Card Η τεχνολογία splitter v3 των απαγορεύσεων! CPCM = CONTENT PROTECTION & CONTENT MANAGEMENT HDCP = HIGH DEFINITION CONTENT PROTECTION Στις αρχές του 2005, ο Peter Lee, αντιπρόεδρος της Walt Disney παρουσίασε την πολιτική της εταιρείας του στο φλέγον θέµα της ιαχείρισης των Ψηφιακών ικαιωµάτων (Digital Rights Management, DRM). Η παρουσίαση έγινε στο Hollywood, την πρωτεύουσα της βιοµηχανίας εικόνας, κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου «Τεχνολογιών Προστασίας Περιεχοµένου» (Content Protection Technologies), µπροστά σε πολυπληθές και επιλεγµένο ακροατήριο ειδικών. Η Disney είναι γνωστή τόσο για την προωθηµένη θέση της στο θέµα της ψηφιακής πειρατείας, όσο και για τις «ακραίες» τεχνολογίες που χρησιµοποιεί για να προστατεύσει τα πνευµατικά της δικαιώµατα στις κινηµατογραφικές ταινίες και τη µουσική. Όµως, όπως και τα περισσότερα µεγάλα κινηµατογραφικά studio, σπανίως δηµοσιοποιεί τη στρατηγική και τις τακτικές της. Έτσι, το κοινό περίµενε µε µεγάλη αγωνία την οµιλία του Lee. Και πράγµατι, δεν τους απογοήτευσε! Γράφει ο Γιώργος Κακαβιάτος Σ ε µια λεπτοµερή παρουσίαση έκανε σαφές ότι «ο κόµπος έφτασε στο χτένι». Η εταιρεία του, όπως και οι υπόλοιπες κινηµατογραφικές εταιρείες, δεν επρόκειτο να ανεχθούν περαιτέρω την «ψηφιακή πειρατεία». «Η συνολική συνεισφορά της βιοµηχανίας λογισµικού, ήχου και εικόνας υπολογίζεται σε 791,2 δις δολάρια, µε αύξηση περίπου 12% το χρόνο! Σύµφωνα µε την Ένωση Κινηµατογράφου, οι απώλειες πόρων από τη µη καταβολή των πνευµατικών δικαιωµάτων υπερβαίνουν τα 38,3 δις δολάρια! Οι πωλήσεις CD µειώνονται κατά 8% κάθε χρόνο, ενώ ανάλογη µείωση ση- µειώθηκε το 2006 και για τους δίσκους DVD. Τα οικονοµικά µεγέθη είναι ιλιγγιώδη και η µέχρι τώρα αντίδραση αναιµική». O αντιπρόεδρος της Disney συνέχισε, λέγοντας ό,τι: «εν είναι δυνατόν να µας ληστεύουν τα δίκτυα peer-to-peer και εµείς να παρακολουθούµε την καταστροφή µας χωρίς αντίδραση» και 102 ΟΡΥΦΟΡΙΚΑ νέα ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2008
ανακοίνωσε ότι η µεσοπρόθεσµη αντίδραση θα εστιαστεί στην εικόνα υψηλής ευκρίνειας. Ο µεγάλος κίνδυνος ελλοχεύει ακριβώς εκεί. «Παλαιότερα, η εικόνα VHS και τα αναλογικά αντίγραφά της δεν αποτελούσαν υψηλό κίνδυνο, αφού η ποιότητα ήταν κακή και χειροτέρευε σε κάθε αντίγραφο (degradation). Αργότερα, µε τις ταινίες DVD υπήρξε µια πρώτη γραµµή άµυνας µε το σύστηµα CSS (Content Scramble System). Αλλά ακόµη και στην περίπτωση αυτή, η ποιότητα της εικόνας δεν είναι υψηλή, ώστε να αποτελεί εναλλακτική πρόταση στην κινηµατογραφική προβολή». Αποτελούσε µια αξιοπρεπή δεύτερη επιλογή, αλλά η βιοµηχανία του κινηµατογράφου δεν αισθάνθηκε ιδιαίτερη απειλή. «Η ποιότητα της κινηµατογραφικής εικόνας ήταν ακόµη αξεπέραστη. Όµως τώρα η κατάσταση έχει διαφοροποιηθεί σηµαντικά. Οι τεχνολογίες Blu-Ray και High Definition DVD (HD-DVD) έφτασαν την κατάσταση στα άκρα. Η ποιότητα της εικόνας είναι τέτοια, που όποιος τη διαθέτει στο σπίτι του δεν έχει κανένα λόγο να ξαναπάει σινεµά! Και το κακό δεν σταµατάει εκεί. Η υψηλή ευκρίνεια σύντοµα θα προσφέρεται