθέμενα χαρακτηριστικά της, το άνοιγμα της εν λόγω διαδικασίας συνδιαλλαγής (procedure de conciliation), ήτοι του νέου αυτού θεσμού, που εισήχθη και στο δικαιϊκό σύστημά μας από τον Έλληνα Νομοθέτη με τις διατάξεις των άρθρων 99-106 του Ν 3588/2007 (Νέος Πτωχευτικός Κώδικας), επιδιώκοντας, υπό την εγγύηση της Δικαστικής αρχής και με τη σύμπραξη των πιστωτών, την ικανοποίηση των τελευταίων μέσω της διάσωσης της επιχείρησης, που απειλείται με οικονομική κατάρρευση. Το άνοιγμα της ως άνω διαδικασίας αποφασίσθηκε από το πτωχευτικό Δικαστήριο, δυνάμει της ανωτέρω απόφασής του, διότι, σύμφωνα με το σκεπτικό αυτής, αφενός μεν πιθανολογήθηκε ότι «... η οικονομική κατάσταση της αιτούσας παρουσιάζεται «ανάμεικτη» με καταγραφή ζημιών στην τελευταία οικονομική χρήση 2007, οι συνέπειες της υφιστάμενης παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης επηρέασαν σημαντικά την αιτούσα, δεδομένου ότι βρέθηκε βεβαρημένη με υψηλό βραχυχρόνιο δανεισμό... περαιτέρω, η τιμή πώλησης της τσιπούρας... έπεσε τον Σεπτέμβριο 2008 σε... τιμή, η οποία κυμαίνεται κάτω της τιμής του κόστους, που ανερχόταν σε 3,70 ευρώ το κιλό... η συμπίεση των τιμών πώλησης της τσιπούρας στην εγχώρια αγορά επιδείνωσε περαιτέρω τα οικονομικά μεγέθη της εταιρίας...», αφετέρου δε πιθανολογήθηκε ότι η συνέχιση της λειτουργίας της αιτούσας και η οικονομική ανάκαμψή της με τη σύμπραξη των δανειστών της στο πλαίσιο της διαδικασίας συνδιαλλαγής θα διασφάλιζε και την προσήκουσα εξόφληση των απαιτήσεων των προμηθευτών της. Παράλληλα, με την ίδια ως άνω απόφαση του πτωχευτικού Δικαστηρίου, και κατά τη διάταξη του άρθρου 100 του Ν 3588/2007, διορίστηκε, ως μεσολαβητής, από τον κατάλογο πραγματογνωμόνων, η Ε. Α. του Ε., οικονομολόγος-λογιστής-ορκωτός λογιστής, κάτοικος Αθηνών, προκειμένου η τελευταία να επιτελέσει τα περιγραφόμενα στην προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 100 του Ν 3588/2007 καθήκοντά της και, εν γένει, να ελέγξει την προαναφερθείσα διαδικασία συνδιαλλαγής, εντός του οριζόμενου χρονικού διαστήματος ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση της ως άνω απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείο Νομικών. Επίσης, δυνάμει της ανωτέρω απόφασης, απαγορεύθηκε οποιαδήποτε διάθεση περιουσιακού στοιχείου της ως άνω αιτούσας, ενώ, τέλος, ενόψει του πιθανολογούμενου κινδύνου: α) μονομερούς μεταβολής των ορίων χρηματοδότησης και καταγγελίας των πάσης φύσεως συμβάσεων μεταξύ της αιτούσας και της Αγροτικής Τράπεζας Ελλάδος, και β) ανάληψης του γόνου από προμηθευτές γόνου της αιτούσας εταιρίας, οι οποίοι είχαν πωλήσει γόνο σε αυτήν σε παρακράτηση κυριότητας, ο οποίος, όμως, είχε, ήδη, μετεξελιχθεί σε ψάρι, γεγονότα που θα καθιστούσαν άνευ αντικειμένου την ανοιγόμενη διαδικασία συνδιαλλαγής, ενόψει της αδυναμίας λειτουργίας της επιχείρησης της, αποφασίσθηκε η λήψη περαιτέρω, προληπτικών μέτρων και, συγκεκριμένα, απαγορεύθηκε στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, όπως μεταβάλει μονομερώς τα όρια χρηματοδότησης της αιτούσας καθώς και να καταγγείλει τις πάσης φύσης συμβάσεις, που έχει συνάψει με την τελευταία, εφόσον αυτές εξυπηρετούνται, και απαγορεύθηκε στους προμηθευτές γόνου, οι οποίοι είχαν πωλήσει γόνο στην αιτούσα με παρακράτηση κυριότητας, να αναλάβουν το γόνο, που είχε, ήδη, https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 10/14
