ΛΑΜΠΡΟΣ Ι. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ, Δρ Φιλοσοφίας, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ελλάς LAMPROS I. PAPAGIANNHS, Ph.D. of Philosophy, Aristotle University of Thessaloniki. Hellas Email: l.papagiannis@academy.edu.gr ISSN:2241-5106 Θεσσαλονίκη 2015 Thessaloniki 2015
The issue of evil doing within rationalism ΛΑΜΠΡΟΣ Ι. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ LAMPROS I. PAPAGIANNHS Abstract Here we shall deal with the notion of evil and its nature within the logical thinking. It is an attempt to declare whether rationalism may or may not act as protection against wrongful deeds given the assumed benevolent nature of man. Firstly there is a short synopsis of the idea of good and evil in various philosophical traditions of antiquity only to continue with philosophers of the Middle Ages and the Renaissance. The final question attempted to be given an answer is: is man potentially good or evil? Will he select the wrong action over the benevolent, if given the opportunity? Περίληψη Το άρθρο εξετάζει αρχικά ορισμένες απόψεις γύρω από το ζήτημα της ανθρώπινης φύσης από την αρχαία εποχή μέχρι τη φιλοσοφία του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης. Το κυρίως ζήτημα που τίθεται είναι κατά πόσον ο άνθρωπος δύναται να θεωρηθεί καλός ή κακός δεδομένης της έλλογης σκέψης. Κατά συνέπεια ο λογικά σκεπτόμενος άνθρωπος μπορεί να πράξει το κακό, εφόσον γνωρίζει τη διαφορά μεταξύ των δύο ή ο κολασμός και οι συνέπειες της πράξης του αποτελούν το μόνο αποτρεπτικό για την επίσης έλλογη απόφασή του; Το κακό ως έννοια έχει απασχολήσει τον άνθρωπο και διαφαίνεται ότι πρόκειται για ένα ζήτημα που προκύπτει σχεδόν ταυτόχρονα με την ανάδειξη του φιλοσοφικού στοχασμού, αν σκεφτούμε ότι η μελέτη του κακού και της θέσης του στην ανθρωπότητα αποτελεί βασικό προβληματισμό των πρώτων φιλοσοφούντων. Σε ό,τι αφορά την ελληνική φιλοσοφική και προ φιλοσοφική παράδοση θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πάλη ανάμεσα στο καλό και το κακό αποτυπώνεται στην Ιλιάδα, η οποία πρέπει να θεωρηθεί πρόδρομος της κατεξοχήν φιλοσοφικής πνευματικής άνθισης του 6 ου αι. π.χ. 1. Στη φιλοσοφία των πρώτων στοχαστών διακρίνονται ηθικά ζητήματα και προβληματισμοί ακόμα κι αν δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για ένα σύστημα ηθικών αξιών υπό το πρίσμα μιας αρχής, όπως, φερειπείν, συμβαίνει με τη θρησκεία. Ήδη ο Πυθαγόρας εκδίδει συμβουλές προς τους μαθητές του στους οποίους διδάσκει την τύχη της ψυχής στη μεταθανάτια πορεία. Ακόμα ο Ηράκλειτος αναζητά τον εαυτό του και δεν ξεχνά τον συνάνθρωπό του που λησμονεί τον δρόμο 2. Ο Εμπεδοκλής από την άλλη στηρίζει ολόκληρο το φιλοσοφικό του οικοδόμημα στις έννοιες, οι οποίες κατεξοχήν καθορίζουν αυτό που ο άνθρωπος ονομάζει η 1 Ασφαλώς τον ίδιο ρόλο έπαιξε και η Οδύσσεια, όπως και τα ησιόδεια έπη, βλ. Kirk G., Raven J. E., Schofield M.Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, M.I.E.T., 2005, Αθήνα, σ. 26 37. 2 DK 81 & DK 71 αντίστοιχα. 219
