Παρέμβαση του Συμβούλου Διοίκησης του ΣΕΒ κ. Χάρη Κυριαζή στην Εκδήλωση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης «Ανάπτυξη, Δουλειές, Εργασιακά Δικαιώματα» Αθήνα, 23 Νοεμβρίου 2016 1
Κυρίες και Κύριοι, Η συσχέτιση των εννοιών Ανάπτυξη - Δουλειές-Εργασιακά δικαιώματα από την πλευρά του ΣΕΒ προσεγγίζεται μέσα από τις απαντήσεις σε τρεις βασικούς προβληματισμούς: 1. Με ποιά συλλογιστική κρίνουμε εάν μια πολιτική είναι επιθυμητή ή όχι στην παρούσα συγκυρία? 2. Ποιό είναι το ουσιώδες διακύβευμα σήμερα για την πραγματική οικονομία και τους εργαζόμενους? 3. Ουσιώδες πρόβλημα την περίοδο της κρίσης ήταν και είναι η Έλλειψη Συγχρονισμού Αναπτυξιακών Πολιτικών με Πολιτικές Βελτίωσης της Ανταγωνιστικότητας και τις μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά 1 ος Προβληματισμός: Με ποιά συλλογιστική κρίνουμε εάν μια πολιτική είναι επιθυμητή ή όχι στην παρούσα συγκυρία? Κοινός στόχος των κοινωνικών εταίρων είναι η ανάκτηση των χαμένων θέσεων εργασίας και η βελτίωση του εισοδήματος των εργαζομένων, με τρόπο διατηρήσιμο. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, πλέον, αποκλειστικά από τον ιδιωτικό τομέα. Προϋπόθεση, οι επιχειρήσεις να είναι διεθνώς ανταγωνιστικές, και η οικονομία συνολικά να λειτουργεί με τρόπο αποτελεσματικό. Λόγω της πολυετούς ύφεσης, χρειάζεται στα επόμενα χρόνια ένα επενδυτικό σοκ, που έχει υπολογιστεί στο ύψος των 105 δις. περίπου, για να αποκατασταθεί η απώλεια και φθορά του παραγωγικού δυναμικού και των υποδομών στα χρόνια της κρίσης μέχρι σήμερα, καθώς και για να πυροδοτηθεί ένας νέος κύκλος ανάπτυξης. Η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας χρειάζεται ταυτόχρονα τη δημιουργία περιβάλλοντος διεθνώς ανταγωνιστικής οικονομίας και τη δημιουργία περιβάλλοντος που είναι διεθνώς ελκυστικό στις επενδύσεις. H στρατηγική για την ανασυγκρότηση αυτή πρέπει να ακολουθεί την εξής εθνική επιλογή: να βασίζεται η διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας στην οικονομία της γνώσης και να μην είναι ανταγωνιστικότητα βασισμένη στο χαμηλό κόστος εργασίας. 2
Για τον ΣΕΒ οι δημόσιες πολιτικές αξιολογούνται σύμφωνα με τον βαθμό που συνεισφέρουν σε μία τέτοια στρατηγική. 2 ος Προβληματισμός: Ποιό είναι το ουσιώδες διακύβευμα σήμερα για την πραγματική οικονομία και τους εργαζόμενους? Στα προ της κρίσεως χρόνια υπήρξε μία σταδιακή υπερ-ρύθμιση της αγοράς εργασίας (και άλλων αγορών) με αποτέλεσμα η ελληνική νομοθεσία να καταλήξει ανάμεσα στις πλέον δύσκαμπτες του ΟΟΣΑ, και να είναι αυτός ένας από τους τρεις κύριους παράγοντες ( 1 ) που μας απέφευγαν οι μεγάλοι επενδυτές του εξωτερικού. Ωφέλησε συντεχνιακά τους insiders και άφησε εντελώς απέξω περίπου το 1/3 του απασχολούμενου δυναμικού ( 2 ). Η αγορά είχε βρει δύο διεξόδους που οδήγησαν μεγάλα κομμάτια του εργαζόμενου πληθυσμού έξω από τη δικαιοδοσία του εργατικού δικαίου: την αδήλωτη εργασία και την παροχή ανεξαρτήτων υπηρεσιών των ελευθέρων επαγγελματιών. Και τα δύο αυτά φαινόμενα βρίσκονται σε ιδιαίτερη έξαρση λόγω της κρίσης. Επομένως με τις πράξεις μας και τα μέτρα που θα ληφθούν πρέπει : Να βοηθήσουμε και όχι να αποθαρρύνουμε την δημιουργία νέων θέσεων παραγωγικής εργασίας Να βοηθήσουμε και όχι να αποθαρρύνουμε την μετάβαση από την αδήλωτη εργασία στην νομιμότητα Να βοηθήσουμε και όχι να αποθαρρύνουμε την ένταξη των παρά φύσιν ελευθέρων επαγγελματιών στην κατηγορία των μισθωτών 1 Οι άλλοι δύο παράγοντες ήταν τα φορολογικά και η αβέβαιη και διεφθαρμένη διαδικασία αδειοδοτήσεων 2 Περίπου 15% υπερβάλλουσα αδήλωτη εργασία + 18% υπερβάλλουσα απασχόληση ελευθέρων επαγγελματιών ( 32% αντί του μέσου ευρωπαϊκού 14%) 3