και από τις εκποµπές τηλεόρασης. Αν µάλιστα συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η εγγραφή των εκποµπών έχει γίνει απλούστατη και έχει την ίδια α- κριβώς ποιότητα εικόνας µε την πρωτότυπη, τότε εκτιµάµε ότι σε µια δεκαετία από σήµερα, θα έχουµε καταστραφεί ολοκληρωτικά. Βέβαια, σε µια τέτοια περίπτωση, δεν θα υπάρχει κανείς που να δηµιουργεί κινηµατογραφικές ταινίες ή να συνθέτει µουσική, αφού δεν θα υπάρχει οικονοµικό κίνητρο». Αλλά, αυτό είναι κάτι που δεν α- πασχολεί τη στιγµή αυτή τους αντιγραφείς. Ποια ήταν όµως η σχεδιαζόµενη αντίδραση όχι µόνον της Disney, αλλά και των υπόλοιπων εταίρων της βιοµηχανίας του -ψηφιακού πλέον- θεάµατος; Το πρόβληµα Υπάρχουν τρεις δρόµοι προσφοράς ψηφιακού περιεχοµένου (digital content) στους καταναλωτές: ❶ Tα «έτοιµα» (προεγγεγραµµένα) µέσα (packaged media), κυρίως οι οπτικοί δίσκοι CD και DVD, καθώς και οι πρόσφατοι Blu- Ray και High Definition DVD (HD-DVD). ❷ Τα «ευρυζωνικά» µέσα (broadband-on-demand), που περιλαµβάνουν όλες τις δυνατότητες µεταφοράς ψηφιακής πληροφορίας µέσω του ιαδικτύου. ❸ Τα µέσα «ευρυεκποµπής» (broadcast media), δηλαδή το ραδιόφωνο και η τηλεόραση. Τα έτοιµα µέσα έχουν εξελιχθεί στο κύριο πεδίο αναµέτρησης των τεχνολογιών προστασίας περιεχοµένου. Σε κάθε νέα τεχνολογία που εµφανίζεται µετά από χρόνια προσπαθειών, σχεδίασης και ανάπτυξης - πάντα βρίσκεται ένα επίδοξος «καταστροφέας» του συστήµατος, ο οποίος το γελοιοποιεί. Το κακό ξεκίνησε από το Macrovision, την προστασία εναντίον των αντιγραφών των βιντεοταινιών. εν ευδοκίµησε περισσότερο από λίγους µήνες, αλλά συνέχισε να υπάρχει σε όλες τις κασέτες, µέχρι την εξαφάνισή τους α- πό την αγορά. Όταν εµφανίστηκαν οι δίσκοι DVD χρησιµοποιήθηκε το σύστηµα «ανακατανοµής του περιεχοµένου» CSS (Content Scramble System). Ένας ασθενής αλγόριθµος κρυπτογράφησης µε κλειδί µήκους 40bit, προστάτευε το περιεχόµενο των DVD και Το πολυδαίδαλο του συστήµατος DVB-CPCM. Ακόµη και σε επίπεδο διαδικασιών είναι περίπλοκο και µυστηριώδες. Αναµένεται να αποτελέσει σηµαντικό εµπόδιο στην αναπαραγωγή και διακίνηση ψηφιακών αντιγράφων. Είναι φανερό ότι η διαδικασία εκτείνεται πέραν της µεταφοράς της ταινίας µέσω της δορυφορικής τηλεόρασης. Θα αφορά κάθε µέσο αναπαραγωγής και ο τίτλος DVB-CPCM µάλλον δεν έχει σχέση µε την ευρύτητα της τεχνολογίας προστασίας. άρχισε να χρησιµοποιείται σε όλους τους εµπορικούς δίσκους από το 1996 και µετά. Τα κλειδιά αποκρυπτογράφησης (περίπου 400) ή- ταν ενσωµατωµένα σε όλες τις συσκευές αναπαραγωγής, σ ένα «µυστικό» κύκλωµα, που λεγόταν «µονάδα αποκρυπτογράφησης CSS» (Decryption module). Τα κλειδιά δίνονταν από τους ιδιοκτήτες του περιεχοµένου (content providers) στις εταιρείες κατασκευής των συσκευών, µετά από την υπογραφή συµβολαίων µυστικότητας. Παράλληλα, κάθε άδεια είχε σηµαντικό κόστος και αποτελούσε επιπλέον πρόσοδο της βιοµηχανίας εικόνας, πέρα από το κόστος αγοράς των ταινιών. Όµως η διαδικασία δεν ευδοκίµησε. Είναι γνωστό εξάλλου, ότι κάθε προσπάθεια κρυπτογράφησης που στηρίζεται στη µυστικότητα και όχι στην ισχύ του αλγόριθµου, είναι