θική: τη Φιλότητα και το Νείκος. Η αναζήτηση του αγαθού συνεχίστηκε και κατά την κλασική περίοδο, όταν ο Σωκράτης κατέβασε τη φιλοσοφία από τον ουρανό στη γη, κατά τη ρήση του Κικέρωνα. Με τον ίδιο ζήλο διερευνούν το κακό, τη φύση και την αιτία του ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Ζήνων, ο Επίκουρος και ο Πλωτίνος. Ωστόσο και στην Ανατολή, όπου η φιλοσοφία αναπτύχθηκε πρωτογενώς και οίον ε ξαίφνης, η ηθική διδασκαλία υπήρξε αλληλένδετη με κάθε άλλη έκφανση του ανθρώπινου βίου. Στην Κίνα ο Κομφούκιος και ο Μένκιος δίδαξαν την αρετή, την κοινωνική ευπρέπεια και τον σεβασμό, όπως και ο Μο Τσε την πανανθρώπινη αγάπη. Ο Λάο Τσε έθεσε την ηθική στον αντίποδα της κινεζικής εκδοχής του φαντασιακού, του Τάο, της Οδού που ο άνθρωπος καλείται να διαβεί. Στην περίπτωση της Ινδίας, από την άλλη, η φιλοσοφία ανακύπτει μέσα από την αιώνια πάλη του καλού με το κακό. Εκεί το κακό δεν σταματά ποτέ, δεν νικιέται και δεν εξοντώνεται, αλλά υφίσταται εις το διηνεκές ακριβώς για να αντισταθμίζει το καλό. Πρωτίστως είναι μάλλον επιβεβλημένο να στοχαστεί κανείς πάνω στη φύση του κακού και κυρίως πάνω στην οντολογική του αυθυπαρξία. Αλλά φιλοσοφικά το πρόβλημα της οντολογικής υπόστασης του κακού είναι πολύ περισσότερο περίπλοκο από ό,τι, για παράδειγμα θρησκευτικά, από την άποψη ότι η φύση της φιλοσοφίας είναι τέτοια που απαγορεύει κάθε τελειωτικό συμπέρασμα. Ως εκ τούτου είναι επίφοβο να καθοριστεί η καθαρότητα ή μη του κακού. Οπωσδήποτε πάντως εκείνο που τίθεται οντολογικά αυτόνομα είναι το καλό χωρίς ποτέ να αμφισβητηθεί 3 ή να τεθεί η υποψία θέασής του ως το alter ego του κακού. Από μια άποψη αυτό ενισχύει τη θέση ότι ο άνθρωπος ρέπει προς το καλό Μένκιος και επομένως ότι η πράξη του κακού είναι πράξη όχι φύσει κακή, αλλά πράξη αγνωσίας Σωκράτης. Το καλό και το κακό εφόσον ιδωθούν μέσα από το πρίσμα μιας φιλοσοφίας της ροής και του γίγνεσθαι, όπως είναι η κατεξοχήν μεταφυσική σκέψη της αρχαίας Κίνας, όπως επίσης και η σκέψη του Ηράκλειτου, του Εμπεδοκλή ή του Πλάτωνα, τότε πιθανώς και κατά την άποψη του υποφαινομένου θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι πρόκειται για μεταβολή του ενός στο άλλο σε κάθε δεδομένη στιγμή δηλαδή πέρασμα από το καλό στο κακό και αντίστροφα. Στο πλαίσιο μιας φιλοσοφίας που ορίζει το ον ως το μόνο αυθύπαρκτο πράγμα, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στη σκέψη του Παρμενίδη, δύναται το καλό να ταυτιστεί με το είναι. Κι αν ενστερνιζόμενοι την άποψη των Kirk, Raven, Schofield θεωρήσουμε ότι η πίστη στο είναι απορρίπτει το μη είναι, τότε το καλό μπορεί να νοηθεί ως οντολογικά αυθύπαρκτο, ενώ το κακό να απορριφθεί στον βαθμό που θα ταυτίζεται με την ανθρώπινη και για αυτό σφαλερή γνώμη, δηλαδή να απορριφθεί ως μη ον 4. Η υπόσταση του κακού είτε ως ανεξάρτητη είτε ως εξαρτημένη από την οντολογική ταυτότητα του καλού πάντως δεν είναι ξεκομμένη από τη λογική σκέψη. Είναι, βέβαια, σαφές ότι ο λόγος δεν είναι εύκολα ή ίσως και καθόλου προσδιορίσιμος. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ενέχει την έννοια της τάξης, δηλαδή, αυτού που λαμβάνει χώρα στη βάση μιας ταξινόμησης σκέψης και πράξης. Για παράδειγμα στον Ηράκλειτο ο λόγος, ως φρόνηση και σωφροσύνη, είναι κοινή σε όλους τους ανθρώπους 5, εντούτοις οι άνθρωποι στέκονται αμήχανοι απέναντι στον λόγο και αδυνατούν να τον καταλάβουν, ακόμα κι αν τον ακούσουν, σα να μη διαφέρει ο ύπνος τους από την εγρήγορση 6. Στον Πλάτωνα η λογική λαμβάνει χαρακτήρα ελέγχου από πλευράς Σωκράτη των επιχειρημάτων των σοφιστών ή των σε κάθε περίπτωση συνομιλη 3 Σε μια, ίσως, παραλλαγή του Περί Φύσεως του Παρμενίδη, βλ. Diels H. & Kranz W. Die Fragmente der Vorsokratiker. 4 Kirk G., Raven J. E., Schofield M.Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, M.I.E.T., 2005, Αθήνα, σ. 261. 5 DK 113 & DK 116. 6 DK 1. 220
τών του στους πλατωνικούς διαλόγους. Αντίστοιχα στον Αριστοτέλη η λογική σκέψη δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αλληλουχία. Η άγνοια οδηγεί στο αντίθετο της γνώσης 7 είναι μια λογική αλληλουχία, όπως και το αίτιο ως αυτό από το οποίο γίνεται κάτι 8. Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε σε όλες τις φιλοσοφικές σχολές για να καταδειχτεί το προφανές. Είναι βέβαιο ότι κάθε φιλοσοφική σχολή, κάθε άνθρωπος και κατ επέκταση καθετί που απαρτίζεται από ανθρώπους, όπως ένα θρησκευτικό δόγμα ή μια κοινωνία θεσπίζει, κατόπιν ανάγκης προφανώς κανόνες, που υπακούν σε αυτό που ονομάζουμε και ορίζουμε ως λογική. Σε αυτήν την σκέψη βασίζεται και η θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου, που με ορισμένες διαφορές απαντά στον Ρουσσώ, τον Λοκ, τον Χομπς ή τον Χιουμ. Το ζήτημα σε ό,τι μας αφορά ως προς την ιδέα του κακού κατά την έλλογη σκέψη είναι στην ουσία η συσχέτιση των δύο. Δηλαδή πώς γίνεται να συνάδει το έλλογο με το κακό; Πώς παρά την έστω και θεσμοθετημένη λογική σύμβαση σε μια κοινωνία το κακό βρίσκει τρόπο να παρεισφρήσει; Και ασφαλώς αν έτσι έχει το πράγμα, αν το κακό υφίσταται, τότε πρόκειται πράγματι για παρείσφρηση ή μήπως για κάτι φυσικό και για αυτό αναπόφευκτο; Είναι πιθανό χάρη στη δεδομένη επιρροή που άσκησε ο Πλάτωνας και συνεχίζει να ασκεί 9 στην παγκόσμια διανόηση, η σωκρατική θέση για τη φύση του ανθρώπου να έχει ε γκαθιδρυθεί στη σκέψη πολλών με αποτέλεσμα αυτό να αποτελεί τροχοπέδη, τρόπον τινά, για την εξέλιξη της σκέψης. Με άλλα λόγια η προσωπικότητα του Σωκράτη σε συνδυασμό με