3 ος Προβληματισμός: Ουσιώδες πρόβλημα την περίοδο της κρίσης ήταν και είναι η Έλλειψη Συγχρονισμού Αναπτυξιακών Πολιτικών με Πολιτικές Βελτίωσης της Ανταγωνιστικότητας και τις μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά Οι αλλαγές που έγιναν στο πεδίο της εργατικής νομοθεσίας τα τελευταία 6 χρόνια είχαν γενικά δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη είχε σκοπό να μειώσει τις δυσκαμψίες των ρυθμίσεων, που οι ελληνικές κυβερνήσεις είχαν επιβάλλει πέραν των Ευρωπαϊκών Οδηγιών (gold plating) ή των συνήθων ευρωπαϊκών πρακτικών, και η δεύτερη είχε σκοπό τη διευκόλυνση της μείωσης του μέσου επιπέδου των μισθών. Δυστυχώς τα μέτρα που υιοθετήθηκαν με τα Μνημόνια δεν είχαν παράλληλα και έναν αναπτυξιακό άξονα, ο οποίος να αντισταθμίσει τις απώλειες στις θέσεις εργασίας. Έτσι υπήρξε γενική δραστική μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, χωρίς τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αλλά κυρίως με κλείσιμο επιχειρήσεων και αναδιάρθρωση πολλών που επέζησαν, οι οποίες από κάποιο σημείο και πέρα κατάφεραν τη συγκράτηση των ήδη υπαρχουσών θέσεων εργασίας. Αντίστοιχα υπήρξε μείωση του μέσου επιπέδου μισθών, και τάση σταθεροποίησης του στη συνέχεια. Η άρση πολλών αρτηριοσκληρωτικών ρυθμίσεων βοήθησε στο να μετριαστεί το βάθος της ύφεσης και να τιθασευτεί κάπως η ανεργία, παρότι παραμένει ακόμη σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα. Πρέπει επομένως να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο γεγονός, μήπως επαναφέροντας κάποιες από τις παλιές ρυθμίσεις επέλθουν τα αντίθετα αποτελέσματα στην πραγματική οικονομία, απλά για να ικανοποιηθούν μικροπολιτικές ή συντεχνιακές σκοπιμότητες. Συμπέρασμα Πρέπει να κτίσουμε το νέο παραγωγικό πρότυπο με όρους που σήμερα εκπροσωπούν τη γενική τάση στην Ευρώπη. Η τάση αυτή, που θα υποστηρίξει την διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας, είναι επιγραμματικά: να δίνονται στην αγορά οι δυνατότητες να αξιοποιεί ποικίλες μορφές εργασίας, να εφαρμόζονται οι ευρωπαϊκοί κανόνες με την ελάχιστη δυνατή γραφειοκρατία, χωρίς πρόσθετες δυσκαμψίες στο εθνικό επίπεδο, 4
να εξακολουθήσει να υπάρχει η δυνατότητα συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων, σύμφωνα με τους κανόνες και τα πρότυπα των Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας, εφαρμοζόμενα όμως σε όλη τους την έκταση, και όχι εξαιρώντας τα σημεία που δεν αρέσουν στην εργατική πλευρά και τέλος, οι συλλογικές αποφάσεις που ισχύουν να λαμβάνονται όσο εγγύτερα γίνεται στο ρυθμιζόμενο αντικείμενο, το οποίο μεταξύ άλλων σημαίνει σε περίπτωση συρροής περισσοτέρων ΣΣΕ, να υπερισχύει εκείνη που είναι πλησιέστερη στην επιχείρηση. Αυτή