καταδικασµένη σε αποτυχία. Το µεγάλο χτύπηµα ήρθε τον Οκτώβριο του 1999, ό- ταν ο Νορβηγός L.Johansen µαζί µε δύο ακόµη άγνωστους hackers, κρυπτανάλυσαν τον αλγόριθµο και πρόσφεραν δωρεάν το πρόγραµ- µα DeCSS που επέτρεπε την αντιγραφή των ταινιών DVD. Η κινη- µατογραφική βιοµηχανία δεν µπόρεσε να αντιδράσει έγκαιρα και η κατάσταση ξέφυγε εντελώς από τον έλεγχό της! Έκτοτε, έγιναν σποραδικές προσπάθειες διόρθωσης της «καταστροφής» χωρίς σηµαντικά αποτελέσµατα. Ο CSS αντικαταστάθηκε από τον CPRM/CPPM (Content Protection for Recordable Media and Pre- Recorded Media) που είναι ένας ισχυρότερος µηχανισµός προστασίας και ελέγχου των ψηφιακών αντιγράφων. Σχεδιάστηκε από την 4C Entity, µια εταιρεία- βιτρίνα της οµάδας των εταιρειών IBM, Intel, Panasonic και Toshiba. Παράλληλα, ασχολήθηκε µε τη διόρθωση του αλγόριθµου CSS, προτείνοντας τον CCS2. Η ενσωµάτωσή του στους δίσκους DVD καθυστέρησε για άγνωστους λόγους. Ίσως η εµφάνιση των δίσκων υψηλής ευκρίνειας Blu-Ray και HD-DVD να έ- κανε περιττή πολυτέλεια το χάσιµο χρόνου για την ανάπτυξη τεχνολογιών, που έτσι ή αλλιώς σύντοµα θα αποσυρθούν από την αγορά. Στα προεγγεγραµµένα µέσα µε περιεχόµενο υψηλής ευκρίνειας, χρησιµοποιείται ένας νέος τρόπος προστασίας που λέγεται «Προηγ- µένο Σύστηµα Πρόσβασης στο Περιεχόµενο» AACS (Advanced 103
Υπάρχουν τρεις δρόµοι προσφοράς ψηφιακού περιεχοµένου (digital content) στους καταναλωτές: Τα «έτοιµα» (προεγγεγραµµένα) µέσα (packaged media), που είναι κυρίως οι οπτικοί δίσκοι CD και DVD, καθώς και οι πρόσφατοι Blu-Ray και High Definition DVD (HD-DVD), τα «ευρυζωνικά» µέσα (Internet) που περιλαµβάνουν όλες τις δυνατότητες µεταφοράς ψηφιακής πληροφορίας µέσω του ιαδικτύου και τα µέσα «ευρυεκποµπής» (broadcast media), δηλαδή το ραδιόφωνο και η τηλεόραση. Αυτά θα παρέχονται µε τους γνωστούς µέχρι σήµερα περιορισµούς στο χώρο του χρήστη (Authorized domain, Main Home). Για να επιτραπεί η επανέξοδος από αυτό, προς το δεύτερο σπίτι (Second Home), τις φορητές συσκευές (Portable Devices) και τα ιδιωτικά δίκτυα, θα πρέπει να προβλέπεται από την ψηφιακή σφραγίδα του DVB-CPCM. Ταυτόχρονα, µπαίνουν περιορισµοί και στο είδος των συσκευών που θα έχουν δικαίωµα να αναπαράγουν το έργο. Access Content System). Βγήκε στην αγορά τον Απρίλιο του 2005 και υποστηρίζεται από σχεδόν όλες τις εταιρείες εικόνας, ήχου, λογισµικού και ηλεκτρονικών (Disney, Intel, Microsoft, Panasonic, Warner Bros, Universal, 20th Century Fox, IBM, Sony και Toshiba). Από τότε δεν υπάρχει µήνας που να µη «δηµοσιεύεται» στο Internet κάποιος τρόπος άρσης, παράκαµψης ή ακύρωσης της τεχνολογίας AACS. Όµως, η κατάσταση είναι ακόµη ρευστή και ευµετάβλητη. εν υπάρχουν οριστικά συµπεράσµατα ούτε εύκολος τρόπος αντιγραφής των ταινιών υψηλής ευκρίνειας. Πολλά λέγονται, αλλά λίγα ι- σχύουν (ακόµη)! Συµπερασµατικά, θα µπορούσε να λεχθεί το εξής. Οι τεχνολογίες προστασίας περιεχοµένου στα DVD και σύντοµα στα HD DVD, είναι θνησιγενείς και περιορισµένης αντοχής στις κρυπταναλυτικές προσπάθειες. Όποιος αφιερώσει χρόνο και προσπάθεια στο θέµα, θα καταφέρει