τη χάρη και τη δυναμική των πλατωνικών διαλόγων ενδεχομένως να αποτελούν ένα δεδομένο από το οποίο δύσκολα κανείς ξεφεύγει. Κατ αντιστοιχία μπορούμε να δούμε κάτι παρόμοιο και με τις φιλοσοφικές απόψεις του Κομφούκιου και του Μένκιου σε ό,τι αφορά την Κίνα και την Ανατολή εν γένει. Σε κάθε περίπτωση είναι επιβεβλημένο να στραφούμε στην παραδοχή της πλήρους άγνοιας επί του ζητήματος, ώστε ο προβληματισμός να τεθεί επί νέα βάσει. Ωστόσο δεν είναι δυνατόν να ξεκινήσουμε χωρίς κάποια σταθερά. Κι αυτή η σταθερά είναι η ποιότητα της ροπής του ανθρώπου, δηλαδή το ερώτημα ως προς το αν ο άνθρωπος τείνει προς το να πράττει το καλό ή το κακό λειτουργώντας υπό την αιγίδα του λογικού. Και ακριβώς στη βάση αυτής της λογική σκέψης και στον βαθμό που αυτή είναι ενυπάρχουσα στον άνθρωπο αδιαφόρως των κοινωνικών παραγόντων υπεισέρχεται ο αντικειμενικός παράγοντας ως προς τη διάκριση καλού κακού. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το κοινωνικό συμβόλαιο 10 αποτελεί την έλλογη προσπάθεια του ανθρώπου για οργανωμένο βίο δεδομένου ότι στη φύση οι έννοιες του καλού και του κακού υποδέονται της έννοιας του φυσικού ενστίκτου. Εξού και δεν αποτελεί μεμπτή πράξη ο φόνος ενός φυτοφάγου ζώου από ένα σαρκοφάγο, καθώς ο παράγοντας φυσικό ένστικτο και επιβίωση τίθενται υψηλότερα από το καλό και το κακό. Η οργάνωση του ανθρώπου σε κοινωνίες, ώστε να αποφύγει τον αλληλοσπαραγμό, οφείλεται στη λογική σκέψη και συνάμα, όμως, στην κατανόηση της προβληματικής φύσης του ανθρώπου, που αντιλαμβάνεται ότι μακριά από κανόνες που λαμβάνουν τη μορφή νομικών διατάξεων στις σύγχρονες κοινωνίες ο άνθρωπος είναι ένα άγριο θηρίο. Σε μια σύγχρονη κοινωνία, λοιπόν, η έννοια της δικαιοσύνης και κυρίως της ισότητας ως ισονομία μπορούν να αποτελέσουν το alter ego του καλού, εφόσον βαδίζουν προς την κατεύθυνση της ευημερίας του ανθρώπου. 7 Αριστοτέλους, Μετά τα Φυσικά, Λ, 1066b. 8 Αυτόθι, Δ, 1013a. 9 Πρβλ. A. M. Whitehead. 10 Ακόμα και η Πολιτεία μπορεί να θεωρηθεί ως τέτοιο. 221
Δεδομένης της λογικής ακόμα και δεχόμενοι το λογικό ως την τριμερή διάκριση της ψυχής κατά τον Πλάτωνα, στην Πολιτεία, από όπου και η διάκριση, ορίζεται ως δικαιοσύνη ο σαφής διαχωρισμός του λογικού από το επιθυμητικό και από το θυμοειδές 11 και δεδομένης επίσης της αισιόδοξης άποψης σχετικά με τη ροπή του ανθρώπου η οποία αναφέρθηκε παραπάνω σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος ρέπει προς το καλό, συνάγεται ως έναν βαθμό το συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να πράξει το κακό, αν λειτουργεί κάτω από την κοινή λογική. Σε αυτήν την περίπτωση, όμως, μπορεί να αντιταχθεί ότι στην πράξη το κακό δηλαδή η πράξη που δεν αποσκοπεί στην ευημερία του ανθρώπου εν γένει, αλλά του ατόμου εις βάρος του άλλου πράγματι τελείται. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο νόμος αναγνωρίζει ελαφρυντικά σε περιπτώσεις τέλεσης εγκλήματος υπό την επιρροή ουσιών ή εν βρασμώ ψυχής, οπότε δεν πρόκειται για κυριαρχία του λογικού, αλλά γεγονός παραμένει ότι πολλάκις ο άνθρωπος οδηγείται στο κακό ακόμα και αν το λογικό, το επιθυμητικό και το θυμοειδές βρίσκονται σε ισορροπία. Ο Πλάτων μας διηγείται την ιστορία του Γύγη και μας κάνει να αναρωτιόμαστε τί θα κάναμε αν είχαμε τη δύναμη να είμαστε αόρατοι. Εδώ το κακό από το καλό απέχει ελάχιστα. Ο Γύγης είχε το δικαίωμα της επιλογής, είχε την ευχέρεια της γνώσης και παρά ταύτα αδίκησε 12. Ο Πλάτων θα έλεγε ότι η γνώση του ήταν περιορισμένη και ότι αν γνώριζε το καλό στον απόλυτο βαθμό, αν γνώριζε την ιδέα του καλού, δεν θα αδικούσε. Αν όλοι κρύβουμε έναν μικρό Γύγη μέσα μας, δηλαδή αν μπορούμε να επιλέξουμε, στον βαθμό που μας επιτρέπει η σφαλερή φύση μας, τότε η επιλογή είναι άραγε ελεύθερη; Κατά τον Καντ ακόμα και η ελευθερία και η ελπίδα έχουν όρια. Ο ίδιος έθεσε το ερώτημα: «Τί επιτρέπεται να ελπίζω;» Η έστω και υπό προϋποθέσεις επιλογή, ωστόσο, παραμένει μια επιλογή και στη βάση της έλλογης σκέψης καθίσταται προβληματική η επιλογή του κακού, ακόμα κι αν το κακό αποτελεί την άλλη όψη ενός νομίσματος. Όπως ο άνθρωπος αγνοεί όχι εντελώς το κακό, έτσι πρέπει να δεχτούμε ότι αγνοεί και το καλό. Επομένως κάλλιστα ο άνθρωπος μπορεί να συγχύσει το καλό με το ωφέλιμο. Συνεπώς η τέλεση μιας πράξης που ωφελεί το άτομο και που συνεπάγεται την κακοποίηση του άλλου, μπορεί να είναι ωφέλιμη, εφόσον γνωρίζει το άτομο ότι βλάπτει τον άλλον, αλλά, καθόλου καλή, δηλαδή, καθόλου ενάρετη. Εδώ η έλλογη σκέψη αποτελεί βασικό παράγοντα διάκρισης του καλού από το κακό και επιπροσθέτως η πρόκριση της κακότητας μιας πράξης τετελεσμένης έλλογα συνιστά οντολογία του κακού. Ενδεχομένως στην περίπτωση της θρησκείας αυτό να μην ισχύει ως θρησκεία εδώ η αυστηρά καθορισμένη πίστη της εκκλησίας και όχι η προσωπική πίστη βάσει μιας πνευματικότητας. Στον Χριστιανισμό, για παράδειγμα, ό,τι αναφέρεται ως κακό έγκειται στην πτώση του ανθρώπου, ενώ η θεϊκή εκδίκηση επέρχεται μόνον ως άμεσο αποτέλεσμα π. χ. στην Αποκάλυψη του Ιωάννη. Στο Κοράνι επίσης ο Αλλάχ αναφέρεται ως φιλεύσπλαχνος και πανάγαθος και η κόλαση του Ισλάμ είναι μόνον για εκείνους που απέρριψαν τον Αλλάχ. Η κόλαση δεν είναι τιμωρία, αλλά το αποτέλεσμα επιλογής 13. Είναι βέβαιο ότι μπορούμε να βρούμε αναρίθμητα παραδείγματα κακότητας και πτώσης της ηθικής του ανθρώπου στην εποχή μας, ειδικά αν στοχαστούμε πάνω στην άποψη του Αριστοτέλη ότι ο σκοπός των ανθρώπινων ενεργειών είναι το αγαθό και ότι η πολιτική έχει ως στόχο το αγαθό 14. Είναι επίσης βέβαιο ότι η ίδια η φιλοσοφία δεν επιτρέπει τίποτε πέρα από ερωτήματα με στόχο την περαιτέρω αναζήτηση και όχι τελειωτικές απαντήσεις. Προτείνεται εδώ το ζήτημα της οντολογίας του κακού να ιδωθεί στη βάση της έλλογης σκέψης, αν 11 Πλάτωνος, Πολιτεία, Δ, 435 444a. 12 Αυτόθι, Β, 359c 360. 13 Πρβλ. Κοράνι, κεφ. 67. 14 Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια, Α, 1094 a b. 222