είναι η συζήτηση που έχει υποχρέωση να διεξάγει σε τριμερές σχήμα το Υπουργείο στην παρούσα φάση, στο πλαίσιο της διαβούλευσης του ILO για το Μέλλον της Εργασίας ( Future of Work ). Όμως τούτο δεν συμβαίνει, προς μεγάλη βλάβη του τριμερούς κοινωνικού διαλόγου στην Ελλάδα. Οι θέσεις του ΣΕΒ στα θέματα επί των οποίων γίνεται η τρέχουσα διαπραγμάτευση με τους Θεσμούς Οι θέσεις μας για την αποτελεσματική ρύθμιση της αγοράς εργασίας είναι πάγιες, γνωστές και δημοσιευμένες. Μέσα στην αίθουσα υπάρχουν αρκετά άτομα που γνωρίζουν αυτές τις θέσεις από τον Σεπτέμβριο του 2014, όταν είχε τεθεί η ίδια ατζέντα από την τότε τρόικα. Εξ άλλου, μάλιστα από τον Ιούνιο μέχρι σήμερα έχουν πάλι δημοσιοποιηθεί σε πολλαπλά έγγραφα και δελτία του ΣΕΒ. Μην ξεχνάμε πάντα ότι αυτό που προέχει είναι να πυροδοτηθεί η αναπτυξιακή διαδικασία. Εάν είχαμε σήμερα μπει σε τροχιά θετικής μεταβολής του ΑΕΠ, με άλλο πνεύμα θα συζητούσαμε για αμοιβές και δικαιώματα. Επομένως, σήμερα υπάρχουν δύο στόχοι, που είναι οι σπουδαιότεροι -εάν αυτοί επιτευχθούν θα βοηθήσουν την πυροδότηση της ανάπτυξης που με τη σειρά της θα διευκολύνει την επίλυση των λοιπών προβλημάτων. Συγκεκριμένα οι δύο αυτοί στόχοι είναι: 1. Η συνεχής βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. 2. Το κλείσιμο της 2 ης Αξιολόγησης το συντομότερο δυνατόν, εντός του 2016, που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για : i. Άνοιγμα στις αγορές για χρηματοδότηση ii. Ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) iii. Πραγματική ελάφρυνση του μακροπρόθεσμου δημοσιονομικού σχεδιασμού κλπ. 5
Επανερχόμενοι στην στενή «ατζέντα των εργασιακών» να επαναλάβουμε τις θέσεις μας μόνο σε επιλεγμένα σημεία, συνοπτικά: 1. Συλλογικές συμβάσεις εργασίας: ο ΣΕΒ θεωρεί ότι ένας μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων επιβάλλεται να αναδιαρθρωθεί για να επιζήσει. Αυτό δεν εξαρτάται από τον κλάδο δραστηριότητας της κάθε επιχείρησης. Αντίθετα, σε κάθε κλάδο υπάρχουν κάποιες επιχειρήσεις που πάνε καλά και πολλές που θα μπορούσαν να επιζήσουν μόνο με δραστικό εκσυγχρονισμό. Είναι αδύνατον επομένως σε κλαδικό επίπεδο να μπορεί να επιτευχθεί ένας κατώτερος κοινός παρονομαστής, που να ανταποκρίνεται στις διαφορετικές ανάγκες των επιχειρήσεων. Η σημερινή ρύθμιση με την οποία υπερέχει η επιχειρησιακή σύμβαση έναντι της κλαδικής, εξασφαλίζει την επιβίωση πολλών επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας. Η εφαρμογή κριτηρίων εξαίρεσης από τις κλαδικές (opt out) ενέχει σημαντικούς κινδύνους στην εφαρμογή τους (περιοριστικά κριτήρια που δεν θα καλύπτουν όλες τις περιπτώσεις, δημοσιοποίηση προβλημάτων επιχείρησης, αβέβαιη υιοθέτηση της ρύθμισης κ.λπ.). 2. Κατώτατος Μισθός: Παρότι καθορίζεται πλέον από το κράτος μέσω μιας πολύπλοκης διαδικασίας διαβούλευσης, θεωρούμε ότι βρίσκεται σε ένα σημείο ισορροπίας, με το υπόλοιπο σύστημα κανόνων, ενώ δεν υπάρχουν σημάδια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας ώστε να προκληθεί η οποιαδήποτε αύξησή του. Δηλαδή, πιό καθαρά: δεν θέλουμε ούτε μείωση, αλλά ούτε αύξηση μέχρι να επιστρέψει η οικονομία σε μία κανονικότητα. 