να φτιάξει ψηφιακά αντίγραφα. Όµως εκεί ακριβώς βρίσκεται και το κλειδί της αντοχής και της καθυστέρησης της οικονοµικής καταστροφής των κινηµατογραφικών. Κανείς «λογικός» άνθρωπος δεν θα αφιερώσει χρόνο για να «σπάσει» και να αντιγράψει ταινίες DVD, µπλέκοντας µε ειδικά προγράµµατα, µυστικές διαδικασίες, κόλπα και τεχνάσµατα. Άσε που στο τέλος µπορεί να πάει και φυλακή! Προτιµά να δώσει 10 ευρώ και να αγοράσει έτοιµη την ταινία! Τα ευρυζωνικά µέσα Μεγαλύτερος κίνδυνος για τις εταιρείες - ενυπάρχει στα «ευρυζωνικά» µέσα. Εκεί εµφανίζονται και διακινούνται οι προσπάθειες όσων βρήκαν το χρόνο και ασχολήθηκαν µε τη διαδικασία «αποκάλυψης» του περιεχοµένου. Και αφού το πέτυχαν, θεωρούν σκόπιµο να απολαύσουν και οι υπόλοιποι τον καρπό των κόπων τους. Έτσι, είναι εύκολο να βρεθούν στο ίκτυο οι περισσότερες καινούριες ταινίες και τραγούδια. Τα ευρυζωνικά µέσα είναι ουσιαστικά τα δίκτυα ανταλλαγής αρχείων µέσω του ιαδικτύου. Ο ασκός του Αιόλου ά- νοιξε το 1999 µε την εµφάνιση του Napster, ενός προγράµµατος που διευκόλυνε την ανταλλαγή µουσικών αρχείων µεταξύ των χρηστών του Internet. Έµεινε στην ιστορία ως το πρώτο δίκτυο που υλοποίησε το εύκολο «µοίρασµα» µουσικής σε ψηφιακή µορφή. Αντιµετωπίστηκε µε σωρεία µηνύσεων και αγωγών από τη µουσική βιοµηχανία, µε αποτέλεσµα να εξαφανιστεί από το προσκήνιο. Αλλά και στην περίπτωση αυτή, εµφανίστηκε το φαινόµενο της «Ψηφιακής Λερναίας Ύδρας». Ένα (ψηφιακό) κεφάλι κόβεται, δέκα άλλα εµφανίζονται. Στη θέση του, εµφανίστηκαν µε διαφοροποιούµενες µορφές τα Gnutella, KaZaa, LimeWire, Bit Torrent, emule και πολλά άλλα. Επειδή η κατάσταση είναι ρευστή και διαρκώς µεταβαλλόµενη, δεν υπάρχει «δραστικός» τρόπος αντιµετώπισης και «προστασίας» του ψηφιακού περιεχοµένου. Κατά καιρούς εφαρµόζονται διάφορα ηµίµετρα ή λύσεις απελπισίας, αλλά η δυναµική της αγοράς είναι τέτοια, που τίποτα δεν µπορεί να την αναχαιτίσει. Το µόνο όπλο εναντίον της, είναι ο φόβος, δηλαδή οι µηνύσεις και η προώθηση κατάλληλου νοµικού πλαισίου για την τιµωρία όσων «πιάνονται». Η ό- ποια τιµωρία, λαµβάνει δηµοσιότητα ώστε να φοβούνται οι υπόλοιποι! Προφανώς, ο τρόπος αυτός είναι ατελέσφορος και θυµίζει την εποχή της «ποτοαπαγόρευσης» του 1930! Όµως αυτή η αντίδραση δεν θεωρείται σοβαρός τρόπος «προστασίας του περιεχοµένου», ακόµη και από αυτούς που το χρησιµοποιούν. Ευτυχώς για τις εταιρείες - εµφανίζονται και εδώ δύο ανέλπιστες δικλείδες προστασίας. Η πρώτη είναι η έλλειψη χρόνου και διάθεσης του θεατή να ψάχνει στο ίκτυο και να περιµένει να «κατέβει» η ταινία. Αλλά και η ποιότητα του ψηφιακού αντιγράφου δεν είναι η καλύτερη. Συχνά η εικόνα δεν προέρχεται από καλή «κόπια», αλλά είναι προϊόν κινηµατογράφησης µε κάµερα, µεταφοράς σε α- ναλογική µορφή και επαναψηφιοποίησης και ό,τι άλλο κατεβάσει η ευρηµατική φαντασία του αντιγραφέα. Εποµένως, όποιος θέλει να «ευχαριστηθεί» δύο ώρες προβολής κάποιας ταινίας, προτιµά να δώσει 10 ευρώ και να την αγοράσει έτοιµη! Τα µέσα ευρυεκποµπής Στα µέσα ευρυεκποµπής δεν υπάρχουν µαζικής κλίµακας επιθέσεις. Η ελεγχόµενη πρόσβαση στο περιεχόµενο (Conditional Access) και τα διάφορα συστήµατα κρυπτογράφησης της δορυφορικής κυρίως- τηλεόρασης, λειτούργησαν πιο επιστηµονικά και απέτρεψαν τις λαθροχειρίες. Όσες προσπάθειες υπήρξαν, ήταν αποτέλεσµα ανταγωνισµού µεταξύ των εταιρειών και όχι ατοµικών προσπαθειών. Και όµως, εδώ ενυπάρχει ο µεγαλύτερος κίνδυνος για τους ιδιοκτήτες των πνευµατικών δικαιωµάτων! Με την πληρωµή µιας απλής συνδροµής σε ένα «ψηφιακό µπουκέτο», είναι εφικτή η αντιγραφή σχεδόν ολόκληρου του ρεπερτορίου της σύγχρονης κινηµατογραφικής βιοµηχανίας. Και όταν σε δύο-τρία χρόνια οι εκποµπές γίνουν υψηλής ευκρίνειας, τότε θα επέλθει και η τελική καταστροφή. Τα ψηφιακά 104 ΟΡΥΦΟΡΙΚΑ νέα ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2008
«Αφού δεν µπορείς να τους πείσεις, µπέρδεψέ τους!» Αφού δεν µπορείς να αποτρέψεις τις αντιγραφές στην πηγή τους, εµπόδισε τη ροή του περιεχοµένου προς την τελική συσκευή, την οθόνη προβο λής. Το HDCP ΕΝ προστατεύει το περιεχόµενο της ταινίας υψηλής ευ κρίνειας. Είναι ο µηχανισµός ελέγχου, ένας σύµβουλος επικοινωνίας για ψηφιακή µεταφορά ήχου και εικόνας, από την πηγή προς την οθόνη. Το HDCP ΕΝ προστατεύει το περιεχόµενο της HD ταινίας. Αυτό προστατεύεται από το AACS. Το HDCP είναι ο µηχανισµός ελέγχου, ένας σύµβουλος επικοινωνίας για ψηφιακή µεταφορά ήχου και εικόνας. ικαιολογηµένα ανακύπτει το ερώτηµα, γιατί, εφόσον το HDCP χρησιµοποιείται στην ψηφιακή αλυσίδα της επικοινωνίας, να µη χρησιµοποιούνται οι αναλογικές συνδέσεις µεταξύ των συσκευών και να παρακάµπτεται το HDCP; Ο λόγος είναι το «Εισιτήριο Προβολής» ICT (Image Constraint Token). Όταν κάποια ταινία έχει ενεργοποιηµένο το ICT, τότε, αν δεν χρησιµοποιείται η ψηφιακή σύνδεση HDMI/DVI µε HDCP, γίνεται υποβιβασµός της ποιότητας, η ταινία γίνεται downscale σε 540p, δηλαδή σε περίπου DVD ποιότητα ή ακόµα χειρότερα, αφού υπάρχει η δυνατότητα να µη δείχνει τίποτα! Οι σηµερινές HD ταινίες δεν χρησιµοποιούν το ICT. Φηµολογείται πάντως, ό- τι θα αρχίσει να χρησιµοποιείται από το έτος 2010 και µετά. DVB CPCM Επιτρέπεται η επανάληψη, αλλά όχι η αντιγραφή! Τα δεύτερο όπλο µεγάλου διαµετρήµατος της κινηµατογραφικής βιοµηχανίας, ετοιµάζεται εδώ και καιρό στα εργαστήρια και τις αίθουσες συσκέψεων των «Επιτροπών Σοφών» του Digital Video Broadcasting (DVB). To πρόγραµµα DVB ξεκίνησε µε τις αγνότερες των προθέσεων, γύρω στο 1990, την εποχή της επερχόµενης καταστροφής της αναλογικής δορυφορικής τηλεόρασης! Μέχρι τότε, κάθε προσπάθεια µετάδοσης κρυπτογραφηµένης τηλεοπτικής εικόνας αποτελούσε ένα ακόµη βήµα προς την κατάρρευση της τηλεοπτικής βιοµηχανίας. Τότε η λύση δόθηκε παραδόξως - από την ευρωπαϊκή τεχνολογία, που δεν είχε και τόσα πολλά να χάσει, αφού η Ευρώπη δεν διαθέτει υπολογίσιµη κινηµατογραφική βιοµηχανία. Μέσα από αναρίθµητες τεχνικές επιτροπές και την κινητοποίηση σχεδόν ολόκληρου του δυναµικού της ευρωπαϊκής τηλεοπτικής βιοµηχανίας, κατάφερε να ολοκληρώσει έγκαιρα και µε την απόλυτη α- ποδοχή όλων των µεγάλων δικτύων τηλεόρασης, το «θαύµα του DVB». Φαίνεται όµως, ότι η επιτυχία φέρνει την «τρέλα του µεγαλείου»! Επεκτείνοντας