μετεξελιχθεί σε ψάρι. Η δε δημοσίευση της απόφασης αυτής στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών με επιμέλεια της αιτούσας ορίσθηκε ότι θα πρέπει να λάβει χώρα εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από τη δημοσίευση αυτής. Πράγματι δε αποδείχθηκε ότι η αιτούσα προέβη την 13.4.2008 σε δημοσίευση της ως άνω (υπό μεταρρύθμιση) απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών (αριθμός φύλλου 9109/17.4.2009), αποστέλλοντας, ταυτοχρόνως, αντίγραφο της δημοσίευσης αυτής στην ως άνω ορισθείσα μεσολαβήτρια, Ε.Α. Η ως άνω, ωστόσο, ορισθείσα μεσολαβήτρια, με την από 7.5.2009 προσκομιζόμενη εξώδικη δήλωσή της, δήλωσε ότι αδυνατεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντά της και, ειδικότερα, να αναλάβει το έργο της μεσολάβησης, κατά τη διάταξη του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, και ότι αποποιείται το διορισμό της αυτό, τούτο δε για το λόγο ότι [...] Ήδη, επικαλούμενη την αποποίηση αυτή, η αιτούσα, με την κρινόμενη από 12.5.2009 αίτησή της, η οποία σημειωτέον, ασκήθηκε εντός του χρονικού διαστήματος του ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων, ήτοι προτού επέλθει η αυτοδίκαιη περάτωση του λειτουργήματος του μεσολαβητή και της διαδικασίας συνδιαλλαγής (αφού, κατά το άρθρο 100 παρ. 1, το πτωχευτικό Δικαστήριο, εφόσον πιθανολογεί το βάσιμο της αίτησης και τη σκοπιμότητα της αιτούμενης συνδιαλλαγής, αποφασίζει το άνοιγμα της, ορίζοντας μεσολαβητή, που επιλέγει από τον κατάλογο πραγματογνωμόνων, για περίοδο όχι μεγαλύτερη των δύο (2) μηνών, κατά δε την παρ. 2 του ιδίου άρθρου, η πάροδος της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου επιφέρει αυτοδικαίως περάτωση του λειτουργήματος του μεσολαβητή και της διαδικασίας συνδιαλλαγής), ζητεί τη μεταρρύθμιση της ως άνω απόφασης του πτωχευτικού τούτου Δικαστηρίου, διότι, όπως ισχυρίζεται, η αποποίηση αυτή συνιστά νέο πραγματικό περιστατικό και μεταβολή των συνθηκών, που επήλθε μετά από την έκδοση αυτής, στοιχεία, τα οποία δικαιολογούν τη μεταρρύθμιση αυτή. Και, πράγματι, στα πλαίσια αυτά, προκύπτουν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, νέα πραγματικά περιστατικά μετά από την έκδοση της ως άνω απόφασης, που επιβάλλουν τη μεταρρύθμισή της και το διορισμό νέου μεσολαβητή από τον τηρούμενο κατάλογο πραγματογνωμόνων, ο οποίος θα έχει ως αποστολή να επιτύχει τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της οφειλέτριας-αιτούσας και των πιστωτών αυτής, που εκπροσωπούν τουλάχιστον την πλειοψηφία των απαιτήσεων κατ αυτής και ως απώτερο στόχο την άρση των οικονομικών δυσκολιών της οφειλέτριας-αιτούσας, τη συνέχιση της δραστηριότητάς της και διατήρηση των θέσεων εργασίας, μέσω της μείωσης των απαιτήσεων, της παράτασης του ληξιπρόθεσμου αυτών, της αναδιάρθρωσης της επιχείρησής της ή κάθε άλλου πρόσφορου μέτρου, όπως, κατά τα λοιπά, ορίζει η διάταξη του άρθρου 100 του νέου πτωχευτικού Κώδικα. Κατ αντιστοιχία, ενόψει όλων των ανωτέρω, θα πρέπει να παραταθούν και οι ταχθείσες, δυνάμει της με αριθμό 4/2009 απόφασης, προθεσμίες αναφορικά με την περάτωση της διαδικασίας της συνδιαλλαγής, το δε χρονικό διάστημα του ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση της ως άνω https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 11/14
απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων, που δόθηκε στον προηγούμενο μεσολαβητή προκειμένου αυτός να περαιώσει το έργο του, θα πρέπει να έχει, πλέον, ως αφετηρία όχι την επίδοση σε αυτόν της υπό μεταρρύθμιση απόφασης ή της παρούσας απόφασης, που θα τον διορίσει, η οποία, σημειωτέον, γίνεται με επιμέλεια της γραμματείας του πτωχευτικού Δικαστηρίου (375 ΚΠολΔ - βλ. ανωτέρω μείζονα σκέψη), ούτε την ημερομηνία αποδοχής του διορισμού του, όπως αβάσιμα ισχυρίστηκε η αιτούσα, αλλά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών, η οποία και θα λάβει χώρα εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από τη δημοσίευσή της. Πέραν, ωστόσο, όλων των ανωτέρω, μεταρρυθμιστέα τυγχάνει η ως άνω με αριθμό 4/2009 απόφαση και κατά το μέρος εκείνο, κατά το οποίο απαγορεύει οποιαδήποτε διάθεση περιουσιακού στοιχείου της αιτούσας, γενομένου δεκτού και του σχετικού ισχυρισμού της αιτούσας ως βάσιμου. Κατ αρχάς, είναι αληθές ότι η ως άνω απαγόρευση νομίμως διατάχθηκε από το πτωχευτικό Δικαστήριο με την προαναφερθείσα (υπό μεταρρύθμιση) απόφασή του, αφού, άλλωστε, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη, κατά το άρθρο 100 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 10 παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα, το πτωχευτικό Δικαστήριο δύναται σε κάθε περίπτωση να διατάξει οποιοδήποτε εξασφαλιστικό μέτρο κρίνει αναγκαίο για να αποτραπεί κάθε επιζήμια για τους πιστωτές μεταβολή της περιουσίας του οφειλέτη ή μείωση της αξίας της και, ιδίως, δύναται να απαγορεύσει οποιαδήποτε διάθεση περιουσιακού στοιχείου από τον οφειλέτη ή προς αυτόν. Εν προκειμένω δε το Δικαστήριο, πράγματι, έκρινε -αφού πιθανολόγησε ότι η διαδικασία της συνδιαλλαγής θα έχει περατωθεί μετά από την πάροδο ενός (1) μηνός και ότι δεν θα διαρκέσει περισσότερο- ότι το μέτρο αυτό είναι αναγκαίο αφού οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσίας της αιτούσας θα είναι επιζήμια για τους πιστωτές και θα επιφέρει μείωση της αξίας της. Ενόψει, ωστόσο, της κατά τα ανωτέρω, πλέον, αποδειχθείσας αποποίησης εκ μέρους της ορισθείσας μεσολαβήτριας, η ως άνω διαδικασία, αναπόφευκτα, θα διαρκέσει περισσότερο από τον αναμενόμενο ορισθέντα χρόνο, γεγονός που, εμμέσως πλην σαφώς, ενέχει κινδύνους για την ευόδωσή της και, εκ τούτου, επίσης, δικαιολογεί την αιτούμενη μεταρρύθμιση. Συγκεκριμένα, η πάροδος μεγαλύτερου από τον αναμενόμενο χρόνο αυξάνει τον κίνδυνο θνησιμότητας των ψαριών λόγω ασιτίας, αφού η αιτούσα μόνο μέσω της πώλησης μέρους του εμπορεύσιμου ιχθυοπληθυσμού της θα ήταν σε θέση να συνεχίσει τη λειτουργία της, αγοράζοντας ιχθυοτροφές και εκτρέφοντας τον λοιπό ιχθυοπληθυσμό της. Πέραν δε τούτων, η απαγόρευση πώλησης του εμπορεύσιμου ιχθυοπληθυσμού της αιτούσας συνεπάγεται και επιπρόσθετη οικονομική επιβάρυνση για την ίδια, γεγονός, που αναμφισβήτητα, θα οδηγούσε σε μία διαδικασία συνδιαλλαγής ατελέσφορη. Άλλωστε, και αυτή ακόμα η με αριθμό 4/2008 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου τούτου, δέχεται ότι η συντήρηση και διατήρηση του αδιάθετου ιχθυοπληθυσμού της αιτούσας επιβαρύνει ακόμα περισσότερο το οικονομικό κόστος, που αυτή επωμίζεται αφού προς τούτο απαιτείται επιπλέον τροφή και μεγαλύτερος χρόνος παραμονής των αδιάθετων (προς πώληση) ιχθύων https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 12/14