3. Υποχρεωτική Διαιτησία: Παρότι στην Ελλάδα έχουμε ελευθερία συλλογικών διαπραγματεύσεων, θεμελιώδη στρέβλωση του συστήματος αποτελεί το καθεστώς υποχρεωτικής διαιτησίας. Ο ΣΕΒ έχει διαχρονικά και επανειλημμένα εκφράσει την αντίθεσή του στη μονομερή προσφυγή στη διαιτησία, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στα διεθνή όργανα του ILO, τα οποία, έχουν κρίνει ότι η ελληνική υποχρεωτική διαιτησία είναι αντίθετη προς τις Διεθνείς Συμβάσεις και προς την ελευθερία των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Είναι πλέον άμεση ανάγκη να γίνουν σεβαστοί οι διεθνείς κανόνες, που θεωρούν μη ανεκτή την δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στην υποχρεωτική διαιτησία, καθώς και η αποδοχή του άρθρου 6 3 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, που προβλέπει μόνο εθελοντική διαιτησία. 4. Ομαδικές απολύσεις: Είναι πεποίθησή μας ότι οι ομαδικές απολύσεις πραγματοποιούνται ως ύστατο μέτρο για την επιβίωση των επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η διοικητική έγκριση αποτελεί παρέμβαση στους νόμους της ελεύθερης 6
αγοράς και, τελικά, στην αναστολή της λειτουργίας των επιχειρήσεων. Η πολιτεία οφείλει να έχει έναν έγκαιρο και ολοκληρωμένο προγραμματισμό / σχεδιασμό και την κάλυψη των εξόδων από κοινωνικά σχέδια (social plans) μέσω ανοικτών προγραμμάτων χρηματοδότησης από διάφορες πηγές (ΕΠΑΝΑΔ, Ταμείο Παγκοσμιοποίησης ή άλλη πηγή). Η συζήτηση για επίρριψη νέου κόστους στις επιχειρήσεις που ενδεχομένως χρειάζονται αναδιάρθρωση στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων θα τις φέρει μία ώρα νωρίτερα σε αδυναμία συνέχισης της δραστηριότητας αντί για διάσωση. 5. Συνδικαλιστικός Νόμος 1264/1982 : Πρόκειται για έναν νόμο ο οποίος χρειάζεται εκσυγχρονισμό και προσαρμογή στα σύγχρονα οικονομικά και επιχειρηματικά δεδομένα, αλλά με «χειρουργικές» παρεμβάσεις εστιασμένες σε συγκεκριμένα σημεία: Α. Εκλογίκευση προνομίων συνδικαλιστών, κυρίως η επαναφορά συνδικαλιστικών αδειών και του τρόπου αμοιβής τους στις ρυθμίσεις τού νόμου 1264/1982, όπως είχε αρχικά ψηφιστεί και όχι όπως τροποποιήθηκε αργότερα. Επίσης η προσθήκη του ποινικού αδικήματος ως σπουδαίου λόγου καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, και ορισμένα άλλα σημεία. Β. Χρηματοδότηση συνδικαλιστικών οργανώσεων, η οποία, μετά την κατάργηση της Εργατικής Εστίας, πάντα λέγαμε ότι πρέπει να διασφαλιστεί με κανόνες που θα συμφωνηθούν, κανόνες λογικής και διαφάνειας, χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις Γ. Ενίσχυση νομιμοποιητικής βάσης κήρυξης απεργιών, ένα ακόμη σημείο που μπορεί να βελτιωθεί ο νόμος. Οι λεπτομερής και τεχνική ανάλυση των προτάσεων μας αυτών για τον ν.1264 είναι γνωστή στους επαΐοντες, και παρουσιάστηκε επίσης πρόσφατα στο Υπόμνημα που καταθέσαμε στην «Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για την Αναθεώρηση των Θεσμών της Αγοράς Εργασίας» και συγκεκριμένα στο σημείο 4 του υπομνήματός μας, για όσους επιθυμούν να το μελετήσουν. Πριν κλείσουμε, οφείλουμε να επαναλάβουμε ότι ύψιστη προτεραιότητα πρέπει να είναι η λήψη μέτρων και η εφαρμογή πολιτικών που θα επαναφέρουν τους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ευχαριστώ πολύ. 7