τις αρχικές προθέσεις και σχεδιασµούς, η Επιτροπή DVB αποφάσισε να µπει σε άγνωστα και επικίνδυνα νερά. Συνέστησε το Σεπτέµβριο του 1999 την Υποεπιτροπή Προστασίας Περιεχοµένου (DVB Copy Protection) και έθεσε το πλαίσιο για τις α- παιτήσεις µιας ώριµης τεχνολογίας προστασίας περιεχοµένου. Το 2001, η επιτροπή θεµελίωσε το πλαίσιο και παρέδωσε στην επόµενη Υποεπιτροπή Τεχνολογίας (DVB-Technical Module), που ανέλαβε να υλοποιήσει τις θεωρητικές απαιτήσεις της πρώτης. Έτσι, από Επιτροπή σε Υποεπιτροπή, φθάσαµε στο 2006 όπου η τεχνολογία είναι σχεδόν έτοιµη. Με την τεχνολογία αυτή φαίνεται ότι «τελειώνουν τα ψέµατα». Σύµφωνα µε τα λίγα που έχουν ανακοινωθεί, η τεχνολογία DVB-CPCM λειτουργεί περίπου µε τον εξής τρόπο: Κάθε ταινία ή γενικότερα κάθε ψηφιακό περιεχόµενο που θα προστατεύεται, θα «σφραγίζεται» ψηφιακά. Η σφραγίδα θα το ακολουθεί σε όλη τη διαδροµή του µέχρι την οθόνη του χρήστη. Κάθε συσκευή που θα διαχειρίζεται το περιεχόµενο, θα πρέπει να αναγνωρίζει την ψηφιακή σφραγίδα, να υπακούει και να εκτελεί όσα περιέχονται σ αυτήν. Η σφραγίδα θα ε- πιτρέπει την αποθήκευση ή όχι στη συσκευή του χρήστη, την αναπαραγωγή µίας ή περισσότερες φορές σε µία ή περισσότερες συσκευές του σπιτιού. Ο χώρος στον οποίο κινείται ο χρήστης (το σπίτι του) αποκτά ιδιάζουσα σηµασία και αποκαλείται «πιστοποιηµένος χώρος» (authorized domain). Η ταινία θα µπορεί να αναπαράγεται µόνο στο χώρο αυτό και για να «εξαχθεί» στο δεύτερο σπίτι του ή σε ε- ξωτερικές συσκευές (στο κινητό τηλέφωνο ή στο φορητό υπολογιστή), θα πρέπει να φέρει την αρχική εξουσιοδότηση στη σφραγίδα χρήσης. Με τον τρόπο αυτό, εξουδετερώνεται η νέα απειλή των οικιακών δικτύων, που αναπαράγουν ταυτόχρονα σε πολλές συσκευές το ίδιο ψηφιακό έργο. Είναι φανερό ότι η διαδικασία εκτείνεται πέραν της µεταφοράς της ταινίας µέσω της δορυφορικής τηλεόρασης. Θα αφορά σε κάθε µέσο αναπαραγωγής και ο τίτλος DVB-CPCM µάλλον δεν έχει σχέση µε την ευρύτητα της τεχνολογίας προστασίας. Ταυτόχρονα, µπαίνουν περιορισµοί στο πλήθος των αντιγράφων που θα επιτρέπεται να γίνονται από το πρωτότυπο του έργου (Copy Management). Ο αριθµός τους θα είναι ήδη προκαθορισµένος στην ψηφιακή σφραγίδα. Παράλληλα, εισάγεται και η ιδέα της άρσης της κατοχής (revocation) πάνω στα δικαιώµατα της ταινίας. Όταν το σύστηµα διαπιστώσει ότι γίνεται προσπάθεια υπέρβασης των δικαιω- µάτων χρήσης πάνω στην ταινία (προσπάθεια για περισσότερα αντίγραφα ή προβολής σε άλλες συσκευές), τότε θα κάνει άρση του δικαιώµατος αρνησικυρίας και το ψηφιακό έργο θα εξαφανίζεται από τις συσκευές µας. Είναι εύκολο το κοινότοπο σχόλιο «ό,τι κλειδώνει, ξεκλειδώνει», αλλά στην προκειµένη περίπτωση, τα πράγµατα είναι πολύ σοβαρά. Η συγκεκριµένη τεχνολογία είναι εξαιρετικά προηγµένη και ταυτόχρονα είναι ενσωµατωµένη στο αρχικό πρότυπο παραγωγής του ψηφιακού έργου. εν προστίθεται εκ των υστέρων, ώστε να µπορεί να γίνει άρση της. Το µόνο που µπορεί να µεταβληθεί είναι οι όροι που υπαγορεύει η σφραγίδα, δηλαδή το πλήθος των αντιγράφων, η επέκταση του πιστοποιηµένου χώρου και οι συσκευές που θα έχουν τη δυνατότητα αναπαραγωγής. Όπως αναφέρει και το εισηγητικό σχέδιο του προτύπου που προτείνεται από την International Intellectual Property Alliance ( ιεθνής Συµµαχία Προστασίας Πνευµατικών ικαιωµάτων) «Το αστείο µε τη διαδικτυακή πειρατεία παρατράβηξε. Όποιος θέλει «ψηφιακή ψυχαγωγία» θα πρέπει να πληρώνει!». Θα επανέλθουµε στο σηµαντικό αυτό θέµα µε περισσότερα στοιχεία. 