στους κλωβούς (βλ. σχετ. και αντίγραφο πίνακα υπολογισμού κόστους της απαραίτητης ποσότητας ιχθυοτροφών ανά ημέρα και ανά μήνα, συνοδευόμενο από παραστατικά αγοράς ιχθυοτροφών από την «Agroinvest ΑΕΒΕ», υπογεγραμμένη από το νόμιμο εκπρόσωπο της αιτούσας εταιρίας, εκ των οποίων προκύπτει ότι απαιτούνται 4.441,56 κιλά τροφών ανά ημέρα, ήτοι ανά μήνα 133.230 κιλά τροφών με συνολικό κόστος 123.437 ευρώ). Εξάλλου, και το ίδιο το προσωπικό, που διατηρεί η αιτούσα, μετά από την πάροδο του οριζόμενου χρόνου, πρέπει να πληρωθεί, προκειμένου να εξακολουθεί να παρέχει τις εργασίες του και να διατηρεί τη βιωσιμότητα της επιχείρησης. Προκύπτουν, ως εκ τούτου, αναμφίβολα, και στην περίπτωση αυτή, ως, ήδη, ανωτέρω εκτέθηκε, νέα πραγματικά περιστατικά, που, επίσης, επιβάλλουν τη μεταρρύθμιση της ως άνω απόφασης και επιτάσσουν να δοθεί, πλέον, η άδεια στην αιτούσα να προβεί στην πώληση μέρους του εμπορεύσιμου ιχθυοπληθυσμού της για την κάλυψη των τρεχουσών δραστηριοτήτων της και αναγκών της και δη έως την ποσότητα των 35.000 κιλών ψαριών (τσιπούρας), αφού, μάλιστα, από τα προσκομιζόμενα αντίγραφα τιμολογίων πώλησης τσιπούρας και τον πίνακα εξόδων/ τρεχουσών δαπανών ανά μήνα της αιτούσας εταιρίας, προκύπτει ότι, για να καλυφθούν οι λειτουργικές ανάγκες της ανά μήνα, θα πρέπει να πωληθούν περίπου 33.884,25 κιλά ψάρια (τσιπούρα). Κατ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, ενόψει του ότι αποδείχθηκε ότι όλα τα προπαρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά, συνιστούν, πράγματι, «νέα πραγματικά περιστατικά», σημαντικά και αποφασιστικά για την υπόθεση και με ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης καθώς, επίσης, και μεταβολή των συνθηκών, η οποία διαφοροποιεί σημαντικώς τη βάση, επί της οποίας στηρίχθηκε η με αριθμό 4/2009 απόφαση, η κρινόμενη αίτηση θα πρέπει να γίνει, κατά τα ανωτέρω, εν μέρει δεκτή, ως βάσιμη και κατ ουσίαν, και να μεταρρυθμιστεί η ως άνω απόφαση του Δικαστηρίου τούτου και, συγκεκριμένα: α) να διορισθεί νέος μεσολαβητής ο οριζόμενος στο διατακτικό της παρούσας, ο οποίος συμπεριλαμβάνεται στον πίνακα πραγματογνωμόνων και θεωρείται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, ότι είναι κατάλληλο πρόσωπο για τη διενέργεια και την περάτωση της διαδικασίας της συνδιαλλαγής με όλα τα συναφή σχετικώς καθήκοντα, που του αναθέτει η διάταξη του άρθρου 101 του Νέου Πτωχευτικού Κώδικα (επειδή δε ακριβώς τα καθήκοντα αυτά του μεσολαβητή περιγράφονται στο νόμο, δεν είναι αναγκαίο η αναφορά τους στην παρούσα δικαστική απόφαση που τον ορίζει - βλ. αιτιολογική έκθεση του Ν 3588/2007) εντός του χρονικού διαστήματος ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών, καθώς, επίσης, β) να παρασχεθεί η άδεια στην αιτούσα να προβεί στην πώληση μέρους του εμπορεύσιμου ιχθυοπληθυσμού της για την κάλυψη των τρεχουσών δραστηριοτήτων της, όπως, ειδικότερα, ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με όσα ανωτέρω αναφέρθηκαν, η επίδοση στον κάτωθι διοριζόμενο μεσολαβητή της παρούσας απόφασης θα πρέπει να γίνει με επιμέλεια της γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου (375 ΚΠολΔ), ενώ, με την επιμέλεια της ιδίας, https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 13/14
θα πρέπει, κατά την παρ. 3 του ιδίου 785 του ΚΠολΔ, η παρούσα μεταρρυθμιστική απόφαση, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, να σημειωθεί στο βιβλίο, που τηρείται κατά το άρθρο 776 και στο περιθώριο της απόφασης, που μεταρρυθμίζεται. (Δέχεται εν μέρει την αίτηση.) Σχόλια / Παρατηρήσεις Γράψτε εδώ τα σχόλια και τις παρατηρήσεις σας για το συγκεκριμένο άρθρο Αποστολή https://www.nbonline.gr/journals/3/volumes/201/issues/922/lemmas/4733855?searchid=2335 14/14