και όχι απαραιτήτως σε σχέση προς το καλό, εφόσον η ανθρώπινη φύση δύναται να συγχέει το καλό με το ωφέλιμο και άρα να μην υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα του καλού. Παρά τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις ως προς την ιδέα του ηθικά ενάρετου και του ηθικά μεμπτού, του κοινωνικώς αποδεκτού και του ποινικά κολάσιμου, ο λόγος λειτουργεί βαθύτερα στον άνθρωπο, δηλαδή, πέρα από κοινωνικές προσαρμογές και συμβάσεις. Άλλωστε η ηθική συνδέεται και με το έθος στην Ελληνική και ετυμολογικά, ενώ ο κοινός λόγος είναι μάλλον πέραν του έθους. Η ενέργεια του ανθρώπου μέσα στο πλαίσιο αυτού του κοινού λόγου, τον απαλλάσσει αφενός από τη βιαιότητα του ενστίκτου, αλλά του επιβάλλει τη ροπή προς το καλό, χωρίς να μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα αν πράγματι αυτή είναι η πορεία του. Αντιθέτως η κακότητα στο πλαίσιο του κοινού λόγου έλλογη σκέψη μας επιβάλλει να σκεφτούμε ότι το κακό έχει οντολογική αυθυπαρξία και άρα τίθεται στην αντίπερα όχθη του καλού ισοδύναμα. Σε κάθε περίπτωση η οντολογική αξία του κακού ίσως αφαιρεί κάτι από την αίγλη του. Το κακό, ως ον, είναι και για αυτό τίθεται στην ίδια θέση με το καλό και καθίσταται έτσι, ως έναν βαθμό, καλό. Σε τελική ανάλυση αν κάτι αξίζει είναι η θέση και η πορεία του ανθρώπου και η μεσότητα ανάμεσα στο καλό και το κακό, το ωφέλιμο και το βλαβερό. Η πέραν αμφιβολίας οντολογική ταυτότητα του ανθρώπου που σκέφτεται και αισθάνεται, τίθεται όχι αντίθετα από το κακό και το καλό αλλά εν μέσω αυτών και διαμέσου αυτής της οδού ο άνθρωπος καλείται να ανακαλύψει την αρετή των Στωικών, τη μεσότητα του Αριστοτέλη ή την αρμονία του Ηράκλειτου και να την κατονομάσει έστω και εσφαλμένα καλό και έτσι να πλανάται την πλάνη της κατανίκησης του κακού. Βιβλιογραφία 1. Kirk G., Raven J. E., Schofield M.Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, M.I.E.T., 2005, Αθήνα 2. Kirk G. S., Raven J. E., Schofield M., The pre Socratic philosophers, Cambridge, U.K., Cambridge University Press, 1987 e.p. 1957 3. Diels H. Kranz W. Α & Β τ., Οι Προσωκρατικοί. Οι μαρτυρίες και τα αποσπάσματα. Die Fragmente der Vorsokratiker, Αθήνα, Παπαδήμα, 2004 4. Φάλκος Αρβανιτάκης Τ., Ηράκλειτος Άπαντα, Θεσσαλονίκη, Ζήτρος, 1999 5. Aristotle, Metaphysics translated by Tredennick H., USA, Loeb Classical Library, 1993 6. Plato, Republic 1 5 translated by Shorey P., USA, Loeb Classical Library, 1930 7. Plato, Republic 6 10 translated by Shorey P., USA, Loeb Classical Library, 1935 8. Aristotle, The Nichomachean Ethics translated by Thomson J. A. K., Penguin Classics, UK, 2003 223