108 ΟΡΥΦΟΡΙΚΑ νέα ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2008
Πολυµέσα για σπίτι (MΗP). Η διαδραστική τηλεόραση και οι νέες ψηφιακές τηλεοπτικές υπηρεσίες, µία από τις οποίες είναι τα «Οικιακά Πολυµέσα» (Multimedia Home Platform, MHP), είναι σχεδια - σµένα έτσι ώστε να συνεργάζονται µε την τεχνολογία τηλεόρασης DVB (επίγειας-t και δορυφορικής -S). Έτσι προκύπτει το πρότυπο DVB-MHP, το οποίο φιλοδοξεί να αποτελέσει τη διάδοχη µορφή του teletext. Μέσα στο σήµα ψηφιοροής DVB (transport stream) µεταφέρονται ρουτίνες και «κατάλληλες» εντολές, οι οποίες εκτελούνται στο δέκτη-αποκωδικο ποιη - τή. Έτσι, στην οθόνη της τηλεόρασης απεικονίζονται προχωρηµένα γρα - φικά, υλοποιούνται παιχνίδια και προσφέρονται υπηρεσίες ιντερνετικού τύπου. Αναµένεται να αποτελέσει το interface της τεχνολογίας προστα - σίας DVB-CPCM. Τα «οδυνηρά» µηνύµατα της µορφής «εξαντλήσατε το όριο του επιτρεπόµενου αριθµού προβολών, δώστε τον αριθµό της πιστω - τικής κάρτας» θα τα βλέπετε µέσω της τεχνολογίας ΜΗΡ! αντίγραφα θα κατακλύσουν το Internet και την παράλληλη αγορά και κανείς δεν θα µπορεί- ούτε θα νοµιµοποιείται να σταµατήσει το κακό. Η διαδικασία θα είναι καθ όλα νόµιµη και θα ικανοποιούνται οι τυπικές νοµικές απαιτήσεις, αφού για την αρχική πρόσβαση στο περιεχόµενο έχει καταβληθεί το αναγκαίο τίµηµα (η συνδροµή στην υ- πηρεσία). Αυτά έβλεπαν λοιπόν οι υπεύθυνοι των εταιρειών και τους έλουζε κρύος ιδρώτας. Πού να βρουν χρόνο να ασχοληθούν και µε το ζήτηµα των αντιγραφών των DVD! Η αντίδραση Στο σηµείο αυτό λοιπόν, έφτασε ο κόµπος στο χτένι, όπως είπε και ο αντιπρόεδρος της Disney. Η αντίδραση πρέπει να είναι σοβαρή, ευφυής και προηγµένη. Και επειδή αυτά που λέµε εµείς τώρα, τα έ- χουν δει οι άλλοι πριν πέντε τουλάχιστον χρόνια, έχουν ήδη προλάβει να σχεδιάσουν και να αναπτύξουν τους κύριους τρόπους αντίδρασης: Ο πρώτος είναι απλός στη σύλληψή του και συνοψίζεται στην α- πλή διαπίστωση ότι «αφού δεν µπορείς να τους πείσεις, µπέρδεψέ τους»! Αφού δεν µπορείς να αποτρέψεις τις αντιγραφές στην πηγή τους, εµπόδισε τη ροή του περιεχοµένου προς την τελική συσκευή, την οθόνη προβολής. Σύµφωνα µε τις αποφάσεις που έ- χουν ήδη ληφθεί, στην επόµενη γενιά των συσκευών οικιακής ψυχαγωγίας θα ενσωµατωθεί - µέσω ενός ειδικά σχεδιασµένου ο- λοκληρωµένου κυκλώµατος - ένας µηχανισµός περιορισµού των ψηφιακών αντιγραφών, µε την ονοµασία HDCP (High Definition Content Protection), δηλαδή «Σύστηµα Προστασίας Περιεχοµένου Υψηλής Ευκρίνειας». Το πρότυπο αυτό σχεδιάστηκε από την Intel και προωθήθηκε στην αγορά από τη θυγατρική της εταιρεία Digital Content Protection (DCP). Για τη χρήση του, καταβάλλεται εφάπαξ τέλος 15.000 δολαρίων και εισφορά 0,005 δολαρίων ανά συσκευή. Με την ευκαιρία, ενσωµατώθηκε και στο ήδη υπάρχον DVΙ, µε την υστερόβουλη σκέψη ότι µέσα στην αναταραχή και τις πολλές ονοµασίες, λίγοι θα καταλάβουν περί τίνος πρόκειται! Αυτός ο µηχανισµός που µπορεί να λειτουργήσει µόνον σε ψηφιακές εισόδους/εξόδους, όπως οι DVI και HDMI, θα αποτελέσει την αιχµή του δόρατος στον αγώνα ενάντια στην «ψηφιακή πειρατεία». Μέχρις εδώ, δεν µπορεί να υπάρξει λογικά θεµελιωµένη αντίρρηση. Το κακό είναι ότι οι εταιρείες µέσα στο άγχος να προλάβουν τις εξελίξεις και να προστατεύσουν τις τεράστιες επενδύσεις τους, κατάφεραν να σχεδιάσουν ένα σύστηµα που θα εµποδίζει την αναπαραγωγή όχι µόνο των κλεψίτυπων, αλλά και των γνήσιων ταινιών! Το HDCP αποτελεί ένα κρυπτογραφικό σύστηµα ιαχείρισης Ψηφιακών ικαιωµάτων DRM (Digital Rights Management), που επιτρέπει στον κάτοχο των «δικαιωµάτων» χρήσης να ελέγχει πότε, πώς και πού θα αναπαράγεται το «έργο» του. Θα εφαρµοστεί στα οπτικοακουστικά µέσα νέας γενιάς, όπως τους δίσκους Blu-ray και HD- DVD. Για τη σωστή αναπαραγωγή περιεχόµενου υψηλής ευκρίνειας (HD) που είναι προστατευµένο από HDCP, θα πρέπει να είναι πιστοποιηµένοι τόσο ο «παροχέας», όσο και ο «λήπτης». Αν για κάποια αιτία η αλυσίδα ελέγχου δεν επιτρέψει την αναπαραγωγή του ψηφιακού περιεχοµένου, τότε το σύστηµα θα παραµείνει «νεκρό». Το ίδιο όµως θα συµβεί και αν η «ταινία» είναι γνήσια, αλλά κάποιο α- πό τα µηχανήµατα της ψηφιακής αλυσίδας δεν είναι HDCP συµβατό. Αυτό σηµαίνει ότι µόνον τα τελευταίας γενιάς µηχανήµατα - και από αυτά όχι όλα, θα λειτουργούν σωστά στο νέο σύστηµα. Πρόκειται για ουσιαστική αβλεψία στη σχεδίαση, η οποία κατά τη γνώµη µας θα «φρενάρει» την εξέλιξη της τεχνολογίας HDMI/HDCP. Σύµφωνα µε την προδιαγραφή του πρότυπου HDCP, ο κάτοχος των δικαιωµάτων της ταινίας µπορεί να ορίσει τι θα συµβαίνει όταν το σύστηµα στο οποίο αναπαράγεται το «έργο» δεν είναι συµβατό µε HDCP. Μπορεί να επιλέξει από την εµφάνιση µαύρης οθόνης, µέχρι την αναπαραγωγή της ταινίας σε χαµηλή ανάλυση. Η αυθαιρεσία είναι ότι θα µπλοκάρει όλες τις εξόδους του συστήµατος (ακόµη και τις αναλογικές), ώστε να παίζει στη χαµηλή ανάλυση 540i. H παραπάνω σκέψη και µόνο, δηµιούργησε αναστάτωση στο κοινό που έχει ήδη αγοράσει κάποια HD ή «HD Ready» συσκευή απεικόνισης, καθώς και το µερίδιο των καταναλωτών που σκέπτεται να προχωρήσει σε κάποια αγορά στο άµεσο µέλλον, αφού η βασική αυτή λεπτοµέρεια δεν έχει ακόµα διασαφηνιστεί. Μέσα στην αναταραχή που δηµιουργήθηκε, οι εταιρείες παραγωγής κινηµατογραφικών ταινιών τόνισαν πως σκέφτονται να µην ξεκινήσουν άµεσα τη χρήση του πρωτοκόλλου HDCP, τουλάχιστον στα πρώτα βήµατα της επόµενης γενιάς οπτικών µέσων, δηλαδή τις πρώτες δύο χρονιές. Παράλληλα, ήρθε στο φως µια φήµη που θέλει τις εταιρείες παραγωγής κινηµατογραφικών ταινιών να καταλήγουν σε συµφωνία, έτσι ώστε η λειτουργία του HDCP να µην τεθεί σε εφαρµογή πριν το έτος 2010, έτσι ώστε η HD τεχνολογία σε επίπεδο συσκευών προβολής, να µπει σε περισσότερα σπίτια. 106 ΟΡΥΦΟΡΙΚΑ νέα ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2008